ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ
(23 ΙΟΥΝΙΟΥ 2024)
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
ΤΟΥ ΟΡΘΡΟΥ
Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων , ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς, Εἰρήνη ὑμῖν. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τόν Κύριον. εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν , Εἰρήνη ὑμῖν, καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς, Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφιένται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.
( Ἰωάν. κ΄[20] 19 – 23)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
19 Καί ἡ μαρτυρία αὐτή τῆς Μαρίας ἐπιβεβαιώθηκε τήν ἴδια ἡμέρα. Διότι ὅταν βράδιασε τήν ἡμέρα ἐκείνη, τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος, κι ἐνῶ οἱ μαθητές ἦταν μαζεμένοι σ’ ἕνα σπίτι καί εἶχαν τίς θύρες κλειστές ἐπειδή φοβοῦνταν τούς ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων, ἦλθε ὁ Ἰησοῦς καί στάθηκε στή μέση καί τούς εἶπε: Ἄς ἔλθει εἰρήνη σέ σᾶς. 20 Κι ἀφοῦ τό εἶπε αὐτό, τούς ἔδειξε τά χέρια του καί τήν πλευρά του, γιά νά δοῦν τά σημάδια τῶν πληγῶν καί νά πεισθοῦν ὅτι αὐτός ἦταν ὁ Διδάσκαλός τους πού σταυρώθηκε. Ἀφοῦ λοιπόν βεβαιώθηκαν γι’ αὐτό μέ τήν ἐπίδειξη τῶν οὐλῶν του, χάρηκαν οἱ μαθητές πού εἶδαν τόν Κύριο. 21 Ὅταν λοιπόν οἱ μαθητές ἠρέμησαν κάπως ἀπό τήν πρώτη σφοδρή συγκίνηση πού αἰσθάνθηκαν ἐξαιτίας τῆς μεγάλης τους χαρᾶς, τούς εἶπε πάλι ὁ Ἰησοῦς σέ σχέση μέ τή μελλοντική τους τώρα κλήση καί ἀποστολή: Ἄς ἔλθει εἰρήνη σέ σᾶς. Ὅπως μέ ἀπέστειλε ὁ Πατέρας μου γιά τό ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι κι ἐγώ σᾶς στέλνω νά συνεχίσετε τό ἴδιο ἔργο. 22 Κι ἀφοῦ τό εἶπε αὐτό, προκειμένου νά τούς μεταδώσει τήν πνοή τῆς νέας οὐράνιας ζωῆς ἐμφύσησε στά πρόσωπά τους, ὅπως κάποτε ὁ Θεός στό πρόσωπο τοῦ Ἀδάμ, καί τούς εἶπε: Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. 23 Σ’ ὅποιους συγχωρήσετε τίς ἁμαρτίες, θά τούς εἶναι συγχωρημένες κι ἀπό τόν Θεό. Σ’ ὅποιους ὅμως τίς κρατᾶτε ἀσυγχώρητες, θά μείνουν γιά πάντα κρατημένες.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες οἱ ἀπόστολοι ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι
ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν,
καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος
ἁγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι. Ἦσαν δὲ ἐν Ἱερουσαλὴμ κατοικοῦντες Ἰουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν. ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· Οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν, Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ Ἐλαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, Ἰουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν Ἀσίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι, Ἰουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ Ἄραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;
(Πράξ. Ἀποστ. β΄[2] 1 – 11)
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ: ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΗ!
Φθάσαμε κιόλας στὴ μεγάλη ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, τὴ μυστική
θεία πηγή, πού τρέχει ἀσταμάτητα καὶ ζωογονεῖ καθημερινά τήν
Ἐκκλησία μας. Τὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς εἶναι παρμένο
ἀπό τό δεύτερο κεφάλαιο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων καί περιγράφει μέ
ἀκρίβεια τό συγκλονιστικό γεγονὸς τῆς καθόδου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
πού συνέβει κατά τήν ἡμέρα τῆς Ἑβραϊκῆς Πεντηκοστῆς, «ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τήν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς»,
ὅπως λέει τὸ κείμενο.
Ἡ Πεντηκοστὴ αὐτὴ ἦταν μιὰ ἑορτή, τὴν ὁποία γιόρταζαν οἱ Ἑβραῖοι
πενήντα μέρες μετά τό Πάσχα τους. Σκοπὸς της ἦταν ἀφενός μέν νά
εὐχαριστήσουν τὸν Θεὸ γιά τόν θερισμό καί τούς νέους καρπούς, ἀφετέρου
δέ νά θυμοῦνται τὴν παράδοση τοῦ Νόμου ἀπό τὸν Θεὸ στὸν Μωυσῆ
πάνω στό ὄρος Σινᾶ, γεγονός ποὺ εἶχε γίνει πενήντα μέρες μετὰ
τὴν ἔξοδο τοῦ λαοῦ ἀπό τήν Αἴγυπτο. Ἡ
ἔξοδος ἀπό τήν Αἴγυπτο ἦταν τὸ Πάσχα τους. Ἡ
παράδοση τοῦ νόμου στὸ Σινᾶ ἡ Πεντηκοστή τους. Οἱ ἀντίστοιχες ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας
μας – τό Πάσχα καὶ ἡ Πεντηκοστή – συμπίπτουν χρονικά μὲ τὶς Ἑβραϊκὲς
ἑορτές. Ἡ σύμπτωση αὐτή δὲν εἶναι τυχαία. Εἶναι μὲς στὸ σχέδιο
τοῦ Θεοῦ, γιά νά φανερώσει πώς οἱ παλαιές ἑορτές ἀποκτοῦν τὸ ἀληθινό
τους νόημα τώρα!
Τώρα!... Στὴ θέση τοῦ Ἑβραϊκοῦ Πάσχα ἔχουμε τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας, τὸ νέο,
τὸ ἀληθινὸ Πάσχα. Τὸ Πάσχα, ποὺ δὲν εἶναι ἔξοδος ἀπό τὴν
Αἴγυπτο πρὸς τή γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, ἀλλά πέρασμα ἀπό τόν θάνατο
στὴ ζωή, ἀπό τή γῆ στὸν Οὐρανό. Στὴ θέση πάλι τῆς Ἑβραϊκῆς Πεντηκοστῆς
ἔχουμε τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, πού εἶναι ἡ νέα, ἡ ἀληθινὴ Πεντηκοστή. Τότε,
πενήντα μέρες μετὰ τὸ σκιῶδες Πάσχα, δόθηκε στὸν λαὸ ὁ Νόμος.
Τώρα, πενήντα μέρες μετὰ τὸ ἀληθινὸ Πάσχα, ἔρχεται κοντὰ
μας ὁ Νομοθέτης, τὸ Πνεῦμα τό Ἅγιο. Αὐτὸ ποὺ ἔδωσε τότε τὸ Νόμο
στὸν Μωυσῆ, κατεβαίνει τώρα καὶ μένει οὐσιωδῶς στὴν
Ἐκκλησία. Κλείνει μιὰ ἐποχὴ καὶ ἀρχίζει μιὰ περίοδος νέα.
Κι ὅπως τότε τὸ κέντρο τῆς ζωῆς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἦταν
ὁ Μωσαϊκὸς Νόμος, ἔτσι καὶ τώρα τὸ ἀόρατο κέντρο τῆς ζωῆς
τῆς Ἐκκλησίας ἡ μυστική καρδιά πού ζωογονεῖ ὅλο τὸ σῶμα, εἶναι
ἡ Πεντηκοστή, ἡ πραγματικὴ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
μέσα της! Εὐλογημένη ἐποχή! Καὶ μακάριοι ὅσοι ἀξιωνόμαστε,
ὄχι ἁπλῶς νὰ ζοῦμε σ᾿ αὐτή, ἀλλά νὰ μετέχουμε συνειδητὰ στὶς
ζωοπάροχες δωρεές της!
2. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ:
ΠΝΟΗ ΚΑΙ ΦΩΤΙΑ!
Μὲ δύο ζωηρὲς εἰκόνες περιγράφει στὴ συνέχεια τὸ ἀνάγνωσμά
μας τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καθὼς ἦσαν συγκεντρωμένοι,
μᾶς λέγει, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, ἡ Παναγία μας καὶ ἄλλοι
πιστοί, ἄνδρες καί γυναῖκες – σύνολο ἑκατὸν εἴκοσι ἄνθρωποι – καί προσηύχοντο
στὸ γνωστὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ, ἀκούστηκε ξαφνικά
ἀπό τόν οὐρανὸ «ἦχος ὥσπερ
φερομένης πνοῆς βιαίας», βοή, δηλαδή, σάν σφοδροῦ καί ὁρμητικοῦ
ἀνέμου, πού γέμισε ὅλο τὸ σπίτι, στὸ ὁποῖο ἦσαν μαζεμένοι.
Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη εἰκόνα. Καὶ ἡ δεύτερη; Ἀντιλήφθησαν,
λέγει, γλῶσσες σάν φλόγες φωτιᾶς νὰ ξεχωρίζονται καὶ νὰ
κάθεται ἀπό μιά πάνω στὸν καθένα τους.
Τὸ ἀποτέλεσμα; Γέμισαν ὅλοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἄρχισαν
νὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες καὶ νὰ δοξάζουν σ᾿ αὐτὲς τὸν Θεὸ
μπροστὰ στὰ ἔκπληκτα πλήθη τῶν κατοίκων τῆς Ἱερουσαλήμ,
πού ἄκουσαν τή βοή καί μαζεύτηκαν ἔξω ἀπό τὸ σπίτι, στὸ ὁποῖο ἡ βοὴ
ἐντοπίστηκε. Κατοικοῦσαν τότε, λέγει, στὴν ἱερὴ Πόλη
Ἑβραῖοι καί προσήλυτοι, ποὺ εἶχαν γεννηθεῖ σέ διάφορους τόπους,
γι᾿ αὐτὸ καὶ δοκίμασαν μεγάλο θαυμασμὸ ἀκούγοντας
τὴ μητρικὴ τους γλῶσσα ἀπό τὸ στόμα τῶν Ἀποστόλων.
Αὐτὴ εἶναι ἡ περιγραφὴ τοῦ θαυμαστοῦ γεγονότος
ἀπό τό Ἀποστολικό μας ἀνάγνωσμα. Κάνουν ἐντύπωση ἰδιαιτέρως οἱ δύο αὐτὲς εἰκόνες,
μὲ τὶς ὁποῖες ἐμφανίστηκε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα: Σφοδρὴ πνοὴ σάν ἀνέμου – Γλῶσσες σάν φωτιᾶς. Εἰκόνες
ποὺ μᾶς προξενοῦν θαυμασμὸ καί φόβο, κατάπληξη καί ἱερό δέος.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν εἶναι βέβαια οὔτε ἄνεμος οὔτε φωτιά. Τὸ Ἅγιο
Πνεῦμα εἶναι Θεὸς ἀληθινός. Εἶναι Πρόσωπο, τὸ τρίτο Πρόσωπο
τῆς Ἁγίας Τριάδος. Οἱ εἰκόνες αὐτὲς τοῦ σφοδροῦ ἀνέμου
καὶ τῆς φωτιᾶς εἶναι συμβολικές, φανερώνουν τὶς ἐνέργειες,
μὲ τὶς ὁποῖες κυρίως κάνει αἰσθητή τὴν παρουσία Του στὴν Ἐκκλησία.
Ἐνεργεῖ πρωτίστως σάν βίαιος πανίσχυρος ἄνεμος.
Ὅπως οἱ θυελλώδεις ἄνεμοι, οἱ βίαιοι τυφῶνες καταστρέφουν τὰ
πάντα στὸ πέρασμά τους, ἔτσι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα κατεβαίνει
ὁρμητικά γιά νά καταστρέψει τό σατανικό βασίλειο καὶ τὰ δαιμονικὰ
κάστρα, ποὺ ἦσαν χτισμένα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ
στὴν ἴδια τὴν κοινωνία μας. Τὴ βίαιη αὐτὴ πνοὴ τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος τὴ νιώσαμε καὶ μεῖς τᾶ τελευταῖα χρόνια, ὅταν Τὸ
εἴδαμε νά σαρώνει, μέσα σὲ ἐλάχιστο χρόνο, ὁλόκληρη τήν ἀθεϊστική αὐτοκρατορία
τοῦ Μαρξισμοῦ καὶ νὰ ἐξαφανίζει σάν σκόνη τοὺς μανιώδεις διῶκτες
τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐνεργεῖ ὅμως τό Ἅγιο Πνεῦμα καί σάν φωτιά. Μὲ τὶς πολλαπλὲς
ἰδιότητες τῆς φωτιᾶς: νά καίει, νά θερμαίνει καί να φωτίζει. Ἔτσι
καί τὸ Πανάγιο Πνεῦμα κατέβηκε στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ κάψει
κάθε ἁμαρτία καὶ πονηρὸ πάθος στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν.
Γιὰ νὰ ἐμπνεύσει στή συνέχεια φλογερὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ
πύρινο θεῖο ζῆλο στὴν κάθε πνευματοφόρο ψυχή, ὥστε νὰ ἀγωνίζεται
μὲ δύναμη κατά τοῦ κακοῦ καὶ νὰ ἁγιάζεται διαρκῶς. Τέλος γιὰ
νὰ φωτίσει τήν ψυχή, νά τήν γεμίσει μὲ τὴ θεία σοφία, νὰ τῆς γνωρίσει τὸ
θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά τῆς διδάξει τήν ἄγνωστη γλῶσσα τῆς ἀγάπης,
πού εἶναι ἡ πιό δύσκολη καὶ σπάνια γλώσσα στόν κόσμο μας.
Ὢ Πνεῦμα Ἅγιο, «Βασιλεῦ Οὐράνιε,
Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας», ἔλα νά κατοικήσεις καί στὶς δικές
μας καρδιές. Ἔλα νὰ καταστρέψεις μέσα μας κάθε τί ἁμαρτωλό. Ἔλα
νὰ κάψεις τὶς γήινες ἐπιθυμίες μας. Ἔλα νὰ θερμάνεις τὶς παγωμένες
καρδιές μας. Ἔλα νὰ φωτίσεις τὸ ἐσωτερικό μας σκοτάδι. Ἔλα
νὰ μᾶς μάθεις τὴν ἀγγελικὴ γλώσσα τῆς ἀγάπης. Ἔλα νὰ ἀνάψεις
τὴ θεία φλόγα στὸ σβησμένο θυσιαστήριο τῶν ψυχῶν μας,
γιὰ νὰ μᾶς ἔχεις αἰώνια κοντά Σου, στὴν ἀτέλειωτη δόξα τῆς
Βασιλείας Σου. Ἀμήν!
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῇ μεγάλῃ τῆς ἑορτῆς εἱστήκει ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔκραξε λέγων· Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω. ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος.
τοῦτο δὲ εἶπε
περὶ τοῦ Πνεύματος
οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες εἰς αὐτόν· οὔπω γὰρ ἦν Πνεῦμα Ἅγιον, ὅτι Ἰησοῦς οὐδέπω ἐδοξάσθη. πολλοὶ οὖν ἐκ τοῦ ὄχλου ἀκούσαντες τὸν λόγον ἔλεγον· Οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης·
ἄλλοι ἔλεγον· Οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός· οἱ δὲ ἔλεγον· Μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται; οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυῒδ καὶ ἀπὸ Βηθλέεμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυῒδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται; σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι᾿ αὐτόν.
τινὲς δὲ ἤθελον ἐξ αὐτῶν πιάσαι αὐτόν, ἀλλ᾿ οὐδεὶς ἐπέβαλεν ἐπ᾿ αὐτὸν τὰς χεῖρας. Ἦλθον οὖν οἱ ὑπηρέται πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ Φαρισαίους, καὶ εἶπον αὐτοῖς ἐκεῖνοι· Διατί οὐκ ἠγάγετε αὐτόν; ἀπεκρίθησαν
οἱ ὑπηρέται· Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος. ἀπεκρίθησαν οὖν αὐτοῖς οἱ Φαρισαῖοι· Μὴ καὶ ὑμεῖς πεπλάνησθε; μή τις ἐκ τῶν ἀρχόντων ἐπίστευσεν εἰς αὐτὸν ἢ ἐκ τῶν Φαρισαίων; ἀλλ᾿ ὁ ὄχλος οὗτος ὁ μὴ γινώσκων τὸν νόμον ἐπικατάρατοί εἰσι!
λέγει Νικόδημος πρὸς αὐτούς,
ὁ ἐλθὼν νυκτὸς πρὸς αὐτὸν, εἷς ὢν ἐξ αὐτῶν· Μὴ ὁ νόμος ἡμῶν κρίνει τὸν ἄνθρωπον, ἐὰν μὴ ἀκούσῃ παρ᾿ αὐτοῦ πρότερον καὶ γνῷ τί ποιεῖ; ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· Μὴ καὶ σὺ ἐκ τῆς Γαλιλαίας εἶ; ἐρεύνησον καὶ ἴδε ὅτι προφήτης ἐκ τῆς Γαλιλαίας οὐκ ἐγήγερται. Πάλιν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς ἐλάλησε λέγων· Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ᾿ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς.
(Ἰωάν.
ζ΄[7] 37 – 52, η΄[8] 12)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Τὴν τελευταία καὶ πιὸ ἐπίσημη ἡμέρα ἀπ᾿ ὅλες
τὶς ἄλλες ἡμέρες τῆς ἑορτῆς στάθηκε ὄρθιος ὁ Ἰησοῦς καὶ μὲ ζωηρὴ φωνὴ
εἶπε: Ἐὰν κανεὶς αἰσθάνεται πόθο
καὶ δίψα ὄχι γιὰ ἀγαθὰ ὑλικὰ καὶ φθαρτά, ἀλλά γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ γαλήνη
καὶ τὴ μακαριότητα τῆς θείας ζωῆς, ἂς ἔρχεται σὲ μένα μὲ πίστη καὶ
ἂς πίνει ἐλεύθερα. Κοντά μου θὰ ἱκανοποιηθοῦν ὅλοι οἱ εὐγενικοί
του πόθοι καὶ θὰ βρεῖ ἀνάπαυση ἡ ψυχή του. Ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς ἐκείνου
πού πιστεύει σὲ μένα, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια της Ἁγίας Γραφῆς, θὰ ἀναβλύζουν
ποτάμια νεροῦ πού θὰ εἶναι πάντα τρεχούμενο. Κι ἔτσι θὰ ποτίζεται ὄχι
μόνο ὁ ἴδιος, ἄλλα καὶ οἱ ἄλλοι πού θὰ ἔρχονται σὲ σχέση μ᾿ αὐτόν. Αὐτὰ τὰ λόγια τὰ εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὸ Ἅγιον
Πνεῦμα, πού θὰ ἀποκτοῦσαν μετὰ τὴν Ἀνάληψή του στοὺς οὐρανοὺς ὅσοι θὰ
πίστευαν σ' αὐτόν. Διότι πρωτύτερα εἶχαν βέβαια δοθεῖ χαρίσματα
προφητικὰ καὶ θαυματουργικὰ σὲ ἀνθρώπους δίκαιους καὶ προφῆτες, ἀλλά
ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού ἀναγεννᾶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς μεταδίδει
τὴ θεία καὶ μακαρία ζωὴ δὲν εἶχε δοθεῖ σὲ κανέναν. Καὶ δὲν εἶχε δοθεῖ ἡ
χάρις αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διότι ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶχε ἀκόμη
δοξασθεῖ μὲ τὸ Πάθος του καὶ τὴν Ἀνάληψή του. Πολλοὶ λοιπὸν
ἀπὸ τὸν λαό, ὅταν ἄκουσαν τὰ λόγια αὐτὰ πού εἶπε ὁ Κύριος στὴ διάρκεια
τῆς ἑορτῆς, ἔλεγαν: Πράγματι αὐτὸς
εἶναι ὁ προφήτης πού μᾶς προανήγγειλε ὁ Μωυσῆς. Ἄλλοι ἔλεγαν: Αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας Χριστός. Ἄλλοι
ἔλεγαν: Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι
ὁ Μεσσίας· διότι μήπως ὁ Μεσσίας εἶναι νὰ ἔρθει ἀπὸ τὴ Γαλιλαία;
Δὲν εἶπε ἡ Ἁγία Γραφὴ ὅτι ὁ Μεσσίας Χριστὸς θὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ γένος
τοῦ Δαβὶδ καὶ ἀπὸ τὸ χωριὸ τῆς Βηθλεέμ, ὅπου γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε
ὁ Δαβίδ; Προκλήθηκε λοιπὸν διαίρεση καὶ διαφωνία
μεταξύ του λαοῦ γι' αὐτόν. Μερικοὶ μάλιστα ἀπ’ αὐτοὺς ἤθελαν νὰ τὸν
σὺλλάβουν, ἀλλά κανεὶς δὲν τόλμησε ν' ἁπλώσει χέρι ἐπάνω του· διότι
μιὰ ἀόρατη δύναμη τοὺς συγκρατοῦσε καὶ τοὺς παρεμπόδιζε.
Ἐπειδὴ λοιπὸν κανεὶς
δὲν μποροῦσε νὰ τὸν συλλάβει, γύρισαν ἄπρακτοι οἱ ὑπηρέτες στοὺς ἀρχιερεῖς
καί τοὺς Φαρισαίους. Κι ἐκεῖνοι τοὺς ρώτησαν: Γιατί δέν τὸν φέρατε, ἀφοῦ καὶ δημοσίως ἐμφανίστηκε καὶ
πολλοί ἀπ' τὸ πλῆθος τὸν ἄκουγαν μὲ δυσμένεια καὶ ἦταν ἕτοιμοι νὰ σᾶς
βοηθήσουν μὴ σᾶς διαφύγει; Τότε οἱ ὑπηρέτες τοὺς ἔδωσαν τὴν ἑξῆς
ἀπάντηση: Ποτέ ἄλλοτε δὲν δίδαξε ἄλλος
ἄνθρωπος μὲ τόση σοφία καὶ δύναμη καὶ χάρη μὲ ὅση διδάσκει ὁ ἄνθρωπος
αὐτός. Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἀνέλπιστη αὐτὴ ἀπάντηση τῶν ὑπηρετῶν
τοὺς ξαναρώτησαν οἱ Φαρισαῖοι: Μήπως
παρασυρθήκατε κι ἐσεῖς, πού εἶστε πάντοτε κοντά μας καὶ ἀκοῦτε τὴ διδασκαλία
μας, κι ἔχετε πλανηθεῖ ἀπ' αὐτόν, ὅπως τὰ ἀμαθῆ πλήθη τοῦ λαοῦ; Μήπως
πίστεψε σ' αὐτὸν κανεὶς ἀπ' τοὺς ἄρχοντες, πού εἶναι οἱ μόνοι ἁρμόδιοι
νὰ κρίνουν τὰ θρησκευτικὰ ζητήματα, ἢ ἀπ' τοὺς Φαρισαίους, πού εἶναι
ἄγρυπνοι φύλακες τῶν παραδόσεων καὶ τῆς ἀληθινῆς πίστεως; Κανεὶς ἀπ'
αὐτοὺς δὲν πίστεψε, παρὰ μόνον αὐτὸς ὁ ὄχλος, πού δὲν ξέρει τὸ νόμο καὶ
γι' αὐτὸ εἶναι ὅλοι τους καταραμένοι.
Τοὺς ρώτησε τότε ὁ
Νικόδημος, ἐκεῖνος πού ἦλθε στὸν Ἰησοῦ μέσα στὴ νύχτα καὶ ἦταν ἕνας
ἀπ' αὐτούς, διότι ἦταν κι αὐτὸς μέλος τοῦ συνεδρίου: Μήπως ὁ νόμος μας μπορεῖ νὰ καταδικάσει
ἕναν ἄνθρωπο, ἐὰν προηγουμένως δὲν τὸν ἀκούσει ὁ δικαστὴς πού ἐκπροσωπεῖ
τὸ νόμο καὶ μάθει ἀπὸ τὴν ἀπολογία του τί ἀξιοκατάκριτο καὶ ἀξιόποινο
ἔκανε; Ἐκεῖνοι τότε τοῦ εἶπαν: Μήπως
εἶσαι κι ἐσύ ἀπὸ τὴ Γαλιλαία; Ἐξέτασε καὶ εὔκολα θὰ δεῖς καὶ θὰ πεισθεῖς
ἀπὸ τὰ πράγματα ὅτι κανεὶς προφήτης ἀπὸ τὴ Γαλιλαία δὲν ἔχει βγεῖ ἕως
τώρα.
Ὁ Ἰησοῦς τοὺς μίλησε
πάλι καὶ τοὺς εἶπε: Ἐγώ εἶμαι τὸ φῶς ὄχι
μόνο τῶν Ἰουδαίων ἀλλά ὅλου τοῦ κόσμου. Ἐκεῖνος πού μὲ ἀκολουθεῖ μὲ πλήρη
ἐμπιστοσύνη κι ἐλπίδα καὶ μὲ πρόθυμη ὑπακοὴ στὰ λόγιά μου δὲν θὰ περπατήσει
οὔτε θὰ βρεθεῖ ποτὲ στὸ σκοτάδι τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά θὰ ἔχει
μέσα του τὸ ζωηφόρο καὶ πνευματικὸ φῶς, πού προέρχεται ἀπό τὴν ἀληθινὴ
ζωή, τὸν Θεό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου