ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ
ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ
(17 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2019)
(ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Τέκνον
Τιμόθεε, παρηκολούθηκάς μου τῇ διδασκαλίᾳ, τῇ ἀγωγῇ, τῇ προθέσει, τῇ πίστει, τῇ μακροθυμίᾳ, τῇ ἀγάπῃ, τῇ ὑπομονῇ, τοῖς διωγμοῖς, τοῖς παθήμασιν, οἷά μοι ἐγένοντο
ἐν Ἀντιοχείᾳ, ἐν Ἰκονίῳ, ἐν Λύστροις, οἵους διωγμοὺς ὑπήνεγκα! καὶ ἐκ πάντων με ἐρρύσατο
ὁ Κύριος. καὶ πάντες δὲ οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ
διωχθήσονται·
πονηροὶ δὲ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι. σὺ δὲ μένε ἐν οἷς ἔμαθες
καὶ ἐπιστώθης, εἰδὼς παρὰ τίνος ἔμαθες, καὶ ὅτι
ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ
γράμματα οἶδας,
τὰ δυνάμενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
(Β΄ Τιμοθ.
γ΄ [3] 10 – 15)
|
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Παιδί μου Τιμόθεε, ἐσὺ ἔχεις παρακολουθήσει τὴ διδασκαλία μου, τὴ
γενικότερη συμπεριφορά μου, τὴν πρόθεση καὶ τὰ ἐλατήριά μου, τὴ φωτισμένη πίστη
μου, τὴ μακροθυμία μου, τὴν ἀγάπη μου, τὴν ὑπομονή μου, τοὺς διωγμούς μου, τὰ παθήματά
μου, σὰν αὐτὰ ποὺ ὑπέμεινα στὴν Ἀντιόχεια, στὸ Ἰκόνιο, στὰ Λύστρα. Τί φοβεροὺς διωγμοὺς ὑπέφερα! καὶ ἀπ᾿ ὅλους μὲ γλύτωσε ὁ
Κύριος. Κι ὄχι μόνο ἐγὼ ἔπαθα καὶ πάσχω αὐτά, ἀλλὰ κι ὅλοι ὅσοι
θέλουν νὰ ζοῦν μὲ εὐσέβεια, ὅπως ἁρμόζει στοὺς πιστοὺς ποὺ εἶναι ἑνωμένοι μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό,
θὰ καταδιωχθοῦν. Ἀντιθέτως, ἄνθρωποι κακοί, ποὺ καταδιώκουν
καὶ βασανίζουν τοὺς εὐσεβεῖς, ἀλλὰ καὶ ἀπατεῶνες, θὰ προχωροῦν ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο· θὰ πλανοῦν καὶ θὰ ἐξαπατοῦν τοὺς ἄλλους, ἀλλὰ
καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι θὰ πλανῶνται καὶ θὰ ἐξαπατῶνται. Ἐσὺ ὅμως, Τιμόθεε, μένε ἀκλόνητος σ᾿ ἐκεῖνα ποὺ ἔμαθες καὶ βεβαιώθηκες
γιὰ τὴν ἀλήθειά τους
ἀπὸ τὴν προσωπική σου πείρα, διότι
ξέρεις καλὰ ἀπὸ ποιὸν διδάσκαλο τὰ ἔμαθες. Αὐτὸ μὴν τὸ ξεχνᾶς ποτέ, ἀλλὰ
νὰ τὸ διατηρεῖς ζωντανὰ στὴ μνήμη σου,
καὶ ὅτι ἀκόμη ἀπὸ μικρὸ παιδὶ γνωρίζεις τὶς Ἅγιες Γραφές, οἱ ὁποῖες μποροῦν νὰ σοῦ μεταδώσουν τὴν ἀληθινὴ σοφία, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ
Χριστό.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν
ταύτην· Ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν
εἰς τὸ ἱερὸν
προσεύξασθαι,
ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν
ταῦτα προσηύχετο·
ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ
οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ
πάντα ὅσα κτῶμαι. καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς
οὐκ ἤθελεν
οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς
εἰς τὸν οὐρανόν ἐπᾶραι, ἀλλ'
ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ.
λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος
εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν
ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.
(Λουκᾶ ιη΄ 10 – 14)
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Ὁ Τελώνης καὶ ὁ Φαρισαῖος.
Δύο κόσμοι. Πόσο διαφορετικοί, ἀλήθεια! Διαμετρικὰ ἀντίθετοι!
Καὶ ὅμως σήμερα συναντῶνται σὲ ἕνα σημεῖο: στὴν προσευχή, στὴν προσπάθειά
τους νὰ ἐπικοινωνήσουν μὲ τὸν Θεό. Τὸ πέτυχαν; Τί πέτυχαν;
Ἡ τόσο χαρακτηριστικὴ παραβολή,
ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ Κυρίου μας πρὶν ἀπὸ εἴκοσι αἰῶνες, θὰ μᾶς
τὸ φανερώσει. Ἂς τὴν παρακολουθήσουμε λοιπόν.
1. ΠΟΡΕΙΑ
ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ
Ὁ Φαρισαῖος στάθηκε σὲ μέρος
ἐμφανὲς καὶ ἐπίσημο τοῦ μεγάλου Ἰουδαϊκοῦ Ναοῦ· σήκωσε τὰ μάτια
του, τὰ χέρια του, ὅλο τὸν ἑαυτό του ψηλά· ξεκίνησε μὲ σιγουριά, μὲ
αὐτοπεποίθηση καὶ ὀρμή, γιὰ νὰ φτάσει στὰ ὕψη τοῦ Οὐρανοῦ. Ἄρχισε
νὰ προσεύχεται. Σὲ ποιὸν ἀπηύθυνε τὴν προσευχή του;
Ὁ ἴδιος ἔλεγε πὼς τὴν ἀπηύθυνε
πρὸς τὸν Θεό, διότι τὴν λέξη «Θεὸς» ἔχει πρώτη – πρώτη στὴν προσευχή
του. Ὁ Κύριος ὅμως μᾶς πληροφορεῖ πὼς αὐτὴ τὴν προσευχὴ τὴν ἀπηύθυνε
πρὸς τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του: «πρὸς ἑαυτόν». Ἔστησε τὸ εἴδωλο τοῦ ἑαυτοῦ
του μπροστά του καὶ ἄρχισε νὰ τὸ προσκυνᾶ.
Σ᾿ εὐχαριστῶ, Θεέ, εἶπε, ποὺ
δὲν εἶμαι σὰν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι εἶναι «ἅρπαγες, ἄδικοι,
μοιχοί», κλέφτες, ἀπατεῶνες, ἀνήθικοι, ὅπως εἶναι καὶ αὐτὸς ἐδῶ ὁ
Τελώνης, καὶ φαίνεται πὼς θὰ τὸν ἔδειξε μὲ τὸ δάχτυλό του. Ἐγώ, συνέχισε
ὁ Φαρισαῖος, εἶμαι ἐνάρετος ἄνθρωπος. Νηστεύω δύο φορὲς τὴν ἑβδομάδα
καὶ προσφέρω τὸ ἕνα δέκατο ἀπὸ ὅλα τὰ εἰσοδήματά μου στὸν Ναό Σου.
ΑΣΦΑΛΩΣ ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς, καθὼς
ἀκοῦμε αὐτὰ τὰ λόγια, αἰσθανόμαστε ἄσχημα καὶ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ
ἀποπάρουμε τὸν δυστυχῆ καὶ ἀνόητο Φαρισαῖο, ποὺ καμάρωνε σὰν τὸ
παγώνι γιὰ τὶς ἀρετές του. Μερικοὶ μάλιστα δὲν ἀποκλείεται νὰ ψιθυρίζουμε
κιόλας ἀπὸ μέσα μας: εὐτυχῶς, ποὺ δὲν
εἶμαι σὰν τοὺς Φαρισαίους, τοὺς ὑποκριτές.
Ὅμως, ἂς σταθοῦμε μιὰ στιγμή,
ἀδελφοί. Αὐτὸ τὸ σημεῖο εἶναι ἐπικίνδυνο. Διότι καταλαβαίνουμε
ποῦ μπορεῖ νὰ φθάσουμε ἔτσι; Ἀκριβῶς στὴ θέση τοῦ Φαρισαίου. Ἂς μὴ ἀποροῦμε
γι᾿ αὐτό. Διότι ἡ οὐσία τῆς φαρισαϊκῆς ἁμαρτίας εἶναι κυρίως αὐτή:
Τὸ νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας καλύτερο
ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Νὰ λέμε δηλαδὴ καὶ ἐμεῖς «οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ
τῶν ἀνθρώπων».
«Θεὸς φυλάξοι!», ἴσως ποῦν ἀμέσως
μερικοί, «πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ πάθουμε κάτι τέτοιο;». Λοιπόν, εἶναι
τόσο δύσκολο νὰ τὸ καταλάβουμε; Δὲν ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι κάθε φορά,
ποὺ ὑψώνουμε τὰ μάτια μας καὶ τὰ καρφώνουμε ἐπιτιμητικὰ στοὺς ἀδελφούς
μας, γιὰ τὰ τυχὸν λάθη ποὺ κάνουν, οὐσιαστικὰ ἔχουμε βρεθεῖ μέσα στὰ
χωρικὰ ὕδατα τοῦ Φαρισαϊσμοῦ; Δὲν γνωρίζουμε ὅτι, ὅταν ἀδυσώπητοι
κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους, οὐσιαστικὰ ἔχουμε γίνει Φαρισαῖοι;
Ὁ Φαρισαϊσμὸς εἶναι ὕπουλο
καὶ πολύπλοκο πάθος. Ἐκεῖ, ποὺ κανεὶς νομίζει πὼς ὑπηρετεῖ τὸν Θεό,
μπορεῖ νὰ προσφέρει θυσία στὸν διάβολο. Ἡ πιὸ ὕπουλη δέ, λεπτὴ καὶ
ἐπικίνδυνη μορφὴ τοῦ Φαρισαϊσμοῦ εἶναι τὸ νὰ κατακρίνει κανεὶς αὐτούς,
τοὺς ὁποίους θεωρεῖ Φαρισαίους καὶ ὑποκριτές. Αὐτὸ ποὺ λένε μερικοί:
«Ἐγὼ εἶμαι ἴσος ἄνθρωπος, τὰ λέω ἔξω ἀπὸ τὰ δόντια, δὲν εἶμαι σὰν αὐτοὺς
τοὺς ὑποκριτές». Ἰδοὺ ὁ Φαρισαϊσμός! «Οὐκ
εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων». «Ἐγὼ δὲν εἶμαι σὰν αὐτούς».
Ἂς τὸ ὑπογραμμίσουμε ἑπομένως
καὶ ἂς τὸ γράψουμε μὲ κεφαλαῖα γράμματα: ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ, ΠΟΥ ΚΑΤΑΚΡΙΝΟΥΜΕ
ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ, ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΓΙΝΟΜΑΣΤΕ ΦΑΡΙΣΑΙΟΙ. Βρισκόμαστε δηλαδὴ μακριὰ
ἀπὸ τὸ σωστό, τὸ σωστικὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπως τὸ βλέπουμε νὰ
τὸ φανερώνει στὴν παραβολὴ ὁ Τελώνης.
2. Η ΟΔΟΣ ΤΩΝ
ΣΩΖΟΜΕΝΩΝ
Ἐπιτέλους! Τὰ χέρια τοῦ Τελώνη
βρίσκουν αὐτὴ τὴ φορὰ τὸν σωστό τους στόχο. Μέχρι τώρα ἦσαν συνηθισμένα
νὰ χτυποῦν τοὺς ἄλλους, νὰ ἁρπάζουν ξένες περιουσίες, νὰ ἀπειλοῦν,
νὰ ὁδηγοῦν στὰ δικαστήρια καὶ στὶς φυλακὲς ἀθώους ἀνθρώπους.
Τώρα τὸν βλέπουμε νὰ στέκεται
σὲ μιὰ γωνιὰ τοῦ Ναοῦ συντετριμμένος. Ποιὸς ξεύρει πῶς ἔφτασε ὡς ἐδῶ.
Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐσύχναζε στὸν Ναό. Ἡ ζωή του πέρασε ἔξω ἀπὸ τὴ
ζεστασιὰ καὶ τὴ χάρη τοῦ Ναοῦ. Τί τρόπους μεταχειρίστηκε ὁ Θεός, γιὰ
νὰ φέρει κοντά Του αὐτὴ τὴν ψυχή, δὲν γνωρίζουμε. Μονάχα τὸν διακρίνουμε
μισοκρυμμένο σὲ μιὰ ἄκρη τοῦ ἱεροῦ χώρου νὰ πασχίζει νὰ ἐπικοινωνήσει
μὲ τὸν Θεό.
Τὶ νὰ πεῖ; Αὐτὸς δὲν ξεύρει νὰ προσεύχεται. Ἡ γλώσσα του εἶναι
μαθημένη νὰ ψεύδεται, νὰ ὑβρίζει, νὰ ἀπειλεῖ. Μόνο τρεῖς λέξεις ἔχει
τὴ δύναμη νὰ προφέρει: «ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Θεέ μου,
λυπήσου με τὸν ἁμαρτωλό. Καὶ ὡσὰν μὲ μιὰ παράδοξη καὶ πρωτότυπη μουσικὴ
ὑπόκρουση συνοδεύει τὰ λόγια του μὲ ἀσταμάτητα χτυπήματα στὸ στῆθος
του. Ναί! Τὰ χέρια του βρῆκαν πιὰ τὸν σωστό τους στόχο. Δὲν χτυποῦν τοὺς
ἄλλους· χτυποῦν τὸ στῆθος του, ποὺ περικλείει τὴν ἁμαρτωλὴ καὶ ἀκάθαρτη
καρδιά του. Χτυποῦν στὸν χῶρο αὐτό, ποὺ ἔχει τὴν ἕδρα του τὸ κακὸ καὶ
τὸν ὁποῖο τόσο δυσκολεύεται νὰ ἐντοπίσει ὁ ἄνθρωπος, ἐνῶ εἶναι τόσο
κοντά του!
ΕΔΩ ΑΚΡΙΒΩΣ εὑρίσκεται καὶ ἡ
αἰτία τῆς δυστυχίας πολλῶν ἀπὸ ἐμᾶς. Γιατί, ἐνῶ ὑποφέρουμε ἀπὸ
τὴ βασανιστικὴ παρουσία τοῦ κακοῦ στὴ ζωή μας, τὸ πολεμᾶμε συνήθως
ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας. Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα; Τὸ ἀποτέλεσμα
εἶναι ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὄχι μόνον δὲν μειώνουμε τὸ κακό, ἀλλὰ
τὸ αὐξάνουμε.
Τὴ σωστὴ ἑπομένως τοποθέτησή
μας τὴν δείχνει ὁ Τελώνης. Τὸ παράδειγμά του μπορεῖ νὰ μᾶς βοηθήσει,
ὥστε νὰ καταλάβουμε ἔτσι ποὺ εὑρίσκεται τὸ κακό, ἡ αἰτία τῆς κακοδαιμονίας
μας. Νὰ καταλάβουμε δηλαδὴ ὅτι τὸ κακὸ δὲν εὑρίσκεται μόνο ἔξω ἀπὸ
ἐμᾶς, ἀλλὰ καὶ μέσα μας, φωλιάζει στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας.
Ὅσο ἀρνούμεθα νὰ παραδεχθοῦμε
αὐτὴν τὴν ἁπλή ἀλήθεια, θὰ ὑποφέρουμε. Θὰ γεμίζουμε ταραχὴ καὶ ἐκνευρισμὸ
προσπαθώντας νὰ διορθώσουμε τοὺς ἄλλους καὶ θὰ κινδυνεύουμε νὰ ἀρρωστήσουμε,
καθὼς θὰ διαπιστώνουμε ὅτι οἱ ἐνέργειές μας δὲν φέρουν σχεδὸν κανένα
ἀποτέλεσμα, συχνὰ μάλιστα χειροτερεύουν τὴν ὅλη κατάσταση.
Τὸ χειρότερο εἶναι ὅτι μὲ
μιὰ τέτοια λανθασμένη ἀτμόσφαιρα, κάθε προσπάθεια νὰ ἐπικοινωνήσουμε
μὲ τὸν Θεὸ εἶναι μάταιη. Ἡ προσευχή μας δὲν ἀνεβαίνει ψηλά. Φτάνει
μόνο μέχρι τὴν ὀροφὴ τοῦ σπιτιοῦ μας καὶ πέφτει πάλι κάτω.
Ὅταν λοιπὸν διάφορα πράγματα
μᾶς φταῖνε, ἂς μὴ ξεχνιόμαστε. Ἡ μόνη σωστὴ λύση εἶναι ἡ ταπείνωση,
τὸ πνεῦμα τοῦ Τελώνη: νὰ χτυπᾶμε στὸ στῆθος μας τὴν ἁμαρτωλὴ καρδιά
μας καὶ νὰ λέμε: Θεέ μου, λυπήσου με τὸν ἁμαρτωλό. Λυπήσου με! Γιὰ τὶς
ἁμαρτίες μου συμβαίνουν ὅλα αὐτά. Γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου. Λυπήσου με,
Κύριε, συγχώρεσέ με. Αὐτὴ εἶναι προσευχή. Προσευχὴ ποὺ πράγματι ἑνώνει
τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Δημιουργό Του.
Ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου. Τῆς κατανυκτικῆς,
τόσο εὐλογημένης αὐτῆς περιόδου. Νὰ μὴ χάσουμε, νὰ μὴ ξεχάσουμε
τὸ δρόμο μας, ἀδελφοί! Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια
ζωή, ἡ ταπείνωση. Καὶ εἶναι μονόδρομος! Ὁ ἄλλος δρόμος τοῦ Φαρισαίου
βγάζει... Νὰ μᾶς φυλάξει ὁ Θεός!
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου