ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (Α΄ ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ)
(28 ΜΑΪΟΥ 2023)
ΕΩΘΙΝΟΝ Ι΄
(Ἰωάν. κα΄[21]
1 – 14)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
1 Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες ὁ Ἰησοῦς ἐμφανίστηκε
πάλι στοὺς μαθητές του στὴ λίμνη τῆς Τιβεριάδος. Καὶ ἐμφανίστηκε μὲ τὸν ἑξῆς
τρόπο: 2 Ἦταν μαζὶ ὁ Σίμων
Πέτρος καὶ ὁ Θωμᾶς ποὺ λεγόταν Δίδυμος, καὶ ὁ Ναθαναὴλ ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν
Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οἱ γιοὶ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ἄλλοι δύο ἀπὸ τοὺς μαθητές
του. 3 Τοὺς λέει ὁ Σίμων
Πέτρος: Πηγαίνω νὰ ψαρέψω. Κι ἐκεῖνοι τοῦ ἀποκρίνονται: Ἐρχόμαστε κι ἐμεῖς μαζί
σου. Βγῆκαν λοιπὸν ἀπὸ τὸ κατάλυμά τους πρὸς τὴ θάλασσα, μπῆκαν ἀμέσως στὸ πλοῖο
καὶ ἄρχισαν νὰ ψαρεύουν. Ὅμως ἐκείνη τὴ νύχτα δὲν ἔπιασαν τίποτε. 4 Ὅταν πιὰ ξημέρωσε, στάθηκε ὁ Ἰησοῦς
στὴν ἀκρογιαλιά. Οἱ μαθητὲς ὅμως δὲν ἀντιλήφθηκαν ὅτι αὐτὸς ποὺ στεκόταν ἐκεῖ ἦταν
ὁ Ἰησοῦς. 5 Σὰν νὰ ἦταν
λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς κάποιος ξένος καὶ ἄγνωστος διαβάτης, τοὺς λέει: Παιδιά, μήπως ἔχετε
κανένα ψάρι γιὰ προσφάι; Ὄχι, τοῦ ἀποκρίθηκαν. 6 Κι ἐκεῖνος τότε τοὺς εἶπε: Ρίξτε τὸ
δίχτυ στὰ δεξιὰ τοῦ πλοίου καὶ θὰ βρεῖτε. Ἔριξαν λοιπὸν τὸ δίχτυ ὅπως τοὺς εἶπε
ὁ Κύριος, καὶ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸ τραβήξουν ἐπάνω ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ψαριῶν ποὺ εἶχε
πιάσει. 7 Μετὰ λοιπὸν ἀπὸ
τὴν πρωτοφανὴ αὐτὴ ἐπιτυχία λέει στὸν Πέτρο ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος τὸν ὁποῖο ἀγαποῦσε
ὁ Ἰησοῦς: Αὐτὸς ποὺ τὸν νομίσαμε γιὰ ξένο εἶναι ὁ Κύριος. Ὁ Σίμων Πέτρος
λοιπόν, ὅταν ἄκουσε ὅτι ἦταν ὁ Κύριος, φόρεσε βιαστικὰ καὶ ζώσθηκε τὸ ἐργατικὸ ἔνδυμά
του, διότι μέχρι τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἦταν σχεδὸν γυμνός, καὶ ὁρμητικὸς ὅπως ἦταν,
ρίχθηκε στὴ θάλασσα γιὰ νὰ συναντήσει τὸ συντομότερο τὸν Διδάσκαλο. 8 Οἱ ἄλλοι μαθητὲς ὅμως ἦλθαν μὲ τὸ
πλοιάριο σέρνοντας τὸ
δίχτυ ποὺ ἦταν γεμάτο μὲ ψάρια, διότι δὲν ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὴ στεριά, ἀλλὰ ἀπεῖχαν
περίπου ἑκατὸν τριάντα μέτρα. 9
Ἀμέσως λοιπὸν μόλις ἀποβιβάσθηκαν στὴ στεριὰ μουσκεμένοι καὶ κατάκοποι καὶ
πεινασμένοι, βλέπουν ἕτοιμα κάτω στὴ γῆ ἕνα σωρὸ κάρβουνα ἀναμμένα καὶ πάνω σ᾿
αὐτὰ ἕνα ψάρι καὶ παραδίπλα χωριστὰ ἕνα ψωμί. Βρῆκαν δηλαδὴ φωτιὰ γιὰ νὰ
θερμανθοῦν καὶ νὰ στεγνώσουν τὰ ροῦχα τους, καὶ φαγητὸ γιὰ τὸ πρωινό τους. 10 Καὶ γιὰ νὰ συμπληρωθεῖ τὸ πρωινὸ αὐτὸ
καὶ ἀπό τὸ προϊὸν τοῦ κόπου τους, τοὺς λέει ὁ Ἰησοῦς: Φέρτε καὶ ἀπὸ τὰ ψάρια ποὺ
πιάσατε τώρα. 11 Ὅμως τὸ
δίχτυ μὲ τὰ ψάρια ἦταν ἀκόμη μέσα στὴ λίμνη καὶ ἐξαιτίας τοῦ βάρους του ἦταν
δύσκολο νὰ τραβηχθεῖ. Ἀνέβηκε τότε στὸ πλοιάριο ὁ Σίμων Πέτρος, ποὺ ἦταν ἐμπειρότερος
ἀπὸ τοὺς ἄλλους, καὶ τράβηξε τὸ δίχτυ στὴ στεριά, γεμάτο ἀπὸ ἑκατὸν πενῆντα
τρία μεγάλα ψάρια. Κι ἐνῶ ἦταν τόσο πολλὰ τὰ ψὰρια, δὲν σκίστηκε τὸ δίχτυ. 12 Τοὺς λέει ὁ Ἰησοῦς: Ἐλᾶτε τώρα νὰ
πάρετε τὸ πρωινό σας. Στὸ μεταξὺ ὅμως κανένας ἀπὸ τοὺς μαθητὲς δὲν τολμοῦσε νὰ
τὸν ρωτήσει διερευνητικὰ «ποιὸς εἶσαι ἐσύ», διότι ἤξεραν ὅτι εἶναι ὁ Κύριος, καὶ
συνεπῶς αἰσθάνονταν ἀπέναντί του φόβο καὶ βαθὺ σεβασμό. 13 Μετὰ λοιπὸν ἀπὸ τὴν πρόσκληση τοῦ Ἰησοῦ
ἦλθαν οἱ μαθητὲς νὰ φᾶνε. Ἔρχεται τότε καὶ ὁ Ἰησοῦς καὶ παίρνει στὰ χέρια του τὸν
ἄρτο καὶ τοὺς τὸν μοίρασε. Τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ μὲ τὸ ψάρι. 14 Αὐτή ἦταν ἡ τρίτη μέχρι τότε φορά
πού φανερώθηκε ὁ Ἰησοῦς στούς μαθητές του συγκεντρωμένους, μετά τήν Ἀνάστασή
του ἀπό τούς νεκρούς.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἐν
ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἔκρινε ὁ Παῦλος παραπλεῦσαι τὴν ῎Εφεσον, ὅπως
μὴ γένηται αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ· ἔσπευδε γάρ, εἰ δυνατὸν
ἦν αὐτῷ, τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς ῾Ιεροσόλυμα. ᾿Απὸ
δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς ῎Εφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους
τῆς ἐκκλησίας. Ὡς δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτόν, εἶπεν αὐτοῖς· Προσέχετε
οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἔθετο
ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο
διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. Ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ
τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου· καὶ
ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν
τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. Διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν
νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον.
Καὶ τὰ νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος
αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καὶ δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν
τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν. Ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα·
αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν
αἱ χεῖρες αὗται. πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι
τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τῶν λόγων τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ, ὅτι
αὐτὸς εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν. Καὶ ταῦτα εἰπών,
θεὶς τὰ γόνατα αὐτοῦ σὺν πᾶσιν αὐτοῖς προσηύξατο.
(Πράξ. Ἀποστ. κ΄[20] 16-18, 28-36)
ΠΡΟΒΑΤΟΣΧΗΜΟΙ ΛΥΚΟΙ
ΛΟΓΟΣ ΣΤΟ: «Εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ
φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου»
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπὸ τὴν Μίλητο ἀποχαιρετᾶ τοὺς
πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου καὶ τοὺς δίνει τὶς τελευταῖες του ὑποθῆκες. Ἀλλὰ καὶ
τοὺς προειδοποιεῖ γιὰ ἕνα μεγάλο κίνδυνο: «Προσέχετε
ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ», τοὺς λέγει. Προσέχετε τὸν ἑαυτό σας καὶ ὅλο
τὸ πνευματικό σας ποίμνιο, στὸ ὁποῖο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σᾶς τοποθέτησε ἐπισκόπους
νὰ ποιμαίνετε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία ὁ Κύριος ἔσωσε καὶ ἔκαμε κτῆμα
του μὲ τὸ ἴδιό του τὸ αἷμα. Προσέχετε, διότι μετὰ τὴν ἀναχώρησή μου θὰ
εἰσέλθουν μεταξύ σας «λύκοι βαρεῖς»,
αἱρετικοὶ ψευδοδιδάσκαλοι, ποὺ σὰν ἄλλοι ἄγριοι λύκοι ἀλύπητα θὰ διαρπάζουν τὸ
ποίμνιο ἀφανίζοντας τὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν. Ἂς δοῦμε λοιπὸν γιατὶ ὁ ἀπόστολος
Παῦλος ὀνομάζει τοὺς αἱρετικοὺς «λύκους
βαρεῖς» καὶ ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ ἀντιμετώπισή τους.
1. ΑΓΡΙΟΙ ΛΥΚΟΙ
Γιατί λοιπὸν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀποκαλεῖ τοὺς αἱρετικοὺς
λύκους βαρεῖς; Μᾶς ἀπαντᾶ ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος: Οἱ αἱρετικοὶ εἶναι λύκοι
βαρεῖς, διότι ἔχουν ἔνδυμα προβάτων ἐνῶ εἶναι λύκοι ἅρπαγες. Τὰ λόγια τους
εἶναι γλυκά, ἀλλὰ ἡ καρδιά τους εἶναι γεμάτη μὲ χολὴ καὶ πικρία. Φοροῦν ροῦχα
ταπεινὰ καὶ σεμνά, ἐνῶ εἶναι μαθηταὶ τοῦ διαβόλου. Γι᾿ αὐτὸ τὰ δικά του ζιζάνια
σπείρουν. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει σχετικῶς: Εἶναι οἱ αἱρετικοὶ λύκοι
βαρεῖς διότι μὲ ἔνδυμα προβάτου κρύβουν τὴν δολιότητά τους καὶ διαλύουν τὸ
ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ. Καταφρονοῦν τὰ δόγματα τῶν Πατέρων, ἐξουθενώνουν τὶς
ἀποστολικὲς Παραδόσεις καὶ πολιτεύονται μὲ σύγχρονα ἐφευρήματα καὶ
νεωτερισμούς. Φιλοσοφοῦν καὶ δὲν θεολογοῦν. Κυριαρχεῖ σ' αὐτοὺς ἡ σοφία τοῦ
κόσμου καὶ ὄχι τὸ καύχημα τοῦ Σταυροῦ. Εἶναι λύκοι βαρεῖς, διότι ἐξαπολύουν
σκληρὸ πόλεμο στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Διότι ὡς λύκοι εἶναι καὶ οἱ ἴδιοι πολὺ
σκληροί, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο διότι δὲν πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησία ὡς ξένοι ἐχθροί,
ἀλλὰ ὡς ἐχθροὶ μέσα ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ σπλάγχνα της. Διότι ὅταν κάποιος πολεμᾶ τὴν
Ἐκκλησία ἀπὸ ἔξω, πολὺ εὔκολα μποροῦμε νὰ τὸν ἀντιμετωπίσουμε. Ὅταν ὅμως μέσα
ἀπὸ τὸ ἴδιο μας τὸ σῶμα ἀναφύεται τὸ ἕλκος, τὸ κακὸ δύσκολα θεραπεύεται.
Ἐπιπλέον οἱ αἱρετικοὶ ὡς λύκοι εἶναι βαρεῖς, φοβεροὶ καὶ
ἀδυσώπητοι, διότι, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ὁ ἴδιος θὰ ἀπουσιάσει ἀπὸ
τὴν Ἔφεσο, τότε οἱ λύκοι θὰ ἔλθουν στὸ κοπάδι. Ὅταν θὰ λείπει ὁ διδάσκαλος, θὰ
ἔλθουν οἱ διαφθορεῖς. Ἔχουν λοιπὸν οἱ αἱρετικοὶ τὴν κακουργία τῶν θηρίων καὶ
τὴν πονηρή τους τακτική. Περιμένουν νὰ φύγει ὁ διδάσκαλος γιὰ νὰ εἰσορμήσουν
στὴν ποίμνη καὶ νὰ κατασπαράξουν τὸ ποίμνιο.
2. ΑΓΡΥΠΝΟΙ ΠΟΙΜΕΝΕΣ
Ποιὰ λοιπὸν θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ ἀντιμετώπιση τῶν
αἱρετικῶν αὐτῶν τῶν σκληρῶν καὶ ὕπουλων; Μᾶς τὸ λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Προσέχετε τοὺς ἑαυτούς σας καὶ ὅλο τὸ ποίμνιο, λέγει. Δὲν τοὺς εἶπε,
ἐγκαταλεῖψτε τὰ πρόβατα καὶ φύγετε ἔξω. Ἀλλά, μείνετε ἄγρυπνοι φύλακες τοῦ
ποιμνίου χωρὶς φόβο καὶ δειλία. Κι ἐπειδὴ ὁ θεῖος Παῦλος ἐφόβισε τοὺς
πρεσβυτέρους καθὼς τοὺς προειδοποίησε γιὰ τὴν ἔλευση τῶν λύκων, τοὺς δίνει καὶ
τὴν παρηγοριά, γιὰ νὰ μὴν τοὺς ὁδηγήσει σὲ ἀπογοήτευση. Τοὺς λέγει ὅτι πλέον
τοὺς ἐμπιστεύεται στὸν Θεὸ καὶ στὸν λόγο τῆς χάριτός του. Διότι διαφορετικὰ θὰ
τοὺς κατελάμβανε δειλία, ἡ ὁποία θὰ κατέβαλλε τὸ φρόνημά τους, θὰ παρέλυε τὶς
δυνάμεις τους. Γι' αὐτὸ καὶ πρωτύτερα τοὺς εἶπε: Τὸ Ἃγιον Πνεῦμα σᾶς ἔθεσε
ποιμένες καὶ ἐπισκόπους. Μπορεῖ λοιπὸν νὰ ἀναχωρήσει ὁ Παῦλος, ἀλλὰ τὸ Ἅγιο
Πνεῦμα θὰ εἶναι παρόν. Ἔτσι τοὺς ἀνεπτέρωσε τὶς ψυχές. Δύο ὅπλα τοὺς ἔδωσε: τὸ θάρρος καὶ τὸν φόβο. Τοὺς ὑπενθύμισε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, γιὰ νὰ τοὺς ἐκδιώξει τὸν
φόβο. Καὶ τοὺς προειδοποίησε γιὰ τοὺς λύκους, γιὰ νὰ τοὺς ἐκδιώξει τὴν ραθυμία.
Οὔτε λοιπὸν ἐφησυχασμὸς χρειάζεται ἀπέναντι στοὺς αἱρετικούς, οὔτε ὅμως δειλία.
Ἀλλὰ σύνεση καὶ ἐγρήγορση.
Γράφει σχετικῶς ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος: «Μὲ κάθε
φροντίδα νὰ προφυλάγεσθε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ νὰ ἀποφεύγετε τὴν συναναστροφὴ
μαζί τους. Μὴ κάθεστε μαζί τους σὲ συνέδριο ματαιότητος ἰχνηλατώντας τὸ δρόμο
τῆς σκέψεώς τους. Διότι εἶναι προτιμότερο νὰ συνοικήσεις μὲ δαίμονα παρὰ μὲ ἄνδρα
αἱρετικὸ καὶ παράνομο. Διότι ὅταν ἐξορκίσεις τὸν δαίμονα, θὰ φύγει
ντροπιασμένος μὴ μπορώντας νὰ μείνει ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται ὁ Χριστός. Ἐνῶ ἐὰν
συναναστρέφεσαι μὲ τὸν αἱρετικό, ὅσο κι ἂν τὸν ἐξορκίσεις, δὲν πρόκειται οὔτε
νὰ φύγει οὔτε νὰ ὑποχωρήσει ἀπό τὴν μανία του».
Ἀδελφοί, λύκος βαρὺς ἦταν καὶ ὁ αἱρεσιάρχης Ἄρειος, ὁ
ὁποῖος ὑποβίβαζε τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ σὲ κτίσμα, ἀρνούμενος τὴν θεότητά
του. Αὐτὸν τὸν προβατόσχημο λύκο κατετρόπωσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Α΄
Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τοὺς ὁποίους τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας. Ἀλλὰ καὶ κάθε
ὕπουλο αἱρετικὸ μέσα στὴν ἱστορία ἀντιμετώπισαν ὄχι τόσο κάποιοι διανοηταὶ
θεολόγοι ἀλλὰ οἱ μεγάλοι ἅγιοι καὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Κι ἔτσι ἐνίκησαν
ὄχι μόνο μὲ τὴν δύναμη τῆς ἀληθείας τοῦ θείου λόγου ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἁγιότητα
τῆς ζωῆς τους. Καὶ μᾶς διδάσκουν ἔτσι νὰ εἴμαστε ὀρθόδοξοι ὄχι μόνο στὴν πίστη
μας ἀλλὰ ὀρθόδοξοι ἅγιοι καὶ στὴν ζωή μας.
(Διασκευὴ ἀπὸ
παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπάρας ὁ ᾿Ιησοῦς
τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν εἶπε· Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν
σου τὸν Υἱόν, ἵνα καὶ ὁ Υἱός σου δοξάσῃ σε, καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν
πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον. Αὕτη
δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν
καὶ ὃν ἀπέστειλας ᾿Ιησοῦν Χριστόν. Ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπί τῆς γῆς· τὸ ἔργον
ἐτελείωσα, ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω· καὶ νῦν δόξασόν με σύ, Πάτερ,
παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξη ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι, παρὰ σοί. ᾿Εφανέρωσά
σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου· σοὶ ἦσαν καὶ
ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. Νῦν ἔγνωκαν ὅτι
πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν· ὅτι τὰ ῥήματα ἃ δέδωκάς μοι δέδωκα
αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον,
καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας. ᾿Εγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περί
τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι. Καὶ τὰ ἐμὰ
πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς. Καὶ οὐκέτι εἰμὶ
ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. Πάτερ
ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν
καθὼς ἡμεῖς. Ὅτε ἤμην μετ᾿ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν
τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο,
εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ Γραφὴ πληρωθῇ. Νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι,
καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ, ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην
ἐν αὐτοῖς.
(Ἰωάν. ιζ΄[17] 1 – 13)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τόν καιρὸν
ὁ Ἰησοῦς σήκωσε τὰ μάτια του στὸν
οὐρανὸ καὶ εἶπε: Πάτερ ἦλθε ἡ ὥρα πού ἡ σοφία σου ὅρισε γιὰ νὰ πάθω καὶ
νά θυσιασθῶ. Δέξου τὴ θυσία τοῦ Πάθους μου καί δόξασε τόν Υἱό σου καὶ ὡς
πρὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση του· γιά νὰ σὲ δοξάσει καὶ ὁ Υἱός σου μὲ τὴν ἀπολύτρωση
καί τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἡ ὁποία θά ὁλοκληρωθεῖ μὲ τὴ θυσία του αὐτὴ
καὶ μὲ τὴν αἰώνια ἀρχιερατική μεσιτεία του πού θὰ ἀκολουθήσει μετὰ ἀπ’
αὐτή. Δόξασε τὸν Υἱό σου σύμφωνα μέ τήν ἐξουσία πού τοῦ ἔδωσες πάνω σ' ὅλη
τὴν ἀνθρωπότητα, γιὰ νὰ δώσει ζωὴ αἰώνια ὡς αἰώνιος ἀρχιερέας καθισμένος
στὰ δεξιά σου σ' ὅλο τὸ πλῆθος ἐκεῖνο πού τοῦ ἔδωσες καὶ οἱ ὁποῖοι πίστεψαν
σ' αὐτόν. Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τὸ νὰ γνωρίζουν οἱ ἄνθρωποι συνεχῶς
ὅλο καὶ περισσότερο ἐσένα, τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, καὶ τόν Ἰησοῦ Χριστό,
τὸν ὁποῖο ἀπέστειλες στὸν κόσμο, ἔχοντας ζωντανὴ ἐπικοινωνία μὲ σένα
καὶ ἀπολαμβάνοντας τὶς ἄπειρες τελειότητές σου. Ἐγὼ γνωστοποίησα
τὸ ὄνομά σου στοὺς ἀνθρώπους καὶ ὑπάκουσα τελείως στὸ θέλημά σου, κι
ἔτσι σὲ δόξασα πάνω στὴ γῆ. Καὶ μὲ τὴ θυσία μου, τὴν ὁποία θὰ προσφέρω
σὲ λίγο πάνω στὸ σταυρό, ὁλοκλήρωσα τελείως τὸ ἔργο πού μοῦ ἔδωσες
νὰ ἐπιτελέσω. Καὶ τώρα πού ἡ ἐπίγεια ἀποστολή μου τελείωσε, ἀνάδειξέ
με μὲ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψή μου αἰώνιο ἀρχιερέα καὶ δόξασέ
με καὶ ὡς ἄνθρωπο ἐσύ, Πάτερ, δίπλα σου, μὲ τὴ δόξα πού εἶχα κοντά σου
προτοῦ νὰ δημιουργηθεῖ ὁ κόσμος. Φανέρωσα τὸ ὄνομά σου κι ἔκανα γνωστὲς
τὶς ἄπειρες τελειότητές σου στοὺς ἀνθρώπους πού ἀπέσπασες ἀπό τούς
κόλπους τοῦ κόσμου καὶ τοὺς ἔδωσες σὲ μένα. Ἡ πρόθεσή τους ἦταν ἀγαθὴ
καὶ γι' αὐτὸ ἦταν δικοί σου. Ἐσὺ τοὺς ἔδωσες σὲ μένα, κι αὐτοὶ τήρησαν
τὸ λόγο σου, τὸν ὁποῖο τοὺς ἀποκάλυψα. Τώρα ἔμαθαν τελειότερα καὶ
πείσθηκαν ὅτι ἡ διδασκαλία μου καὶ τὰ ἔργα μου καὶ ὅλα γενικότερα
ὅσα μοῦ ἔδωσες προέρχονται ἀπὸ σένα. Καὶ ἀπόδειξη ὅτι ἔλαβαν τὴν
πληροφορία καὶ τὴ γνώση αὐτὴ εἶναι: ὅτι τοὺς λόγους πού μοῦ ἔδωσες
γιὰ νὰ τοὺς ἀποκαλύψω στοὺς ἀνθρώπους, ἐγώ τούς παρέδωσα σ' αὐτοὺς μὲ
τὴ διδασκαλία μου, καὶ αὐτοὶ τοὺς παρέλαβαν καὶ τοὺς ἀποδέχθηκαν.
Καὶ ἀπέκτησαν πράγματι τὴ βεβαιότητα καὶ τὴν πεποίθηση ὅτι γεννήθηκα
καὶ βγῆκα ἀπό τους κόλπους σου, καὶ πίστεψαν ὅτι ἐσύ μὲ ἀπέστειλες
στὸν κόσμο. Ἐγώ, πού τόσο ἐργάστηκα γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσω στὴν ἀληθινὴ
αὐτὴ γνώση καὶ πίστη, σὲ παρακαλῶ γι' αὐτοὺς ὡς μέγας ἀρχιερέας καὶ
μεσίτης. Δὲν σὲ παρακαλῶ τὴ στιγμὴ αὐτὴ γιὰ τὸν κόσμο τῆς ἀπιστίας
καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά σὲ παρακαλῶ γιὰ κείνους πού μοῦ ἔδωσες· διότι,
ἐνῶ μοῦ τοὺς ἔδωσες, δὲν παύουν νὰ εἶναι δικοί σου. Καὶ ὅλα ὅσα ἀνήκουν
σὲ μένα δικά σου εἶναι, ὅπως καὶ τὰ δικά σου εἶναι δικά μου. Κι αὐτοὶ
λοιπὸν δικοί σου ἦταν καὶ ἔγιναν δικοί μου· ἀλλά καί ὡς δικοί μου
ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι δικοί σου. Κι
ἐγώ ἔχω δοξασθεῖ ἀπὸ αὐτούς, διότι ἀναγνώρισαν τὴ θεϊκή μου φύση καί
πίστεψαν σὲ μένα. Ἐγώ βέβαια δὲν θὰ εἶμαι πλέον στὸν κόσμο, ὅπως μέχρι
τώρα, μὲ τὴ σωματική μου παρουσία, γιὰ νά τούς ἐνθαρρύνω καὶ νὰ τοὺς
ἐνισχύω μ' αὐτή. Αὐτοί ὅμως θὰ εἶναι στὸν κόσμο, διότι δὲν ἐπιτέλεσαν
ἀκόμη τήν ἀποστολή τους. Ἐγώ ἔρχομαι σὲ σένα. Πάτερ ἅγιε φύλαξέ τους
μὲ τὴν πατρική σου προστασία καί δύναμη, τήν ὁποία ἔδωσες καὶ σὲ μένα·
ἔτσι ὥστε νά παραμείνουν ἑνωμένοι μαζί μου καὶ μεταξύ τους καὶ νά εἶναι
μέ τήν ἀγάπη καὶ τὴν ὁμοφροσύνη ἕνα πνευματικό σῶμα, ὅπως εἴμαστε ἕνα
κι ἐμεῖς πού ἔχουμε τήν ἴδια οὐσία καὶ φύση. Ὅταν ἤμουν μαζί τους στὸν κόσμο,
ἐγώ τούς φύλαγα μέ τήν πατρική καὶ ἰσχυρὴ προστασία σου. Αὐτούς πού μοῦ
ἔδωσες τοὺς φύλαξα, καὶ κανεὶς ἀπ’ αὐτούς δέν χάθηκε παρά μόνο ὁ υἱός τῆς
ἀπωλείας, ὁ προδότης Ἰούδας, ὁ ὁποῖος χάθηκε κι ἔτσι ἐκπληρώθηκαν καί ἐπαληθεύθηκαν
οἱ προφητεῖες τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τώρα ὅμως ἔρχομαι σὲ σένα. Καὶ τὰ λέω
αὐτὰ μπροστά τους, ἐνῶ βρίσκομαι ἀκόμη στὸν κόσμο αὐτόν, γιά νά τ’ ἀκούσουν
κι αὐτοί, ὥστε, ἔχοντας τὴ βεβαιότητα ὅτι ἐσύ πλέον θὰ τοὺς προστατεύεις,
νὰ ἔχουν μέσα τους τέλεια τὴ χαρὰ πού αἰσθάνομαι τώρα κι ἐγώ διότι ἐπανέρχομαι
κοντά σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου