ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2022)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, δικαιωθέντες
ἐκ πίστεως εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι' οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν τῇ πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ'
ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι
ἡ θλῖψις ὑπομονὴν
κατεργάζεται,
ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς
οὐ καταισχύνει, ὅτι
ἡ ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται
ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν
διὰ Πνεύματος
ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν. ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων
ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε. μόλις γὰρ ὑπὲρ
δικαίου
τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ
τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν. συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ
ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεὸς, ὅτι
ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε. πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα
δι' αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. εἰ γὰρ ἐχθροὶ
ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῷ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.
(Ρωμ.
ε΄[5] 1 – 10)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί, ἀφοῦ
γίναμε δίκαιοι μέσω τῆς πίστεως, ἔχουμε εἰρήνη μὲ τὸν Θεὸ διαμέσου τῆς
μεσιτείας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν πίστη μας πρὸς αὐτὸν
μᾶς ἔχει ἤδη φέρει στὴν κατάσταση αὐτὴ τῆς χάριτος, στὴν ὁποία στεκόμαστε
στερεά. Καὶ δὲν τρέμουμε τώρα τὴ θεία ὀργή, ἀλλά καυχόμαστε ἐλπίζοντας ὅτι θὰ
ἀπολαύσουμε τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Καὶ δὲν καυχόμαστε μόνο γιὰ τὴ δόξα ποὺ
ἐλπίζουμε, ἀλλά καυχόμαστε καὶ γιὰ τὶς θλίψεις διότι
γνωρίζουμε ὅτι ἡ θλίψη παράγει σιγά – σιγά ὡς μόνιμο καί τέλειο ἔργο τὴν
ὑπομονή, ἡ ὑπομονὴ παράγει ἀρετὴ δοκιμασμένη καί τέλεια, καὶ ἡ δοκιμασμένη
ἀρετὴ παράγει τὴν ἐλπίδα στό Θεό. Καὶ ἡ ἐλπίδα αὐτὴ δὲν ντροπιάζει καὶ δὲν
διαψεύδει αὐτὸν ποὺ τὴν ἔχει, διότι ἡ ἀγάπη ποὺ ἔδειξε σέ μᾶς ὁ Θεός, στὸν ὁποῖο ἐλπίζουμε, ἐκχύθηκε καὶ
πλημμύρισε τὶς καρδιές μας μὲ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ποὺ μᾶς δόθηκε ὡς ἀρραβώνας τῆς
ἐλπίδας μας. Καὶ εἶναι πραγματικὰ ἀξιοθαύμαστη καὶ μοναδική ἡ ἀγάπη ποὺ μᾶς
ἔδειξε ὁ Θεός. Διότι ὅταν ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη ἀσθενεῖς πνευματικά καί δέν
μπορούσαμε νὰ ἐργασθοῦμε τὸ καλὸ καὶ νὰ ἀπαλλαγοῦμε μόνοι μας ἀπό τήν ὀργή, ὁ
Χριστὸς στὸν κατάλληλο χρόνο πού εἶχε ὁρίσει ὁ Θεός, πέθανε γιὰ νὰ σώσει
ἀνθρώπους ἀσεβεῖς. Κι αὐτὸ ἀποδεικνύει πράγματι τὴ μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ διότι μόλις
καὶ μετὰ βίας θὰ βρεθεῖ ἄνθρωπος νά
πεθάνει γιά κάποιον δίκαιο. Διότι γιὰ ἕναν καλὸ ἄνθρωπο ἴσως νὰ ἔκανε κανείς
τὴν τόλμη νὰ πεθάνει. Ὁ Θεὸς ὅμως δείχνει περίτρανα τὴν ἀγάπη πού ἔχει ἀπό τὰ
βάθη του γιά μᾶς, διότι ὁ Χριστὸς πέθανε γιά χάρη μας, ὅταν ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη
γεμάτοι ἁμαρτίες. Πολὺ περισσότερο λοιπὸν τώρα ποὺ δικαιωθήκαμε μὲ τὸ αἷμα καὶ
τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ, θὰ σωθοῦμε μέσω
αὐτοῦ ἀπό τὴ μέλλουσα ὀργή. Διότι, ἐάν συμφιλιωθήκαμε μὲ τὸν Θεὸ μὲ τὸ
θάνατο τοῦ Υἱοῦ του ὅταν ἤμασταν ἐχθροί, πολὺ περισσότερο τώρα πού
συμφιλιωθήκαμε θὰ σωθοῦμε διαμέσου τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν ὑπάρχει πλέον
ἀνάγκη νά πεθάνει, ἀλλά ζεῖ ἔνδοξος στοὺς οὐρανοὺς ὡς μεσίτης δικός μας.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος. Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν
ὁ ὀφθαλμός. ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός
σου ἁπλοῦς
ᾖ, ὅλον
τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός
σου πονηρὸς
ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδεὶς δύναται
δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον
ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου
καταφρονήσει·
οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν
τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν
τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστιν
τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος; ἐμβλέψατε
εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν
οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν
ὁ οὐράνιος
τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; τίς δὲ ἐξ ὑμῶν
μεριμνῶν
δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν
αὐτοῦ πῆχυν
ἕνα; καὶ περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ
πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· λέγω δὲ ὑμῖν
ὅτι οὐδὲ Σολομὼν
ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα
καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα; πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη
ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν.
(Ματθ.στ΄[6] 22 – 33)
Η ΠΡΟΝΟΙΑ
ΤΟΥ ΘΕΟΥ
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
1.
Ο ΣΚΟΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΟΥ
Ὅπως τὸ μάτι
εἶναι τὸ ὄργανο τοῦ σώματος μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος βλέπει καὶ ἐπικοινωνεῖ
μὲ τὸ περιβάλλον του, ἔτσι καὶ ὁ νοῦς εἶναι τὸ μάτι τῆς ψυχῆς. Ὅταν τὸ
μάτι εἶναι ὑγιές, τότε καὶ ὅλο τὸ σῶμα κινεῖται στὸ φῶς. Ἐὰν ὅμως τὸ
μάτι εἶναι ἄρρωστο καὶ δὲν βλέπει, τότε καὶ ὅλο τὸ σῶμα δυσκολεύεται
ζώντας στὸ σκοτάδι. Τὸ ἴδιο συμβαίνει μὲ τὸ μάτι τῆς ψυχῆς, μὲ τὸ νοῦ
μας δηλαδή. Ἐὰν ὁ νοῦς φωτίζεται μὲ τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ, ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ
ἀνθρώπου εἶναι φωτεινή. Ἐὰν ὅμως ὁ νοῦς στρέφεται πρὸς τὰ ὑλικὰ καὶ
ἁμαρτωλὰ πράγματα, τότε καὶ ἡ ψυχὴ θὰ εἶναι σκοτεινή, θὰ μοιάζει μὲ
τὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνον ποὺ περπατᾶ μέσα στὸ ἀδιαπέραστο σκοτάδι καὶ
κινδυνεύει νὰ χαθεῖ. Ἀλήθεια σὲ ποιὸ ἠθικὸ σκοτάδι βυθίζεται ἡ ψυχὴ
τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν ὁ νοῦς του σκοτισθεῖ!
ΣΚΟΤΙΖΕΤΑΙ
λοιπὸν καὶ ὁ νοῦς μας. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μακριὰ ἀπὸ
τὸν Χριστὸ καὶ τὸ φῶς Του, ὅταν ὁ ἄνθρωπος γίνει σκλάβος στὰ πάθη καὶ τὶς
ἀδυναμίες του. Τότε ὁ νοῦς τυφλώνεται, πορεύεται χωρὶς στόχο καὶ
σκοπό. Κι ἀντὶ νὰ ζητεῖ τὰ οὐράνια καὶ τὰ αἰώνια, χάνεται μέσα στὰ
σκοτεινὰ καὶ μάταια. Τότε ὁ ἄνθρωπος χάνει κάθε λογικὴ καὶ σύνεση,
κάθε διάθεση γιὰ μετάνοια καὶ ἐπιστροφή. Ξεχνᾶ τὸν Θεὸ καὶ τὸν οὐράνιο
προορισμό του. Καὶ ἀντὶ νὰ λατρεύει τὸν Θεό, λατρεύει τὰ κτίσματα.
Θεοποιεῖ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ πάθη του. Καὶ ἀφοῦ γίνει ἕρμαιο τῶν
παθῶν του, δὲν ἔχει πλέον κανένα φραγμό. Ὅλα εἶναι ἱκανὸς νὰ τὰ κάνει,
νὰ ἐμπλακεῖ καὶ σὲ αἱρέσεις καὶ δεισιδαιμονίες, νὰ φθάσει μέχρι καὶ
τὸ ἔγκλημα.
Μακριὰ ἀπὸ
τὸν Θεὸ λοιπὸν σκοτίζεται ὁ νοῦς μας, καὶ ἡ ψυχή μας ὁδηγεῖται στὸν
πνευματικὸ θάνατο. Γι᾿ αὐτὸ ἂς ἀκολουθοῦμε σταθερὰ τὸν Κύριο καὶ ὅσα
Ἐκεῖνος μᾶς ζητᾶ. Αὐτὸ ἄλλωστε τονίζει καὶ ὁ Ἴδιος στὴ συνέχεια τοῦ
ἱεροῦ Εὐαγγελίου.
2.
ΧΩΡΙΣ ΑΓΩΝΙΑ
Κανείς, μᾶς
λέγει ὁ Κύριος, δὲν μπορεῖ νὰ ἀνήκει σὲ δύο διαφορετικοὺς κυρίους,
ποὺ ζητοῦν ἀντίθετα πράγματα. Θὰ προτιμήσει τὸν ἕνα ἀπὸ τοὺς δύο
καὶ θὰ ἀρνηθεῖ τὸν ἄλλο. Θὰ ἀγαπήσει τὸν ἕνα καὶ αὐτὸν θὰ ὑπηρετεῖ,
ἐνῶ θὰ μισήσει καὶ θὰ ἀποστραφεῖ τὸν ἄλλο. Αὐτοὶ οἱ δύο κύριοι εἶναι
ὁ Θεὸς καὶ ὁ πλοῦτος.
Γιὰ νὰ μᾶς προφυλάξει
λοιπὸν ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν κίνδυνο νὰ προσκολληθοῦμε στὸν πλοῦτο, μᾶς λέγει:
Μὴ φροντίζετε μὲ ἀγωνία γιὰ τὴ ζωή σας. Μὴ σκέπτεσθε συνεχῶς τί θὰ
φᾶτε, τί θὰ πιεῖτε καὶ τί θὰ ντυθεῖτε. Ἡ ζωὴ ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ
τὴν τροφή, καὶ τὸ σῶμα σας περισσότερο ἀπὸ τὰ ἐνδύματα. Ὁ Θεὸς λοιπὸν
ποὺ σᾶς ἔδωσε τὰ ἀνώτερα, τὴ ζωὴ δηλαδὴ καὶ τὸ σῶμα, θὰ σᾶς δώσει καὶ
τὰ κατώτερα, τὴν τροφὴ καὶ τὸ ἔνδυμα. Παρατηρεῖστε μὲ προσοχὴ τὰ
πουλιὰ τοῦ οὐρανοῦ. Οὔτε σπείρουν, οὔτε θερίζουν, οὔτε μαζεύουν τροφὲς
σὲ ἀποθῆκες γιὰ τὸν χειμώνα. Ὅμως δὲν στεροῦνται τίποτε, διότι τὰ
τρέφει ὁ οὐράνιος Πατέρας σας. Ἐσεῖς ὅμως οἱ ἄνθρωποι εἶσθε πολὺ ἀνώτεροι
ἀπὸ τὰ πουλιά. Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Θεὸς τρέφει τὰ πουλιά, δὲν θὰ ἐνδιαφερθεῖ
γιὰ τὴ δική σας συντήρηση;
Ἔπειτα μὴν ξεχνᾶτε καὶ τοῦτο: Ποιὸς
ἄνθρωπος, ὁσοδήποτε κι ἂν προσπαθήσει, μπορεῖ νὰ αὐξήσει τὸ ἀνάστημά
του κατὰ ἕναν πῆχυ; Κανεὶς ἀπολύτως. Γιατί λοιπὸν νὰ τυραννεῖτε τὸν
ἑαυτό σας μὲ ἀγωνιώδεις φροντίδες; Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ ροῦχα σας γιατί νὰ
δείχνετε τόση ἀγωνία; Κοιτάξετε μὲ προσοχὴ καὶ διδαχθεῖτε ἀπὸ τὰ
ἄνθη τοῦ ἀγροῦ, ποὺ φυτρώνουν μόνα τους καὶ μεγαλώνουν χωρὶς νὰ κοπιάζουν
ἢ νὰ γνέθουν. Καὶ ὅμως, σᾶς βεβαιώνω πὼς οὔτε ὁ πάμπλουτος βασιλιὰς
Σολομὼν δὲν φόρεσε τόσο ὄμορφο ἔνδυμα, σὰν αὐτὸ ποὺ ἔχει κι ἕνα μόνο
ἀγριολούλουδο. Ἐὰν λοιπὸν ὁ Θεὸς αὐτὰ τὰ ἀγριολούλουδα, τὰ ὁποῖα
σήμερα ὑπάρχουν καὶ αὔριο ρίχνονται στὴ φωτιά, τὰ ντύνει μὲ τόση λαμπρότητα,
δὲν θὰ δώσει σὲ σᾶς, ὀλιγόπιστοι, τὸ ἔνδυμα ποὺ σᾶς χρειάζεται ;
Μὴν ἀγωνιᾶτε
λοιπὸν ἀρρωστημένα γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴ συντήρησή σας. Μὴ λέτε τί θὰ φᾶμε,
τί θὰ πιοῦμε καὶ τί θὰ φορέσουμε. Μόνον οἱ εἰδωλολάτρες, ποὺ δὲν πιστεύουν
στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ σὲ ἄλλη ζωή, τὰ ἐπιδιώκουν αὐτὰ μὲ τέτοια
ἀγωνία καὶ προσκόλληση. Ἐσεῖς ὅμως οἱ πιστοί μου μὴν ἀνησυχεῖτε γι᾿ αὐτά. Ὁ οὐράνιος Πατέρας
σας γνωρίζει ὅσα σᾶς χρειάζονται, καὶ θὰ σᾶς τὰ δώσει. Ἐσεῖς λοιπὸν νὰ
ἐπιδιώκετε πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα νὰ ἐπικρατήσει ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ
νὰ φροντίζετε νὰ ἀποκτήσετε τὶς ἀρετές, καὶ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα ἀγαθὰ
θὰ σᾶς δοθοῦν.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ὅμως
ἀρκετοὶ ἀπὸ μᾶς, ἐνῶ γνωρίζουμε αὐτὴ τὴ μεγάλη ἀλήθεια, στὴν πράξη
καθημερινὰ τὴν ξεχνοῦμε. Καὶ πελαγοδρομοῦμε μὲ ἀγωνία στὰ προβλήματά
μας: Πῶς θὰ τὰ βγάλω πέρα; Πῶς θὰ μεγαλώσω τόσα παιδιά, πῶς θὰ τὰ σπουδάσω,
πῶς θὰ τοὺς ἐξασφαλίσω τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ ζωή τους; Πῶς θὰ τακτοποιήσω
τὶς οἰκονομικές μου ὑποχρεώσεις, πῶς θὰ ἀντιμετωπίσω ἐκεῖνο τὸ
πρόβλημα; Καὶ ζαλιζόμαστε μέσα στὸ ἄγχος καὶ τὴν ἀγωνιώδη φροντίδα
μας γιὰ ὅλα αὐτά. Κάποτε μάλιστα ἀπελπιζόμαστε μέσα στὶς βιοτικές
μας μέριμνες.
Γιατί τὰ παθαίνουμε
ὅλα αὐτά; Διότι ἱεραρχοῦμε μὲ λάθος τρόπο τὶς ἀξίες τῆς ζωῆς. Βάζουμε
πρῶτα τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ ἔπειτα τὰ πνευματικά. Δὲν ἐμπιστευόμαστε
τὴ ζωή μας στὸν Θεό. Νομίζουμε ὅτι μόνοι μας θὰ καταφέρουμε τὰ πάντα.
Κάνουμε σχέδια χωρὶς νὰ ἀφήνουμε τὴ ζωή μας στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Καὶ
χρειάζεται κάποιες φορὲς νὰ βρεθοῦμε μπροστὰ σὲ φοβερὰ ἀδιέξοδα,
σὲ δυσεπίλυτα προβλήματα ὑγείας ἢ ἀκόμη καὶ κοντὰ στὸν θάνατο,
γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα στὴ ζωή μας εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ἡ Βασιλεία
Του.
Ἂς μάθουμε
λοιπὸν νὰ ἐπιζητοῦμε πρῶτα τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ νὰ ἐπικρατήσει
στὴν ψυχή μας τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅλα τὰ ἄλλα νὰ τὰ ἐπιτελοῦμε χωρὶς
ἄγχος καὶ ἀγωνία. Νὰ κάνουμε μὲ εἰρήνη ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμᾶς.
Καὶ ὁ Θεὸς θὰ λύνει τὰ ἄλυτα προβλήματά μας, θὰ μᾶς στηρίζει, θὰ διώχνει
τὶς ἀγωνίες μας, θὰ μᾶς εἰρηνεύει καὶ θὰ μᾶς εὐλογεῖ.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ
τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου