ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ
ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ
(19 ΜΑΪΟΥ 2019)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐγένετο Πέτρον διερχόμενον διὰ πάντων κατελθεῖν καὶ πρὸς τοὺς ἁγίους τοὺς κατοικοῦντας Λύδδαν. εὗρε δὲ ἐκεῖ ἄνθρωπόν τινα Αἰνέαν ὀνόματι, ἐξ ἐτῶν ὀκτὼ
κατακείμενον
ἐπὶ κραβάττῳ, ὃς ἦν παραλελυμένος.
καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Πέτρος· Αἰνέα,
ἰᾶταί σε Ἰησοῦς ὁ Χριστός· ἀνάστηθι καὶ στρῶσον σεαυτῷ.
καὶ εὐθέως ἀνέστη. καὶ εἶδον αὐτὸν
πάντες οἱ κατοικοῦντες
Λύδδαν καὶ τὸν Σάρωνα, οἵτινες ἐπέστρεψαν ἐπὶ τὸν Κύριον. Ἐν Ἰόππῃ δέ τις ἦν μαθήτρια ὀνόματι Ταβιθά, ἣ διερμηνευομένη
λέγεται Δορκάς· αὕτη ἦν πλήρης ἀγαθῶν ἔργων καὶ ἐλεημοσυνῶν ὧν ἐποίει. ἐγένετο δὲ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἀσθενήσασαν αὐτὴν ἀποθανεῖν· λούσαντες δὲ αὐτὴν ἔθηκαν ἐν ὑπερώῳ. ἐγγὺς δὲ οὔσης Λύδδης τῇ Ἰόππῃ οἱ μαθηταὶ ἀκούσαντες
ὅτι Πέτρος ἐστὶν ἐν αὐτῇ, ἀπέστειλαν δύο ἄνδρας πρὸς αὐτὸν παρακαλοῦντες μὴ ὀκνῆσαι διελθεῖν ἕως αὐτῶν. ἀναστὰς δὲ Πέτρος συνῆλθεν
αὐτοῖς· ὃν παραγενόμενον
ἀνήγαγον εἰς τὸ ὑπερῷον, καὶ παρέστησαν αὐτῷ πᾶσαι αἱ χῆραι κλαίουσαι καὶ ἐπιδεικνύμεναι
χιτῶνας
καὶ ἱμάτια
ὅσα ἐποίει μετ' αὐτῶν οὖσα ἡ Δορκάς. ἐκβαλὼν δὲ ἔξω πάντας ὁ Πέτρος καὶ θεὶς τὰ γόνατα προσηύξατο, καὶ ἐπιστρέψας
πρὸς τὸ σῶμα εἶπε·
Ταβιθά, ἀνάστηθι. ἡ δὲ ἤνοιξε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῆς, καὶ ἰδοῦσα τὸν Πέτρον ἀνεκάθισε. δοὺς δὲ αὐτῇ χεῖρα ἀνέστησεν αὐτήν, φωνήσας δὲ τοὺς ἁγίους καὶ τὰς χήρας παρέστησεν αὐτὴν ζῶσαν. γνωστὸν δὲ ἐγένετο
καθ'
ὅλης τῆς Ἰόππης, καὶ πολλοὶ ἐπίστευσαν ἐπὶ τὸν Κύριον.
(Πράξ. θ΄ [9] 32 – 42)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Καθὼς ὁ Πέτρος
περιόδευε σ' ὅλα αὐτὰ τὰ μέρη, κάποια μέρα κατέβηκε καὶ στοὺς Χριστιανοὺς
πού κατοικοῦσαν στὴ Λύδδα. Ἐκεῖ συνάντησε κάποιον ἄνθρωπο πού λεγόταν
Αἰνέας καὶ ἦταν ὀκτὼ χρόνια κατάκοιτος πάνω σ' ἕνα κρεβάτι, διότι ἦταν
παράλυτος. Κι ὁ Πέτρος τοῦ εἶπε: Αἰνέα,
ὁ Ἰησοῦς, πού εἶναι ὁ χρισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ Μεσσίας, σὲ γιατρεύει ἀπὸ
τὴν παραλυσία σου. Σήκω καὶ στρῶσε μόνος σου τὸ κρεβάτι σου. Κι αὐτὸς
ἀμέσως σηκώθηκε. Καὶ τὸν εἶδαν ὅλοι ὅσοι κατοικοῦσαν στὴ Λύδδα
καὶ στὴν πεδιάδα τοῦ Σάρωνα. Κι ἔτσι, καθοδηγημένοι ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτό,
ἐπέστρεψαν στὸν Κύριο Ἰησοῦ, ἀφοῦ τὸν πίστεψαν καὶ τὸν ἀναγνώρισαν
Θεὸ καὶ Σωτήρα τους.
Στὴν Ἰόππη πάλι
ὑπῆρχε κάποια μαθήτρια τοῦ Κυρίου πού λεγόταν Ταβιθά. Τὸ ὄνομα αὐτὸ
μεταφράζεται μὲ τὴ λέξη Δορκάδα, δηλαδὴ ζαρκάδι. Αὐτὴ ἦταν γεμάτη ἀπὸ ἀγαθοεργίες
καὶ ἐλεημοσύνες πού ἔκανε συνεχῶς. Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες ὅμως συνέβη νὰ
ἀρρωστήσει καὶ νὰ πεθάνει. Κι ἀφοῦ τὴν ἔλουσαν καὶ τὴν ἑτοίμασαν,
τὴν ἔβαλαν στὸ πάνω διαμέρισμα τῆς οἰκίας. Καθὼς λοιπὸν ἡ πόλη Λύδδα
ἦταν κοντὰ στὴν Ἰόππη, σὰν ἄκουσαν οἱ μαθητὲς ὅτι ὁ Πέτρος εἶναι στὴν
πόλη αὐτή, τοῦ ἔστειλαν δύο ἄνδρες καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ πάει σ'
αὐτοὺς ὅσο γίνεται πιὸ γρήγορα. Πράγματι ὁ Πέτρος σηκώθηκε καὶ πῆγε
μαζὶ μὲ τοὺς δύο αὐτοὺς ἀπεσταλμένους. Μόλις ἔφτασε στὴν Ἰόππη, τὸν ἀνέβασαν
στὸ ἀνώγειο. Κι ἐκεῖ παρουσιάστηκαν μπροστά του ὅλες οἱ χῆρες κλαίγοντας
γιὰ τὸ θάνατο αὐτῆς πού τὶς προστάτευε. Καὶ ὡς δείγματα τῆς προστασίας
της ἔδειχναν στὸν Πέτρο τοὺς χιτῶνες καὶ τὰ πανωφόρια πού εἶχε φτιάξει
γι' αὐτοὺς ἡ Δορκάδα ὅσο ζοῦσε μαζί τους. Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Πέτρος τοὺς ἔβγαλε
ὅλους ἔξω ἀπὸ τὸ ἀνώγειο πού ἦταν ἡ νεκρή, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε.
Κατόπιν στράφηκε στὸ νεκρὸ σῶμα καὶ εἶπε: Ταβιθά, σήκω ἐπάνω. Κι αὐτὴ ἄνοιξε τὰ μάτια της, κι ὅταν
εἶδε τὸν Πέτρο, ὅπως ἦταν ξαπλωμένη, ἀνασηκώθηκε καθιστὴ στὸ κρεβάτι
της. Τότε τῆς ἔδωσε ὁ Πέτρος τὸ χέρι του καὶ τὴν σήκωσε ὄρθια. Ὕστερα
φώναξε τοὺς Χριστιανοὺς καὶ ἰδιαιτέρως τὶς χῆρες καὶ τοὺς τὴν παρουσίασε
ζωντανή. Τὸ θαῦμα αὐτὸ ἔγινε γνωστὸ σ' ὅλη τὴν πόλη τῆς Ἰόππης, καὶ
πολλοὶ πίστεψαν στὸν Κύριο.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ
ἐκείνῳ, ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα. ἔστι δὲ ἐν τοῖς Ἱεροσολύμοις ἐπὶ τῇ προβατικῇ
κολυμβήθρα, ἡ ἐπιλεγομένη Ἑβραϊστὶ Βηθεσδά, πέντε στοὰς ἔχουσα. ἐν ταύταις κατέκειτο
πλῆθος τῶν ἀσθενούντων, τυφλῶν, χωλῶν, ξηρῶν, ἐκδεχομένων τὴν τοῦ ὕδατος κίνησιν. ἄγγελος γὰρ κατὰ καιρὸν
κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἐταράσσε
τὸ ὕδωρ· ὁ οὖν πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς
ἐγίνετο ᾧ δήποτε κατείχετο νοσήματι. ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καὶ ὀκτὼ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ. τοῦτον ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον,
καὶ γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ·
Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι; ἀπεκρίθη
αὐτῷ
ὁ ἀσθενῶν· Κύριε, ἄνθρωπον
οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δὲ ἔρχομαι ἐγώ
ἄλλος πρὸ ἐμοῦ καταβαίνει. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἔγειρε, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει. καὶ εὐθέως ἐγένετο
ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦρε τὸν κράβαττον αὐτοῦ καὶ περιεπάτει. ἦν δὲ σάββατον ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ. ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι
τῷ τεθεραπευμένῳ· Σάββατόν ἐστιν· οὐκ ἔξεστί σοι ἆραι τὸν κράβαττον. ἀπεκρίθη
αὐτοῖς·
Ὁ ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ἆρον τὸν κράβαττόν σου
καὶ περιπάτει. ἠρώτησαν οὖν αὐτόν· Τίς ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ εἰπών σοι, ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; ὁ δὲ ἰαθεὶς οὐκ ᾔδει τίς ἐστιν· ὁ γὰρ Ἰησοῦς ἐξένευσεν ὄχλου ὄντος ἐν τῷ τόπῳ. μετὰ ταῦτα εὑρίσκει αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῷ ἱερῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἴδε ὑγιὴς
γέγονας·
μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται. ἀπῆλθεν
ὁ
ἄνθρωπος καὶ ἀνήγγειλε τοῖς Ἰουδαίοις ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ ποιήσας αὐτὸν ὑγιῆ.
(Ἰωάν. ε΄[5] 1 – 15)
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τὸ Εὐαγγελικό
μας ἀνάγνωσμα μᾶς περιγράφει ἕνα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου στὴν ἀρχὴ
τῆς δημόσιας δράσης Του. Εἶναι τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλύτου,
τὸ ὁποῖο ἐπετέλεσε στὴν Ἱερουσαλήμ. Ἐκπληκτικὸ θαῦμα, ποὺ στάθηκε
ἡ πρώτη ἀφορμὴ τῆς ἐναντίον Του ἀντίδρασης τῶν Ἰουδαίων.
1. ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ
ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
Στὴν πύλη τοῦ
τείχους τῶν Ἱεροσολύμων, ποὺ ὀνομάζεται προβατική (διότι ἀπὸ αὐτὴν
ἔβαζαν μέσα στὴν πόλη τὰ κοπάδια τῶν προβάτων), ὑπῆρχε μία λιμνούλα,
«κολυμβήθρα» τὴν ἀποκαλεῖ ὁ Εὐαγγελιστής, ποὺ τὸ ὄνομά της ἦταν
«Βηθεσδᾶ», δηλαδὴ «οἶκος ἐλέους». Θαυματουργικὴ ἦταν αὐτὴ ἡ λιμνούλα,
διότι κατὰ διαστήματα κατέβαινε κάποιος ἄγγελος καὶ ἀνατάραζε
τὰ νερά της, ὁπότε ὁ πρῶτος ἄρρωστος ποὺ προλάβαινε νὰ πέσει μέσα
της θεραπευόταν, ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἀσθένεια κι ἂν ἔπασχε. Ὑπῆρχαν
λοιπὸν ἐκεῖ πέντε θολωτὰ ὑπόστεγα, ὅπου πλήθη ἀσθενῶν περίμεναν
μὲ ἀγωνία τὴν κίνηση τοῦ νεροῦ.
Ἀνάμεσα σ᾿
αὐτὰ τὰ πλήθη τῶν ἀσθενῶν διέκρινε ὁ Κύριος καὶ ἕνα πολὺ βασανισμένο
ἄνθρωπο. Ἕνα παράλυτο, ποὺ εἶχε 38 ὁλόκληρα χρόνια στὸ κρεββάτι.
Τὸν συνεπάθησε ὁ Κύριος, γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸν ἐρώτησε: «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;»,
θέλεις νὰ γίνεις καλά; Κύριε, τοῦ ἀπαντάει ὁ παράλυτος, «ἄνθρωπον
οὐκ ἔχω», δὲν ἔχω κάποιον ἄνθρωπο νὰ μὲ ρίξει στὸ νερό, ὅταν αὐτὸ ταραχθεῖ.
Καὶ ἐνῶ προσπαθῶ νὰ συρθῶ μόνος μου, κάποιος ἄλλος μὲ προλαβαίνει
καὶ κατεβαίνει πρῶτος. Γεμάτος στοργὴ τότε ὁ Κύριος τοῦ λέγει: σήκω
ἐπάνω, πάρε τὸ κρεββάτι σου καὶ περπάτα! Καὶ ἀμέσως ἔγινε καλὰ ὁ ἄρρωστος
καὶ πῆρε τὸ κρεββάτι του καὶ περπατοῦσε ἐλεύθερα.
ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ἀσφαλῶς
εἶναι θαυμαστό. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνο τὸ παράπονο τοῦ παραλύτου εἶναι τόσο
δραματικό: «Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω»! Τόσοι ἄνθρωποι ἦσαν δίπλα
του, τόσους συγγενεῖς θὰ εἶχε, ἀλλὰ κανένας δὲν τὸν βοηθοῦσε στὴν δοκιμασία
του.
«Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω»!
Παράπονο,
ποὺ ἀκούγεται ἀπὸ ἀναρίθμητα στόματα καὶ στὴν ἐποχή μας. Τί ἐποχὴ
ἀλήθεια! Γεμάτη ἀντιφάσεις. Μεγαλόστομες διακηρύξεις ἀπὸ τὴ μιὰ
πλευρὰ γιὰ τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἔσχατος ἐξευτελισμὸς τὴν ἴδια
στιγμὴ αὐτῆς τῆς ἀξίας στὶς πιὸ ἱερές της μορφές. Λόγια ὄμορφα γιὰ
κοινωνικὴ μέριμνα καὶ φροντίδα ἀπὸ τὴ μιὰ καὶ πλήρης ἀδιαφορία
συγχρόνως γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ὑποφέρει δίπλα μας. Δίπλα μας! Ἐδῶ εἶναι
τὸ πρόβλημα. Διότι χρήματα σὲ ἐράνους ἀκόμη καὶ γιὰ μακρινοὺς τόπους
ὅλοι δίνουμε. Ἀλλὰ πολλοὶ δὲν ἁπλώνουμε χέρι βοηθείας σ᾿ αὐτούς,
ποὺ ὑποφέρουν δίπλα μας, στὴ γειτονιά μας, συχνὰ ἀκόμη καὶ μέσα στὸ ἴδιο
τὸ σπίτι μας! Ὄχι λοιπὸν χρήματα μόνον. Δὲν φτάνει. Καὶ ὁ παράλυτος
δὲν εἶπε «χρήματα οὐκ ἔχω», ἀλλὰ τί; «Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». ΑΝΘΡΩΠΟΝ!
Πόσοι ἀλήθεια
ἀσθενεῖς σὲ νοσοκομεῖα ἢ σὲ εἰδικὰ ἱδρύματα ἀναζητοῦν κάποιον
ἄνθρωπο. Ὄχι ἁπλῶς τὸν ἐπαγγελματία ὑπάλληλο, ποὺ κάνει ὅπως – ὅπως
τὴ δουλειά του, ἀλλὰ μιὰ ὕπαρξη, ποὺ θὰ σκύψει ἐπάνω τους μὲ χαμόγελο,
στοργή, ἐνδιαφέρον καὶ ἄδολη ἀγάπη. Ἕναν ἄνθρωπο, ὄχι μιὰ μηχανή!
Αὐτὸ τὸ θέμα,
ἀδελφοί, πρέπει ὅλους σοβαρὰ νὰ μᾶς ἀπασχολήσει. Ἀσφαλῶς ὅλοι ἔχουμε
τὶς δουλειές μας, τὶς ὑποχρεώσεις μας, τὶς οἰκογένειές μας. Καὶ ἀσφαλῶς
δὲν εἶναι δυνατὸν ὁ καθένας μας νὰ ἐπαρκέσει σὲ ὅλα. Σύμφωνοι. Ὅμως,
ὅταν δοκιμάζεται κάποια ψυχὴ δίπλα μας, δὲν εἶναι τόσο ἀκατόρθωτο
νὰ δείξουμε σ᾿ αὐτὴν τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν ἀγάπη μας. Καὶ ἂν χρειασθεῖ
νὰ διαθέσουμε χρόνο καὶ χρήματα καὶ κόπο πολύ, ἂς μὴ διστάσουμε νὰ
τὸ κάνουμε. Διότι αὐτὴν τὴν προσφορὰ τῆς ἀγάπης στὸ τέλος – τέλος
γνωρίζουμε σὲ ποιὸν τὴν κάνουμε. Δὲν τὴν κάνουμε μόνο στὸν συγκεκριμένο
ἄνθρωπο, ποὺ κατὰ κάποιον τρόπο φροντίζουμε. Ὄχι. Ἀλλὰ καὶ σὲ ποιὸν
ἄλλον; Στὸν ἴδιο τὸν Χριστό μας, ἀδελφοί! Ὁ Ὁποῖος λέγει ὅτι: αὐτὰ ποὺ κάνετε σὲ κάποιον ἀπό τοὺς περιφρονημένους
καὶ ἀσήμαντους ἀνθρώπους, σὲ ΜΕΝΑ τὸν ἴδιο τὰ κάνετε!
2. «ΠΑΜΦΑΓΟΝ» ΘΗΡΙΟ!
Ἡ ὑπόθεση
τῆς θεραπείας τοῦ παραλύτου εἶχε, ὅπως βλέπουμε στὴ συνέχεια τοῦ ἱεροῦ
κειμένου, παράδοξη ἐξέλιξη. Μόλις ὁ ἄνθρωπος σηκώθηκε καὶ πῆρε
τὸ κρεββάτι του καὶ βάδισε, ὅπως τοῦ παρήγγειλε ὁ Κύριος, βρέθηκε
πρὸ ἐκπλήξεων. Διότι ἦταν Σάββατο ἐκείνη ἡ μέρα καὶ οἱ στενόμυαλοι
καὶ κακόψυχοι Ἑβραῖοι ἄρχισαν νὰ τὸν ἀποπαίρνουν ὅτι, σηκώνοντας
τὸ κρεββάτι του, παραβίαζε δῆθεν τὴν ἐντολὴ τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου,
ποὺ εἶχε νομοθετήσει ὁ Θεός. Ὁ ἄνθρωπος τὰ ἔχασε ἀπὸ τὴν κακία
τους. Τόσα χρόνια τὸν εἶχαν ἀφήσει ἀβοήθητο, παραβαίνοντας τὴν πιὸ
μεγάλη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔλεγε «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν»,
καὶ τώρα, ἀντὶ νὰ χαροῦν γιὰ τὴ θεραπεία του, ἄρχισαν νὰ τὸν κατηγοροῦν
ὅτι παραβαίνει τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ! Τοὺς ἀπάντησε λοιπὸν ὅτι σηκώνει
αὐτὴ τὴ μέρα τὸ κρεββάτι του κατ᾿ ἐντολὴ ἐκείνου ὁ ὁποῖος τὸν θεράπευσε.
Καὶ ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ σοῦ ἔδωσε τέτοια ἐντολή; τὸν ἐρωτοῦν. Ἀλλὰ
ὁ παράλυτος δὲν γνώριζε ποιὸς εἶναι, διότι ὁ Κύριος, γιὰ νὰ ἀποφύγει
τὴν εὐγνωμοσύνη καὶ τὸν θαυμασμὸ τῶν ἀνθρώπων, εἶχε ἐξαφανισθεῖ ἀμέσως
ἀνάμεσα στὰ πλήθη ποὺ ἦσαν ἐκεῖ.
Πέρασε κάποιο
χρονικὸ διάστημα ἀπὸ τότε καὶ νὰ ποὺ κάποια μέρα ὁ Κύριος συνάντησε
τὸν παράλυτο στὸν Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων, ὁπότε τοῦ εἶπε: Κύτταξε, ἔγινες
καλά. Πρόσεξε ὅμως νὰ μὴν ἁμαρτάνεις πλέον, γιὰ νὰ μὴν πάθεις κάτι
χειρότερο ἀπὸ τὴν παραλυσία ποὺ σοῦ συνέβει ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν
σου. Τότε ἀνεγνώρισε ὁ παράλυτος τὸν εὐεργέτη του καὶ διακήρυξε
καὶ στοὺς Ἑβραίους ἄρχοντες ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ποὺ τὸν ἔκαμε καλά.
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΤΑΤΟ
εἶναι τὸ τμῆμα αὐτὸ τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος. Ἰδιαιτέρως ὅμως
κάνει ἐντύπωση ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Κυρίου μας. Ἔκανε τὸ θαῦμα καὶ ἀμέσως
ἐξαφανίστηκε μέσα στὸ πλῆθος, γιὰ νὰ μὴν ἀκούσει εὐχαριστίες καὶ ἐπαίνους.
Ἤθελε μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ νὰ διδάξει καὶ ὅλους ἐμᾶς, πόσο καταστροφικὸ
πράγμα εἶναι τὸ νὰ θέλουμε νὰ μᾶς ἐπαινοῦν καὶ νὰ μᾶς θαυμάζουν οἱ ἄνθρωποι,
γιὰ κάποιο καλὸ ποὺ κάναμε.
Καταστροφικὸ
πράγματι. Αὐτὸ εἶναι, ὅπως λέγεται, ἡ κενοδοξία.
Ἡ φρικτὴ αὐτὴ ἀρρώστια τῆς ψυχῆς, ποὺ σκορπίζει σὲ μιὰ στιγμὴ ὅλους
τοὺς κόπους τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι θηρίο «παμφάγον», ὅπως τὸ ὀνομάζουμε.
Γιατί παμφάγον; Διότι τρώει καὶ ἐξαφανίζει
τὰ πάντα, ὅλες τὶς ἀρετὲς τοῦ ἀνθρώπου.
Λέγαμε προηγουμένως
γιὰ τὴν ἀγάπη πρὸς αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὴν ἀνάγκη μας. Λοιπὸν ὑπάρχουν ἀρκετοὶ
ποὺ δείχνουν τέτοια ἀγάπη. Τρέχουν, φροντίζουν ἀρρώστους, ἡλικιωμένους
ἀνήμπορους ἀνθρώπους, ἐγκαταλελειμμένα καὶ ἀπροστάτευτα παιδιά.
Ἀσφαλῶς γι᾿ αὐτὸ τὸ πράγμα εἶναι ἀξιέπαινοι. Ὅμως μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς
– ταλαίπωροι πραγματικὰ – τί παθαίνουν; Αὐτὸ τὸ καλὸ ποὺ κάνουν δὲν τὸ κρατᾶνε κρυφό. Δὲν φροντίζουν
νὰ ἀποφύγουν τοὺς ἐπαίνους τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τοὺς ἐπιδιώκουν καὶ
εὐχαριστοῦνται σ᾿ αὐτούς. Καὶ μάλιστα, ἂν τύχει καὶ κάποιος δὲν ἀναγνωρίζει
τὴν προσφορά τους, γίνεται ἀντικείμενο ἀντιπάθειάς τους. Φοβερὸ
πράγμα! Ὅλους τοὺς κόπους τους τοὺς προσφέρουν δωρεὰν στὸν διάβολο!
Διότι τελικὰ ἡ κενοδοξία ἐκεῖ καταλήγει, νὰ εἶναι λατρεία τοῦ διαβόλου.
«Εἰδωλολατρία» τὴν ὀνομάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Γράφει
ἐπὶ λέξει: «κενόδοξός ἐστιν εἰδωλολάτρης πιστός». Ὁ κενόδοξος, λέγει,
εἶναι φαινομενικὰ μὲν πιστὸς Χριστιανός, στὴν οὐσία ὅμως εἰδωλολάτρης!
Θὰ μπορούσαμε
πολλὰ νὰ σημειώσουμε γι᾿ αὐτὸ τὸ θηριῶδες πάθος, ἀλλὰ βέβαια ὁ χῶρος
δὲν ἐπαρκεῖ. Εἶναι ἀνάγκη ἐδῶ νὰ τελειώσουμε. Νὰ παρακαλέσουμε
μόνο τὸν Κύριο νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν καταστροφικὴ ἀσθένεια.
Κύριε, ἀξίωσέ
μας νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας. Ἀλλὰ ἡ ἀγάπη
μας νὰ εἶναι σὰν τὴ δική σου, ἀληθινή, ἄδολη καὶ ἀφανής. Νὰ μὴν προσφέρεται
σὰν βέβηλη θυσία στὸν ἐγωισμό μας, ἀλλὰ νὰ εἶναι ὁλοκαύτωμα ἀψεγάδιαστο,
ἀφιερωμένο ἐξ ὁλοκλήρου σὲ Σένα.
Σὲ Σένα, ποὺ
εἶσαι ὀ Θεὸς τῆς Ἀγάπης!
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ
τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου