Σάββατο 31 Αυγούστου 2024

ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ     

ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ

(1 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2024)

 




ΕΩΘΙΝΟΝ Ι΄

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐφανέρωσεν ἑαυτὸν ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν, ἐπὶ τῆς θαλάσσης τῆς Τιβεριάδος, ἐφανέρωσε δὲ οὕτως. ἦσαν ὁμοῦ Σίμων Πέτρος, καὶ Θωμᾶς ὁ λεγόμενος Δίδυμος, καὶ Ναθαναὴλ ὁ ἀπὸ Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οἱ τοῦ Ζεβεδαίου, καὶ ἄλλοι ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ δύο. λέγει αὐτοῖς Σίμων Πέτρος, Ὑπάγω ἁλιεύειν. λέγουσιν αὐτῷ, Ἐρχόμεθα καὶ ἡμεῖς σὺν σοί. ἐξῆλθον καὶ ἀνέβησαν εἰς τὸ πλοῖον εὐθύς, καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ νυκτὶ ἐπίασαν οὐδέν. πρωΐας δὲ ἤδη γενομένης ἔστη ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν αἰγιαλόν, οὐ μέντοι ᾔδεισαν οἱ μαθηταὶ ὅτι Ἰησοῦς ἐστι. λέγει οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς, Παιδία, μὴ τι προσφάγιον ἔχετε; ἀπεκρίθησαν αὐτῷ, Οὒ, ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς, Βάλετε εἰς τὰ δεξιὰ μέρη τοῦ πλοίου τὸ δίκτυον, καὶ εὑρήσετε. ἔβαλον οὖν, καὶ οὐκέτι αὐτὸ ἑλκύσαι ἴσχυσαν ἀπὸ τοῦ πλήθους τῶν ἰχθύων. λέγει οὖν ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς τῷ Πέτρῳ, Ὁ Κύριός ἐστι. Σίμων οὖν Πέτρος, ἀκούσας ὅτι ὁ Κύριός ἐστι , τὸν ἐπενδύτην διεζώσατο· ἦν γὰρ γυμνὸς· καὶ ἔβαλεν ἑαυτὸν εἰς τὴν θάλασσαν. οἱ δὲ ἄλλοι μαθηταὶ τῷ πλοιαρίῳ ἦλθον· οὐ γὰρ ἦσαν μακρὰν ἀπὸ τῆς γῆς, ἀλλ᾿ ὡς ἀπὸ πηχῶν διακοσίων· σύροντες τὸ δίκτυον τῶν ἰχθύων. ὡς οὖν ἀπέβησαν εἰς τὴν γῆν, βλέπουσιν ἀνθρακιὰν κειμένην καὶ ὀψάριον ἐπικείμενον, καὶ ἄρτον. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς, Ἐνέγκατε ἀπὸ τῶν ὀψαρίων ὧν ἐπιάσατε νῦν. ἀνέβη οὖν Σίμων Πέτρος, καὶ εἵλκυσε τὸ δίκτυον ἐπὶ τῆς γῆς, μεστὸν ἰχθύων μεγάλων ἑκατὸν πεντηκοντατριῶν, καὶ τοσούτων ὄντων, οὐκ ἐσχίσθη τὸ δίκτυον. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς, Δεῦτε ἀριστήσατε. οὐδεὶς δὲ ἐτόλμα τῶν μαθητῶν ἐξετάσαι αὐτόν, Σὺ τὶς εἶ; εἰδότες ὅτι ὁ Κύριός ἐστιν. ἔρχεται οὖν ὁ Ἰησοῦς, καὶ λαμβάνει τὸν ἄρτον, καὶ δίδωσιν αὐτοῖς, καὶ τὸ ὀψάριον ὁμοίως. τοῦτο ἤδη τρίτον ἐφανερώθη ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν.

 (Ἰωάν. κα΄[21]  1 – 14)

 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)

1 Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες ὁ Ἰησοῦς ἐμφανίστηκε πάλι στοὺς μαθητές του στὴ λίμνη τῆς Τιβεριάδος. Καὶ ἐμφανίστηκε μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο:  2 Ἦταν μαζὶ ὁ Σίμων Πέτρος καὶ ὁ Θωμᾶς ποὺ λεγόταν Δίδυμος, καὶ ὁ Ναθαναὴλ ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οἱ γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ἄλλοι δύο ἀπὸ τοὺς μαθητές του.  3 Τοὺς λέει ὁ Σίμων Πέτρος: Πηγαίνω νὰ ψαρέψω. Κι ἐκεῖνοι τοῦ ἀποκρίνονται: Ἐρχόμαστε κι ἐμεῖς μαζί σου. Βγῆκαν λοιπὸν ἀπὸ τὸ κατάλυμά τους πρὸς τὴ θάλασσα, μπῆκαν ἀμέσως στὸ πλοῖο καὶ ἄρχισαν νὰ ψαρεύουν. Ὅμως ἐκείνη τὴ νύχτα δὲν ἔπιασαν τίποτε.  4 Ὅταν πιὰ ξημέρωσε, στάθηκε ὁ Ἰησοῦς στὴν ἀκρογιαλιά. Οἱ μαθητὲς ὅμως δὲν ἀντιλήφθηκαν ὅτι αὐτὸς ποὺ στεκόταν ἐκεῖ ἦταν ὁ Ἰησοῦς.  5 Σὰν νὰ ἦταν λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς κάποιος ξένος καὶ ἄγνωστος διαβάτης, τοὺς λέει: Παιδιά, μήπως ἔχετε κανένα ψάρι γιὰ προσφάι; Ὄχι, τοῦ ἀποκρίθηκαν.  6 Κι ἐκεῖνος τότε τοὺς εἶπε: Ρίξτε τὸ δίχτυ στὰ δεξιὰ τοῦ πλοίου καὶ θὰ βρεῖτε. Ἔριξαν λοιπὸν τὸ δίχτυ ὅπως τοὺς εἶπε ὁ Κύριος, καὶ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸ τραβήξουν ἐπάνω ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ψαριῶν ποὺ εἶχε πιάσει.  7 Μετὰ λοιπὸν ἀπὸ τὴν πρωτοφανὴ αὐτὴ ἐπιτυχία λέει στὸν Πέτρο ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος τὸν ὁποῖο ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς: Αὐτὸς ποὺ τὸν νομίσαμε γιὰ ξένο εἶναι ὁ Κύριος. Ὁ Σίμων Πέτρος λοιπόν, ὅταν ἄκουσε ὅτι ἦταν ὁ Κύριος, φόρεσε βιαστικὰ καὶ ζώσθηκε τὸ ἐργατικὸ ἔνδυμά του, διότι μέχρι τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἦταν σχεδὸν γυμνός, καὶ ὁρμητικὸς ὅπως ἦταν, ρίχθηκε στὴ θάλασσα γιὰ νὰ συναντήσει τὸ συντομότερο τὸν Διδάσκαλο.   8 Οἱ ἄλλοι μαθητὲς ὅμως ἦλθαν μὲ τὸ πλοιάριο σέρνοντας  τὸ δίχτυ ποὺ ἦταν γεμάτο μὲ ψάρια, διότι δὲν ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὴ στεριά, ἀλλὰ ἀπεῖχαν περίπου ἑκατὸν τριάντα μέτρα.  9 Ἀμέσως λοιπὸν μόλις ἀποβιβάσθηκαν στὴ στεριὰ μουσκεμένοι καὶ κατάκοποι καὶ πεινασμένοι, βλέπουν ἕτοιμα κάτω στὴ γῆ ἕνα σωρὸ κάρβουνα ἀναμμένα καὶ πάνω σ᾿ αὐτὰ ἕνα ψάρι καὶ παραδίπλα χωριστὰ ἕνα ψωμί. Βρῆκαν δηλαδὴ φωτιὰ γιὰ νὰ θερμανθοῦν καὶ νὰ στεγνώσουν τὰ ροῦχα τους, καὶ φαγητὸ γιὰ τὸ πρωινό τους.  10 Καὶ γιὰ νὰ συμπληρωθεῖ τὸ πρωινὸ αὐτὸ καὶ ἀπό τὸ προϊὸν τοῦ κόπου τους, τοὺς λέει ὁ Ἰησοῦς: Φέρτε καὶ ἀπὸ τὰ ψάρια ποὺ πιάσατε τώρα.  11 Ὅμως τὸ δίχτυ μὲ τὰ ψάρια ἦταν ἀκόμη μέσα στὴ λίμνη καὶ ἐξαιτίας τοῦ βάρους του ἦταν δύσκολο νὰ τραβηχθεῖ. Ἀνέβηκε τότε στὸ πλοιάριο ὁ Σίμων Πέτρος, ποὺ ἦταν ἐμπειρότερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους, καὶ τράβηξε τὸ δίχτυ στὴ στεριά, γεμάτο ἀπὸ ἑκατὸν πενῆντα τρία μεγάλα ψάρια. Κι ἐνῶ ἦταν τόσο πολλὰ τὰ ψὰρια, δὲν σκίστηκε τὸ δίχτυ.  12 Τοὺς λέει ὁ Ἰησοῦς: Ἐλᾶτε τώρα νὰ πάρετε τὸ πρωινό σας. Στὸ μεταξὺ ὅμως κανένας ἀπὸ τοὺς μαθητὲς δὲν τολμοῦσε νὰ τὸν ρωτήσει διερευνητικὰ «ποιὸς εἶσαι ἐσύ», διότι ἤξεραν ὅτι εἶναι ὁ Κύριος, καὶ συνεπῶς αἰσθάνονταν ἀπέναντί του φόβο καὶ βαθὺ σεβασμό.  13 Μετὰ λοιπὸν ἀπὸ τὴν πρόσκληση τοῦ Ἰησοῦ ἦλθαν οἱ μαθητὲς νὰ φᾶνε. Ἔρχεται τότε καὶ ὁ Ἰησοῦς καὶ παίρνει στὰ χέρια του τὸν ἄρτο καὶ τοὺς τὸν μοίρασε. Τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ μὲ τὸ ψάρι.  14 Αὐτή ἦταν ἡ τρίτη μέχρι τότε φορά πού φανερώθηκε ὁ Ἰησοῦς στούς μαθητές του συγκεντρωμένους, μετά τήν Ἀνάστασή του ἀπό τούς νεκρούς.

 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ)

Τέκνον Τιμόθεε, παρακαλῶ πρῶτον πάντων ποιεῖσθαι δεήσεις, προσευχάς, ἐντεύξεις, εὐχαριστίας, ὑπὲρ πάντων ἀνθρώπων, ὑπὲρ βασιλέων καὶ πάντων τῶν ἐν ὑπεροχῇ ὄντων, ἵνα ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι. Τοῦτο γὰρ καλὸν καὶ ἀπόδεκτον ἐνώπιον τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν. Εἷς γὰρ Θεός, εἷς καὶ μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς ᾿Ιησοῦς, ὁ δοὺς ἑαυτὸν ἀντίλυτρον ὑπὲρ πάντων, τὸ μαρτύριον καιροῖς ἰδίοις, εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος, ― ἀλήθειαν λέγω ἐν Χριστῷ, οὐ ψεύδομαι, ― διδάσκαλος ἐθνῶν ἐν πίστει καὶ ἀληθείᾳ.                                   

                                  (Α΄Τιμ, β΄ [2] 1-7)

 

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ

Σήμερα πρώτη Σεπτεμβρίου, γαπητοί μου δελφοί, εναι ρχή το νέου κκλησιαστικο τους, ρχή τς νδίκτου, πως σημειώνει τό κκλησιαστικό μερολόγιο. Τά τροπάρια πού ψάλλονται στήν κκλησία μας σήμερα εναι σχετικά μέ τήν ρχή το νέου κκλησιαστικο τους καί τήν πίκληση στόν Θεό νά ελογήσει τόν «νέον νιαυτόν» τς χρηστότητός Του.

ερός μνδός, μέ φορμή τόν νέο χρόνο, νάγεται στήν ρχή τς δημιουργίας το κόσμου καί ρχεται νά μνήσει τόν Χριστό σάν τόν προαιώνιο Λόγο το Πατρός, ποος τήν σύμπασα κτίση δημιούργησε, «παραγαγών κ μή ντων ες τό εναι» καί νά Τόν παρακαλέσει νά ελογήσει καί τή νέα χρονική περίοδο, τήν ποία βλέπει ς κφραση τς γάπης το Θεο στόν νθρωπο.

Τό σημερινό ποστολικό νάγνωσμα ρχεται νά μς βοηθήσει  νά δομε τόν τρόπο μέ τόν ποο θά περαιώσουμε μέ τρόπο φέλιμο γιά μς τόν χρόνο πού Θεός χει δώσει στόν καθένα μας.

Στό νάγνωσμα ατό πόστολος Παλος παραγγέλλει στόν Τιμόθεο καί μέσ ατο στούς πιστούς νά προσεύχονται γιά λους τούς νθρώπους καθώς, πίσης, καί γιά τούς ρχοντες καί γενικότερα ατούς πού βρίσκονται σέ ψηλές θέσεις, γιά νά ζον καί ο πόλοιποι νθρωποι βίο ρεμο καί συχο μέ κάθε εσέβεια καί σεμνότητα. Τονίζει μάλιστα τι ατή προσευχή εναι πολύ ρεστή στόν Θεό, ποος θέλει λοι ο νθρωποι νά σωθον καί νά γνωρίσουν τήν λήθεια.

ερός πόστολος καί σέ λλο σημεο παραγγέλλει στούς πιστούς νά ξαγοράσουν τόν καιρό τους, γιατί ο μέρες εναι πονηρές. τρόπος ατς τς ξαγορς, προκειμένου χρόνος νά γίνει μέσο σωτηρίας το νθρώπου, εναι προσευχή. καθημερινή, ζωντανή καί διάλειπτη προσευχή εναι κατ’ξοχήν τρόπος καθαγιασμο το χρόνου καί φωτισμο το νθρώπου κατά τήν πίγεια πορεία του. Μάλιστα παραγγελία το ποστόλου γιά προσευχή γιά λους τούς νθρώπους προσανατολίζει τόν πιστό γιά τήν κατεύθυνση τς ζως του.

Κατ᾿ ρχήν προσευχή διατηρε ζωντανή τήν σχέση το νθρώπου μέ τόν Θεό. νώνει τόν νθρωπο μέ τόν Θεό. προσευχή εναι δρόμος νώσεως, κοινωνίας καί παραμονς στόν Θεό. Δέν προσευχόμεθα μόνο καί μόνο γιά νά ζητήσουμε κάτι πό τό Θεό. Προσευχόμεθα γιατί θέλουμε τήν ληθινή ζωή. γιος Γρηγόριος Θεολόγος θεωρε τήν προσευχή σάν τήν ναπνοή τς ψυχς καί τονίζει τι εναι πιό παραίτητο νά προσευχόμαστε παρά νά ναπνέουμε.

νθρωπος πού γαπ τό Θεόν προσεύχεται καί μάλιστα προσεύχεται πολύ. προσευχή εναι ζωή του. πόστολος Παλος σέ λλο σημεο παραγγέλει «διαλείπτως προσεύχεσθε». λος νθρωπος γίνεται προσευχή καί δέν μποδίζεται πό τήν καθημερινότητα προσευχή του. ταν προσευχή μς κουράζει, ταν τήν θεωρομε καθκον καί κατά κάποιον τρόπο «γγαρεία», ατό φανερώνει τι χει παγώσει γάπη μας γιά τόν Χριστό. ν μς κουράζει προσευχή, ν τήν ντιμετωπίζουμε ς ποχρέωση, ατό φανερώνει τι μς λείπει καί γάπη γιά τόν Θεό καί ταπείνωση. γωϊστής νθρωπος δέν νιώθει τήν νάγκη το Θεο καί πιστεύει τι εναι ρκετός αυτός του.

προσευχή εναι τό πλο γιά τήν κάθαρση τς ψυχς πό τά πάθη, τό μέσο γιά τήν καλλιέργεια τν ρετν το Χριστο, τό μέσο τς συνεχος παραμονς μας στόν Θεό.

Γιά τό πς θά πρέπει νά προσευχόμαστε, νά θυμηθομε σα ο Πατέρες καί ο γιοι τς κκλησίας μς λέγουν. Πρτα – πρτα εναι προσπάθεια καί γώνας μας νά εναι ζωντανή προσευχή μας, νά εμαστε παρόντες στήν προσευχή μας. νος μας εκολα διασπται. Πολλές φορές διαπιστώνουμε τι ν προσευχόμαστε, νος μας χει φύγει μακρυά. Νά μήν ποκάνουμε, νά μαζεύουμε καί πάλι τό νο μας.

νάγκη κόμα νά συνειδητοποιήσουμε τι προσευχή εναι πρτα τρόπος καί μετά λόγος. Νά φήσουμε στήν κρη λα τά λλα, νά σταματήσουμε πό τίς ποικίλες, κόμα καί τίς καλές, σχολίες μας, νά εσέλθουμε στό «ταμιεον» μας, στόν νο μας, φήνοντας ξω λα τά λλα καί νά χουμε τήν ασθηση τι εμαστε μόνοι «μόν Θε».

Πρακτικότερα γιά τήν τομική μας προσευχή, πού καταχρηστικά τή λέμε τομική γιατί τίποτα μέσα στήν κκλησία δέν εναι τομικό, ο προσευχές τς κκλησίας μας προσφέρονται σέ καθημερινή χρήση. χρησιμοποίηση, πίσης, τς εχς «Κύριε ησο Χριστέ, Υέ το Θεο, λέησόν με» εναι να σχυρότατο πνευματικό πλο, γι᾿ ατό καί ο γιοί μας μς συμβουλεύουν «νόματι ησο μάστιζε πολεμίους». μως κάθε πιστός γιά νά μήν πλανηθε, πειδή πονηρός χρησιμοποιε τεχνάσματα, χει νάγκη πό πνευματικό πατέρα, πού θά παρακολουθε συστηματικά τήν πνευματική του πορεία καί θά το δώσει καί τόν κατάλληλο κανόνα προσευχς.

προσευχή εναι βασική λειτουργία τς κκλησιαστικς ζως. Γι᾿ ατό νθρωπος πού χει πάθος κατά το δελφο του, δέν μπορε νά προσευχηθε μέ καθαρότητα στον Θεό. Δέν μπορε νά πάρχει ληθινή προσευχή χωρίς γάπη, λλά καί οσιαστικότερη κφραση τς γάπης γιά τόν δελφό εναι προσευχή γι᾿ ατόν. προσωπική προσευχή δέν μπορε νά ντικαταστήσει τή λειτουργική τς Θ. Λειτουργίας καί τν ερν κολουθιν, πως καί λειτουργική προσευχή δέν καταργε τήν προσωπική προσευχή το νθρώπου. νθρωπος πού στόν χρόνο τς ζως του βάζει τήν προσευχή σάν τό κύριο συστατικό του, θά μπορέσει νά διαφυλάξει τή ζωή του καί νά ξαγοράσει τή Βασιλεία το Θεο. ΑΜΗΝ!

(Blogger: Προφίλ Χρήστη: ΜΙΚΡΟΣ ΤΣΟΠΑΝΟΣ)

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Ναζαρέτ, οὗ ἦν τεθραμμένος, καὶ εἰσῆλθεν κατὰ τὸ εἰωθὸς αὐτῷ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων εἰς τὴν συναγωγήν, καὶ ἀνέστη ἀναγνῶναι. Καὶ ἐπεδόθη αὐτῷ βιβλίον τοῦ προφήτου ᾽Ησαΐου, καὶ ἀναπτύξας τὸ βιβλίον εὗρεν τὸν τόπον οὗ ἦν γεγραμμένον, Πνεῦμα κυρίου ἐπ᾽ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέν με εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς, ἀπέσταλκέν με κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρύξαι ἐνιαυτὸν κυρίου δεκτόν. Καὶ πτύξας τὸ βιβλίον ἀποδοὺς τῷ ὑπηρέτῃ ἐκάθισεν· καὶ πάντων οἱ ὀφθαλμοὶ ἐν τῇ συναγωγῇ ἦσαν ἀτενίζοντες αὐτῷ. Ἤρξατο δὲ λέγειν πρὸς αὐτοὺς ὅτι Σήμερον πεπλήρωται ἡ γραφὴ αὕτη ἐν τοῖς ὠσὶν ὑμῶν. Καὶ πάντες ἐμαρτύρουν αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ.      

 

    (Λουκ. δ΄[4] 16 –22)

Ε­Ρ­Μ­Η­Ν­Ε­ΙΑ (Π.Ν.Τ­Ρ­Ε­Μ­Π­Ε­ΛΑ)

Ἐκεῖνο τόν καιρό, ὁ Ἰησοῦς ἦλθε στὴ Ναζαρέτ, ἐκεῖ ὅπου εἶχε ἀνατραφεῖ καὶ εἶχε μεγαλώσει. Κι ὅπως συνήθιζε ἀπὸ τὴν παιδική του ἀκόμη ἠλικία, μπῆκε τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου στὴ συναγωγὴ καὶ σηκώθηκε ἀπὸ τὴ θέση του γιὰ νὰ διαβάσει κάποια προφητικὴ περικοπὴ ἀπὸ τὴ Βίβλο. Καὶ τοῦ παρέδωσαν τὸ βιβλίο τοῦ προφήτη Ἡσαΐα. Ξεδίπλωσε τότε τὸ βιβλίο ποὺ ἦταν τυλιγμένο σὲ κυλινδρικὸ σχῆμα καὶ βρῆκε τὸ μέρος ἐκεῖνο ὅπου ἦταν γραμμένο τὸ ἑξῆς: Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου μένει καὶ ἀναπαύεται σὲ μένα τὸν Μεσσία, γιὰ νὰ συνεργάζεται μαζί μου στὸ σωτηριῶδες ἔργο μου. Καὶ μένει τὸ Πνεῦμα αὐτὸ σὲ μένα, διότι ὁ Κύριος μὲ ἔχρισε ὡς ἄνθρωπο καὶ μὲ ἀπέστειλε νὰ κηρύξω τὸ εὐαγγέλιο τῆς βασιλείας σ᾿ ἐκείνους ποὺ στεροῦνται τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, εἶναι πνευματικὰ φτωχοὶ καὶ βρίσκονται σὲ ἄθλια κατάσταση. Μὲ ἔστειλε νὰ θεραπεύσω ἐκείνους ποὺ ἡ καρδιὰ τους ἔχει συντριβεῖ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Μὲ ἔστειλε νὰ κηρύξω ἄφεση καὶ ἐλευθερία στοὺς δούλους καὶ αἰχμάλωτους τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ χαρίσω τὸ φῶς σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἔχουν τυφλωμένο τὸ νοῦ τους ἀπὸ τὸ σκοτισμὸ τῶν παθῶν. Μὲ ἔστειλε νὰ ἐλευθερώσω ἀπὸ κάθε ἐνοχὴ ἐκείνους ποὺ ἔχουν καταπληγωθεῖ καὶ συντριβεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Μὲ ἔστειλε νὰ κηρύξω καὶ νὰ ἀναγγείλω τὴν ἔναρξη τῆς νέας περιόδου, ἡ ὁποία εἶναι ἀρεστὴ στὸ Θεὸ καὶ ἐπιθυμητὴ στοὺς ἀνθρώπους· διότι τὴν περίοδο αὐτὴ πραγματοποιεῖται ἀπὸ τὸν Μεσσία ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Κι ἀφοῦ τύλιξε τὸ βιβλίο, τὸ ἔδωσε πάλι στὸν ὑπηρέτη τῆς συναγωγῆς καὶ κάθισε γιὰ νὰ ἐξηγήσει καὶ νὰ ἀναπτύξει τὴν περικοπὴ ποὺ διαβασε. Καὶ τὰ μάτια ὅλων ὅσων ἦταν στὴ συναγωγὴ εἶχαν στραφεῖ μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον καὶ προσοχὴ σ᾿ αὐτόν. Ἄρχισε λοιπὸν νὰ τοὺς λέει ὅτι σήμερα πραγματοποιήθηκε καὶ ἐπαληθεύθηκε ἡ προφητεία αὐτὴ μὲ τὸ κήρυγμα ποὺ ἀκούγεται τὴ στιγμὴ αὐτὴ στὰ αὐτιά σας ἀπὸ μένα, στὸν ὁποῖο ἀναφέρεται ἡ προφητεία αὐτή. Καί ὅλοι ὅσοι ἄκουσαν τήν ἐξήγηση τῆς προφητείας πού στή συνέχεια ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, ὁμολογοῦσαν ὅτι κήρυξε ἐξαίρετα. Καί ἀποροῦσαν γιά τά λόγια πού ἔβγαιναν ἀπό τό στόμα του καί ἦταν γεμάτα μέ θεία χάρη καί γλυκύτητα· κι ἔλεγαν: Περίεργο! Δέν εἶναι αὐτός ὁ γιός το ωσήφ, πού μέχρι χθές ργαζόταν σάν νας πό μς;