ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ
(26 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2023)
ΕΩΘΙΝΟΝ
Δ΄
Τῇ μιᾷ τῶν
Σαββάτων, ὄρθρου βαθέος ἦλθον ἐπὶ τὸ μνῆμα, φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν ἀρώματα, καί
τινες σὺν αὐταῖς. Εὗρον δὲ τὸν λίθον ἀποκεκυλισμένον ἀπὸ τοῦ μνημείου, καὶ
εἰσελθοῦσαι οὐχ εὗρον τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ διαπορεῖσθαι
αὐτὰς περὶ τούτου, καὶ Ἰδού, δύο ἄνδρες ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν ἐσθήσεσιν
ἀστραπτούσαις. ἐμφόβων δὲ γενομένων αὐτῶν καὶ κλινουσῶν τὰ πρόσωπον εἰς τὴν
γῆν, εἶπον πρὸς αὐτάς, Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν; οὐκ ἔστιν ᾧδε,
ἀλλ' ἠγέρθη. μνήσθητε ὡς ἐλάλησεν ὑμῖν, ἔτι ὢν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ, λέγων, ὅτι δεῖ
τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδοθῆναι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν, καὶ
σταυρωθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστῆναι. καὶ ἐμνήσθησαν τῶν ῥημάτων αὐτοῦ,
καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ μνημείου, ἀπήγγειλαν ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσι
τοῖς λοιποῖς. ἦσαν δὲ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ Ἰωάννα καὶ Μαρία Ἰακώβου, καὶ αἱ
λοιπαὶ σὺν αὐταῖς, αἳ ἔλεγον πρὸς τοὺς ἀποστόλους ταῦτα. καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον
αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς. ὁ δὲ Πέτρος ἀναστὰς
ἒδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα, καὶ
ἀπῆλθε, πρὸς ἑαυτόν θαυμάζων τὸ γεγονός.
(Λουκ. κδ΄[24] 1 –
12)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
1
Τὴν πρώτη ὅμως ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ἀπὸ τὰ βαθιὰ χαράματα ἦλθαν οἱ γυναῖκες στὸ
μνῆμα φέρνοντας τὰ ἀρώματα ποὺ εἶχαν ἑτοιμάσει. Μαζί τους ἦλθαν καὶ μερικὲς
ἄλλες. 2 Βρῆκαν τότε
τὴν πέτρα ποὺ ἔφραζε τὸ μνημεῖο νὰ εἶναι κυλισμένη μακριὰ ἀπ᾿ αὐτό. 3 Κι ὅταν μπῆκαν
στὸ μνημεῖο, δὲν βρῆκαν τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 4 Κι ἐνῶ
βρίσκονταν σὲ μεγάλη ἀπορία γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, ξαφνικά, δύο
ἄγγελοι παρουσιάσθηκαν μπροστά τους ὡς ἄνδρες μὲ στολὲς ποὺ ἄστραφταν ἀπὸ
λαμπρότητα. 5 Κι ἐνῶ αὐτὲς
κατατρομαγμένες ἔγερναν τὸ πρόσωπό τους στὴ γῆ ἀπὸ εὐλάβεια κι ἐπειδὴ δὲν
ἄντεχαν τὴ λάμψη τῶν ἀγγέλων, εἶπαν οἱ ἄγγελοι σ᾿ αὐτές: Γιατί ζητᾶτε ἀνάμεσα
στοὺς νεκροὺς αὐτὸν ποὺ τώρα πλέον εἶναι ζωντανός; 6 Δὲν εἶναι
ἐδῶ, ἀλλὰ ἀναστήθηκε. Θυμηθεῖτε πῶς σᾶς μίλησε καὶ τί σᾶς εἶχε πεῖ ὅταν ἀκόμη
ἦταν στὴ Γαλιλαία, 7 λέγοντας ὅτι
σύμφωνα μὲ τὸ προκαθορισμένο σχέδιο τοῦ Θεοῦ πρέπει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ
παραδοθεῖ σὲ χέρια ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καὶ νὰ σταυρωθεῖ, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα ἀπὸ
τὸ θάνατό του νὰ ἀναστηθεῖ. 8 Τότε οἱ
μυροφόρες γυναῖκες θυμήθηκαν τὰ λόγια τοῦ Κυρίου. 9 Κι ἀφοῦ
ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὸ μνημεῖο, τὰ ἀνήγγειλαν ὅλα αὐτὰ στοὺς ἕνδεκα μαθητὲς καὶ σ᾿
ὅλους τοὺς ἄλλους ποὺ ἦταν μαζὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους. 10 Οἱ γυναῖκες
ποὺ τὰ ἔλεγαν αὐτὰ στοὺς ἀποστόλους ἦταν ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ ἡ Ἰωάννα καὶ ἡ
Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ οἱ ὑπόλοιπες ποὺ ἦταν μαζί τους. 11 Τὰ λόγια
τους ὅμως αὐτὰ φάνηκαν στοὺς μαθητὲς σὰν φλυαρία καὶ ἐπινόηση τῆς φαντασίας
τους. Καὶ δὲν τὶς πίστευαν. 12
Παρόλα αὐτά ὅμως ὁ Πέτρος σηκώθηκε κι ἔτρεξε στό μνημεῖο. Κι ἀφοῦ ἔσκυψε ἀπό τή
θύρα, βλέπει μόνο τούς νεκρικούς ἐπιδέσμους νά εἶναι κάτω στό μνημεῖο, χωρίς τό
σῶμα. Τότε ἐπέστρεψε στό σπίτι πού ἔμενε γεμάτος ἀπορία κι ἔκπληξη γι᾿ αὐτό πού
εἶχε γίνει.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (Τῆς
Τυρινῆς)
Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον
ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν.
ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. ἀποθώμεθα
οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα
τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ' ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν
μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε,
μὴ εἰς διακρίσεις
διαλογισμῶν. ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα
μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει· σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.
(Ρωμ.
ιγ΄[13] 11 – ιδ΄[14] 4)
Η ΝΥΧΤΑ ΘΑ ΓΙΝΕΙ
ΗΜΕΡΑ
ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟ: «Ἡ νύξ
προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικε»
Καθὼς ἡ νύχτα
προχωρεῖ πρὸς τὸ τέλος της καὶ ἡ πλάση εἶναι βυθισμένη στὸ σκοτάδι τὸ πιὸ βαθὺ
τῆς νύχτας, ἡ ἀνθρωπότητα με προσμονή καρτερεῖ τὴν ἀνατολὴ μιᾶς νέας ἡμέρας
φωτεινῆς καὶ χαρούμενης. Αὐτὴν τὴν παραστατικὴ εἰκόνα χρησιμοποιεῖ ὁ ἀπόστολος
Παῦλος στὸ σημερινὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, γιὰ νὰ μᾶς παρακινήσει σὲ
μετάνοια.
Ἂς ἐμβαθύνουμε
λοιπὸν κι ἐμεῖς τώρα στὶς δύο αὐτὲς ἔννοιες κι ἂς δοῦμε: τί ἐννοεῖ ὁ ἀπόστολος
Παῦλος μὲ τοὺς ὅρους «νύχτα» καὶ «ἡμέρα» καὶ ποιὰ σημασία ἔχουν γιὰ τὴ ζωή
μας.
1. Η ΝΥΧΤΑ ΕΧΕΙ
ΠΡΟΧΩΡΗΣΕΙ
Ἡ νύχτα ἔχει
προχωρήσει, μᾶς λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καὶ πλησιάζει να φανεῖ ἡ ἡμέρα. Τί
ἐννοεῖ ὅμως μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ θεῖος Ἀπόστολος; Οἱ ἱεροὶ ἑρμηνευτὲς μᾶς ἐξηγοῦν
τὸ παραβολικὸ νόημα τῆς εἰκόνας αὐτῆς. Νύχτα ἀπέραντη καὶ σκοτεινὴ εἶναι ἡ
περίοδος αὐτῆς τῆς ζωῆς. Διότι εἶναι ἁπλωμένο γύρω μας τὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας,
τὸ ὁποῖο συγκαλύπτει τὰ ἔργα τῆς ντροπῆς. Νύχτα εἶναι αὐτὴ ἡ ζωή. Καὶ ὅπως τὸν
καιρὸ τῆς νύχτας ἐργάζονται οἱ κακοποιοί καὶ οἱ κλέφτες, που κάνουν τόσα
ἐγκλήματα, ἔτσι καὶ κατὰ τὸ διάστημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς μας, οἱ ἀόρατοι ἐχθροί
μας, οἱ δαίμονες, μὲ κάθε τρόπο ζητοῦν νὰ μᾶς κακοποιήσουν, νὰ ληστέψουν τὸν
θησαυρὸ τῆς ψυχῆς μας καὶ νὰ μᾶς σύρουν πρὸς τὸν ἀτελεύτητο ὕπνο, τὸν
πνευματικὸ αἰώνιο θάνατο.
Νύχτα
ὀνομάζεται ἀκόμη ἡ παροῦσα ζωή, διότι σ᾿ αὐτὴ τὴ γῆ ἡ ζωή μας εἶναι προσωρινὴ
καὶ ἐγκλωβισμένη στους περιορισμούς τῆς ὑλικῆς πραγματικότητος, τὸν κόπο καὶ
τὸν ἱδρῶτα, τὴ θλίψη καὶ τὶς δοκιμασίες, τὴν φθορὰ τοῦ χρόνου, τὶς ἀρρώστιες
καὶ τὸν θάνατο.
Ένα θάνατο
πρὸς τὸν ὁποῖο καθημερινά πλησιάζουμε, ἀλλὰ δυστυχῶς δὲν τὸ καταλαβαίνουμε. Καὶ
ἀπορροφημένοι ἀπό τίς βιοτικές μέριμνες, πορευόμαστε σὰν νὰ πρόκειται νὰ
ζήσουμε ἐδῶ αἰωνίως. Γι᾿ αὐτὸ καὶ συχνὰ ἀδιαφοροῦμε γιὰ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς
συνδέουν μὲ τὴν αἰωνιότητα. Κοιμόμαστε. Κοιμόμαστε σὰν ὑπνοβάτες. Πόσες φορές
συλλαμβάνουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ κοιμᾶται, δηλαδὴ νὰ μὴν προσέχει στις μεγάλες
καὶ ἱερὲς ὧρες τῆς ζωῆς μας, στὶς ὧρες τῆς προσευχῆς, τῆς μελέτης, τοῦ
κηρύγματος, τῆς λατρείας! Παρόντες στὸ σῶμα ἀλλὰ ἀπόντες στὸ πνεῦμα. Ξύπνιοι
σωματικῶς, κοιμισμένοι πνευματικῶς.
Και πόσες
ἄλλες φορές ξεχνιόμαστε μέσα στὰ ἀπατηλὰ ὄνειρα, τὶς φευγαλέες ἀπολαύσεις τῆς
νύχτας τοῦ κόσμου αὐτοῦ! Ξεχνοῦμε ὅτι «ὁ κόσμος παράγεται καὶ ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ»
(Α' Ιω. β'[2] 17). Οἱ ἡδονὲς καὶ οἱ ἀπολαύσεις εἶναι παροδικές, ψεύτικες, καὶ
χάνονται. Καὶ αὐτὸ ποὺ ἀφήνουν πίσω τους εἶναι μιὰ μεγάλη πικρία ἀναμεμιγμένη
μὲ δυσβάστακτες τύψεις καὶ ἐνοχές, ἀλλὰ καὶ τὶς προϋποθέσεις ἐκεῖνες γιὰ νὰ
ἔχουμε σίγουρη γιὰ τὸν ἑαυτό μας τὴν αἰώνια κόλαση. Γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς ὁ
ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέγει: Ξυπνῆστε, ἄνθρωποι. Μὴ κοιμᾶσθε. Εἶναι ὥρα νὰ
σηκωθεῖτε ἀπὸ τὸν βαρύ ὕπνο τῆς ραθυμίας, τῆς ἀδιαφορίας, τῆς ἁμαρτίας, τῆς
πλάνης, τοῦ θανάτου, διότι:
2. Η ΗΜΕΡΑ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ
«Ἡ ἡμέρα
ἤγγικεν». Ἡ ἡμέρα πλησιάζει, μᾶς λέγει. Ὅπως ἡ νύχτα προχωρεῖ καὶ παρέρχεται,
καὶ ἀνατέλλει χαρούμενη καὶ ἡλιοφώτιστη ἡ νέα ἡμέρα, ἔτσι καὶ ἡ νύχτα τῆς
παρούσης ζωῆς παρέρχεται γιὰ τὸν καθένα μας καθὼς εἰσερχόμαστε μὲ τὸν θάνατο
στὴ ζωὴ τῆς αἰωνιότητος. «Ἡ ἡμέρα» λοιπὸν «ἤγγικεν». Εἶναι ἡ μέρα τῆς κρίσεως,
κατὰ τὴν ὁποία θὰ ἔλθει ὁ Κύριος ὡς κριτὴς ὅλων μας ἀπαστράπτων μὲ ὅλη τὴ
θεία του μεγαλειότητα. Καὶ ὀνομάζεται ἡμέρα γιὰ τὴν λαμπρότητά της, ἀλλὰ
καὶ διότι τότε θὰ φανερωθοῦν ὅλα τὰ κρυπτὰ τοῦ σκότους. Ἡ ἡμέρα λοιπὸν τῆς
Βασιλείας τοῦ Θεοῦ πλησιάζει καὶ περιμένει νὰ μᾶς ἀνοίξει διάπλατα τὶς πύλες της.
Περνοῦν τὰ χρόνια μας χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουμε. Πότε ἤμασταν παιδιὰ και πότε
φθάσαμε στην ἡλικία ποὺ τώρα βρισκόμαστε; Ὅσο περνᾶ ἡ ἡλικία μας, τόσο
πλησιάζουμε πρὸς τὴν χαραυγὴ τῆς νέας ἡμέρας.
Μη ξεχνιόμαστε
λοιπὸν σ᾿ αὐτὴν τὴ νυχτερινή ζωή τοῦ κόσμου. Ἀλλὰ νὰ στρέφουμε καθημερινὰ τὸν
νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας στὸ ξημέρωμα τῆς αἰωνίου ἡμέρας. Αὐτὴ τὴ μέρα νὰ
ἐπιθυμοῦμε περισσότερο ἀπὸ ὁτιδήποτε ἄλλο στὸν κόσμο. Νὰ τὴν σκεπτόμαστε. Αὐτὴ
νὰ εἶναι ἡ γλυκειά μας προσδοκία. Πρὶν ξημερώσει, νὰ ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τὴν
καινούργια μέρα. Νὰ κρατᾶμε ἀναμμένη τὴ λαμπάδα τῆς ψυχῆς μας καὶ νὰ
ἀγρυπνοῦμε, ὥστε ν᾿ ἀκούσουμε κι ἐμεῖς τὴ φωνὴ ἐκείνη: «Ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται
ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός», «εἰσέλθετε μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους», «ἔνθα ὁ τῶν
ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καί ἡ ἀπέραντος ἡδονὴ τῶν καθορώντων τοῦ θείου
προσώπου το κάλλος τὸ ἄρρητον».
Αδελφοί, ἡ
ἁγία μας Ἐκκλησία σήμερα μᾶς ἀνοίγει τις νοητὲς πύλες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης
Τεσσαρακοστῆς. Καὶ μᾶς δείχνει τον δρόμο πρὸς τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μὴ
χάνουμε λοιπὸν τὶς εὐκαιρίες μετανοίας, ποὺ μᾶς δίνει ὁ Θεὸς σ' αὐτὴ τὴ ζωή. Μὲ
τὴν Ἁγία καὶ Μ. Τεσσαρακοστὴ μᾶς χαρίζεται ἐξαιρετικὴ εὐκαιρία μετανοίας,
σωτηρίας μας δηλαδή. Ἂς τὴν ἁρπάξουμε. Εἶναι ἀπίθανο νὰ εἶναι ἡ τελευταία; Μὴ
τὴν χάσουμε, ἀγαπητοί.
(Διασκευὴ ἀπὸ
παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος· Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί, ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσιν τὸν μισθὸν αὐτῶν. σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ· καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσιν καὶ κλέπτουσιν· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν
οὐδὲ κλέπτουσιν· ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται
καὶ ἡ καρδία ὑμῶν.
(Ματθ. Ϛ΄ [6] 14 -21)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Εἶπεν ὁ
Κύριος· «Ὅταν ζητᾶτε τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν
σας, πρέπει νὰ συγχωρεῖτε κι ἐσεῖς τούς ἄλλους. Διότι ἐὰν συγχωρήσετε
τὰ ἁμαρτήματα πού σᾶς ἔκαναν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὁ Πατέρας σας ὁ οὐράνιος
θὰ συγχωρήσει καὶ τὰ δικά σας ἁμαρτήματα. Ἐὰν ὅμως δὲν συγχωρήσετε
τοὺς ἀνθρώπους πού ἁμάρτησαν ἀπέναντί σας, οὔτε ὁ Πατέρας σας θὰ συγχωρήσει
τὶς δικές σας ἁμαρτίες πρὸς αὐτόν. Κι ὅταν νηστεύετε, μὴ γίνεστε σκυθρωποὶ
καὶ περίλυποι σὰν τοὺς ὑποκριτές. Διότι αὐτοὶ ἀλλοιώνουν τὰ πρόσωπά
τους καὶ παίρνουν τὴν ὄψη καὶ τὴν ἔκφραση ἀνθρώπου καταβεβλημένου ἀπὸ
τὶς στερήσεις, γιὰ νὰ φανοῦν στοὺς ἀνθρώπους ὅτι νηστεύουν. Ἀληθινά
σᾶς λέω ὅτι πῆραν ὁλοκληρωτικὰ τὴν ἀμοιβή τους ἀπό τούς ἐπαίνους τῶν
ἀνθρώπων. Ἐσὺ ὅμως ὅταν νηστεύεις, ἄλειψε τὸ κεφάλι σου καὶ νίψε τὸ
πρόσωπό σου, ὥστε νὰ φαίνεσαι χαρούμενος, καὶ νὰ μὴ φανεῖς στοὺς ἀνθρώπους
ὅτι νηστεύεις. Ἀλλά ἡ νηστεία σου νὰ φανεῖ μόνο στὸν Πατέρα σου, πού
εἶναι βέβαια ἀόρατος, ἀλλά βρίσκεται παρὼν καὶ στὰ πιὸ ἀπόκρυφα
μέρη. Κι ὁ Πατέρας σου πού βλέπει στὰ κρυφά, θὰ σοῦ ἀποδώσει τὴν ἀμοιβή
σου στὰ φανερά. Μὴ μαζεύετε γιὰ τὸν ἑαυτὸ σας θησαυροὺς πάνω στὴ γῆ,
ὅπου ὁ σκόρος καὶ ἡ φθορὰ τῆς σαπίλας ἢ τῆς σκουριᾶς ἀφανίζουν τὰ ἀποθηκευμένα
εἴδη τοῦ πλούτου κι ὅπου οἱ κλέφτες τρυποῦν τοὺς τοίχους τῶν θησαυροφυλακίων
καὶ τὰ κλέβουν. Μαζεύετε γιὰ τὸν ἑαυτὸ σας θησαυροὺς στὸν οὐρανό, ὅπου
οὔτε ὁ σκόρος οὔτε ἡ σαπίλα καί ἡ σκουριὰ ἀφανίζουν τοὺς ἀποθηκευμένους
θησαυρούς σας κι ὅπου οἱ κλέφτες δὲν τρυποῦν τοὺς τοίχους τῶν θησαυροφυλακίων
σας οὔτε κλέβουν. Πρέπει λοιπὸν νὰ θησαυρίζετε θησαυροὺς στὸν οὐρανό,
γιὰ νὰ εἶναι καὶ ἡ καρδιὰ σας προσκολλημένη στὸ Θεὸ καὶ στὰ οὐράνια.
Διότι ἐκεῖ ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός σας, ἐκεῖ θά εἶναι καί ἡ καρδιά σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου