ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ
ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄
ΛΟΥΚΑ
(ΙΩΑΝΝΟΥ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ
ΤΟΥ
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ)
(13 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2016)
Ο
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΟΥ ΙΕΡΑΡΧΟΥ)
Ἀδελφοί, τοιοῦτος ἡμῖν
ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ
ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος, ὃς οὐκ ἔχει καθ᾿ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ
ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ
λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας. Ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους
καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν
νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον. Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις,
τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν
τοῖς οὐρανοῖς, τῶν ῾Αγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ
Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος.
(Ἑβρ. ζ΄[7] 26-28,
η΄[8]1-2)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί,
τέτοιος καὶ μὲ τέτοια προσόντα ἀρχιερεὺς μᾶς χρειαζόταν: εὐσεβὴς καὶ ἅγιος,
ἀπαλλαγμένος ἀπό κακία καὶ πονηρία, ἀμόλυντος, χωρισμένος ἀπό τούς ἁμαρτωλοὺς
καὶ ἀνέγγιχτος ἀπό τὴν ἁμαρτία. Κι ὅσο ζοῦσε στή γῆ, ἦταν τελείως χωρισμένος κι
ἀνέγγιχτος ἀπό τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ ἦταν ἀπόλυτα ἀναμάρτητος·
ἐπιπλέον ὅμως τώρα καὶ ἐπειδὴ ἀνυψώθηκε πάνω ἀπό τούς οὐρανοὺς καὶ κάθεται στὰ
δεξιὰ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ὁ νέος ἀρχιερέας δὲν ἔχει ἀνάγκη, ὅπως οἱ ἀρχιερεῖς τοῦ
νόμου, νὰ προσφέρει κάθε μέρα θυσίες πρῶτα γιὰ τὶς δικές του κι ἔπειτα γιά τοῦ
λαοῦ τὶς ἁμαρτίες. Δὲν ἔχει ἀνάγκη νὰ προσφέρει θυσίες γιὰ τὸν ἑαυτό του, διότι
ἦταν ἀναμάρτητος. Δὲν ἔχει ἀνάγκη νὰ προσφέρει κάθε μέρα θυσίες καὶ γιὰ τὸ λαό
του, διότι αὐτὸ τὸ ἔκανε μιά γιά πάντα θυσιάζοντας τὸν ἑαυτό του γιά χάρη τοῦ
λαοῦ του. Ὁ ἀρχιερέας μας ἄλλωστε διαφέρει πάρα πολὺ ἀπό τοὺς ἀρχιερεῖς τοῦ
νόμου. Διότι ὁ νόμος ἐγκαθιστᾶ ὡς ἀρχιερεῖς ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν ἠθικὴ ἀσθένεια
καὶ εἶναι θνητοί. Ὁ λόγος ὅμως καί ἡ ἔνορκη ὑπόσχεση ποὺ δόθηκε ὕστερα ἀπό τὸν
νόμο καὶ συνεπῶς τὸν ἀντικατέστησε, ἐγκαθιστᾶ ἀρχιερέα τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ
ὁποῖος ἀναδείχθηκε στὴν ἐπίγεια ζωὴ του ἀναμάρτητος καὶ τέλειος, καὶ μένει
ἀναμάρτητος καὶ τέλειος αἰωνίως. Τὸ σπουδαιότερο λοιπὸν ἀπ’ ὅσα εἴπαμε εἶναι
αὐτό: ὅτι ἔχουμε τέτοιον ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ θρόνου τῆς
μεγαλειότητος τοῦ Θεοῦ στοὺς οὐρανοὺς καὶ ἔγινε λειτουργὸς τῶν Ἁγίων πού
βρίσκονται στοὺς οὐρανούς, καὶ τῆς ἀληθινῆς σκηνῆς, πού δὲν τὴν κατασκεύασε
κάποιος ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Κύριος.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, Νομικός τις προσῆλθε
τῷ ᾿Ιησοῦ, πειράζων αὐτὸν, καὶ λέγων· Διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον
κληρονομήσω; Ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις;
Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας
σου, καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου, καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου, καὶ ἐξ ὅλης
τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ· Ὀρθῶς
ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ. Ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν, εἶπε
πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν· Καί τίς ἐστί μου πλησίον; Ὑπολαβὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν·
Ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ ῾Ιερουσαλὴμ εἰς ῾Ιεριχώ, καὶ λησταῖς
περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν, καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον,
ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. Κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν
ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν. Ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης,
γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν, ἀντιπαρῆλθε. Σαμαρείτης
δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη, καὶ προσελθὼν
κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ, ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας
δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος, ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον, καὶ ἐπεμελήθη
αὐτοῦ· καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ
πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ,τι ἂν προσδαπανήσῃς,
ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι. Τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον
δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς; Ὁ δὲ εἶπεν·
Ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾿ αὐτοῦ. Εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· Πορεύου
καὶ σὺ ποίει ὁμοίως.
(Λουκ.
ι΄[10] 25 – 37)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνον τόν καιρό , σηκώθηκε
κάποιος νομοδιδάσκαλος γιὰ νὰ δοκιμάσει τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀποδείξει
ὅτι δὲν γνώριζε τὸ νόμο, καί τοῦ εἶπε: Διδάσκαλε, ποιὸ ἔργο ἀρετῆς
ἢ ποιὰ θυσία πρέπει νὰ κάνω γιὰ νά κληρονομήσω τὴ μακάρια καὶ αἰώνια
ζωή; Καὶ ὁ Κύριος τοῦ εἶπε: Στὸ νόμο τί ἔχει γραφεῖ; Ἐσὺ πού σπουδάζεις
καὶ ἐρευνᾶς τὸ νόμο, τί διαβάζεις ἐκεῖ γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό; Καὶ πῶς τὸ
ἀντιλαμβάνεσαι; Ὁ νομικὸς τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: Στὸ νόμο εἶναι
γραμμένο τὸ ἑξῆς: Νὰ ἀγαπᾶς τὸν Κύριο καὶ Θεό σου μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά,
ὥστε σ' αὐτὸν νὰ εἶσαι ὁλοκληρωτικὰ παραδομένος, μὲ ὅλα τὰ βάθη
τῆς ἐσωτερικῆς καὶ πνευματικῆς ὑπάρξεώς σου· καὶ μὲ ὅλη σου τὴν ψυχή,
ὥστε αὐτὸν νὰ ποθεῖς μὲ ὅλο τὸ συναίσθημά σου· καὶ μὲ ὅλη τὴ θέληση
καὶ τὴ δύναμή σου, ὥστε κάθε τί πού θὰ κάνεις νὰ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ θέλημά
Του. Καὶ μὲ ὅλη σου τὴ δύναμη καὶ μὲ δραστηριότητα ἀκούραστη νὰ ἐργάζεσαι
γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ θελήματός Του. Νὰ τὸν ἀγαπᾶς καὶ μὲ τὸ νοῦ σου ὁλόκληρο,
ὥστε αὐτὸν πάντοτε νὰ σκέφτεσαι. Νὰ ἀγαπᾶς ἐπίσης καὶ τὸν πλησίον
σου, τὸ συνάνθρωπό σου, ὅσο καὶ ὅπως ἀγαπᾶς τὸν ἑαυτό σου. Τοῦ εἶπε
τότε ὁ Κύριος: Σωστὴ ἀπάντηση ἔδωσες. Νὰ κάνεις πάντοτε αὐτὸ πού εἶπες,
καὶ θὰ κληρονομήσεις τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ ζήσεις σ' αὐτή. Ὁ νομοδιδάσκαλος
ὅμως θέλοντας νὰ δικαιολογήσει τὸν ἑαυτό του, ἐπειδή, ὅπως ἀποδείχθηκε,
ἔθεσε στὸν Ἰησοῦ ἕνα ἐρώτημα πάνω στὸ ὁποῖο τοῦ ἦταν γνωστὴ ἡ ἀπάντηση,
εἶπε στὸν Ἴησοῦ: Καὶ ποιὸν πρέπει νὰ θεωρῶ «πλησίον» μου σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία Γραφή;
Τότε ὁ Ἰησοῦς μὲ τὴν ἀφορμὴ αὐτὴ πῆρε τὸ λόγο
καὶ εἶπε: Κάποιος ἄνθρωπος κατέβαινε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα στὴν Ἱεριχώ
κι ἔπεσε σὲ ἐνέδρα ληστῶν. Αὐτοὶ δὲν ἀρκέστηκαν μόνο νὰ τοῦ πάρουν
τὰ χρήματά του, ἀλλά καὶ τὸν ἔγδυσαν, τὸν τραυμάτισαν, τὸν γέμισαν μὲ
πληγὲς καὶ ἔφυγαν, ἀφοῦ τὸν ἄφησαν μισοπεθαμένο. Κατὰ σύμπτωση τότε
κατέβαινε στὸ δρόμο ἐκεῖνο κάποιος ἱερεύς, κι ἐνῶ τὸν εἶδε, τὸν προσπέρασε
ἀπὸ τὸ ἀπέναντι μέρος τοῦ δρόμου χωρὶς νὰ τοῦ δώσει σημασία ἢ κάποια
βοήθεια. Τὸ ἴδιο καὶ κάποιος Λευΐτης πού περνοῦσε ἀπὸ τὸ μέρος ἐκεῖνο,
ἐνῶ πλησίασε καὶ εἶδε τὸν πληγωμένο, ἀπομακρύνθηκε ἀμέσως καὶ
τὸν προσπέρασε κι αὐτὸς ἀπὸ τὸ ἀπέναντι μέρος τοῦ δρόμου. Ἕνας Σαμαρείτης
ὅμως πού περνοῦσε ἀπὸ τὸ δρόμο ἐκεῖνο, ἦλθε στὸ μέρος ὅπου ἦταν ξαπλωμένος,
καὶ ὅταν τὸν εἶδε τὸν σπλαχνίστηκε καὶ τὸν πόνεσε. Τὸν πλησίασε τότε
καὶ τοῦ ἔδεσε μὲ ἐπιδέσμους τὰ τραύματά του, ἀφοῦ προηγουμένως τὰ ἔπλυνε
καὶ τὰ ἄλειψε μὲ λάδι καὶ μὲ κρασί. Κι ἔπειτα τὸν ἀνέβασε στὸ ζῶο
του, τὸν πῆγε σὲ κάποιο πανδοχεῖο καὶ τὸν περιποιήθηκε, διακόπτοντας
ἔτσι τὸ ταξίδι του. Τὴν ἄλλη μέρα τὸ πρωί, φεύγοντας ἀπὸ τὸ πανδοχεῖο
πού εἶχε διανυκτερεύσει, ἔβγαλε δύο δηνάρια, τὰ ἔδωσε στὸν ξενοδόχο
καὶ τοῦ εἶπε: Περιποιήσου τον γιὰ νὰ γίνει καλά. Καὶ ὅ,τι παραπάνω ξοδέψεις,
ἐγώ καθώς θά ἐπιστρέφω στὴν πατρίδα μου καὶ θὰ ξαναπεράσω ἀπὸ ἐδῶ,
θὰ σοῦ τὰ πληρώσω. Λοιπόν, ρώτησε συμπερασματικὰ ὁ Ἰησοῦς, ποιός ἀπό
τους τρεῖς αὐτούς σοῦ φαίνεται ὅτι ἔκανε τὸ καθῆκον του πρὸς τὸ συνάνθρωπο
καὶ ἀποδείχθηκε στὴ πράξη «πλησίον» καὶ ἀδελφὸς ἐκείνου πού ἔπεσε
στά χέρια τῶν ληστῶν; Κι αὐτὸς εἶπε: «Πλησίον»
του ἀποδείχθηκε αὐτός πού τὸν σπλαχνίστηκε καὶ τὸν ἐλέησε. Τοῦ εἶπε
λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς: Πήγαινε καὶ κάνε κι ἐσύ τὸ ἴδιο. Δεῖχνε δηλαδή συμπάθεια
σὲ κάθε ἄνθρωπο πού πάσχει, χωρίς νὰ ἐξετάζεις ἂν αὐτὸς εἶναι συγγενής
σου ή συμπατριώτης σου, καὶ χωρὶς νὰ λογαριάζεις τὶς θυσίες καὶ τούς
κόπους καὶ τὶς δαπάνες πού θὰ ὑποστεῖς γιὰ νὰ βοηθήσεις καὶ νὰ συντρέξεις
αὐτὸν πού πάσχει, ἔστω κι ἂν αὐτὸς εἶναι ἐχθρός σου. Ἔτσι κι ὁ Χριστός,
πού οἱ ἐχθροί του τὸν ἔβριζαν «Σαμαρείτη»,
στὴν καταπληγωμένη καὶ μισοπεθαμένη ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες ἀνθρωπότητα
ἔγινε ὁ καλὸς καὶ ἀγαθὸς Σαμαρείτης. Καὶ γιὰ νὰ τὴν θεραπεύσει ἀπ'
τὶς πληγές της, ὄχι μόνο ὑπέστη κόπους, ἀλλά ὑποβλήθηκε καὶ σὲ θάνατο
σταυρικό.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Ὁ μεγάλος
αὐτὸς πατέρας καὶ διδάσκαλος τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γεννήθηκε στὴν
Ἀντιόχεια τὸ 347 μ.Χ.(κατὰ ἄλλους τὸ 354 μ.Χ.). Πατέρας του ἦταν ὁ στρατηγὸς
Σεκοῦνδος καὶ μητέρα του ἡ Ἀνθοῦσα. Γρήγορα ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα, καὶ ἡ
μητέρα του – χήρα τότε 20 ἐτῶν – τὸν ἀνέθρεψε καὶ τὸν μόρφωσε κατὰ τὸν καλύτερο
χριστιανικὸ τρόπο. Ἦταν εὐφυέστατο μυαλὸ καὶ σπούδασε πολλὲς ἐπιστῆμες στὴν
Ἀντιόχεια, κοντὰ στὸν τότε διάσημο ρήτορα Λιβάνιο. Ἐπίσης ἀκολούθησε θεολογικὲς σπουδὲς δίπλα στὸν
Καρτέριο καὶ τὸν Διόδωρο Ταρσοῦ, στὸ λεγόμενο Ἀσκητήριο, τὴ μεγάλη
θεολογικὴ σχολὴ τῆς Ἀντιόχειας, ἐνῶ σπούδασε καὶ ὡς συνήγορος, ἑξασκώντας τὸ
ἐπάγγελμα για λίγους μῆνες.
Ὅταν
ἀποπεράτωσε τὶς σπουδές του, ἐπανῆλθε στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο
γιὰ πέντε χρόνια, ὅπου ἀσκήτευε προσευχόμενος καὶ μελετώντας τὶς Ἅγιες Γραφές.
Ἀσθένησε ὅμως καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου χειροτονήθηκε διάκονος – τὸ
381 μ.Χ., σὲ ἡλικία 34 ἐτῶν – ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀντιοχείας Μελέτιο. Ἀργότερα
δὲ ἀπὸ τὸν διαδοχο τοῦ Μελετίου Φλαβιανὸ πρεσβύτερος σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν.
Κατὰ τὴν
Ἱερατική του διακονία ἀνέπτυξε ὅλα τὰ ψυχικά του χαρίσματα, πύρινο θεῖο ζῆλο
καὶ πρωτοφανὴ εὐγλωττία στὰ κηρύγματά του. Ἔσειε καὶ συγκλόνιζε τὰ πλήθη τῆς Ἀντιόχειας
καὶ συγκινοῦσε τὶς ψυχές τους βαθύτατα. Ἡ φήμη του αὐτὴ ἔφτασε μέχρι τὴ
βασιλεύουσα καὶ ἔτσι, τὴν 15η Δεκεμβρίου 397 μ.Χ., μὲ κοινὴ ψῆφο βασιλιὰ
Ἀρκαδίου καὶ Κλήρου, ἔγινε Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, κάτι ποὺ ὁ ἴδιος δὲν
ἐπεδίωξε ποτέ. Καὶ ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ἐκτὸς ἄλλων, ὑπῆρξε
αὐστηρὸς ἀσκητὴς καὶ δεινὸς ἑρμηνευτὴς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ
πολλὰ συγγράμματά του (διασώθηκαν 804, περίπου, ὁμιλίες του). Ἔργο ἐπίσης τοῦ
Χρυσοστόμου εἶναι καὶ ἡ Θεία Λειτουργία, ποὺ τελοῦμε σχεδὸν κάθε Κυριακή, μὲ
λίγες μόνο, ἀπὸ τότε μετατροπές.
Ὁ ἱερὸς
Χρυσόστομος κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πατριαρχείας του ὑπῆρξε ἀδυσώπητος ἐλεγκτὴς
κάθε παρανομίας καὶ κακίας. Αὐτὸ ὅμως ἔγινε αἰτία νὰ δημιουργήσει φοβεροὺς
ἐχθρούς, καὶ μάλιστα αὐτὴν τὴν αὐτοκράτειρα Εὐδοξία, ἐπειδὴ ἤλεγχε τὶς
παρανομίες της. Αὐτὴ μάλιστα, σὲ συνεργασία μὲ τὸν τότε Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας
Θεόφιλο (ἑνὸς μοχθηροῦ καὶ ἀσεβοῦς ἀνθρώπου), συγκάλεσε σύνοδο (παράνομη) ἀπὸ
36 ἐπισκόπους (ὅλοι τους πνευματικὰ ὕποπτοι καὶ δυσαρεστημένοι ἀπὸ τὸν ἅγιο)
στὸ χωριὸ Δρῦς τῆς Χαλκηδόνας καὶ πέτυχε τὴν καθαίρεση καὶ ἐξορία τοῦ Ἁγίου σ᾿
ἕνα χωριὸ τῆς Βιθυνίας. Ἡ ἀπόφαση αὐτὴ ὅμως, τόσο ἐξερέθισε τὰ πλήθη, ὥστε
ἀναγκάστηκε αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ Εὐδοξία νὰ τὸν ἀνακαλέσει ἀπὸ τὴν ἐξορία καὶ νὰ τὸν
ἀποκαταστήσει στὸν θρόνο μὲ ἄλλη συνοδικὴ ἀθωωτικὴ ἀπόφαση (402 μ.Χ.). Ἀλλὰ
λίγο ἀργότερα, ἡ ἀσεβὴς αὐτὴ αὐτοκράτειρα, κατάφερε καὶ πάλι νὰ ἐξορίσει τὸν
Ἅγιο (20 Ἰουνίου 404 μ.Χ.) στὴν Κουκουσὸ τῆς Ἀρμενίας καὶ ἀπὸ κεῖ στὰ Κόμανα,
ὅπου μετὰ ἀπὸ πολλὲς κακουχίες καὶ ἄλλες ταλαιπωρίες πέθανε τὸ 407 μ.Χ.
Ο Μ. Ε.
Γαλανὸς στὸν Συναξαριστή του, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἀναφέρει γιὰ τὸν Ἱερὸ
Χρυσόστομο, ὅτι ὑπῆρξε καὶ ἀναγνωρίζεται ὡς ὁ πιὸ ἄριστος καὶ δημοφιλὴς
διδάσκαλος τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Κανένας δὲν ἐξήγησε ὅπως αὐτός, μὲ τόσο
πλοῦτο καὶ τόση σαφήνεια τὰ νοήματα τῶν θείων Γραφῶν, οὔτε δὲ ὑπῆρξε ἐφάμιλλός
του στὴν ἑτοιμολογία, τὴν ἁπλότητα, ἀλλὰ καὶ στὴ φλόγα καὶ τὴ δύναμη τῆς
ρητορείας. Ὑπῆρξε ρήτορας θαυμαστός, λογοτέχνης ἀπαράμιλλος, βαθύτατος καὶ
διεισδυτικότατος, ψυχολόγος καὶ καταπληκτικὸς κοινωνιολόγος μὲ αἴσθημα
χριστιανικῆς ἰσότητας, χωρὶς προνομιούχους, μὲ καθολικὴ ἀδελφότητα. Ἀνήκει σ'
αὐτοὺς ποὺ φαίνονται «ὡς φωστῆρες ἐν
κόσμῳ» (Φιλιπ. β΄[2] 15). Δηλαδὴ σὰν φωτεινὰ ἀστέρια μέσα στὸν κόσμο.
Νὰ σημειώσουμε
ἐδῶ, ὅτι ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος πέθανε τὴν 14η Σεπτεμβρίου, ἀλλὰ λόγῳ τῆς ἑορτῆς
τῆς ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μετατέθηκε ἡ ἑορτὴ τῆς μνήμης του τὴν 13η
Νοεμβρίου. Ἐπίσης τὴν 15η Δεκεμβρίου ἑορτάζουμε τὴν χειροτονία του σὲ Πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως, τὴν 27η Ἰανουαρίου τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του, ἀλλὰ ἡ
μνήμη του ἑορτάζεται καὶ τὴν 30η Ἰανουαρίου μαζὶ μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ τὸν
Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο. Καὶ τέλος τὴν 26η Φεβρουαρίου ἑορτάζουμε τὴν μνήμη
τῆς χειροτονίας του σὲ πρεσβύτερο.
ΠΗΓΗ: http://www.saint.gr/3021/saint.aspx
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου