ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ
(22 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2024)
Διαγενομένου
τοῦ Σαββάτου, Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα,
ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν τὸν Ἰησοῦν. Καὶ λίαν πρωΐ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ
τὸ μνημεῖον ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. Καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς, Τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν
τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται
ὁ λίθος, ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. Καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον, εἶδον νεανίσκον
καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. ὁ δὲ
λέγει αὐταῖς, Μὴ ἐκθαμβεῖσθε, Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον, ἠγέρθη,
οὐκ ἔστιν ὦδε, ἴδε, ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν, ἀλλ' ὑπάγετε, εἴπατε τοῖς μαθηταῖς
αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ, ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν, ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς
εἶπεν ὑμῖν. Καὶ ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου, εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος
καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον, ἐφοβοῦντο γάρ.
(Μᾶρκ.
ιϚ΄[16] 1 – 8)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
(Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
1 Αφοῦ πέρασε τό Σάββατο, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί ἡ Μαρία ἡ μητέρα
τοῦ Ἰακώβου καί ἡ Σαλώμη ἀγόρασαν τό βράδυ τοῦ Σαββάτου ἀρώματα, γιά νά ἔλθουν
τό πρωί στόν τάφο καί νά ἀλείψουν τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. 2 Καί πολύ πρωί τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος
ἔρχονται στό μνημεῖο τήν ὥρα πού ὁ ἥλιος ἄρχισε νά διαλύει τό πρωινό σκοτάδι,
καθώς πῆρε ν’ ἀνατέλλει κάτω ἀπ’ τόν ὁρίζοντα. 3 Κι ἔλεγαν μεταξύ τους: Ποιός θά μᾶς
κυλίσει τή μεγάλη πέτρα μακριά ἀπό τήν εἴσοδο τοῦ μνημείου; 4 Μόλις ὅμως ἔστρεψαν τά μάτια τους
πρός τά ἐκεῖ, εἶδαν ὅτι εἶχε μετατοπισθεῖ ἡ πέτρα μακριά ἀπ’ τό μνημεῖο. Καί τά
ἔλεγαν αὐτά μεταξύ τους, διότι ἡ πέτρα αὐτή ἦταν πολύ μεγάλη καί δέν ἦταν εὔκολο
νά μετακινηθεῖ. 5 Κι ἀφοῦ
μπῆκαν στό μνημεῖο, εἶδαν ἕνα νέο πού καθόταν στά δεξιά τοῦ μνημείου καί ἦταν
ντυμένος μέ λευκή στολή, καί γέμισαν μέ τρόμο καί κατάπληξη. 6 Αὐτός ὅμως τούς εἶπε: Μήν τρομάζετε
καί μή φοβάστε. Ξέρω ποιόν ζητᾶτε. Ζητᾶτε τόν Ἰησοῦ τόν Ναζαρηνό τόν ἐσταυρωμένο.
Ἀναστήθηκε. Δέν εἶναι ἐδῶ. Νά, εἶναι ἀδειανό
τό μέρος πού τόν ἔβαλαν. 7
Ἀλλά πηγαίνετε καί πέστε στούς μαθητές του καί ἰδιαιτέρως στόν Πέτρο, πού ἔχει ἀνάγκη
παρηγοριᾶς καί βεβαιώσεως ὅτι συγχωρήθηκε γιά τήν ἄρνησή του, ὅτι πηγαίνει πρίν
ἀπό σᾶς στή Γαλιλαία καί σᾶς περιμένει ἐκεῖ. Ἐκεῖ θά τόν δεῖτε, ὅπως σᾶς τό εἶπε
πρίν σταυρωθεῖ. 8 Ἐκεῖνες
τότε βγῆκαν κι ἔφυγαν ἀπό τό μνημεῖο. Ἦταν μάλιστα γεμάτες τρόμο καί ἔκσταση.
Δέν εἶπαν ὅμως τίποτε σέ κανένα, διότι ἦταν φοβισμένες.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΙΓ΄
ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)
Ἀδελφοί, γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε.
πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω. Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί· οἴδατε τὴν οἰκίαν
Στεφανᾶ, ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς Ἀχαΐας καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν
ἑαυτούς· ἵνα καὶ ὑμεῖς ὑποτάσσησθε τοῖς τοιούτοις καὶ παντὶ τῷ συνεργοῦντι καὶ
κοπιῶντι. χαίρω δὲ ἐπὶ τῇ παρουσίᾳ Στεφανᾶ καὶ Φουρτουνάτου καὶ Ἀχαϊκοῦ, ὅτι τὸ
ὑμῶν ὑστέρημα οὗτοι ἀνεπλήρωσαν· ἀνέπαυσαν γὰρ τὸ ἐμὸν πνεῦμα καὶ τὸ ὑμῶν.
ἐπιγινώσκετε οὖν τοὺς τοιούτους. Ἀσπάζονται ὑμᾶς αἱ ἐκκλησίαι τῆς Ἀσίας.
ἀσπάζονται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολλὰ Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα σὺν τῇ κατ᾿ οἶκον αὐτῶν
ἐκκλησίᾳ. ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἀδελφοὶ πάντες. ἀσπάσασθε ἀλλήλους ἐν φιλήματι
ἁγίῳ. Ὁ ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου. εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον Ἰησοῦν
Χριστόν, ἤτω ἀνάθεμα. μαρὰν ἀθᾶ. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ ὑμῶν. ἡ
ἀγάπη μου μετὰ πάντων ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ἀμήν.
(Α΄ Κορ. ιστ΄[16] 13-24)
ΝΑ βασιλεΥει Η ΑγΑπη
«Πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ
γινέσθω»
Ἡ
σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ εἶναι ἡ κατακλείδα τῆς Α´ πρὸς Κορινθίους
Ἐπιστολῆς, ὁ ἐπίλογος, οἱ τελευταῖες νουθεσίες τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρὸς τοὺς
Χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου. Ἡ περικοπὴ εἶναι μεστὴ ἀπὸ θαυμάσια πνευματικὰ
νοήματα. Μεταξὺ τῶν ἄλλων ὁ Ἀπόστολος προτρέπει τοὺς Κορινθίους: Ὅλα ὅσα
κάνετε, ἂς γίνονται μὲ ἀγάπη, τοὺς λέει. Ἡ προτροπὴ αὐτὴ ἀπευθύνεται βέβαια καὶ
σὲ μᾶς.
Ἂς
δοῦμε λοιπὸν σὲ ποιὲς περιπτώσεις εἶναι δυνατὸν νὰ ἐφαρμοσθεῖ αὐτὴ καὶ πόσο
ὠφελεῖ καὶ ἐμᾶς καὶ τοὺς ἄλλους.
1. Πάντοτε ἐφαρμόσιμη
Ἡ
θεόπνευστη αὐτὴ ἐντολὴ μπορεῖ νὰ ἐφαρμοσθεῖ κυριολεκτικὰ σὲ κάθε περίσταση, τὴν
κάθε στιγμὴ τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς. Μποροῦμε π.χ. νὰ ἐπιτελοῦμε τὴν ἐργασία
μας μὲ ἀγάπη, μὲ τὴ σκέψη ὅτι ὠφελοῦμε τοὺς συνανθρώπους μας. Ὁ
καταστηματάρχης, ὅταν ἔχει ἀγάπη, συνεργάζεται ἁρμονικὰ μὲ τοὺς ὑπαλλήλους του
καὶ εἶναι λογικὸς στὶς ἀπαιτήσεις του ἀπὸ αὐτούς· εἶναι ἐπίσης ἐξυπηρετικὸς
στὸν κάθε πελάτη. Ὁ γιατρὸς παρομοίως δείχνει εἰλικρινὲς ἐνδιαφέρον γιὰ τοὺς
ἀσθενεῖς του καὶ ἔχει συναίσθηση τῆς μεγάλης εὐθύνης του γιὰ τὴ θεραπεία τους.
Ὁ ἐκπαιδευτικὸς φροντίζει γιὰ τὴ μόρφωση καὶ ἀγωγὴ τῶν μαθητῶν του. Ἀπὸ ἀγάπη
μάλιστα μπορεῖ νὰ φέρεται κάποτε καὶ αὐστηρά, μὲ στόχο τὴν ὠφέλεια τῶν μαθητῶν
του. Ἀλλὰ καὶ ὁ τεχνίτης, ὁ γεωργός, ὁ ὁποιοσδήποτε ἐπαγγελματίας μπορεῖ νὰ
ἀσκήσει τὴν ἐργασία του μὲ ἀγάπη.
Ἀκόμη
καὶ τὰ ἔργα τῆς προσφορᾶς καὶ ἐλεημοσύνης εἶναι ἀνάγκη νὰ τὰ κάνουμε μὲ ἀγάπη.
Νὰ ἐλεοῦμε καὶ νὰ διακονοῦμε ὄχι ἀπὸ καθῆκον, ψυχρὰ ἢ μὲ γογγυσμό, ἀλλὰ μὲ
εἰλικρινὴ διάθεση προσφορᾶς, καὶ ἀπὸ ἀληθινὴ συμπάθεια στὸ πρόβλημα τοῦ πλησίον
μας. Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ ἐλεημοσύνη.
Ὅποιος
ἔχει ἀγάπη, εἶναι τίμιος στὶς συναλλαγές του, ἀνεκτικὸς καὶ ἀνεξίκακος στὶς
διαφορές του μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, σεβαστικὸς στοὺς μεγαλύτερους,
συγκαταβατικὸς στοὺς νεότερους, πράος, εὐγενικός, φιλάνθρωπος.
Οἱ
Ἅγιοι ἐνεργοῦσαν μὲ ἀγάπη ἀκόμη καὶ στὰ πιὸ μικρά. Ὁ σύγχρονός μας ἅγιος
Πορφύριος, μελετοῦσε μὲ ἐπιμέλεια τὸ μάθημα μουσικῆς ποὺ ἔκανε, διότι δὲν ἤθελε
νὰ στενοχωρήσει τὴ δασκάλα του, ἡ ὁποία, ὅπως ἔλεγε, ἦταν ἁγία!
2. Λύνει ὅλα τὰ προβλήματα
Ἂν
εἴχαμε ἀγάπη σὲ ὅλα ὅσα κάναμε, θὰ εἴχαμε λύσει ὅλα τὰ προβλήματά μας· θὰ
ἤμασταν πανευτυχεῖς· καὶ ἡ κοινωνία μας θὰ ἦταν Παράδεισος. Αὐτὸ ἐπισημαίνει ὁ
ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τὸν λόγο αὐτό. Ὅλα τὰ θέματα μὲ τὰ
ὁποῖα ἀσχολήθηκε ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στὴν παρούσα ἐπιστολή, εἶχαν προκύψει «ἐκ
τοῦ ταύτην ἠμελῆσθαι»· ἐπειδὴ οἱ πιστοὶ τῆς Κορίνθου εἶχαν ἀμελήσει τὴν ἀγάπη,
γράφει ὁ Ἅγιος. Διότι ἂν καλλιεργοῦσαν τὴν ἀγάπη, οὔτε διαιρέσεις θὰ ὑπῆρχαν
μεταξύ τους, οὔτε θὰ κατέφευγαν στὰ δικαστήρια καὶ μάλιστα τῶν εἰδωλολατρῶν,
οὔτε οἱ δυνατοὶ στὴν πίστη Χριστιανοὶ θὰ σκανδάλιζαν τοὺς ἀδύνατους τρώγοντας
τὰ εἰδωλόθυτα, οὔτε θὰ ἐπιδίωκαν τὰ πιὸ ἐντυπωσιακὰ χαρίσματα.
Ὅταν
ὅλα τὰ κάνουμε μὲ ἀγάπη, τότε μπαίνει στὴν ἄκρη ἡ ἰδιοτέλεια, ὁ ἐγωισμός, ποὺ
εἶναι ἡ αἰτία κάθε ἁμαρτίας. Ἡ ἀγάπη περιλαμβάνει ὅλες τὶς ἀρετές. Ἐκεῖνος ποὺ
ἀσκεῖ τὴν ἀγάπη πρὸς ὅλους, πολεμάει συγχρόνως καὶ ὅλα τὰ πάθη· καὶ ὅ,τι κάνει,
τὸ κάνει μὲ πολλὴ χαρὰ καὶ μεράκι, μὲ πολλὴ Χάρη. Χαίρονται τὰ ἔργα του οἱ
ἄνθρωποι ἀλλὰ καὶ ὁ Θεός. Ὅλα τότε γίνονται προσευχή, εὐάρεστη θυσία στὸν Θεό.
Ὅλα
ὅσα κάνετε, ἂς γίνονται μὲ ἀγάπη. Ποιὸς μιλᾶ; Ὁ ἀπόστολος
Παῦλος· ὁ ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου ὅλη ἡ ζωὴ ἀπὸ τότε ποὺ γνώρισε τὸν Χριστό, ἦταν
προσφορὰ ἀγάπης. Νουθετοῦσε τὸν κάθε πιστὸ μὲ δάκρυα, λυπόταν μὲ τὴν πτώση
τοῦ καθενός, ἔπασχε γιὰ τὰ προβλήματα τῆς κάθε τοπικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ καρδιά του
φλεγόταν ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο, χωροῦσε ὅλη τὴν οἰκουμένη,
χωροῦσε τὸν Θεό. Ἂς τὸν παρακαλέσουμε νὰ ἀνάψει καὶ στὴ δική μας καρδιὰ ἡ φλόγα
τῆς ἀγάπης. Γιατὶ αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη δύναμη ποὺ μπορεῖ νὰ ἀλλάξει τὸν κόσμο, σ᾿
αὐτὴν βρίσκεται τὸ μυστικὸ τῆς εὐτυχίας καὶ τῆς αἰώνιας σωτηρίας μας.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἑστὼς ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, εἶδε δύο
πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ’ αὐτῶν ἀπέπλυνον τὰ δίκτυα. ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· Ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. καὶ ἀποκριθεὶς Σίμων εἶπεν αὐτῷ· Ἐπιστάτα, δι' ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν
πλῆθος ἰχθύων πολύ·
διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον, καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν Ἰησοῦ λέγων· Ἔξελθε ἀπ' ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ Ἰησοῦς· Μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν.
καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ.
(Λουκ. ε΄[5] 1 – 11)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Κάποτε, ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς στεκόταν στὴν ὄχθη
τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ ἄρχισαν νὰ συνωστίζονται γύρω
του καὶ νὰ τὸν στριμώχνουν, ἐπειδὴ ἤθελαν ν' ἀκοῦν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Τότε
εἶδε δύο μικρὰ πλοῖα ἀραγμένα στὴν ἄκρη τῆς λίμνης· οἱ ψαράδες μάλιστα εἶχαν βγεῖ ἀπ’ αὐτὰ στὴν
παραλία καὶ ἐπλεναν τὰ δίχτυα. Κι ἀφοῦ μπῆκε σ' ἕνα ἀπὸ τὰ πλοῖα αὐτά,
σ' αὐτὸ πού ἦταν τοῦ Σίμωνα, τὸν παρακάλεσε νὰ τὸ τραβήξει λίγο πιὸ
μέσα, σὲ μικρὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὴ στεριά. Καί τότε κάθισε μέσα στὸ πλοῖο
καὶ δίδασκε ἀπὸ ἐκεῖ τά πλήθη τοῦ λαοῦ πού βρίσκονταν στὴν παραλία. Κι ὅταν
τελείωσε τὴν ὁμιλία του, εἶπε στὸ Σίμωνα: Πάρε πάλι τὸ πλοῖο στὰ βαθιὰ νερὰ τῆς λίμνης καὶ ρίξτε τὰ δίχτυά
σας γιὰ νὰ πιάσετε ψάρια. Ὁ Σίμων τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: Διδάσκαλε, ὅλη τὴ νύχτα κοπιάσαμε
ρίχνοντας τὰ δίχτυα καὶ δὲν πιάσαμε τίποτε. Ἀφοῦ ὅμως τὸ διατάζεις
ἐσύ, θὰ ρίξω τὸ δίχτυ ἔχοντας τέλεια πεποίθηση, καὶ ὑπακοὴ στὸ λόγο
σου. Κι ἀφοῦ τὸ ἔκαναν αὐτό, ἔπιασαν μέσα στὸ δίχτυ πάρα πολλὰ ψάρια.
Τόσα πολλά, πού τὸ δίχτυ τους ἄρχισε νὰ σπάζει, ἐπειδή δὲν ἄντεχε στὸ
βάρος τοῦ πλήθους τῶν ψαριῶν. Καὶ μὲ νεύματα εἰδοποίησαν τούς συνεταίρους
τους πού ἦταν στὸ ἄλλο πλοῖο νὰ ἔλθουν καὶ νὰ πιάσουν μαζὶ μ' αὐτοὺς τὰ
δίχτυα καὶ νὰ τοὺς βοηθήσουν νὰ τὰ σύρουν ἐπάνω. Ἐκεῖνοι ἦλθαν καὶ γέμισαν
καὶ τὰ δύο πλοῖα τόσο πολύ, πού κινδύνευαν νὰ βυθισθοῦν ἀπὸ τὸ βάρος
τῶν ψαριῶν. Ὅταν λοιπὸν εἶδε ὁ Σίμων Πέτρος τὸ πρωτοφανὲς αὐτὸ καὶ ἀνέλπιστο
πλῆθος τῶν ψαριῶν, ἔπεσε κάτω στὰ γόνατα τοῦ Ἰησοῦ καί τοῦ εἶπε: Βγὲς ἀπὸ τὸ πλοῖο μου καὶ φύγε ἀπὸ μένα,
Κύριε, διότι εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός, καὶ δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σ' ἔχω
στὸ πλοῖο μου. Καὶ εἶπε αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Πέτρος, διότι κι αὐτὸς κι ὅλοι
ἐκεῖνοι πού ἦταν μαζί του κυριεύθηκαν ἀπὸ μεγάλη ἔκπληξη καὶ δέος γιὰ
τήν πρωτοφανή ἁλιεία τόσων ψαριῶν πού εἶχαν πιάσει, καὶ ἡ ὁποία μόνο ἀπὸ
παρέμβαση τῆς θείας δυνάμεως μποροῦσε νὰ ἐξηγηθεῖ. Παρόμοια μάλιστα
κυρεύθηκαν ἀπὸ ἔκπληξη καὶ ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ γιοί τοῦ Ζεβεδαίου,
οἱ ὁποῖοι ἦταν συνέταιροι τοῦ Σίμωνος. Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε στὸ Σίμωνα:
Μὴ φοβᾶσαι. Ἀπὸ τώρα πού σὲ καλῶ νὰ
γίνεις ἀπόστολός μου καὶ στὸ ἑξῆς, θὰ συνεχίσεις νὰ ψαρεύεις, ἀλλά δὲν θὰ
πιάνεις ψάρια ἀλλά ἀνθρώπους ζωντανούς, πού μὲ τὸ κήρυγμά σου θὰ τοὺς ὁδηγεῖς
στὴ σωτηρία. Κι ἀφοῦ ἐπανέφεραν τὰ πλοῖα στὴ στεριά, ἄφησαν τά
πάντα, καὶ τὰ ψάρια δηλαδὴ καὶ τὰ δίχτυα καὶ τὰ πλοῖα τους, καὶ τὸν ἀκολούθησαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου