ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(21 ΙΟΥλΙΟΥ 2019)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί͵ ἡ μὲν
εὐδοκία τῆς ἐμῆς καρδίας καὶ ἡ δέησις πρὸς τὸν Θεὸν ὑπὲρ αὐτῶν εἰς σωτηρίαν.
Μαρτυρῶ γὰρ αὐτοῖς ὅτι ζῆλον Θεοῦ ἔχουσιν͵ ἀλλ΄ οὐ κατ΄ ἐπίγνωσιν· ἀγνοοῦντες
γὰρ τὴν τοῦ Θεοῦ δικαιοσύνην͵ καὶ τὴν ἰδίαν ζητοῦντες στῆσαι͵ τῇ δικαιοσύνῃ τοῦ
Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν· τέλος γὰρ νόμου Χριστὸς εἰς δικαιοσύνην παντὶ τῷ
πιστεύοντι. Μωϋσῆς γὰρ γράφει τὴν δικαιοσύνην τὴν ἐκ τοῦ νόμου ὅτι ὁ ποιήσας
ἄνθρωπος ζήσεται ἐν αὐτῇ. Ἡ δὲ ἐκ πίστεως δικαιοσύνη οὕτως λέγει· Μὴ εἴπῃς ἐν
τῇ καρδίᾳ σου· Τίς ἀναβήσεται εἰς τὸν οὐρανόν; τοῦτ΄ ἔστι Χριστὸν καταγαγεῖν·
ἤ͵ Τίς καταβήσεται εἰς τὴν ἄβυσσον; τοῦτ΄ ἔστι Χριστὸν ἐκ νεκρῶν ἀναγαγεῖν.
Ἀλλὰ τί λέγει; Ἐγγύς σου τὸ ῥῆμά ἐστιν͵ ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σου·
τοῦτ΄ ἔστι τὸ ῥῆμα τῆς πίστεως ὃ κηρύσσομεν. Ὅτι ἐὰν ὁμολογήσῃς ἐν τῷ στόματί
σου Κύριον Ἰησοῦν͵ καὶ πιστεύσῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου ὅτι ὁ Θεὸς αὐτὸν ἤγειρεν ἐκ
νεκρῶν͵ σωθήσῃ· καρδίᾳ γὰρ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην͵ στόματι δὲ ὁμολογεῖται
εἰς σωτηρίαν.
(Ρωμ.ι΄[10] 1 –
10)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί, ἐνῶ οἱ Ἰσραηλίτες
ἀπίστησαν καὶ ἀποξενώθηκαν ἀπὸ τὴ σωτηρία τοῦ Μεσσία, ἡ σφοδρὴ ἐπιθυμία καὶ
εὐαρέσκεια τῆς καρδιᾶς μου καὶ ἡ δέηση ποὺ ἀπευθύνω στὸ Θεὸ εἶναι γιὰ χάρη
τους, γιὰ νὰ πετύχουν τὴ σωτηρία. Καὶ ἐπιθυμῶ νὰ σωθοῦν, διότι δίνω γι᾿ αὐτοὺς
μαρτυρία ὄτι ἔχουν ζῆλο γιὰ τὸν Θεὸ· ἀλλὰ ὁ ζῆλος τους αὐτὸς δὲν διευθύνεται
ἀπὸ ὀρθὴ καὶ πλήρη γνώση σχετικὰ μὲ τὸν Θεὸ καὶ γιὰ τὰ καθήκοντα πρὸς αὐτόν.
Δὲν φρόντισαν δηλαδὴ νὰ γνωρίσουν τὴ δικαίωση ποὺ δίνει ὁ Θεὸς ἀπὸ ἀγαθότητα,
καὶ ζητοῦν νὰ στήσουν τὴ δική τους ἀντίληψη σχετικὰ μὲ τὴ δικαίωση. Γι᾿ αὐτὸ
καὶ δὲν ὑπέταξαν τὸν ἑαυτό τους στὴ δικαίωση τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ Χριστὸς ἔδωσε τέλος στὴν
ἀποστολὴ καὶ τὴν ἰσχὺ τοῦ νόμου· κι ἔτσι τώρα ἀποκτᾶ τὴ δικαίωση καὶ τὴ σωτηρία
του καθένας ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ, ὄχι ὅποιος ἐξαρτᾶ τὴ δικαίωσή του ἀπὸ τὸ
νόμο, ὅπως τὴν ἐξαρτοῦν οἱ Ἰσραηλίτες ποὺ ἀπίστησαν. Καὶ ἡ σωτηρία δίνεται μόνο
μὲ τὴν πίστη, διὸτι ὁ Μωυσῆς γράφει γιὰ τὴ δικαίωση ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ
Μωσαϊκὸ νόμο, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ θὰ τηρήσει ὅλα ἀνεξαιρέτως ὅσα ὁ νόμος
διατάζει, θὰ ζήσει χάρη σ᾿ αὐτά, καὶ συνεπῶς αὐτὸς καὶ μόνο θὰ σωθεῖ. Ἡ ἀκριβὴς
ὅμως τήρηση τοῦ νόμου ἦταν ἀδύνατη. Ἀντιθέτως, σχετικὰ μὲ τὴ δικαίωση ἀπὸ τὴν
πίστη λέει ὁ Μωυσῆς στὸ Δευτερονόμιο: Μὴν εἰσχωρήσει στὴν καρδιά σου ὁ
λογισμός: Ποιὸς θὰ ἀνεβεῖ στὸν οὐρανὀ; Γιὰ νὰ κατεβάσει δηλαδὴ ἀπὸ ἐκεῖ τὸν
Χριστό, ποὺ θὰ μὲ ὁδηγήσει στὴ σωτηρία. Ἢ ποιὸς θὰ κατεβεῖ στὰ σκοτεινὰ καὶ
βαθιὰ μέρη τοῦ Ἅδη; Γιὰ νὰ ἀναστήσει δηλαδὴ τὸν Χριστὸ ἀπὸ τοὺς νεκρούς, ποὺ θὰ
μᾶς δώσει τὴ σωτηρία καὶ τὴ ζωὴ; Ἀλλὰ τί λέει ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὴ σωτηρία ἀπὸ
τὴν πίστη; Λέει τὰ ἑξῆς: Εἶναι κοντά σου ὁ λόγος, στὸ στόμα σου καὶ στὴν καρδιά
σου. Δηλαδὴ εἶναι κοντά σου ὁ λόγος ποὺ πρέπει νὰ πιστέψεις, καὶ τὸν ὁποῖο
ἐμεῖς οἱ Ἀπόστολοι κηρύττουμε. Καὶ εἶναι κοντὰ στὸ στόμα σου καὶ στὴν καρδιά
σου ὁ λόγος αὐτός, διότι, ἐὰν ὁμολογήσεις μὲ τό στόμα σου τὸν Ἰησοῦ ὡς ὑπέρτατο
Κύριο καὶ πιστέψεις μὲ τὴν καρδιά σου ὅτι ὁ Θεὸς τὸν ἀνέστησε ἀπὸ τοὺς νεκρούς,
θὰ σωθεῖς. Καὶ θὰ σωθεῖς, ἐπειδὴ μὲ τὴν καρδιά του πιστεύει κανεὶς καὶ μὲ ὅλη τὴν
ψυχή του, καὶ ὡς καρπὸ τῆς πίστεως αὐτῆς ἔχει τὴ δικαίωσή του· καὶ μὲ τὸ στόμα
του ὁμολογεῖ τὴν πίστη, καὶ ὡς καρπὸ ἔχει τὴ σωτηρία του.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ ᾿Ιησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν
ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι, ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν,
ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. Καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν,
λέγοντες· Τί ἡμῖν καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι
ἡμᾶς; Ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· Εἰ
ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. Καὶ εἶπεν
αὐτοῖς· Ὑπάγετε. Οἱ δὲ ἐξελθόντες, ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. Καὶ ἰδοὺ,
ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἀπέθανον
ἐν τοῖς ὕδασιν. Οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον· καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν,
ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. Καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς
συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ· καὶ ἰδόντες αὐτὸν, παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν. Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον, διεπέρασε, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.
(Ματθ. η΄[8] 28 –θ΄[9] 1)
«Ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι
ἐκ τῶν μνημείων
ἐξερχόμενοι,
χαλεποὶ λίαν»
ΜΗΝ παίζετε
μαζΙ της ποτέ!...
Δραματικὴ
ἡ σημερινὴ συνάντησις τοῦ Κυρίου μὲ τοὺς δύο δαιμονιζομένους τῶν
Γεργεσηνῶν, ἀγαπητοί. Εἶναι κυριευμένοι ἀπὸ πνεῦμα πονηρόν. Ἔξαλλοι
καὶ ἀσυγκράτητοι, σπάζουν τὰ δεσμά, μὲ τὰ ὁποῖα προσπαθοῦν οἱ συγγενεῖς
νὰ τοὺς καθηλώσουν εἰς τὸ σπίτι· γυρίζουν, χωρὶς ἐνδύματα καὶ ἐξηγριωμένοι,
εἰς τὰς ἐρήμους καὶ τὰ μνήματα· προκαλοῦν τὸν τρόμον καὶ τὸν φόβον τῶν
κατοίκων τῆς περιοχῆς.
Εἰς
αὐτὴν τὴν κατάστασιν συναντῶνται μὲ τὸν Χριστόν. Ταράσσονται. Τὸ πονηρὸν
πνεῦμα, ποὺ κατοικεῖ μέσα των, ἀνησυχεῖ. Παρακαλεῖ νὰ μὴν τὸ βασανίσῃ
ὁ Κύριος. Καὶ ζητεῖ τὴν ἄδειαν νὰ εἰσέλθῃ εἰς τοὺς χοίρους, ποὺ ἔβοσκαν
ὀλίγον πιὸ πέρα. Ἡ ἄδεια δίδεται. Καὶ οἱ χοῖροι ὁρμοῦν ἀκάθεκτοι εἰς
τὴν λίμνην καὶ πνίγονται εἰς τὰ νερά της. Οἱ δαιμονιζόμενοι ὅμως, μόλις
ἀπηλλάγησαν ἀπὸ τὰς πονηρὰς δυνάμεις, ἐθεραπεύθηκαν τελείως. Ἥσυχοι
καὶ εὐχαριστημένοι, κάθονται στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ Τὸν εὐγνωμονοῦν
διὰ τὴν σωτηρίαν των.
Μὲ
αἴσθημα φρίκης καὶ ἀποτροπιασμοῦ, ἀλλὰ καὶ συμπαθείας, εἴδαμεν
τοὺς δαιμονιζομένους, ἀγαπητοί. Οἱ δυστυχεῖς! Θηρία ἀληθινά,
χωρὶς ἀνθρωπισμὸν καὶ ἀξιοπρέπειαν, χωρὶς οἰκογένειαν καὶ ἠρεμίαν,
ἐγύριζαν στοὺς δρόμους, ἀξιολύπητοι ἐρείπια, θλιβερὲς ἀνθρώπινες
ὑπάρξεις. Τρομερόν!
Ἀλλὰ,
τί κρῖμα! Δὲν λείπουν, δυστυχῶς, τέτοιες δραματικὲς εἰκόνες καὶ ἀπὸ
τὴν σημερινήν μας ἐποχήν.
Ἠμπορεῖ
νὰ μὴν εἶναι ὅλοι δαιμονισμένοι τῆς μορφῆς τῶν δύο Γεργεσηνῶν.
Ἐμφανίζουν ὅμως συμπτώματα, τὰ ὁποῖα δὲν ἀπέχουν ἀπὸ τὰς ἐκδηλώσεις
ἐκείνων.
Εἶναι
ἀνάγκη νὰ ἐξετάσωμεν αὐτὸ τὸ ζήτημα. Ἄς ρίψωμεν, λοιπόν, ἕνα βλέμμα:
1) ΕΙς τΟν μέθυσον.
1) ΕΙς τΟν μέθυσον.
Τὸν
πλησιάζομεν. Εἶναι μὲ τὰ μάτια κατακόκκινα καὶ θολά. Μὲ τὴν ὄψιν ἀλλοιωμένην
καὶ ἀγρίαν. Ἡμίγυμνος, πεσμένος εἰς τὸν δρόμον καὶ τὴν λάσπην. Τὸ στόμα
του εἶναι γεμᾶτον ἀπὸ ἀφρούς. Ἀσχημονεῖ καὶ βλασφημεῖ. Παρουσιάζει
θέαμα, τὸ ὁποῖον δὲν ἀπέχει τῆς εἰκόνας τῶν δαιμονισμένου. Γείτονες
καὶ γνωστοί του θὰ τὸν ὁδηγήσουν εἰς τὸ σπίτι του. Διὰ νὰ ἀρχίσῃ ἐκεῖ
νέα θλιβερὰ σκηνή. Ἀηδία καὶ βωμολοχίαι, σπάσιμο ἀντικειμένων
καὶ τραυματισμοί.... Ἀργότερα θὰ καταληφθῇ ἀπὸ νευρικὸ κλάμα καὶ
θὰ κλαίῃ ὡσὰν μικρὸ παιδί. Δυστυχὴς οἰκογένεια! Πῶς νὰ στηριχθῆ
εἰς ἕνα τέτοιο σωματικὸ καὶ ψυχικὸ ἐρείπιο;
Καὶ
ἄν συμπέσῃ νὰ συναντηθοῦν δύο-τρεῖς μεθυσμένοι, ἀντιλαμβάνεσθε τότε
τὸ θέαμα; Ὕβρεις καὶ βλασφημία, ἀπειλαὶ καὶ κραυγαὶ θηρίου, ὄχι δὲ
σπανίως μάχαιραι καὶ τραύματα καὶ αἵματα καὶ θάνατοι.... Γίνεται ἔτσι
μὲ τὴν σειράν του καὶ ὁ μέθυσος φόβητρον τῆς γειτονιᾶς. Φοβεῖσαι, ὅταν
τὸν συναντήσῃς εἰς τὸν δρόμον. Ὁ μέθυσος εἶναι ἐνίοτε χειρότερος
καὶ ἀπὸ τὸν τρελλόν. Πλήρης, λοιπόν, ἡ καταστροφή. Καταστροφὴ τῆς ὑγείας,
τῆς περιουσίας, τῆς οἰκογενειακῆς εὐτυχίας, τῆς ἀξιοπρεπείας.
Δι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος συμβουλεύει: «Μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ, ἐν ᾧ ἐστιν
ἀσωτία» (Ἐφεσ. ε΄ 18).
Εἶναι,
λοιπόν, ἤ ὄχι ὁ μέθυσος ἕνας δαιμονισμένος μὲ τὰς ἐκδηλώσεις τῶν δύο
τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου;
2) ΕΙς τΟν Οργίλον.
Ὅταν
εἶναι ἥμερος, εἶναι ἥσυχος καὶ εὐχάριστος. Ἀλλοίμονον, ὅμως, ὅταν
καταληφθῇ ἀπὸ τὴν ὀργὴν καὶ τὸν θυμόν. Τὰ μάτια ἐξαγριώνονται. Τὸ
πρόσωπον κοκκινίζει. Αἱ φλέβες του ἐξογκώνονται. Τρέμουν τὰ χέρια
του. Ἄναρθρες κραυγὲς ἐξέρχονται ἀπὸ τὸ στόμα του. Ἀνατρέπει τὰ ἀντικείμενα
τοῦ γραφείου. Ὑβρίζει, βλασφημεῖ χωρὶς ἐντροπήν. Καὶ, συχνά, εἰς τὴν
ὁρμὴν τοῦ πάθους του, ὁρμᾷ καὶ κατὰ τοῦ ἄλλου μὲ τοὺς γρόνθους προτεταμένους,
μὲ τὸ μαχαῖρι ὑψωμένον, μὲ τὸ περίστροφον πλῆρες.
Πόσα
δράματα καὶ ἐγκλήματα ὀφείλονται εἰς τὰς τοιαύτας ἐξάλλους στιγμὰς
τοῦ θυμώδους ἀνθρώπου!
Ἔπειτα,
βέβαια, θὰ συνέλθῃ. Θὰ ἀντικρύσῃ τότε μὲ συντριβὴν καὶ θρήνους τὰ ἐρείπια,
τὰ αἵματα, τὸ φέρετρον, καὶ αὐτὸ τὸ κελλὶ τῆς φυλακῆς. Ἀλλὰ τότε εἶναι
πλέον ἀργά. Τὸ κακὸ ἔγινε.... Δι’ αὐτὸ συνιστᾷ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ:
«Πᾶσα πικρία καὶ θυμὸς καὶ ὀργή.... ἀρθήτω ἀφ’ ὑμῶν» (Ἐφεσ. δ΄31).
«Ἀρθήτω».
Χωρὶς ἀναβολήν. Διότι μία τοιαύτη κατάστασις, συνεχιζομένη, ἀπειλεῖ
νὰ μονιμοποιήσῃ μίαν ἄλλην κατάστασιν, ποὺ δὲν ἀπέχει τῶν ἐκδηλώσεων
τοῦ δαιμονιζομένου, μὲ ὅλας τὰς ὀδυνηρὰς συνεπείας.
3) ΕΙς τΟν Ανήθικον.
Κοιτάξτε
τον. Νομίζεις ὅτι εἶναι τρελλὸς ἀπὸ τὸ ἁμαρτωλὸν πάθος. Ἀσυγκράτητος,
ἀμετάπειστος, τυφλὸς ἀπὸ ἐφαμάρτους ἐπιθυμίας, παραδίδεται εἰς
μίαν ζωὴν ἀνηθικότητος, ὅπου μόνον φθορὰ τῆς ἀξιοπρεπείας, τῆς
τιμῆς καὶ τῆς ὑγείας ὑπάρχει.
Δὲν
χρειάζεται νὰ λεχθοῦν πολλὰ ἐπ’ αὐτοῦ. Ἡ ἐποχὴ μας εἶναι πολὺ συνηθισμένη
ἀπὸ τοιαύτας περιπτώσεις. Βλέπεις τὸν νέον, τὸν ὥριμον ἄνδρα κάποτε,
ὄχι σπανίως καὶ τὸν οἰκογενειάρχην μὲ παιδιά, νὰ κάνῃ σὰν τρελλός.
Δὲν σκέπτεται τὰς συνεπείας.
Δὲν
ὑπολογίζει τὰ σχόλια τοῦ κόσμου. Γυρίζει στοὺς δρόμους τὰ μεσάνυχτα,
μὲ παρέες, ποὺ προδίδουν κακοήθειαν καὶ ἠθικὴν σαπίλαν, τραγουδᾷ
τραγούδια τοῦ ὑποκόσμου, ἐξοδεύει ἀσκόπως τὸν ἱδρῶτα ὁλοκλήρου
τῆς ἑβδομάδας. Ἀφήνει γέροντες γονεῖς ἐγκαταλελειμμένους. Στερεῖ
- τρομερόν - ἀπὸ τὰ παιδιὰ του ἀκόμη καὶ τὸ ψωμί, διὰ νὰ ἠμπορῇ, ὁ ταλαίπωρος,
νὰ διαθέσῃ τὰ χρήματά του εἰς τόπους ἁμαρτωλούς, μὲ πρόσωπα ἁμαρτίας,
μὲ τρόπους, ποὺ δὲν τιμοῦν τὸν ἄνθρωπον.
Ἔτσι
τὸ πάθος, ποὺ κατώρθωσε νὰ δεσπόσῃ εἰς τὴν θέλησίν του, θὰ τὸν διαφθείρῃ,
θὰ τὸν ἀποφυλλίσῃ, θὰ τὸν ἐξευτελίσῃ καὶ τέλος θὰ τὸν ρίψῃ ρακένδυτον
εἰς τὸν δρόμον.
Καὶ
αὐτά, ποὺ γράφονται διὰ τὸν ἄνδρα, ἰσχύουν, δυστυχῶς, καὶ διὰ τὴν γυναῖκα,
ποὺ προδίδει ἀσύστολα τὸν ἠθικόν της κόσμον καὶ δένεται εἰς τὸ ἐξευτελιστικὸν
ἅρμα τῆς ἁμαρτίας. Ἀναιδής, προκλητική, ἡμίγυμνος, «μοιραία», κυκλοφορεῖ
εἰς τοὺς δρόμους, ἡμέραν καὶ νύκτα, κάθεται εἰς τὰ κέντρα καὶ ἄλλα κακόφημα
μέρη διασκεδάσεων, χορεύει ἀπρόσεκτα καὶ ἐκδηλώνει ὅλην της τὴν
ψυχικὴν γυμνότητα.
Τί διαφορετικὸν ἔκαμαν οἱ δύο δαιμονισμένοι τῶν Γεργεσηνῶν ἀπὸ τοὺς σημερινούς, ἄνδρας καὶ γυναῖκας, ποὺ χωρὶς χαλινὸν περιφέρονται εἰς τοὺς δρόμους, ἀσχημονοῦντες καὶ ἁμαρτάνοντες; Τί διαφορετικό; Καί, δυστυχῶς, δὲν εἶναι μόνο αὐτοί. Πολλοὶ ἄλλοι ὑπάρχουν, ποὺ ἀντιγράφουν εἰς τὴν ζωὴν των τὰς ἐκδηλώσεις τῶν δύο δυστυχισμένων ὑπάρξεων, ποὺ ἀναφέρει τὸ Ἱ. Εὐαγγέλιον. Πολλοὶ, δυστυχῶς.
Τί διαφορετικὸν ἔκαμαν οἱ δύο δαιμονισμένοι τῶν Γεργεσηνῶν ἀπὸ τοὺς σημερινούς, ἄνδρας καὶ γυναῖκας, ποὺ χωρὶς χαλινὸν περιφέρονται εἰς τοὺς δρόμους, ἀσχημονοῦντες καὶ ἁμαρτάνοντες; Τί διαφορετικό; Καί, δυστυχῶς, δὲν εἶναι μόνο αὐτοί. Πολλοὶ ἄλλοι ὑπάρχουν, ποὺ ἀντιγράφουν εἰς τὴν ζωὴν των τὰς ἐκδηλώσεις τῶν δύο δυστυχισμένων ὑπάρξεων, ποὺ ἀναφέρει τὸ Ἱ. Εὐαγγέλιον. Πολλοὶ, δυστυχῶς.
Η θ ε ρ α
π ε ί α.
Εὐτυχῶς,
ὅμως, διὰ τοὺς δύο Γεργεσηνούς. Ἡ ἔλευσις τοῦ Χριστοῦ τοὺς ἔσωσε. Κάτω
ἀπὸ τὴν θεϊκὴν ἐπιβολὴν τοῦ Κυρίου, οἰ δαίμονες συνετρίβησαν. Ἠναγκάσθησαν
μετὰ σπουδῆς νὰ ἐγκαλείψουν τὰ θύματά των.
Καὶ
οἱ σημερινοὶ αἰχμάλωτοι τῆς ἁμαρτίας δὲν θὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὰ δεσμὰ
καὶ τὰς συνεπείας τῆς ἀνωμάλου ζωῆς των, ἄν δὲν πλησιάσουν τὸν Χριστόν,
τὸν μέγαν Ἀνακαινιστὴν τῆς ψυχῆς. Ἄν δὲν γίνῃ τὸ μεγάλο βῆμα, τὸ βῆμα
τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἐπιστροφῆς, δὲν θὰ τοὺς ἴδῃ ἡ κοινωνία
ποτὲ «ἱματισμένους καὶ σωφρονοῦντας», ὅπως συνέβη μὲ τοὺς δύο Γεργεσηνούς.
Θὰ εἶναι πάντα δυστυχισμένοι. Ἀξιοδάκρυτα ἐρείπια. Καὶ αἱ οἰκογένειαί
των, πικραμέναι καὶ πληγωμέναι. Καὶ ἡ κοινωνία θὰ παρουσιάζῃ τότε
εἰς τὸν ὀργανισμόν της κακαοήθεις ὄγκους καὶ ἐστίας μολύνσεως.
Δὲν
εἶναι κρῖμα ὅμως νὰ βλέπῃ κανεὶς γύρω του λιμνάζοντα καὶ νοσογόνα
νερά, ἐνῷ μπορεῖ νὰ ζῇ μέσα στὶς γάργαρες πηγὲς καὶ τοὺς ἀνθῶνες;
Δὲν
εἶναι κρίμα;
Ἀγαπητοί,
Κάποτε κάποιος θηριοδαμαστὴς εἶχεν ἀγοράσει ἕνα μικρὸ φίδι καὶ τὸ χρησιμοποιοῦσε στὶς παραστάσεις του. Μετὰ ἀπὸ 25 χρόνια ἔδινε σ᾿ ἕνα «τσίρκο» παραστάσεις μὲ λιοντάρια, τίγρεις, λεοπαρδάλεις καὶ στὸ τέλος μὲ ἔνα τεράστιο βόα. Τὸ ἄλλοτε μικρὸ φίδι ἦταν ὁ σημερινὸς βόας, ποὺ τώρα, μπροστὰ στοὺς θεατάς, εἶχε τυλιχθῆ στὸ σῶμα τοῦ θηριοδαμαστοῦ. Σὲ μιὰ στιγμὴ ἀκούστηκε μιὰ κραυγή. Οἱ θεαταὶ ἐνόμισαν, ὅτι ἦτο κι᾿ αὐτὸ στὸ πρόγραμμα. Μὰ ξαφνικὰ εἶδαν τὸν ἄνθρωπο νὰ σωριάζεται κάτω νεκρός. Ὁ βόας ἐκείνη τὴ βραδυὰ εἶχεν ἀποφασίσει νὰ τὸν θανατῴσῃ. Καὶ τὸ ἔκαμε. Τὸν ἔσφιξε δυνατὰ εἰς τὸν λαιμὸν καὶ τὸν ἔπνιξε.
Κάποτε κάποιος θηριοδαμαστὴς εἶχεν ἀγοράσει ἕνα μικρὸ φίδι καὶ τὸ χρησιμοποιοῦσε στὶς παραστάσεις του. Μετὰ ἀπὸ 25 χρόνια ἔδινε σ᾿ ἕνα «τσίρκο» παραστάσεις μὲ λιοντάρια, τίγρεις, λεοπαρδάλεις καὶ στὸ τέλος μὲ ἔνα τεράστιο βόα. Τὸ ἄλλοτε μικρὸ φίδι ἦταν ὁ σημερινὸς βόας, ποὺ τώρα, μπροστὰ στοὺς θεατάς, εἶχε τυλιχθῆ στὸ σῶμα τοῦ θηριοδαμαστοῦ. Σὲ μιὰ στιγμὴ ἀκούστηκε μιὰ κραυγή. Οἱ θεαταὶ ἐνόμισαν, ὅτι ἦτο κι᾿ αὐτὸ στὸ πρόγραμμα. Μὰ ξαφνικὰ εἶδαν τὸν ἄνθρωπο νὰ σωριάζεται κάτω νεκρός. Ὁ βόας ἐκείνη τὴ βραδυὰ εἶχεν ἀποφασίσει νὰ τὸν θανατῴσῃ. Καὶ τὸ ἔκαμε. Τὸν ἔσφιξε δυνατὰ εἰς τὸν λαιμὸν καὶ τὸν ἔπνιξε.
Τὸ ἴδιο
κάνει, ἀδελφέ μου, καὶ ἡ ἁμαρτία. Παίζει σὰν τὸ φίδι τοῦ θηριοδαμαστοῦ.
Ἀρκετὸ ἴσως καιρὸ. Ἀλλὰ μιὰ ἡμέρα δίνει ὕπουλα τὸ θανάσιμο χτύπημα.
Καὶ νεκρώνει τὸν ἁμαρτωλὸν ἄνθρωπο. Γεμάτη ἡ ζωὴ ἀπὸ τέτοια παραδείγματα.
Ἡ Ἐκκλησία,
ποὺ θέλει νὰ προφυλάξῃ τὰ παιδιὰ της ἀπὸ τὸν κίνδυνον αὐτόν, μᾶς λέγει
σήμερα: Ἡ ἁμαρτία κρύβει τὸν θάνατον.
Μὴ
παίζετε μαζί της ποτέ!
(†) ἐπισκόπου
Γεωργίου Παυλίδου Μητροπολίτου Νικαίας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου