ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ
ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄
ΛΟΥΚΑ
(4 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ
ΒΑΡΒΑΡΑΣ)
Ἀδελφοί, πρὸ τοῦ ἐλθεῖν
τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκλεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι.
Ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· ἐλθούσης
δὲ τῆς πίστεως οὐκ ἔτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς
πίστεως ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ. Ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε·
οὐκ ἔνι ᾽Ιουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ
θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ. Εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ ᾽Αβραὰμ
σπέρμα ἐστέ, καὶ κατ᾽ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. Λέγω δέ, ἐφ᾽ ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος
νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ
καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. Οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι,
ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθεν τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου,
ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον,
ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.
(Γαλ. γ΄[3] 23-29, δ΄[4] 1-5)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί,
προτοῦ ἔλθει ἡ νέα αὐτὴ κατάσταση, στὴν ὁποία ἰσχύει πλέον ἡ πίστη, ὁ νόμος μᾶς
φρουροῦσε κλεισμένους καλά, σὰν νὰ ἤμασταν μέσα σὲ κάποιο φρούριο· γιὰ νὰ
καταφύγουμε ἔτσι στὴν πίστη ποὺ ἔμελλε νὰ ἀποκαλυφθεῖ μετὰ ἀπὸ καιρό. Συνεπῶς
ὁ Μωσαϊκὸς νόμος ἔγινε παιδαγωγός μας καὶ μᾶς προετοίμαζε νὰ ποθήσουμε καὶ νὰ
γνωρίσουμε τὸν Χριστό, γιὰ νὰ λάβουμε τὴ δικαίωση καὶ τὴ σωτηρία ἀπὸ τὴν πίστη
μας σ᾿ αὐτόν. Ὅταν λοιπὸν ἦλθε ἡ νέα κατάσταση, στὴν ὁποία ἰσχύει ἡ πίστη, δὲν
εἴμαστε πλέον κάτω ἀπὸ τὴν παιδαγωγία τοῦ νόμου. Διότι μὲ τὴν πίστη στόν Ἰησοῦ
Χριστὸ ὅλοι γίνατε καὶ εἶστε υἱοὶ Θεοῦ ἐνήλικες, ὤριμοι καὶ χειραφετημένοι. Καὶ
εἶστε υἱοὶ τοῦ Θεοῦ, διότι ὅσοι βαπτισθήκατε στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ πιστεύοντας
σ᾿ αὐτὸν ὡς σωτήρα, ντυθήκατε τὸν Χριστὸ καὶ ἑνωθήκατε μαζί του. Δὲν ὑπάρχουν
πλέον διαφορὲς ἐθνικότητος, κοινωνικῆς τάξεως καὶ φύλου. Δὲν ὑπάρχει διαφορὰ
Ἰουδαίου καὶ Ἕλληνα, δὲν ὑπάρχει διάκριση δούλου καὶ ἐλεύθερου, δὲν ὑπάρχει
διάκριση ἄνδρα καὶ γυναίκας. Διότι ὅλοι ἐσεῖς γίνατε ἕνας νέος ἄνθρωπος μὲ τὴν
ἕνωσή σας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ἐὰν λοιπὸν ἐσεῖς ποὺ εἶστε ἐθνικοὶ Χριστιανοὶ
ἀνήκετε στὸ Χριστό, ἄρα διαμέσου τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι ὁ εὐλογημένος ἀπόγονος
τοῦ Ἀβραάμ, εἶστε κι ἐσεῖς ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ· καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεση
εἶστε καὶ κληρονόμοι τῆς εὐλογίας. Καὶ γιὰ νὰ σᾶς διευκρινίσω τὴν ἀλήθεια αὐτή,
χρησιμοποιῶ κι ἄλλο ἕνα παράδειγμα. Λέω λοιπὸν τὸ ἑξῆς: Γιὰ ὅσο χρόνο κάθε
κληρονόμος εἶναι ἀνήλικος, δὲν διαφέρει σὲ τίποτε ἀπὸ τὸν δοῦλο, ἂν καὶ εἶναι
κύριος ὅλης τῆς πατρικῆς περιουσίας ποὺ κληρονόμησε. Καὶ δὲν διαφέρει ἀπὸ τὸν
δοῦλο, διότι, ἐνῶ εἶναι κύριος τῆς πατρικῆς του κληρονομιᾶς, ἐξαρτᾶται ἀπὸ
ἐπιτρόπους ποὺ τὸν κηδεμονεύουν καὶ οἰκονόμους ποὺ διαχειρίζονται τὴν πατρική
του περιουσία, μέχρι τὸ χρόνο ποὺ ὅρισε ὁ πατέρας. Ἔτσι κι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί,
ὅταν ἤμασταν σὲ νηπιώδη πνευματικὴ κατάσταση, ἤμασταν ὑποδουλωμένοι στὴ
στοιχειώδη καὶ ἀνεπαρκὴ θρησκευτικὴ γνώση τοῦ κόσμου ποὺ βρίσκεται στὴν ἄγνοια
καὶ τὴν ἀμάθεια. Ὅταν ὅμως συμπληρώθηκε ὁ χρόνος ποὺ εἶχε ὁρίσει ἡ πανσοφία τοῦ
Θεοῦ, ἀπέστειλε ὁ Θεὸς στὸν κόσμο τὸν Υἱό του, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος ἀπὸ
γυναίκα καὶ ὑποτάχθηκε στὸ Μωσαϊκὸ νόμο, προκειμένου νὰ ἐξαγοράσει ἐκείνους ποὺ
ἦταν ὑποδουλωμένοι στὴν κατάρα τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου, γιὰ νὰ λάβουμε τὴν υἱοθεσία
ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς εἶχε ὑποσχεθεῖ.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἦν ὁ Ἰησοῦς διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς
σάββασι. καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ,
καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τὸ παντελές. ἰδὼν
δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· Γύναι, ἀπολέλυσαι
τῆς ἀσθενείας σου· καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη
καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι
τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν
ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ
μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά·
ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης
καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; ταύτην δὲ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν
ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου
τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες
οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις
τοῖς γινομένοις ὑπ' αὐτοῦ.
(Λουκ. ιγ΄[13] 10 – 17)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τόν
καιρό ὁ Ἰησοῦς ἕνα Σάββατο δίδασκε σὲ μία συναγωγή.
Ἐκεῖ βρισκόταν καὶ μία γυναίκα πού ὑπέφερε δέκα
ὀκτὼ χρόνια ἀπὸ μιὰ ἀσθένεια ἐξαιτίας κάποιου πονηροῦ πνεύματος.
Καὶ γι' αὐτὸ ἦταν σκυμμένη διαρκῶς μὲ κυρτωμένο τὸ σῶμα της καὶ δὲν
μποροῦσε καθόλου νὰ σηκώσει ὄρθιο τὸ κεφάλι της. Ὅταν λοιπὸν τὴν εἶδε
ὁ Ἰησοῦς, τῆς φώναξε καὶ τῆς εἶπε: Γυναίκα, εἶσαι λυμένη καὶ ἐλευθερωμένη
ἀπὸ τὴν ἀρρώστια σου. Κι ἔβαλε πάνω της τὰ χέρια του. Τὴν ἴδια στιγμὴ
ἐκείνη ἐπανέκτησε τὴν ὄρθια στάση τοῦ σώματός της καὶ δόξαζε τὸν Θεὸ
γιὰ τὴ θεραπεία της. Τότε ὁ ἀρχισυνάγωγος, γεμάτος ἀγανάκτηση
πού ὁ Ἰησοῦς ἔκανε τὴ θεραπεία αὐτή μέρα Σάββατο, στράφηκε στὸ πλῆθος
τοῦ λαοῦ κι ἔλεγε: Ἕξι ἡμέρες ἔχουμε στὴ διάθεσή μας νὰ ἐργαζόμαστε,
καὶ μόνο μέσα σ' αὐτὲς δικαιούμαστε καὶ πρέπει νὰ τὸ κάνουμε αὐτό.
Τίς ἐργάσιμες αὐτὲς ἡμέρες λοιπὸν νὰ ἔρχεστε καὶ νὰ θεραπεύεσθε, καὶ
ὄχι τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Τότε λοιπὸν ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε: Ὑποκριτή,
κάτω ἀπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου κρύβεις
φθόνο καὶ μοχθηρία. Ὁ καθένας σας τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου δὲν λύνει τὸ
βόδι του ἢ τό γαϊδούρι ἀπὸ τὸ παχνὶ καὶ δὲν τὸ πηγαίνει νὰ τὸ ποτίσει;
Καὶ τὸ κάνει αὐτὸ χωρὶς νὰ θεωρεῖται παραβάτης τῆς ἐντολῆς τῆς ἀργίας
τοῦ Σαββάτου, σύμφωνα μὲ τὴν ἑρμηνεία τῆς ἐντολῆς αὐτῆς πού εἶναι ἀναγνωρισμένη
ἀπὸ τὴν παράδοση. Αὐτὴ ὅμως, πού εἶναι κόρη καὶ ἀπόγονος τοῦ Ἀβραὰμ
καὶ τὴν ἔδεσε ὁ σατανᾶς μὲ τέτοια ἀρρώστια, ὤστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ σηκωθεῖ
ὄρθια δεκαοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια, δὲν ἦταν σωστὸ καὶ ἐπιβεβλημένο
νὰ λυθεῖ ἀπό τὰ μακροχρόνια αὐτὰ καὶ ὀδυνηρὰ δεσμὰ της τὴν ἡμέρα τοῦ
Σαββάτου; Κι ἐνῶ τὰ ἔλεγε αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, ντροπιάζονταν ὅλοι οἱ ἀντίθετοί
του. Κι ὅλος ὁ λαὸς χαιρόταν γιὰ ὅλα τὰ λαμπρὰ καὶ θαυμαστὰ ἔργα πού
διαρκῶς ἔκανε ὁ Ἰησοῦς.
Αγία Βαρβάρα Η Μεγαλομάρτυς
Ξίφει πατὴρ θύσας σέ, Μάρτυς Βαρβάρα,
Ὑπῆρξεν ἄλλος Ἀβραὰμ διαβόλου.
Βαρβάρα ἀμφὶ τετάρτη χερσὶ τοκῆος
ἐτμήθη.
Ἡ Ἁγία Βαρβάρα ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ
αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (286 - 305 μ.Χ.) καὶ ἦταν κόρη τοῦ εἰδωλολάτρη
Διοσκόρου ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπὸ τοὺς πιὸ πλούσιους εἰδωλολάτρες τῆς Ἡλιουπόλεως.
Ὁ πατέρας της λόγω τῆς σωματικῆς ὡραιότητας τῆς Ἁγίας,
τὴν φύλαγε κλεισμένη ἐντὸς πύργου. Δὲν γνωρίζουμε ποῦ διδάχθηκε τὶς
χριστιανικὲς ἀλήθειες, καθὼς ὁ πατέρας της ἦταν φανατικὸς εἰδωλολάτρης, λόγος
για τὸν ὁποῖο ἄλλωστε προσπάθησε νὰ κρατήσει κρυφὴ τὴν πίστη της στὸν Τριαδικὸ
Θεό. Ἕνα τυχαῖο περιστατικό, ὅμως, τὴν πρόδωσε. Ὁ πατέρας της πληροφορήθηκε ἀπὸ
τεχνίτες ὅτι ἡ Ἁγία ζήτησε νὰ τῆς ἀνοίξουν τρία παράθυρα στὸν πύργο ὅπου ἦταν
ἔγκλειστη, στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί, ἔτσι, βεβαιώθηκε ὅτι ἡ κόρη του
εἶχε γίνει Χριστιανή.
Ἐξοργίσθηκε τόσο ποὺ τὴν κυνήγησε ἐντὸς τοῦ πύργου μὲ
τὸ ξίφος του γιὰ νὰ τὴν φονεύσει. Ἡ Ἁγία κατέφυγε στὰ ὄρη, ἀλλὰ ὁ πατέρας της
τὴν συνέλαβε καὶ τὴν παρέδωσε στὸν τοπικὸ ἄρχοντα, Μαρκιανό, κατηγορώντάς την
γιὰ τὴν πίστη της. Ὅταν ἀνακρίθηκε, ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη της στὸν
Χριστὸ καὶ καθύβρισε τὰ εἴδωλα. Μετὰ ἀπὸ φρικτὰ βασανιστήρια, διεπομπέφθη γυμνὴ
στὴν πόλη καὶ τέλος σφαγιάσθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν πατέρα της. Τὴν στιγμὴ ὅμως
ποὺ εἶχε ἀποτελειώσει τὸ ἔγκλημά του, ἔπεσε νεκρὸς χτυπημένος ἀπὸ κεραυνὸ κατὰ
θεία δίκη.
Ἡ σύναξη τῆς Ἁγίας ἐτελεῖτο στὸ μαρτύριο αὐτῆς, στὸν
Βασιλίσκο πλησίον τῆς ἁγίας Ζηναΐδος.
Ἡ Ἁγία Βαρβάρα θεωρεῖται ὄχι μόνο στὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ καὶ
σ᾿ ἄλλες Χῶρες Ἁγία προστάτις
πυροβολικοῦ. Στὴν Ἑλλάδα καθιερώθηκε ὡς Προστάτις τοῦ ὅπλου αὐτοῦ
το 1828 μ.Χ. ὅπου καὶ ἀναφέρεται ἡ πρώτη σχετικὴ τελετὴ μὲ
δοξολογία καὶ παράθεση στὴ συνέχεια γεύματος ὅπου ἔλαβαν μέρος ἀξιωματικοὶ
καὶ ὁπλίτες πυροβολητές.
Στὴ Ὀρθοδοξη εἰκονογραφία ἡ Ἁγία Βαρβάρα ζωγραφίζεται
πολλὲς φορὲς μ᾿ ἕνα ποτήριο στὸ χέρι ὄντας
προστάτιδα ἐνάντια στὸν αἰφνίδιο θάνατο καὶ μὴ θέλοντας νὰ στερηθοῦν οἱ
ἑτοιμοθάνατοι τὴν Θεία Κοινωνία. Συχνὰ τὴν συναντοῦμε κοντὰ σ᾿ ἕναν πύργο (μὲ
τρία παράθυρα) ἢ κρατώντας ἕνα βιβλίο (γιὰ τοὺς ἑτοιμοθάνατους) ἢ ἕνα κλαδὶ
φοίνικα.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος
δ’.
Βαρβάραν τὴν
Ἁγίαν τιμήσωμεν· ἐχθροῦ γὰρ τὰς παγίδας συνέτριψε, καὶ ὡς στρουθίον ἐρρύσθη ἒξ
αὐτῶν, βοηθείᾳ καὶ ὅπλῳ τοῦ Σταυροῦ ἡ πάνσεμνος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς Τριάδος τὴν δόξαν
ἀνακηρύττουσα, ἐν τῷ λουτρῷ τρεῖς θυρίδας ὑπεσημήνω σοφῶς, κοινωνίαν πατρικὴν
λιποῦσα πάνσεμνε, ὅθεν ἠγώνισαι λαμπρῶς, ὡς παρθένος εὐκλεής, Βαρβάρα
Μεγαλομάρτυς. Ἀλλὰ μὴ παύσῃ πρεσβεύειν, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου