ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ
(25
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2022)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΙΕ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)
Ἀδελφοί,
ὁ Θεὸς ὁ εἰπών, ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃ ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς
φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Χριστοῦ. Ἔχομεν δὲ τὸν
θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ
καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν· ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ΄ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ΄
οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ΄
οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα
καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. Ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς
θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ
σαρκὶ ἡμῶν. Ὥστε ὁ θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. Ἔχοντες δὲ τὸ
αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως, κατὰ τὸ γεγραμμένον, Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς
πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς
σὺν Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. Τὰ γὰρ πάντα δι΄ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις
πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.
(Β΄ Κορινθ. δ΄ [4] 6 – 15)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί,
κηρύττουμε ἀποκλειστικά
καί μόνο γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ, διότι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος στή
δημιουργία τοῦ
κόσμου διέταξε ἀπό τό σκοτάδι νά λάμψει τό φῶς, αὐτός καί τώρα ἔλαμψε στίς καρδιές μας, ὄχι
μόνο γιά νά φωτισθοῦμε
ἐμεῖς, ἀλλά καί γιά νά μεταδοθεῖ μέσα ἀπό μᾶς ὁ φωτισμός πού προέρχεται ἀπό τή γνώση τῆς
δόξας τοῦ
Θεοῦ, ἡ ὁποία φανερώθηκε μέσα ἀπό τό πρόσωπο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔχουμε λοιπόν τόν θησαυρό τῆς φωτιστικῆς καί ἔνδοξης αὐτῆς γνώσεως μέσα στά σώματά μας, πού εἶναι εὔθραυστα καί χωματένια, γιά νά ἀποδεικνύεται
ὅτι τό
ὑπερβολικό μεγαλεῖο τῆς δυνάμεως πού ὑπερνικᾶ τά ἐμπόδια καί τούς κινδύνους
μας, εἶναι τοῦ
Θεοῦ καί δέν προέρχεται ἀπό ἐμᾶς τούς ἀσθενικούς καί ἀδύναμους. Κι ἔτσι συμβαίνει νά θλιβόμαστε σέ κάθε τόπο
καί περίσταση,
ἀλλ’ ὅμως οἱ ἐξωτερικές αὐτές δυσκολίες δέν μᾶς δημιουργοῦν ἐσωτερικό ἀδιέξοδο καί στενοχώρια ἀγωνιώδη. Φθάνουμε σέ ἀπορία,
χωρίς ὅμως καί
νά ἀπελπιζόμαστε ἤ νά στερηθοῦμε τελείως κάθε μέσο καί δυνατότητα σωτηρίας. Μᾶς καταδιώκουν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά δέν μᾶς ἐγκαταλείπει ποτέ ὁ Θεός. Φαίνεται ὅτι μᾶς
κατανικοῦν καί
μᾶς ρίχνουν κάτω στή γῆ σάν τούς παλαιστές, ἀλλά δέν χανόμαστε. Διαρκῶς καί κάθε μέρα περιφέρουμε στίς
περιοδεῖες μας
τό σῶμα μας κυκλωμένο ἀπό τόν ἔσχατο κίνδυνο νά πεθάνουμε, ὅπως πέθανε ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ἀλλά
αὐτό γίνεται
γιά νά φανερωθεῖ στόν κόσμο μέ τή διάσωση τοῦ σώματός μας ἀπό τούς καθημερινούς κινδύνους ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐξακολουθεῖ νά ζεῖ. Διότι πάντοτε ἐμεῖς, πού παρά τούς τόσους
κινδύνους ζοῦμε,
παραδιδόμαστε σέ θάνατο γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ, γιά νά φανερωθεῖ μέ τή θνητή σάρκα μας καί ἡ
δύναμη τῆς ζωῆς
τοῦ Ἰησοῦ, πού παρεμβαίνει καί προλαβαίνει τόν θάνατό μας. Κι ἔτσι, ἐνῶ ἐμεῖς ὑποφέρουμε τούς κινδύνους τοῦ θανάτου, ἐσεῖς ἀντιθέτως καρπώνεστε τήν
πνευματική ζωή
πού προέρχεται ἀπό τήν ἐπικίνδυνη δράση μας. Παρόλους ὅμως αὐτούς τούς κινδύνους, ἐπειδή ἔχουμε τό ἴδιο Ἅγιον Πνεῦμα πού μᾶς στηρίζει στήν
πίστη, ὅπως παλιότερα
εἶχε καί ὁ Δαβίδ σύμφωνα μ’ αὐτό πού εἶναι γραμμένο στούς ψαλμούς· «πίστεψα, γι’ αὐτό
καί μίλησα»,
ἔτσι κι ἐμεῖς πιστεύουμε, καί γι’ αὐτό καί θαρραλέα ὁμολογοῦμε καί κηρύττουμε τόν λόγο τῆς πίστεώς μας. Καί γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός, πού ἀνέστησε τόν Κύριο Ἰησοῦ, θά ἀναστήσει κι ἐμᾶς διαμέσου τοῦ
Ἰησοῦ καί θά
μᾶς παρουσιάσει ἔνδοξους στό βῆμα του μαζί μέ σᾶς. Ναί, μαζί μέ σᾶς. Διότι ὅλα γιά σᾶς γίνονται· ἔτσι ὥστε ἡ εὐεργεσία πού μᾶς κάνει
ὁ Θεός σώζοντάς
μας ἀπό τούς κινδύνους γιά χάρη σας, νά πλεονάσει καί νά γίνει εὐεργεσία καί χάρη ὄχι
μόνο σέ μᾶς
ἀλλά καί σ’ ὅλους ἐσᾶς. Κι ἔτσι αὐτοί πού εὐεργετοῦνται θά εἶναι περισσότεροι, ὥστε καί
ἡ εὐχαριστία πρός
τόν Θεό νά πλεονάσει καί νά περισσεύσει, γιά νά δοξάζεται τό ὄνομά του.
ΤΟ
ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ
καιρῷ ἐκείνῳ, ἑστὼς ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα
παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς
ἀποβάντες ἀπ’ αὐτῶν ἀπέπλυνον τὰ δίκτυα. ἐμβὰς
δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν
αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν
ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. ὡς δὲ ἐπαύσατο
λαλῶν, εἶπε
πρὸς τὸν Σίμωνα· Ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν
εἰς ἄγραν. καὶ ἀποκριθεὶς
Σίμων εἶπεν αὐτῷ· Ἐπιστάτα, δι' ὅλης
τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί
σου χαλάσω
τὸ δίκτυον. καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων
πολύ· διερρήγνυτο
δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας
συλλαβέσθαι
αὐτοῖς· καὶ ἦλθον, καὶ ἔπλησαν
ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. ἰδὼν
δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν Ἰησοῦ
λέγων· Ἔξελθε
ἀπ' ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ
τῶν ἰχθύων
ᾗ συνέλαβον,
ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν
κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· Μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους
ἔσῃ ζωγρῶν. καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες
ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.
(Λουκ. ε΄[5] 1 – 11)
Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ
ΑΛΙΕΙΑ
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
1. ΥΠΑΚΟΗ ΧΩΡΙΣ
ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ
Οἱ
τέσσερεις ψαράδες τῆς λίμνης Γεννησσαρέτ, κουρασμένοι
καὶ ἀπογοητευμένοι ἀπὸ τὴν ὁλονύκτια ἄκαρπη ἐργασία τους, ἔπλεναν τὰ δίχτυα
τους δίπλα στὰ δυό τους ψαροκάϊκα. Ἦταν ὁ Σίμων (ὁ Πέτρος δηλαδή) καὶ ὁ ἀδελφός
του Ἀνδρέας, ὅπως ἐπίσης καὶ τὰ ἄλλα δύο ἀδέλφια, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης. Καὶ
οἱ τέσσερεις εἶχαν γνωρίσει τόν Κύριο, δὲν εἶχαν ὅμως ἀκόμη κληθεῖ νὰ γίνουν
μαθητές Του. Κάποια στιγμὴ τοὺς πλησιάζει ὁ θεῖος Διδάσκαλος καὶ ζητεῖ ἀπὸ τὸν
Πέτρο νὰ τοῦ παραχωρήσει γιὰ λίγο τὸ καΐκι του, γιὰ νὰ διδάξει ἀπὸ ἐκεῖ τὰ
πλήθη ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ μὲ δίψα πολλὴ γιὰ νὰ ἀκούσουν τὴ θαυμαστὴ
διδασκαλία Του.
Ἀλλὰ ὁ Πέτρος ξαφνιάστηκε κυριολεκτικά, ὅταν κατόπιν
ἄκουσε τὸν Κύριο νὰ τοῦ λέει:
—Ὁδήγησε καὶ πάλι τὸ πλοῖο σου στὰ βαθιὰ νερὰ τῆς
λίμνης καὶ ρίξτε τὰ δίχτυα σας στὰ νερά, γιὰ νὰ πιάσετε ψάρια.
—Διδάσκαλε, ὅλη τὴ νύκτα κοπιάζαμε, ἀλλὰ δὲν πιάσαμε
οὔτε ἕνα ψάρι, ἀποκρίθηκε μὲ ἀπορία ὁ Πέτρος. Ἀφοῦ ὅμως ἐσὺ τὸ ζητᾶς,
συνέχισε, θὰ εκτελέσω τὴν προσταγή σου, θά ξαναρίξω τὰ δίχτυα.
Ο ΠΕΤΡΟΣ ἦταν ἔμπειρος ψαράς. Ἤξερε πολὺ καλὰ πὼς
τέτοια ὥρα ἦταν ἀδύνατο νὰ πιάσει ψάρια. Καὶ παρ᾿ ὅλα αὐτὰ δὲν φέρνει
ἀντίρρηση. Πειθαρχεῖ πρόθυμα σὲ κάτι ποὺ ἀνθρωπίνως φαίνεται παράλογο,
ἐξωπραγματικό. Καὶ ἡ ὑπακοή του αὐτὴ φέρνει τὸ θαῦμα καὶ μᾶς διδάσκει πολλά.
Διότι πολλὲς φορὲς κι ἐμεῖς αἰσθανόμαστε πὼς εἶναι πολύ δύσκολο νά δείξουμε
ὑπακοὴ σὲ κάποιες ἐπιταγὲς τῆς πίστεως ποὺ μᾶς φαίνονται ἐξωπραγματικές,
χωρὶς νόημα ἢ λογική. Ἂς ἀναφέρουμε κάποια παραδείγματα:
Ἀπορεῖ ὁ ἐργαζόμενος πῶς θὰ μπορέσει νὰ ἐπιβίωσει
οἰκονομικά, ἐὰν ἐργάζεται μὲ τιμιότητα, ἐνῶ οἱ πολλοὶ κερδίζουν μὲ παρανομίες
καὶ φοροδιαφυγές. Ἀγωνιᾶ ὁ οἰκογενειάρχης πῶς θὰ ἐξασφαλίσει τὰ ἀπαραίτητα, ἐάν
— σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ — ἀποκτήσει καὶ ἄλλα παιδιά. Δυσκολεύονται
μερικοὶ πιστοὶ νὰ ὑπακούσουν σὲ κάποιες συμβουλὲς τοῦ Πνευματικοῦ, διότι ἡ
ἐφαρμογὴ τῶν συγκεκριμένων ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ τοὺς φαίνεται ἀκατόρθωτη.
Ὅμως ὁ ἅγιος Θεὸς μᾶς ζητεῖ νὰ ὑπακούουμε σ᾿ ὅλες τὶς
ἐντολές Του, ἀκόμη καὶ σ᾿ αὐτὲς ποὺ μᾶς φαίνονται δύσκολες· χωρὶς ἐπιφυλάξεις ἢ
γογγυσμούς, ἀλλὰ μὲ προθυμία καὶ πίστη· μὲ τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεὸς δὲν
ἐπιβάλλει φορτία ὑπερβολικὰ καὶ ἀβάστακτα, ἀλλὰ ὅ,τι μᾶς ζητεῖ εἶναι ἀνάλογο μὲ
τὶς δυνάμεις μας, εἶναι τὸ καλύτερο γιὰ μᾶς. Μὲ μία τέτοια ὑπακοὴ κερδίζουμε
πολὺ περισσότερα ἀπ᾿ ὅσα νομίζουμε ὅτι χάνουμε. Μὲ μία τέτοια ὑπακοὴ θὰ ἀκολουθεῖ τὸ θαῦμα. Ὅπως ἔγινε καὶ τότε,
στὸ ἀκρογιάλι τῆς Γεννησαρέτ.
2. ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ
ΑΝΑΞΙΟΤΗΤΟΣ
Τό πλοῖο τοῦ
Πέτρου λοιπόν ἀνοίχτηκε στὴ λίμνη καὶ τὰ δίχτυα ρίχτηκαν καὶ πάλι στὰ νερά.
Ἀλλὰ καθὼς ἄρχισαν οἱ ψαράδες νὰ τὰ μαζεύουν, ἔγινε κάτι τὸ θαυμαστό: Εἶχαν μαζευθεῖ
τόσα πολλὰ ψάρια, ὥστε κινδύνευαν ἀπὸ τὸ βάρος νὰ σπάσουν τὰ δίχτυα. Φωνάζουν
λοιπόν ἔκπληκτοι οἱ ψαράδες τοὺς συνεταίρους τους, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη,
νὰ ἔλθουν κι ἐκεῖνοι μὲ τὸ πλοῖο τους νὰ τοὺς βοηθήσουν νὰ σύρουν τὰ δίχτυα
μαζί. Τώρα ὅμως παρουσιάστηκε ἄλλος κίνδυνος μεγαλύτερος. Καθώς ὅλοι μαζὶ
μάζευαν τὰ δίχτυα, γέμισαν καὶ τὰ δύο μὲ τόσα πολλὰ ψάρια, ὥστε κινδύνευαν νὰ
βουλιάξουν ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ψαριῶν.
Τὸ θαῦμα αὐτὸ τοὺς ἐντυπωσίασε ὅλους. Ἰδιαιτέρως ὅμως
συγκλονίσθηκε ὁ Πέτρος, ὁ ὁποῖος μὲ βαθειὰ συγκίνηση καὶ φόβο ἔπεσε στὰ γόνατα
τοῦ Κυρίου λέγοντας:
—Βγές, Κύριε, ἀπὸ τὸ πλοῖο μου καὶ φύγε ἀπὸ ἐμένα,
διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος καὶ ἀνάξιος νὰ σὲ ἔχω στὸ πλοῖο μου.
—Μή φοβᾶσαι, τοῦ ἀπαντᾶ μὲ πολλὴ στοργὴ ὁ Κύριος. Ἀπὸ
τὴ στιγμὴ αὐτὴ θὰ γίνεις Ἀπόστολός μου. Δὲν θὰ πιάνεις πλέον ψάρια, ἀλλὰ θὰ
ψαρεύεις ἀνθρώπους καὶ θὰ τοὺς ὁδηγεῖς στὴ σωτηρία.
Στὴν ἐπίσημη αὐτὴ πρόσκληση τοῦ Κυρίου ἀνταποκρίθηκε
ἀμέσως ὁ Πέτρος ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι τρεῖς μαθητές. Μόλις ἔφθασαν στὴ στεριά, τὰ ἄφησαν
ἀμέσως ὅλα, πλοῖα, δίχτυα, ψάρια, καὶ ἀκολούθησαν τὸν Κύριο. Ἔγιναν πλέον οἱ
ἐκλεκτοὶ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ.
Η ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ τῆς ἁμαρτωλότητος τοῦ Πέτρου ἀσφαλῶς θὰ
πρέπει νὰ μᾶς προβληματίσει. Ὁ Πέτρος, ὁ ἁγνὸς καὶ θεοσεβούμενος ψαράς,
μπροστὰ στὸ ἐκπληκτικὸ θαῦμα συναισθάνεται ὅτι ὁ Κύριος δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνας
διδάσκαλος, ἀλλὰ ὁ μεγάλος ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, ἐνώπιον τοῦ Ὀποίου αἰσθάνεται πολὺ μικρὸς καὶ
ἁμαρτωλός.
Τέτοια συναίσθηση βέβαια εἶχαν καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι. Πῶς
ὅμως ἐξηγεῖται αὐτό; Πῶς τόσο μεγάλοι ἅγιοι αἰσθάνονται τόσο μικροὶ καὶ
ἀνάξιοι ἔναντι τοῦ Θεοῦ; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή. Ὅσο κανεὶς ἀπομακρύνεται ἀπὸ
τὸ σκοτάδι καὶ πλησιάζει πρὸς τὸ φὼς τοῦ Θεοῦ, τόσο βλέπει καθαρότερα τὰ λάθη,
τὶς ἀδυναμίες καὶ ἁμαρτίες του, τόσο ἀντιλαμβάνεται τὴν ἄπειρη ἀπόσταση ποὺ τὸν
χωρίζει ἀπὸ τὸν πανάγιο Θεό, τόσο αἰσθάνεται μικρὸς καὶ ἀνάξιος ἔναντι τοῦ
Κυρίου.
Τέτοια συναίσθηση άναξιότητος ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε κι
ἐμεῖς. Καὶ ὅσο μὲ τὸν καιρὸ θὰ βαθαίνουμε στὴν ἐνδοσκόπησή μας αὐτή, τόσο
περισσότερο θὰ συνειδητοποιοῦμε τὴν μικρότητα μας. Θὰ βλέπουμε ὅλους τοὺς
ἄλλους ὡς καλύτερους, καὶ τοὺς ἑαυτούς μας ὡς τελευταίους. Καὶ θὰ παραθέτουμε
τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό μας στὸ πέλαγος τῆς θείας ἀγάπης καὶ εὐσπλαγχνίας.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ
«Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου