ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
Ε΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(21 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2024)
(ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ)
ΕΩΘΙΝΟΝ Β΄
Διαγενομένου τοῦ Σαββάτου, Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ
καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα, ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν τὸν
Ἰησοῦν. Καὶ λίαν πρωΐ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον ἀνατείλαντος
τοῦ ἡλίου. Καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς, Τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας
τοῦ μνημείου; καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος, ἦν γὰρ μέγας
σφόδρα. Καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον, εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς
δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. ὁ δὲ λέγει αὐταῖς, Μὴ
ἐκθαμβεῖσθε, Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον, ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὦδε,
ἴδε, ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν, ἀλλ' ὑπάγετε, εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ
Πέτρῳ, ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν, ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν.
Καὶ ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου, εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις,
καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον, ἐφοβοῦντο γάρ.
(Μᾶρκ. ιϚ΄[16] 1 – 8)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
1 Αφοῦ πέρασε τό Σάββατο, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί ἡ Μαρία ἡ
μητέρα τοῦ Ἰακώβου καί ἡ Σαλώμη ἀγόρασαν τό βράδυ τοῦ Σαββάτου ἀρώματα, γιά νά ἔλθουν
τό πρωί στόν τάφο καί νά ἀλείψουν τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. 2 Καί πολύ πρωί τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος
ἔρχονται στό μνημεῖο τήν ὥρα πού ὁ ἥλιος ἄρχισε νά διαλύει τό πρωινό σκοτάδι,
καθώς πῆρε ν’ ἀνατέλλει κάτω ἀπ’ τόν ὁρίζοντα. 3 Κι ἔλεγαν μεταξύ τους: Ποιός θά μᾶς
κυλίσει τή μεγάλη πέτρα μακριά ἀπό τήν εἴσοδο τοῦ μνημείου; 4 Μόλις ὅμως ἔστρεψαν τά μάτια τους
πρός τά ἐκεῖ, εἶδαν ὅτι εἶχε μετατοπισθεῖ ἡ πέτρα μακριά ἀπ’ τό μνημεῖο. Καί τά
ἔλεγαν αὐτά μεταξύ τους, διότι ἡ πέτρα αὐτή ἦταν πολύ μεγάλη καί δέν ἦταν εὔκολο
νά μετακινηθεῖ. 5 Κι ἀφοῦ
μπῆκαν στό μνημεῖο, εἶδαν ἕνα νέο πού καθόταν στά δεξιά τοῦ μνημείου καί ἦταν
ντυμένος μέ λευκή στολή, καί γέμισαν μέ τρόμο καί κατάπληξη. 6 Αὐτός ὅμως τούς εἶπε: Μήν τρομάζετε
καί μή φοβάστε. Ξέρω ποιόν ζητᾶτε. Ζητᾶτε τόν Ἰησοῦ τόν Ναζαρηνό τόν ἐσταυρωμένο.
Ἀναστήθηκε. Δέν εἶναι ἐδῶ. Νά, εἶναι ἀδειανό
τό μέρος πού τόν ἔβαλαν. 7
Ἀλλά πηγαίνετε καί πέστε στούς μαθητές του καί ἰδιαιτέρως στόν Πέτρο, πού ἔχει ἀνάγκη
παρηγοριᾶς καί βεβαιώσεως ὅτι συγχωρήθηκε γιά τήν ἄρνησή του, ὅτι πηγαίνει πρίν
ἀπό σᾶς στή Γαλιλαία καί σᾶς περιμένει ἐκεῖ. Ἐκεῖ θά τόν δεῖτε, ὅπως σᾶς τό εἶπε
πρίν σταυρωθεῖ. 8 Ἐκεῖνες
τότε βγῆκαν κι ἔφυγαν ἀπό τό μνημεῖο. Ἦταν μάλιστα γεμάτες τρόμο καί ἔκσταση.
Δέν εἶπαν ὅμως τίποτε σέ κανένα, διότι ἦταν φοβισμένες.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ᾿ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, οὐδὲ δι᾿ αἵματος
τράγων καὶ μόσχων,
διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ Ἅγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος.
Εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ῥαντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα, πόσῳ
μᾶλλον τὸ αἷμα
τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι;
(Ἑβρ. θ΄[9] 11 - 14)
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΘΥΣΙΑ
Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα πλησιάζει. Μέ τά μάτια στραμμένα
στὸν Γολγοθᾶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ βαδίζει μαζί Του πρός τὸ Πάθος.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ τά ἱερά της ἀναγνώσματα ἡ πνευματική μας Μητέρα
– ἡ Ἐκκλησία – παρακινεῖ ἐμᾶς τά παιδιά της – τά μέλη τοῦ μυστικοῦ σώματός της
– νά μποῦμε ἤδη στήν ἀτμόσφαιρα τῶν μεγάλων γεγονότων,
στήν ἀτμόσφαιρα τῆς σωτηρίου θυσίας τοῦ Χριστοῦ μας.
Οἱ τέσσερις στίχοι τοῦ σημερινοῦ
Ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος, προερχόμενοι ἀπό τό ἔνατο κεφάλαιο τῆς πρός
Ἑβραίους Ἐπιστολῆς, μᾶς βοηθοῦν πάρα πολύ στὸ σημεῖο αὐτό. Γιά
μιά ἀκόμη φορά ὁ θεόπνευστος συγγραφέας ἐμβαθύνει στό νόημα τῆς Ἀρχιερωσύνης
τοῦ Χριστοῦ καί τὴν λυτρωτικὴ δύναμη τῆς Θυσίας Του. Ἡ ὑπεροχική αὐτή
δύναμη τῆς ἀρχιερατικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου συνίσταται, μᾶς λέγει, στό ὅτι ὁ
Χριστός μας ὡς μέγας Ἀρχιερεύς, ἀντί νά προσφέρει αἷμα τράγων καί μοσχαριῶν,
ὅπως οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἑβραίων, πρόσφερε τό δικό του ἀτίμητο
αἷμα καὶ «εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τά Ἅγια,
αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος». Θυσιάστηκε γιὰ μᾶς πάνω στὸν Σταυρὸ
καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση καί τήν Ἀνάληψή Του μπῆκε μιά φορά γιά πάντα στά
Οὐράνια Ἅγια τῶν ἁγίων, χαρίζοντας στὸν λαὸ Του λύτρωση
παντοτινή, ἀνοίγοντας τὸν δρόμο γιὰ τὴν αἰώνια Βασιλεία Του
σὲ ὅλους μας. Σὲ ὅλους μας; Ναί! Ἀρκεῖ νά καταφεύγουμε μέ πίστη καὶ μετάνοια
κοντά Του.
2. Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ
ΚΑΙ ΤΑ ΝΕΚΡΑ ΕΡΓΑ
Οἱ τρεῖς λέξεις «συνείδησις – νεκρὰ
ἔργα» στὸν τελευταῖο στίχο τῆς περικοπῆς ἔχουν ἰδιαίτερο
βάρος. Χρησιμοποιοῦνται ἐδῶ, γιά νά ὑπογραμμισθεῖ ἡ ἀντίθεση
πρός τά θεωρούμενα ἀκάθαρτα καὶ μολυσμένα στὴν Παλαιὰ
Διαθήκη, τὰ ὁποῖα ἔπρεπε νὰ καθαριστοῦν μὲ εἰδικὴ τελετὴ
καθαρισμοῦ.
Ἐκεῖ, σύμφωνα μὲ τὸν Μωσαϊκὸ νόμο, ἀκάθαρτα
θεωροῦνταν π.χ. τὰ σώματα τῶν νεκρῶν καὶ καθένας ποὺ τὰ
ἄγγιζε. Ἐδῶ νεκρὰ πράγματα, ποὺ καθιστοῦν ἀκάθαρτο
τὸν ἄνθρωπο, εἶναι, μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος, τά ἔργα τῆς ἁμαρτίας,
τά ὁποῖα δὲν μολύνουν μόνο τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά κυρίως τὸ
ἐσωτερικό του, τό πνεῦμα, τή συνείδησή του.
Τὴ φρίκη αὐτοῦ τοῦ μολυσμοῦ τὴν αἰσθάνεται
ἔντονα ὁ ἄνθρωπος κάθε φορά πού ἁμαρτάνει. Ὁ μολυσμὸς τῆς ἁμαρτίας
δημιουργεῖ ἐνοχή καί ἡ ἐνοχή γεννάει στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου τύψεις
καὶ ἀπελπισία ἀκόμη. Τύψεις τόσο ἰσχυρές, ὥστε ἡ σκέψη
ἑνός αἰφνίδιου θανάτου νά τόν γεμίζει μὲ φόβο καὶ ταραχή. Αἰσθάνεται
νὰ πνίγεται. Ἡ συνείδηση ἐπαναστατεῖ, ὑποφέρει, βασανίζεται
καὶ βασανίζει.
Γιατί ἄραγε; Διότι, ὅπως τὸ σῶμα σπαράσσει
καὶ τρέμει, ὅταν ἀντικρύζει τά αἱμοβόρα βλέμματα τῶν λύκων,
ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ φρίττει, ὅταν ἔρθει σέ ἐπαφή μέσω τῆς ἁμαρτίας
μὲ τοὺς νοητοὺς λύκους, τοὺς δαίμονες, πού, ὡς χωρισμένοι
ἀπό τὸν Θεό, εἶναι πνεύματα θανάτου, νεκρὰ καὶ νεκρώνουν
ὅσους τἀ ἐγγίζουν. Καὶ πάλι, ὅπως τό σῶμα ὑποφέρει, ὅταν
καταπιεῖ θανατηφόρο δηλητήριο, ἔτσι καὶ ἡ συνείδηση φρικιᾶ,
ὅταν μολυνθεῖ μὲ τὰ νεκρὰ καὶ νεκροποιὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας.
Ποιὰ εἶναι λοιπὸν ἡ λύτρωση ἀπό τὸ μαρτύριο
αὐτό;
3. ΤΟ «ΚΑΘΑΡΣΙΟΝ»
ΑΙΜΑ
Λύτρωση στό μαρτύριο τῆς μολυσμένης ἀπό τήν
ἁμαρτία συνειδήσεως δὲν μπορεῖ νὰ δώσει τίποτε ἄλλο, παρὰ
ἡ ἄμεση καταφυγὴ στὸν μοναδικὸ Λυτρωτὴ καὶ ἡ προσωπική
ἀξιοποίηση τῆς μεγάλης ἀρχιερατικῆς Του θυσίας, γιά τὴν ὁποία
κάναμε ἤδη λόγο στὴν ἀρχή.
Τὸ λέγει τόσο χαρακτηριστικὰ ὁ
Ἀπόστολος: Ἂν τὸ αἷμα τῶν ταύρων καὶ τῶν τράγων καὶ ἡ στάχτη τῆς
καιόμενης στό θυσιαστήριο δαμάλεως, μὲ τὰ ὁποῖα ραντίζονταν οἱ
ἔνοχοι καὶ ἀκάθαρτοι Ἑβραῖοι, τοὺς καθιστοῦσαν σωματικὰ
ἁγίους καὶ καθαρούς, ἄξιους δηλαδὴ νὰ μετάσχουν στή λατρεία
τοῦ Θεοῦ, «πόσῳ μᾶλλον τό αἷμα τοῦ
Χριστοῦ... καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων;»
Πόσο, λοιπόν, πολὺ περισσότερο τὸ αἷμα
τοῦ Χριστοῦ θά καθαρίσει τή συνείδησή ἀπό τά νεκρὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας;
Τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ! «Καθάρσιον» τοῦ ἀνθρωπίνου γένους τὸ ὀνομάζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος
ὁ Θεολόγος. Αὐτό πού καθάρισε καὶ καθαρίζει ὅλους τούς μολυσμούς,
μέ τούς ὁποίους τά νεκρά ἔργα τῆς ἁμαρτίας μολύνουν τή συνείδηση
τοῦ ἀνθρώπου.
Καί αὐτό τό ἔχουμε αἰσθανθεῖ ὅλοι μας. Ὅταν
γονατίζουμε ἐνώπιον τοῦ Ἐσταυρωμένου κάτω ἀπό τό πετραχήλι τοῦ
πνευματικοῦ καί ἐξομολογούμαστε μὲ συντριβὴ ἀλλὰ καὶ εἰλικρίνεια ὅλα τὰ ἁμαρτήματά
μας, τί νιώθουμε; Νιώθουμε σὰν ἕνα σφουγγάρι νὰ περνάει καὶ νὰ
καθαρίζει τὰ πάντα μέσα μας. Καὶ ἡ ψυχή, ποὺ ἦταν βαρειά σὰν μολύβι, τώρα
πετάει σὰν χελιδόνι. Εὐλογημένη ὥρα!
Οἱ ἄνθρωποι οἱ ταλαιπωρημένοι καὶ βασανισμένοι τοῦ
εἰκοστοῦ πρώτου αἰῶνα, τοῦ ἀπατεῶνα, χρησιμοποιοῦμε λογιῶν – λογιῶν
ἀπορρυπαντικά, γιὰ νὰ καθαρίζουμε τὰ ροῦχα μας, χρησιμοποιοῦμε σαπούνια
ἀρωματικὰ καὶ ξοδεύουμε καὶ χρόνο πολύ καὶ χρῆμα πρισσότερο γιὰ τὴν καθαριότητα
καὶ τὴν περιποίηση τοῦ σώματος, ποὺ αὔριο θὰ φθαρεῖ καὶ θὰ ἀποσυντεθεῖ μέσα
στὸν τάφο· γιατὶ δὲν δείχνουμε ἀνάλογο ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ἀθάνατη ψυχή μας;
Γιατὶ τὴν ἀφήνουμε νὰ σαπίζει καί νὰ ὑποφέρει μέσα στοὺς μολυσμοὺς καὶ
τὰ νεκρὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας; Γιατὶ αὐτὴ ἡ κραυγαλέα ἀδικία: πεντακάθαρο
τὸ σῶμα, μολυσμένο τὸ πνεῦμα;
Ὤ, ἀδελφοί, ἂς προσέξουμε τοὐλάχιστον
ἐμεῖς, ὅσοι ζοῦμε μέσα στὴ γλυκειὰ ἀγκαλιὰ τῆς Ἐκκλησίας, νὰ καθαρίζουμε
στὸ λουτρὸ τῆς μετανοίας μὲ ἐπιμέλεια τὴν ψυχή μας καί ἔτσι
ἑτοιμασμένοι νὰ πλησιάζουμε καὶ τὸ Ποτήριο τῆς Ζωῆς, τὸ ἱερότατο μυστήριο τῆς
θείας Εὐχαριστίας, ὅπου τὸ Πανάγιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας μᾶς
προσφέρεται ὡς οὐράνια ἀμβροσία «εἰς
ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί ζωήν τήν αἰώνιον».
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ
Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ
ἐκείνῳ παραλαμβάνει ὁ Ἰησοῦς τούς δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ καί ἤρξατο
αὐτοῖς
λέγειν τὰ μέλλοντα
αὐτῷ συμβαίνειν. Ὅτι ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ
καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι, καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καὶ μαστιγώσουσιν αὐτὸν καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν,
καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται. Καὶ προσπορεύονται αὐτῷ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης υἱοὶ Ζεβεδαίου λέγοντες·
Διδάσκαλε, θέλομεν ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήσωμεν ποιήσῃς ἡμῖν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Τί θέλετε ποιῆσαί με ὑμῖν; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· Δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· Δυνάμεθα. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Τὸ μὲν ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε·
τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ' οἷς ἡτοίμασται. καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ Ἰακώβου καὶ Ἰωάννου. ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς λέγει
αὐτοῖς· Οἴδατε ὅτι οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι αὐτῶν κατεξουσιάζουσιν
αὐτῶν. οὐχ οὕτω
δὲ ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾿ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ὑμῶν γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος· καὶ γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.
(Μᾶρκ. ι΄[10] 32 - 45)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ
ὁ Ἰησοῦς πῆρε ἰδιαιτέρως τοὺς δώδεκα μαθητές του καί ἄρχισε νὰ τοὺς
λέει ἐκεῖνα ποὺ θὰ τοῦ συνέβαιναν. Τοὺς ἔλεγε δηλαδὴ ὅτι, νά, ἀνεβαίνουμε στὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ
ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, θὰ παραδοθεῖ στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς
γραμματεῖς, κι αὐτοὶ θὰ τὸν καταδικάσουν σὲ θάνατο καὶ θὰ τὸν παραδώσουν
στοὺς ἐθνικοὺς στρατιῶτες τῆς Ρώμης. Κι ἐκεῖνοι θὰ τὸν ἐμπαίξουν καὶ
θὰ τὸν μαστιγώσουν καί θά τόν φτύσουν καί θά τόν θανατώσουν καί τήν τρίτη
ἡμέρα ἀπὸ τὸ θάνατό του θὰ ἀναστηθεῖ. Πλησιάζουν τότε τὸν Ἰησοῦ
ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης, οἱ γιοί τοῦ Ζεβεδαίου, καί τοῦ λένε. Διδάσκαλε, θέλουμε νὰ μᾶς κάνεις αὐτὸ
ποὺ θὰ σοῦ ζητήσουμε. Κι αὐτὸς τοὺς ρώτησε: Τί θέλετε νὰ σᾶς κάνω; Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν: Ὅταν ἔλθεις στὴ δόξα σου καὶ ἀνεβεῖς στὸν ἐπίγειο βασιλικὸ
θρόνο τοῦ Δαβίδ, βάλε μας νὰ καθίσουμε ὁ ἕνας στὰ δεξιά σου κι ὁ ἄλλος
στ' ἀριστερά σου. Ὁ Ἰησοῦς τότε τοὺς εἶπε: Δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε. Δὲν εἶναι τώρα καιρὸς κοσμικῶν μεγαλείων
καὶ ἀξιωμάτων, ἀλλά κόπων καὶ διωγμῶν καὶ μαρτυρικοῦ θανάτου. Μπορεῖτε
νὰ πιεῖτε τὸ ποτήριο τοῦ θανάτου ποὺ πρόκειται νὰ πιῶ ἐγώ μετὰ ἀπὸ λίγο,
καὶ νὰ βαπτισθεῖτε τὸ βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου πού μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ ὑποστῶ;
Κι αὐτοί, θέλοντας νὰ ἐξασφαλίσουν τὸ αἴτημά τους, τοῦ εἶπαν χωρὶς
νὰ τὸ σκεφτοῦν καλά: Μποροῦμε. Τότε
τοὺς εἶπε ὁ Ἰησοῦς: Τὸ ποτήριο τοῦ μαρτυρίου
ποὺ ἐγώ θὰ πιῶ μετὰ ἀπὸ λίγο, θὰ τὸ πιεῖτε κι ἐσεῖς, καὶ τὸ βάπτισμα
ποὺ μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ ὑποστῶ στὴ θάλασσα τῶν παθημάτων μου, θὰ τὸ ὑποστεῖτε
κι ἐσεῖς. Διότι κι ἐσεῖς θὰ ὑποστεῖτε διωγμοὺς καὶ μαρτύριο γιὰ τὸ εὐαγγέλιό
μου. Τὸ νὰ καθίσετε ὅμως στὰ δεξιά μου καὶ στὰ ἀριστερά μου δὲν ἐξαρτᾶται
ἀπὸ μένα νὰ τὸ δώσω σ' ὅποιον μοῦ τὸ ζητήσει, ἀλλά αὐτὸ θὰ δοθεῖ σ' ἐκείνους
γιὰ τούς ὁποίους ἔχει ἑτοιμασθεῖ ἀπὸ τὸν δικαιοκρίτη Πατέρα μου,
ποὺ κανονίζει τὶς ἀνταμοιβὲς σύμφωνα μὲ τὴν ἀρετή τοῦ καθενός. Ὅταν
τ' ἄκουσαν αὐτὰ οἱ ἄλλοι δέκα μαθητές, ἄρχισαν νὰ ἀγανακτοῦν γιὰ τὴ
συμπεριφορὰ αὐτὴ τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωάννου, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν
νὰ τοὺς παραγκωνίσουν καὶ νὰ τιμηθοῦν περισσότερο ἀπ' αὐτούς. Ὁ
Ἰησοῦς ὅμως τοὺς κάλεσε κοντά του καὶ τοὺς εἶπε: Γνωρίζετε ὅτι αὐτοὶ ποὺ θεωροῦνται καὶ φαίνονται ἄρχοντες
τῶν ἐθνῶν, ἀσκοῦν ἀπόλυτη κυριαρχία στοὺς λαούς τους σὰν νὰ εἶναι ἀνεξέλεγκτοι
κύριοί τους καὶ σάν νὰ εἶναι οἱ λαοὶ κτῆμα τους. Κι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν μεγάλο
ἀξίωμα, ὅπως εἶναι οἱ ἀνώτεροι ἀξιωματοῦχοι, καταδυναστεύουν
τοὺς λαούς τους μὲ ἀπόλυτη ἐξουσία, σὰν νὰ εἶναι αὐτοὶ δοῦλοι τους.
Μεταξύ σας ὅμως δὲν μπορεῖ οὔτε ἐπιτρέπεται νὰ συμβαίνει αὐτό. Ἀλλά
ὅποιος θέλει νὰ γίνει μεγάλος ἀνάμεσά σας, πρέπει νὰ εἶναι ὑπηρέτης
σας καὶ νὰ προσπαθεῖ νὰ γίνεται ἐξυπηρετικὸς στοὺς ἄλλους. Κι ὅποιος
ἀπὸ σᾶς θέλει νὰ γίνει πρῶτος, πρέπει νά γίνει δοῦλος ὅλων, ἀσκώντας
μὲ κάθε ταπεινοφροσύνη τὴν ἀγάπη. Διότι καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ
Μεσσίας, δὲν ἦλθε στόν κόσμο γιὰ νὰ ὑπηρετηθεῖ, ἀλλά ἦλθε γιὰ νὰ
ὑπηρετήσει καὶ νὰ δώσει τὴ ζωὴ του λύτρο προκειμένου νὰ ἐξαγορασθοῦν
καὶ νὰ ἐλευθερωθοῦν πολλοὶ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ θάνατο.