ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ
ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ΛΟΥΚΑ
(ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)
(15 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2024)
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ
ΕΩΘΙΝΟΝ Γ΄
Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς πρωΐ πρώτῃ Σαββάτου ἐφάνη πρῶτον
Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ' ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια. Ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε
τοῖς μετ' αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι. Κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ
καὶ ἐθεάθη ὑπ' αὐτῆς ἠπίστησαν. Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη
ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, πορευομένοις, εἰς ἀγρόν. Κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς
λοιποῖς, οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν. Ὕστερον, ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη,
καὶ ὠνείδισε τήν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον,
οὐκ ἐπίστευσαν. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς΄ Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα, κηρύξατε τὸ
εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθείς, σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας,
κατακριθήσεται. Σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει. Ἐν τῷ ὀνόματί
μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς, ὄφεις ἀροῦσι, κἂν θανάσιμόν
τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει, ἐπὶ ἀῤῥώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν.
Ὁ μὲν οὖν Κύριος, μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς, ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ ἐκάθισεν
ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες, ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου
συνεργοῦντος, καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος, διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. Ἀμήν.
(Μᾶρκ. ιϚ΄[16] 9 – 20)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
(Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
9 Ἀφοῦ λοιπὸν ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς
τὸ πρωὶ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, ἐμφανίστηκε πρῶτα στὴ Μαρία τὴ
Μαγδαληνή, ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχε βγάλει ἑπτὰ δαιμόνια. 10 Ἐκείνη πῆγε καὶ τὸ ἀνήγγειλε αὐτὸ
στοὺς μαθητὲς ποὺ ἦταν πρωτύτερα μαζί του καὶ τώρα πενθοῦσαν κι ἔκλαιγαν γιὰ τὸ
θάνατο τοῦ διδασκάλου τους. 11
Ἀλλὰ ἐκεῖνοι, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ζεῖ καὶ ὅτι αὐτὴ τὸν εἶδε, δὲν πίστεψαν στὰ
λόγια της.
12 Καὶ μετὰ ἀπ᾿ αὐτά, ἐμφανίστηκε
μὲ ἄλλη μορφή, διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη ποὺ εἶχε προτοῦ σταυρωθεῖ, σὲ δύο ἀπ᾿ αὐτούς,
καθὼς βάδιζαν καὶ πήγαιναν σὲ κάποιο χωράφι. 13 Κι ἐκεῖνοι πῆγαν καὶ τὸ ἀνήγγειλαν
αὐτὸ στοὺς ὑπόλοιπους Ἀποστόλους. Ἀλλὰ οὔτε σὲ κείνους πίστεψαν. 14 Ὕστερα ἐμφανίστηκε στοὺς ἕντεκα
μαθητές, ὅταν αὐτοὶ εἶχαν καθίσει νὰ δειπνήσουν. Καὶ τοὺς ἐπέπληξε γιὰ τὴν ὁλιγοπιστία
τους καὶ γιὰ τὴ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς τους, διότι δὲν πίστεψαν σ᾿ ἐκείνους ποὺ
τὸν εἶδαν ἀναστημένο. 15 Ἔπειτα
τοὺς εἶπε: Νὰ πᾶτε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη καὶ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιο σ᾿ ὅλη τὴ
λογικὴ κτίση, σ᾿ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. 16 Ἐκεῖνος ποὺ θὰ πιστέψει στὸ κήρυγμά
σας καὶ θὰ βαπτισθεῖ, θὰ σωθεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ δὲν θὰ πιστέψει, θὰ
καταδικασθεῖ. 17 Καὶ σ᾿ ἐκείνους
ποὺ θὰ πιστέψουν, θὰ ἀκολουθήσουν αὐτὰ τὰ ὑπερφυσικὰ σημάδια, ποὺ θὰ ἀποδεικνύουν
τὴ θεία χάρη ποὺ θὰ ἐνεργεῖ μέσα ἀπ᾿ τοὺς κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου καὶ τὴν ἀλήθεια
τῆς πίστεώς τους. Αὐτοὶ μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός μου θὰ βγάζουν δαιμόνια ἀπ᾿
τοὺς ἀνθρώπους, θὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες ποὺ θὰ εἶναι γι᾿ αὐτοὺς νέες κι ἄγνωστες
μέχρι τὴ στιγμὴ ἐκείνη, 18
θὰ πιάνουν στὰ χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρὶς νὰ παθαίνουν τίποτε ἀπ᾿ τὰ
δαγκώματά τους· κι ἂν ἀκόμη πιοῦν δηλητήριο ποὺ φέρνει θάνατο, δὲν θὰ πάθουν
τίποτε· θὰ βάζουν τὰ χέρια τους πάνω σὲ ἀρρώστους, κι ἐκεῖνοι θὰ γίνονται καλά.
19 Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Κύριος τοὺς
μίλησε ἐπανειλημμένα καὶ τοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων κι αὐτά, ἀναλήφθηκε στὸν οὐρανὸ
καὶ κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός. 20 Κι ἐκεῖνοι βγῆκαν καὶ περιδιάβηκαν
τὴν οἰκουμένη, καὶ κήρυξαν τὸ εὐαγγέλιο σὲ κάθε μέρος. Κι ὁ Κύριος ἦταν
συνεργός τους καὶ ἐπιβεβαίωνε τὸ λόγο τοῦ κὴρύγματός τους μὲ τὰ θαύματα ποὺ ἐπακολουθοῦσαν
στὸ κήρυγμά τους. Ἀμήν.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ)
Τέκνον Τιμόθεε, μὴ
ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ
συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος
κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ᾿ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν
δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς
ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον,
φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ
ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν. Δι᾿ ἣν αἰτίαν καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ᾿ οὐκ
ἐπαισχύνομαι· οἶδα γὰρ ᾧ πεπίστευκα, καὶ πέπεισμαι ὅτι δυνατός ἐστι τὴν
παραθήκην μου φυλάξαι εἰς ἐκείνην τὴν ἡμέραν. Ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων
ὧν παρ᾿ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ· τὴν καλὴν
παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος ῾Αγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν. Οἶδας τοῦτο,
ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης. Δῴη
ἔλεος ὁ Κύριος τῷ ᾿Ονησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου
οὐκ ἐπαισχύνθη, ἀλλὰ γενόμενος ἐν ῾Ρώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· δῴη
αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν ᾿Εφέσῳ
διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις.
(Β΄ Τιμ.. α’[1] 8 – 18)
«Μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν…, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν
Θεοῦ»
(Β.Τιμ. α΄ 8).
Τό
ἀποστολικό
ἀνάγνωσμα
τῆς
σημερινῆς
Κυριακῆς,
ἀγαπητοί
μου ἀδελφοί,
εἶναι
ἀφιερωμένο
στό σεπτό πρόσωπο τοῦ
Ἁγίου
Ἱερομάρτυρος
Ἐλευθερίου,
τοῦ
ὁποίου
τήν ἱερά
μνήμη ἐπιτελεῖ σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας.
Ὁ Χριστός ζήτησε ἀπό τούς μαθητές Του νά
γίνουν μάρτυρές Του «ἕως
ἐσχάτου
τῆς
γῆς».
Νά δίδουν τή μαρτυρία τοῦ
Χριστοῦ
μέσα στόν κόσμο. Τό ἴδιο
ζητᾶ
τώρα καί ὁ
Ἀπόστολος
Παῦλος
ἀπό
τόν
μαθητή καί πνευματικό του παιδί, τόν Ἀπόστολο
Τιμόθεο, τό ἴδιο
ζητᾶ
ὁ
Χριστός καί ἀπό
τόν κάθε ἄνθρωπο
πού πιστεύει σ᾿Αὐτόν. «Ὅποιος μέ ὁμολογήσει μπροστά στούς ἀνθρώπους, θά τόν ὁμολογήσω καί ἐγώ μπροστά στόν οὐράνιο πατέρα μου».
