ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ
(3 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2019)
(Ανακομιδή λειψάνων
τοΥ Αγίου Γεωργίου
Μεγαλομάρτυρος τοΥ Τροπαιοφόρου)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ)
Ἀδελφοί,
ὁ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν
ἡμᾶς, καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι συνεζωοποίησε τῷ
Χριστῷ· χάριτί ἐστε σεσωσμένοι· καὶ συνήγειρε καὶ συνεκάθισεν ἐν
τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι
τοῖς ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλοντα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι
ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ. Τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως·
καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον, οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται.
Αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς,
οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν.
(Ἐφες. β΄[2] 4 -10)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί, ὁ Θεός πού εἶναι πλούσιος σέ ἔλεος, ἐξαιτίας τῆς πολλῆς του ἀγάπης μέ τήν ὁποία μᾶς ἀγάπησε, κι ἐνῶ ἀκόμη ἤμασταν πνευματικά νεκροί ἐξαιτίας τῶν παραβάσεών
μας, μᾶς ζωοποίησε πνευματικά μαζί
μέ τόν Χριστό. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἔχετε σωθεῖ, κι ὄχι μέ δικά
σας κατορθώματα. Καί μᾶς ἀνέστησε μαζί μέ τόν Χριστό καί μᾶς ἔβαλε νά καθίσουμε μαζί του στά ἐπουράνια. Καί ἡ ἀνάσταση καί ἀνύψωσή μας αὐτή ἔγινε μέ τήν ἕνωσή μας μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό. Μᾶς εὐεργέτησε λοιπόν τόσο πολύ ὁ Θεός, γιά νά δείξει στούς ἀτελεύτητους αἰῶνες τῆς μελλοντικῆς ζωῆς τόν ἀσύλληπτο πλοῦτο τῆς χάριτός του μέ τήν ἀγαθότητα πού ἐπέδειξε σέ μᾶς μέσῳ τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ. Καί εἶναι ὄντως ἀσύλληπτος ὁ πλοῦτος τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Διότι μέ τή χάρη
του ἔχετε σωθεῖ μέσῳ τῆς πίστεως. Καί ἡ σωτηρία σας αὐτή διά τῆς πίστεως δέν προῆλθε ἀπό σᾶς· δῶρο Θεοῦ
εἶναι αὐτό. Δέν σωθήκατε μέ τά δικά σας ἔργα, γιά νά μήν ἔχει κανείς τό δικαίωμα νά καυχηθεῖ. Διότι καί ὡς ἄνθρωποι, ἀλλά προπάντων ὡς ἀναγεννημένοι Χριστιανοί, δικό του δημιούργημα
εἴμαστε, πού δημιουργηθήκαμε γιά νά μένουμε ἑνωμένοι μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό καί νά κάνουμε καλά ἔργα, γιά τά ὁποῖα μᾶς προετοίμασε ὁ Θεός ὥστε νά πορευθοῦμε καί νά ζήσουμε τήν ὑπόλοιπη ζωή μας μ’ αὐτά.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος.
Ἄνθρωπος τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ' ἡμέραν λαμπρῶς. πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος καὶ ἐπιθυμῶν
χορτασθῆναι
ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. ἐγένετο
δὲ ἀποθανεῖν
τὸν
πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον
Ἀβραάμ· ἀπέθανε
δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ
ἐτάφη. καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς
αὐτοῦ,
ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ τόν Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε·
πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ.
εἶπε δὲ Ἀβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ
Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι· καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις
μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι
ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται,
μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν.
εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου·
ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται
αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον
τοῦτον τῆς βασάνου. λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ· ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλ' ἐάν
τις
ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτοὺς, μετανοήσουσιν.
εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.
(Λουκ. ιϚ΄[16] 19 – 31)
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
1. ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Στὸ θέατρο
αὐτῆς ἐδῶ τῆς ζωῆς ὁ ἀνώνυμος πλούσιος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου
τὰ πῆγε καλά. Ἔφαγε, ἤπιε, γλέντησε, φόρεσε ροῦχα βασιλικά: καὶ
πορφύρα (πανάκριβο βαθυκόκκινο μάλλινο ἔνδυμα) καὶ βύσσο (ἡ βύσσος
ἦταν πολυτελέστατο, σὰν μεταξένιο, ὕφασμα ἀπὸ λεπτότατο λινάρι).
Τὸ ἴδιο διάστημα ὁ πτωχὸς Λάζαρος ὑπέφερε φρικτά. Πεταγμένος στὴν
ἐξώπορτα τοῦ ἀρχοντικοῦ, πληγιασμένος σὲ ὅλο τὸ σῶμα, προσπαθοῦσε
νὰ χορτάσει ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ ἔπεφταν ἀπ᾿ τὸ τραπέζι τοῦ πλουσίου·
κι ἔτσι ὅπως ἦταν μισόγυμνος ἔρχονταν τὰ σκυλιὰ κι ἔγλειφαν τὶς πληγές
του.
Κάποια μέρα
ὁ τόσο βασανισμένος Λάζαρος ἐπιτέλους πέθανε. Τὰ βάσανά του πῆραν
τέλος καὶ οἱ ἄγγελοι ὁδήγησαν τὴν ψυχή του στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἀβραάμ,
μὲς στὴν χαρὰ τοῦ Παραδείσου. Ἔπειτα πέθανε κι ὁ πλούσιος καὶ τοῦ ᾿καναν
κηδεία μὲ δόξες καὶ τιμές.
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ
ΘΕΑΤΡΟ. Κάποτε πέφτει ἡ αὐλαία, οἱ προβολεῖς σβήνουν, ἡ αἴθουσα ἀδειάζει.
Οἱ ἠθοποιοὶ βγάζουν τὰ ροῦχα ποὺ φοροῦσαν. Φεύγουν. Κι αὐτὸς ποὺ ἔπαιζε
στὸ θέατρο τὸν στρατηγὸ ἢ τὸν βασιλιὰ κι ἔτρεχαν ὅλοι τρέμοντας στὶς
προσταγές του, μπαίνει τώρα σ᾿ ἕνα διαμερισματάκι φτωχικό· κι ὁ ἄλλος
ποὺ παράσταινε τὸν δυστυχῆ, φτάνει σὲ μιὰ ἔπαυλη πανάκριβη, πολυτελῆ.
Αὐτὸ εἶναι
τὸ θέατρο, αὐτὴ ἐδῶ ἡ ζωή μας. Πλούσιοι καὶ φτωχοί, ἄρρωστοι καὶ ὑγιεῖς,
ἄρχοντες καὶ ὑπηρέτες παίζουμε γιὰ 70-80 χρόνια στὸ θέατρο τούτης
τῆς ζωῆς. Ἔπειτα πέφτει ἡ αὐλαία, τὰ ψέματα γιὰ μᾶς τελειώνουν. Τὸ
θέατρο βέβαια θὰ συνεχιστεῖ, ἄλλοι θὰ πάρουν τὴ δική μας θέση. Ἐμεῖς
ὅμως θὰ ἔχουμε βγεῖ πλέον στὸν δρόμο νὰ φύγουμε. Τί δρόμος ἀλήθεια!
Δρόμος χωρὶς ἐπιστροφή. Ποὺ καταλήγει εἴτε στὸ φῶς τῆς θείας Ζωῆς,
εἴτε στὸ σκότος τῆς κολάσεως.
Ὢ ἀδελφοί!
Τί τύφλωση εἶναι αὐτή, νὰ παίρνουμε τὸ θέατρο γι᾿ ἀληθινὴ ζωή! Τί
συμφορά, νὰ βλέπουμε μόνο πρὸς τὴ γῆ, τὴ γῆ νὰ ἐπιθυμοῦμε!
«Οὐαὶ ἡμῖν ὅτι
οὐ γνωρίζομεν τὰς ψυχὰς ἡμῶν, οὐδὲ εἰς ποίαν πολιτείαν ἐκλήθημεν,
καὶ τὴν ζωὴν ταύτην τῆς ἀσθενείας, καὶ τὴν κατάστασιν τῶν ζώντων, καὶ
τὰς θλίψεις τοῦ κόσμου, καὶ αὐτὸν τὸν κόσμον, καὶ τὰς κακίας αὐτοῦ, καὶ
τὰς ἀναπαύσεις αὐτοῦ λογιζόμεθα ὅτι εἰσί τι» (ἀββᾶς Ἰσαάκ). Ἀλλοίμονο
σὲ μᾶς, διότι δὲν γνωρίζουμε τὶς ψυχές μας (τί ἀξίζουν) οὔτε καταλαβαίνουμε
σὲ ποιὰ πολιτεία (σὲ ποιὸν τρόπο ζωῆς) ἔχουμε κληθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωὴ τῶν ἀσθενειῶν, καὶ ὅλη τὴν κατάσταση
τῶν ζωντανῶν ἀνθρώπων, καὶ τὶς θλίψεις τοῦ κόσμου, καὶ τὸν ἴδιο τὸν κόσμο,
καὶ τὶς συμφορές του, καὶ τὶς ἀπολαύσεις του, ὅλα αὐτὰ τὰ νομίζουμε ὅτι
εἶναι κάτι.
Τὰ νομίζουμε
ὅτι εἶναι κάτι! Αὐτὰ ποὺ δὲν εἶναι παρὰ μονάχα ὄνειρο. Καὶ προσφέρουμε
σ᾿ αὐτὰ θυσία τὸ σῶμα μας, στὸ τέλος δὲ καὶ τὴν ψυχή μας. Ἕνα ἀνόητο
ὁλοκαύτωμα στὸ τίποτε, στὸ θέατρο.
2. ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΥΣΣΟ
ΣΤΗΝ ΑΒΥΣΣΟ
Λοιπόν, τὸ θέατρο
τελείωσε· καὶ ὁ πλούσιος βρέθηκε ξαφνικὰ στὸ «πῦρ» τῆς κολάσεως. Καὶ
ἀπὸ ἐκεῖ, φρικτὰ βασανιζόμένος, σήκωσε τὰ μάτια του καὶ εἶδε μακριὰ
τὸν πατριάρχη Ἀβραάμ, καὶ μὲς στὴν ἀγκαλιά του ἀναγνώρισε τὸν Λάζαρο.
–Πατέρα Ἀβραάμ, φώναξε, σπλαγχνίσου με τὸν δυστυχῆ καὶ στεῖλε μου
τὸν Λάζαρο νὰ βουτήξει τὴν ἄκρη ἀπὸ τὸ δάκτυλό του στὸ νερό, καὶ νὰ
δροσίσει λίγο τὴ γλώσσα μου, γιατί βασανίζομαι μέσα σ᾿ αὐτὴν ἐδῶ
τὴν φωτιά. –Παιδί μου, τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἀβραάμ, θυμήσου ὅτι εσὺ ἀπόλαυσες
μὲ τὸ παραπάνω τὰ καλά σου καὶ τὰ πλούτη σου στὴν ἐπίγεια ζωή σου. Κι ὁ
Λάζαρος πάλι ἀπόλαυσε καὶ χόρτασε σ᾿ αὐτὴν ἀπὸ συμφορές. Τώρα λοιπὸν
ἐδῶ αὐτὸς παρηγοριέται κι ἐσὺ βεβαίως ὑποφέρεις. Ἀλλά, ἐκτὸς ἀπὸ
αὐτά, ἀνάμεσά μας χάσκει χαράδρα φοβερή, ἔτσι ὥστε αὐτοὶ ποὺ θέλουν
νὰ ἔλθουν ἀπὸ ἐδῶ πρὸς ἐσᾶς νὰ μὴν μποροῦν νὰ διαβοῦν κι οὔτε ἀπὸ ἐκεῖ
πρὸς ἐμᾶς νὰ μποροῦν κάποιοι νὰ περάσουν. –Σὲ παρακαλῶ τότε, Πατέρα,
συνέχισε ὁ πλούσιος, νὰ στείλεις τὸν Λάζαρο στὸ πατρικό μου σπίτι, ὅπου
ἔχω πέντε ἀδέλφια, γιὰ νὰ τοὺς
βεβαιώσει γι᾿ αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν ἐδῶ, ὥστε νὰ μετανοήσουν
καὶ νὰ μὴν ἔρθουν καὶ αὐτοὶ σὲ τοῦτον τὸν τόπο τῶν βασάνων.
–Δὲν εἶναι αὐτὸ ἀναγκαῖο, ἀπαντᾶ ὁ Ἀβραάμ, ἔχουν τὰ θεόπνευστα βιβλία
τοῦ Μωυσέως καὶ τῶν Προφητῶν· ἂς ἀκούσουν αὐτὰ καὶ θὰ σωθοῦν. Ἐπιμένει
ὅμως ὁ πλούσιος: –Ὄχι, πατέρα Ἀβραάμ, δὲν θὰ ἀκούσουν ἔτσι. Ἂν ὅμως
ἀναστηθεῖ κάποιος νεκρὸς καὶ πάει νὰ τοὺς τὰ πεῖ, θὰ μετανοήσουν.
–Καὶ ὅμως, βεβαιώνει ὁ Ἀβραάμ, ἂν δὲν ἀκούσουν τὸν Μωυσῆ καὶ τοὺς Προφῆτες,
οὔτε ἂν κάποιος νεκρὸς ἀναστηθεῖ θὰ πιστέψουν καὶ θὰ πεισθοῦν στὰ λόγια
του.
Ο ΔΡΑΜΑΤΙΚΟΣ
διάλογος τοῦ πλουσίου μὲ τὸν Ἀβραὰμ μᾶς ἀποκαλύπτει τί συμβαίνει,
ὅταν τελειώνει γιὰ τὸν ἄνθρωπο τὸ περίπου 80χρονο θέατρο αὐτῆς ἐδῶ
τῆς ζωῆς. Ἀποκαλύπτει πλέον τὴν πραγματικότητα.
Ὅτι δηλαδὴ ὑπάρχει Παράδεισος καὶ Κόλαση.
Καὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος πεθαίνοντας δὲν χάνεται, ἀλλὰ συνεχίζει νὰ ζεῖ.
Ὡς πνεῦμα, βεβαίως, διότι τὸ σῶμα μέχρι τὴ Δευτέρα Παρουσία θὰ μένει
νεκρό.
Λοιπόν, τὸ
συμπέρασμα εἶναι τώρα φανερό. Οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ ξεγελιόμαστε
ἀπὸ τὰ ἐπίγεια πράγματα. Νὰ σκεπτόμαστε ὅτι πίσω ἀπὸ τὴ «βύσσο» (τὰ
μεταξένια ροῦχα, τὴν ἀπατηλὴ καὶ φευγαλέα ὀμορφιὰ τοῦ κόσμου τούτου)
χάσκει ἡ ἄβυσσος (τὸ «μέγα χάσμα»),
ποὺ χωρίζει στὰ δύο τὴν αἰωνιότητα. Ἑπομένως νὰ μὴ ζηλεύουμε τὴν
«πορφύραν» καὶ τὴν «βύσσον», τὸν πλοῦτο, τὶς ἀπολαύσεις καὶ τὴ δόξα τοῦ
κόσμου, ποὺ χάνονται, ἀλλὰ νὰ ἑτοιμάζουμε μὲ φόβο καὶ τρόμο τὸν τόπο
τῆς κατοικίας μας στὴν αἰωνιότητα.
Διότι ἡ θέση
μας στὴν αἰωνιότητα ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἐδῶ ζωή μας. Ὀνομάσαμε
πρὶν τὴν ἐπίγεια ζωή μας θέατρο, ὅπου ὁ καθένας μας παίζει ἕνα ρόλο·
ἄλλος εἶναι πρωθυπουργός, ἄλλος στρατηγός, ἄλλος Μητροπολίτης καὶ
ἄλλος ἕνας ἁπλὸς ἐργάτης ἤ μία ἄσημη νοικοκυρά. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ρόλοι
μας στὸ ἐπίγειο θέατρο. Στὴν πραγματικότητα ὅμως τῆς ἄλλης ζωῆς ὅλα
αὐτὰ μπορεῖ νὰ ἀλλάξουν. Ἐκεῖ ἕνας κατάκοιτος τοῦ «ἀσύλου ἀνιάτων»
μπορεῖ νὰ ἔχει βασιλικὴ δόξα καὶ λαμπρότητα καὶ ἕνας βασιλιὰς ἤ ἐκκλησιαστικὸς
ἄρχοντας να βρεθεῖ στὸν «τόπον τῆς βασάνου», στὴν Κόλαση. Ἀλλὰ νὰ προσέξουμε
τοῦτο τὸ πολὺ σημαντικό: ὅτι τὸ τί θὰ
εἴμαστε ἐκεῖ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο παίζουμε τὸν ρόλο
μας ἐδῶ!
Αὐτὸ εἶναι
πολὺ σημαντικό! Ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸν ρόλο ποὺ ἔχουμε, αὐτὸ ποὺ μετράει
εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο τὸν παίζουμε. Δὲν θὰ πᾶνε ὅλοι οἱ πλούσιοι
στὴν Κόλαση οὔτε ὅλοι οἱ φτωχοὶ στὸν Παράδεισο. Ἕνας φτωχὸς ποὺ καταριέται
τὸν Θεὸ γιὰ τὴ φτώχεια του, θὰ κολασθεῖ· καὶ ἕνας πλούσιος ποὺ ζεῖ μετρημένη
ζωὴ καὶ ἐλεεῖ τοὺς φτωχούς, θὰ βρεθεῖ στὴν ἀγκαλιὰ τοὺ Ἀβραάμ. Ἄλλο ὅτι
εἶναι εὐκολότερο νὰ σωθεῖ ὁ φτωχὸς καὶ νὰ χαθεῖ ὁ πλούσιος.
Ἑπομένως νὰ
προσέξουμε ὅλοι πῶς παίζουμε τὸν ρόλο μας ἐδῶ. Τὸν τρόπο δηλαδὴ τῆς
ζωῆς μας. Καὶ ἂς συνέλθουμε καὶ ἂς ἀλλάξουμε, ἂν χρειάζεται, πορεία,
πρὶν εἶναι ἀργὰ νὰ διορθωθοῦμε καὶ ἐξασφαλίσουμε τὴν αἰώνιά μας ἀπολύτρωση.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ
«Ο ΣΩΤΗΡ»)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου