Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ

(29 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2024)


ΕΩΘΙΝΟΝ Γ΄

Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς πρωΐ πρώτῃ Σαββάτου ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ' ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια. Ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ' αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι. Κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ καὶ ἐθεάθη ὑπ' αὐτῆς ἠπίστησαν. Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, πορευομένοις, εἰς ἀγρόν. Κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς, οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν. Ὕστερον, ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη, καὶ ὠνείδισε τήν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον, οὐκ ἐπίστευσαν. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς΄ Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα, κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθείς, σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας, κατακριθήσεται. Σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει. Ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς, ὄφεις ἀροῦσι, κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει, ἐπὶ ἀῤῥώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν. Ὁ μὲν οὖν Κύριος, μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς, ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες, ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος, καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος, διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. Ἀμήν.

(Μᾶρκ. ιϚ΄[16]  9 – 20)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)

9 Ἀφοῦ λοιπὸν ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς τὸ πρωὶ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, ἐμφανίστηκε πρῶτα στὴ Μαρία τὴ Μαγδαληνή, ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχε βγάλει ἑπτὰ δαιμόνια.  10 Ἐκείνη πῆγε καὶ τὸ ἀνήγγειλε αὐτὸ στοὺς μαθητὲς ποὺ ἦταν πρωτύτερα μαζί του καὶ τώρα πενθοῦσαν κι ἔκλαιγαν γιὰ τὸ θάνατο τοῦ διδασκάλου τους.  11 Ἀλλὰ ἐκεῖνοι, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ζεῖ καὶ ὅτι αὐτὴ τὸν εἶδε, δὲν πίστεψαν στὰ λόγια της.
 12 Καὶ μετὰ ἀπ᾿ αὐτά, ἐμφανίστηκε μὲ ἄλλη μορφή, διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη ποὺ εἶχε προτοῦ σταυρωθεῖ, σὲ δύο ἀπ᾿ αὐτούς, καθὼς βάδιζαν καὶ πήγαιναν σὲ κάποιο χωράφι.  13 Κι ἐκεῖνοι πῆγαν καὶ τὸ ἀνήγγειλαν αὐτὸ στοὺς ὑπόλοιπους Ἀποστόλους. Ἀλλὰ οὔτε σὲ κείνους πίστεψαν.  14 Ὕστερα ἐμφανίστηκε στοὺς ἕντεκα μαθητές, ὅταν αὐτοὶ εἶχαν καθίσει νὰ δειπνήσουν. Καὶ τοὺς ἐπέπληξε γιὰ τὴν ὁλιγοπιστία τους καὶ γιὰ τὴ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς τους, διότι δὲν πίστεψαν σ᾿ ἐκείνους ποὺ τὸν εἶδαν ἀναστημένο.   15 Ἔπειτα τοὺς εἶπε: Νὰ πᾶτε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη καὶ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιο σ᾿ ὅλη τὴ λογικὴ κτίση, σ᾿ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα.  16 Ἐκεῖνος ποὺ θὰ πιστέψει στὸ κήρυγμά σας καὶ θὰ βαπτισθεῖ, θὰ σωθεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ δὲν θὰ πιστέψει, θὰ καταδικασθεῖ.  17 Καὶ σ᾿ ἐκείνους ποὺ θὰ πιστέψουν, θὰ ἀκολουθήσουν αὐτὰ τὰ ὑπερφυσικὰ σημάδια, ποὺ θὰ ἀποδεικνύουν τὴ θεία χάρη ποὺ θὰ ἐνεργεῖ μέσα ἀπ᾿ τοὺς κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεώς τους. Αὐτοὶ μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός μου θὰ βγάζουν δαιμόνια ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους, θὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες ποὺ θὰ εἶναι γι᾿ αὐτοὺς νέες κι ἄγνωστες μέχρι τὴ στιγμὴ ἐκείνη,  18 θὰ πιάνουν στὰ χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρὶς νὰ παθαίνουν τίποτε ἀπ᾿ τὰ δαγκώματά τους· κι ἂν ἀκόμη πιοῦν δηλητήριο ποὺ φέρνει θάνατο, δὲν θὰ πάθουν τίποτε· θὰ βάζουν τὰ χέρια τους πάνω σὲ ἀρρώστους, κι ἐκεῖνοι θὰ γίνονται καλά.  19 Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Κύριος τοὺς μίλησε ἐπανειλημμένα καὶ τοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων κι αὐτά, ἀναλήφθηκε στὸν οὐρανὸ καὶ κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός.  20 Κι ἐκεῖνοι βγῆκαν καὶ περιδιάβηκαν τὴν οἰκουμένη, καὶ κήρυξαν τὸ εὐαγγέλιο σὲ κάθε μέρος. Κι ὁ Κύριος ἦταν συνεργός τους καὶ ἐπιβεβαίωνε τὸ λόγο τοῦ κὴρύγματός τους μὲ τὰ θαύματα ποὺ ἐπακολουθοῦσαν στὸ κήρυγμά τους. Ἀμήν.

 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΙΔ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)

δελφο, βεβαιν μς σν μν ες Χριστν κα χρίσας μς Θεός, κα σφραγισάμενος μς κα δος τν ρρα­βνα το Πνεύματος ν τας καρδίαις μν. γ δ μάρτυρα τν Θεν πικαλομαι π τν μν ψυχήν, τι φειδόμενος μν οκέτι λθον ες Κόρινθον. οχ τι κυριεύομεν μν τς πίστεως, λλ συνεργοί σμεν τς χαρς μν· τ γρ πίστει στήκατε. κρινα δ μαυτ τοτο, τ μ πάλιν ν λύπ λθεν πρς μς. ε γρ γ λυπ μς, κα τίς στιν εφραίνων με ε μ λυπούμενος ξ μο; κα γραψα μν τοτο ατό, να μ λθν λύπην χω φ᾿ ν δει με χαίρειν, πεποιθς π πάντας μς τι μ χαρ πάντων μν στιν. κ γρ πολλς θλίψεως κα συνοχς καρδίας γρα­ψα μν δι πολλν δακρύ­ων, οχ να λυπηθτε, λ­λ τν γάπην να γντε ν χω περισσοτέρως ες ­μς.

                                (Β΄ Κορινθ. α΄ [1] 21 – β΄ [2] 4)

 

ΧΑΡΑ ΚΑΙ ΛΥΠΗ

1. Ατία χαρς

Δν ζησε μόνο εχάριστες στιγμς πό­στολος Παλος, λλ κα δυσάρεστες. εραποστολική του διακονία τν γέμιζε μ πολλ χαρά, κάποτε μως παρουσιάζονταν κα φορ­μς μεγάλης λύπης. Ο συχνς ναλ­λαγς ατν τν ντονων συναισθημάτων ποτυπώνονται κα στ σημεριν ποστολικ περικοπή.

πόστολος γράφει πρς τος Χριστιανος τς Κορίνθου πογραμμίζοντας ρχικ τ ασθημα σφαλείας κα βεβαιότητας, πο συνέχει κάθε πιστ Χριστιανό:

δελφοί μου, λέγει, ατς πο δίνει κα σ μς κα σ σς τ βεβαιότητα γι τν ληθιν πίστη κα μς στηρίζει, στε ν μένουμε πιστο στν Χριστό, κα μς χρισε μ τ χάρη το γίου Πνεύματος, εναι Θεός. Ατς εναι πο μς καμε κα πίσημα δικούς Του, καθς μς σφράγισε κι βαλε μέσα στς καρδιές μας «τν ρραβνα το Πνεύματος».
    σον φορ τώρα στ θέμα τς μεταβάσεώς μου στν πόλη σας, καρδιογνώστης Κύριος, πο βλέπει τ βάθη τς ψυχς μου, εναι μάρτυρας: Σς λυπήθηκα κα γι᾿ ατ δν λθα κόμη κοντά σας· διότι, ν ρχόμουν, θ πρεπε ν σς πιπλήξω αστηρ γι τς παρεκ­τροπς πο συνέβησαν τι κάποτε εμαι αστηρς μαζί σας δν ση­­μαίνει τι σς ξουσιάζω ς δούλους. μες ο πόστολοι δν θέλουμε ν σς κρατομε ­­ναγκαστικ στν ρθ πίστη. Δν σς θεωρο­με δούλους μας λλ συνεργάτες: «συνεργοί σμεν τς χαρς μν»· θέλουμε ν συνεργαζόμαστε μαζί σας γι ν αξάνει χαρά σας. Διότι χετε στερεωθε καλ στν πίστη.

Ατ εναι τ πν γι τν πόστολο Παλο: Ν εμαστε στερεωμένοι στν πίστη το Χριστο. Ν χουμε τ βε­βαιότητα τι πιστεύουμε στν ληθιν Θε κα ν δεχόμαστε μ εγνωμοσύνη τς νεξάντλητες δωρες πο μς χαρίζει πειρη γάπη Του. Ατ εναι πο κάνει τν νθρωπο πραγματικ χαρούμενο κι ετυχισμένο: κοινωνία μ τν Θεό.

Ατ τν κοινωνία μπορε ν προγευθε νθρωπος δη π᾿ ατν δ τ ζωή. π τ στιγμ πο βαπτίζεται Χριστιανς κα λαμβάνει τ γιο Χρίσμα, πολαμβάνει ατ τν κοινωνία. Κι σο γωνίζεται ν ζε μ καρδι καθαρ κα φρόνημα ταπεινό, τ γιο Πνεμα το μεταδίδει φωτισμό, νίσχυση, δύναμη, ζωή. Ατ τ θεϊκ δρα εναι «ρραβν το Πνεύματος», γγύηση δηλαδ γι τ συγκρίτως νώτερα γαθ πο πρό­κειται ν πολαύσει πιστς στν αωνιότητα. Διότι κε πλέον θ τενίζει τ πέρλαμπρο κα νέσπερο φς, θ πολαμβάνει αώνια χαρ κα εφροσύνη, θ μετέχει στν φθαρτη κα αώνια ζωή.

Πς ν μ χαίρεται λοιπν νθρωπος πο ξιώνεται τόσων μεγάλων δωρεν; Πς ν μν εναι ετυχισμένος Χριστιανς πο βαδίζει σταθερ μ πίστη κα λπίδα στ λεος το Θεο;

Ατ τ χαρ θελε ν μοιράζεται πόστολος Παλος μ τος δελφούς του: Ν τος βλέπει σταθερος στν πίστη κα ν χαίρονται λοι μαζ τν πνευματική τους πρόοδο. Δυστυχς μως, κάποτε τ χαρ τν πισκίαζε λύπη. Ατ συνέβαινε, ταν κάποιοι Χριστιανο παρεκτρέπονταν, γεγονς πο στενοχωροσε τν γιο πόστολο. Ατ ξηγε στ συνέχεια:

2. Λύπη σωτήρια

π τ στιγμ πο μαθα γι τς πα­ρεκτροπς κάποιων π σς, σκέφθηκα ­­τι θ ταν καλύτερο ν μν λθω κοντά σας, γιατ ατ θ προκαλοσε λύπη σ λους: κα σ μένα πο θ βλεπα ατ τν σχημη κατάσταση κα σ σς πο θ δεχόσασταν τς αστηρς πιπλήξεις μου. λλ δν μπορε ν γίνει διαφορετικά. σες μπορε βέβαια ν λυπεσθε μ τς παρατηρήσεις μου, γ μως δν μπορ λλις ν ναπαυθ κα ν ασθανθ χαρ κα εφροσύνη, παρ μόνο ταν λυπηθε πραγματικ ατς πο μάρτησε κα δηγηθε τσι στ μετάνοια.

Ατ κριβς σς γραψα σ προηγούμενη πι­­­στο­λή μου, γι ν διορθώσετε στ μεταξ τς ταξίες, στε, ταν λθω στν Κόρινθο, ν τ βρ λα ντά­­ξει κα ν μ νιώσω λύπη π κείνους πο πρε­­πε ν μο δώσουν χαρά. λλωστε ατ θ λυποσε κι σς. ν ντίθετα, εμαι βέβαιος τι χαρά μου εναι χαρ λων σας.

Κα μ νομίσετε τι γι τος λέγχους πο σς γρα­­ψα στν πιστολή μου κείνη, γ δν νιωσα λύπη. Σς γραψα μ πολλ θλίψη κα συνοχ καρδίας κα μ δάκρυα πολλά, χι γι ν λυπηθετε, λλ γι ν γνωρίσετε τν περβολικ γάπη πο χω γι σς.

Εναι συγκινητικο ο λόγοι το γίου ποστόλου. Ατς νθουσιώδης διά­κο­νος το Εαγγελίου, φλογερς κήρυκας τς ληθινς χαρς, μολογε τι πέρασε μεγάλη θλίψη κα στενοχώρια. χι γι τος διωγμος κα τ μαρτύρια πο πέστη διος, οτε γι τς δικίες κα συκοφαντίες ες βάρος του, λλ γι τ γεγονς τι κινδύνευε σωτηρία τν δελφν του. Ατ θεωροσε ς τ μεγαλύτερη ατία θλίψεως: τ ν χάσει κάποιος τν δρόμο τς σωτηρίας.

ς τ κούσουμε κι μες ατό, στε ν μ θεωρομε τίποτε περισσότερο δυσάρεστο π τ ν γίνουμε δολοι τς μαρτίας. Δν πάρχει χειρότερο κακ π τ ν χάσουμε τ σωτηρία τς ψυχς μας. ς μετανοήσουμε λοιπν ελικρινά. ς λυπηθομε γι τς μαρτίες μας, διότι ατ εναι λύπη σωτήρια.

(Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

 

ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Εἶπεν ὁ Κύριος. κα­θὼς θέ­λε­τε ἵ­να ποι­ῶ­σιν ὑ­μῖν ο ἄν­θρω­ποι, κα ὑ­μεῖς ποι­εῖ­τε αὐ­τοῖς ὁ­μο­ί­ως. κα ε ἀ­γα­πᾶ­τε τος ἀ­γα­πῶν­τας ὑ­μᾶς, πο­ί­α ὑ­μῖν χά­ρις ἐ­στί; κα γρ ο ἁ­μαρ­τω­λοὶ τος ἀ­γα­πῶν­τας αὐ­τοὺς ἀ­γα­πῶ­σι. κα ἐ­ὰν ἀ­γα­θο­ποι­ῆ­τε τος ἀ­γα­θο­ποι­οῦν­τας ὑ­μᾶς, πο­ί­α ὑ­μῖν χά­ρις ἐ­στί; κα γρ ο ἁ­μαρ­τω­λοὶ τ αὐ­τὸ ποι­οῦ­σι. κα ἐ­ὰν δα­νε­ί­ζη­τε πα­ρ' ν ἐλ­πί­ζε­τε ἀ­πο­λα­βεῖν, πο­ί­α ὑ­μῖν χά­ρις ἐ­στί; κα γρ ἁ­μαρ­τω­λοὶ ἁ­μαρ­τω­λοῖς δα­νε­ί­ζου­σιν ἵ­να ἀ­πο­λά­βω­σι τ ἴ­σα. πλν ἀ­γα­πᾶ­τε τος ἐ­χθροὺς ὑ­μῶν κα ἀ­γα­θο­ποι­εῖ­τε κα δα­νε­ί­ζε­τε μη­δὲν ἀ­πελ­πί­ζον­τες, κα ἔ­σται ὁ μι­σθὸς ὑ­μῶν πο­λύς, κα ἔ­σε­σθε υἱ­οὶ ὑ­ψί­στου, ὅ­τι αὐ­τὸς χρη­στός ἐ­στιν ἐ­πὶ τος ἀ­χα­ρί­στους κα πο­νη­ρο­ύς. Γνεσθε ον οἰ­κτίρ­μο­νες κα­θὼς κα πα­τὴρ ὑ­μῶν οἰ­κτίρ­μων ἐ­στί.          

              (Λουκ. Στ΄ [6] 31 – 36)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Επεν Κύριος, ὅ­πως θέ­λε­τε νὰ σᾶς συμ­πε­ρι­φέ­ρον­ται καὶ νὰ σᾶς κά­νουν οἱ ἄν­θρω­ποι, ἔ­τσι ἀ­κρι­βῶς νὰ συμ­πε­ρι­φέ­ρε­σθε κι ἐσεῖς σ' αὐ­τοὺς καὶ νὰ τοὺς κά­νε­τε τὰ ἴ­δια. Δι­ό­τι ἐ­ὰν ἀ­γα­πᾶ­τε μό­νον ἐ­κεί­νους πού σᾶς ἀ­γα­ποῦν, ποι­ὰ εὔ­νοι­α καὶ ποι­ὰ ἀ­μοι­βὴ σᾶς ἀ­νή­κει ἀ­πὸ τὸν Θε­ό; Κα­μί­α. Δι­ό­τι καὶ οἱ ἁ­μαρ­τω­λοὶ ἀ­γα­ποῦν ἐ­κεί­νους πού τοὺς ἀ­γα­ποῦν. Κι ἂν κά­νε­τε τὸ κα­λὸ σ' ἐ­κεί­νους ποῦ σᾶς εὐ­ερ­γε­τοῦν, ποι­ὰ εὔ­νοι­α καὶ χά­ρη καὶ ἀν­τα­μοι­βὴ σᾶς ἀ­νή­κει ἀ­πὸ τὸν Θε­ό; Κα­μί­α. Δι­ό­τι καὶ οἱ ἁ­μαρ­τω­λοὶ τὸ ἴ­διο κά­νουν. Κι ἂν δα­νεί­ζε­τε σ' ἐ­κεί­νους ἀ­πό τους ὁ­ποί­ους ἐλ­πί­ζε­τε νὰ πά­ρε­τε πί­σω αὐ­τὰ πού δα­νεί­σα­τε, ποι­ὰ χά­ρη καὶ ἀν­τα­πό­δο­ση ἀ­πὸ τὸν Θε­ὸ σᾶς ἀ­νή­κει; Κα­μί­α. Δι­ό­τι καὶ οἱ ἁ­μαρ­τω­λοὶ δα­νεί­ζουν σὲ ἄλ­λους ἁ­μαρ­τω­λοὺς γιὰ νὰ πά­ρουν πί­σω ὁ­λό­κλη­ρο τὸ πο­σὸ πού δά­νει­σαν ἢ καὶ σὲ ὥ­ρα ἀ­νάγ­κης νὰ πά­ρουν κι αὐ­τοὶ ἴ­σα ὀ­φέ­λη καὶ δά­νεια ἀ­πὸ ἐ­κεί­νους στοὺς ὁ­ποί­ους δά­νει­σαν. Ἐ­σεῖς ὅ­μως νὰ ἀ­γα­πᾶ­τε τοὺς ἐ­χθρούς σας καί νά τοὺς εὐ­ερ­γε­τεῖ­τε καὶ νὰ τοὺς δα­νεί­ζε­τε χω­ρὶς νὰ ἐλπίζετε σέ κα­μί­α ἀν­τα­πό­δο­ση ἀ­π' αὐ­τούς. Καὶ θὰ εἶναι πολύς ὁ μι­σθός σας καὶ με­γά­λη ἡ ἀν­τα­μοι­βή σας ἀ­πὸ τόν Θε­ό. Καὶ θὰ εἶ­στε στὴ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν κα­τὰ χάριν παιδιά τοῦ ὑψίστου Θε­οῦ, μὲ τὸν ὁποῖο θά μοιάζετε πνευ­μα­τι­κῶς. Δι­ό­τι κι αὐ­τὸς εἶ­ναι εὐ­ερ­γε­τι­κὸς καὶ ὠφέλιμος στοὺς ἀν­θρώ­πους πού δεί­χνουν ἀ­χα­ρι­στί­α στίς τό­σες εὐ­ερ­γε­σί­ες του καὶ πού δὲν ἔ­χουν κα­λὴ διάθεση καὶ προ­αί­ρε­ση ἀλλά εἶ­ναι πο­νη­ροί. Νὰ γί­νε­στε λοι­πὸν σπλα­χνι­κοὶ πρὸς τὸν συ­νάνθρωπό σας καὶ συμ­πο­νε­τι­κοὶ στὶς δυ­στυ­χί­ες του καὶ στίς ἀ­νάγ­κες του, ὅ­πως καὶ ὁ οὐ­ρά­νιος Πα­τέ­ρας σας εἶναι σπλα­χνι­κὸς σὲ ὅ­λους.