Κυριακή 29 Ιουνίου 2025

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

 

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ (Α´)

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ Η ΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ



 

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γεννήθηκε στὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας μεταξὺ τοῦ 5 καὶ 15 μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς Ἰουδαίους γονεῖς. Ὁ Παῦλος καταγόταν ἀπὸ τὴ φυλὴ Βενιαμὶν κι ἀνῆκε στὴν τάξη τῶν Φαρισαίων (Φιλιππ. γ΄[3] 3,5). Ὁ πατέρας του ἦταν Ρωμαῖος πολίτης καὶ προερχόταν ἀπὸ τὰ ἀνώτερα στρώματα τῆς κοινωνίας τῆς Κιλικίας. Ἀπὸ τὸν πατέρα του κληρονόμησε ὀ Παῦλος καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ Ρωμαίου πολίτη. Αὐτὸ τὸ χαρακτηριστικὸ ἔδινε σημαντικὰ προνόμια στὸν Παῦλο.

Τὸ  ἑβραϊκό του ὄνομα ἦταν Σαούλ. Κατὰ τὴ γνωστὴ τότε συνήθεια τῶν Ἰουδαίων τῆς διασπορᾶς νά φέρουν ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἰουδαϊκὸ ὄνομα καὶ ἕνα ὁμόηχο ἑλληνικὸ ἢ ρωμαϊκὸ λεγόταν καὶ Σαῦλος καὶ ἀργότερα ὀνομάστηκε Παῦλος.

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, δὲν ὑπάρχουν ἄλλες ἀξιόπιστες πηγὲς γιά τὸν βίο τοῦ Παύλου. Μέσα ἀπὸ διάφορα χωρία, εἶναι δυνατὸν νὰ ἑξάγουμε συμπέρασμα για τὸ περίγραμμα τοῦ βίου τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρὶν ἀπὸ τὴ μεταστροφή του στὸν Χριστιανισμό.

Στὴν Ταρσὸ ὅπου πέρασε τὰ παιδικὰ του χρόνια, οἱ γονεῖς του φρόντισαν νά ἀποκτήσει τὴν καλύτερη καὶ ἀρτιότερη ἑλληνικὴ καὶ ἰουδαϊκὴ μόρφωση. Ὁ Παῦλος δὲν ἀρκέσθηκε στὴν μόρφωση ποὺ ἀπέκτησε στὴ γενέτειρά του καὶ πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου  ἔμενε καὶ ἡ ἀδερφή του, γιά νά τὴ συμπληρώσει μὲ τὴν ἐκπαίδευσή του στὸ Μωσαϊκὸ Νόμο. Ἔγινε μαθητὴς τοῦ σοφοῦ νομοδιδάσκαλου Γαμαλιὴλ καὶ ἀπὸ αὐτὸν διδάχθηκε, ὅσο λίγοι, τὴν ἰουδαϊκὴ νομικοθεολογικὴ σκέψη τοῦ ραβινισμοῦ.

Τὸ ὕφος του, ἡ θεολογική του μέθοδος καὶ ἡ χρήση τῆς Γραφῆς παρουσιάζουν τὸν Παῦλο ὡς αὐστηρὸ ἀλλὰ καὶ ἁγνό, ραββίνο, γνώστη ὅλων τῶν ἐπιμάχων ζητημάτων τοῦ ἰουδαϊκοῦ Νόμου καὶ ἰκανὸ χειριστὴ τῆς ραββινικῆς διαλεκτικῆς. Ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ ἀργότερα ὅτι ὑπῆρξε πολὺ ἐπιμελὴς καὶ μάλιστα ὑπέρμαχος ζηλωτὴς τῶν πατρικῶν παραδόσεων καὶ διέπρεπε μεταξὺ τῶν συνομηλίκων του (Γαλ. α΄[1] 14 καὶ Πράξ. κστ[΄26] ,5).

Διακρινόταν γιά τὸ μεγάλο ζῆλο στὸ ἔργο του, τὴν ἀνησυχία καὶ τὴ δυναμικότητά του, τὴν εὐρύτητα τοῦ πνεύματος καὶ τὴν ἀντικειμενική του κρίση. Ἡ ἰουδαϊκὴ του καταγωγή, ἡ ἑλληνικὴ παιδεία καὶ ἡ ἰδιότητα τοῦ Ρωμαίου πολίτη τὸν καθιστοῦσαν ὡς τὸν πιό κατάλληλο για νὰ μεταφέρει τὸ χριστιανικὸ μήνυμα στὸν κόσμο τῆς ἐποχῆς του.

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ μόρφωση ποὺ ἔλαβε, ὁ Σαοὺλ ἔμαθε καὶ τὴν τέχνη τοῦ σκηνοποιοῦ ὥστε νά ἑξασφαλίζει τὰ πρὸς τὸ ζῆν μὲ ἕνα χειρωνακτικὸ ἐπάγγελμα ὅπως καὶ οἱ περισσότεροι ραββίνοι. Θὰ μποροῦσε, δηλαδή, νὰ φτιάχνει σκηνὲς ἀπὸ μάλλινα ὑφάσματα ἢ δέρματα. Ἔτσι θὰ εἶχε τὰ ἀναγκαῖα γιά τὴ ζωή του, δίχως νά ἐπιβαρύνει κανένα καὶ χωρὶς νὰ ἐπιβαρύνει οἰκονομικὰ τὶς κατὰ τόπους ἐκκλησίες.

Ὁ Παῦλος ἔπασχε ἀπὸ κάποια ἀσθένεια, ἡ ὁποία πρέπει νὰ ἦταν μᾶλλον ἐπώδυνη (Β' Κορ. [β] 12,8), χωρὶς ὡστόσο νὰ εἶναι δυνατὸ νὰ ἑξακριβωθεῖ ἀκριβῶς ποιό ἦταν τὸ σωματικό του πρόβλημα καὶ μόνο ὑποθέσεις μποροῦν νὰ γίνουν γι’ αὐτό.

 

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΚΛΗΡΟΣ ΔΙΩΚΤΗΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

 Εἶχαν περάσει περίπου δέκα χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ὁ Σαοὺλ τελείωσε τὶς σπουδές του κι ἀποχαιρέτησε τὸν ἀγαπημένο του διδάσκαλο Γαμαλιήλ. Στὸ διάστημα αὐτὸ δὲ γνωρίζουμε, ποὺ ἀκριβῶς βρισκόταν.

Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς δημόσιας δράσης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (τὸ 30-33 μ.Χ ὁ «νεανίας» Παῦλος (Πράξ. ζ΄[7] 58) βρισκόταν στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου εἶχε συνάψει στενὲς σχέσεις μὲ τὴν ἀνωτάτη θρησκευτικὴ ἡγεσία καὶ μάλιστα μὲ τὸν ἴδιο τὸν ἀρχιερέα τοῦ Μεγάλου Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου (Πράξ. θ΄[9] 1), λαμβάνοντας ἐνεργὸ ρόλο στὸ διωγμὸ ἐναντίον τῶν Ἰουδαίων Χριστιανῶν.

Τόσο ἡ φαρισαϊκὴ εὐσέβειά του ὅσο καὶ ὁ ζῆλος για τὴν τήρηση τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου διαμόρφωσαν τὴ συμπεριφορά καὶ τὴ στάση του ἔτσι ὥστε νά καταστεῖ ἕνας ἀπὸ τοὺς πιο σκληροὺς καὶ φανατικοὺς διῶκτες τῶν ὀπαδῶν τοῦ Χριστοῦ. Ἔλαβε μέρος στὸ λιθοβολισμὸ τοῦ Στεφάνου, φυλάσσοντας στὰ πόδια του τὰ ἱμάτια πού ἄφησαν οἱ λιθοβολήσαντες Ἰουδαῖοι.

Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἐμπειρία ὁ Παῦλος καταδίωκε μὲ μίσος τοὺς Χριστιανοὺς μὲ κάθε τρόπο. Στὴ διάθεσή του εἶχε ὅσα ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων. Για αὐτὸ τὸ σκοπὸ χρησιμοποιοῦσε πολλὰ καὶ σκληρὰ μέτρα προκειμένου νά πετύχει τὸν ἀφανισμὸ τῶν Χριστιανῶν. Ρήμαζε τὶς ἐκκλησίες, ἔμπαινε μὲ τὴ βία στὰ σπίτια, ἔσερνε ἔξω ἄνδρες καὶ γυναῖκες, τοὺς συλλάμβανε καὶ τοὺς ἔριχνε στὴ φυλακή, τοὺς βασάνιζε. Εἶχε γίνει ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῶν Χριστιανῶν.

Τὸν μετὰ μανίας διωγμὸ τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τὸν Παῦλο ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος (Γαλ. α΄[1] 13. Α' Κορ. ιε΄[15] 9. Φιλιπ. γ΄[3] 6), ἐνῶ τὸ ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ Λουκᾶς στὶς Πράξεις (η΄[8] 3. θ΄[9] 1-2. κστ΄[26] 9-11).

Τὸ μίσος τοῦ Παύλου ἐναντίον τῶν ὁμοεθνῶν του χριστιανῶν πήγαζε, ἀπὸ τὸν ὑπέρμετρο φανατισμὸ καὶ ζῆλο του ὑπὲρ τῆς ἰουδαϊκῆς θρησκείας (Φιλιπ. γ΄[3] 5-6. Πράξ.  κστ΄[26] 4, Γάλ. α΄[1] 13), ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸ ἰουδαϊκὸ ἔθνος, τὸ ὁποῖο εἶχε ἐπιλεγεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἐπιτελέσει σπουδαῖο ἔργο στὴν ἱστορία (Ρωμ. θ΄[9] 11). Ἐπιπλέον, σημαντικὸ ρόλο ἔπαιξε καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶχε καταδικασθεῖ σὲ σταυρικὸ θάνατο ὡς σφετεριστὴς τοῦ μεσσιανικοῦ ἀξιώματος, ἐνῶ κατέλυσε διάφορες διατάξεις τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου καὶ προέβλεψε τὴν καταστροφὴ τοῦ ναοῦ.

 

Η ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

(Πράξεις θ΄[9] 1-19)

 Για τὸ γεγονὸς τῆς μεταστροφῆς τοῦ Παύλου πρὸς τὸ Χριστιανισμό, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀναφορὲς στὶς ἐπιστολὲς (Γαλάτ. α΄[1] 13. Α' Κορ. ιε΄[15] 8. Φιλιππ. γ΄[3] 12. Ἐφεσ. γ΄[3] 3), ὑπάρχουν καὶ τρεῖς παράλληλες διηγήσεις στὶς Πράξεις (θ΄[9] 1-29. κβ΄[22] 3-21. κστ΄[26] 9-21).

Σύμφωνα μὲ τὶς παραπάνω μαρτυρίες ποὺ ἔχουν πηγὴ τὸν ἴδιο τὸν Παῦλο, ἔγινε χριστιανὸς ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὁ ὁποῖος τὸν κάλεσε στὸ εὐαγγελικὸ ἔργο καὶ στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα.

Ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ (Γαλ. α΄[1] 15) ὅτι, ὁ Θεὸς τὸν προόριζε γιά ἀπόστολο τοῦ Εὐαγγελίου πρὶν ἀκόμη γεννηθεῖ, καὶ μετέτρεψε τὸ ζῆλο του για τὸν Νόμο, σὲ ζῆλο για τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. «ὅτε δὲ εὐδόκησεν ὁ Θεός, ὁ ἀφορίσας με ἐκ κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διά τῆς χάριτος αὐτοῦ, ἀποκαλύψαι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί ἵνα εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν" (Γαλ. α΄[1] 15-16).

Πολλοὶ Χριστιανοὶ εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα ἐξαιτίας τοῦ διωγμοῦ. Ἀρκετοὶ κατέφυγαν στὴ Δαμασκό, ὅπου προσέλκυαν καὶ ἄλλους στὴ χριστιανικὴ πίστη. Αὐτὸ ἐξόργισε τὸν Παῦλο, ὁ ὁποῖος δὲν ἀρκέσθηκε μόνο στὸ διωγμὸ τῶν Χριστιανῶν τῆς Ἰουδαίας, ἀλλὰ ζήτησε τὴν ἄδεια καὶ τὴν βοήθεια τοῦ ἀρχιερέα, για νά μεταβεῖ στὴ Δαμασκὸ μὲ σκοπὸ νὰ συλλάβει καὶ τοὺς ἐκεῖ μεταστραφέντες Ἰουδαίους καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσει δεμένους στὴν Ἱερουσαλὴμ ὥστε νὰ δικασθοῦν καὶ νὰ τιμωρηθοῦν (Πράξ. θ΄[9] 1-2). Γιά νὰ πετύχει τὸ σκοπό του, πῆρε ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα συστατικὰ γράμματα για τὶς συναγωγὲς τῆς Δαμασκοῦ.

Τὸ 36 μ.Χ. περίπου, καθὼς πήγαινε πρὸς τὴ Δαμασκὸ ἐπικεφαλῆς μιᾶς καλὰ ὁπλισμένης ὁμάδας, ξαφνικὰ λίγο προτοῦ νὰ φτάσει στὴν πόλη, τὸν περιέβαλε ἕνα παράδοξο κι ἐκτυφλωτικὸ φῶς, τὸ ὁποῖο τὸν ἔριξε ἀπὸ τὸ ἄλογο καὶ τὸν τύφλωσε.

Τότε ἄκουσε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ μιά φωνὴ νὰ τὸν ἀποκαλεῖ μὲ τὸ ἑβραϊκό του ὄνομα καὶ τοῦ εἶπε: «Σαούλ, Σαοὺλ γιατί μὲ καταδιώκεις;». Ὁ Παῦλος ἔπεσε κάτω ἀπὸ τὸν φόβο του καὶ ρώτησε «Ποιος εἶσαι Κύριε;»  Και ὁ Κύριος ἀπάντησε: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Ἰησοῦς, αὐτὸς τὸν ὁποῖο ἐσὺ καταδιώκεις. Ἀλλὰ σήκω ἐπάνω, πήγαινε στὴν πόλη κι ἐκεῖ θὰ σοῦ φανερωθεῖ, τί πρέπει νὰ κάνεις» (Πράξεις θ΄[9] 4-6).

Ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ Παῦλος ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, στρέφονταν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ! Ὅσα συμβαίνουν στοὺς πιστούς, θὰ πεῖ ἀργότερα καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Κύριος τὰ δέχεται ὅτι συμβαίνουν στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό Του.

Ὁ Παῦλος μετάνιωσε εἰλικρινὰ γιά ὅλα αὐτά. Προσπάθησε νὰ σηκωθεῖ ζητώντας νὰ τὸν βοηθήσουν, γιατί εἶχε χάσει τὸ φῶς του. Οἱ συνοδοὶ του ἔκπληκτοι τὸν ὁδήγησαν στὴ Δαμασκὸ καὶ τὸν ἄφησαν στὸ σπίτι κάποιου Ἰούδα, στὴν Εὐθεία ὁδό. Τρεῖς ἡμέρες ἔμεινε ὁ Παῦλος χωρὶς νὰ φάει καὶ νὰ πιεῖ κάτι. Βυθισμένος στὸ σκοτάδι, γιατί δὲν ἔβλεπε ἀκόμη, προσευχόταν στὸν Κύριο καὶ ζητοῦσε συγγνώμη γιά τὴν προηγούμενη διαγωγή του. Ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης τὸν εἶχε πιά συγχωρήσει.

Στὴ Δαμασκὸ ζοῦσε ἕνας εὐλαβὴς Χριστιανός, ὁ Ἀνανίας. Γι’ αὐτὸν λέει ἡ ἀρχαία παράδοση, πώς ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑβδομήκοντα μαθητὲς τοῦ Κυρίου καὶ πώς εἶχε καταφύγει στὴ Δαμασκό, ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς ἀπὸ τὸν Παῦλο. Σ' αὐτὸν λοιπὸν παρουσιάστηκε ὁ Κύριος μέσα σὲ ὄραμα καὶ τοῦ εἶπε: «Ἀνανία πήγαινε στὸ σπίτι τοῦ Ἰούδα στὴν Εὐθεία ὁδό, νὰ βρεῖς τὸ Σαῦλο ἀπὸ τὴν Ταρσὸ ποὺ προσεύχεται».

Κι αὐτός, ποὺ δὲν ἤξερε ὅσα εἶχαν γίνει, ἀπάντησε μὲ σεβασμό: «Κύριε γι’ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο ἔχω ἀκούσει ὅσα φοβερὰ ἔκαμε ἐναντίον τῶν ἁγίων ὀπαδῶν Σου στὴν Ἱερουσαλήμ».

Ἀλλὰ ὁ Κύριος τὸν καθησύχασε καὶ τοῦ εἶπε: «Πήγαινε χωρὶς φόβο, γιατί αὐτὸς πιά εἶναι ὁ ἐκλεκτός μου. Αὐτὸς θὰ κηρύξει τ' ὄνομά μου σ' ὅλο τὸν κόσμο».

 Ο Ἀνανίας μὲ θάρρος πιά πῆγε καὶ βρῆκε τὸν Παῦλο νὰ προσεύχεται. Μὲ καλοσύνη κι ἀγάπη ἔβαλε τὰ χέρια του πάνω στὸ κεφάλι τοῦ Παύλου καὶ τοῦ εἶπε: «Σαούλ, ἀδελφέ μου, ὁ Κύριος πού σοῦ παρουσιάστηκε στὸ δρόμο, μὲ ἔστειλε για ν’ ἀποκτήσεις τὸ φῶς σου καὶ νὰ γεμίσεις μὲ Ἅγιο Πνεύμα».

Τότε μὲ ἄλλο θαῦμα ἔπεσαν ἀπὸ τὰ μάτια τοῦ Παύλου κάτι σάν λέπια καὶ ἦρθε τὸ φῶς του. Ἀφοῦ σηκώθηκε δέχτηκε τὸ Ἅγιο Βάπτισμα καὶ ἔφαγε κάτι γιά νὰ βρεῖ τὶς σωματικές του δυνάμεις. Μὰ πιό πολὺ ἀπόκτησε τὸ  φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, για ν' ἀναδειχτεῖ ἀργότερα ὁ μεγάλος Ἀπόστολος τῆς Οἰκουμένης. Ὁ Παῦλος ἀπὸ τρομερὸς διώκτης τοῦ Χριστιανισμοῦ ἔγινε τώρα ὁ θερμότερος καὶ ὁ μεγαλύτερος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου, θυσιάζοντας μάλιστα καὶ τὴν ζωὴ του γι’ αὐτό.

ΠΗΓΗ:http://users.sch.gr/aiasgr/Agiologia/Apostolos_Paulos/Apostolos_Paulos_H_katagwgh_kai_h_metastrofh.htm#H_katagwgh_kai_h_morfwsh_tou_Paulou

 

Σάββατο 28 Ιουνίου 2025

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ. Α­Κ­Ο­Λ­Ο­Υ­Θ­Ι­ΕΣ Ι­Ο­Υ­Λ­Ι­ΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ 



Α­Κ­Ο­Λ­Ο­Υ­Θ­Ι­ΕΣ Ι­Ο­Υ­Λ­Ι­ΟΥ


6

Κ­Υ­Ρ­Ι­Α­ΚΗ

Δ' ΜΑΤ­ΘΑΙ­ΟΥ, Σισώη ὁσίου τοῦ μεγάλου

7

ΔΕΥΤΕΡΑ

Κυριακῆς Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος, Θωμᾶ τοῦ ἐν Μαλεῷ. Βλασίου ἱερομ. τοῦ ἐν Σκλαβαίνοις καὶ τῶν σὺν αὐτῷ.

12

ΣΑΒΒΑΤΟΝ

Πρό­κλου κ­αί Ἱ­λα­ρί­ου Μαρ­τύ­ρων, Βε­ρο­νί­κης αἱ­μορ­ρο­ού­σης, Μι­χα­ήλ τ­οῦ Μα­λε­ΐ­νου ὁ­σίου

Πα­ϊ­σί­ου τ­οῦ Ἁ­γι­ο­ρεί­του ὁ­σί­ου

13

Κ­Υ­Ρ­Ι­Α­ΚΗ

Τ­ῶν Ἁ­γί­ων 630 Θε­ο­φό­ρων Πα­τέ­ρων τ­ῆς ἐν Χαλ­κη­δό­νι Δ΄ Ο­ἰκ. Συ­νό­δου (451). σύναξις τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ· Στεφάνου ὁσίου τοῦ Σαββαΐτου· Γολινδούχ μάρτυρος· Ἡλιοφώτου, Αὐξουθενιου, Ἐπαφροδίτου και Εὐθενίου ὁσίων (Ἁγίων Ἡλιοφώτων)

17

ΠΕΜΠΤΗ

Μα­ρί­νης Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος.

20

Κ­Υ­Ρ­Ι­Α­ΚΗ

Ϛ’ Μ­Α­Τ­Θ­Α­Ι­ΟΥ, Προφήτου Ἠλιοῦ τοῦ Θεσβίτου.

25

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Ἡ Κοί­μη­σις τ­ῆς Ἁ­γί­ας Ἄν­νης μη­τρός τῆς Ὑ­πε­ρα­γί­ας Θε­ο­τό­κου. Ἐκ μεταθέσεως Χριστίνης μεγαλομάρτυρος

26

ΣΑΒΒΑΤΟΝ  

Πα­ρα­σκευ­ῆς Ὁ­σι­ο­μάρ­τυ­ρος, Ἑρ­μο­λά­ου ἱ­ε­ρο­μάρ­τυ­ρος κ­αί τ­ῶν σ­ύν αὐ­τῷ Ἑρ­μίπ­που κ­αί Ἑρ­μο­κρά­τους ἱερομαρτύρων

27

Κ­Υ­Ρ­Ι­Α­ΚΗ

Ζ’ Μ­Α­Τ­Θ­Α­Ι­ΟΥ Παν­τε­λε­ή­μο­νος Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος τ­οῦ Ἰ­α­μα­τι­κοῦ.

28

ΔΕΥΤΕΡΑ

Εἰ­ρή­νης Ὁ­σί­ας τ­ῆς Χρυ­σο­βα­λάν­του

Ω­Ρ­Α­Ρ­ΙΟ Ι­Ο­Υ­Λ­Ι­ΟΥ

Ε­Σ­Π­Ε­Ρ­Ι­Ν­ΟΣ : 6.00 Μ.Μ.

Ο­Ρ­Θ­Ρ­ΟΣ : 6.30 Π.Μ.


Παρασκευή 27 Ιουνίου 2025

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ

(29 ΙΟΥΝΙΟΥ 2025)





ΕΩΘΙΝΟΝ Γ΄

Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς πρωΐ πρώτῃ Σαββάτου ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ᾿ ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια. Ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι. Κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ καὶ ἐθεάθη ὑπ᾿ αὐτῆς ἠπίστησαν. Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, πορευομένοις, εἰς ἀγρόν. Κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς, οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν. Ὕστερον, ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη, καὶ ὠνείδισε τήν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον, οὐκ ἐπίστευσαν. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς΄ Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα, κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθείς, σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας, κατακριθήσεται. Σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει. Ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς, ὄφεις ἀροῦσι, κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει, ἐπὶ ἀῤῥώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν. Ὁ μὲν οὖν Κύριος, μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς, ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες, ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος, καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος, διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. Ἀμήν.

(Μᾶρκ. ιϚ΄[16]  9 – 20)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)

Ἀφοῦ λοιπὸν ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς τὸ πρωὶ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, ἐμφανίστηκε πρῶτα στὴ Μαρία τὴ Μαγδαληνή, ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχε βγάλει ἑπτὰ δαιμόνια. Ἐκείνη πῆγε καὶ τὸ ἀνήγγειλε αὐτὸ στοὺς μαθητὲς ποὺ ἦταν πρωτύτερα μαζί του καὶ τώρα πενθοῦσαν κι ἔκλαιγαν γιὰ τὸν θάνατο τοῦ διδασκάλου τους. Ἀλλὰ ἐκεῖνοι, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ζεῖ καὶ ὅτι αὐτὴ τὸν εἶδε, δὲν πίστεψαν στὰ λόγια της. Καὶ μετὰ ἀπ᾿ αὐτά, ἐμφανίστηκε μὲ ἄλλη μορφή, διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη ποὺ εἶχε προτοῦ σταυρωθεῖ, σὲ δύο ἀπ᾿ αὐτούς, καθὼς βάδιζαν καὶ πήγαιναν σὲ κάποιο χωράφι. Κι ἐκεῖνοι πῆγαν καὶ τὸ ἀνήγγειλαν αὐτὸ στοὺς ὑπόλοιπους Ἀποστόλους. Ἀλλὰ οὔτε σὲ κείνους πίστεψαν. Ὕστερα ἐμφανίστηκε στοὺς ἕντεκα μαθητές, ὅταν αὐτοὶ εἶχαν καθίσει νὰ δειπνήσουν. Καὶ τοὺς ἐπέπληξε γιὰ τὴν ὁλιγοπιστία τους καὶ γιὰ τὴ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς τους, διότι δὲν πίστεψαν σ᾿ ἐκείνους ποὺ τὸν εἶδαν ἀναστημένο. Ἔπειτα τοὺς εἶπε: Νὰ πᾶτε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη καὶ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιο σ᾿ ὅλη τὴ λογικὴ κτίση, σ᾿ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Ἐκεῖνος ποὺ θὰ πιστέψει στὸ κήρυγμά σας καὶ θὰ βαπτισθεῖ, θὰ σωθεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ δὲν θὰ πιστέψει, θὰ καταδικασθεῖ. Καὶ σ᾿ ἐκείνους ποὺ θὰ πιστέψουν, θὰ ἀκολουθήσουν αὐτὰ τὰ ὑπερφυσικὰ σημάδια, ποὺ θὰ ἀποδεικνύουν τὴ θεία χάρη ποὺ θὰ ἐνεργεῖ μέσα ἀπ᾿ τοὺς κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεώς τους. Αὐτοὶ μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός μου θὰ βγάζουν δαιμόνια ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους, θὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες ποὺ θὰ εἶναι γι᾿ αὐτοὺς νέες κι ἄγνωστες μέχρι τὴ στιγμὴ ἐκείνη, θὰ πιάνουν στὰ χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρὶς νὰ παθαίνουν τίποτε ἀπ᾿ τὰ δαγκώματά τους· κι ἂν ἀκόμη πιοῦν δηλητήριο ποὺ φέρνει θάνατο, δὲν θὰ πάθουν τίποτε· θὰ βάζουν τὰ χέρια τους πάνω σὲ ἀρρώστους, κι ἐκεῖνοι θὰ γίνονται καλά. Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Κύριος τοὺς μίλησε ἐπανειλημμένα καὶ τοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων κι αὐτά, ἀναλήφθηκε στὸν οὐρανὸ καὶ κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός. Κι ἐκεῖνοι βγῆκαν καὶ περιδιάβηκαν τὴν οἰκουμένη, καὶ κήρυξαν τὸ εὐαγγέλιο σὲ κάθε μέρος. Κι ὁ Κύριος ἦταν συνεργός τους καὶ ἐπιβεβαίωνε τὸν λόγο τοῦ κηρύγματός τους μὲ τὰ θαύματα ποὺ ἐπακολουθοῦσαν στὸ κήρυγμά τους. Ἀμήν.

 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ)

Ἀδελφοί, ἐν ᾧ δ᾽ ἄν τις τολμᾷ, ἐν ἀφροσύνῃ λέγω, τολμῶ κἀγώ. Ἑβραῖοί εἰσι; Κἀγώ. ᾽Ισραηλῖταί εἰσι; Κἀγώ· σπέρμα ᾽Αβραάμ εἰσι; Κἀγώ· διάκονοι Χριστοῦ εἰσι; παραφρονῶν λαλῶ, ὑπὲρ ἐγώ· ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν θανάτοις πολλάκις· ὑπὸ ᾽Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, τρὶς ἐῤῥαβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθήμερον ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα· ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι· χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ᾽ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν. Τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; Εἰ καυχᾶσθαι δεῖ, τὰ τῆς ἀσθενείας μου καυχήσομαι. Ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. Ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης Ἀρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ. Καυχᾶσθαι δή οὐ συμφέρει με, ἐλεύσομαι δὲ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων -εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν- ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. Καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον -εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν- ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄῤῥητα ῥήματα ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. Ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. Ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων, ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ, ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. Ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾽ ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέ μοι· Ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμις ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. Ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾽ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.    

 (Β’ Κορινθ. ια΄[11] 21 - ιβ΄[12] 9)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἀδελφοί, μέ ντροπή μου τό λέω, σάν νά πήρξαμε μες σθενες καί νά μήν μπορούσαμε νά σς κάνουμε ,τι σς καναν κενοι. Μάθετε μως τι γιά τιδήποτε κι ν τολμ νά καυχηθε κανείς – κάνω τρέλα πού τό λέω – τολμ κι γώ νά καυχηθ. Γιά ποιό προτέρημα καί προσόν καυχνται; Καυχνται τι εναι βραοι; Κι γώ εμαι βραος καί μιλ τήν ραμαϊκή γλώσσα. Καυχνται τι εναι σραηλίτες; Εμαι κι γώ πόγονος το σραήλ. Καυχνται τι εναι πόγονοι το βραάμ; Κι γώ εμαι. Καυχνται τι εναι διάκονοι Χριστο; Κι ν παραδεχθομε τι εναι – μιλ σάν τρελός γώ εμαι πάρα πάνω π᾿ ατούς διάκονος το Χριστο. ποβλήθηκα σέ κόπους περισσότερο π᾿ ,τι θά περίμενε κανείς. Δέχθηκα στό σμα μου χτυπήματα καί πληγές περβολικές. Ρίχθηκα σέ φυλακές περισσότερο πό κάθε λλον. Διέτρεξα πολλές φορές κινδύνους νά θανατωθ. π᾿ τούς ουδαίους πέντε φορές μαστιγώθηκα μέ τριανταεννιά μαστιγώσεις. Τρες φορές μέ ράβδισαν, μία μέ λιθοβόλησαν, τρες φορές ναυάγησα, να μερόνυχτο μεινα στό νοιχτό πέλαγος καί μ᾿ δερναν τά γρια κύματα. πηρέτησα τόν Κύριο πολλές φορές μέ δοιπορίες. Κινδύνευσα μέσα σέ πλημμυρισμένα ποτάμια τόν χειμώνα, κινδύνευσα πό ληστές πού παραμόνευαν στά μέρη τν περιοδειν μου. Κινδύνευσα πό τό δικό μου ουδαϊκό γένος, στό ποο γινα μισητός πειδή κήρυττα τή σωτηρία λων τν νθρώπων μόνο διαμέσου το ησο Χριστο· κινδύνευσα πό θνικούς καί εδωλολάτρες. Πέρασα κινδύνους μέσα σέ πόλεις, κινδύνους σέ ρημους τόπους, κινδύνους μέσα σέ θάλασσες πού διέσχιζα ταξιδεύοντας γιά τό κήρυγμα το Εαγγελίου. Κινδύνευσα πό νθρώπους πού ταν ψευδάδελφοι καί φεραν ποκριτικά τό νομα το Χριστιανο. πηρέτησα τόν Κύριο μέ κόπο καί μόχθο, μέ γρυπνίες πολλές φορές, μέ πείνα καί δίψα, ταν πομονωνόμουν σέ μακρινές δοιπορίες, μέ νηστεες πολλές φορές, μέ ψύχος καί γυμνότητα, ταν μέ θερινά ροχα μ᾿ πιανε αφνιδιαστικά χειμώνας. κτός πό τά λλα πού παρέλειψα, μέ στενοχωροσε καί καθημερινή πίεση καί πίθεση τν διωκτν μου λλά καί γωνιώδης φροντίδα μου γιά λες τίς κκλησίες. Ποιός πό τούς Χριστιανούς σθενε πνευματικά καί σωματικά, καί δέν σθεν κι γώ μαζί του; Ποιός σκοντάφτει καί πέφτει στήν μαρτία, καί δέν καίγομαι κι γώ στό καμίνι τς θλίψεως καί τς ντροπς; άν παραστε νάγκη νά καυχηθ, θά καυχηθ γιά τούς διωγμούς καί τούς πειρασμούς μου. Θά σς π πράγματα πού σως σς φανον πίστευτα. λλά Θεός καί Πατήρ το Κυρίου μας ησο Χριστο, ποος εναι ελογημένος στούς αἰῶνες, γνωρίζει τι δέν λέω ψέματα. Στή Δαμασκό διοικητής πού εχε διορισθε πό τόν βασιλιά ρέτα φρουροσε τήν πόλη τν Δαμασκηνν, πειδή θελε νά μέ συλλάβει. Κι πό κάποιο παράθυρο μέ κατέβασαν κάτω μέσα σέ δικτυωτό καλάθι, μέσα πό κάποιο νοιγμα το τείχους τς πόλεως, καί ξέφυγα πό τά χέρια του.

ΙΒ΄[12] Νά σς μιλήσω λοιπόν καί γιά λλους διωγμούς μου, δέν μέ συμφέρει νά καυχιέμαι. Σταματ λοιπόν γι᾿ ατό νά μιλ γιά τούς διωγμούς καί τούς λλους κόπους μου. Θά ναφερθ μως σέ πτασίες καί ποκαλύψεις πού μο χάρισε Κύριος. Γνωρίζω ναν νθρωπο πού βρίσκεται σέ στενή σχέση καί πικοινωνία μέ τόν Χριστό. νθρωπος ατός πρίν πό δεκατέσσερα χρόνια ρπάχθηκε καί νυψώθηκε μέχρι τόν τρίτο ορανό, που διαμένουν ο γγελικές δυνάμεις. Δέν γνωρίζω μως άν ταν μέ τό σμα του τήν ρα κείνη ταν σέ κσταση, ξω πό τό σμα του. Θεός ξέρει. Καί γνωρίζω τι νθρωπος ατός (ετε μέ τό σμα του, ετε ξω π᾿ τό σμα του, μόνο μέ τήν ψυχή του, δέν γνωρίζω, Θεός γνωρίζει) ρπάχθηκε καί μεταφέρθηκε στόν Παράδεισο κι κουσε λόγια πού κανένας νθρωπος δέν χει τή δύναμη νά τά πε, κι οτε πιτρέπεται νά τά ξεστομίσει λόγ τς ερότητός τους. Γιά τόν νθρωπο ατόν θά καυχηθ. Δέν εναι συνηθισμένος Παλος ατός, λλά λλος Παλος, στόν ποο Κύριος δωσε πολλές χάριτες. Γιά τόν αυτό μου μως δέν θά καυχηθ παρά μόνο γιά τίς θλίψεις καί τούς πειρασμούς μου, που φανερώνεται σθένειά μου, λλά καί δύναμη το Θεο πού δέν μ᾿ φήνει νά καταρρεύσω. Μόνο γιά τίς σθένειές μου ατές θά καυχηθ κι χι γιά τίς πιτυχίες καί τή δράση μου. Διότι άν θελήσω καί γι᾿ ατά νά καυχηθ, δέν θά εμαι μυαλος καί νόητος, πειδή θά π τήν λήθεια. Δυσκολεύομαι μως νά καυχηθ, γιά νά μή μο λογαριάσει κανείς τίποτε περισσότερο πό κενο πού βλέπει κούει πό μένα. Καί ξαιτίας τν πολλν καί μεγάλων ποκαλύψεων πέτρεψε Θεός καί μο δόθηκε γκαθωτό ξύλο στό σμα, ρρώστια θεράπευτη, γγελος το σαταν, γιά νά μέ χτυπ στό πρόσωπο καί νά μέ ταλαιπωρε, γιά νά μήν περηφανεύομαι. Γιά τόν πειρασμό ατό τρες φορές παρακάλεσα τόν Κύριο νά μο τόν πομακρύνει. λλά Κύριος μο επε: Σο εναι ρκετή χάρις πού σο δίνω. Διότι δύναμή μου ναδεικνύεται τέλεια, ταν νθρωπος εναι σθενής καί μέ τήν νίσχυσή μου κατορθώνει μεγάλα καί θαυμαστά. Μέ πολύ μεγάλη εχαρίστηση λοιπόν θά καυχιέμαι περισσότερο στίς σθένειές μου, γιά νά κατοικήσει μέσα μου δύναμη το Χριστο.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθὼν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ μέρη Καισαρείας τῆς Φιλίππου ἠρώτα τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ λέγων· Τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; οἱ δὲ εἶπον· Οἱ μὲν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἰερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν. λέγει αὐτοῖς· Ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι; ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ' ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς. καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καὶ ὃ ἐὰν δήσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ ὃ ἐὰν λύσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς.  

                                         (Ματθ. ιστ΄[16] 13 – 19)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἐκεῖνο τόν καιρό, ἀφοῦ ἦλθε ὁ Ἰησοῦς στὰ μέρη τῆς Καισάρειας πού εἶχε κτίσει ὁ Φίλιππος, ἔκανε τὴν ἑξῆς ἐρώτηση στοὺς μαθητές του: Ποιός νομίζουν οἱ ἀνθρωποι ὅτι εἶμαι ἐγώ, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου; Κι αὐτοὶ τοῦ εἶπαν: Ἄλλοι λένε ὅτι εἶσαι ὁ Ἰωάννης ὁ βαπτιστὴς κι ἄλλοι ὁ Ἠλίας, ἐνῶ ἄλλοι πιστεύουν ὅτι εἶσαι ὁ Ἱερεμίας ἢ ἕνας ἀπό τούς παλιοὺς προφῆτες ποὺ ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς. Τότε ὁ Ἰησοῦς τοὺς λέει: Ἐσεῖς ποιός λέτε ὅτι εἶμαι; Ὁ Σίμων Πέτρος τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: Ἐσύ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ φυσικὸς καὶ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, πού δὲν εἶναι νεκρὸς ὅπως τὰ εἴδωλα, ἀλλά ζεῖ παντοτινά. Τότε τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Ἰησοῦς: Μακάριος καὶ εὐτυχισμένος εἶσαι, Σίμων, γιὲ τοῦ Ἰωνᾶ, διότι τὴν ἀλήθεια αὐτὴ τῆς ὀρθῆς πίστεως δὲν σοῦ τὴ φανέρωσε κανείς ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Πατέρας μου ποὺ εἶναι στοὺς οὐρανούς. Κι ἐγώ λοιπὸν σοῦ λέω ὅτι ἐσύ εἶσαι Πέτρος, καὶ ἐπάνω στὸ βράχο τῆς ἀληθινῆς πίστεως πού ὁμολόγησες, κι ἔγινες μὲ τὴν ὁμολογία σου αὐτή ὁ πρῶτος λίθος τῆς πνευματικῆς μου οἰκοδομῆς, θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου. Κι ὁ θάνατος καὶ οἱ ὀργανωμένες δυνάμεις τοῦ κακοῦ δὲν θὰ ὑπερισχύσουν καὶ δὲν θὰ νικήσουν τὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία θὰ εἶναι αἰώνια καὶ ἀθάνατη. Καὶ θὰ σοῦ δώσω τὴν ἐξουσία νὰ εἰσάγεις στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν κάθε ἄνθρωπο ἄξιο νὰ εἰσέλθει, καὶ νὰ ἀποκλείεις ἀπ' αὐτὴν κάθε ἀνάξιο. Καὶ ὁποιοδήποτε ἁμάρτημα δέσεις καὶ τὸ διακηρύξεις ἀσυγχώρητο πάνω στὴ γῆ, θὰ εἶναι δεμένο καὶ ἀσυγχώρητο καὶ στοὺς οὐρανούς· ἐνῶ ὁποιοδήποτε ἁμάρτημα λύσεις μὲ συγχώρηση πάνω στὴ γῆ, θὰ εἶναι συγχωρημένο καὶ στοὺς οὐρανούς.