ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ
(ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)
(16 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2018)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)
Ἀδελφοί, ὃταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ὑμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν
κακήν,
καὶ τὴν πλεονεξίαν
ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι' ἃ ἔρχεται
ἡ
ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ
ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· νυνὶ
δὲ ἀπόθεσθε
καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν,
βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι
τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον
σὺν ταῖς πράξεσιν
αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον
εἰς ἐπίγνωσιν
κατ'
εἰκόνα τοῦ κτίσαντος
αὐτόν, ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην
καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ
καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος,
Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός. (Κολ. γ΄[3] 4-11)
ΕΝΔΟΞΟΙ ΣΤΟΥΣ ΟΥΡΑΝΟΥΣ
1.ΠΟΙΑ ΔΟΞΑ ΜΑΣ
ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ
Ὅταν ὁ Χριστὸς
φανερωθεῖ, ὁ αἴτιος καὶ χορηγὸς τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς, τότε καὶ ἐμεῖς,
ὅλοι οἱ πιστοί, θὰ φανερωθοῦμε μαζὶ μ᾿ αὐτὸν μέσα στὴ θεϊκή του δόξα,
λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Κολασσαεῖς, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλους ἐμᾶς.
Πόσο περιεκτικά,
μέσα σὲ λίγες λέξεις, παρουσιάζει τὸ μέγα μυστήριο τῆς δόξας ποὺ μᾶς
ἐπιφυλάσσει ὁ ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς μας καὶ μέγας εὐεργέτης μας Κύριος Ἰησοῦς
Χριστός. Αὐτός, λέει, εἶναι ἡ ζωή μας, δηλαδὴ ὁ χορηγὸς καὶ τῆς φυσικῆς
μας ζωῆς κατὰ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου, καὶ τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς
μὲ τὴν ἀναδημιουργία τοῦ κόσμου ποὺ ἐπιτέλεσε ὁ Κύριος μὲ τὴ Σταύρωση
καὶ τὴν Ἀνάστασή του. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ζωὴ ὅλων μας, εἶναι ὁ πρῶτος
καὶ ὁ ἔσχατος, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, ὁ σκοπὸς καὶ ἡ αἰτία τῆς ζωῆς μας.
Ὅμως αὐτὸς ὁ
Κύριός μας μετὰ τὴν Ἀνάληψή του στοὺς οὐρανοὺς δὲν εἶναι πλέον φανερὸς
στὰ φυσικά μας μάτια, εἶναι κρυμμένος ἀπὸ ἐμᾶς. Δὲν Τὸν βλέπουμε. Αὐτὸ
ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι μακριά μας. Εἶναι ἀοράτως παντοῦ, εἶναι
δίπλα μας, εἶναι μέσα μας. Ζεῖ ὁ Χριστὸς μέσα μας κι ἐμεῖς ζοῦμε ἐν Χριστῷ
ὅταν Τὸν ἀγαποῦμε, Τὸν παρακαλοῦμε νὰ γίνει ἔνοικος τῆς καρδιᾶς
μας. Κι ὅταν Τὸν κοινωνοῦμε, γινόμαστε ἕνα μαζί του. Χωρὶς ὅμως καὶ
πάλι νὰ Τὸν βλέπουμε, διότι ὁ Χριστός μας παραμένει κρυμμένος, ἀόρατος
καὶ ἀδιόρατος. Αὐτὸ ὅμως δὲν πρέπει νὰ μᾶς κλονίζει τὴ βεβαιότητα
ὅτι καὶ πάλι θὰ φανερωθεῖ. Καὶ ὅταν φανερωθεῖ, κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία
του, θὰ φανερωθεῖ ἔνδοξος καὶ περίλαμπρος, μέσα στὴ δόξα τοῦ Πατρός
του μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους του. Τότε θὰ φανερωθοῦμε κι ἐμεῖς μαζί του
ἔνδοξοι.
Βέβαια δὲν
μποροῦμε νὰ συλλάβουμε οὔτε νὰ φαντασθοῦμε ποιὰ δόξα μᾶς περιμένει.
Τὶς ὑποσχέσεις τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν τώρα τὶς ἐλπίζουμε μόνο, χωρὶς
νὰ τὶς κατανοοῦμε. Τότε ὅμως αὐτὰ τὰ ἀγαθὰ ποὺ τώρα ἀγνοοῦμε, ἐκεῖ
θὰ τὰ γευόμαστε, θὰ τὰ ζοῦμε. Τότε θὰ εἴμαστε ὅλοι μαζὶ μὲ τὸν Κύριο,
ὅλοι ὅσοι Τὸν ἀγαπήσαμε. Ὅπου θὰ εἶναι Ἐκεῖνος, θὰ εἴμαστε κι ἐμεῖς
αἰωνίως μαζί του ἔνδοξοι μέσα στὸ θεϊκό του φῶς.
Ὅταν λοιπὸν
προσβλέπουμε σὲ μία τέτοια δόξα, δὲν εἶναι φυσικὸ οἱ καρδιές μας νὰ
ἑλκύονται ἀπὸ τὴ δόξα ἐκείνη καὶ νὰ ζοῦμε γι᾿ αὐτήν; Τί εἶναι ἐδῶ τόσο
λαμπρὸ καὶ γοητευτικὸ καὶ μόνιμο, ὥστε νὰ αἰχμαλωτίσει τὶς καρδιές
μας; Γι᾿ αὐτὸ «ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας»!
2. ΝΑ ΝΕΚΡΩΣΟΥΜΕ ΤΑ
ΠΑΘΗ ΜΑΣ
Ἐφόσον λοιπὸν
μᾶς περιμένει μιὰ τέτοια δόξα, ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς προτρέπει: Νὰ
νεκρώσετε τὰ μέλη σας «τὰ ἐπὶ τῆς γῆς». Τί ὅμως ἐννοεῖ ὁ θεῖος Ἀπόστολος
ὅταν μᾶς ζητᾶ νὰ νεκρώσουμε τὰ μέλη μας «τὰ ἐπὶ τῆς γῆς»; Ἀσφαλῶς δὲν
ἀναφέρεται κυριολεκτικῶς στὰ μέλη τοῦ σώματός μας ἀλλὰ στὰ πάθη
μας. Διότι ὅταν τὰ μέλη τοῦ σώματός μας δὲν ἐνεργοῦν ὅπως θέλει ὁ Θεός,
γίνονται ὄργανα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν ἐπιθυμιῶν
του. Τότε ὁ ἄνθρωπος κυριαρχεῖται ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τῶν παθῶν καὶ
κακῶν λογισμῶν καὶ διαπράττει τὰ ἁμαρτήματα ποὺ ἀπαριθμεῖ ὁ Παῦλος.
Γι᾿ αὐτὸ ὁ Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ μᾶς ζητᾶ νὰ νεκρώσουμε ὄχι τὰ φυσικά
μας ὁρατὰ μέλη ἀλλὰ τὰ ἀδιόρατα πάθη μας.
Νὰ νεκρώσουμε
τὰ πάθη, ποὺ ἀναζητοῦν τὶς γήινες ἀπολαύσεις καὶ ἡδονές. Κάθε πάθος
καὶ ὑποδούλωση στὸ κακό, κάθε κακὴ ἐπιθυμία. Νὰ πετάξουμε ἀπὸ ἐπάνω
μας σὰν ἄλλο ἀκάθαρτο ἔνδυμα ὅλα αὐτὰ τὰ κακά, τὴν ὀργἠ, τὸν θυμό,
τὴν πονηρία, τὴν κακολογία καὶ αἰσχρολογία. Διότι μὲ τὸ ἱερό μας
Βάπτισμα ὑποστήκαμε ἕναν πνευματικὸ θάνατο. Τότε ἀφαιρέθηκε ἀπὸ
ἐπάνω μας σὰν παλιόρουχο ὁ διεφθαρμένος παλαιὸς ἄνθρωπος. Διότι
μέσα στὴν ἁγία κολυμβήθρα νεκρώθηκε ὁ παλαιὸς ἑαυτός μας.
Ἒ λοιπόν, αὐτὸ
ποὺ ἔγινε τότε μυστηριακὰ μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, καὶ ἀσυνείδητα λόγῳ
τῆς βρεφικῆς μας ἡλικίας, καλούμαστε κάθε μέρα καὶ ὥρα νὰ τὸ κάνουμε
συνειδητά. Ὅπως τότε νεκρωθήκαμε ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία, ἔτσι μὲ τὴ
χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ πεθαίνουμε γι' αὐτὴν κάθε στιγμὴ καὶ ὥρα. Ὄχι ἁπλῶς
νὰ μισοῦμε τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, δηλαδὴ τὴ διεφθαρμένη διάθεση τῆς
πονηρίας, τὴ ρυπαρὴ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας καὶ τὰ πάθη της, ἀλλὰ νὰ τὰ νεκρώνουμε,
ὥστε νὰ μὴν μποροῦν νὰ ξαναζωντανέψουν.
Διότι ἐὰν ἀφήσουμε
τὴν ψυχή μας νὰ κυριαρχεῖται ἀπὸ τὰ ἁμαρτωλὰ πάθη καὶ ἁμαρτάνουμε
συστηματικὰ καὶ ἐπίμονα, ἐπισύρουμε ἐπάνω μας τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ.
Καὶ γιατί συμβαίνει αὐτό; Διότι τὰ ἁμαρτωλὰ πάθη εἶναι ἀντίθετα
καὶ ἐχθρικὰ στὴ φύση μας. Αὐτὰ μᾶς καταστρέφουν καὶ μᾶς καταργοῦν ὡς
ἀνθρώπους, μᾶς κάνουν κτήνη, γῆ καὶ χῶμα.
Νὰ νεκρώνουμε
λοιπὸν μέσα μας τὰ θανατηφόρα πάθη τῆς ἁμαρτίας ξεριζώνοντας τὶς
βδελυρὲς κακίες τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς. Ἔτσι θὰ καθαρίσει ὁ νοῦς καὶ
ἡ καρδιά μας, θὰ φωτισθεῖ ἡ ψυχή μας. Θὰ γίνουμε νέοι ἄνθρωποι, «λάμποντες,
ἀστράπτοντες, ἠλλοιωμένοι»· καὶ θὰ προσμένουμε μὲ χαρὰ καὶ λαχτάρα
τὴν ἐπουράνια θεϊκὴ δόξα.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο
τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)
Εἶπεν ὁ
Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· Ἄνθρωπός
τις
ἐποίησε δεῖπνον μέγα, καὶ ἐκάλεσε
πολλούς·
καὶ ἀπέστειλε
τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη
ἕτοιμά ἐστι πάντα. καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες, ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη
βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον.
καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα
ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. καὶ παραγενόμενος
ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ
ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης
εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ·
ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας
καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· Ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον
εἰσελθεῖν,
ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι
οὐδεὶς
τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων
τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου.
(Λουκ. ιδ΄[14] 16 – 24)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Εἶπε
ὁ Κύριος τήν πιό κάτω παραβολὴ: Κάποιος ἄνθρωπος ἔκανε μεγάλο βραδινὸ
συμπόσιο καὶ κάλεσε πολλούς. Ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἀπόλαυση δηλαδὴ τῆς αἰώνιας
βασιλείας παρομοιάζεται μ' ἕνα μεγαλοπρεπὲς δεῖπνο πού ἑτοίμασε
ὁ Θεός. Σ' αὐτὸ δὲν κάλεσε ἀρχικὰ ὅλους τους ἀνθρώπους, ἀλλά πολλούς,
δηλαδὴ μόνο τούς Ἰουδαίους. Καὶ τὴν ὥρα τοῦ δείπνου ἔστειλε τὸν δοῦλο
του γιὰ νὰ πεῖ στοὺς καλεσμένους: Ἐλᾶτε
καὶ μὴν ἀναβάλλετε, διότι εἶναι πλέον ὅλα ἕτοιμα. (Σὲ κάθε ἐποχὴ
δηλαδὴ ὁ Θεὸς ἔστελνε τοὺς ἀπεσταλμένους του. Καὶ στὸ τέλος ἔστειλε
τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστὴ κι ἔπειτα τὸν Υἱό του, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἐνανθρώπησή
του ἔλαβε μορφὴ δούλου). Τότε ἄρχισαν μεμιᾶς ὅλοι οἱ καλεσμένοι, ὁ
ἕνας μετὰ τὸν ἄλλον, σάν νά ἦταν συνεννοημένοι, νὰ δικαιολογοῦν
τὴν ἀπουσία τους ἀπὸ τὸ δεῖπνο. Ὁ πρῶτος τοῦ εἶπε: Ἔχω ἀγοράσει κάποιο χωράφι καὶ πρέπει νὰ βγῶ ἔξω καὶ νὰ τὸ δῶ.
Σὲ παρακαλῶ, θεώρησέ με δικαιολογημένο καὶ ἀπαλλαγμένο ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση
νὰ ἔλθω. Ἄλλος πάλι τοῦ εἶπε: Ἔχω
ἀγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πηγαίνω νὰ τὰ δοκιμάσω. Σὲ παρακαλῶ,
συγχώρησε τὴ δικαιολογημένη ἀπουσία μου. Κι ἕνας ἄλλος τοῦ εἶπε:
Εἶμαι νιόπαντρος καὶ γι’ αὐτό δὲν μπορῶ
νὰ ἔλθω. Δηλαδὴ οἱ προσκεκλημένοι ὅλοι ἀπορροφήθηκαν ἀπὸ τὶς βιοτικὲς
καὶ τὶς σαρκικές τους μέριμνες καὶ ἀδιαφόρησαν γιὰ τὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ,
ὁ ὁποῖος τοὺς καλοῦσε νὰ γίνουν μέτοχοι καί κληρονόμοι τῆς βασιλείας
του. Ὅταν λοιπὸν γύρισε ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, διηγήθηκε στὸν κύριό του
τὰ ὅσα τοῦ εἶπαν οἱ καλεσμένοι. Τότε ὁ νοικοκύρης θύμωσε καὶ εἶπε
στὸ δοῦλο του: Βγὲς γρήγορα στὶς πλατεῖες
καὶ στὰ στενὰ τῆς πόλεως καὶ φέρε ἐδῶ μέσα τοὺς φτωχούς, τοὺς σακάτηδες,
τοὺς χωλοὺς καὶ τοὺς τυφλοὺς πού θὰ βρεῖς ἐκεῖ. Κάλεσε δηλαδὴ ὅσους
εἶναι περιφρονημένοι μεταξὺ τῶν Ἰσραηλιτῶν, ἀφοῦ οἱ ἐπίσημοι ἄρχοντες
τοῦ Ἰσραὴλ ἀρνοῦνται νὰ δεχθοῦν τὴ σωτηρία πού τοὺς προσφέρει ὁ Μεσσίας.
Ὕστερα ἀπὸ λίγο ἐπέστρεψε πάλι ὁ δοῦλος καὶ εἶπε: Κύριε, ἔγινε ὅπως διέταξες, καὶ ὑπάρχει
ἀκόμη τόπος ἀδειανὸς στὸ σπίτι γιὰ νὰ προσκληθοῦν κι ἄλλοι. Τότε
εἶπε ὁ κύριος στὸ δοῦλο: Βγὲς ἔξω ἀπ'
τὴν πόλη στοὺς δρόμους καὶ στοὺς φράχτες τῶν κτημάτων, ὅπου συνήθως μαζεύονται
οἱ περιπλανώμενοι, πού δὲν ἔχουν σπίτι καὶ μόνιμη κατοικία. Κι ἐπειδὴ
αὐτοὶ θὰ διστάζουν ἀπὸ συστολὴ νὰ πάρουν μέρος στὸ δεῖπνο μου, παρακίνησέ
τους ἐπίμονα νὰ μποῦν ἐδῶ, γιὰ νὰ γεμίσει τὸ σπίτι μου. Προσκάλεσε
δηλαδὴ καὶ τοὺς ἐθνικοὺς νὰ πάρουν μέρος στὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας
μου. Διότι σᾶς βεβαιώνω ὅτι κανένας
ἀπό τους ἀνθρώπους ἐκείνους πού κάλεσα
ὄχι μόνο δὲν θὰ καθίσει, ἀλλ' οὔτε κἄν θὰ γευθεῖ τὸ δεῖπνο μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου