ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ
ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄
ΛΟΥΚΑ
(22 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2017)
(ΤΙΜΟΘΕΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ)
Τέκνον Τιμόθεε, χάριν ἔχω τῷ Θεῷ, ᾧ λατρεύω ἀπὸ προγόνων ἐν καθαρᾷ
συνειδήσει, ὡς ἀδιάλειπτον ἔχω τὴν περὶ σοῦ μνείαν ἐν ταῖς δεήσεσί μου νυκτὸς
καὶ ἡμέρας, ἐπιποθῶν σε ἰδεῖν, μεμνημένος σου τῶν δακρύων, ἵνα χαρᾶς πληρωθῶ,
ὑπόμνησιν λαμβάνων τῆς ἐν σοὶ ἀνυποκρίτου πίστεως, ἥτις ἐνῴκησε πρῶτον ἐν τῇ
μάμμῃ σου Λωΐδι καὶ τῇ μητρί σου Εὐνίκῃ· πέπεισμαι δὲ ὅτι καὶ ἐν σοί. Δι' ἣν
αἰτίαν ἀναμιμνήσκω σε ἀναζωπυρεῖν τὸ χάρισμα τοῦ Θεοῦ, ὅ ἐστιν ἐν σοὶ διὰ τῆς
ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν μου· οὐ γὰρ ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεὸς πνεῦμα δειλίας,
ἀλλὰ δυνάμεως καὶ ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ. Μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ
Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ Εὐαγγελίῳ κατὰ
δύναμιν Θεοῦ, τοῦ σώσαντος ἡμᾶς.
(Β’ Τιμ. α΄ [1] 3-9)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Παιδί μου Τιμόθεε, εὐχαριστῶ τὸν Θεό, τὸν ὁποῖο
λατρεύω μὲ καθαρὴ συνείδηση, ὅπως μὲ δίδαξαν οἱ πρόγονοί μου. Καὶ τὸν
εὐχαριστῶ, διότι ἀκατάπαυστα καὶ χωρὶς νὰ τὸ παραλείπω ποτέ, σὲ θυμᾶμαι στὶς
δεήσεις μου νύχτα καὶ μέρα καὶ ποθῶ πολὺ νὰ σὲ δῶ.
Ἔχω τόσο πόθο κι ἀγάπη γιὰ σένα, διότι θυμᾶμαι τὰ δάκρυα ποὺ ἔχυνες, ὅταν
ἀποχωριζόμασταν. Καὶ θέλω νὰ σὲ δῶ, γιὰ νὰ πλημμυρίσει ἡ καρδιά μου ἀπὸ χαρά.
Θυμᾶμαι ἀκόμη τὴν ἀνυπόκριτη καὶ εἰλικρινὴ πίστη ποὺ ἔχεις μέσα σου καὶ ἡ ὁποία
κατοίκησε πρῶτα στὴν καρδιὰ τῆς γιαγιᾶς σου Λωίδος καὶ τῆς μητέρας σου Εὐνίκης,
καὶ εἶμαι βέβαιος ὅτι φώλιασε καὶ στὴ δική σου καρδιά. Ἐπειδὴ ἔχω τὴ βεβαιότητα
ὅτι ἔχεις ἀνυπόκριτη πίστη, γι᾿ αὐτὸ σοῦ ὑπενθυμίζω καὶ πάλι, ὅπως σὲ προέτρεψα
καὶ στὸ παρελθόν, νὰ ἀνανεώνεις τὸ πῦρ τοῦ χαρίσματος τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο ἔλαβες
στὴ χειροτονία σου, ὅταν ἔθεσα τὰ χέρια μου στὸ κεφάλι σου. Νὰ διατηρεῖς
ἀναμμένο τὸ χάρισμα αὐτό, ποὺ σὲ κάνει ἄφοβο καὶ θαρραλέο στὸ κήρυγμα τοῦ
Εὐαγγελίου. Διότι ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἔδωσε πνεῦμα δειλίας, ὥστε νὰ μᾶς φοβίζουν οἱ
ἀπειλὲς καὶ οἱ διωγμοί, ἀλλὰ μᾶς ἔδωσε πνεῦμα καὶ χάρισμα δυνάμεως, γιὰ νὰ ἀντέχουμε
στοὺς πειρασμοὺς· μᾶς ἔδωσε καὶ πνεῦμα ἀγάπης καὶ πνεῦμα ποὺ μᾶς σωφρονίζει,
ὥστε φρόνιμα καὶ συνετὰ νὰ κυβερνοῦμε καὶ τὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς ἄλλους. Ἀφοῦ
λοιπὸν ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε χάρισμα ἀνδρείας καὶ δυνάμεως, μὴν ντραπεῖς νὰ
ὁμολογεῖς τὴ μαρτυρία γιὰ τὸν Κύριό μας, τὸν σταυρωμένο Χριστό. Μὴν ντραπεῖς
ἀκόμη οὔτε γιὰ μένα ποὺ ἔχω φυλακισθεῖ γιὰ τὸ ὄνομά του, ἀλλὰ κακοπάθησε μαζί
μου γιὰ χάρη τοῦ Εὐαγγελίου μὲ τὴ δύναμη ποὺ δίνει ὁ Θεός, ποὺ μᾶς ἔσωσε.
ΤΟ
ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ
ἐκείνῳ, διήρχετο ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν ῾Ιεριχώ. Καὶ ἰδοὺ, ἀνὴρ ὀνόματι
καλούμενος Ζακχαῖος· καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος,
καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν ᾿Ιησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου,
ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν. Καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν, ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν,
ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. Καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ
τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν αὐτὸν, καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε,
σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. Καὶ σπεύσας
κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων. Καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον,
λέγοντες· ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. Σταθεὶς δὲ
Ζακχαῖος, εἶπε πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦν· Ἰδοὺ, τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου
Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς· καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι
τετραπλοῦν. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς· ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ
τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς ᾿Αβραάμ ἐστιν. Ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς
τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.
(Λουκ. ιθ΄[19] 1 - 10)
Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΖΑΚΧΑΙΟΥ
1. Ο ΠΟΘΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΜΠΟΔΙΑ
Στὴν Ἱεριχὼ ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος ἦταν ἀπορροφημένος ἀπὸ τὶς φοροεισπρακτικές του ἐργασίες. Διευθυντὴς τοῦ τελωνείου, εἶχε πολλὰ ζητήματα νὰ τακτοποιήσει, ἀλλὰ καὶ πολλὲς ἀπολαβές. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὅμως κάτι ἄλλαξε μέσα του. Ἔμαθε πὼς ἀπὸ τὴν πόλη του θὰ περνοῦσε ὁ Κύριος. Καὶ ἤθελε πολὺ νὰ Τὸν δεῖ, νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι. Εἶχε ὅμως μαζευτεῖ τόσο πολὺς λαὸς γύρω ἀπὸ τὸν Κύριο ποὺ διέσχιζε τὴν πόλη, ὥστε ἦταν ἀδύνατο νὰ Τὸν προσεγγίσει. Ἦταν καὶ κοντὸς στὸ ἀνάστημα καὶ δὲν μποροῦσε νὰ Τὸν δεῖ ἔστω καὶ ἀπὸ μακριά. Καὶ τί κάνει; Τρέχει ἀμέσως σὰν νὰ ᾿ταν μικρὸ παιδί, κι ἀνεβαίνει πάνω σ᾿ ἕνα δέντρο, σὲ μιὰ συκομουριά, γιὰ νὰ Τὸν δεῖ. Διότι ἀπὸ ἐκεῖ θὰ περνοῦσε ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Μόλις πλησίασε ὁ Κύριος, ἀμέσως κατευθύνθηκε πρὸς τὸ δέντρο, σήκωσε τὸ βλέμμα του καὶ κοίταξε τὸν Ζακχαῖο. Καὶ χωρὶς νὰ Τὸν γνωρίζει ἀπὸ πρίν, τὸν φωνάζει μὲ τὸ ὄνομά του καὶ τοῦ λέει: Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα. Σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου. Καὶ ὁ Ζακχαῖος κατεβαίνει ἀμέσως, καὶ μὲ χαρὰ μοναδικὴ ὑποδέχεται τὸν Κύριο στὸ σπίτι του.
Κάποιοι ἄνθρωποι βέβαια, μόλις τὸ εἶδαν αὐτό, μουρμούριζαν μὲ ἀγανάκτηση ἐναντίον του καὶ μὲ περιφρόνηση ἔλεγαν ὅτι στὸ σπίτι ἀνθρώπου ἁμαρτωλοῦ μπῆκε νὰ μείνει καὶ νὰ ἀναπαυθεῖ.
Ὁ Ζακχαῖος ὅμως δὲν ὑπολόγισε τίποτε ἀπὸ αὐτά. Διότι ζοῦσε τὴ μεγαλύτερη χαρὰ τῆς ζωῆς του. Καὶ ποιὸς θὰ τὸ περίμενε; Ἕνας διευθυντὴς τοῦ τελωνείου, ἕνας ἄνθρωπος τόσο πλούσιος, ἕνα πρόσωπο τῆς ὑψηλῆς κοινωνίας, ποὺ καθημερινὸ ἐνδιαφέρον εἶχε πῶς θὰ πλουτίσει περισσότερο, νὰ ἔχει καὶ πνευματικὰ ἐνδιαφέροντα! Καὶ νὰ θέλει νὰ δεῖ τὸν Κύριο. Καὶ νὰ μὴν ὑπολογίζει τὰ τόσα ἐμπόδια στὸ δρόμο του αὐτό. Ἐπιθυμοῦσε νὰ δεῖ τὸν Ἰησοῦ. Θὰ εἶχε ἀκούσει νὰ μιλοῦν γιὰ τὸν Κύριο, καὶ ἰδιαιτέρως γιὰ τὴν ἐπιείκεια καὶ συγκατάβαση ποὺ ἔδειχνε στοὺς τελῶνες. Καὶ ἤθελε νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι αὐτός.
Οἱ ἐξωτερικοὶ τύποι καὶ τρόποι συμπεριφορᾶς ἀσφαλῶς δὲν τοῦ ἐπέτρεπαν νὰ κάνει μιὰ τέτοια τρέλα, νὰ ἀναρριχηθεῖ πάνω σ᾿ ἕνα δέντρο. Ἀλλὰ ὁ πόθος του νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ τὸν ἔκανε νὰ καθυποτάξει κάθε ἐπιφύλαξη καὶ νὰ ὑπερνικήσει κάθε ἐμπόδιο. Δὲν ὑπολόγισε οὔτε τὴ θέση του οὔτε τὴν προσωπική του ἀξιοπρέπεια οὔτε τὰ σχόλια τῶν ἄλλων.
Ὅσοι λοιπὸν θέλουμε νὰ γνωρίσουμε τὸν Κύριο, νὰ Τὸν κάνουμε ἔνοικο στὴν ψυχή μας, νὰ Τὸν κάνουμε κυβερνήτη τῆς ζωῆς μας, θὰ πρέπει νὰ μάθουμε νὰ ὑπερπηδοῦμε κάθε ἐμπόδιο στὸν πόθο μας αὐτό. Νὰ μὴν ὑπολογίζουμε κόπους καὶ δυσκολίες, σχόλια καὶ εἰρωνεῖες· οὔτε πιθανὴ ἀπομόνωση ἀπὸ τὸν κοινωνικό μας περίγυρο ἢ ἀπώλεια τῆς κοινωνικῆς μας καταξίωσης. Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα καὶ πάνω ἀπ᾿ ὅλα νὰ κυριαρχεῖ ὁ πόθος μας νὰ γνωρίσουμε τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ζήσουμε μ᾿ Αὐτόν, ὅ,τι κι ἂν αὐτὸ μᾶς κοστίζει.
2. Η ΑΛΛΑΓΗ
Ὁ Ζακχαῖος τώρα μέσα στὸ σπίτι του ἐκδηλώνει τὴν ἀληθινὴ καὶ σταθερὴ μετάνοιά του. Στέκεται κάποια στιγμὴ μπροστὰ στὸν Κύριο καὶ τοῦ λέει:
-Κύριε, τὴ μισὴ περιουσία μου τὴ δίνω στοὺς πτωχούς. Καὶ ἐὰν τυχὸν ὡς τελώνης ἀδίκησα μὲ ψεύτικες καταγγελίες καὶ ἀναφορὲς κάποιον γιὰ νὰ καταχρασθῶ τὴν περιουσία του, τοῦ τὸ ἐπιστρέφω τετραπλάσιο.
Τότε τοῦ λέει ὁ Κύριος: «Σήμερα, μὲ τὴν ἐπίσκεψή μου ἐδῶ ἦλθε ἡ σωτηρία στὸ σπίτι αὐτό. Καὶ ἔπρεπε νὰ σωθεῖ κι ὁ τελώνης αὐτός, διότι κι αὐτὸς εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Διότι ὁ «υἱὸς τοῦ
ἀνθρώπου» ἦλθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ γιὰ νὰ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει τὸ χαμένο του πρόβατο, ποὺ κινδύνευε νὰ πεθάνει στὴν ἁμαρτία».
Κι ἕνα τέτοιο χαμένο πρόβατο ποὺ βρέθηκε ἦταν καὶ ὁ Ζακχαῖος. Ἦρθε καὶ γι᾿ αὐτὸν ἡ ὥρα τῆς χάριτος, ἡ ὥρα τῆς μετανοίας. Μιᾶς μετάνοιας ποὺ κυοφορήθηκε καὶ ὡρίμασε μὲ τὴ γνωριμία του μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ διακήρυξη τῆς ἐπανορθώσεώς του ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς προσωπικῆς σχέσεως ποὺ εἶχε μὲ τὸν Κύριο. Μόλις γνώρισε τὸν Χριστό, δὲν ὑπολογίζει οὔτε τὴν περιουσία του οὔτε τὸ ἀξίωμά του. Μοιράζει ὅλη του τὴν περιουσία. Καὶ τὴν δίνει ἀμέσως. Δὲν λέει ὅτι θὰ τὰ δώσει ἀργότερα ἢ μετὰ τὸν θάνατό του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἐπιβεβαιώνει τὴ γνήσια μετάνοια τοῦ Ζακχαίου λέγοντας ὄτι σήμερα ἦλθε ἡ σωτηρία στὸ σπίτι αὐτό.
Πόσο γρήγορα ἄλλαξε ὁ Ζακχαῖος! Ὁ ἄδικος ἔγινε ἐλεήμων, ὁ πάμπλουτος πάμφτωχος, ὁ ἐγκόσμιος ὑπερκόσμιος, ὁ ὑλόφρων θεόφρων, ὁ φίλος τοῦ χρήματος
φίλος τοῦ Χριστοῦ. Μαθητὴς τοῦ Κυρίου καὶ ἀργότερα συνοδὸς τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ἐπίσκοπος Καισαρείας καὶ Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας.
Μέσα στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ λοιπὸν ὅλα διορθώνονται. Μὲ τὴ μετάνοια καὶ ἱερὰ Ἐξομολόγηση ὅλα μποροῦν νὰ ἀλλάξουν. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ ζοῦμε καθημερινὰ μὲ μετάνοια καὶ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας καὶ νὰ ἀφήνουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐργάζεται τὴ μεταμόρφωση καὶ ἀναγέννησή μας. Κι ὅταν ὁ Κύριος κρίνει, θὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὰ πολλά μας πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες μας, θὰ μᾶς ἀναγεννήσει, θὰ μᾶς ἐξαγιάσει.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου