ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(28 ΙΟΥΝΙΟΥ 2020)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί,
δικαιωθέντες ἐκ πίστεως εἰρήνην
ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι' οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν
ἐσχήκαμεν τῇ πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην
ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ' ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονὴν
κατεργάζεται,
ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει,
ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται
ἐν
ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ Πνεύματος ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν. ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν
ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν
ἀπέθανε. μόλις γὰρ ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν. συνίστησι
δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεὸς, ὅτι ἔτι
ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν
ἀπέθανε. πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες
νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι' αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες
κατηλλάγημεν
τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ,
πολλῷ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.
(Ρωμ.
ε΄[5] 1 – 10)
ΠΙΣΤΟΙ Σ᾿ ΕΚΕΙΝΟΝ ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΓΑΠΑ
1. Εἴμαστε πιστοὶ Χριστιανοί;
Στὸ ἐρώτημα ἂν εἴμαστε πιστοὶ Χριστιανοί, πολὺ εὔκολα θὰ ἀπαντούσαμε
θετικά. Ὡστόσο ἂς μὴ βιαστοῦμε νὰ δώσουμε ἀπάντηση. Ὁ ἀπόστολος
Παῦλος μᾶς καλεῖ μέσα ἀπὸ τὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ νὰ δοκιμάσουμε
τὴν πίστη μας καὶ νὰ τὴ δοῦμε μὲ διαφορετικὸ τρόπο ἀπὸ ὅ,τι τὴ βλέπουν
οἱ πολλοί. Διότι ἡ πίστη δὲν εἶναι κάποια θεωρητικὴ παραδοχή, οὔτε
ἡ τυπικὴ τήρηση κάποιων καθηκόντων, ἀλλὰ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη
στὸν πανάγαθο Θεό, ποὺ κάνει τὰ πάντα γιὰ τὴ σωτηρία μας.
─Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, ποὺ δικαιωθήκαμε
ἀπό τήν πίστη, ἔχουμε εἰρήνη μὲ τὸν Θεὸ διὰ μέσου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ
Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος μὲ τὴν πίστη μας πρὸς Αὐτὸν μᾶς ἔχει ἤδη φέρει στὴν
κατάσταση αὐτὴ τῆς χάριτος, στὴν ὁποία στεκόμαστε στερεά. Καὶ ὄχι
μόνο ἔχουμε εἰρήνη, ἀλλὰ καὶ καυχόμαστε ἐλπίζοντας ὅτι θὰ ἀπολαύσουμε
τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.
Καὶ δὲν καυχόμαστε μόνο γιὰ τὴ δόξα ποὺ ἐλπίζουμε,
ἀλλὰ καυχόμαστε καὶ γιὰ τὶς θλίψεις μας· διότι γνωρίζουμε ὅτι «ἡ θλῖψις
ὑπομονὴν κατεργάζεται»· ἡ θλίψη ἀσκεῖ σὲ ὑπομονή, ἡ ὑπομονὴ παράγει
ἀρετὴ δοκιμασμένη, καὶ ἡ δοκιμασμένη ἀρετὴ παράγει τὴν ἐλπίδα
στὸ Θεό.
Καὶ ἡ ἐλπίδα αὐτὴ δὲν ντροπιάζει καὶ δὲν διαψεύδει αὐτὸν ποὺ τὴν
ἔχει, διότι ἡ ἀγάπη ποὺ ἔδειξε σὲ μᾶς ὁ Θεός, στὸν Ὁποῖο ἐλπίζουμε,
ἐκχύθηκε καὶ πλημμύρισε τὶς καρδιές μας μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ μᾶς δόθηκε
ὡς ἀρραβώνας τῆς ἐλπίδας μας.
Ἡ πίστη μας λοιπὸν καὶ ἡ ἐλπίδα γιὰ τὴ σωτηρία μας βασίζονται
στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Αὐτὸς ἀνέλαβε νὰ μᾶς συμφιλιώσει μὲ τὸν Θεὸ
Πατέρα, θυσιάστηκε γιὰ μᾶς καὶ μᾶς ἐξασφάλισε τὴ σωτηρία καὶ τὴν
αἰώνια δόξα.
Αὐτὴ ἡ θεϊκὴ δόξα εἶναι ἡ ἐλπίδα καὶ τὸ καύχημά μας. Ὡστόσο ὁ
ἀπόστολος Παῦλος προσθέτει κι ἕναν ἀκόμη λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο ὀφείλουμε
νὰ καυχόμαστε, ὁ ὁποῖος ἀκούγεται ὅμως πολὺ παράδοξος: «καυχώμεθα
ἐν ταῖς θλίψεσιν», γράφει. Εἶναι δυνατὸν νὰ καυχόμαστε γιὰ τὶς θλίψεις
καὶ τὶς δοκιμασίες ποὺ ἀντιμετωπίζουμε;
Ἀλλὰ αὐτὸ ἀκριβῶς φανερώνει τὴ γνησιότητα τῆς πίστεώς μας. Ὁ
πιστὸς Χριστιανὸς γνωρίζει ὅτι στὴ ζωὴ θὰ συναντήσει δυσκολίες καὶ
ἐμπόδια. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἀντιμετωπίζει μὲ τὴ βεβαιότητα ὅτι τὰ ἐπιτρέπει
ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό του. Γιὰ νὰ καταρτιστεῖ καὶ νὰ καλλιεργήσει ἀρετὲς
ὅπως ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἐλπίδα. Γιὰ νὰ ἀγαπήσει περισσότερο τὸν Κύριο,
καθὼς Τὸν νιώθει στὶς δύσκολες ὧρες νὰ τὸν στηρίζει καὶ νὰ τὸν ἐνισχύει.
Ὁ συνειδητὸς Χριστιανὸς ἐμπιστεύεται πλήρως τὸν Θεό, διότι εἶναι
ἀπολύτως βέβαιος ὅτι ὁ Θεὸς τὸν ἀγαπᾶ. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀποδεικνύεται
περίτρανα μέσα ἀπὸ τὸ σωτηριῶδες ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας, ὅπως
τονίζει καὶ ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος στὴ συνέχεια:
2. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ
Εἶναι πραγματικὰ ἀξιοθαύμαστη καὶ μοναδικὴ
ἡ ἀγάπη ποὺ μᾶς ἔδειξε ὁ Θεός. Διότι, ὅταν ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη ἀσθενεῖς
πνευματικὰ καὶ δὲν μπορούσαμε νὰ ἐργασθοῦμε τὸ καλό, ὁ Χριστὸς στὸν
κατάλληλο χρόνο ποὺ εἶχε ὁρίσει ὁ Θεός, πέθανε γιὰ νὰ σώσει ἀνθρώπους
ἀσεβεῖς.
Κι αὐτὸ ἀποδεικνύει πράγματι τὴ μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· διότι
μόλις καὶ μετὰ βίας θὰ βρεθεῖ ἄνθρωπος νὰ πεθάνει γιὰ κάποιον δίκαιο.
Διότι γιὰ ἕναν καλὸ ἄνθρωπο ἴσως νὰ εἶχε κανεὶς τὴν τόλμη νὰ πεθάνει.
Ὁ Θεὸς ὅμως δείχνει περίτρανα τὴν ἄπειρη ἀγάπη Του γιὰ μᾶς, διότι
«ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε». Ὁ Χριστὸς πέθανε
γιὰ χάρη μας, ὅταν ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη γεμάτοι ἁμαρτίες.
Πολὺ περισσότερο λοιπὸν τώρα ποὺ δικαιωθήκαμε μὲ τὸ Αἷμα καὶ
τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ, θὰ σωθοῦμε μέσῳ Αὐτοῦ ἀπὸ τὴ μέλλουσα ὀργή.
Διότι, ἐὰν συμφιλιωθήκαμε μὲ τὸν Θεὸ μὲ τὸν θάνατο τοῦ Υἱοῦ
Του ὅταν ἤμασταν ἐχθροί, πολὺ περισσότερο τώρα ποὺ συμφιλιωθήκαμε,
θὰ σωθοῦμε διὰ μέσου τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος δὲν ὑπάρχει πλέον ἀνάγκη
νὰ πεθάνει, ἀλλὰ ζεῖ ἔνδοξος στοὺς οὐρανοὺς ὡς μεσίτης δικός
μας.
Τί μεγαλεῖο ἀγάπης! Ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ χάρη μας τὴ στιγμὴ ποὺ
ἐμεῖς ἤμασταν ἁμαρτωλοί, ἀσεβεῖς, βλάσφημοι, προδότες! Ἤμασταν ἐχθροί
Του, κι Ἐκεῖνος ὄχι μόνο μᾶς συγχωρεῖ, ἀλλὰ καὶ θυσιάζεται γιὰ μᾶς!
Τί παράφορη ἀγάπη! Καταδικάζεται ὁ Ἀθῶος γιὰ νὰ ἀπαλλάξει ἐμᾶς
τοὺς ἐνόχους ἀπὸ τὴν αἰώνια καταδίκη. Παραδίδεται στὸν θάνατο ἡ
πηγὴ τῆς Ζωῆς γιὰ νὰ ἐλευθερώσει τοὺς νεκροὺς ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου.
Γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὴν αἰώνια Ζωή!
Ποιὸς μπορεῖ νὰ μείνει ἀσυγκίνητος ἐμπρὸς σ᾿ αὐτὸ τὸ πρωτοφανὲς
καὶ ἀσύλληπτο μεγαλεῖο τῆς θεϊκῆς ἀγάπης!
Τί ἄλλο ἀπομένει γιὰ ἐμᾶς παρὰ νὰ ἀγαπήσουμε ὁλοκληρωτικὰ
τὸν Κύριο; Νὰ Τὸν ἀγαποῦμε ὁλόψυχα ὡς ἀνταπόκριση στὴ δική Του ἀγάπη.
Νὰ Τὸν ἐμπιστευθοῦμε ἀπόλυτα ἔχοντας τὴ βεβαιότητα ὅτι μόνο κοντά
Του θὰ βροῦμε τὴν ἀλήθεια, τὴ δόξα, τὴ χαρά, τὴν εὐτυχία. Αὐτὸς καὶ μόνο
μπορεῖ νὰ ἐκπληρώσει κάθε βαθύτατο πόθο καὶ ἐπιθυμία μας.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ
τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος.
Ὁ
λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός. ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός
σου
ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν
ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον;
Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει·
οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε
τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ
τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν
ἐστιν τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος; ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν
οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος
τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται
προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν
αὐτοῦ
πῆχυν ἕνα; καὶ περὶ ἐνδύματος
τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι
οὐδὲ
Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον
βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον
ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; μὴ οὖν μεριμνήσητε
λέγοντες, τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα;
πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων
ἁπάντων. ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν
τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην
αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα
προστεθήσεται ὑμῖν.
(Ματθ.στ΄[6] 22 – 33)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Εἶπεν ὁ Κύριος. Τὸ λυχνάρι ποὺ δίνει φῶς στὸ σῶμα εἶναι τὸ μάτι· καὶ
τὸ λυχνάρι ποὺ φωτίζει τὴν ψυχὴ εἶναι ὁ νοῦς. Ἐὰν λοιπὸν τὸ μάτι σου εἶναι
ὑγιές, ὅλο τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι γεμάτο φῶς, σὰν νὰ ἦταν ὁλόκληρο τὸ σῶμα σου
μάτι. Ἔτσι θὰ φωτίζεται καὶ ἡ ψυχή σου, ἐὰν ὁ νοῦς σου καὶ ἡ καρδιά σου δὲν
ἔχουν τυφλωθεῖ ἀπ' τὴ φιλαργυρία καὶ τὴν προσκόλληση στὰ μάταια. Ἐὰν ὅμως τὸ
μάτι σου εἶναι βλαμμένο καὶ τυφλωμένο, ὅλο τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι βυθισμένο στὸ
σκοτάδι. Ἐὰν λοιπὸν ἐκεῖνο ποὺ σοῦ δόθηκε γιὰ νὰ σοῦ μεταδίδει φῶς γίνει σκοτάδι,
σὲ πόσο σκοτάδι θὰ βυθισθεῖς; Κάτι ἀνάλογο θὰ συμβεῖ, ἐὰν καὶ ὁ νοῦς σκοτισθεῖ
ἀπὸ τὴν προσκόλληση στὸν πλοῦτο. Σὲ πόσο ἠθικὸ σκοτάδι θὰ βυθισθεῖ τότε ἡ ψυχή
σου! Μὴν ἀπατᾶτε τὸν ἑαυτό σας μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ θησαυρίζει
κανεὶς καὶ στὴ γῆ καὶ ταυτόχρονα νὰ εἶναι προσκολλημένος καὶ στὸ Θεό. Κανεὶς
δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι συγχρόνως δοῦλος σὲ δύο κυρίους. Διότι ἢ θὰ μισήσει τὸν ἕνα
καὶ θὰ ἀγαπήσει τὸν ἄλλο, ἢ θὰ προσκολληθεῖ στὸν ἕνα καὶ θὰ περιφρονήσει τὸν
ἄλλο. Δὲν μπορεῖτε νὰ εἶστε συγχρόνως δοῦλοι καὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ μαμωνᾶ,
δηλαδὴ τοῦ πλούτου. Ἢ θὰ μισήσετε τὸν πλοῦτο γιὰ νὰ ἀγαπήσετε τὸν Θεό, ἢ θὰ
προσκολληθεῖτε στὸν πλοῦτο καὶ θὰ περιφρονήσετε τότε τὸν Θεό.
Ἡ καρδιά σας λοιπὸν πρέπει νὰ ἀνήκει ἀποκλειστικὰ στὸν
Θεό. Γι᾿ αὐτὸ σᾶς λέω, κόψτε τὴ ρίζα τῆς πλεονεξίας· καὶ μὴ φροντίζετε μὲ
ἀγωνία καὶ στενοχώρια γιὰ τὴ ζωή σας τί θὰ φᾶτε καὶ τί θὰ πιεῖτε, οὔτε γιὰ τὸ
σῶμα σας τί ἔνδυμα θὰ φορέσετε. Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερο ἀπὸ τὴν τροφή, καὶ
τὸ σῶμα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸ ἔνδυμα; Ὁ Θεὸς λοιπὸν ποὺ σᾶς ἔδωσε αὐτὰ τὰ ἀνώτερα, θὰ
σᾶς δώσει καὶ τὰ κατώτερα, τὴν τροφὴ δηλαδὴ καὶ τὸ ἔνδυμα. Κοιτάξτε τὰ πουλιὰ
ποὺ πετοῦν στὸν ἀέρα καὶ δεῖτε ὅτι αὐτὰ δὲν σπέρνουν οὔτε θερίζουν οὔτε
μαζεύουν τροφὲς σὲ ἀποθῆκες γιὰ τὸ χειμώνα ἢ τὸν καιρὸ τῆς στερήσεως. Κι ὅμως ὁ
ἐπουράνιος Πατέρας σας τὰ τρέφει. Ἐσεῖς δὲν ἀξίζετε πολὺ περισσότερο ἀπὸ αὐτά;
Καὶ γιὰ νὰ καταλάβετε πόσο ἀνόητη καὶ ἀνίσχυρη εἶναι αὐτή σας ἡ μέριμνα, σᾶς
ρωτῶ: Ποιὸς ἀπὸ σᾶς, ὁσοδήποτε κι ἂν φροντίσει, μπορεῖ νὰ προσθέσει στὸ
ἀνάστημά του ἕναν πήχη; Κανένας. Τί κατορθώνετε λοιπὸν μὲ τὴ μέριμνά σας; Ἀλλὰ
καὶ γιὰ τὸ ἔνδυμα γιατί κυριεύεσθε ἀπὸ ἀνήσυχη καὶ ἀγωνιώδη φροντίδα;
Παρατηρῆστε τὰ ἀγριολούλουδα, ποὺ φυτρώνουν μόνα τους στὸν ἀγρό, μὲ ποιὸ τρόπο
αὐξάνουν. Δὲν κοπιάζουν οὔτε γνέθουν· κι ὅμως σᾶς λέω ὅτι οὔτε ὁ σοφὸς σὲ
ἐπινοήσεις Σολομών, μὲ ὅλη τὴν ξακουσμένη βασιλική του μεγαλοπρέπεια καὶ τὴ
λαμπρὴ καὶ ἔνδοξη περιβολὴ καὶ ἐμφάνισή του, δὲν ντύθηκε μὲ ἔνδυμα τόσο ὡραῖο
καὶ θαυμάσιο, ὅπως περιβάλλεται ἕνα ἀπὸ τὰ ἀγριολούλουδα αὐτά. Κι ἂν ὁ Θεὸς
ντύνει μὲ τόση μεγαλοπρέπεια τὰ ἀγριόχορτα, ποὺ φυτρώνουν μόνα τους στὸν ἀγρὸ
καὶ δὲν ἔχουν προορισμὸ νὰ ζήσουν αἰώνια, ὅπως ἐσεῖς, ἀλλὰ σήμερα ὑπάρχουν καὶ
αὔριο ρίχνονται στὸ φοῦρνο ὡς καύσιμη ὕλη, δὲν θὰ φροντίσει πολὺ περισσότερο
γιὰ σᾶς καὶ δὲν θὰ σᾶς δώσει ἔνδυμα, ὀλιγόπιστοι; Μὴν καταληφθεῖτε λοιπὸν ποτὲ
ἀπὸ ἀγωνιώδη φροντίδα λέγοντας: τί θὰ φᾶμε, ἢ τί θὰ πιοῦμε, ἢ μὲ ποιὸ ἔνδυμα θὰ
ντυθοῦμε; Διότι οἱ ἐθνικοὶ καὶ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι ἀγνοοῦν ἐντελῶς τὰ
οὐράνια ἀγαθὰ ποὺ ἔχουν ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀξία, ζητοῦν ὅλα αὐτὰ τὰ μάταια καὶ
φθαρτὰ ὡς τὰ μόνα σοβαρὰ καὶ ἀπαραίτητα. Ἐσεῖς ὅμως μὴν ἀνησυχεῖτε γι' αὐτά,
διότι ὁ οὐράνιος Πατέρας σας γνωρίζει ὄτι ἔχετε ἀνάγκη ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ καὶ συνεπῶς
θὰ σᾶς τὰ δώσει. Νὰ ζητᾶτε πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα καὶ πάνω ἀπ᾿ ὅλα τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ
τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν ποὺ ὁ Θεὸς σᾶς ζητᾶ ὡς ὅρο
γιὰ νὰ σᾶς χαρίσει τὰ ἀγαθὰ αὐτά. Καὶ τότε ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια θὰ σᾶς δοθοῦν
μαζὶ μ' ἐκεῖνα.