ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ
ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ (Α´)
Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ
ΚΑΙ Η ΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γεννήθηκε στὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας μεταξὺ τοῦ 5 καὶ 15
μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς Ἰουδαίους γονεῖς. Ὁ Παῦλος καταγόταν ἀπὸ τὴ φυλὴ Βενιαμὶν κι ἀνῆκε
στὴν τάξη τῶν Φαρισαίων (Φιλιππ. γ΄[3] 3,5). Ὁ πατέρας του ἦταν Ρωμαῖος πολίτης
καὶ προερχόταν ἀπὸ τὰ ἀνώτερα στρώματα τῆς κοινωνίας τῆς Κιλικίας. Ἀπὸ τὸν
πατέρα του κληρονόμησε ὀ Παῦλος καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ Ρωμαίου πολίτη. Αὐτὸ τὸ
χαρακτηριστικὸ ἔδινε σημαντικὰ προνόμια στὸν Παῦλο.
Τὸ ἑβραϊκό του ὄνομα ἦταν
Σαούλ. Κατὰ τὴ γνωστὴ τότε συνήθεια τῶν Ἰουδαίων τῆς διασπορᾶς νά φέρουν ἐκτὸς ἀπὸ
τὸ ἰουδαϊκὸ ὄνομα καὶ ἕνα ὁμόηχο ἑλληνικὸ ἢ ρωμαϊκὸ λεγόταν καὶ Σαῦλος καὶ ἀργότερα
ὀνομάστηκε Παῦλος.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, δὲν
ὑπάρχουν ἄλλες ἀξιόπιστες πηγὲς γιά τὸν βίο τοῦ Παύλου. Μέσα ἀπὸ διάφορα χωρία,
εἶναι δυνατὸν νὰ ἑξάγουμε συμπέρασμα για τὸ περίγραμμα τοῦ βίου τοῦ Ἀποστόλου
Παύλου πρὶν ἀπὸ τὴ μεταστροφή του στὸν Χριστιανισμό.
Στὴν Ταρσὸ ὅπου πέρασε τὰ
παιδικὰ του χρόνια, οἱ γονεῖς του φρόντισαν νά ἀποκτήσει τὴν καλύτερη καὶ ἀρτιότερη
ἑλληνικὴ καὶ ἰουδαϊκὴ μόρφωση. Ὁ Παῦλος δὲν ἀρκέσθηκε στὴν μόρφωση ποὺ ἀπέκτησε
στὴ γενέτειρά του καὶ πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου ἔμενε καὶ ἡ ἀδερφή του,
γιά νά τὴ συμπληρώσει μὲ τὴν ἐκπαίδευσή του στὸ Μωσαϊκὸ Νόμο. Ἔγινε μαθητὴς τοῦ
σοφοῦ νομοδιδάσκαλου Γαμαλιὴλ καὶ ἀπὸ αὐτὸν διδάχθηκε, ὅσο λίγοι, τὴν ἰουδαϊκὴ
νομικοθεολογικὴ σκέψη τοῦ ραβινισμοῦ.
Τὸ ὕφος του, ἡ θεολογική του
μέθοδος καὶ ἡ χρήση τῆς Γραφῆς παρουσιάζουν τὸν Παῦλο ὡς αὐστηρὸ ἀλλὰ καὶ ἁγνό,
ραββίνο, γνώστη ὅλων τῶν ἐπιμάχων ζητημάτων τοῦ ἰουδαϊκοῦ Νόμου καὶ ἰκανὸ
χειριστὴ τῆς ραββινικῆς διαλεκτικῆς. Ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ ἀργότερα ὅτι ὑπῆρξε πολὺ ἐπιμελὴς
καὶ μάλιστα ὑπέρμαχος ζηλωτὴς τῶν πατρικῶν παραδόσεων καὶ διέπρεπε μεταξὺ τῶν
συνομηλίκων του (Γαλ. α΄[1] 14 καὶ Πράξ. κστ[΄26] ,5).
Διακρινόταν γιά τὸ μεγάλο ζῆλο
στὸ ἔργο του, τὴν ἀνησυχία καὶ τὴ δυναμικότητά του, τὴν εὐρύτητα τοῦ πνεύματος
καὶ τὴν ἀντικειμενική του κρίση. Ἡ ἰουδαϊκὴ του καταγωγή, ἡ ἑλληνικὴ παιδεία καὶ
ἡ ἰδιότητα τοῦ Ρωμαίου πολίτη τὸν καθιστοῦσαν ὡς τὸν πιό κατάλληλο για νὰ
μεταφέρει τὸ χριστιανικὸ μήνυμα στὸν κόσμο τῆς ἐποχῆς του.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ μόρφωση ποὺ ἔλαβε,
ὁ Σαοὺλ ἔμαθε καὶ τὴν τέχνη τοῦ σκηνοποιοῦ ὥστε νά ἑξασφαλίζει τὰ πρὸς τὸ ζῆν μὲ
ἕνα χειρωνακτικὸ ἐπάγγελμα ὅπως καὶ οἱ περισσότεροι ραββίνοι. Θὰ μποροῦσε,
δηλαδή, νὰ φτιάχνει σκηνὲς ἀπὸ μάλλινα ὑφάσματα ἢ δέρματα. Ἔτσι θὰ εἶχε τὰ ἀναγκαῖα
γιά τὴ ζωή του, δίχως νά ἐπιβαρύνει κανένα καὶ χωρὶς νὰ ἐπιβαρύνει οἰκονομικὰ τὶς
κατὰ τόπους ἐκκλησίες.
Ὁ Παῦλος ἔπασχε ἀπὸ κάποια ἀσθένεια,
ἡ ὁποία πρέπει νὰ ἦταν μᾶλλον ἐπώδυνη (Β' Κορ. [β] 12,8), χωρὶς ὡστόσο νὰ εἶναι
δυνατὸ νὰ ἑξακριβωθεῖ ἀκριβῶς ποιό ἦταν τὸ σωματικό του πρόβλημα καὶ μόνο ὑποθέσεις
μποροῦν νὰ γίνουν γι’ αὐτό.
Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΚΛΗΡΟΣ ΔΙΩΚΤΗΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ
Εἶχαν περάσει περίπου
δέκα χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Σαοὺλ τελείωσε τὶς σπουδές του κι ἀποχαιρέτησε τὸν ἀγαπημένο
του διδάσκαλο Γαμαλιήλ. Στὸ διάστημα αὐτὸ δὲ γνωρίζουμε, ποὺ ἀκριβῶς βρισκόταν.
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς δημόσιας
δράσης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (τὸ 30-33 μ.Χ ὁ «νεανίας»
Παῦλος (Πράξ. ζ΄[7] 58) βρισκόταν στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου εἶχε συνάψει στενὲς
σχέσεις μὲ τὴν ἀνωτάτη θρησκευτικὴ ἡγεσία καὶ μάλιστα μὲ τὸν ἴδιο τὸν ἀρχιερέα
τοῦ Μεγάλου Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου (Πράξ. θ΄[9] 1), λαμβάνοντας ἐνεργὸ ρόλο στὸ
διωγμὸ ἐναντίον τῶν Ἰουδαίων Χριστιανῶν.
Τόσο ἡ φαρισαϊκὴ εὐσέβειά του ὅσο
καὶ ὁ ζῆλος για τὴν τήρηση τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου διαμόρφωσαν τὴ συμπεριφορά καὶ τὴ
στάση του ἔτσι ὥστε νά καταστεῖ ἕνας ἀπὸ τοὺς πιο σκληροὺς καὶ φανατικοὺς διῶκτες
τῶν ὀπαδῶν τοῦ Χριστοῦ. Ἔλαβε μέρος στὸ λιθοβολισμὸ τοῦ Στεφάνου, φυλάσσοντας
στὰ πόδια του τὰ ἱμάτια πού ἄφησαν οἱ λιθοβολήσαντες Ἰουδαῖοι.
Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἐμπειρία ὁ
Παῦλος καταδίωκε μὲ μίσος τοὺς Χριστιανοὺς μὲ κάθε τρόπο. Στὴ διάθεσή του εἶχε ὅσα
ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων. Για αὐτὸ τὸ σκοπὸ χρησιμοποιοῦσε πολλὰ
καὶ σκληρὰ μέτρα προκειμένου νά πετύχει τὸν ἀφανισμὸ τῶν Χριστιανῶν. Ρήμαζε τὶς
ἐκκλησίες, ἔμπαινε μὲ τὴ βία στὰ σπίτια, ἔσερνε ἔξω ἄνδρες καὶ γυναῖκες, τοὺς
συλλάμβανε καὶ τοὺς ἔριχνε στὴ φυλακή, τοὺς βασάνιζε. Εἶχε γίνει ὁ φόβος καὶ ὁ
τρόμος τῶν Χριστιανῶν.
Τὸν μετὰ μανίας διωγμὸ τῶν
Χριστιανῶν ἀπὸ τὸν Παῦλο ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος (Γαλ. α΄[1] 13. Α' Κορ. ιε΄[15] 9.
Φιλιπ. γ΄[3] 6), ἐνῶ τὸ ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ Λουκᾶς στὶς Πράξεις (η΄[8] 3. θ΄[9] 1-2.
κστ΄[26] 9-11).
Τὸ μίσος τοῦ Παύλου ἐναντίον τῶν
ὁμοεθνῶν του χριστιανῶν πήγαζε, ἀπὸ τὸν ὑπέρμετρο φανατισμὸ καὶ ζῆλο του ὑπὲρ τῆς
ἰουδαϊκῆς θρησκείας (Φιλιπ. γ΄[3] 5-6. Πράξ. κστ΄[26] 4, Γάλ. α΄[1] 13), ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη
του πρὸς τὸ ἰουδαϊκὸ ἔθνος, τὸ ὁποῖο εἶχε ἐπιλεγεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἐπιτελέσει
σπουδαῖο ἔργο στὴν ἱστορία (Ρωμ. θ΄[9] 11). Ἐπιπλέον, σημαντικὸ ρόλο ἔπαιξε καὶ
τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶχε καταδικασθεῖ σὲ σταυρικὸ θάνατο ὡς σφετεριστὴς τοῦ
μεσσιανικοῦ ἀξιώματος, ἐνῶ κατέλυσε διάφορες διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου καὶ
προέβλεψε τὴν καταστροφὴ τοῦ ναοῦ.
Η ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ
ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
(Πράξεις θ΄[9]
1-19)
Για τὸ γεγονὸς τῆς
μεταστροφῆς τοῦ Παύλου πρὸς τὸ Χριστιανισμό, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀναφορὲς στὶς ἐπιστολὲς
(Γαλάτ. α΄[1] 13. Α' Κορ. ιε΄[15] 8. Φιλιππ. γ΄[3] 12. Ἐφεσ. γ΄[3] 3), ὑπάρχουν
καὶ τρεῖς παράλληλες διηγήσεις στὶς Πράξεις (θ΄[9] 1-29. κβ΄[22] 3-21. κστ΄[26]
9-21).
Σύμφωνα μὲ τὶς παραπάνω
μαρτυρίες ποὺ ἔχουν πηγὴ τὸν ἴδιο τὸν Παῦλο, ἔγινε χριστιανὸς ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ
Χριστὸ ὁ ὁποῖος τὸν κάλεσε στὸ εὐαγγελικὸ ἔργο καὶ στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα.
Ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ (Γαλ. α΄[1] 15)
ὅτι, ὁ Θεὸς τὸν προόριζε γιά ἀπόστολο τοῦ Εὐαγγελίου πρὶν ἀκόμη γεννηθεῖ, καὶ
μετέτρεψε τὸ ζῆλο του για τὸν Νόμο, σὲ ζῆλο για τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. «ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεός, ὁ ἀφορίσας με ἐκ
κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διά τῆς χάριτος αὐτοῦ, ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ
ἐν ἐμοί ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν" (Γαλ. α΄[1] 15-16).
Πολλοὶ Χριστιανοὶ εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ
ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα ἐξαιτίας τοῦ διωγμοῦ. Ἀρκετοὶ κατέφυγαν στὴ Δαμασκό, ὅπου προσέλκυαν
καὶ ἄλλους στὴ χριστιανικὴ πίστη. Αὐτὸ ἐξόργισε τὸν Παῦλο, ὁ ὁποῖος δὲν ἀρκέσθηκε
μόνο στὸ διωγμὸ τῶν Χριστιανῶν τῆς Ἰουδαίας, ἀλλὰ ζήτησε τὴν ἄδεια καὶ τὴν
βοήθεια τοῦ ἀρχιερέα, για νά μεταβεῖ στὴ Δαμασκὸ μὲ σκοπὸ νὰ συλλάβει καὶ τοὺς ἐκεῖ
μεταστραφέντες Ἰουδαίους καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσει δεμένους στὴν Ἱερουσαλὴμ ὥστε νὰ
δικασθοῦν καὶ νὰ τιμωρηθοῦν (Πράξ. θ΄[9] 1-2). Γιά νὰ πετύχει τὸ σκοπό του, πῆρε
ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα συστατικὰ γράμματα για τὶς συναγωγὲς τῆς Δαμασκοῦ.
Τὸ 36 μ.Χ. περίπου, καθὼς
πήγαινε πρὸς τὴ Δαμασκὸ ἐπικεφαλῆς μιᾶς καλὰ ὁπλισμένης ὁμάδας, ξαφνικὰ λίγο
προτοῦ νὰ φτάσει στὴν πόλη, τὸν περιέβαλε ἕνα παράδοξο κι ἐκτυφλωτικὸ φῶς, τὸ ὁποῖο
τὸν ἔριξε ἀπὸ τὸ ἄλογο καὶ τὸν τύφλωσε.
Τότε ἄκουσε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ μιά φωνὴ νὰ τὸν ἀποκαλεῖ μὲ τὸ
ἑβραϊκό του ὄνομα καὶ τοῦ εἶπε: «Σαούλ,
Σαοὺλ γιατί μὲ καταδιώκεις;». Ὁ Παῦλος ἔπεσε κάτω ἀπὸ τὸν φόβο του καὶ
ρώτησε «Ποιος εἶσαι Κύριε;» Και
ὁ Κύριος ἀπάντησε: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Ἰησοῦς, αὐτὸς τὸν ὁποῖο ἐσὺ καταδιώκεις. Ἀλλὰ σήκω ἐπάνω, πήγαινε στὴν πόλη κι
ἐκεῖ θὰ σοῦ φανερωθεῖ, τί πρέπει νὰ κάνεις» (Πράξεις θ΄[9] 4-6).
Ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ Παῦλος ἐναντίον
τῶν Χριστιανῶν, στρέφονταν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ! Ὅσα συμβαίνουν στοὺς πιστούς,
θὰ πεῖ ἀργότερα καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Κύριος τὰ δέχεται ὅτι συμβαίνουν στὸν ἴδιο
τὸν ἑαυτό Του.
Ὁ Παῦλος μετάνιωσε εἰλικρινὰ
γιά ὅλα αὐτά. Προσπάθησε νὰ σηκωθεῖ ζητώντας νὰ τὸν βοηθήσουν, γιατί εἶχε χάσει
τὸ φῶς του. Οἱ συνοδοὶ του ἔκπληκτοι τὸν ὁδήγησαν στὴ Δαμασκὸ καὶ τὸν ἄφησαν στὸ
σπίτι κάποιου Ἰούδα, στὴν Εὐθεία ὁδό. Τρεῖς ἡμέρες ἔμεινε ὁ Παῦλος χωρὶς νὰ
φάει καὶ νὰ πιεῖ κάτι. Βυθισμένος στὸ σκοτάδι, γιατί δὲν ἔβλεπε ἀκόμη,
προσευχόταν στὸν Κύριο καὶ ζητοῦσε συγγνώμη γιά τὴν προηγούμενη διαγωγή του. Ὁ
Θεὸς τῆς ἀγάπης τὸν εἶχε πιά συγχωρήσει.
Στὴ Δαμασκὸ ζοῦσε ἕνας εὐλαβὴς
Χριστιανός, ὁ Ἀνανίας. Γι’ αὐτὸν λέει ἡ ἀρχαία παράδοση, πώς ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς
ἑβδομήκοντα μαθητὲς τοῦ Κυρίου καὶ πώς εἶχε καταφύγει στὴ Δαμασκό, ὅταν ἄρχισε ὁ
διωγμὸς ἀπὸ τὸν Παῦλο. Σ' αὐτὸν λοιπὸν παρουσιάστηκε ὁ Κύριος μέσα σὲ ὄραμα καὶ
τοῦ εἶπε: «Ἀνανία πήγαινε στὸ σπίτι τοῦ Ἰούδα
στὴν Εὐθεία ὁδό, νὰ βρεῖς τὸ Σαῦλο ἀπὸ τὴν Ταρσὸ ποὺ προσεύχεται».
Κι αὐτός, ποὺ δὲν ἤξερε ὅσα εἶχαν
γίνει, ἀπάντησε μὲ σεβασμό: «Κύριε γι’ αὐτὸν
τὸν ἄνθρωπο ἔχω ἀκούσει ὅσα φοβερὰ ἔκαμε ἐναντίον τῶν ἁγίων ὀπαδῶν Σου στὴν Ἱερουσαλήμ».
Ἀλλὰ ὁ Κύριος τὸν καθησύχασε καὶ
τοῦ εἶπε: «Πήγαινε χωρὶς φόβο, γιατί αὐτὸς
πιά εἶναι ὁ ἐκλεκτός μου. Αὐτὸς θὰ κηρύξει τ' ὄνομά μου σ' ὅλο τὸν κόσμο».
Ο Ἀνανίας μὲ θάρρος πιά πῆγε
καὶ βρῆκε τὸν Παῦλο νὰ προσεύχεται. Μὲ καλοσύνη κι ἀγάπη ἔβαλε τὰ χέρια του
πάνω στὸ κεφάλι τοῦ Παύλου καὶ τοῦ εἶπε: «Σαούλ,
ἀδελφέ μου, ὁ Κύριος πού σοῦ παρουσιάστηκε στὸ δρόμο, μὲ ἔστειλε για ν’ ἀποκτήσεις
τὸ φῶς σου καὶ νὰ γεμίσεις μὲ Ἅγιο Πνεύμα».
Τότε μὲ ἄλλο θαῦμα ἔπεσαν ἀπὸ τὰ
μάτια τοῦ Παύλου κάτι σάν λέπια καὶ ἦρθε τὸ φῶς του. Ἀφοῦ σηκώθηκε δέχτηκε τὸ Ἅγιο
Βάπτισμα καὶ ἔφαγε κάτι γιά νὰ βρεῖ τὶς σωματικές του δυνάμεις. Μὰ πιό πολὺ ἀπόκτησε
τὸ φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, για ν' ἀναδειχτεῖ ἀργότερα
ὁ μεγάλος Ἀπόστολος τῆς Οἰκουμένης. Ὁ Παῦλος ἀπὸ τρομερὸς διώκτης τοῦ
Χριστιανισμοῦ ἔγινε τώρα ὁ θερμότερος καὶ ὁ μεγαλύτερος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου,
θυσιάζοντας μάλιστα καὶ τὴν ζωὴ του γι’ αὐτό.
ΠΗΓΗ:http://users.sch.gr/aiasgr/Agiologia/Apostolos_Paulos/Apostolos_Paulos_H_katagwgh_kai_h_metastrofh.htm#H_katagwgh_kai_h_morfwsh_tou_Paulou