ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ
ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄
ΛΟΥΚΑ
(29 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2024)
ΕΩΘΙΝΟΝ Γ΄
Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς πρωΐ πρώτῃ Σαββάτου ἐφάνη πρῶτον
Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ' ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια. Ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε
τοῖς μετ' αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι. Κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ
καὶ ἐθεάθη ὑπ' αὐτῆς ἠπίστησαν. Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη
ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, πορευομένοις, εἰς ἀγρόν. Κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς
λοιποῖς, οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν. Ὕστερον, ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη,
καὶ ὠνείδισε τήν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον,
οὐκ ἐπίστευσαν. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς΄ Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα, κηρύξατε τὸ
εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθείς, σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας,
κατακριθήσεται. Σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει. Ἐν τῷ ὀνόματί
μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς, ὄφεις ἀροῦσι, κἂν θανάσιμόν
τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει, ἐπὶ ἀῤῥώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν.
Ὁ μὲν οὖν Κύριος, μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς, ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ ἐκάθισεν
ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες, ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου
συνεργοῦντος, καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος, διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. Ἀμήν.
(Μᾶρκ. ιϚ΄[16] 9 – 20)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
(Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
9 Ἀφοῦ λοιπὸν ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς
τὸ πρωὶ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, ἐμφανίστηκε πρῶτα στὴ Μαρία τὴ Μαγδαληνή,
ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχε βγάλει ἑπτὰ δαιμόνια. 10 Ἐκείνη πῆγε καὶ τὸ ἀνήγγειλε αὐτὸ στοὺς
μαθητὲς ποὺ ἦταν πρωτύτερα μαζί του καὶ τώρα πενθοῦσαν κι ἔκλαιγαν γιὰ τὸ
θάνατο τοῦ διδασκάλου τους. 11
Ἀλλὰ ἐκεῖνοι, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ζεῖ καὶ ὅτι αὐτὴ τὸν εἶδε, δὲν πίστεψαν στὰ
λόγια της.
12 Καὶ μετὰ ἀπ᾿ αὐτά, ἐμφανίστηκε
μὲ ἄλλη μορφή, διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη ποὺ εἶχε προτοῦ σταυρωθεῖ, σὲ δύο ἀπ᾿ αὐτούς,
καθὼς βάδιζαν καὶ πήγαιναν σὲ κάποιο χωράφι. 13 Κι ἐκεῖνοι πῆγαν καὶ τὸ ἀνήγγειλαν
αὐτὸ στοὺς ὑπόλοιπους Ἀποστόλους. Ἀλλὰ οὔτε σὲ κείνους πίστεψαν. 14 Ὕστερα ἐμφανίστηκε στοὺς ἕντεκα
μαθητές, ὅταν αὐτοὶ εἶχαν καθίσει νὰ δειπνήσουν. Καὶ τοὺς ἐπέπληξε γιὰ τὴν ὁλιγοπιστία
τους καὶ γιὰ τὴ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς τους, διότι δὲν πίστεψαν σ᾿ ἐκείνους ποὺ
τὸν εἶδαν ἀναστημένο. 15 Ἔπειτα τοὺς εἶπε: Νὰ πᾶτε σ᾿ ὅλη τὴν
οἰκουμένη καὶ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιο σ᾿ ὅλη τὴ λογικὴ κτίση, σ᾿ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα.
16 Ἐκεῖνος ποὺ θὰ πιστέψει
στὸ κήρυγμά σας καὶ θὰ βαπτισθεῖ, θὰ σωθεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ δὲν θὰ πιστέψει, θὰ
καταδικασθεῖ. 17 Καὶ σ᾿ ἐκείνους
ποὺ θὰ πιστέψουν, θὰ ἀκολουθήσουν αὐτὰ τὰ ὑπερφυσικὰ σημάδια, ποὺ θὰ ἀποδεικνύουν
τὴ θεία χάρη ποὺ θὰ ἐνεργεῖ μέσα ἀπ᾿ τοὺς κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου καὶ τὴν ἀλήθεια
τῆς πίστεώς τους. Αὐτοὶ μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός μου θὰ βγάζουν δαιμόνια ἀπ᾿
τοὺς ἀνθρώπους, θὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες ποὺ θὰ εἶναι γι᾿ αὐτοὺς νέες κι ἄγνωστες
μέχρι τὴ στιγμὴ ἐκείνη, 18
θὰ πιάνουν στὰ χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρὶς νὰ παθαίνουν τίποτε ἀπ᾿ τὰ
δαγκώματά τους· κι ἂν ἀκόμη πιοῦν δηλητήριο ποὺ φέρνει θάνατο, δὲν θὰ πάθουν
τίποτε· θὰ βάζουν τὰ χέρια τους πάνω σὲ ἀρρώστους, κι ἐκεῖνοι θὰ γίνονται καλά.
19 Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Κύριος τοὺς
μίλησε ἐπανειλημμένα καὶ τοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων κι αὐτά, ἀναλήφθηκε στὸν οὐρανὸ
καὶ κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός. 20 Κι ἐκεῖνοι βγῆκαν καὶ περιδιάβηκαν
τὴν οἰκουμένη, καὶ κήρυξαν τὸ εὐαγγέλιο σὲ κάθε μέρος. Κι ὁ Κύριος ἦταν
συνεργός τους καὶ ἐπιβεβαίωνε τὸ λόγο τοῦ κὴρύγματός τους μὲ τὰ θαύματα ποὺ ἐπακολουθοῦσαν
στὸ κήρυγμά τους. Ἀμήν.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
(ΙΔ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)
Ἀδελφοί, ὁ βεβαιῶν ἡμᾶς σὺν ὑμῖν εἰς Χριστὸν καὶ χρίσας ἡμᾶς Θεός, ὁ καὶ σφραγισάμενος ἡμᾶς καὶ δοὺς τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν. Ἐγὼ δὲ μάρτυρα τὸν Θεὸν ἐπικαλοῦμαι ἐπὶ τὴν ἐμὴν ψυχήν, ὅτι φειδόμενος ὑμῶν οὐκέτι ἦλθον εἰς Κόρινθον. οὐχ ὅτι κυριεύομεν ὑμῶν τῆς πίστεως, ἀλλὰ συνεργοί ἐσμεν τῆς χαρᾶς ὑμῶν· τῇ γὰρ πίστει ἑστήκατε. Ἔκρινα δὲ ἐμαυτῷ τοῦτο, τὸ μὴ πάλιν ἐν λύπῃ ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς. εἰ γὰρ ἐγὼ λυπῶ ὑμᾶς, καὶ τίς ἐστιν ὁ εὐφραίνων με εἰ μὴ ὁ λυπούμενος ἐξ ἐμοῦ; καὶ ἔγραψα ὑμῖν τοῦτο αὐτό, ἵνα μὴ ἐλθὼν λύπην ἔχω ἀφ᾿ ὧν ἔδει με χαίρειν, πεποιθὼς ἐπὶ πάντας ὑμᾶς ὅτι ἡ ἐμὴ χαρὰ πάντων ὑμῶν ἐστιν. ἐκ γὰρ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας ἔγραψα ὑμῖν διὰ πολλῶν δακρύων, οὐχ ἵνα λυπηθῆτε, ἀλλὰ τὴν ἀγάπην ἵνα γνῶτε ἣν ἔχω περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς.
(Β΄ Κορινθ.
α΄ [1] 21 – β΄ [2] 4)
ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΛΥΠΗ
1. Αἰτία χαρᾶς
Δὲν ἔζησε μόνο εὐχάριστες στιγμὲς ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀλλὰ καὶ δυσάρεστες. Ἡ ἱεραποστολική του διακονία τὸν γέμιζε μὲ πολλὴ χαρά, κάποτε ὅμως παρουσιάζονταν καὶ ἀφορμὲς μεγάλης λύπης. Οἱ συχνὲς ἐναλλαγὲς αὐτῶν τῶν ἔντονων συναισθημάτων ἀποτυπώνονται καὶ στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή.
Ὁ Ἀπόστολος γράφει πρὸς τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου ὑπογραμμίζοντας ἀρχικὰ τὸ αἴσθημα ἀσφαλείας καὶ βεβαιότητας, ποὺ συνέχει κάθε πιστὸ Χριστιανό:
Ἀδελφοί μου, λέγει, αὐτὸς ποὺ δίνει καὶ σὲ μᾶς καὶ σὲ σᾶς τὴ βεβαιότητα γιὰ τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ μᾶς στηρίζει, ὥστε νὰ μένουμε πιστοὶ στὸν Χριστό, καὶ μᾶς ἔχρισε μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ὁ Θεός. Αὐτὸς εἶναι ποὺ μᾶς ἔκαμε καὶ ἐπίσημα δικούς Του, καθὼς μᾶς σφράγισε κι ἔβαλε μέσα στὶς καρδιές μας «τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος».
Ὅσον ἀφορᾶ τώρα στὸ θέμα τῆς μεταβάσεώς μου στὴν πόλη σας, ὁ καρδιογνώστης Κύριος, ποὺ βλέπει τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου, εἶναι μάρτυρας: Σᾶς λυπήθηκα καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν ἦλθα ἀκόμη κοντά σας· διότι, ἂν ἐρχόμουν, θὰ ἔπρεπε νὰ σᾶς ἐπιπλήξω αὐστηρὰ γιὰ τὶς παρεκτροπὲς ποὺ συνέβησαν.Τὸ ὅτι κάποτε εἶμαι αὐστηρὸς μαζί σας δὲν σημαίνει ὅτι σᾶς ἐξουσιάζω ὡς δούλους. Ἐμεῖς οἱ Ἀπόστολοι δὲν θέλουμε νὰ σᾶς κρατοῦμε ἀναγκαστικὰ στὴν ὀρθὴ πίστη. Δὲν σᾶς θεωροῦμε δούλους μας ἀλλὰ συνεργάτες: «συνεργοί ἐσμεν τῆς χαρᾶς ὑμῶν»· θέλουμε νὰ συνεργαζόμαστε μαζί σας γιὰ νὰ αὐξάνει ἡ χαρά σας. Διότι ἔχετε στερεωθεῖ καλὰ στὴν πίστη.
Αὐτὸ εἶναι τὸ πᾶν γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο: Νὰ εἴμαστε στερεωμένοι στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Νὰ ἔχουμε τὴ βεβαιότητα ὅτι πιστεύουμε στὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ νὰ δεχόμαστε μὲ εὐγνωμοσύνη τὶς ἀνεξάντλητες δωρεὲς ποὺ μᾶς χαρίζει ἡ ἄπειρη ἀγάπη Του. Αὐτὸ εἶναι ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο πραγματικὰ χαρούμενο κι εὐτυχισμένο: ἡ κοινωνία μὲ τὸν Θεό.
Αὐτὴ τὴν κοινωνία μπορεῖ νὰ προγευθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἤδη ἀπ᾿ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωή. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ βαπτίζεται Χριστιανὸς καὶ λαμβάνει τὸ ἅγιο Χρίσμα, ἀπολαμβάνει αὐτὴ τὴν κοινωνία. Κι ὅσο ἀγωνίζεται νὰ ζεῖ μὲ καρδιὰ καθαρὴ καὶ φρόνημα ταπεινό, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ μεταδίδει φωτισμό, ἐνίσχυση, δύναμη, ζωή. Αὐτὰ τὰ θεϊκὰ δῶρα εἶναι ὁ «ἀρραβὼν τοῦ Πνεύματος», ἡ ἐγγύηση δηλαδὴ γιὰ τὰ ἀσυγκρίτως ἀνώτερα ἀγαθὰ ποὺ πρόκειται νὰ ἀπολαύσει ὁ πιστὸς στὴν αἰωνιότητα. Διότι ἐκεῖ πλέον θὰ ἀτενίζει τὸ ὑπέρλαμπρο καὶ ἀνέσπερο φῶς,
θὰ ἀπολαμβάνει αἰώνια χαρὰ καὶ εὐφροσύνη, θὰ μετέχει στὴν ἄφθαρτη καὶ αἰώνια ζωή.
Πῶς νὰ μὴ χαίρεται λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀξιώνεται τόσων μεγάλων δωρεῶν; Πῶς νὰ μὴν εἶναι εὐτυχισμένος ὁ Χριστιανὸς ποὺ βαδίζει σταθερὰ μὲ πίστη καὶ ἐλπίδα στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ;
Αὐτὴ τὴ χαρὰ ἤθελε νὰ μοιράζεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος μὲ τοὺς ἀδελφούς του: Νὰ τοὺς βλέπει σταθεροὺς στὴν πίστη καὶ νὰ χαίρονται ὅλοι μαζὶ τὴν πνευματική τους πρόοδο. Δυστυχῶς ὅμως, κάποτε τὴ χαρὰ τὴν ἐπισκίαζε ἡ λύπη. Αὐτὸ συνέβαινε, ὅταν κάποιοι Χριστιανοὶ παρεκτρέπονταν, γεγονὸς ποὺ στενοχωροῦσε τὸν ἅγιο Ἀπόστολο. Αὐτὸ ἐξηγεῖ στὴ συνέχεια:
2. Λύπη σωτήρια
Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἔμαθα γιὰ τὶς παρεκτροπὲς κάποιων ἀπὸ σᾶς, σκέφθηκα ὅτι θὰ ἦταν καλύτερο νὰ μὴν ἔλθω κοντά σας, γιατὶ αὐτὸ θὰ προκαλοῦσε λύπη σὲ ὅλους: καὶ σὲ μένα ποὺ θὰ ἔβλεπα αὐτὴ τὴν ἄσχημη κατάσταση καὶ σὲ σᾶς ποὺ θὰ δεχόσασταν τὶς αὐστηρὲς ἐπιπλήξεις μου. Ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει διαφορετικά. Ἐσεῖς μπορεῖ βέβαια νὰ λυπεῖσθε μὲ τὶς παρατηρήσεις μου, ἐγὼ ὅμως δὲν μπορῶ ἀλλιῶς νὰ ἀναπαυθῶ καὶ νὰ αἰσθανθῶ χαρὰ καὶ εὐφροσύνη, παρὰ μόνο ὅταν λυπηθεῖ πραγματικὰ αὐτὸς ποὺ ἁμάρτησε καὶ ὁδηγηθεῖ ἔτσι στὴ μετάνοια.
Αὐτὸ ἀκριβῶς σᾶς ἔγραψα σὲ προηγούμενη ἐπιστολή μου, γιὰ νὰ διορθώσετε στὸ μεταξὺ τὶς ἀταξίες, ὥστε, ὅταν ἔλθω στὴν Κόρινθο, νὰ τὰ βρῶ ὅλα ἐντάξει καὶ νὰ μὴ νιώσω λύπη ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔπρεπε νὰ μοῦ δώσουν χαρά. Ἄλλωστε αὐτὸ θὰ λυποῦσε κι ἐσᾶς. Ἐνῶ ἀντίθετα, εἶμαι βέβαιος ὅτι ἡ χαρά μου εἶναι χαρὰ ὅλων σας.
Καὶ μὴ νομίσετε ὅτι γιὰ τοὺς ἐλέγχους ποὺ σᾶς ἔγραψα στὴν ἐπιστολή μου ἐκείνη, ἐγὼ δὲν ἔνιωσα λύπη. Σᾶς ἔγραψα μὲ πολλὴ θλίψη καὶ συνοχὴ καρδίας καὶ μὲ δάκρυα πολλά, ὄχι γιὰ νὰ λυπηθεῖτε, ἀλλὰ γιὰ νὰ γνωρίσετε τὴν ὑπερβολικὴ ἀγάπη ποὺ ἔχω γιὰ σᾶς.
Εἶναι συγκινητικοὶ οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου. Αὐτὸς ὁ ἐνθουσιώδης διάκονος τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ φλογερὸς κήρυκας τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς, ὁμολογεῖ ὅτι πέρασε μεγάλη θλίψη καὶ στενοχώρια. Ὄχι γιὰ τοὺς διωγμοὺς καὶ τὰ μαρτύρια ποὺ ὑπέστη ὁ ἴδιος, οὔτε γιὰ τὶς ἀδικίες καὶ συκοφαντίες εἰς βάρος του, ἀλλὰ γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι κινδύνευε ἡ σωτηρία τῶν ἀδελφῶν του. Αὐτὸ θεωροῦσε ὡς τὴ μεγαλύτερη αἰτία θλίψεως: τὸ νὰ χάσει κάποιος τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Ἂς τὸ ἀκούσουμε κι ἐμεῖς αὐτό, ὥστε νὰ μὴ θεωροῦμε τίποτε περισσότερο δυσάρεστο ἀπὸ τὸ νὰ γίνουμε δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας. Δὲν ὑπάρχει χειρότερο κακὸ ἀπὸ τὸ νὰ χάσουμε τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Ἂς μετανοήσουμε λοιπὸν εἰλικρινά. Ἂς λυπηθοῦμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, διότι αὐτὴ εἶναι λύπη σωτήρια.
(Διασκευὴ
ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ
Κύριος. καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν
ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία
ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία
ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. καὶ ἐὰν δανείζητε παρ' ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία
ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν
ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.
(Λουκ. Στ΄ [6] 31 – 36)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Εἶπεν ὁ
Κύριος, ὅπως θέλετε νὰ σᾶς συμπεριφέρονται καὶ νὰ σᾶς κάνουν οἱ ἄνθρωποι,
ἔτσι ἀκριβῶς νὰ συμπεριφέρεσθε κι ἐσεῖς σ' αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς κάνετε
τὰ ἴδια. Διότι ἐὰν ἀγαπᾶτε μόνον ἐκείνους πού σᾶς ἀγαποῦν, ποιὰ εὔνοια
καὶ ποιὰ ἀμοιβὴ σᾶς ἀνήκει ἀπὸ τὸν Θεό; Καμία. Διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ
ἀγαποῦν ἐκείνους πού τοὺς ἀγαποῦν. Κι ἂν κάνετε τὸ καλὸ σ' ἐκείνους
ποῦ σᾶς εὐεργετοῦν, ποιὰ εὔνοια καὶ χάρη καὶ ἀνταμοιβὴ σᾶς ἀνήκει ἀπὸ
τὸν Θεό; Καμία. Διότι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ ἴδιο κάνουν. Κι ἂν δανείζετε
σ' ἐκείνους ἀπό τους ὁποίους ἐλπίζετε νὰ πάρετε πίσω αὐτὰ πού δανείσατε,
ποιὰ χάρη καὶ ἀνταπόδοση ἀπὸ τὸν Θεὸ σᾶς ἀνήκει; Καμία. Διότι καὶ
οἱ ἁμαρτωλοὶ δανείζουν σὲ ἄλλους ἁμαρτωλοὺς γιὰ νὰ πάρουν πίσω ὁλόκληρο
τὸ ποσὸ πού δάνεισαν ἢ καὶ σὲ ὥρα ἀνάγκης νὰ πάρουν κι αὐτοὶ ἴσα ὀφέλη
καὶ δάνεια ἀπὸ ἐκείνους στοὺς ὁποίους δάνεισαν. Ἐσεῖς ὅμως νὰ ἀγαπᾶτε
τοὺς ἐχθρούς σας καί νά τοὺς εὐεργετεῖτε καὶ νὰ τοὺς δανείζετε χωρὶς
νὰ ἐλπίζετε σέ καμία ἀνταπόδοση ἀπ' αὐτούς. Καὶ θὰ εἶναι πολύς ὁ μισθός
σας καὶ μεγάλη ἡ ἀνταμοιβή σας ἀπὸ τόν Θεό. Καὶ θὰ εἶστε στὴ βασιλεία
τῶν οὐρανῶν κατὰ χάριν παιδιά τοῦ ὑψίστου Θεοῦ, μὲ τὸν ὁποῖο θά μοιάζετε
πνευματικῶς. Διότι κι αὐτὸς εἶναι εὐεργετικὸς καὶ ὠφέλιμος στοὺς ἀνθρώπους
πού δείχνουν ἀχαριστία στίς τόσες εὐεργεσίες του καὶ πού δὲν ἔχουν
καλὴ διάθεση καὶ προαίρεση ἀλλά εἶναι πονηροί. Νὰ γίνεστε λοιπὸν σπλαχνικοὶ
πρὸς τὸν συνάνθρωπό σας καὶ συμπονετικοὶ στὶς δυστυχίες του καὶ στίς ἀνάγκες
του, ὅπως καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας εἶναι σπλαχνικὸς σὲ ὅλους.