ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ
(24 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2023)
ΕΩΘΙΝΟΝ Ζ΄
Τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται
πρωΐ σκοτίας ἔτι οὔσης, εἰς τὸ μνημεῖον΄ καὶ βλέπει τὸν λίθον ἠρμένον ἐκ τοῦ
μνημείου. Τρέχει οὖν, καὶ ἔρχεται πρὸς Σίμωνα Πέτρον, καὶ πρὸς τὸν ἄλλον μαθητὴν,
ὃν ἐφίλει ὁ Ἰησοῦς, καὶ λέγει αὐτοῖς· Ἦραν τὸν Κύριον ἐκ τοῦ μνημείου, καὶ οὐκ
οἴδαμεν ποῦ ἔθηκαν αὐτόν. Ἐξῆλθεν οὖν ὁ Πέτρος καὶ ὁ ἄλλος μαθητής, καὶ ἤρχοντο
εἰς τὸ μνημεῖον. Ἔτρεχον δὲ οἱ δύο ὁμοῦ· καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς προέδραμε τάχιον
τοῦ Πέτρου, καὶ ἦλθε πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας, βλέπει κείμενα τὰ ὀθόνια,
οὐ μέντοι εἰσῆλθεν. Ἔρχεται οὖν Σίμων Πέτρος ἀκολουθῶν αὐτῷ, καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ
μνημεῖον, καὶ θεωρεῖ τὰ ὀθόνια κείμενα, καὶ τὸ σουδάριον, ὃ ἦν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς
αὐτοῦ, οὐ μετὰ τῶν ὀθονίων κείμενον, ἀλλὰ χωρὶς ἐντετυλιγμένον εἰς ἕνα τόπον. Τότε
οὖν εἰσῆλθε καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς ὁ ἐλθὼν πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ εἶδε, καὶ ἐπίστευσεν.
Οὐδέπω γὰρ ᾔδεισαν τὴν Γραφήν, ὅτι δεῖ αὐτὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι. Ἀπῆλθον οὖν πάλιν
πρὸς ἑαυτοὺς οἱ μαθηταί.
(Ἰωάν. κ΄[20] 1 – 10)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
1 Ἀφοῦ πέρασε τὸ Σάββατο, τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, ποὺ ἦταν ἡ πρώτη
ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται στὸ μνημεῖο πρωί, ὅταν ἦταν ἀκόμη
σκοτάδι, καὶ βλέπει ὅτι ὁ λίθος ποὺ ἔφραζε τὴν εἴσοδο τοῦ τάφου ἦταν σηκωμένος ἀπὸ
τὸ μνῆμα. \2 Ὅταν λοιπὸν εἶδε τὸ μνῆμα ἀνοιχτό, τρέχει κι ἔρχεται
στὸ Σίμωνα Πέτρο καὶ στὸν ἄλλο μαθητὴ τὸν ὁποῖο ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς, καὶ τοὺς εἶπε:
Πῆραν τὸν Κύριο ἀπὸ τὸ μνημεῖο καὶ δὲν ξερουμε ποῦ τὸν ἔβαλαν. 3 Μετὰ λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἀνέλπιστη αὐτὴ εἴδηση,
βγῆκε ὁ Πέτρος ἀπὸ τὸ σπίτι ποὺ ἔμενε, καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτὸν βγῆκε καὶ ὁ ἄλλος
μαθητής, καὶ ἔρχονταν στὸ μνημεῖο. 4 Ἔτρεχαν λοιπὸν καὶ οἱ δύο μαζί· ἀλλὰ
ὁ ἄλλος μαθητής, ἐπειδὴ ἦταν νεότερος, ἔτρεξε μπροστὰ πιὸ γρήγορα ἀπὸ τὸν Πέτρο
καὶ ἔφθασε πρῶτος στὸ μνημεῖο. 5
Καὶ σκύβοντας ἀπ᾿ ἔξω βλέπει τοὺς νεκρικοὺς ἐπιδέσμους νὰ εἶναι κάτω στὴ γῆ· ἐπειδὴ
ὅμως ἦταν πολὺ συγκινημένος, δὲν προχώρησε νὰ μπεῖ μέσα. 6 Ἐνῶ λοιπὸν περίμενε ἀπ᾿ ἔξω, ἔρχεται
καὶ ὁ Σίμων Πέτρος ὕστερα ἀπ᾿ αὐτὸν καί, θαρραλέος καὶ ὁρμητικὸς ὅπως ἦταν ἀπὸ
τὸ χαρακτήρα του, μπῆκε στὸ μνημεῖο καὶ παρατήρησε ἀπὸ κοντὰ ὅτι οἱ νεκρικοὶ ἐπίδεσμοι
ἦταν κάτω στὴ γῆ καὶ δὲν ἔλειπαν, ὅπως θὰ ἦταν φυσικὸ νὰ συμβεῖ ἐὰν τὸ σῶμα εἶχε
κλαπεῖ. 7 Παρατήρησε ἀκόμη
ὅτι τὸ ὕφασμα μὲ τὸ ὁποῖο εἶχαν σκεπάσει τὸ κεφάλι τοῦ Ἰησοῦ, δὲν ἦταν ἀνακατεμένο
μὲ τοὺς ἐπιδέσμους ἀκατάστατα, ἀλλὰ ἦταν τυλιγμένο χωριστὰ κάπου ἐκεῖ μὲ τάξη,
ποὺ δὲν πρόδιδε βιασύνη καὶ σπουδή. 8 Τότε λοιπὸν καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς ποὺ
εἶχε ἔλθει πρῶτος στὸ μνῆμα, παρακινημένος ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Πέτρου, μπῆκε
μέσα, καὶ τὰ εἶδε αὐτὰ ἀπὸ κοντὰ καὶ πίστεψε ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀναστήθηκε. 9 Δὲν εἶχε πιστέψει πιὸ πρίν, ἀλλὰ
μόλις τώρα ποὺ εἶδε ἀδειανὸ τὸν τάφο· διότι καὶ αὐτὸς καὶ ὁ Πέτρος δὲν γνώριζαν
ἀκόμη τὴν ἀληθινὴ σημασία τῶν προφητειῶν τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅτι σύμφωνα μὲ τὸ
σχέδιο τοῦ Θεοῦ ὁ Μεσσίας ἔπρεπε νὰ ἀναστηθεῖ ἀπὸ τοὺς νεκρούς. 10 Ἀφοῦ λοιπὸν ἐξέτασαν τὸν τάφο καὶ
πείσθηκαν ὅτι κάθε ἄλλη ἔρευνα ἦταν περιττή, ἐπέστρεψαν πάλι στὰ καταλύματά
τους οἱ μαθητές.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟ ΤΗΣ
ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ)
Ἀδελφοί,
πίστει παρῴκησεν Ἀβραάμ εἰς τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς· ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γὰρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ,
Σαμψών, Ἰεφθάε, Δαυῒδ
τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο
βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ,
παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι,
κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι
καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες
διὰ τῆς πίστεως
οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.
(Ἑβρ. ια΄[11] 9-10, 32- 40)
ΠΟΣΟ ΑΞΙΖΕΙ
ΕΝΑΣ ΑΓΙΟΣ!
ΛΟΓΟΣ ΣTO:
«Ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος»
Μία Κυριακὴ πρὶν
ἀπὸ τὴν μεγάλη καὶ κοσμοχαρμόσυνη ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία
προβάλλει ἐνώπιόν μας ὅλους ἐκείνους τοὺς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης,
προπάτορες, προφῆτες καὶ μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι ζοῦσαν μέσα στὸ δράμα καὶ τὴν
ἐλπίδα τοῦ Μεσσία. Περίμεναν μὲ πόθο ἀσίγαστο καὶ ἱερὴ λαχτάρα νὰ δοῦν τὸν «χριστὸν Κυρίου» (πρβλ. Ψαλ. β΄[2] 2).
Ὅλοι αὐτοί, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἐὰν συγκριθοῦν μὲ τὸν κόσμον ὁλόκληρον, ὁ
καθένας τους εἶναι ἀσυγκρίτως ἀνώτερος. Μὲ ἀφορμὴ τοὺς λόγους αὐτούς, ἂς δοῦμε
γενικώτερα γιατί κάθε Ἅγιος εἶναι πολυτιμότερος ἀπ᾿ ὅλο τὸν κόσμο καὶ τί
σημασία ἔχει αὐτὸ γιὰ μᾶς.
1. ΔΕΝ
ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΥΓΚΡΙΣΗ
Ὅταν ὁ ἀπόστολος
Παῦλος κάνει τὴν σύγκριση τοῦ κάθε δικαίου μὲ τὸν κόσμο, μὲ τὴν λέξη «κόσμος» δὲν ἐννοεῖ μόνον τὰ πλήθη τῶν
ἀνθρώπων ἀλλὰ καὶ τὴν ἴδια τὴν κτίση. Λέγει δηλαδὴ ὅτι καὶ ὅλη ἡ κτίση μαζὶ μὲ
τοὺς ἀνθρώπους σὲ τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ φανεῖ ἀντάξια τῶν Ἁγίων, δὲν μπορεῖ νὰ
σταθεῖ στὸ ἴδιο ὕψος μ᾿ αὐτούς. Ὅλες οἱ μυριάδες τῶν ἀνθρώπων ὅλων τῶν αἰώνων,
ἀλλὰ καὶ ὅλο τὸ σύμπαν ἀξίζουν πολὺ λιγότερο ἀπ᾿ ὅσο ἀξίζει ἕνας Ἅγιος. Διότι,
ὅπως ἐξηγοῦν οἱ ἱεροὶ Πατέρες, τόσο πολὺ ἀξίζουν οἱ Ἅγιοι, ὥστε γι᾿ αὐτοὺς ὁ
Θεὸς ἐδημιούργησε τὸν κόσμο, γι᾿ αὐτοὺς ἔγινε ἄνθρωπος, ὑπὲρ αὐτῶν Χριστὸς
ἀπέθανε. Καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει σχετικῶς: «Κρείσσων εἷς ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου ἢ μύριοι παράνομοι». Εἶναι
ἀσυγκρίτως ἀνώτερος ὁ ἕνας ποὺ ἐπιτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ παρὰ μύριοι
παράνομοι. Καὶ μᾶς ἐξηγεῖ ὁ ἱερὸς Πατὴρ ὅτι ἡ σύγκριση αὐτὴ μ᾿ ὅλο τὸν κόσμο
γίνεται γιὰ νὰ καταλάβουμε πόση ἀξία ἔχει ἡ ἀρετὴ τῶν Ἁγίων.
Διότι οἱ Ἅγιοι
κατεφρόνησαν αὐτὴ τὴν ζωὴ καὶ ὅλα τὰ μάταια καὶ ἁμαρτωλά. Ἔζησαν σὲ ἐποχὲς
ἀποστασίας καὶ καταπτώσεως ὡς ἐπίγειοι ἄγγελοι καὶ οὐράνιοι ἄνθρωποι. Πέρασαν
ἀπὸ τὴν γῆ ὡς ξένοι καὶ παρεπίδημοι ἔχοντας κάθε ἡμέρα τὴν σκέψη τους στὸν
οὐρανό. Μὲ τὸν λόγο τους καὶ τὴν ζωή τους ἐπιβεβαίωναν κάθε στιγμὴ καὶ ὥρα τὴν
ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, φανέρωναν τὴν ἀγάπη καὶ τὸ φῶς του. Μὲ τὸ σιωπηλὸ παράδειγμά
τους διαλαλοῦσαν περίτρανα ὅτι ζεῖ Κύριος ὁ Θεός, ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ δυνατός, ὁ
κυρίαρχος τῆς ἱστορίας καὶ τοῦ κόσμου.
Γι' αὐτὸ ἕνας
καὶ μόνον Ἅγιος στὴν ἐποχή του ἔχει ἀξία ἀσυγκρίτως μεγαλύτερη ἀπὸ ὅλο τὸν
κόσμο. Διότι εἶναι τὸ ὁμοίωμα καὶ ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν ἀποστατημένη
κοινωνία. Ἀποτελεῖ ράπισμα ὀδυνηρὸ στὸν διάβολο ἀλλὰ καὶ σ᾿ ὅλους τοὺς
ἀντιθέους ἀνθρώπους. Διότι μὲ τὴν ζωή του ἐλέγχει συνειδήσεις, ἀποκαλύπτει καὶ
ξεσκεπάζει τὰ κρύφια τῶν ἀνθρώπων. Γίνεται ἡ ἔμψυχη ἐπιστολὴ τοῦ Χριστοῦ, ὁ
ταχυδρόμος τῆς βουλῆς τοῦ Θεοῦ, τὸ κάτοπτρο τοῦ θείου φωτὸς στὰ σκοτάδια τῆς
ἄρνησης καὶ τῆς φθορᾶς.
2. ΤΑ
ΑΛΕΞΙΚΕΡΑΥΝΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Γι᾿ αὐτὸ ὁ Θεὸς
τοὺς Ἁγίους του τοὺς τίμησε ἀσυγκρίτως περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον ἄνθρωπο.
Ὅλους αὐτοὺς ποὺ τόσο πολὺ περιφρονήθηκαν καὶ διώχθηκαν ἀπὸ τοὺς δυνατοὺς τῆς
γῆς, ὁ Θεὸς τοὺς ἔδωσε χάρη καὶ δύναμη πολὺ μεγαλύτερη ἀπὸ τοὺς πάνοπλους
βασιλεῖς τῆς γῆς. Διότι «οὗτοι ἐν ἅρμασι
καὶ οὗτοι ἐν ἵπποις», ἐνῶ οἱ Ἅγιοι «ἐν
ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ αὐτῶν ἐμεγαλύνθησαν» (Ψαλ. ιθ΄[19] 8). Μπροστά τους
ἐξευτελίσθηκαν ὁλόκληρες αὐτοκρατορίες καὶ ἀποδείχθηκαν ἀνίσχυροι οἱ πάνοπλοι,
καὶ ἄσοφοι οἱ κατὰ κόσμον σοφοί.
Οἱ Ἅγιοι ἄλλαξαν
τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου, μεταμόρφωσαν τὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες, σταμάτησαν τὴν
ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, εἵλκυσαν τὴν χάρη του, προστάτευσαν ἔθνη ἀπὸ φοβεροὺς ἐχθροὺς
καὶ καταστροφές. Ὁ Θεὸς τοὺς κατέστησε ρυθμιστὰς τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου· πρεσβευτὰς
τῆς ἀνθρωπότητος στὸν θρόνο τῆς χάριτος. Ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς διαβεβαίωσε, γιὰ
δέκα καὶ μόνον δικαίους δὲν θὰ κατέστρεφε μιὰ ὁλόκληρη περιοχή: «Οὐ μὴ ἀπολέσω ἕνεκεν τῶν δέκα» δικαίων «τὴν πόλιν καὶ πάντα τὸν τόπον» (Γεν.
ιη΄[18] 26, 32). Γιὰ τοὺς Ἁγίους τῆς κάθε ἐποχῆς ὁ Θεὸς δὲν καταστρέφει τὰ ἔθνη
καὶ τὸν κόσμο. Οἱ Ἅγιοι εἶναι τὰ ἀλεξικέραυνα τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ. Εἶναι οἱ
πολυδύναμοι ὑπερασπισταὶ τῶν λαῶν. Ἔχουν τὴν δύναμη νὰ συντρίψουν ὅλες τὶς
δαιμονικὲς δυνάμεις ἀλλὰ καὶ κάθε ἐπίγειο ἐχθρό. Μὲ τὸ ἀστραφτερὸ παράδειγμά
τους, προχωρώντας ἀντίθετα στὸ ρεῦμα ἐπηρεάζουν τοὺς ζαλισμένους ἀπὸ τὸν λίβα
τῆς ἁμαρτίας ἀνθρώπους καὶ τοὺς ὁδηγοῦν σὲ μετάνοια. Εἶναι οἱ ἀκαταμάχητοι
σύμμαχοί μας, οἱ παρηγορητὲς στὶς θλίψεις μας, οἱ ἰατροὶ στὶς ἀσθένειές μας, οἱ
προστάτες μας στὶς ἀντιξοότητες, τὶς ἀδικίες καὶ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς, οἱ
ἀντιλήπτορες καὶ προνοητές μας στὸν πόνο μας, οἱ ἐνισχυτὲς στὸν ἀγώνα καὶ τὴν
ἀγωνία μας.
Ἀδελφοί, ἂν
περιφρονήσουμε τὴν ἁμαρτία καὶ τὶς ἠδονές της, τὸν κόσμο καὶ τὴν ματαιότητά
του, θὰ πάρει ἡ ζωή μας ἀξία, θὰ γίνουμε κι ἐμεῖς πολυτιμότεροι ὅλου τοῦ
κόσμου. Καὶ ἐδῶ στὴ γῆ λαμπρότεροι ἀπ᾿ ὅλη τὴν κτίση, καὶ στὴ γῆ τῆς
ἐπαγγελίας, τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, λάμποντες, ἀστράπτοντες μέσα στὴ θεϊκὴ δόξα.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ
«Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ)
Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυῒδ, υἱοῦ Ἀβραάμ. Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν Ἰσαάκ, Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ, Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, Ἰούδας δὲ ἐγέννησε τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἐκ τῆς Θάμαρ, Φαρὲς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἑσρώμ, Ἑσρὼμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀράμ, Ἀρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμιναδάβ, Ἀμιναδὰβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ναασσών, Ναασσὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Σαλμών, Σαλμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Βοὸζ ἐκ τῆς Ραχάβ, Βοὸζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὠβὴδ ἐκ τῆς Ρούθ, Ὠβὴδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεσσαί, Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυῒδ τὸν βασιλέα. Δαυῒδ δὲ ἐγέννησε τὸν Σολομῶντα ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου, Σολομὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ροβοάμ, Ροβοὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιά, Ἀβιὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀσά, Ἀσὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσαφάτ, Ἰωσαφὰτ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωράμ, Ἰωρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὀζίαν, Ὀζίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωάθαμ, Ἰωάθαμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀχαζ, Ἀχαζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἑζεκίαν, Ἑζεκίας δὲ ἐγέννησε τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμών, Ἀμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσίαν, Ἰωσίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεχονίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος.
Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος Ἰεχονίας ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, Σαλαθιὴλ δὲ ἐγέννησε τὸν Ζοροβάβελ, Ζοροβάβελ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιούδ, Ἀβιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιακείμ, Ἐλιακεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀζώρ, Ἀζὼρ δὲ ἐγέννησε τὸν Σαδώκ, Σαδὼκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀχείμ, Ἀχεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιούδ, Ἐλιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλεάζαρ, Ἐλεάζαρ δὲ ἐγέννησε τὸν Ματθάν, Ματθὰν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ, Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος
Χριστός. Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ Ἀβραὰμ ἕως Δαυῒδ
γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ Δαυῒδ ἕως τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος γενεαὶ
δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες.
Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν· μνηστευθείσης τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος ἁγίου. Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι,
ἐβουλήθη λάθρᾳ ἀπολῦσαι αὐτήν. Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου
κατ' ὄναρ ἐφάνη
αὐτῷ
λέγων· Ἰωσὴφ υἱὸς
Δαυῒδ, μὴ φοβηθῇς
παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά
σου, τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ πνεύματός ἐστιν ἁγίου· τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν, αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν
ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον Μεθ' ἡμῶν ὁ Θεός. Διεγερθεὶς δὲ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν
αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱόν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν
. (Ματθ. α΄[1] 1-25)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Γενεαλογικὸς
κατάλογος στὸν ὁποῖο φαίνεται ἀκριβῶς ἀπὸ ποῦ κατάγεται ὁ Ἰησοῦς
Χριστός, ὁ ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ, ὁ ὁποῖος πάλι ἦταν ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ.
Ὁ Ἀβραὰμ γέννησε τὸν Ἰσαάκ, ὁ Ἰσαὰκ γέννησε τὸν Ἰακώβ, ὁ Ἰακὼβ
γέννησε τὸν Ἰούδα καὶ τοὺς ἀδελφούς του, ὁ Ἰούδας γέννησε δίδυμα
παιδιά, τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἀπὸ τὴ νύφη του τὴ Θάμαρ, ὁ Φαρὲς γέννησε
τὸν Ἐσρώμ, ὁ Ἐσρώμ γέννησε τὸν Ἀράμ, ὁ Ἀρὰμ γέννησε τὸν Ἀμιναδάβ, ὁ Ἀμιναδὰβ
γέννησε τὸν Ναασσών, ὁ Ναασσών γέννησε τὸν Σαλμών, ὁ Σαλμών γέννησε
τὸν Βοὸζ ἀπὸ τὴ Ραχὰβ τὴν πόρνη, ἡ ὁποία δέχθηκε στὴν Ἱεριχώ τοὺς κατασκόπους
τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ καὶ τοὺς φυγάδευσε σώους· ὁ Βοὸζ γέννησε τὸν Ὠβήδ ἀπὸ
τὴ Ρούθ, ἡ ὁποία ὡς προσήλυτη Μωαβίτισσα καταγόταν ἀπὸ ἔθνος πολὺ
μισητὸ στοὺς Ἑβραίους· ὁ Ὠβήδ γέννησε τὸν Ἰεσσαί, ὁ Ἰεσσαί γέννησε τὸν
Δαβὶδ τὸν βασιλιά. Ὁ Δαβὶδ ὁ βασιλιὰς γέννησε τὸν Σολομώντα ἀπὸ τὴ
γυναίκα πού ὑπῆρξε σύζυγος τοῦ Οὐρία, γιὰ νὰ φαίνεται σαφῶς ὄχι μόνο
ἀπὸ τὶς περιπτώσεις τῆς Θάμαρ καὶ τῆς Ραχάβ, ἀλλά καὶ ἀπὸ τὸ ὀλίσθημα
αὐτὸ τοῦ Δαβίδ, ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶχε εἰσχωρήσει καὶ σ' αὐτοὺς τοὺς προγόνους
τοῦ Μεσσία. Ὁ Σολομών γέννησε τὸν Ροβοάμ, ὁ Ροβοὰμ γέννησε τὸν Ἀβιά,
ὁ Ἀβιὰ γέννησε τὸν Ἀσά, ὁ Ἀσὰ ἀπέκτησε τρισέγγονο τὸν Ἰωσαφάτ, ὁ
Ἰωσαφάτ γέννησε τὸν Ἰωράμ, ὁ Ἰωράμ ἀπέκτησε τρισέγγονο τὸν Ὀζία, ὁ
Ὀζίας γέννησε τὸν Ἰωάθαμ, ὁ Ἰωάθαμ γέννησε τὸν Ἄχαζ, ὁ Ἄχαζ γέννησε τὸν
Ἐζεκία, ὁ Ἐζεκίας γέννησε τὸν Μανασσῆ, ὁ Μανασσῆς γέννησε τὸν Ἀμών, ὁ
Ἀμών γέννησε τὸν Ἰωσία, ὁ Ἰωσίας γέννησε τὸν Ἰωαχίμ ἢ Ἰεχονία καὶ τοὺς ἀδελφούς
του στὰ χρόνια ἐκεῖνα τῆς αἰχμαλωσίας τῶν Ἰουδαίων στὴ Βαβυλώνα. Ὅταν
λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι μεταφέρθηκαν ὡς αἰχμάλωτοι στὴ Βαβυλώνα, ὁ
Ἰεχονίας γέννησε ἐκεῖ τὸν Σαλαθιήλ, ὁ Σαλαθιὴλ γέννησε τὸν Ζοροβάβελ,
καὶ τοῦ Ζοροβάβελ ἀπόγονος ὑπῆρξε ὁ Ἀβιούδ. Ὁ Ἀβιοὺδ γέννησε τὸν
Ἐλιακείμ, ὁ Ἐλιακείμ γέννησε τὸν Ἀζώρ, ὁ Ἀζὼρ γέννησε τὸν Σαδώκ, ὁ Σαδὼκ
γέννησε τὸν Ἀχείμ, ὁ Ἀχείμ γέννησε τὸν Ἐλιούδ, ὁ Ἐλιούδ γέννησε τὸν Ἐλεάζαρ,
ὁ Ἐλεάζαρ γέννησε τὸν Ματθάν, ὁ Ματθάν γέννησε τὸν Ἰακώβ, κι ὁ Ἰακὼβ
γέννησε τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἀρραβωνιαστικὸ τῆς Μαρίας. Ἀλλά καί ἡ Μαρία
καταγόταν ἀπ' τὸ ἴδιο γένος ἀπὸ τὸ ὁποῖο καταγόταν κι ὁ Ἰωσήφ. Ἀπὸ
τὴ Μαρία αὐτή, ἡ ὁποία ἦταν ἀπόγονος τοῦ Δαβὶδ καὶ τοῦ Ἀβραάμ, γεννήθηκε
ὁ Ἰησοῦς πού ἐπονομάζεται Χριστός. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὸν παραπάνω
κατάλογο ὅλες οἱ γενιὲς πού ἔζησαν ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ μέχρι τὸν Δαβίδ,
ὅπως ἀριθμοῦνται ἀπό τους συντάκτες τοῦ καταλόγου, εἶναι γενιὲς δεκατέσσερις·
καί οἱ γενιὲς ἀπὸ τὸν Δαβὶδ μέχρι τὴν ἐποχὴ πού οἰ Ἰουδαῖοι μεταφέρθηκαν
ὡς αἰχμάλωτοι στὴ Βαβυλώνα εἶναι γενιὲς δεκατέσσερις· καί οἱ γενιὲς
πού ἔζησαν ἀπὸ τὴν ἐποχὴ πού οἱ Ἰουδαῖοι μεταφέρθηκαν στὴ Βαβυλώνα
μέχρι τὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ εἶναι γενιὲς δεκατέσσερις.
Ἡ
γέννηση τοῦ Ίησοῦ Χριστοῦ ἔγινε μὲ τὸν ἑξῆς
ὑπερφυσικὸ καὶ πρωτοφανῆ τρόπο: Ὅταν δηλαδὴ ἡ μητέρα του Μαρία
ἀρραβωνιάσθηκε μὲ τὸν Ἰωσήφ, προτοῦ συγκατοικήσουν ὡς σύζυγοι,
βρέθηκε ἡ Μαρία ἔγκυος μὲ τὴ δημιουργικὴ ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Κι ὁ Ἰωσὴφ ὁ ἀρραβωνιαστικός της, ὅταν ἀντιλήφθηκε τὴν ἐγκυμοσύνη,
ἐπειδὴ ἦταν ἐνάρετος καὶ ἀγαθὸς καὶ δὲν ἤθελε νὰ τὴ διαπομπεύσει
γιὰ δημόσιο παραδειγματισμό, σκέφθηκε νὰ τῆς δώσει μυστικὰ διαζύγιο.
Ἐνῶ ὅμως σκεπτόταν αὐτά, ἰδού, ἕνας ἄγγελος τοῦ Κυρίου φάνηκε στὸ
ὄνειρό του καὶ τοῦ εἶπε: Ἰωσήφ, ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ, μὴ διστάσεις καὶ
μὴ φοβηθεῖς νὰ παραλάβεις στὸ σπίτι σου τὴ Μαρία τὴ μνηστή σου. Διότι
τὸ παιδὶ πού συνέλαβε μέσα της προέρχεται ἀπὸ τὴ δημιουργικὴ ἐπενέργεια
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Θά γεννήσει γιό, καὶ σὺ πού ἀπὸ τὸ νόμο τῆς Παλαιᾶς
Διαθήκης ἀναγνωρίζεσαι ὡς προστάτης καὶ πατέρας του, θὰ τοῦ δώσεις
τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς», τὸ ὁποῖο σημαίνει «σωτήρας». Καὶ θὰ τοῦ δώσεις αὐτὸ τὸ ὄνομα, διότι αὐτὸς θὰ
σώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του τὸν νέο Ἰσραήλ, ὁ ὁποῖος θὰ τὸν πιστέψει
ὡς σωτήρα καὶ θὰ γίνει μὲ τὴν πίστη αὐτὴ ὁ πραγματικὸς λαός του. Μὲ ὅλο
αὐτὸ τὸ θαῦμα τῆς ὑπερφυσικῆς συλλήψεως τῆς Παρθένου, πραγματοποιήθηκε
πλήρως καὶ ἐπαληθεύθηκε ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ Κύριος μέσῳ τοῦ προφήτη Ἡσαΐα,
ὁ ὁποῖος πρὶν ἀπὸ πολλοὺς αἰῶνες εἶπε: Νά,
ἡ παρθένος, πού δὲν γνώρισε ἄνδρα, θὰ συλλάβει καὶ θὰ γεννήσει υἱό,
καὶ ὅσοι θὰ πιστεύουν σ' αὐτὸν θὰ τὸν ὀνομάσουν Ἐμμανουήλ, ὄνομα ἑβραϊκὸ
πού σημαίνει «ὁ Θεὸς εἶναι μαζί
μας». Ὅταν λοιπὸν ὁ Ἰωσὴφ σηκώθηκε ἀπ᾿ τόν ὑπνο, ἔκανε ὅπως
τὸν διέταξε ὁ ἄγγελος τοῦ Κυρίου. Καὶ παρέλαβε τὴ μνηστή του στὸ σπίτι
του καὶ δὲν ἦλθε σὲ σχέση συζυγικὴ μαζί της ποτέ, ἄρα καὶ ἕως ὅτου
γέννησε τὸν πρῶτο καὶ μονάκριβο υἱό της. Καὶ τότε ὁ Ἰωσὴφ τοῦ ἔδωσε
τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου