ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(7 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2022)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς, διὰ τοῦ ὀνόματος
τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ,
ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε
πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα, ἦτε δὲ κατηρτισμένοι
ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ. ἐδηλώθη
γάρ μοι περὶ ὑμῶν, ἀδελφοί μου, ὑπὸ τῶν Χλόης ὅτι ἔριδες
ἐν
ὑμῖν εἰσι. λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι ἕκαστος
ὑμῶν λέγει· ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ δὲ Ἀπολλώ, ἐγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ. μεμέρισται ὁ Χριστός; μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν; ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε; εὐχαριστῶ
τῷ Θεῷ ὅτι οὐδένα ὑμῶν ἐβάπτισα
εἰ μὴ Κρίσπον καὶ Γάϊον, ἵνα μή τις εἴπῃ ὅτι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα
ἐβάπτισα. ἐβάπτισα
δὲ καὶ τὸν Στεφανᾶ οἶκον· λοιπὸν οὐκ οἶδα εἴ τινα ἄλλον ἐβάπτισα. οὐ γὰρ ἀπέστειλέ
με
Χριστὸς βαπτίζειν, ἀλλ' εὐαγγελίζεσθαι,
οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου,
ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.
(Α΄ Κορ. α΄[1] 10 – 17)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί,σᾶς
παρακαλῶ, στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ ὁμολογεῖτε ὅλοι
τὴν ἴδια πίστη καὶ νὰ μὴν ὑπάρχουν μεταξὺ σας διαιρέσεις· ἀλλά νὰ εἶστε
ἁρμονικὰ ἑνωμένοι, μὲ τὰ ἴδια φρονήματα ὅλοι σας καὶ μὲ τὶς ἴδιες
γνῶμες καὶ ἀποφάσεις. Καὶ σᾶς
κάνω τὴν προτροπὴ αὐτή, διότι πληροφορήθηκα γιὰ σᾶς, ἀδελφοί μου, ἀπὸ
τὸ σπιτικό τῆς Χλόης, ὅτι ὑπάρχουν μεταξὺ σας φιλονικίες. Καὶ μ' αὐτὸ
πού λέω ἐννοῶ αὐτό, ὅτι καθένας ἀπό σᾶς λέει μὲ καύχηση: Ἐγὼ εἶμαι
τοῦ Παύλου· ἐγώ ὅμως,
λέει ὁ ἄλλος, εἶμαι θαυμαστής καὶ μαθητὴς τοῦ Ἀπολλώ. Κι ὁ τρίτος λέει:
ἐγώ ἀνήκω στὸν Κηφᾶ· κι
ἄλλος πάλι ἰσχυρίζεται: ἐγώ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ. Ἔγιναν ἔτσι ὁμάδες
καὶ μερίδες διάφορες. Κομματιάστηκε λοιπὸν ὁ Χριστός; Ἀπευθύνομαι
σ' ὅσους λένε, ἐμεῖς εἴμαστε τοῦ Παύλου, καὶ τοὺς ρωτῶ: Μήπως ὁ Παῦλος
σταυρώθηκε γιὰ τὴ σωτηρία σας; Ἢ μήπως βαπτισθήκατε στὸ ὄνομα τοῦ
Παύλου, ὥστε νὰ ἀνήκετε πλέον σ' αὐτόν; Καθὼς βλέπω τώρα ποιὰ κατάχρηση
τοῦ ὀνόματός μου κάνετε, εὐχαριστῶ τὸν Θεό, διότι προνόησε νὰ μὴ
βαπτίσω αὐτοπροσώπως κανέναν ἀπό σᾶς, ἐκτός ἀπὸ τὸν Κρίσπο καὶ τὸν
Γάιο. Κι ἔτσι τώρα δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ πεῖ ὅτι στὸ δικό μου ὄνομα βάπτισα.
Βάπτισα ἐπίσης καὶ τὴν οἰκογένεια τοῦ Στεφανᾶ. Ἐκτὸς ἀπ' αὐτούς, δὲν
γνωρίζω ἂν βάπτισα κανέναν ἄλλον. Καὶ δὲν ἔκανα κύριο ἔργο μου τὸ βάπτισμα,
διότι ὁ Χριστὸς δὲν μοῦ ἀνέθεσε τὴ διακονία τοῦ Ἀποστόλου γιὰ νὰ
βαπτίζω, πράγμα πού μπορεῖ νὰ κάνει κι ἕνας ἁπλὸς λειτουργὸς·
ἀλλά μὲ ἀπέστειλε ὁ Θεὸς νὰ κηρύττω
τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ νὰ τὸ κηρύττω ὄχι μὲ ἀνθρώπινη τέχνη καὶ ἀπατηλὰ
ἐπιχειρήματα, γιὰ νὰ παρουσιάζεται ἡ διδασκαλία μου σοφὴ καὶ λαμπρή,
ἀλλά νὰ τὸ κηρύττω ἔτσι ὥστε νὰ μὴ χάσει τὴ θεία του δύναμη τὸ κήρυγμα
γιὰ τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ
ἐκείνῳ, εἶδεν ὁ Ἰησοῦς πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ' αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε
τοὺς ἀρρώστους
αὐτῶν.
ὀψίας δὲ γενομένης
προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ
λέγοντες· Ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον
τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν
ἑαυτοῖς βρώματα. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς·
Οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· Οὐκ ἔχομεν ὧδε
εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας. ὁ δὲ εἶπε· Φέρετέ μοι αὐτούς ὧδε. καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν
τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον
τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις.
οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν
καὶ παιδίων. Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν
ὁ
Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ
ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν
εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.
(Ματθ.
ιδ΄[14] 14 – 22)
ΧΟΡΤΑΣΜΟΣ ΖΩΗΣ
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
1. Η ΙΕΡΗ ΩΡΑ ΤΟΥ ΦΑΓΗΤΟΥ
Σὲ ἔρημο τόπο
εἶχε ἀποσυρθεῖ ὁ Κύριος μὲ τοὺς μαθητές Του, γιὰ νὰ ξεκουρασθεῖ. Ἀλλὰ κι ἐδῶ
ἀκόμη τὸν ἀνακάλυψαν καὶ ἀμέσως ἀμέτρητα πλήθη ἔτρεξαν μέ λαχτάρα κοντά Του.
Κάποιοι μάλιστα τοῦ ἔφεραν ἀσθενεῖς γιὰ νὰ τοὺς θεραπεύσει, καὶ ὅλοι
ἀφωσιωμένοι ἄκουαν ὧρες πολλὲς τὴ θαυμαστή Του διδασκαλία. Τόσο πολὺ
σαγηνεύθηκαν ἀπὸ τὴ θεϊκή Του μορφή, ὥστε δέν κατάλαβαν πῶς πέρασε ἡ ὥρα καὶ
πλησίαζε νὰ βραδιάσει. Ὅλη τὴ μέρα χωρὶς φαγητό, ἀλλὰ κανεὶς δέν ἔλεγε νὰ
φύγει. Κάποια στιγμὴ λοιπὸν οἱ μαθητὲς πλησίασαν τὸν Κύριο καὶ τοῦ εἶπαν:
—Διδάσκαλε,
εἴμαστε στὴν ἐρημιά, καὶ ἡ ὥρα ἔχει περάσει. Πὲς λοιπόν στὰ πλήθη νὰ διαλυθοῦν,
νὰ πᾶνε τουλάχιστον στὰ γύρω χωριὰ νὰ ἀγοράσουν τρόφιμα.
—Δὲν εἶναι
ἀνάγκη νὰ φύγουν τὰ πλήθη, ἀπαντᾶ ὁ Κύριος. Δῶστε τους ἐσεῖς νά φάγουν.
Ἀπόρησαν οἱ
μαθηταί. Πῶς νὰ χορτάσουν τὶς χιλιάδες τοῦ λαοῦ; Ποῦ νὰ βροῦν φαγητὸ νὰ τοὺς
δώσουν; Εἶχαν μαζί τους μόνο πέντε ἄρτους καὶ δύο ψάρια.
—Φέρτε μου
ἐδῶ τοὺς ἄρτους καὶ τὰ ψάρια ποὺ ἔχετε, συνέχισε ὁ Κύριος.
Καί κατόπιν
ἔβαλε τὰ πλήθη νὰ καθίσουν στὸ ἔδαφος μὲ τάξη κατὰ ὁμάδες, ὥστε νὰ
διευκολυνθεῖ ἡ διανομὴ τῆς τροφῆς μὲ σύστημα καὶ εὐπρέπεια. Ἔπειτα παίρνει στὰ
χέρια του τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τὰ δύο ψάρια, σηκώνει τὸ βλέμμα Του στὸν οὐρανὸ
κι εὐχαριστεῖ τὸν Πατέρα Του. Κατόπιν ἀρχίζει νὰ μοιράζει τοὺς ἄρτους καὶ τὰ
ψάρια στοὺς μαθητές, κι ἐκεῖνοι μὲ τὴ σειρά τους στά πλήθη.
ΕΙΝΑΙ ΦΑΝΕΡΟ
ὅτι ὁ Κύριος μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μᾶς δίδαξε τὴν τάξη καὶ τὸ πνεῦμα ποὺ πρέπει νὰ
ἐπικρατεῖ κατὰ τὴν ὥρα τοῦ φαγητοῦ. Νὰ τρῶμε κι ἐμεῖς μὲ εὐπρέπεια καὶ τάξη.
Πρὶν καθίσουμε στὸ τραπέζι γιὰ φαγητό, νὰ ὑψώνουμε κι ἐμεῖς τά μάτια μας πρὸς
τὸν Δημιουργό μας, νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς προσφέρει καί νά
τόν παρακαλοῦμε νά τά εὐλογήσει. Πρῶτα ἡ προσευχή μας, ὅπου κι ἂν βρεθοῦμε· καὶ
ὄχι προσευχὴ τυπική, βιαστική, ἀλλὰ συνειδητή. Νὰ συναισθανόμαστε ὅτι ὁ Κύριος
εἶναι ὁ ἀρχηγὸς τοῦ τραπεζιοῦ μας· μᾶς εὐλογεῖ καὶ μᾶς προσφέρει ὁ ἴδιος κάθε
τι ποὺ τρώγουμε.
Νὰ
συνειδητοποιήσουμε ὅτι τό τραπέζι εἶναι ἱερό. Δὲν εἶναι ὥρα γιὰ διενέξεις,
παράπονα καὶ ἐντάσεις. Καλὸ εἶναι τὴν ὥρα αὐτὴ νά κλείνει ἡ τηλεόραση καὶ τὸ
ραδιόφωνο. Διότι ἡ ὥρα τοῦ φαγητοῦ εἶναι μιὰ ἱερὴ ὥρα, γιὰ νὰ συγκεντρωθεῖ ὅλη
ἡ οἰκογένεια (ὅταν εἶναι δυνατόν, τουλάχιστον τὴν Κυριακή). Εἶναι ὥρα ποὺ μᾶς
συνδέει στενότερα, ὥρα ἐπικοινωνίας, εἰρήνης καὶ αγάπης. Καὶ ὅλοι μαζὶ νὰ
δοξολογοῦμε τόν Κύριο, διότι ὅλα μᾶς τὰ δίνει, τίποτε δὲν μᾶς στερεῖ, ὅπως δὲ
στέρησε τὴν τροφὴ καὶ στὰ πλήθη τῆς ἐρήμου, ὅπως στὴ συνέχεια τοῦ Εὐαγγελίου
βλέπουμε.
2. ΤΡΟΦΗ Ἤ ΤΡΥΦΗ;
Τὸ θαῦμα ἦταν
πρωτοφανὲς καὶ ἐκπληκτικό. Ὁ Κύριος μοίραζε, μὰ οἱ τροφὲς ἦσαν ἀνεξάντλητες,
οἱ ἄρτοι καὶ τὰ ψάρια δὲν τελείωναν. Ἔφαγαν καὶ χόρτασαν ὅλοι. Πέντε χιλιάδες
ἦσαν μόνο οἱ ἄνδρες, καὶ ἀρκετὰ πλήθη ἀπὸ γυναῖκες καὶ παιδιά. Μιὰ ὁλόκληρη πολιτεία
στὴν ἐρημιὰ ἐχόρτασε. Κι ἔμειναν καὶ περισσεύματα, τὰ ὁποῖα μάζευσαν οἱ μαθητὲς
καὶ γέμισαν δώδεκα κοφίνια.
ΤΟ ΘΑΥΜΑ αὐτὸ
τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καὶ τῶν δύο ἰχθύων εἶναι μία εἰκόνα, ποὺ
μᾶς ἀποκαλύπτει πὼς ὁ Θεός καθημερινὰ τρέφει καὶ συντηρεῖ τὴν ἀνθρωπότητα.
Μᾶς χαρίζει τὸν ἐπιούσιο ἄρτο καὶ κάθε ἄλλη τροφὴ πλούσια καὶ ἁπλόχερα, ὥστε
νὰ χορταίνουμε καὶ νὰ περισσεύουν τροφές. Βέβαια στὶς χῶρες τοῦ λεγόμενου
«τρίτου κόσμου» ἀμέτρητοι ἄνθρωποι πεινοῦν. Αὐτὸ ὅμως δὲν ὀφείλεται στὴν ἔλλειψη
ἀγαθῶν τῆς γῆς, ἀλλὰ στὴν ἀπληστία τῶν «πολιτισμένων» λαῶν. Διότι ἐὰν ὑπῆρχε
δίκαια κατανομὴ τῶν ἀγαθῶν τῆς γῆς, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θὰ εἶχαν ἀφθονία καὶ
περίσσεια τροφῶν. Θὰ πρέπει λοιπὸν νὰ μάθουμε νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Κύριο γιὰ ὅλα
ὅσα καθημερινὰ μᾶς χαρίζει. Νὰ ἐκτιμοῦμε τὸ θαῦμα αὐτὸ τῆς προνοίας Του καὶ
νὰ μὴ τὸ περιφρονοῦμε.
Ἀλλὰ καὶ νὰ
μὴν ἐπηρεαζόμαστε ἀπὸ τὴν ὑλιστικὴ καὶ ἄπληστη ἐποχή μας, ὅπου οἱ ἄνθρωποι δὲν
τρῶνε γιὰ νὰ ζήσουν, ἀλλὰ ζοῦν γιὰ νὰ τρῶνε. Διότι μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ κλίμα κι ἐμεῖς
κάποτε ἐπιζητοῦμε ἀχόρταγα τὰ ἀκριβὰ καὶ τὰ περιττά· πετοῦμε στὰ ἀπορρίμματα φαγητά,
ἐνῶ ἄλλοι πεινοῦν.
Χρειάζεται
λοιπὸν νὰ ἀλλάξουμε νοοτροπία. Νὰ καταλάβουμε ὅτι ἡ τροφή μας εἶναι εὐλογημένη
καὶ δὲν πρέπει νὰ τὴν περιφρονοῦμε καὶ νὰ τὴν πετᾶμε χωρὶς λόγο. Μᾶς δίδεται
γιὰ νὰ συντηρηθοῦμε καὶ ὄχι γιὰ νὰ ἱκανοποιοῦμε τὴν ἄπληστη λαιμαργία μας. Μᾶς
χαρίζεται γιὰ νὰ τὴν δίνουμε κι ἐμεῖς σ᾿ ὅσους γύρω μας ἔχουν ἀνάγκη.
Συμπερασματικὰ ἡ τροφὴ μᾶς δίδεται γιὰ τὴ δική μας συντήρηση, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν
βοήθεια τῶν ἄλλων καὶ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ
«Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου