ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΜΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(21 ΙΟΥΛΙΟΥ 2024)
ΕΩΘΙΝΟΝ Δ΄
Τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων, ὄρθρου βαθέος ἦλθον ἐπὶ τὸ
μνῆμα, φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν ἀρώματα, καί τινες σὺν αὐταῖς. Εὗρον δὲ τὸν λίθον ἀποκεκυλισμένον
ἀπὸ τοῦ μνημείου, καὶ εἰσελθοῦσαι οὐχ εὗρον τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. καὶ ἐγένετο
ἐν τῷ διαπορεῖσθαι αὐτὰς περὶ τούτου, καὶ Ἰδού, δύο ἄνδρες ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν ἐσθήσεσιν
ἀστραπτούσαις. ἐμφόβων δὲ γενομένων αὐτῶν καὶ κλινουσῶν τὰ πρόσωπον εἰς τὴν γῆν,
εἶπον πρὸς αὐτάς, Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν; οὐκ ἔστιν ᾧδε, ἀλλ' ἠγέρθη.
μνήσθητε ὡς ἐλάλησεν ὑμῖν, ἔτι ὢν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ, λέγων, ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου
παραδοθῆναι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν, καὶ σταυρωθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστῆναι.
καὶ ἐμνήσθησαν τῶν ῥημάτων αὐτοῦ, καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ μνημείου, ἀπήγγειλαν
ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσι τοῖς λοιποῖς. ἦσαν δὲ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ Ἰωάννα
καὶ Μαρία Ἰακώβου, καὶ αἱ λοιπαὶ σὺν αὐταῖς, αἳ ἔλεγον πρὸς τοὺς ἀποστόλους ταῦτα.
καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς. ὁ δὲ
Πέτρος ἀναστὰς ἒδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα
μόνα, καὶ ἀπῆλθε, πρὸς ἑαυτόν θαυμάζων τὸ γεγονός.
(Λουκ. κδ΄[24] 1 – 12)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
1 Τὴν πρώτη ὅμως ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος
ἀπὸ τὰ βαθιὰ χαράματα ἦλθαν οἱ γυναῖκες στὸ μνῆμα φέρνοντας τὰ ἀρώματα ποὺ εἶχαν
ἑτοιμάσει. Μαζί τους ἦλθαν καὶ μερικὲς ἄλλες. 2 Βρῆκαν τότε τὴν πέτρα ποὺ ἔφραζε
τὸ μνημεῖο νὰ εἶναι κυλισμένη μακριὰ ἀπ᾿ αὐτό. 3 Κι ὅταν μπῆκαν στὸ μνημεῖο, δὲν
βρῆκαν τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 4 Κι ἐνῶ βρίσκονταν σὲ μεγάλη ἀπορία γιὰ τὸ
γεγονὸς αὐτό, ξαφνικά, δύο
ἄγγελοι παρουσιάσθηκαν μπροστά τους ὡς ἄνδρες μὲ στολὲς ποὺ ἄστραφταν ἀπὸ
λαμπρότητα. 5 Κι ἐνῶ αὐτὲς κατατρομαγμένες ἔγερναν τὸ πρόσωπό τους στὴ γῆ ἀπὸ εὐλάβεια
κι ἐπειδὴ δὲν ἄντεχαν τὴ λάμψη τῶν ἀγγέλων, εἶπαν οἱ ἄγγελοι σ᾿ αὐτές: Γιατί
ζητᾶτε ἀνάμεσα στοὺς νεκροὺς αὐτὸν ποὺ τώρα πλέον εἶναι ζωντανός; 6 Δὲν εἶναι ἐδῶ,
ἀλλὰ ἀναστήθηκε. Θυμηθεῖτε πῶς σᾶς μίλησε καὶ τί σᾶς εἶχε πεῖ ὅταν ἀκόμη ἦταν
στὴ Γαλιλαία, 7 λέγοντας ὅτι σύμφωνα μὲ τὸ προκαθορισμένο σχέδιο τοῦ Θεοῦ
πρέπει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ παραδοθεῖ σὲ χέρια ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καὶ νὰ
σταυρωθεῖ, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα ἀπὸ τὸ θάνατό του νὰ ἀναστηθεῖ. 8 Τότε οἱ
μυροφόρες γυναῖκες θυμήθηκαν τὰ λόγια τοῦ Κυρίου. 9 Κι ἀφοῦ ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὸ
μνημεῖο, τὰ ἀνήγγειλαν ὅλα αὐτὰ στοὺς ἕνδεκα μαθητὲς καὶ σ᾿ ὅλους τοὺς ἄλλους
ποὺ ἦταν μαζὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους. 10 Οἱ γυναῖκες ποὺ τὰ ἔλεγαν αὐτὰ στοὺς ἀποστόλους
ἦταν ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ ἡ Ἰωάννα καὶ ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ οἱ ὑπόλοιπες
ποὺ ἦταν μαζί τους. 11 Τὰ λόγια τους ὅμως αὐτὰ φάνηκαν στοὺς μαθητὲς σὰν
φλυαρία καὶ ἐπινόηση τῆς φαντασίας τους. Καὶ δὲν τὶς πίστευαν. 12 Παρόλα αὐτά ὅμως ὁ Πέτρος
σηκώθηκε κι ἔτρεξε στό μνημεῖο. Κι ἀφοῦ ἔσκυψε ἀπό τή θύρα, βλέπει μόνο τούς
νεκρικούς ἐπιδέσμους νά εἶναι κάτω στό μνημεῖο, χωρίς τό σῶμα. Τότε ἐπέστρεψε
στό σπίτι πού ἔμενε γεμάτος ἀπορία κι ἔκπληξη γι᾿ αὐτό πού εἶχε γίνει.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, ἐλευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας ἐδουλώθητε τῇ δικαιοσύνῃ. Ἀνθρώπινον λέγω
διὰ τὴν ἀσθένειαν τῆς σαρκὸς ὑμῶν. Ὥσπερ γὰρ παρεστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν
δοῦλα τῇ ἀκαθαρσίᾳ καὶ τῇ ἀνομίᾳ εἰς τὴν ἀνομίαν, οὕτω νῦν παραστήσατε
τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁγιασμόν. Ὅτε γὰρ δοῦλοι ἦτε
τῆς ἁμαρτίας, ἐλεύθεροι ἦτε τῇ δικαιοσύνῃ. Τίνα οὖν καρπὸν εἴχετε
τότε ἐφ᾿ οἷς νῦν ἐπαισχύνεσθε; τὸ γὰρ τέλος ἐκείνων θάνατος. Νυνὶ δὲ
ἐλευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας δουλωθέντες δὲ τῷ Θεῷ ἔχετε τὸν
καρπὸν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν, τὸ δὲ τέλος ζωὴν αἰώνιον. Τὰ γὰρ ὀψώνια τῆς
ἁμαρτίας θάνατος, τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ
τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.
(Ρωμ. στ΄[6]
18 – 23)
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. ΔΟΥΛΟΙ Ἤ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ;
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μακριὰ
ἀπό τὸν Θεό, ἀντίθετα πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας. Ἂν κάποτε ἐπιστρέψει κοντὰ στὸν Θεό, γίνεται
ἐπανάσταση στὴ ζωή του, ἐλευθερώνεται ἀπό τὴν τυραννικὴ σκλαβιὰ τῆς ἁμαρτίας
καὶ γίνεται δοῦλος τῆς ἀρετῆς, δοῦλος τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ εἶναι τό νόημα τῶν
λόγων τοῦ ἀποστόλου Παύλου στὴν ἀρχή τοῦ σημερινοῦ Ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος. «Ἐλευθερωθέντες ἀπό τῆς ἁμαρτίας ἐδουλώθητε
τῇ δικαιοσύνῃ», λέγει.
Τί συνέβη λοιπόν; Ὁ ἄνθρωπος
ἦταν δοῦλος, ἔκανε μιὰ ἐπανάσταση καί κατάντησε πάλι δοῦλος;
Μὴν ξαφνιάζεστε, συνεχίζει ὁ
Ἀπόστολος, «ἀνθρώπινον λέγω διὰ τὴν
ἀσθένειαν τῆς σαρκὸς ὑμῶν». Χρησιμοποιεῖ αὐτὸν τὸν ἀνθρώπινο τρόπο
ἐκφράσεως, λόγω τῆς ἀδυναμίας, πού ὡς ἄνθρωποι ἔχετε. Τὴν ἀδυναμία δηλαδὴ νά
αἰσθάνεστε κοπιαστικὴ τὴν ἐργασία τῆς ἀρετῆς, σάν νά πρόκειται γιά ἐργασία, ποὺ
γίνεται ἀπό ἀνάγκη, σάν νὰ εἶναι δουλεία.
Πόσο σημαντικὰ εἶναι τὰ ὅσα
λέγει ὁ Ἀπόστολος! Ἂς προσπαθήσουμε νὰ ἐμβαθύνουμε λίγο σ' αὐτά.
Οἱ κοσμικοὶ ἄνθρωποι
νομίζουν πώς ἐλευθερία εἶναι νὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν. Ἡ ἐλευθερία ὅμως αὐτὴ
σύντομα μετατρέπεται σὲ φρικτὴ σκλαβιά, καθὼς τὰ πάθη ὑποδουλώνουν τὴ θέλησή
τους παραλύοντας κάθε δύναμη ἀντιστάσεως μέσα τους. Ἀληθινὴ ἐλευθερία εἶναι
μόνο ἡ ὑποταγή στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Βέβαια στὴν ἀρχή αὐτή ἡ ὑποταγή παρουσιάζει
δυσκολίες. Τὰ πάθη ζοῦν καὶ ὁ πιστὸς πρέπει νὰ ἀσκεῖ καθημερινὰ βία στὸν ἑαυτό
του, νά τὸν μεταχειρίζεται δηλαδὴ σάν δοῦλο, ποὺ θέλει σπρώξιμο, ἀπειλή,
τιμωρία. Βρίσκεται ἑπομένως πάλι σὲ κατάσταση δουλείας.
Ὅμως πόσο διαφορετικὴ
ἀτμόσφαιρα τώρα! Μόνο στὴν ἐπιφάνεια μοιάζει μὲ δουλεία. Στὴν πραγματικότητα
εἶναι γλυκειά, γλυκύτατη ἐλευθερία. Ἐλευθερία, πού, ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια καὶ ὁ
πιστὸς προοδεύει στὴν πνευματικὴ ζωή, θὰ ἀπαλλάσσεται καὶ ἀπό τὴν ἐπιφανειακὴ
αὐτὴ δουλικότητα καὶ θὰ γίνεται τέλεια ἐλεύθερος. Θὰ ζεῖ μιὰ κατάσταση, στὴν
ὁποία ὁ ἄνθρωπος θὰ ἐργάζεται τὴν ἀρετὴ μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση, σάν τὸ πιο
φυσικὸ πράγμα στὸν κόσμο. Τί εὐλογημένη κατάσταση!
2. Η ΦΡΙΚΤΗ ΠΛΗΡΩΜΗ
Πόσο φοβερὴ εἶναι ἡ δουλεία
στὴν ἁμαρτία, φαίνεται, λέγει στὴ συνέχεια ὁ Ἀπόστολος, ἀπό τὰ ἀποτελέσματά
της. Τὸ πρῶτο εἶναι ἡ ντροπή, ποὺ γεμίζει τὸν ἄνθρωπο μὲ ἀηδία, πίκρα, τύψεις,
στενοχώρια, ταραχή. Ἀξιοθρήνητη κατάσταση. Ὑπάρχει ὅμως καὶ τὸ χειρότερο, ποὺ
σὲ δύο σημεῖα τὸ ὑπογραμμίζει ὁ Ἀπόστολος: «τὸ
τέλος ἐκείνων θάνατος», λέγει· καὶ παρακάτω: «τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος». Ἡ λέξη «ὀψώνια» σημαίνει μισθός, πληρωμή. Καὶ ἑπομένως τὰ λόγια αὐτὰ
σημαίνουν πώς ἡ πληρωμή, ποὺ δίνει ἡ ἁμαρτία σὲ ὅσους εἶναι δοῦλοι της, εἶναι ὁ
θάνατος.
Ὁ
θάνατος! Φρικτή, ἀπαίσια πληρωμή! Καὶ δὲν πρόκειται ἐδῶ γιὰ
τὸν σωματικὸ θάνατο μόνο, ποὺ ἄλλωστε τὸν ὑφιστάμεθα ὅλοι μας. Ἀλλὰ πρόκειται
γιὰ τὸν πνευματικὸ θάνατο. Τί εἶναι αὐτὸς ὁ πνευματικὸς
θάνατος; Ὁ πνευματικὸς θάνατος εἶναι ὁ αἰώνιος χωρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀπό
τὸν Θεό. Αὐτὸ ποὺ πιό ἁπλᾶ λέμε Κόλαση.
Νά, λοιπόν, τὸ τραγικὸ
κατάντημα τῆς ἁμαρτίας, νά, ἡ ἀπαίσια πληρωμή της! Ἐδῶ μέν, σ' αὐτή τὴν
πρόσκαιρη ζωή, γεμίζει τὸν ἄνθρωπο μὲ ντροπή, μὲ φόβο, μὲ ἀνησυχία, μὲ ἀγωνία,
μὲ ἄγχος καὶ ὅλα τὰ θλιβερὰ ἀποτελέσματα τῆς σκλαβιᾶς της. Τὸ χειρότερο δὲ ὅτι
στὸ τέλος τὸν ὁδηγεῖ ὁριστικὰ μακριὰ ἀπό τὸν Θεό, στὴ φρίκη τῆς αἰωνίου
κολάσεως. Φοβερό!
3. ΤΟ
ΥΠΕΡΟΧΟ ΔΩΡΟ
Ἂν ἡ πληρωμὴ τῆς ἁμαρτίας
εἶναι ἡ ἐλεεινὴ αὐτὴ κατάσταση, ποὺ περιγράψαμε, ποιὰ ἄραγε νὰ εἶναι ἡ πληρωμὴ
τῆς ἀρετῆς; Καμμία, φαίνεται νὰ λέγει
τὸ ἀνάγνωσμά μας. Καμμία; εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀπορήσουμε. Ἀδύνατον! Κι ὅμως, ἐπιμένει ὁ Ἀπόστολος,
αὐτὸ ποὺ παίρνει ὁ πιστός, ὅταν ἐφαρμόζει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή του, δὲν
εἶναι πλέον πληρωμή, ἀλλά χάρισμα! «Τὸ
χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν», λέγει.
Ἡ ἀλλαγὴ αὐτή τῆς λέξεως δὲν
εἶναι τυχαία. Ἔχει νόημα βαθύτατο. Εἶναι σάν νά λέγει ὁ Ἀπόστολος: Ἀδελφοί μου,
ἐσεῖς, ποὺ ἀγωνίζεστε τὸν καλὸν ἀγώνα καὶ προσπαθεῖτε νὰ ζεῖτε σύμφωνα μὲ τὸ
θέλημα τοῦ Θεοῦ, μὴν περιμένετε πληρωμή.
Ἂν πρόκειται νὰ πληρωθεῖτε σύμφωνα μέ τὰ ἔργα σας, ἡ πληρωμή σας θὰ εἶναι λίγη,
ἐλάχιστη. Ὅσο ἀκριβῶς ἀξίζουν τὰ ἔργα σας - ἄν ἀξίζουν. Ὁ Θεὸς ὅμως δὲν σᾶς
δίνει αὐτὸ τὸ λίγο, τὸ ἐλάχιστο, ὅσο ἀξίζουν τὰ ἔργα σας, ποὺ καὶ αὐτὰ μὲ τὴ
δική Του Χάρη τὰ κάνετε. Σᾶς δίνει κάτι ἀφάνταστα ὑπέροχο. Κάτι ἀσύλληπτο. Κάτι
ποὺ δὲν τὸ χωράει ὁ νοῦς σας. Κάτι ποὺ εἶναι ἀδύνατο νὰ τὸ φανταστεῖ ἡ φαντασία
σας. Κάτι ἐκπληκτικό, μοναδικό, μεγαλειῶδες. Τί; Σᾶς δίνει αἰώνια ζωὴ «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ»!
Σᾶς παίρνει δηλαδὴ κοντά
Του, σᾶς χαρίζει τὴ Βασιλεία Του, σᾶς κάνει συγκληρονόμους τοῦ Υἱοῦ τῆς ἀγάπης
Του, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σᾶς χαρίζει ὄχι μόνο ὅλα τὰ ἀγαθά Του, ἀλλά τὸν
Ἴδιο τὸν Ἑαυτό Του. Καὶ σᾶς τὰ δίνει ὅλα αὐτὰ αἰωνίως. Ὄχι γιὰ 50 ἢ 100 χρόνια,
ὅσα περίπου ἐσεῖς κοπιάσατε. Οὔτε γιὰ χίλια ἢ ἑκατομμύρια χρόνια. Ἀλλά αἰωνίως!
Γιὰ πάντοτε!
Ὤ, Κύριε! Θυμήσου μας καὶ
μᾶς ὅλους, «ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ Βσιλείᾳ
Σου». Ἀμήν!
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ
καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς Καπερναοὺμ, προσῆλθεν αὐτῷ Ἑκατόνταρχος,
παρακαλῶν αὐτὸν, καὶ λέγων· Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός,
δεινῶς βασανιζόμενος. Καὶ λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω
αὐτόν. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἑκατόνταρχος ἔφη·
Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ
λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. Καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν,
ἔχων ὑπ᾿ ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται·
καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται· καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ
ποιεῖ. Ἀκούσας δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς, ἐθαύμασε, καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν·
Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. Λέγω δὲ ὑμῖν,
ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι, καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ
᾿Αβραὰμ καὶ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· οἱ δὲ υἱοὶ
τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται
ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. Καὶ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς τῷ Ἑκατοντάρχῳ·
Ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. Καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ
ἐκείνῃ.
(Ματθ. η΄[8] 5 - 13)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τόν καιρό
μόλις μπῆκε ὁ Ἰησοῦς στὴν Καπερναούμ, ἦλθε κοντὰ του ἕνας ἑκατόνταρχος, ὁ ὁποῖος τόν παρακαλοῦσε
καὶ τοῦ ἔλεγε: Κύριε, ὁ δοῦλος μου εἶναι
κατάκοιτος καὶ παράλυτος στὸ σπίτι καὶ βασανίζεται ἀπὸ τρομεροὺς
πόνους. Ὁ Ἰησοῦς τότε τοῦ λέει: Θὰ
ἔλθω ἐγώ στὸ σπίτι σου καὶ θὰ τὸν θεραπεύσω. Κι ὁ ἑκατόνταρχος τοῦ
ἀποκρίθηκε: Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος
νὰ εἰσέλθεις κάτω ἀπὸ τὴ στέγη τοῦ σπιτιοῦ μου. Ἀλλά πὲς αὐτὸ πού θέλεις
μόνο μ' ἕναν ἁπλό λόγο, καὶ θὰ γιατρευθεῖ ὁ δοῦλος μου. Διότι κι ἐγώ
ἄνθρωπος εἶμαι κάτω ἀπὸ ἐξουσία καὶ παίρνω διαταγὲς ἀπὸ ἀνωτέρους,
ἀλλά κι ἔχω στὶς διαταγές μου στρατιῶτες· καὶ λέω σ' ἕνα στρατιώτη:
πήγαινε· καὶ πηγαίνει. Καὶ σ' ἄλλον λέω, ἔλα, κι ἔρχεται. Καὶ στὸ δοῦλο
μου λέω, κάνε αὐτό, καὶ τὸ ἐκτελεῖ. Πόσο μᾶλλον θὰ ἐκτελεσθεῖ ὁ δικός
σου λόγος. Διότι ἐσύ δὲν εἶσαι κάτω ἀπὸ τὶς διαταγὲς κανενός, ἀλλά
ἔχεις ἐξουσία πάνω σὲ ὅλες τὶς ἀόρατες δυνάμεις! Ὅταν ὁ Ἰησοῦς
ἄκουσε τὰ λόγια του αὐτά, θαύμασε καὶ εἶπε σ' ἐκείνους πού τὸν ἀκολουθοῦσαν:
Ἀληθινά σᾶς λέω, τόσο μεγάλη πίστη
δὲν βρῆκα οὔτε ἀνάμεσα στοὺς Ἰσραηλίτες, οἱ ὁποῖοι εἶναι ὁ ἐκλεκτὸς
λαὸς τοῦ Θεοῦ. Σᾶς διαβεβαιώνω λοιπὸν ὅτι πολλοὶ σὰν τὸν ἑκατόνταρχο
θὰ ἔλθουν ἀπὸ ἀνατολὴ καὶ δύση, ἀπ' ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου, καὶ θὰ καθίσουν
μαζὶ μὲ τὸν Ἀβραάμ, τὸν Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακὼβ στὸ εὐφρόσυνο δεῖπνο τῆς
βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἐνῶ ἐκεῖνοι
πού κατάγονται ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ καὶ σύμφωνα μὲ τὶς ἐπαγγελίες καὶ ὑποσχέσεις
τοῦ Θεοῦ εἶναι κληρονόμοι τῆς βασιλείας, θὰ ριχθοῦν ἔξω ἀπ' αὐτήν,
στὸ σκοτάδι πού εἶναι τελείως ἀπομακρυσμένο ἀπὸ τὴ βασιλεία τοῦ
Θεοῦ. Ἐκεῖ θὰ κλαῖνε καὶ θὰ τρίζουν τὰ δόντια τους. Καὶ εἶπε ὁ Ἰησοῦς
στὸν ἑκατόνταρχο: Πήγαινε στό σπίτι
σου κι ἂς γίνει σὲ σένα ὅπως τὸ πίστεψες (ὅτι δηλαδὴ μόνο μὲ τὸ λόγο
μου καὶ ἀπὸ μακριὰ μπορῶ νὰ θεραπεύσω τὸ δοῦλο σου). Καὶ πράγματι ἐκείνη
τὴ στιγμὴ θεραπεύθηκε ὁ δοῦλος του.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου