Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2022

1. ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΕΟ

 

1. ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΕΟ

ΔΕΝ ΦΟΒΑΜΑΙ τόν Θεό, ἔλεγε στούς μαθητές του ὁ «Καθηγητής τῆς ἐρήμου» Μέγας Ἀντώνιος, διότι Τόν ἀγαπῶ. «Ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον» (Α ́ Ἰω. δ ́ [4] 18). 

 

Ο ΑΒΒΑΣ Ἀμμοῦν ὁ Νιτριώτης ἐπισκέφθηκε κάποτε τόν Μέγα Ἀντώνιο καί ἐπειδή εἶχε μαζί του φιλική οἰκειότητα τόν ρώτησε: 

− Πῶς συμβαίνει ἐγώ νά κοπιάζω περισσότερο ἀπό σένα, ἀλλά ἐσύ νά δοξάζεσαι περισσότερο ἀπό τούς ἀνθρώπους; 

− Φαίνεται ὅτι θά ἀγαπῶ τόν Θεό περισσότερο ἀπό σένα, τοῦ ἀποκρίθηκε μέ καλοκάγαθο μειδίαμα ὁ φίλος τοῦ Θεοῦ. 

 

ΕΝΑΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ Ἐρημίτης παρακάλεσε κάποτε στήν προσευχή του τόν Θεό νά τοῦ δείξει τούς παλαιούς Πατέρες τῆς ἐρήμου. Τούς εἶδε λοιπόν ὅλους, ἐκτός ἀπό τόν Μέγα Ἀντώνιο. 

− Ποῦ νά βρίσκεται ἄραγε ὁ Ἀββᾶς Ἀντώνιος; σκεπτόταν μέ ἀπορία. 

−Ὅπου εἶναι ὁ Θεός, ἄκουσε φωνή νά τόν βεβαιώνει. 

 

Η ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΕΟ ἀγάπη, γράφει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, εἶναι ἀγαθή διάθεση τῆς ψυχῆς καί ὅποιος τήν κατέχει δέν προτιμᾶ κανένα ἀπό τά δημιουργήματα περισσότερο ἀπό τόν Θεό. Εἶναι ὅμως ἀδύνατο νά τήν ἀποκτήσει μονίμως ὁ ἄνθρωπος, ὅταν αἰσθά νεται τήν παραμικρή προσκόλληση στά γήινα πράγματα. Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τόν Θεό ζεῖ βίο ἀγγελικό ἐπάνω στήν γῆ. Νηστεύει, ἀγρυπνεῖ, ψάλλει, προσεύχεται καί ἔχει πάντοτε καλές σκέψεις γιά τούς συνανθρώπους του. 

 

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ, ΘΕΟΔΩΡΑΣ ΧΑΜΠΑΚΗ, ΕΚΔΟΣΗ Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς Ἀδελφότητος «ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ» σελ. 7

 

 

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2022

Ι­Ε­Ρ­ΟΣ Ν­Α­ΟΣ ΑΓ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ Α­Κ­Ο­Λ­Ο­Υ­Θ­Ι­ΕΣ Δ­Ε­Κ­Ε­Μ­Β­Ρ­Ι­ΟΥ

 

Ι­Ε­ΡΑ Μ­Η­Τ­Ρ­Ο­Π­Ο­Λ­ΙΣ Π­Α­Φ­ΟΥ

Ι­Ε­Ρ­ΟΣ Ν­Α­ΟΣ ΑΓ. ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ

 Α­Κ­Ο­Λ­Ο­Υ­Θ­Ι­ΕΣ Δ­Ε­Κ­Ε­Μ­Β­Ρ­Ι­ΟΥ

 

2 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Ὁσίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, Ἀββακούμ προφήτου, Μυρόπης μάρτυρος, Ἀββακούμ ὁσίου τοῦ ἐν Καλαμιθάσῃ  ασκήσαντος παρὰ το χωρίον Φτερικούδι

 4 ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ΛΟΥΚΑ, Ἀ­πό­στ. (Γαλ. γ΄[3] 23-29, δ΄[4] 1-5), Εὐ­αγγ. (Λουκ. ιγ΄[13] 10-17) Βαρ­βά­ρας με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος, Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Δα­μα­σκη­νοῦ, Κασ­σια­νοῦ ὁ­σί­ου τοῦ Κυ­πρί­ου ἐκ μεταθέσεως Σάββα τοῦ ἡγιασμένου

6 ΤΡΙΤΗ  Νι­κο­λά­ου τ­οῦ ἐν Μύ­ροις τ­οῦ Θαυ­μα­τουρ­γοῦ

9 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Σύλ­λη­ψις τῆς Ἁ­γί­ας Ἄν­νης,

11 ΚΥΡΙΑΚΗ Ι­Α΄ΛΟΥ­ΚΑ (ΑΓ. ΠΡΟ­ΠΑ­ΤΟ­ΡΩΝ), Ἀ­πό­στ. (Κολ. γ΄[3] 4-11 , Εὐ­αγγ. (Λουκ. ιδ΄[14], 16-24) Δανιήλ τοῦ Στυλίτου, Νόμωνος καὶ Βηχιανοῦ τῶν ὁσίων

12 ΔΕΥΤΕΡΑ Σπυ­ρί­δω­νος ἐ­πι­σκό­που Τρι­μυ­θοῦν­τος τοῦ Θαυ­μα­τουρ­γοῦ

15 ΠΕΜΠΤΗ Ἐ­λευ­θε­ρί­ου Ἱ­ε­ρο­μάρ­τυ­ρος καί Ἀν­θί­ας τῆς μη­τρός αὐ­τοῦ

18 ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗ-

ΣΕΩΣ, Ἀ­πό­στ. (Ἑ­βρ. ι­α΄[11] 9–10, 32-40),Εὐαγγ. (Ματθ. α΄[1] 1-25). Μνή­μην ἐ­πι­τε­λοῦ­μεν πάν­των τῶν ἀ­π’ αἰ­ῶ­νος Θε­ῷ εὐ­α­ρε­στη­σάν­των, ἀ­πό Ἀ­δάμ ἄ­χρι καί Ἰ­ω­σήφ τοῦ μνή­στο­ρος, Σεβαστιανοῦ μάρτυρος, Μιχαήλ ὁμολογητοῦ, Ζωῆς μάρτυρος.

21 ΤΕΤΑΡΤΗ Απόγευμα ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΕΥΧΕΛΑΙΟΝ

22 ΠΕΜΠΤΗ Ἀ­να­στα­σί­ας Φαρ­μα­κο­λυ­τρί­ας.

23 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΜΕΓΑΛΕΣ ΩΡΕΣ  ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

24 ΣΑΒΒΑΤΟΝ ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ, Εὐ­γε­νί­ας ὁ­σι­ο­παρ­θε­νο­μάρ­τυρος

25 ΚΥΡΙΑΚΗ Η ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΣ. (Γαλ. δ΄[4] 4–7), Εὐ­αγγ. (Ματθ. β΄[2] 1-12)

31 ΣΑΒΒΑΤΟΝ Πα­ρα­μο­νὴ Πρωτοχρονιᾶς

Ὥ­ρα 4.00 Μ.Μ   Ἑ­σπε­ρι­νός

 

Ω­Ρ­Α­Ρ­ΙΟ

Ε­Σ­Π­Ε­Ρ­Ι­Ν­ΟΣ: 4.00 Μ.Μ.

Ο­Ρ­Θ­Ρ­ΟΣ: 6.30 Π.Μ.

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ

 ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ

(27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2022)


 


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΚΔ’ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)

Ἀ­δελ­φοί, Χρι­στός ἐ­στιν ἡ εἰ­ρή­νη ἡ­μῶν, ὁ ποι­ή­σας τὰ ἀμ­φό­τε­ρα ἓν καὶ τὸ με­σό­τοι­χον τοῦ φραγ­μοῦ λύ­σας, τὴν ἔ­χθραν, ἐν τῇ σαρ­κὶ αὐ­τοῦ τὸν νό­μον τῶν ἐν­το­λῶν ἐν δόγ­μα­σι κα­ταρ­γή­σας, ἵ­να τοὺς δύ­ο κτί­σῃ ἐν ἑ­αυ­τῷ εἰς ἕ­να και­νὸν ἄν­θρω­πον ποι­ῶν εἰ­ρή­νην, καὶ ἀ­πο­κα­ταλ­λά­ξῃ τοὺς ἀμ­φο­τέ­ρους ἐν ἑ­νὶ σώ­μα­τι τῷ Θε­ῷ διὰ τοῦ σταυ­ροῦ, ἀ­πο­κτε­ί­νας τὴν ἔ­χθραν ἐν αὐ­τῷ· καὶ ἐλ­θὼν εὐ­ηγ­γε­λί­σα­το εἰ­ρή­νην ὑ­μῖν τοῖς μα­κρὰν καὶ τοῖς ἐγ­γύς, ὅ­τι δι᾿ αὐ­τοῦ ἔ­χο­μεν τὴν προ­σα­γω­γὴν οἱ ἀμ­φό­τε­ροι ἐν ἑ­νὶ πνε­ύ­μα­τι πρὸς τὸν πα­τέ­ρα. Ἄ­ρα οὖν οὐ­κέ­τι ἐ­στὲ ξέ­νοι καὶ πά­ροι­κοι, ἀλ­λὰ συμ­πο­λῖ­ται τῶν ἁ­γί­ων καὶ οἰ­κεῖ­οι τοῦ Θε­οῦ, ἐ­ποι­κο­δο­μη­θέν­τες ἐ­πὶ τῷ θε­με­λί­ῳ τῶν ἀ­πο­στό­λων καὶ προ­φη­τῶν, ὄν­τος ἀ­κρο­γω­νι­α­ί­ου αὐ­τοῦ ᾿Ι­η­σοῦ Χρι­στοῦ, ἐν ᾧ πᾶ­σα οἰ­κο­δο­μὴ συ­ναρ­μο­λο­γου­μέ­νη αὔ­ξει εἰς να­ὸν ἅ­γιον ἐν Κυ­ρί­ῳ· ἐν ᾧ καὶ ὑ­μεῖς συ­νοι­κο­δο­μεῖ­σθε εἰς κα­τοι­κη­τή­ριον τοῦ Θε­οῦ ἐν Πνε­ύ­μα­τι.               

  (Εφεσ. β΄[2] 14-22) 

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

 Ἀ­δελ­φοί, ὁ Χριστός ε­ἶ­ν­αι ἡ ε­ἰ­ρ­ή­νη μ­ας. Α­ὐ­τ­ὸς ἔ­κ­α­νε κ­αὶ τ­ο­ὺς δύο ἀ­ν­τ­ι­μ­α­χό­μ­ε­ν­ο­υς κ­ό­σ­μ­ο­υς, τ­ὸν Ἰ­ο­υ­δ­α­ϊ­σ­μὸ κ­αὶ τ­ὸν Ἐ­θ­ν­ι­σ­μό, ἕ­να. Αὐ­τ­ὸς γκρέ­μ­ι­σε κ­αὶ κ­α­τ­έ­λ­υ­σε τ­ὸν τ­οῖχο π­οὺ δ­η­μ­ι­ο­υ­ρ­γ­ο­ῦ­σε ὁ φ­ρ­α­γ­μ­ὸς τοῦ ν­ό­μου π­οὺ ὀ­ρ­θ­ω­ν­ό­τ­αν ἀ­ν­ά­μ­ε­σα σ­τ­ο­ὺς δ­ύο λ­α­ο­ὺς κ­αὶ τ­ο­ὺς χ­ώ­ρ­ι­ζε. Κ­α­τ­έ­λ­υ­σε δ­η­λ­α­δὴ τ­ὴν ἔ­χ­θ­ρα τ­ῶν δ­ύο λ­α­ῶν, ἀφοῦ κ­α­τ­ά­ρ­γ­η­σε μὲ τὸ αἷμά του τὸν ν­ό­μο τ­ῶν ἐ­ν­τ­ο­λ­ῶν, ὁ ὁποῖος, ἐνῶ π­ε­ρ­ι­ε­ῖ­χε ἐ­π­ι­β­λ­η­τ­ι­κ­ὲς πρ­ο­σ­τ­α­γ­ές, δ­ὲν ἔ­δ­ι­νε ὅμως κ­αὶ τὴ χ­ά­ρη γ­ιὰ τ­ὴν ἐ­φ­α­ρ­μ­ο­γὴ κ­αὶ τ­ὴν τ­ή­ρη­ση τ­ῶν π­ρ­ο­σ­τ­α­γ­μά­τ­ων α­ὐ­τ­ῶν. Κ­αὶ κ­α­τ­ή­ρ­γ­η­σε τὸν ν­ό­μο, ἔ­τ­σι ὥ­σ­τε ἑ­ν­ώ­ν­ο­ν­τ­ας το­ὺς δ­ύο λα­ο­ὺς μὲ τ­ὸν ἑαυτό του νά ­δ­η­μ­ι­ο­υ­ρ­γ­ή­σ­ει ἕ­να ν­έο ἀ­ν­θ­ρ­ω­πο, μ­ιὰ ν­έα ἀ­ν­θ­ρ­ω­π­ό­τ­η­τα, κι ἔ­τ­σι νὰ φ­έ­ρ­ει ε­ἰ­ρ­ή­νη μ­ε­τ­α­ξύ τ­ο­υς· κ­αὶ μὲ τὸν σ­τ­α­υ­ρ­ι­κὸ τ­ου θ­ά­να­το νά σ­υ­μ­φ­ι­λ­ι­ώ­σ­ει κ­αὶ τ­ο­ὺς δ­ύο λ­α­ο­ὺς μὲ τ­ὸν Θ­εό, ἑνωμένους τ­ώ­ρα σ᾿ ἕ­να σ­ῶ­μα, ἀφοῦ π­ρ­ο­η­γ­ο­υ­μ­έ­ν­ως θὰ θ­α­ν­ά­τ­ω­νε τ­ὴν ἔ­χ­θ­ρα μὲ τὸν θ­ά­ν­α­τό του. Κι ἀφοῦ ἦ­λ­θε ὁ Χ­ρ­ι­σ­τ­ὸς σ­τὴ γῆ, κ­ή­ρ­υ­ξε τὸ χ­α­ρ­μ­ό­σ­υ­νο μ­ή­ν­υ­μα τ­ῆς εἰ­ρ­ή­ν­ης σὲ σ­ᾶς τ­ο­ὺς ἐ­θ­ν­ι­κ­ο­ύς, π­οὺ ἤ­σα­σ­τ­αν μ­α­κ­ρ­ιὰ ἀπό τ­ὸν Θ­εό, καὶ σὲ μ­ᾶς τ­ο­ὺς Ἰ­ο­υ­δ­α­ί­ο­υς, π­οὺ ἤ­μ­α­σ­τ­αν κ­ο­ν­τά τ­ου. Δ­ι­ό­τι α­ὐ­τ­ὸς μ­ᾶς ἔ­φε­ρε κ­αὶ τ­ο­ὺς δ­ύο λα­ο­ὺς μ­έ­σω τοῦ ἑνός Ἁ­γ­ί­ου Π­ν­ε­ύ­μ­α­τ­ος κ­ο­ν­τά σ­τ­ὸν Π­α­τ­έ­ρα. Δ­ι­α­μ­έ­σ­ου τοῦ Χ­ρ­ι­σ­τ­οῦ ἔ­γ­ι­νε ἡ πρ­ο­σ­έ­γ­γ­ι­σή μας α­ὐ­τὴ μὲ τ­ὸν Θεό. Ἀ­π᾿ ὅλα αὐ­τὰ λ­ο­ι­π­ὸν βγ­α­ί­ν­ει τὸ σ­υ­μ­π­έ­ρ­α­σ­μα ὅτι δ­ὲν ε­ἶ­σ­τε π­λ­έ­ον ξ­έ­ν­οι κ­αὶ πρ­ο­σ­ω­ρ­ι­ν­οὶ κ­ά­τ­ο­ι­κοι σ­τὴ β­α­σ­ι­λ­ε­ία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ε­ἶ­σ­τε σ­υ­μ­πο­λ­ί­τ­ες τ­ῶν ἁγίων καὶ μ­έ­λη τῆς ο­ἰ­κ­ο­γ­έ­ν­ε­ι­ας τοῦ Θεοῦ. Κ­αὶ σάν ζ­ω­ν­τ­α­νοὶ λ­ί­θ­οι κ­τ­ι­σθή­κ­α­τε π­ά­νω σ­τὸ θ­ε­μ­έ­λ­ιο. Κ­αὶ τὸ θ­ε­μ­έ­λ­ιο α­ὐ­τὸ ε­ἶ­ν­αι οἱ ἀ­π­ό­σ­τ­ο­λ­οι κ­αὶ οἱ π­ρ­ο­φ­ῆ­τ­ες, ἐνῶ ὁ ἀ­κ­ρ­ο­γω­νι­α­ῖ­ος λ­ί­θ­ος, τὸ ἀ­γ­κ­ω­ν­ά­ρι π­οὺ β­α­σ­τ­ά­ζ­ει κ­αὶ σ­τ­η­ρ­ί­ζ­ει ὅ­λο τὸ ο­ἰ­κ­ο­δ­ό­μ­η­μα, ε­ἶ­ν­αι ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χ­ρ­ι­σ­τ­ός. Π­ά­νω σ᾿ α­ὐ­τὸν λ­ο­ι­π­ὸν κ­αὶ δ­ι­α­μ­έ­σ­ου αὐτοῦ τοῦ Χριστοῦ ἡ οἰκοδομή ὅλη τ­ῆς Ἐ­κ­κ­λ­η­σ­ί­ας ἑ­ν­ώ­ν­ε­τ­αι ἁ­ρ­μ­ο­ν­ι­κά κ­αὶ σ­τ­ε­ρ­εὰ κ­αὶ α­ὐ­ξ­ά­ν­ει, ὥστε νὰ γ­ί­νε­τ­αι ν­α­ὸς ἅ­γ­ι­ος, ὅπως τόν θέλει ὁ Κ­ύ­ρ­ι­ος. Μὲ τ­ὴν ἕνωσή σ­ας μὲ τ­ὸν Κύ­ρ­ιο κι ἐ­σ­ε­ῖς ο­ἰ­κο­δ­ο­μ­ε­ῖ­σ­τε μ­α­ζὶ μὲ τ­ο­ὺς ἄ­λ­λ­ο­υς π­ι­σ­τ­ο­ὺς γ­ιὰ νὰ γ­ί­ν­ε­τε ν­α­ὸς κ­αὶ κατοικητήριο, στό ὁποῖο θὰ κ­α­τ­ο­ι­κ­εῖ ὁ Θ­ε­ὸς μὲ τὸ Π­ν­εῦ­μα τ­ου.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, ἄν­θρω­πός τις προ­σῆλ­θε τῷ ᾿Ι­η­σοῦ, πει­ρά­ζων αὐ­τὸν, καὶ λέ­γων· Δι­δά­σκα­λε ἀ­γα­θέ, τί ποι­ή­σας ζω­ὴν αἰ­ώ­νι­ον κλη­ρο­νο­μή­σω; Εἶ­πε δὲ αὐ­τῷ ὁ ᾿Ι­η­σοῦς· Τί με λέ­γεις ἀ­γα­θόν; οὐ­δεὶς ἀ­γα­θὸς εἰ μὴ εἷς, ὁ Θε­ός. Τὰς ἐν­το­λὰς οἶ­δας· Μὴ μοι­χε­ύ­σῃς· μὴ φο­νε­ύ­σῃς· μὴ κλέ­ψῃς· μὴ ψευ­δο­μαρ­τυ­ρή­σῃς· τί­μα τὸν πα­τέ­ρα σου καὶ τὴν μη­τέ­ρα σου. Ὁ δὲ εἶ­πε· Ταῦ­τα πάν­τα ἐ­φυ­λα­ξά­μην ἐκ νε­ό­τη­τός μου. Ἀ­κο­ύ­σας δὲ ταῦ­τα ὁ ᾿Ι­η­σοῦς εἶ­πεν αὐ­τῷ· Ἔ­τι ἕν σοι λε­ί­πει· πάν­τα ὅ­σα ἔ­χεις πώ­λη­σον καὶ δι­ά­δος πτω­χοῖς, καὶ ἕ­ξεις θη­σαυ­ρὸν ἐν οὐ­ρα­νῷ, καὶ δεῦ­ρο ἀ­κο­λο­ύ­θει μοι. Ὁ δὲ ἀ­κο­ύ­σας ταῦ­τα πε­ρί­λυ­πος ἐ­γέ­νε­το· ἦν γὰρ πλο­ύ­σι­ος σφό­δρα. Ἰ­δὼν δὲ αὐ­τὸν ὁ ᾿Ι­η­σοῦς πε­ρί­λυ­πον γε­νό­με­νον εἶ­πε· πῶς δυ­σκό­λως οἱ τὰ χρή­μα­τα ἔ­χον­τες εἰ­σε­λε­ύ­σον­ται εἰς τὴν βα­σι­λε­ί­αν τοῦ Θε­οῦ! Εὐ­κο­πώ­τε­ρον γάρ ἐ­στι κά­μη­λον δι­ὰ τρυ­μα­λι­ᾶς ῥα­φί­δος εἰ­σελ­θεῖν ἢ πλο­ύ­σι­ον εἰς τὴν βα­σι­λε­ί­αν τοῦ Θε­οῦ εἰ­σελ­θεῖν. Εἶ­πον δὲ οἱ ἀ­κο­ύ­σαν­τες· Καὶ τίς δύ­να­ται σω­θῆ­ναι; Ὁ δὲ εἶ­πε· Τὰ ἀ­δύ­να­τα πα­ρὰ ἀν­θρώ­ποις, δυ­να­τὰ πα­ρὰ τῷ Θε­ῷ ἐ­στιν.  

                                                  (Λουκ. ιη΄[18] 18 – 27)

 

Ο ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΝΕΟΣ

1. ΔΙΑΘΕΣΗ ΘΥΣΙΑΣ

πλούσιος νέος εχε μεγάλα πνευματικ νδιαφέροντα. ταν κι ρχοντας τς Συναγωγς κα εχε μεταφυσικς ναζητήσεις. Μόλις λοιπν ντίκρισε τν Κύριο, Τν πλησίασε κα μ σχυρ νδιαφέρον Τν ρώτησε: Διδάσκαλε γαθέ, τί πρέπει ν κάνω γιὰ ν κληρονομήσω τν αώνια ζωή; Κι ὁ Κύριος τοῦ πάντησε: Γιατί μ νομάζεις «γαθό», ἀφοῦ νομίζεις ὅτι εμαι νας πλς ἄνθρωπος; Κανεὶς δν εναι πολύτως γαθς παρ μόνο νας, ὁ Θεός. Γνωρίζεις τς ντολές! Ν μὴ μοιχεύσεις· ν μὴ φονεύσεις· ν μν κλέψεις· ν μν ψευδομαρτυρήσεις· ν τιμς τν πατέρα σου κα τ μητέρα σου. κενος ξαφνιασμένος π τν προσδόκητη ατ πάντηση επε μ πορία: Μ ὅλα ατ τ φύλαξα ἀπὸ τ παιδικά μου χρόνια! να σοῦ λείπει κόμη, νταπάντησε ὁ Κύριος. Πούλησε τν περιουσία σου, μοίρασέ την στος πτωχος κα θ χεις θησαυρ στν ορανό· κι λα ν μ κολουθήσεις. Ατς ὅμως ὅταν τ κουσε ατό, λυπήθηκε πολύ. Διότι ταν πολ πλούσιος κα δν θελε ν ποχωρισθε τ πλούτη του. Κι φυγε ἀπὸ τν Χριστό.

Πς ὅμως ρνήθηκε τν προτροπ τοῦ Κυρίου ὁ νέος ατός, ὁ ὁποῖος εχε τόσο μεγάλες πνευματικς ναζητήσεις; Εἶχε μεγάλο νδιαφέρον για τν αωνιότητα, κάτι πο δν χουν οἱ πολλο ἄνθρωποι, πο ζον μόνο γιὰ τς ἡδονς κα τν ὕλη. θελε ν κληρονομήσει τν αώνια ζωή. Κα γι᾿ ατ ἀπὸ τ παιδικά του χρόνια γωνιζόταν νὰ τηρε τς ντολς τοῦ Θεοῦ. Κι ψαξε ν βρε τν κατάλληλο διδάσκαλο γιὰ ν πάρει πάντηση σ᾿ να τόσο σοβαρ θέμα. Διότι προσδοκοσε ὅτι ὁ Κύριος θ μποροσε ν τν δηγήσει μ σφάλεια στν ὁδὸ πο δηγε στν αώνια ζωή. Περίμενε λοιπν ν᾿ κούσει κάτι τ διαίτερο κα νώτερο ἀπὸ ατ πο κανε. Ὅταν ὅμως πρε τν πάντηση ατή, ξαφνιάστηκε. Ατς εχε ζω καθαρή, εχε πίστη, εχε ναζητήσεις, δν εχε ὅμως ατογνωσία κα διάθεση θυσιαστικς πακος. πιθυμοσε τν λλη ζωή, ἀλλὰ ταν κυριευμένος ἀπὸ τ φοβερ πάθος τς φιλαργυρίας. Κι ἐνῶ στν ἀρχὴ φάνηκε πρόθυμος ν κούσει τς δηγίες τοῦ Κυρίου κα ν τς φαρμόσει, στ συνέχεια ὅταν τοῦ τέθηκε τ δίλημμα, ὁ Χριστς ὁ χρυσός, προτίμησε τ πλούτη του κι ρνήθηκε τν αώνια Βασιλεία.

Δὲν ἀρκεῖ λοιπν μόνο ν πιστεύουμε κα ν ποθομε τν αώνια ζωή. Δν ἀρκεῖ ν χουμε πνευματικ νδιαφέροντα κα ν κομε θρησκευτικς μιλίες. Δν μς ἐξασφαλίζει τ γεγονς ὅτι πολλο χουμε ἀπὸ τ παιδικά μας χρόνια τηρήσει κάποιες βασικς ντολές. Μπορε κάποιο πάθος μας ν ποβε καταστροφικ γιὰ τ σωτηρία μας, ἐὰν δν χουμε διάθεση πακος κα θυσίας. Γι' ατ χρειάζεται ν μάθουμε ν πακοῦμε στς ντολς τοῦ Θεοῦ. Σ ὅλες κι χι μόνο σ᾿ κενες πο θέλουμε. Ἐὰν θέλουμε ν εμαστε γνήσιοι μαθητς τοῦ Χριστοῦ, πρέπει ν Τν κολουθομε ὅπου μς καλέσει, θυσιάζοντας τ πάντα γι᾿ Ατόν, ὅσο κι ἂν ατ μς φαίνεται δύσκολο κατόρθωτο.

2. ΜΕ ΤΗ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Ὅταν ὁ Χριστς εδε τν νέο ν φεύγει τόσο πολ λυπημένος, επε: Πόσο δύσκολα θ μπον στ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ατο πο χουν τ χρήματα! Εναι εκολότερο μία καμήλα ν περάσει ἀπὸ τ μικρ τρύπα πο νοίγει ἡ βελόνα, παρ ν μπε νας πλούσιος στ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. κενοι τότε πο τ κουσαν ατό, πόρησαν: Μ τότε ποιὸς μπορε ν σωθε; Κι ὁ Κύριος πάντησε: κενα πο εναι δύνατο ν γίνουν μ τν σθενικ δύναμη τοῦ ἀνθρώπου, ατ εναι κατορθωτ κα δυνατ μ τ Χάρη τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ λοιπν κάνει δυνατ χι μόνο τ δύσκολα ἀλλὰ κα τ δύνατα. Διότι μόνο μ τ Χάρη τοῦ Θεοῦ μπορε ὁ πλούσιος ν παγκιστρωθε ἀπὸ τν προσκόλλησή του στ πλούτη του. Βέβαια κα γενικότερα ὅλες οἱ προσκολλήσεις στ διάφορα πάθη πο χουν οἱ ἄνθρωποι μόνο μ τ Χάρη τοῦ Θεοῦ μπορον ν περνικηθον. Ὁ Κύριος τονίζει ὅμως τν προσκόλληση στν πλοτο, πειδ ατ δημιουργε πολ μεγάλη ἐξάρτηση. Αχμαλωτίζει τν ἄνθρωπο κα τν κυριεύει. Τν ταυτίζει μ τν ὕλη κα τν σκληραίνει πολύ. Γι᾿ ατ ὁ Κύριος μς ξηγεῖ ὅτι ἡ πεξάρτηση ἀπὸ τ πλούτη εναι δύνατη μ τς φτωχές μας νθρώπινες δυνάμεις κα δυνατ μόνο μ τ Χάρη του.

Γενικότερα ὅμως ὅλοι μας, σ᾿ ποιο πάθος κι ἂν χουμε κάποια δυναμία, θ πρέπει ν συνειδητοποιήσουμε ὅτι στ δρόμο μας πρς τ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ χρειαζόμαστε λοι μας τ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μόνο μ τς δικές μας δυνάμεις τίποτε δν μπορομε ν κάνουμε. Δν μπορομε ν ξεπεράσουμε κανένα πάθος. Διότι ἡ πνευματικ ζω εναι ζω περφυσική, εναι θαμα τς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Τ ν ποκολληθε ἡ καρδι τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τν λη, τν κόσμο κα τ σάρκα κα ν στραφε πρς τν Θε κα τ οράνια ποτελε θαμα τς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεία Χάρις μς παλλάσσει ἀπὸ τ πάθη μας, μς κινε σ μετάνοια, μς καθαρίζει, μς ναγεννᾶ, μς γιάζει. μες κάνουμε τ λάχιστο, προσφέρουμε τ διάθεσή μας, κα τ μεγάλο κα κατόρθωτο τ ργάζεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. ς κάνουμε λοιπν ἐμεῖς τ λάχιστο, γιὰ ν μς προσφέρει ὁ Θες τ ἄπειρο, τν παντοδύναμη Χάρη του.

    (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)