Ποιός
ὅμως
εἶναι
ὁ
τρόπος μέ τόν ὁποῖον ὁ πιστός δίδει τήν μαρτυρία
τοῦ
Χριστοῦ
μέσα στόν κόσμο; Κατά πρῶτον
καί κύριο λόγο ἡ
μαρτυρία δίδεται μέ τή ζωή τοῦ
πιστοῦ,
μέ τήν ἁγία
ζωή μας. Ὅταν
ὁ
ἄνθρωπος
ὅμως
δέν ζεῖ
σύμφωνα μέ τήν πίστη του, ποιό κῦρος
μπορεῖ
νά ἔχει
μιά τέτοια πίστη καί σέ ποιό βαθμό μπορεῖ
νά ἐπηρεάσει;
Ἐκτός ἀπό τήν ἁγία ζωή, ἡ μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ δίνεται καί μέ τόν λόγο
γιά τόν
Χριστό. Αὐτό
βέβαια πού ἔχει
σημασία εἶναι
ὁ
λόγος νά εἶναι
«ἔνσαρκος
λόγος». Λόγος, δηλαδή, ὄχι
τῶν
χειλέων, ἀλλά
τῆς
καρδιᾶς.
Ὑπάρχει ὅμως μιά βασική προϋπόθεση,
χωρίς τήν ὁποία
δέν μπορεῖ
νά ὑπάρξει
ἀληθινή
μαρτυρία Χριστοῦ.
Ἡ
προϋπόθεση αὐτή
εἶναι
ἡ
ἐμπειρία.
Δέν μπορεῖ
νά δώσει τή μαρτυρία τοῦ
Χριστοῦ
αὐτός
πού δέν ἔχει
τήν ἐμπειρία
τῆς
παρουσίας τοῦ
Χριστοῦ
στήν ζωή του. Γνώση τοῦ
Θεοῦ
δέν ἐννοοῦμε μιά ἐξωτερική πληροφόρηση γιά
τόν Χριστό, ἀλλά
τή ζωντανή σχέση μαζί του μέσῳ
τῶν
ἁγίων
Μυστηρίων. Ἡ
πραγματική ἐμπειρία
τοῦ
Χριστοῦ
δέν εἶναι
ἕνας
νοσηρός συναισθηματισμός. Ἀποκτᾶται μέ τήν παραμονή τοῦ πιστοῦ στήν Ἐκκλησία καί τόν ἀγώνα τόν πνευματικό γιά τήν
κάθαρση τῆς
ψυχῆς
ἀπό
τά πάθη. Ὅταν
ἡ
ἐμπειρία
τοῦ
Χριστοῦ
λείπει ἀπό
τήν ζωή μας, ὅταν,
ἐπίσης,
ἀπουσιάζει
καί ἡ
μετάνοια, τότε, ἀντί
γιά τή μαρτυρία τοῦ
Χριστοῦ,
βλέπουμε νά χρησιμοποιεῖται
ἡ
πίστη σάν ἰδεολογία.
Ὁ
Χριστός δέν χρειάζεται ὑπερασπιστές,
χρειάζεται μάρτυρες.
Ἡ μαρτυρία γιά τόν Χριστό εἶναι πάντοτε συνδυασμένη μέ
τό μαρτύριο. Τό μαρτύριο τῆς
συνειδήσεως καί τό μαρτύριο τοῦ
αἵματος,
ὅταν
ὁ
Θεός τό ἐπιτρέψει.
Μαρτύριο
τῆς
συνειδήσεως εἶναι
ὁ
σταυρός τόν ὁποῖον καλεῖται ὁ κάθε πιστός νά σηκώσει γιά
νά ἀκολουθήσει
τόν Χριστό. Τό μαρτύριο τῆς
συνειδήσεως εἶναι
ἡ
ἐκκοπή
τοῦ
ἰδίου
θελήματος, ἡ
νέκρωση τοῦ
«ἐγώ»,
ἡ
ἐκρίζωση
τῶν
παθῶν,
ἡ
ὑπακοή
στόν πνευματικό πατέρα, ἡ
ἀποδοχή
ὅλου
τοῦ
κόπου «μέχρις οὗ
μορφωθῇ
Χριστός» ἐν
ἡμῖν. Εἶναι ἀκόμη ἡ ἀποδοχή τῆς θλίψεως καί τῆς περιφρονήσεως ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων γιά τήν πίστη μας. Κάποτε
τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως ἐπισφραγίζεται μέ τό μαρτύριο τοῦ αἵματος, ὅπως
συνέβη μέ τόν σήμερον ἑορταζόμενο Ἅγιο Ἐλευθέριο. Στό
τροπάριό του ὁ
ὑμνῳδός τόν προσφωνεῖ «...καθαιρέτα τοῦ Σατάν».
Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος ἱκανώθηκε νά χύσει καί τό αἷμά του γιά τόν Χριστό,
γιατί προηγουμένως, παρά τό νεαρό τῆς
ἡλικίας
του, εἶχε
συντρίψει τά «μηχανήματα» τοῦ
διαβόλου.
Οἱ μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τό καύχημα καί ἡ δόξα της. Εἶναι αὐτοί πού μέ τόν πιό
συγκλονιστικό τρόπο ἔδωσαν
τή μαρτυρία τοῦ
Χριστοῦ,
τή μαρτυρία τῆς
δυνάμεως τοῦ
Χριστοῦ.
Πίσω ὅμως
ἀπό
τό μαρτύριο τοῦ
αἵματός
τους καί προϋπόθεσή του, ἦταν
τό μαρτύριο τῆς
συνειδήσεώς τους. Ἴσως
τό μαρτύριο τοῦ
αἵματος
εἶναι
γιά λίγους, τό μαρτύριο τῆς
συνειδήσεως ὅμως
εἶναι
γιά ὅλους
καί ἄς
παραμένει ἡ
βασική προϋπόθεση γιά μιά αὐθεντική
μαρτυρία Χριστοῦ
στήν ἐποχή
μας. Ἀμήν.
Ἐλήφθη ἀπό την ἱστοσελίδα
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ
ΤΟ ΙΕΡΟ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ)
Εἶπεν ὁ
Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· Ἄνθρωπός
τις
ἐποίησε δεῖπνον μέγα, καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα.
καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες, ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά·
ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· Ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου
τοῦ δείπνου.
(Λουκ. ιδ΄[14] 16 – 24)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Εἶπε ὁ
Κύριος τήν πιό κάτω παραβολὴ: Κάποιος ἄνθρωπος ἔκανε μεγάλο βραδινὸ
συμπόσιο καὶ κάλεσε πολλούς. Ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἀπόλαυση δηλαδὴ τῆς αἰώνιας
βασιλείας παρομοιάζεται μ' ἕνα μεγαλοπρε πρεπὲς δεῖπνο πού ἑτοίμασε
ὁ Θεός. Σ' αὐτὸ δὲν κάλεσε ἀρχικὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀλλά πολλούς,
δηλαδὴ μόνο τούς Ἰουδαίους. Καὶ τὴν ὥρα τοῦ δείπνου ἔστειλε τὸν δοῦλο
του γιὰ νὰ πεῖ στοὺς καλεσμένους: Ἐλᾶτε
καὶ μὴν ἀναβάλλετε, διότι εἶναι πλέον ὅλα ἕτοιμα. (Σὲ κάθε ἐποχὴ
δηλαδὴ ὁ Θεὸς ἔστελνε τοὺς ἀπεσταλμένους του. Καὶ στὸ τέλος ἔστειλε
τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστὴ κι ἔπειτα τὸν Υἱό του, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἐνανθρώπησή
του ἔλαβε μορφὴ δούλου). Τότε ἄρχισαν μεμιᾶς ὅλοι οἱ καλεσμένοι, ὁ
ἕνας μετὰ τὸν ἄλλον, σάν νά ἦταν συνεννοημένοι, νὰ δικαιολογοῦν
τὴν ἀπουσία τους ἀπὸ τὸ δεῖπνο. Ὁ πρῶτος τοῦ εἶπε: Ἔχω ἀγοράσει κάποιο χωράφι καὶ πρέπει νὰ βγῶ ἔξω καὶ νὰ τὸ δῶ.
Σὲ παρακαλῶ, θεώρησέ με δικαιολογημένο καὶ ἀπαλλαγμένο ἀπὸ τὴν ὑποχρέωση
νὰ ἔλθω. Ἄλλος πάλι τοῦ εἶπε: Ἔχω
ἀγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πηγαίνω νὰ τὰ δοκιμάσω. Σὲ παρακαλῶ,
συγχώρησε τὴ δικαιολογημένη ἀπουσία μου. Κι ἕνας ἄλλος τοῦ εἶπε:
Εἶμαι νιόπαντρος καὶ γι’ αὐτό δὲν μπορῶ
νὰ ἔλθω. Δηλαδὴ οἱ προσκεκλημένοι ὅλοι ἀπορροφήθηκαν ἀπὸ τὶς βιοτικὲς
καὶ τὶς σαρκικές τους μέριμνες καὶ ἀδιαφόρησαν γιὰ τὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ,
ὁ ὁποῖος τοὺς καλοῦσε νὰ γίνουν μέτοχοι καί κληρονόμοι τῆς βασιλείας
του. Ὅταν λοιπὸν γύρισε ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, διηγήθηκε στὸν κύριό του
τὰ ὅσα τοῦ εἶπαν οἱ καλεσμένοι. Τότε ὁ νοικοκύρης θύμωσε καὶ εἶπε
στὸ δοῦλο του: Βγὲς γρήγορα στὶς πλατεῖες
καὶ στὰ στενὰ τῆς πόλεως καὶ φέρε ἐδῶ μέσα τοὺς φτωχούς, τοὺς σακάτηδες,
τοὺς χωλοὺς καὶ τοὺς τυφλοὺς πού θὰ βρεῖς ἐκεῖ. Κάλεσε δηλαδὴ ὅσους
εἶναι περιφρονημένοι μεταξὺ τῶν Ἰσραηλιτῶν, ἀφοῦ οἱ ἐπίσημοι ἄρχοντες
τοῦ Ἰσραὴλ ἀρνοῦνται νὰ δεχθοῦν τὴ σωτηρία πού τοὺς προσφέρει ὁ Μεσσίας.
Ὕστερα ἀπὸ λίγο ἐπέστρεψε πάλι ὁ δοῦλος καὶ εἶπε: Κύριε, ἔγινε ὅπως διέταξες, καὶ ὑπάρχει
ἀκόμη τόπος ἀδειανὸς στὸ σπίτι γιὰ νὰ προσκληθοῦν κι ἄλλοι. Τότε
εἶπε ὁ κύριος στὸ δοῦλο: Βγὲς ἔξω ἀπ'
τὴν πόλη στοὺς δρόμους καὶ στοὺς φράχτες τῶν κτημάτων, ὅπου συνήθως μαζεύονται
οἱ περιπλανώμενοι, πού δὲν ἔχουν σπίτι καὶ μόνιμη κατοικία. Κι ἐπειδὴ
αὐτοὶ θὰ διστάζουν ἀπὸ συστολὴ νὰ πάρουν μέρος στὸ δεῖπνο μου, παρακίνησέ
τους ἐπίμονα νὰ μποῦν ἐδῶ, γιὰ νὰ γεμίσει τὸ σπίτι μου. Προσκάλεσε
δηλαδὴ καὶ τοὺς ἐθνικοὺς νὰ πάρουν μέρος στὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας
μου. Διότι σᾶς βεβαιώνω ὅτι κανένας
ἀπό τους ἀνθρώπους ἐκείνους πού κάλεσα ὄχι μόνο δὲν θὰ καθίσει, ἀλλ'
οὔτε κἄν θὰ γευθεῖ τὸ δεῖπνο μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου