ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(14 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2022)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, Θεοῦ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε. Κατὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσάν
μοι ὡς σοφὸς ἀρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα, ἄλλος δὲ ἐποικοδομεῖ· ἕκαστος δὲ βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ· θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός. εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ
ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει. εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται· εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός.
Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει,
φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ γὰρ ναὸς τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς.
(Α΄
Κορ. γ΄[3] 9 – 17)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί, κι
ἐκεῖνοι πού φυτεύουν κι ἐκεῖνοι πού ποτίζουν εἴμαστε συνεργάτες
τοῦ Θεοῦ στὸ ἔργο Του πού ἀποβλέπει στὴ σωτηρία σας. Εἶστε ἀγρὸς πού
ἀνήκει στὸ Θεὸ καὶ καλλιεργεῖται ἀπ' αὐτόν. Εἶστε οἰκοδομὴ τοῦ
Θεοῦ πού κτίζεται ἀπ' αὐτὸν μὲ ὄργανά του καὶ κτίστες του ἐμᾶς. Σύμφωνα μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ
πού μοῦ δόθηκε γιὰ νὰ θεμελιώνω Ἐκκλησίες ἀνάμεσα στὰ ἔθνη, σὰν ἔμπειρος
ἀρχιτέκτονας ἔχω βάλει θεμέλιο στερεὸ· ἄλλος ὅμως συνεχίζει πάνω
σ' αὐτὸ τὸ κτίσιμο. Ὁ καθένας ἀπό τους κτίστες ἂς προσέχει πῶς οἰκοδομεῖ
πάνω στὸ θεμέλιο. Αὐτὸς δὲν ἔχει πλέον δουλειὰ μὲ τὸ θεμέλιο. Διότι
κανένας δὲν μπορεῖ νὰ βάλει ἄλλο θεμέλιο λίθο ἐκτός ἀπὸ ἐκεῖνον πού
βρίσκεται τώρα ἀμετακίνητος καὶ ἄσειστος στὴ βάση τῆς οἰκοδομῆς.
Καὶ ὁ θεμέλιος αὐτὸς λίθος εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἐγὼ λοιπὸν θεμελίωσα
καλά. Ἐὰν ὅμως κανεὶς κτίζει πάνω στὸ θεμέλιο αὐτὸ μὲ ὑλικὰ σὰν τὸ
χρυσάφι ἢ τὸ ἀσήμι ἢ τοὺς πολύτιμους λίθους, ἢ ἀντιθέτως μὲ σανίδια
ἢ ἄχυρα ἢ καλάμια, τοῦ κάθε κτίστη τὸ ἔργο θὰ γίνει φανερό. Διότι ἡ
ἡμέρα τῆς Κρίσεως θὰ τὸ ξεσκεπάσει καὶ θὰ τὸ φανερώσει. Καὶ θὰ τὸ ξεσκεπάσει,
διότι ἡ ἡμέρα ἐκείνη θὰ ἀποκαλυφθεῖ μαζὶ μὲ τὴν ἐνέργεια τῆς θείας δικαιοσύνης,
πού εἶναι δραστικὴ σὰν τὴ φωτιά. Καὶ ὁ Θεὸς θὰ ζυγίσει μέ ἀκρίβεια γιὰ
νὰ ἀποκαλύψει τί εἶναι τὸ ἔργο τοῦ καθενὸς, καὶ θὰ φανερώσει τὴν
πραγματική του ἀξία σὰν τὴ φωτιά πού κατακαίει κάθε εὔφλεκτο ὑλικό.
Ἐὰν τὸ ἔργο πού ἔκανε κάποιος κτίζοντας πάνω στό αἰώνιο θεμέλιο,
δηλαδὴ τὸν Χριστό, ἀντέξει καὶ δὲν καεῖ ἀπὸ τὴ φωτιὰ τῆς θείας κρίσεως,
αὐτὸς θὰ πάρει μισθὸ. Ἐὰν τὸ ἔργο κάποιου ἄλλου κατακαεῖ καὶ δὲν
αντέξει στὴ φωτιὰ τῆς θείας κρίσεως, αὐτὸς θὰ ζημιωθεῖ, διότι οἱ κόποι
του δὲν θὰ ἀνταμειφθοῦν. Κι ὁ ἴδιος θά σωθεῖ μόλις καὶ μετὰ βίας· θὰ σωθεῖ
δηλαδὴ σὰν ἐκεῖνον πού περνᾶ μέσα ἀπὸ τὶς φλόγες τῆς φωτιᾶς καὶ διατρέχει
μεγάλο κίνδυνο. Ἔτσι κι αὐτὸς θὰ σωθεῖ, ἂν τελικὰ ἀντέξει στὴ φωτιὰ
τῆς θείας κρίσεως. Εἶπα ἀρκετὰ γιὰ τοὺς κτίστες. Ἂς ἔλθω τώρα καὶ σ' ἐκείνους
πού ἀντὶ νὰ κτίζουν, καταστρέφουν τὴν οἰκοδομή. Δὲν γνωρίζετε ἀπὸ
τὴν πείρα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς σας ὅτι εἶστε ναὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι
τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ μέσα σας; Ἐὰν λοιπὸν κανεὶς μὲ τὴν πλανεμένη
διδασκαλία του καὶ τοὺς φατριασμοὺς του καταστρέφει τὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ,
θὰ τὸν καταστρέψει αὐτὸν ὁ Θεός. Καὶ θὰ τὸν καταστρέψει, διότι ὁ ναός
τοῦ Θεοῦ εἶναι ἅγιος. Εἶναι ἀφιερωμένος στὸ Θεὸ καὶ εἶναι δικό του
κτῆμα. Εἶναι ἱερὸς καὶ ἀπαραβίαστος. Καὶ τέτοιος ναός, ναὸς τοῦ Θεοῦ
ἅγιος, εἶστε ἐσεῖς.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους. καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ' ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος. τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτὸς ἀπῆλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης. καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα ἐταράχθησαν λέγοντες ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε. ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρὸς σὲ ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα· ὁ δὲ εἶπεν, Ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος
καταποντίζεσθαι
ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. εὐθέως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ·
Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδίστασας; καὶ ἐμβάντων
αὐτῶν
εἰς τὸ πλοῖον ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος. οἱ δὲ ἐν τῷ πλοίῳ ἐλθόντες προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ. Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.
(Ματθ. ιδ΄[14] 22 – 34)
ΕΠΑΝΩ ΣΤΑ ΚΥΜΑΤΑ
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
1. ΔΙΠΛΑ
ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ
Μετὰ τὸ θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν
πεντακισχιλίων, τὰ πλήθη μέσα σ᾿ ἕνα κλίμα ἐνθουσιασμοῦ δὲν ἤθελαν νὰ
ἀποχωρισθοῦν ἀπὸ τὸν Κύριο. Ἐπιθυμοῦσαν μάλιστα νὰ τὸν ἀνακηρύξουν βασιλέα
τους. Γιὰ νὰ συγκρατήσει λοιπὸν ὁ Κύριος τὸν ἄκαιρο ἐνθουσιασμό τους, ἀνάγκασε
τοὺς μαθητές Του νὰ μποῦν στὸ πλοῖο καὶ νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ ἐκεῖ, μέχρι νὰ
διαλύσει Ἐκεῖνος τὰ πλήθη. Κατόπιν ὁ ἴδιος ἀνέβηκε στὸ διπλανὸ ὄρος γιὰ νὰ
προσευχηθεῖ.
Εἶχε πλέον βραδιάσει κι ἐνῶ ὁ Κύριος
προσευχόταν ἐπάνω στὸ βουνό, οἱ μαθητὲς μόνοι τους πάνω στὸ πλοῖο στὴ μέση τῆς
λίμνης πάλευαν μὲ τὴν τρικυμία. Ἄγρια ἀνεμοθύελλα σήκωνε πελώρια κύματα, ποὺ
συντάρασσαν τὸ πλοῖο. Οἱ ὧρες τῆς νύκτας προχωροῦσαν μέ ἀγωνία, ἀλλὰ ὁ ἄνεμος
δὲν ἔλεγε νὰ κοπάσει.
Ξαφνικά, λίγο πρὶν φέξει, κάτι φοβερὸ
συνέβη. Οἱ μαθητὲς μέσα στὸ σκοτάδι διέκριναν κάποιον σὰν φάντασμα νὰ περπατᾶ πάνω
στὰ κύματα. Καὶ καθὼς τὸν ἔβλεπαν νὰ πλησιάζει, κυριεύθηκαν ἀπὸ τέτοιο φόβο,
ὥστε ἄρχισαν νὰ βγάζουν κραυγὲς τρόμου. Τότε ἀκριβῶς ποὺ ἡ ἀγωνία τους
κορυφώθηκε, ἀκούστηκε γλυκειὰ ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου: «Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ
φοβεῖσθε». Θάρρος! Ἐγὼ εἶμαι, ὁ Διδάσκαλός σας. Μὴ φοβεῖσθε.
ΗΤΑΝ λοιπὸν ὁ Κύριος ποὺ περπατοῦσε πάνω
στὰ κύματα. Ἐρχόταν νὰ τοὺς σώσει. Ἀλλὰ ὁ Κύριος ἦταν ἀοράτως δίπλα τους κι
ὅταν ἀπουσίαζε αἰσθητῶς ἀπὸ κοντά τους. Ἦταν δίπλα τους κι ὅταν προσευχόταν
ἐπάνω στὸ βουνό· κι ὅταν τὰ πελώρια κύματα ἀπειλοῦσαν τὸ καράβι τους καὶ τὴ
ζωή τους. Ἦταν δίπλα τους ὁ ἐξουσιαστὴς τῆς φύσεως. Δὲν ἔπρεπε λοιπὸν νὰ
φοβοῦνται.
Μήπως ὅμως κάτι παρόμοιο δὲν συμβαίνει
καὶ στὴ δική μας ζωή; Ὅταν κάποια ἄλλα ἀόρατα κύματα ἀπειλοῦν νὰ μᾶς
καταποντίσουν· ὅταν λυσσαλέα μᾶς πολεμᾶ ὁ κόσμος καὶ ἡ ἁμαρτία· ἢ ὅταν χίλια
δυὸ φοβερὰ προβλήματα, πειρασμοί, ἀδικίες, ἀσθένειες μᾶς ἀναστατώνουν καὶ μᾶς
ὁδηγοῦν σέ ἀπόγνωση;
Σ᾿ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις θὰ πρέπει νὰ
ἔχουμε τὴν ἀταλάντευτη πίστη ὅτι ὁ Κύριος δὲν εἶναι μακριά μας, δὲν ἀδιαφορεῖ
γιὰ μᾶς, ἀλλὰ εἶναι δίπλα μας, ἕτοιμος νὰ μᾶς βοηθήσει καὶ νὰ μᾶς σώσει.
Γνωρίζει τὶς δυσκολίες μας, ἀκούει τὶς προσευχές μας. Ἕρχεται στὴν κατάλληλη
στιγμή, ἐπεμβαίνει μὲ τρόπο θαυματουργικὸ στὴ δύσκολη ὥρα. Ἂς μὴν τὰ χάνουμε λοιπόν. Ὁ Κύριος δὲν
ἐπιτρέπει πειρασμοὺς ποὺ δὲν τοὺς ἀντέχουμε. Σὲ λίγο θὰ μᾶς πεῖ μὲ τὴν
εἰρηνικὴ φωνή του: «Ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε». Θὰ ἔλθει στο πλοιάριο τῆς ζωῆς μας
καὶ θὰ κοπάσει ὁ ἄνεμος.
2. ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ
ΜΑΣ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ
Ὁ Κύριος λοιπὸν προχωροῦσε πάνω στὰ κύματα
και πλησίαζε πρὸς τὸ πλοιάριο τῶν μαθητῶν. Ὁ Πέτρος ὅμως, γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ ὅτι
ἦταν ὁ Κύριος, τὸν παρακάλεσε λέγοντας:
—Κύριε, ἐὰν εἶσαι ἐσύ, διάταξε νά περπατήσω
κι ἐγὼ ἐπάνω στά κύματα καὶ νὰ ἔλθω κοντά σου.
—«Ἐλθέ», τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Κύριος.
Καὶ τότε ὁ Πέτρος κατεβαίνει ἀπὸ τὸ πλοῖο
καὶ ἀρχίζει νὰ περπατᾶ ἄφοβα πάνω στὰ κύματα. Ἀλλὰ κάποια στιγμὴ κάτι ἄλλαξε.
Μόλις σταμάτησε νὰ κοιτᾶ τὸν Κύριο κι ἀντίκρισε τὰ κύματα καὶ τὸν ἄνεμο νὰ φυσᾶ
ἀπειλητικά, τρομοκρατήθηκε· ἄρχισε νὰ χάνει τὴν πίστη του καὶ νὰ βουλιάζει στὴ
θάλασσα. «Κύριε, σῶσόν με», ἐκραύγασε. Κι ἀμέσως ὁ Κύριος ἁπλώνει τὸ χέρι Του,
πιάνει τὸν Πέτρο καὶ τοῦ λέει:
—«Ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἒδίστασας;» Γιατὶ
φοβήθηκες, ὀλιγόπιστε; Καὶ οἱ δυὸ μαζὶ τώρα ἀνεβαίνουν στὸ πλοῖο κι ἀμέσως
«ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος». Καὶ οἱ μαθητὲς ἔκθαμβοι προσκυνοῦν τὸν Κύριο λέγοντας:
«ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ». Ἀληθινὰ εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
ΦΟΒΗΘΗΚΕ λοιπὸν καὶ ὁ τολμηρός Πέτρος,
καθὼς περπατοῦσε πάνω στὰ κύματα. Δέν φοβήθηκε ὅμως ἐξ ἀρχῆς. Ὅσο εἶχε τὸ
βλέμμα του στραμμένο στὸν Κύριο, περπατοῦσε ἄφοβα πάνω στὴν τρικυμισμένη
λίμνη. Ἄρχισε νὰ βυθίζεται, ὅταν γιὰ κάποια στιγμὴ πῆρε τὸ βλέμμα του ἀπὸ τὸν
Κύριο καὶ κοίταξε τὸν ἰσχυρὸ ἄνεμο καὶ τὰ πελώρια κύματα.
Μήπως τὸ ἴδιο δὲν συμβαίνει τάχα καὶ στὴ
δική μας ζωή; Διότι ὅλοι οἱ πιστοί, καθὼς διαπλέουμε τὴ θάλασσα τοῦ βίου μας,
αντιμετωπίζουμε κι ἐμεῖς θύελλες καὶ τρικυμίες, προβλήματα, ἀρρώστιες καὶ
πειρασμούς, ποὺ ἀπειλοῦν νὰ καταποντίσουν τὸ πλοιάριο τῆς ὑπάρξεώς μας. Σ᾿
αυτές λοιπόν τὶς περιπτώσεις ἂς πάρουμε δίδαγμα ἀπὸ τὸ πάθημα τοῦ Πέτρου. Ὅσο
θὰ ἔχουμε στραμμένο τὸ βλέμμα μας καὶ τὴν ἐλπίδα μας στὸν Κύριο, θὰ περπατοῦμε
ἄφοβα μὲ πίστη πάνω ἀπὸ τὰ κύματα τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν θλίψεων. Ἂν ὅμως
ἀφήσουμε τὸ βλέμμα μας νὰ προσκολλᾶται στὶς δυσκολίες καὶ τοὺς πειρασμούς, τότε
θ᾿ ἀρχίσουμε νὰ ἀπογοητευόμαστε καὶ νὰ βουλιάζουμε. Προσοχὴ λοιπόν. Ἡ σκέψη
μας καὶ ἡ καρδιά μας μὲ ἐμπιστοσύνη κι ἐλπίδα στὸν ἀρχηγὸ τῆς πίστεως καὶ τῆς
ζωῆς μας, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Καὶ θὰ κοπάζει τότε ὁ ἄνεμος. Θὰ
σωζόμαστε. Εἶναι ὁ Σωτὴρ ὁ Χριστός.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ
τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)