Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

    ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ

(24 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2024)

 



ΕΩΘΙΝΟΝ ΙΑ΄

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐφανέρωσεν ἑαυτὸν ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν, καὶ λέγει τῷ Σίμωνι Πέτρῳ, Σίμων Ἰωνᾶ, ἀγαπᾶς με πλεῖον τούτων; λέγει αὐτῷ, Ναὶ Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ, Βόσκε τὰ ἀρνία μου. λέγει αὐτῷ πάλιν δεύτερον, Σίμων Ἰωνᾶ ἀγαπᾶς με; Λέγει αὐτῷ, Ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ, Ποίμαινε τὰ πρόβατά μου. λέγει αὐτῷ τὸ τρίτον, Σίμων Ἰωνᾶ, φιλεῖς με; ἐλυπήθη ὁ Πέτρος, ὅτι εἶπεν αὐτῷ τὸ τρίτον, φιλεῖς με; καὶ εἶπεν αὐτῷ, Κύριε, σὺ πάντα οἶδας, σὺ γινώσκεις ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, Βόσκε τὰ πρόβατά μου. ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ὅτε ἦς νεώτερος, ἐζώννυες σεαυτόν, καὶ περιεπάτεις ὅπου ἤθελες, ὅταν δὲ γηράσῃς, ἐκτενεῖς τὰς χεῖράς σου, καὶ ἄλλος σε ζώσει, καὶ οἴσει ὅπου οὐ θέλεις. Τοῦτο δὲ εἶπε, σημαίνων ποίῳ θανάτῳ δοξάσει τὸν Θεόν. Καὶ τοῦτο εἰπών, λέγει αὐτῷ, Ἀκολούθει μοι. Ἐπιστραφεὶς δὲ ὁ Πέτρος βλέπει τὸν μαθητὴν ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς, ἀκολουθοῦντα, ὃς καὶ ἀνέπεσεν ἐν τῷ δείπνῳ ἐπὶ τὸ στῆθος αὐτοῦ καὶ εἶπε, Κύριε, τὶς ἐστιν ὁ παραδιδοὺς σε; τοῦτον ἰδὼν ὁ Πέτρος λέγει τῷ Ἰησοῦ, Κύριε, οὗτος δὲ τὶ; λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς. Ἐὰν αὐτὸν θέλω μένειν ἕως ἔρχομαι, τὶ πρὸς σὲ; σὺ  ἀκολούθει μοι. Ἐξῆλθεν οὖν ὁ λόγος οὗτος εἰς τοὺς ἀδελφούς. Ὃτι ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος οὐκ ἀποθνήσκει, καὶ οὐκ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, ὅτι οὐκ ἀποθνήσκει· ἀλλ᾿ ἐὰν αὐτὸν θέλω μένειν ἕως ἔρχομαι, τὶ πρὸς σέ; Οὗτός ἐστιν ὁ μαθητὴς ὁ μαρτυρῶν περὶ τούτων, καὶ γράψας ταῦτα, καὶ οἴδαμεν ὅτι ἀληθὴς ἐστὶν ἡ μαρτυρία αὐτοῦ. Ἔστι δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ᾿ ἕν, οὐδὲ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία. Ἀμήν.

(Ἰωάν. κα΄[21] 14 – 25)


ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)

 

14 Αὐτή ἦταν ἡ τρίτη μέχρι τότε φορά πού φανερώθηκε ὁ Ἰησοῦς στούς μαθητές του συγκεντρωμένους, μετά τήν Ἀνάστασή του ἀπό τούς νεκρούς.  15 Ὅταν λοιπόν πῆραν τό πρωινό τους, εἶπε ὁ Ἰησοῦς στό Σίμωνα Πέτρο: Σίμων, γιέ τοῦ Ἰωνᾶ, μέ ἀγαπᾶς περισσότερο ἀπ᾿ αὐτούς, τούς ἄλλους μαθητές, ὅπως μοῦ ἔλεγες μέ καύχηση τή νύχτα τῆς συλλήψεώς μου; Ὁ Πέτρος τώρα, διδαγμένος ἀπό τό πάθημά του, μέ λόγια ταπεινοφροσύνης τοῦ λέει: Ναί, Κύριε, ἐσύ γνωρίζεις ὅτι σέ ἀγαπῶ. Τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς: Βόσκε τά λογικά ἀρνιά τῆς πνευματικῆς μου ποίμνης καί φρόντιζε νά τρέφονται καί νά οἰκοδομοῦνται μέ τή διδασκαλία τῆς ἀλήθειας καί μέ κάθε μέσο πνευματικῆς παιδαγωγίας.  16 Τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς πάλι, γιά δεύτερη φορά: Σίμων, γιέ τοῦ Ἰωνᾶ, μέ ἀγαπᾶς; Κι ἐκεῖνος τοῦ ἀπαντᾶ: Ναί, Κύριε, ἐσύ γνωρίζεις ὅτι σέ ἀγαπῶ. Τοῦ λέει τότε ὁ Ἰησοῦς: Ποίμαινε τά λογικά πρόβατά μου, ἐπιστατώντας καί ἀγρυπνώντας γιά τήν ἀσφάλεια καί τή σωτηρία τους.  17 Τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς γιά τρίτη φορά: Σίμων, γιέ τοῦ Ἰωνᾶ, μέ ἀγαπᾶς; Κι ἐπειδή φαινόταν μέ τή νέα αὐτή ἐρώτηση ὅτι ὁ Διδάσκαλος ἀμφέβαλλε ἀκόμη γιά τήν ἀγάπη τοῦ Πέτρου, λυπήθηκε ὁ Πέτρος πού τόν ρώτησε ὁ Κύριος γιά Τρίτη φορά «μέ ἀγαπᾶς;». Κι ἐπειδή ἡ τριπλή ἄρνηση τόν εἶχε διδάξει νά μήν ἔχει πλέον ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό του, τοῦ εἶπε: Κύριε, ἐσύ ὅλα τά γνωρίζεις, ἐσύ ξέρεις ὅτι σέ ἀγαπῶ. Τοῦ λέει τότε ὁ Ἰησοῦς: Βόσκε τά πρόβατά μου. Κι ἀφοῦ μέ τήν τριπλή αὐτή βεβαίωσή του ὁ Πέτρος ἐπανόρθωσε τό ἁμάρτημα τῆς τριπλῆς ἀρνήσεώς του καί ἀποκαταστάθηκε στό ἀποστολικό ἀξίωμα, ὁ Κύριος, πληροφορώντας τον ὅτι δέν θά τόν ἀρνοῦνταν πλέον, τοῦ προσθέτει:  18 Ἀληθινά, ἀληθινά σοῦ λέω, ὅταν ἤσουν πιό νέος, ἔδενες μόνος σου τή ζώνη στή μέση σου καί βάδιζες ὅπου ἤθελες. Ὅταν ὅμως γεράσεις, θά ἁπλώσεις τά χέρια σου καί κάποιος ἄλλος θά σέ ζώσει καί θά σέ πάει ἐκεῖ πού δέν θέλεις. Δηλαδή θά σέ ὁδηγήσει στό μαρτύριο, τό ὁποῖο, ἄν καί ἐνδόμυχα θά ἀποδέχεσαι, ἐξαιτίας ὅμως τῆς φυσικῆς ἀποστροφῆς τῶν ἀνθρώπων πρός τόν θάνατο φυσικά κι ἐσύ θά τό ἀποστρέφεσαι.  19 Ὁ Κύριος λοιπόν τό εἶπε αὐτό δηλώνοντας μέ ποιό εἶδος θανάτου θά δόξαζε ὁ Πέτρος τόν Θεό. Κι ἀφοῦ τό εἶπε αὐτό, τοῦ λέει: Ἀκολούθησέ με.  20 Κι ἐνῶ βάδιζαν, στράφηκε πίσω ὁ Πέτρος καί εἶδε τόν μαθητή πού ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς νά ἀκολουθεῖ κι αὐτός. Ὁ μαθητής αὐτός ἦταν ἐκεῖνος πού στό δεῖπνο εἶχε γείρει πάνω στό στῆθος τοῦ Ἰησοῦ καί εἶχε πεῖ: Κύριε, ποιός εἶναι αὐτός πού πρόκειται νά σέ παραδώσει;  21 Αὐτόν τόν μαθητή λοιπόν ὅταν τόν εἶδε ὁ Πέτρος, λέει στόν Ἰησοῦ: Κύριε, αὐτός τί θά γίνει καί τί πρόκειται νά τοῦ συμβεῖ στό μέλλον;  22 Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε στόν Πέτρο: Ὑπόθεσε ὅτι θέλω νά μείνει ζωντανός μέχρι νά ἔλθω κατά τή δευτέρα μου παρουσία. Τί σέ ἐνδιαφέρει αὐτό καί τί ἔχεις νά κερδίσεις ἐσύ, ἐάν μάθεις τί θά ἀπογίνει αὐτός; Σύ ἀκολούθα με καί φρόντιζε γιά τή δική σου σωτηρία.  23 Ἀπό παρανόηση λοιπόν τῶν λόγων αὐτῶν τοῦ Ἰησοῦ διαδόθηκε μεταξύ τῶν ἀδελφῶν Χριστιανῶν ἡ φήμη αὐτή, ὅτι δηλαδή ὁ μαθητής ἐκεῖνος δέν θά πεθάνει. Ὅμως ὁ Ἰησοῦς δέν εἶπε στόν Πέτρο ὅτι ὁ μαθητής αὐτός δέν θά πεθάνει, ἀλλά εἶπε ὑποθετικά: Ἐάν αὐτός θέλω νά μείνει ζωντανός μέχρι νά ξαναέλθω, ἐσένα τί σέ νοιάζει;   24 Ὁ μαθητής ἐκεῖνος εἶναι αὐτός πού ἐξακολουθεῖ καί τώρα  νά δίνει μαρτυρία γιά τά γεγονότα πού ἱστοροῦνται στό Εὐαγγέλιο αὐτό, καί αὐτός τά κατέγραψε. Καί γνωρίζουμε ὅτι ἡ μαρτυρία του εἶναι ἀληθινή.  25 Ὑπάρχουν ὅμως καί πολλά ἄλλα πού ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, τά ὁποῖα, ἄν γράφονταν λεπτομερειακά, ἕνα-ἕνα, νομίζω ὅτι οὔτε ὁλόκληρος ὁ κόσμος μέ ὅλες τίς βιβλιοθῆκες του δέν θά χωροῦσε τά βιβλία πού θά ἔπρεπε νά γραφοῦν. Πραγματικά.

 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ  (ΚΒ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)  

Ἀδελφοί, ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. Ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται· οὐδὲ γὰρ οἱ περιτεμνόμενοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, δι᾽ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. Καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾽ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν ᾽Ισραὴλ τοῦ Θεοῦ. Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν.        

      Γαλ. Ϛτ΄[6] 11-18)

 

ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

1. ΜΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ!

«Ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί». Κυττάξτε μὲ πόσο μεγάλα γράμματα σᾶς ἔγραψα μὲ τὸ ἴδιο μου τὸ χέρι! Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρὸς τοὺς Χριστιανούς τῆς Γαλατίας ἀρχίζει τὸ σημερινὸ  ̓Αποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Ἕνα ἀνάγνωσμα συγκλονιστικό, ποὺ τὸ ἀκούσαμε καὶ πρὶν ἀπὸ δύο μῆνες στοὺς ναούς μας, την Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυρο.

Συνήθως ὁ  ̓Απόστολος ὑπαγόρευε τίς ἐπιστολές του καὶ τὶς ἔγραφαν οἱ συνεργάτες του. Σ᾿ αὐτὴν ἐδῶ ὅμως, τὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολή του, βλέπουμε να τονίζει μὲ ἔμφαση ὅτι τὴν γράφει ὁ ἴδιος καὶ μάλιστα μέ μεγάλα γράμματα. Γιατί ἆραγε; Ἡ ἀπάντηση δὲν εἶναι δύσκολη. Γράφει μὲ μεγάλα γράμματα, και μάλιστα μὲ τὸ ἴδιο του τό χέρι, γιά νά ὑπογραμμίσει ἕνα μεγάλο κίνδυνο, ποὺ ἀπειλοῦσε τούς Χριστιανούς τῆς Γαλατίας, Ποιὸς ἦταν αὐτὸς ὁ κίνδυνος; ταν ἡ αἱρετική διδασκαλία ὁρισμένων ψευδαποστόλων, ποὺ δίδασκαν πώς, γιὰ νὰ σωθοῦν οἱ Χριστιανοί, ἦταν ἀπαραίτητο νά κάνουν καὶ τὴν βραϊκή περιτομή. Καὶ οἱ ἀνόητοι Γαλάτες τοὺς πίστεψαν. 

Ἔφριξε ὁ  ̓Απόστολος, ὅταν τὸ ἔμαθε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ δύναμη καὶ αὐστηρότητα τούς γράφει: "ν κάνετε περιτομή, χαθήκατε! ν νομίζετε πὼς ἡ Σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ δὲν φτάνει γιὰ νὰ σωθεῖτε, καὶ ὅτι χρειάζεται νὰ συμμορφώνεσθε μέ τυπικές διατάξεις τοῦ Μωσαϊκο νόμου, εἶστε ξένοι γιὰ τὸν Χριστό. Εἶστε ἔκπτωτοι ἀπὸ τὴ Χάρι Του. Ὁ Χριστὸς δὲν σᾶς σώζει πλέον. 

Ἂς τὰ ἀκούσουμε αὐτὰ καὶ ἐμεῖς οἱ σημερινοὶ Χριστιανοί, ποὺ μερικὲς φορὲς φερόμαστε σάν τούς Χριστιανοὺς τῆς Γαλατίας. Δὲν κάνουμε βέβαια ἀκριβῶς τὸ ἴδιο, ἀλλὰ κάτι ἀνάλογο. Ἐπὶ παραδείγματι, σὰν νὰ μὴ μπορε ὁ Χριστὸς νὰ μᾶς προστατεύσει, καταφεύγουν ὁρισμένοι ἀνόητοι στὰ μέντιουμ καὶ τοὺς μάγους. Ἄλλοι κρεμοῦν στὸ σπίτι τους ἢ στὸ αὐτοκίνητό τους και σταυρούς, ἀλλά καί... σκόρδα! Ἐνῷ οἱ πιὸ μοντέρνοι τρέχουν νὰ βροῦν εἰρήνη καὶ λύτρωση στὰ ψυχοτεχνικά συστήματα τῆς πω νατολῆς, στή γιόγκα ἢ στὸν διαλογισμὸ τῶν διαφόρων γκουρο.

ς κούσουμε λοιπόν, καὶ ἂς συγκλονιστοῦμε ἀπὸ τὴν θερμή παραγγελία το μεγάλου ποστόλου, ποὺ τὴν γράφει, πως θα λέγαμε σήμερα, μέ κεφαλαα γράμματα, καί φωνάζει: ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ! ΑΝ ΨΑΧΝΕΤΕ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ ΝΑ ΒΡΕΙΤΕ ΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ, ΕΙΣΤΕ ΞΕΝΟΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ! ΑΝ ΝΟΜΙΖΕΤΕ ΠΩΣ Η ΣΩΤΗΡΙΑ, ΠΟΥ ΧΑΡΙΖΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΠΑΡΚΗΣ, ΚΑΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΚΑΙ ΜΕ ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ, ΠΛΑΝΑΣΘΕ! ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΤΕ! ΠΡΟΣΕΞΤΕ!

2. ΤΟ ΟΜΟΡΦΟΤΕΡΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Στὸν ἑπόμενο ἀκριβῶς στίχο τοῦ ἀναγνώσματος σημειώνει ὁ  ̓Απόστολος πώς οι ψευδοδιδάσκαλοι ἐκεῖνοι «θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί». Θέλουν νὰ ἔχουν λκυστικό πρόσωπο – νὰ ἀρέσουν δηλαδή στούς ἄλλους – μέ σαρκικά πράγματα. ν προκειμένῳ βέβαια μὲ τὴν περιτομή. 

Μήπως ὅμως καὶ πολλοὶ ἀπὸ μᾶς τὸ ἴδιο δὲν κάνουμε; Θέλουμε νὰ εὐπροσωπομε, νὰ ἔχουμε ἑλκυστικό πρόσωπο, νὰ ἀρέσουμε δηλαδὴ στοὺς ἄλλους μὲ τέτοια κοσμικά πράγματα. λλοι μὲ τὴν ἐξυπνάδα, ἄλλοι μέ τήν ὀμορφιά, ἄλλοι μὲ τὰ πλούτη, ἄλλοι μὲ τὸ ἐπάγγελμα, ἄλλοι μὲ τὰ πολλὰ πτυχία, ἄλλοι μὲ τὴ μελέτη τῆς φιλοσοφίας καὶ τῶν θεωρούμενων προοδευτικῶν συγγραφέων καὶ τόσα ἄλλα. 

Τί λέγει λοιπὸν γιὰ ὅλα αὐτὰ ὁ φλογερός τοῦ Χριστοῦ  ̓Απόστολος; Λέγει ὅτι ὁ ἴδιος τὰ κοσμικὰ αὐτὰ καυχήματα τῶν ἀνθρώπων τὰ ἔχει ἀρνηθε. Ἕνα μόνο καύχημα ἔχει: τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ! Τόν Σταυρό, ὁ ὁποῖος δημιουργεῖ καὶ τὴν ἐκπληκτικότερη εὐπροσώπηση: κάνει τὸν ἄνθρωπο καινούργιο, τὸν ὀμορφαίνει μὲ μιὰ ὀμορφιά ἀμάραντη, ἐκθαμβωτική. μορφιά ποθητή σὰν τὴν αὐγή, γλυκειὰ σὰν τὸ φεγγάρι, λαμπερή σὰν τὸν ἥλιο. νίκητη. 

Τὴν ἐκθαμβωτικότερη μορφιά στὸ νθρώπινο πρόσωπο, τή μόνη καί μόνιμη ὡραιότητα, τήν χαρίζει τὸ Αἷμα τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου. Μακάριοι καὶ εὐτυχισμένοι σοι λούζονται μέ αὐτό! Τό κάλλος τους θὰ εἶναι αἰώνιο! 

3. ΟΙ ΚΟΠΟΙ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Τὸν κούρασαν τὸν μέγα  ̓Απόστολο οἱ ἐπιπόλαιοι Χριστιανοὶ τῆς Γαλατίας. Γι' αὐτὸ καὶ κλείνοντας τὴν ἐπιστολή του γράφει τοῦτα τὰ λόγια: «το λοιπο κόπους μοι μηδείς παρεχέτω».  ̓Απὸ δῶ καί πέρα κανένας σας νὰ μὴ μὲ κουράζει μὲ παρόμοια θέματα. 

γιε πόστολε τοῦ Κυρίου, ἐσὺ δὲν κουράστηκες νά περπατς στὰ βουνὰ καὶ στὰ γρια δάση, ἐσὺ δὲν κουράστηκες νά ταξιδεύεις στὶς ἀγριεμένες θάλασσες, νὰ σὲ ἁλυσοδένουν στίς φυλακές, νὰ σὲ λιθοβολον, νὰ σὲ μαστιγώνουν, νὰ σὲ ὑβρίζουν, νὰ σὲ ποδοπατον, καί κουράστηκες τόσο πολύ ἀπὸ τὶς ἀταξίες τν πνευματικν σου παιδιν; 

Ναί, θὰ μᾶς ἀπαντοῦσε ὁ καρτερικότατος πόστολος. λήθεια, ἔτσι εἶναι. Θὰ ὑπέμενα μὲ χαρὰ σαδήποτε μαρτύρια γιὰ τὸν Κύριό μου. Τίποτε ἀπό αὐτὰ δὲν θὰ μὲ κούραζε. Μὲ κουράζει μως μέχρις ἐξαντλήσεως ἡ ἄσχημη πορεία τν πνευματικν μου παιδιν. Γιὰ τὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ ὑποφέρω πόνους, ὡσὰν τοὺς πόνους τοῦ τοκετο.

Μὲ παρόμοιο τρόπο ἐκφράζονται συχνά καὶ οἱ σημερινοί ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ Ἐπίσκοποι, οἱ ἱερεῖς, οἱ πνευματικοί περισσότερο, οἱ κήρυκες τοῦ λόγου τοῦ Θεο. Τί λέγουν; 

Δὲν κουραζόμαστε, βεβαιώνουν, ἀπὸ τὶς ὕβρεις, τὶς εἰρωνεῖες, τίς συκοφαντίες τῶν ἀπίστων καὶ κοσμικῶν ἀνθρώπων. Δὲν μᾶς πικραίνουν οἱ δολοπλοκίες τῶν αἱρετικῶν.  ̓Αντέχουμε σὲ αὐτά. Αὐτό, ποὺ μᾶς κουρά- ζει καὶ μᾶς ἐξαντλεί, εἶναι τὸ νὰ κάνουν ἀβαρίες καὶ συμβιβασμοὺς στὴ ζωή τους τὰ πνευματικά μας παιδιά, οἱ πιστοὶ Χριστιανοί μας. Τὸ νὰ προσέχουν καὶ ἐπηρεάζονται ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς, νὰ ἑλκύονται ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλό κόσμο. Νά... 

Ὤ, ἀδελφοί! Μήπως και κάποιοι ἀπὸ μᾶς προσθέτουμε κόπους μεγάλους στοὺς ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἰδιαιτέρως στοὺς πνευματικούς μας; Μήπως μὲ τὸ πεῖσμα μας, τὶς ἀμφιταλαντεύσεις μας, τὶς ὑποχωρήσεις καὶ τοὺς συμβιβασμούς μας τοὺς ἐξαντλοῦμε; 

Ἂς μὴ τὸ κάνουμε αὐτό! ντίθετα ἂς τοὺς δώσουμε τὴ μεγάλη χαρὰ νὰ μᾶς βλέπουν νὰ προοδεύουμε σταθερὰ στὴν πνευματική μας ζωή. Νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστό μας θερμότερα. Νὰ ζοῦμε γιὰ τὴν αἰωνιότητα! Αμήν.

 (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, ἄν­θρω­πός τις προ­σῆλ­θε τῷ ᾿Ι­η­σοῦ, πει­ρά­ζων αὐ­τὸν, καὶ λέ­γων· Δι­δά­σκα­λε ἀ­γα­θέ, τί ποι­ή­σας ζω­ὴν αἰ­ώ­νιον κληρονο­μή­σω; Εἶ­πε δὲ αὐ­τῷ ὁ ᾿Ι­η­σοῦς· Τί με λέ­γεις ἀ­γα­θόν; οὐ­δεὶς ἀ­γα­θὸς εἰ μὴ εἷς, ὁ Θε­ός. Τὰς ἐν­το­λὰς οἶ­δας· Μὴ μοι­χε­ύ­σῃς· μὴ φο­νε­ύ­σῃς· μὴ κλέ­ψῃς· μὴ ψευ­δο­μαρ­τυ­ρή­σῃς· τί­μα τὸν πα­τέ­ρα σου καὶ τὴν μη­τέ­ρα σου. Ὁ δὲ εἶ­πε· Ταῦ­τα πάν­τα ἐ­φυ­λα­ξά­μην ἐκ νε­ό­τη­τός μου. Ἀ­κο­ύ­σας δὲ ταῦ­τα ὁ ᾿Ι­η­σοῦς εἶ­πεν αὐ­τῷ· Ἔ­τι ἕν σοι λε­ί­πει· πάν­τα ὅ­σα ἔ­χεις πώ­λη­σον καὶ δι­ά­δος πτω­χοῖς, καὶ ἕ­ξεις θη­σαυ­ρὸν ἐν οὐ­ρα­νῷ, καὶ δεῦ­ρο ἀ­κο­λο­ύ­θει μοι. Ὁ δὲ ἀ­κο­ύ­σας ταῦ­τα πε­ρί­λυ­πος ἐ­γέ­νε­το· ἦν γὰρ πλούσιος σφό­δρα. Ἰ­δὼν δὲ αὐ­τὸν ὁ ᾿Ι­η­σοῦς πε­ρί­λυ­πον γε­νό­με­νον εἶ­πε· πῶς δυ­σκό­λως οἱ τὰ χρή­μα­τα ἔ­χον­τες εἰ­σε­λε­ύ­σον­ται εἰς τὴν βα­σι­λε­ί­αν τοῦ Θε­οῦ! Εὐ­κο­πώ­τε­ρον γάρ ἐ­στι κά­μη­λον δι­ὰ τρυ­μα­λιᾶς ῥα­φί­δος εἰ­σελ­θεῖν ἢ πλο­ύ­σιον εἰς τὴν βα­σι­λε­ί­αν τοῦ Θε­οῦ εἰ­σελ­θεῖν. Εἶ­πον δὲ οἱ ἀ­κο­ύ­σαν­τες· Καὶ τίς δύ­να­ται σω­θῆ­ναι; Ὁ δὲ εἶ­πε· Τὰ ἀ­δύ­να­τα πα­ρὰ ἀν­θρώ­ποις, δυ­να­τὰ πα­ρὰ τῷ Θε­ῷ ἐ­στιν.     

 (Λουκ. ι­η΄[18] 18 – 27)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἐ­κεῖ­νο τόν και­ρό κά­ποι­ος ἄρ­χον­τας τῆς συ­να­γω­γῆς ρώ­τη­σε τόν Ἰ­η­σοῦ τὸ ἑ­ξῆς: Δι­δά­σκα­λε ἀ­γα­θέ, τί νὰ κά­νω γιὰ νὰ κλη­ρο­νο­μή­σω τὴν αἰ­ώ­νια ζω­ή; Τοῦ εἶ­πε τό­τε ὁ Ἰ­η­σοῦς: Ἀ­φοῦ ἀ­πευ­θύ­νε­σαι σὲ μέ­να νο­μί­ζον­τας ὅ­τι εἶ­μαι ἕ­νας ἁ­πλὸς ἄν­θρω­πος, για­τί μὲ ὀ­νο­μά­ζεις ἀ­γα­θό; Κα­νεὶς δὲν εἶ­ναι ἀ­πὸ μό­νος του ἀ­πο­λύ­τως ἀ­γα­θὸς πα­ρὰ μό­νο ἕ­νας, ὁ Θε­ός. Γνω­ρί­ζεις τὶς ἐν­το­λές: Νὰ μὴ μοι­χεύ­σεις, νὰ μὴ σκο­τώ­σεις, νὰ μὴν κλέ­ψεις, νὰ μὴν ψευ­δο­μαρ­τυ­ρή­σεις, νὰ τι­μᾶς τὸν πα­τέ­ρα σου καὶ τὴ μη­τέ­ρα σου. Κι ἐ­κεῖ­νος εἶ­πε: Ὅ­λα αὐ­τὰ τὰ φύ­λα­ξα ἀ­πὸ τὴν παι­δι­κή μου ἡ­λι­κί­α. Ὅ­ταν λοι­πὸν ἄ­κου­σε τὰ λό­για αὐ­τὰ ὁ Ἰ­η­σοῦς, τοῦ εἶ­πε: Ἕ­να ἀ­κό­μη σοῦ­ λεί­πει. Πού­λη­σε ὅ­λα ὅ­σα ἔ­χεις καὶ μοί­ρα­σέ τα στοὺς φτω­χούς, καὶ θὰ ἔ­χεις θη­σαυ­ρὸ στὸν οὐ­ρα­νό, καὶ ἔ­λα νὰ μὲ ἀ­κο­λου­θή­σεις ὡς μα­θη­τής μου, ὑ­πα­κού­ον­τας πάν­το­τε σὲ ὅ­σα θὰ σὲ δι­δά­σκει τὸ πα­ρά­δειγ­μά μου καὶ ἡ δι­δα­σκα­λί­α μου. Αὐ­τὸς ὅ­μως ὅ­ταν ἄ­κου­σε τὰ λό­για αὐ­τά, λυ­πή­θη­κε πά­ρα πο­λὺ· δι­ό­τι ἦ­ταν πάμ­πλου­τος καὶ δὲν ἤ­θε­λε νὰ ἀ­πο­χω­ρι­σθεῖ τὰ πλού­τη του. Ὅ­ταν λοι­πὸν ὁ Ἰ­η­σοῦς τὸν εἶ­δε τό­σο πο­λὺ στε­νο­χω­ρη­μέ­νο, εἶ­πε: Πό­σο δύ­σκο­λα θὰ μποῦν στὴ βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ αὐ­τοὶ πού ἔ­χουν τὰ χρή­μα­τα! Πράγ­μα­τι, πο­λὺ δύ­σκο­λα. Δι­ό­τι εἶ­ναι εὐ­κο­λό­τε­ρο μί­α κα­μή­λα νὰ πε­ρά­σει ἀ­πὸ τὴ μι­κρὴ τρύ­πα πού ἀ­νοί­γει ἡ βε­λό­να, πα­ρὰ νὰ μπεῖ ἕ­νας πλού­σιος στὴ βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ. Ἐ­κεῖ­νοι πού τὰ ἄ­κου­σαν αὐ­τὰ εἶ­παν τό­τε: Καὶ ποι­ὸς μπο­ρεῖ νὰ σω­θεῖ, ἀ­φοῦ εἶ­ναι τό­σο πο­λὺ δύ­σκο­λο, σχε­δὸν ἀ­δύ­να­το, νὰ σω­θοῦν οἱ πλού­σιοι, στοὺς ὁ­ποί­ους ὁ Θε­ὸς ἔ­δω­σε τὰ ἐ­πί­γεια ἀ­γα­θά του; Τό­τε ὁ Κύ­ριος τούς ἀ­πάν­τη­σε: Ἐ­κεῖ­να πού εἶ­ναι ἀ­δύ­να­το νὰ γί­νουν μὲ τὴν ἀ­σθε­νι­κὴ δύ­να­μη τοῦ ἀν­θρώ­που, εἶ­ναι κα­τορ­θω­τὰ καὶ δυ­να­τὰ μὲ τὴ χά­ρη καὶ τὴ δύ­να­μη τοῦ Θε­οῦ. Δι­ό­τι μό­νον ὁ Θε­ὸς μπο­ρεῖ νὰ λύ­σει τὰ δε­σμὰ τῆς καρ­διᾶς κά­θε κα­λο­προ­αί­ρε­του πλου­σί­ου πρὸς τὸ χρῆ­μα καὶ νὰ τὸν κα­τα­στή­σει ἄ­ξιο τῆς σω­τη­ρί­ας.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου