ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(11 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2024)
ΕΩΘΙΝΟΝ Ζ΄
Τῇ
μιᾷ τῶν Σαββάτων Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ ἔρχεται πρωΐ σκοτίας ἔτι οὔσης, εἰς τὸ μνημεῖον·
καὶ βλέπει τὸν λίθον ἠρμένον ἐκ τοῦ
μνημείου. Τρέχει οὖν, καὶ ἔρχεται πρὸς Σίμωνα Πέτρον, καὶ πρὸς τὸν ἄλλον μαθητὴν,
ὃν ἐφίλει ὁ Ἰησοῦς, καὶ λέγει αὐτοῖς· Ἦραν τὸν Κύριον ἐκ τοῦ μνημείου, καὶ οὐκ
οἴδαμεν ποῦ ἔθηκαν αὐτόν. Ἐξῆλθεν οὖν ὁ Πέτρος καὶ ὁ ἄλλος μαθητής, καὶ ἤρχοντο
εἰς τὸ μνημεῖον. Ἔτρεχον δὲ οἱ δύο ὁμοῦ· καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς προέδραμε τάχιον
τοῦ Πέτρου, καὶ ἦλθε πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας, βλέπει κείμενα τὰ ὀθόνια,
οὐ μέντοι εἰσῆλθεν. Ἔρχεται οὖν Σίμων Πέτρος ἀκολουθῶν αὐτῷ, καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸ
μνημεῖον, καὶ θεωρεῖ τὰ ὀθόνια κείμενα, καὶ τὸ σουδάριον, ὃ ἦν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς
αὐτοῦ, οὐ μετὰ τῶν ὀθονίων κείμενον, ἀλλὰ χωρὶς ἐντετυλιγμένον εἰς ἕνα τόπον. Τότε
οὖν εἰσῆλθε καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς ὁ ἐλθὼν πρῶτος εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ εἶδε, καὶ ἐπίστευσεν.
Οὐδέπω γὰρ ᾔδεισαν τὴν Γραφήν, ὅτι δεῖ αὐτὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστῆναι. Ἀπῆλθον οὖν πάλιν
πρὸς ἑαυτοὺς οἱ μαθηταί.
(Ἰωάν. κ΄[20] 1 – 10)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, ὀφείλομεν ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων
βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν. Ἕκαστος ἡμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τὸ
ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν· καὶ γὰρ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτῷ ἤρεσεν· ἀλλὰ καθὼς
γέγραπται. Οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν ὀνειδιζόντων σε ἐπέπεσαν ἐπ΄ ἐμέ. Ὅσα γὰρ
προεγράφη, εἰς τὴν ἡμετέραν διδασκαλίαν προεγράφη, ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ διὰ
τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν. Ὁ δὲ Θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς
παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν, ἵνα ὁμοθυμαδὸν
ἐν ἑνὶ στόματι δοξάζητε τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διὸ
προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ὑμᾶς, εἰς δόξαν τοῦ
Θεοῦ.
(Ρωμ. ιε΄[15] 1 – 7)
1.
«ΤΑ ΑΣΘΕΝΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΔΥΝΑΤΩΝ»
Στὴν ἀρχὴ τοῦ σημερινοῦ ̓Αποστολικοῦ ἀναγνώσματος ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάνει λόγο γιὰ «τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων»,
τὰ
ὁποῖα ὀφείλουν οἱ δυνατοὶ στὴν πίστη
Χριστιανοὶ
νὰ
ἀνέχονται
μὲ
ἀγάπη.
«Τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων»!
Οἱ
ιδιοτροπίες καὶ
τὰ
σφάλματα τῶν
Χριστιανῶν
ἐκείνων,
ποὺ
εἶναι
ἀδύνατοι
στὴν
πίστη,
δὲν
ἔχουν
ἀκόμη
ἀγαπήσει
μὲ
ὅλη τὴν καρδιά τους τὸν Χριστό μας, δὲν ἔχουν αἰχμαλωτισθεῖ ἐξ
ὁλοκλήρου
ἀπὸ τὴ γλυκύτατη
μορφή του. Βρίσκονται μεταξὺ
φθορᾶς
καὶ
ἀφθαρσίας.
Πατοῦν
μὲ
τὸ
ἕνα
πόδι μέσα στὴν
Ἐκκλησία
καὶ
μὲ
τὸ
ἄλλο
στὸν
κόσμο. Εἶναι
τσακισμένα καλάμια, μισοσβησμένα λυχνάρια, κεριά που τρεμοσβήνουν. Εἶναι ἀδύνατοι.
Ναί!
̓Αλλὰ
εἶναι
ἀδελφοί
μας! Εἶναι
μέλη τῆς
Ἐκκλησίας
καὶ
αὐτοί,
χάριν τῶν
οποίων ὁ
Χριστός μας ἔχυσε
τὸ
Αἷμα
Του ἐπάνω
στὸν Σταυρό. Ἑπομένως;
Ἑπομένως «ὀφείλομεν ἡμεῖς οἱ δυνατοί»,
λέγει ὁ
̓Απόστολος, «τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν».
Ἐμεῖς δηλαδή, ποὺ ὑποτίθεται πὼς εἴμαστε δυνατοὶ στὴν πίστη,
ἔχουμε
χρέος νὰ
ἀνεχόμαστε
τὶς
ἀδυναμίες
αὐτῶν τῶν ἀδελφῶν μας καὶ νὰ μὴ κυττάζουμε νὰ ἀρέσουμε στὸν ἑαυτό μας. Νὰ μὴ ἀπαιτοῦμε ἀπὸ αὐτοὺς μὲ αὐστηρότητα νὰ εἶναι τέλειοι καὶ ὑποδειγματικοί. Ἂς κάνουμε πώς
δὲν
βλέπουμε μερικά πράγματα. Ἂς συγχωροῦμε ἀμέσως τυχὸν προσβολές ποὺ μᾶς κάνουν. Ἂς
δεχόμαστε
καί νά μᾶς
ἀδικοῦν ἀκόμη. Νὰ μὴ τοὺς ἐρεθίζουμε, νὰ μὴ ἐκνευριζόμαστε
ἀπὸ τὶς ἀδυναμίες τους, νὰ μὴ σπεύδουμε νὰ τοὺς βάζουμε στὴ θέση
τους. Και μέσα στο σπίτι μας μπορεῖ
νά ὑπάρχουν
τέτοιοι ἀδύνατοι
στὴν
πίστη,
καὶ
στὸν χῶρο
τῆς
ἐργασίας
μας ἐπίσης.
Ὁπότε
ἡ
δική μας ἀγάπη
καὶ
ὑπομονὴ καὶ ταπείνωση
μπορεῖ
νὰ
φέρει θαυμαστὰ
ἀποτελέσματα.
Μακάρι!
2. Ο
ΥΠΕΡΟΧΟΣ ΣΚΟΠΟΣ
Στὶς
σχέσεις μας μὲ
τοὺς
ἀδύνατους
στὴν
πίστη ἀδελφούς
μας μποροῦμε
νὰ
ὁδηγηθοῦμε σὲ δύο ἀκρότητες, ποὺ καὶ οἱ δύο εἶναι ἐξ ἴσου ἐπικίνδυνες. Ἡ
πρώτη εἶναι
ἡ
αὐταρέσκεια,
ποὺ
ἐκδηλώνεται σὰν ἀδιαφορία ἢ
σὰν
αὐστηρότητα
πρὸς
τοὺς
ἄλλους
καὶ
ποὺ
τὸν
τρόπο ἀποφυγῆς της ὑποδείξαμε ἀμέσως πρίν. Ἡ δεύτερη εἶναι ἡ ἀνθρωπαρέσκεια, γιὰ τὴν ἀποφυγή τῆς ὁποίας ὁ Ἀπόστολος συνιστᾷ στή
συνέχεια αὐτὰ τὰ σημαντικά: «ἕκαστος ἡμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν». Δηλαδή,
ὁ
καθένας μας ἂς
φροντίζει νὰ
ἀρέσει
στοὺς
ἀδελφούς
του, γιὰ
νὰ
τοὺς
βοηθάει στὸ
καλό, νὰ
τοὺς
οἰκοδομεῖ
στὴν
ἀρετή.
Ὁ σκοπὸς ἑπομένως, γιὰ τὸν ὁποῖο ὀφείλουμε νὰ ἀνεχόμαστε
τὶς
ἀδυναμίες
τῶν
ἀδυνάτων
ἀδελφῶν μας, δὲν εἶναι ἁπλῶς τὸ νὰ τὰ ἔχουμε καλά μαζί τους, μὲ τὴ σκέψη
μάλιστα ὅτι
κάποτε μπορεῖ
νὰ
χρειαστοῦμε
σὲ
κάτι τὴ
βοήθειά τους. Αὐτὸ εἶναι ἁμαρτωλὴ ἀνθρωπαρέσκεια, ἰδιοτέλεια,
ἐγωϊσμός,
καταστρεπτικὸ
καὶ
γιὰ
κείνους καὶ
γιὰ
μᾶς.
Ὄχι
ἑπομένως
μιὰ
τέτοια ἔνοχη
ἀνοχή.
̓Αλλὰ
τί; Αὐτὸ ἀκριβῶς, ποὺ συνιστᾷ ὁ ̓Απόστολος: Νὰ ἀρέσουμε στοὺς ἀδελφούς μας γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσουμε «εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν».
Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἡ συμπεριφορά μας ἀποκτᾷ πλέον ἕνα μεγαλεῖο. Δὲν εἶναι συμφεροντολογικός
καιροσκοπισμός. ̓Αλλὰ
ἕνα
ἄνοιγμα
τῆς
ψυχῆς
πρὸς
τὸν
ἀδύνατο
ἀδελφό,
γιά νά τόν τονώσουμε. Ἀνεχόμαστε τίς ἀδυναμίες του, γιὰ νὰ τὸν βοηθήσουμε νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ αὐτές, ὄχι γιὰ νὰ τὸν κολακεύσουμε. Σκοπός μας
εἶναι
νὰ
τὸν
στηρίξουμε. Νὰ
παύσει νὰ
εἶναι
ἀδύνατος.
Νὰ
γίνει καὶ
ἐκεῖνος ἰσχυρός,
ἀγωνιστής,
συνοδοιπόρος μας στὴν
πορεία πρὸς
τὸ
ὑπέροχο
τέρμα, τὸν
ὕψιστο
προορισμό μας, ποὺ
εἶναι
ἡ
εἴσοδός
μας στὴ
Βασιλεία τοῦ
Θεοῦ.
3.
ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΑΓΑΠΗΣ
«Διὸ προσλαμβάνεσθε ἀλλήλους, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ὑμᾶς εἰς δόξαν Θεοῦ».
Γι᾿
αὐτὸ νὰ δέχεσθε μὲ ἀγάπη ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ὅπως ἀκριβῶς σᾶς προσέλαβε, σᾶς δέχτηκε ὁ Χριστός, ἑνώνοντάς
σας μὲ
τὸν
Ἑαυτό
Του, γιὰ
νὰ δοξάζεται
ὁ
Θεός.
Ἡ τελευταία αὐτή
φράση
τοῦ
ἀναγνώσματος
φαίνεται σὰν
μιὰ
ἐπανάληψη
τῆς
ἀρχικῆς προτροπῆς τοῦ ̓Αποστόλου, νὰ βαστάζουμε δηλαδὴ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων. Ὅμως δὲν εἶναι ἁπλῆ ἐπανάληψη.
Πρόκειται γιὰ
κάτι πολύ σπουδαιότερο. Ἐκεῖ μιλοῦσε γιὰ ἀνοχή·
ἐδῶ κάνει λόγο γιὰ πρόσληψη. Ἐκεῖ ἔλεγε: βαστάζετε τὶς ἀδυναμίες τῶν ἀδυνάτων· ἐδῶ προτρέπει: προσλαμβάνετε ό ἕνας τὸν ἄλλο, ὅπως προσέλαβε ἐσᾶς ὁ Χριστός.
Πῶς μᾶς προσέλαβε ὁ Χριστός; Τὸ γνωρίζουμε. Μᾶς
βρῆκε
βουτηγμένους στήν
ἁμαρτία,
αἰχμαλώτους
τῶν
δαιμόνων, καὶ
ὄχι
μόνον δὲν
μᾶς
ἀπέφυγε,
ὅπως
μᾶς
ἐταίριαζε,
ἀλλὰ μὲ ἄπειρη ἀγάπη ἦρθε κοντά μας, ἔσκυψε πάνω μας, μᾶς ἀγκάλιασε, μᾶς ἔλουσε ἀπὸ τὸ βόρβορο τῶν ἁμαρτιῶν μας μὲ τὸ Αἷμα Του, μᾶς ἔκανε ἀδελφούς Του, υἱοὺς κατὰ Χάριν τοῦ οὐρανίου Πατρός, μέλη δικά
Του, τῆς
ἁγίας
Ἐκκλησίας
Του, ποὺ
εἶναι
τὸ
μυστικὸ
καὶ
πραγματικὸ
Σῶμα
Του. Αὐτὸ σημαίνει μᾶς προσέλαβε: ἑνώθηκε μαζί μας αἰώνια, μᾶς ἔκανε μέλη τοῦ ἑαυτοῦ Του, τοῦ Σώματός του.
«Προσλαμβάνεσθε»!
Ὁ
Ἀπόστολος
ἔχει
πλήρη συνείδηση
σὲ
τί ἀσύλληπτα
μεγάλες διαστάσεις μᾶς
καλεῖ
νὰ
ἁπλωθοῦμε. Ὄχι πιὰ ἁπλῶς νὰ ἀνέχεστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ἀλλὰ «προσλαμβάνεσθε»!
Δηλαδὴ
κλείνετε μέσα στην καρδιά σας ὁ
ἕνας
τὸν
ἄλλο.Ἑνωθεῖτε
μεταξύ σας, σὰν
νὰ
εἶστε
ἕνας
ἄνθρωπος.
Μή θεωρεῖτε
ξένο ὁ
ἕνας
τὸν
ἄλλο.
Μὴ
κοιτάζετε ἂν
ὁ
ἄλλος
εἶναι
τυχὸν
φτωχὸς
ἢ
ἀνήμπορος.
Κλεῖστε
τον μέσα στὴν
καρδιά σας, ἀκόμη
κι ἂν
εἶναι
ἐχθρός
σας!
«Προσλαμβάνεσθε»!
Ἑνωθεῖτε
μεταξύ σας ἀπ᾿
αὐτὴ τὴ ζωή, γιὰ νὰ εἶστε ἑνωμένοι γιὰ πάντα, ἀγαπημένοι αἰώνια μὲς στὴν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ̔Αγίου Πνεύματος, ποὺ εἶναι ἡ τέλεια κοινωνία ἀγάπης.
Εὐλογημένη,
ἁγία
καὶ
παμπόθητη
κοινωνία!
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο
τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ
καιρῷ ἐκείνῳ, παράγοντι τῷ Ἰησοῦ ἠκολούθησαν
αὐτῷ δύο τυφλοὶ κράζοντες καὶ λέγοντες· Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ. ἐλθόντι δὲ
εἰς τὴν
οἰκίαν προσῆλθον αὐτῷ οἱ τυφλοί,
καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πιστεύετε ὅτι δύναμαι τοῦτο ποιῆσαι; λέγουσιν αὐτῷ·
Ναί, Κύριε.
τότε ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν λέγων· Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν. καὶ
ἀνεῴχθησαν
αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί· καὶ
ἐνεβριμήσατο
αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Ὁρᾶτε μηδεὶς γινωσκέτω. οἱ δὲ
ἐξελθόντες
διεφήμισαν αὐτὸν ἐν ὅλῃ τῇ γῇ
ἐκείνῃ. Αὐτῶν δὲ ἐξερχομένων ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ ἄνθρωπον κωφὸν δαιμονιζόμενον· καὶ ἐκβληθέντος τοῦ
δαιμονίου ἐλάλησεν ὁ
κωφός. καὶ ἐθαύμασαν
οἱ
ὄχλοι λέγοντες, Οὐδέποτε ἐφάνη οὕτως ἐν τῷ
Ἰσραήλ. οἱ
δὲ Φαρισαῖοι ἔλεγον· Ἐν
τῷ ἄρχοντι τῶν
δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια. Καὶ περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς
πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας, διδάσκων ἐν ταῖς
συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων
τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ
λαῷ.
(Ματθ. θ’[9] 27 – 35)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
(Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο
τόν καιρό, ἐνῶ ἔφευγε ἀπό ἐκεῖ
ὁ Ἰησοῦς, τὸν ἀκολούθησαν δύο τυφλοί, οἱ ὁποῖοι φώναζαν δυνατὰ κι ἔλεγαν:
Σπλαχνίσου μας καὶ θεράπευσέ μας, ἔνδοξε ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ. Κι ὅταν ἔφθασε στὸ
σπίτι, ἦλθαν κοντά του οἱ τυφλοί, καὶ ὁ Ἰησοῦς τούς λέει: Πιστεύετε ὅτι ἔχω τὴ
δύναμη νὰ κάνω αὐτὸ ποὺ μοῦ ζητᾶτε; Κι ἐκεῖνοι τοῦ ἀπαντοῦν: Ναί, Κύριε. Τότε ἄγγιξε
μὲ τὰ δάκτυλά του τὰ μάτια τους καὶ τοὺς εἶπε: Ἂς γίνει αὐτὸ ποὺ ζητᾶτε σύμφωνα
μὲ τὴν πίστη σας. Κι ἄνοιξαν τὰ μάτια τους. Καὶ ὁ Ἰησοῦς μὲ αὐστηρότητα τοὺς πρόσταξε
λέγοντας: Προσέχετε, κανείς μὴ μάθει τὸ θαῦμα ποὺ σᾶς ἔκανα. Αὐτοὶ ὅμως, ὅταν
βγῆκαν ἀπό τὸ σπίτι, διέδωσαν τὴ φήμη τοῦ Ἰησοῦ ὡς Μεσσία καὶ θαυματουργοῦ σ' ὅλη
τὴ χώρα ἐκείνη. Καὶ καθὼς οἱ δύο αὐτοί ἔβγαιναν ἀπό τὸ σπίτι, ἰδού, ἔφεραν πρὸς
τὸν Ἰησοῦ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἦταν κυριευμένος ἀπό δαιμόνιο καὶ ἦταν κουφὸς καὶ ἄλαλος.
Καὶ μόλις ὁ Χριστὸς ἔδιωξε τὸ δαιμόνιο αὐτό, ὁ κουφὸς μίλησε. Καὶ τὰ πλήθη τοῦ
λαοῦ θαύμασαν κι ἔλεγαν: Ποτὲ δὲν φάνηκαν τέτοια θαύματα στὸ ἔθνος τοῦ Ἰσραὴλ·
οὔτε ὅταν οἱ προφῆτες καὶ οἱ ὑπόλοιποι ἅγιοι ἄνδρες θαυματουργοῦσαν ἀναμεσά
του. Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως ἔλεγαν: Μὲ τὴ βοήθεια καὶ τὴ συνεργασία τοῦ ἀρχηγοῦ τῶν
δαιμόνων βγάζει τὰ δαιμόνια ἀπό τούς δαιμονισμένους. Καὶ περιόδευε ὁ Ἰησοῦς ὅλες
τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριά, διδάσκοντας στὶς συναγωγές τους καὶ κηρύττοντας τὸ
χαρμόσυνο κήρυγμα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ θεραπεύοντας κάθε ἀσθένεια καὶ ἀδιαθεσία
στὸ λαό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου