ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ
(5 ΜΑΪΟΥ 2024)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Τὸν
μὲν πρῶτον λόγον ἐποιησάμην περὶ πάντων, ὦ Θεόφιλε, ὧν ἤρξατο ὁ ᾿Ιησοῦς
ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν ἄχρι ἧς ἡμέρας ἐντειλάμενος τοῖς ἀποστόλοις
διὰ Πνεύματος ῾Αγίου οὓς ἐξελέξατο ἀνελήφθη· οἷς καὶ παρέστησεν
ἑαυτὸν ζῶντα μετὰ τὸ παθεῖν αὐτὸν ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις, δι᾿ ἡμερῶν
τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς καὶ λέγων τὰ περὶ τῆς βασιλείας
τοῦ Θεοῦ. Καὶ συναλιζόμενος παρήγγειλεν αὐτοῖς ἀπὸ ῾Ιεροσολύμων
μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρὸς ἣν ἠκούσατέ
μου· ὅτι ᾿Ιωάννης μὲν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δὲ βαπτισθήσεσθε ἐν
Πνεύματι Ἁγίῳ οὐ μετὰ πολλὰς ταύτας ἡμέρας. Οἱ μὲν οὖν συνελθόντες
ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἀποκαθιστάνεις
τὴν βασιλείαν τῷ ᾿Ισραήλ; Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Οὐχ ὑμῶν ἐστι γνῶναι
χρόνους ἢ καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ, ἀλλὰ λήψεσθε
δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μοι
μάρτυρες ἔν τε ῾Ιερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ ᾿Ιουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ
καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς.
(Πράξ. Ἀποστ. a΄[1]
1 – 8)
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. ΕΝΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟ ΒΙΒΛΙΟ!
Νύχτα τῆς Ἀναστάσεως!
Τὰ μάτια λάμπουν, τὰ πρόσωπα ἀκτινοβολοῦν, μικροὶ καί μεγάλοι,
ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ὅλοι οἱ πιστοὶ λουσμένοι στὸ φῶς ἀνταλλάσσουμε
τὸν θριαμβευτικὸ χαιρετισμό: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! - ΑΛΗΘΩΣ
ΑΝΕΣΤΗ!
Κι ὅμως τὸ φῶς, ποὺ φωτίζει
τὰ μάτια καί πλημμυρίζει τὶς καρδιές μας, δὲν εἶναι τὸ ἱλαρό
φῶς τῶν λαμπάδων, δὲν εἶναι ἡ ἐκτυφλωτικὴ λάμψη τῶν πολυελαίων
καί τῶν προβολέων, δὲν εἶναι οἱ ἀστραπὲς τῶν πυροτεχνημάτων.
Εἶναι τὸ ἅγιο καί ὑπερκόσμιο Φῶς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ
μας. Ἡ συγκλονιστικὴ αἴσθηση ὅτι «ἑάλω ὁ θάνατος θανάτῳ». Ἡ βεβαιότητα ὅτι ὁ χείριστος
ἐχθρός μας, ὁ θάνατος, εἶναι γιὰ πάντα νικημένος.
Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν αἴσθηση
μᾶς μεταδίδει καί τὸ κείμενο τοῦ Ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος
ἀπό τήν ἀρχή τοῦ βιβλίου τῶν «Πράξεων τῶν Ἀποστόλων». Τὸ βιβλίο αὐτό, ποὺ εἶναι πραγματικὰ ἔπος ἡρώων,
τὸ ἔγραψε ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μετὰ τὸ Εὐαγγέλιό του,
καὶ ἀπό τὸ περιεχόμενο του ἔχουν ἐπιλεγεῖ ὅλα τά Ἀποστολικά ἀναγνώσματα
τοῦ Πεντηκοσταρίου. Τῆς περιόδου δηλαδή, πού ἀρχίζει τὴν Κυριακὴ
τοῦ Πάσχα καὶ φθάνει μέχρι τὴν Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς.
Γιατί ἄραγε αὐτὴ ἡ ἐπιλογή;
Διότι τὸ βιβλίο τῶν «Πράξεων» εἶναι ἕνα κατ' ἐξοχὴν ἀναστάσιμο
βιβλίο. Ἀναστάσιμο, ὄχι ἐπειδὴ περιγράφει μὲ περισσότερες
λεπτομέρειες τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας, ἀλλά διότι μᾶς
μεταφέρει τὴν ἀναστάσιμη πνοὴ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας.
Τὰ θαυμαστὰ ἔργα τῶν Ἀποστόλων, ποὺ περιγράφει, εἶναι
ἡ πειστικότερη ἀπόδειξη τῆς Ἀναστάσεως, γιά τὸν λόγο ἀκριβῶς ὅτι
οἱ Ἀπόστολοι δὲν τὰ κάνουν μὲ τὶς δικές τους ἱκανότητες, ἀλλά μέ τή
δύναμη τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου.
Καὶ εἶναι συγκλονιστικὸ
νὰ παρακολουθεῖ κανείς δώδεκα φοβισμένους καὶ ἄτολμους ψαράδες
νὰ γίνονται μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ λιοντάρια. Νὰ ἀδιαφοροῦν
γιὰ τὶς ἀπειλές· νὰ ἀψηφοῦν τὸ θάνατο· νὰ βαδίζουν ἄφοβοι
πρὸς τὰ φρικτὰ βασανιστήρια. Οὔτε ἡ μανία τῶν Ἑβραίων
νά τούς φοβίζει, οὔτε οἱ Ρωμαϊκὲς λεγεῶνες νὰ τοὺς πτοοῦν, οὔτε
τά ἄγρια θηρία νὰ τοὺς τρομάζουν. Ποιός ἔφερε αὐτὴ τὴ θαυμαστὴ
μεταβολή; Ποιός ἄλλος, παρὰ ὁ ἀναστημένος Κύριός μας, ὀ
νικητής τοῦ θανάτου καί τοῦ Ἅδου! Νά, γιατί οἱ «Πράξεις τῶν Ἀποστόλων» εἶναι πειστικὴ καὶ ἀδιαμφισβήτητη
μαρτυρία περὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας καὶ ἑπομένως ἀπόλυτα
ταιριαστὸ ἀνάγνωσμα γιά τήν ἀναστάσιμη περίοδο τοῦ
Πεντηκοσταρίου, πού περνᾶμε.
Καὶ κάτι ἀκόμη γιὰ τὸ βιβλίο
τῶν Πράξεων, ποὺ ἀφορᾶ ὅλους μας, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί. Τὸ βιβλίο
αὐτὸ εἶναι τὸ μοναδικὸ μὲς στὴν Καινὴ Διαθήκη, ποὺ δὲν ἔχει
ἐπίλογο. Σταματάει σχεδὸν ἀπότομα τή διήγησή του στὸ σημεῖο ποὺ
μιλάει γιὰ τὴ φυλάκιση τοῦ ἀποστόλου Παύλου στὴ Ρώμη.
Ἀγνοοῦμε γιατί ὁ εὐαγγελιστὴς
Λουκᾶς σταμάτησε ἐκεῖ. Φαίνεται ὅμως πώς ὁ Θεὸς κατηύθυνε
ἔτσι τὰ πράγματα, ὥστε τὸ βιβλίο αὐτὸ νὰ μὴν κλείσει, ἀφοῦ καὶ
τὸ περιεχόμενό του δὲν τελειώνει. Κατὰ κάποιο τρόπο ἡ
συγγραφὴ τοῦ βιβλίου τῶν «Πράξεων»
συνεχίζεται! Συνεχίζεται μὲ τὴν ὅλη ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας,
μὲ τοὺς βίους πρωτίστως τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι μέ τή δύναμη τοῦ Ἀναστάντος
Κυρίου ἔζησαν ζωὴ ἀποστολικὴ καὶ ἐπετέλεσαν ἔργα –
πράξεις – ὡσάν τῶν Ἀποστόλων. Συνεχίζεται ὅμως καί μὲ τὴ ζωὴ
καὶ τὰ ἔργα ὅλων τῶν πιστῶν, ποὺ ἀγαποῦν τὸν Κύριο καὶ ἀγωνίζονται
θεοφιλῶς μέσα στὴν ἁγία Του Ἐκκλησία. Ἑπομένως – στό βαθμό πού
εἶναι ζωὴ ἀναστημένη καὶ ἀποστολική – συνεχίζεται καὶ μὲ τοῦ
καθενός μας τὴ ζωή, καί θὰ συνεχίζεται μέχρι τὴ συντέλεια
τῶν αἰώνων, μέχρι τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ μας.
Τότε θὰ γραφεῖ ὁ ἔνδοξος ἐπίλογος τοῦ ἡρωικοῦ αὐτοῦ βιβλίου τῶν «Πράξεων τῶν Ἀποστόλων»,
ἕνας ἐπίλογος ὅμως, ποὺ θὰ ᾿ναι ταυτόχρονα ἀρχή! Μιὰ αἰώνια Ἄνοιξη
μὲς στὴν εὐλογημένη Βασιλεία τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ!
2. Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
Ἐπί σαράντα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάστασή
Του, ὁ Κύριος μας ἐμφανιζόταν στοὺς μαθητές Του, μᾶς λέγει τὸ
Ἀνάγνωσμα μας, καί τούς δίδασκε «τὰ περὶ
τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ». Στὸ διάστημα αὐτὸ ἔτρωγε κιόλας
μαζί τους, γιὰ νὰ τοὺς βεβαιώσει ὅτι ἀναστήθηκε πραγματικά.
Συγχρόνως τοὺς παράγγειλε νὰ μὴν ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τὴν Ἱερουσαλήμ,
ἀλλά νά περιμένουν τήν πραγματοποίηση τῆς ὑπόσχεσης, πού εἶχε δοθεῖ, ὅτι
θὰ ἔλθει νά μείνει μαζί τους τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ κλείνοντας τὶς παραγγελίες
Του, τοὺς λέγει ὅτι δὲν χρειάζεται νά ἀσχολοῦνται μὲ τὸ
πότε ὁ Ἴδιος θά ἐπανέλθει κατὰ τὴ Δευτέρα Του Παρουσία. Νὰ γνωρίζουν
μόνον τοῦτο, ὅτι, ὅταν κατέλθει τό Ἅγιο Πνεῦμα, θά λάβουν ἐνίσχυση
καί δύναμη μεγάλη. Καὶ μὲ τὴ δύναμη αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
θὰ κηρύξουν σὲ ὅλο τὸν κόσμο. «Λήψεσθε
δὺναμιν», τοὺς λέγει, «ἐπελθόντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς,
καὶ ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε Ἱερουσαλὴμ καί ἐν πάσῃ Ἰουδαίᾳ καί
Σαμαρείᾳ καί ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς».
Καί πράγματι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι
τοῦ Χριστοῦ μας λίγες μέρες ἀργότερα, κατὰ τὴν Πεντηκοστή,
ὁπλίστηκαν μέ τή φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ τὴ δύναμή Του συνέτριψαν
τὴ σατανικὴ αὐτοκρατορία καί ἔγιναν μάρτυρες – κήρυκες δηλαδή ἀψευδεῖς
– τῆς ζωῆς, τῆς διδασκαλίας καί τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ μας, τέλος
δὲ οἱ περισσότεροι σφράγισαν τή μαρτυρία τους περί τοῦ Χριστοῦ μέ τό μαρτύριο
καί τό αἷμα τους.
Μὲ τὴ δύναμη αὐτὴ τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, πού εἶναι πρωτίστως δύναμη ἁγίας ζωῆς, ὀφείλει νά εἶναι
ἁρματωμένος καί καθένας μας, ἀφοῦ ὅλοι μας ἔχουμε κληθεῖ νά γίνουμε «μάρτυρες» τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ
μας. Καὶ εἶναι μὲν γεγονός ὅτι τἠ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τή
λαμβάνουμε οἱ πιστοὶ μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα καί τὸ ἅγιο Χρίσμα, εἶναι
ἐν τούτοις καί θλιβερὴ πραγματικότητα, ὅτι αὐτή παύει νά ἐνεργεῖ
μέσα μας, ὅταν ἁμαρτάνουμε καί ὑποκύπτουμε στὰ πάθη μας. Τί πρέπει
λοιπὸν νὰ γίνει; Μά νά μετανοοῦμε νά ἐξομολογούμαστε, νά μετέχουμε στό
ζωοπάροχο μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας καί νά παρακαλοῦμε
τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νά ἔρχεται νά κατοικεῖ ἐντός μας, καθαρίζοντάς μας «ἀπό πάσης κηλίδος», γιά νά ἐξουθενώνουμε
μέ τή δύναμή Του τούς λυσσασμένους πνευματικοὺς λύκους, «τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος
τούτου», καὶ νὰ βαδίζουμε σταθερὰ τὸ στενὸ δρόμο, ποὺ
ὁδηγεῖ στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ
«Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Ἐν
ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν. πάντα δι'
αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἕν ὃ γέγονεν. ἐν αὐτῷ
ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει,
καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν. Ἐγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρὰ
Θεοῦ, ὄνομα αὐτῷ Ἰωάννης· οὗτος ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν, ἵνα μαρτυρήσῃ
περὶ τοῦ φωτός, ἵνα πάντες πιστεύσωσιν δι᾿ αὐτοῦ. οὐκ ἦν ἐκεῖνος τὸ
φῶς, ἀλλ᾿ ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός. Ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει
πάντα ἄνθρωπον, ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. ἐν τῷ κόσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος
δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω. εἰς τὰ ἴδια ἦλθεν, καὶ
οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον. ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν
τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ, οἳ οὐκ ἐξ
αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκὸς, οὐδὲ ἐκ θελήματος ἀνδρὸς, ἀλλ᾿
ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν. Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν,
καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός,
πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας. Ἰωάννης μαρτυρεῖ περὶ αὐτοῦ καὶ κέκραγεν
λέγων· Οὗτος ἦν ὃν εἶπον, Ὁ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἔμπροσθέν μου γέγονεν,
ὅτι πρῶτός μου ἦν. Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν,
καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος· ὅτι ὁ νόμος διὰ Μωϋσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καὶ
ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο.
(Ἰωάν. a΄[1] 1 – 17)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
(Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Στὴν ἀρχή
τῆς δημιουργίας ὑπῆρχε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ποὺ γεννήθηκε ἀχρόνως ἀπὸ
τὸν Πατέρα ὡς ἄπειρος καὶ ζωντανὸς Λόγος ἀπὸ ἀπειροτέλειο καὶ πάνσοφο
Νοῦ. Καὶ ὁ Λόγος ὡς δεύτερο πρόσωπο τῆς Θεότητος ἦταν ἀχώριστος ἀπὸ
τὸν Θεὸ Πατέρα καὶ πάντοτε ἑνωμένος μαζί του. Καὶ ἦταν Θεὸς τέλειος
ὁ Λόγος. Στὴν ἀρχή τῆς δημιουργίας αὐτὸς ὑπῆρχε ἑνωμένος μὲ τὸν Θεὸ
Πατέρα. Ὅλα τὰ δημιουργήματα δημιουργήθηκαν δι᾿ αὐτοῦ σὲ συνεργασία
μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα· καὶ χωρὶς αὐτὸν δὲν ἔγινε τὸ παραμικρὸ
ἀπ᾿ ὅλα ὅσα ἔχουν γίνει. Εἶχε μέσα του τὴ ζωή, καὶ αὐτός, ὡς πηγὴ τῆς
ζωῆς ποὺ εἶναι, δημιούργησε καὶ συντηρεῖ κάθε ζωή. Καὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους,
ποὺ εἶναι λογικὰ ὄντα, ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχή καὶ τὸ πνευματικὸ φῶς, ποὺ
φωτίζει τὸ νοῦ τους καὶ τοὺς ὁδηγεῖ στὴν ἀλήθεια. Τὸ φῶς βέβαια σκορπίζει
τὴ λάμψη του καὶ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶναι σκοτισμένοι ἀπὸ
τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν πλάνη, γιὰ νὰ τοὺς φωτίσει κι αὐτούς. Ἀλλὰ οἱ σκοτισμένοι
αὐτοί ἄνθρωποι δὲν τὸ ἀντιλήφθηκαν καὶ δὲν τὸ ἐγκολπώθηκαν, ἀλλά
καὶ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸ ἐξουδετερώσουν καὶ νὰ τὸ κατανικήσουν. Γιὰ νὰ
γνωρίσουν λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι τὸ φῶς, ἐμφανίστηκε κάποιος ἄνθρωπος
ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεό, ποὺ λεγόταν Ἰωάννης. Αὐτὸς ἦλθε ἔχοντας
ὡς κύρια ἀποστολή του νὰ δώσει τὴ μαρτυρία του γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Ἦλθε δηλαδὴ νὰ δώσει τὴ μαρτυρία ὅτι αὐτὸς εἶναι τὸ φῶς, γιὰ νὰ πιστέψουν ὅλοι
οἱ ἄνθρωποι μὲ τὸ κήρυγμά του στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Δὲν ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Ἰωάννης
τὸ φῶς, ἄλλα ἦλθε ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν
Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι τὸ φῶς. Ὡς Λόγος καὶ ὡς δεύτερο πρόσωπο
τῆς Θεότητος ἦταν πάντοτε ὁ Χριστὸς τὸ ἀπολύτως τέλειο φῶς, ἡ μοναδικὴ
πηγὴ τοῦ φωτός, ποὺ φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο. Ἦταν
ἀπὸ τὴν ἀρχή στὸν κόσμο, προνοοῦσε καί κυβερνοῦσε τὸν κόσμο. Καὶ ὅλα
τὰ ὁρατὰ καὶ ἀόρατα κτίσματα ἀπ᾿ τὰ ὁποῖα ἀποτελεῖται ὁ ἐπίγειος
κι ὁ οὐράνιος κόσμος, διαμέσου αὐτοῦ ἔγιναν. Κι ὅμως, ὅταν αὐτὸς
σαρκώθηκε κι ἔγινε ἄνθρωπος, ὁ διεφθαρμένος κόσμος τῶν ἀνθρώπων
ποὺ ἦταν προσκολλημένος στὰ γήινα δὲν τὸν ἀναγνώρισε ὡς δημιουργό
του. Καὶ ὄχι μόνο ὁ κόσμος, ἀλλά καὶ οἱ δικοὶ του οἱ Ἰουδαῖοι, τὸν ἀπέρριψαν.
Ἦλθε ἀπ᾿ τὸν οὐρανὸ κι ἔζησε ὡς ἄνθρωπος στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ποὺ
ἦταν ξεχωρισμένη πρὶν ἀπὸ πολλοὺς αἰῶνες ἀπὸ τὸν Θεό ὡς ἰδιαιτέρως
δική του. Μὰ οἱ δικοί του ἄνθρωποι, οἱ Ἰουδαῖοι, δὲν τὸν παραδέχθηκαν,
ἀλλά τόν ἀρνήθηκαν σὰν ξένο καὶ ἐχθρό. Ὅσοι ὅμως τὸν δέχθηκαν καὶ τὸν
ἐγκολπώθηκαν ὡς σωτήρα τους, καὶ πίστεψαν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός
τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ἔδωσε
τὸ δικαίωμα καὶ τὴ χάρη νὰ γὶνουν τέκνα τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ δὲν γεννήθηκαν
ἀπὸ γυναικεῖα αἵματα, οὔτε ἀπὸ σαρκικὴ ἐπιθυμία, οὔτε ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία
κάποιου ἄνδρα, ἀλλά γεννήθηκαν ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Γιά νὰ ἐντυπωθεῖ
περισσότερο στὸν καθένα ποιός ἐπιτέλεσε τὴν ὑπερφυσικὴ αὐτὴ γέννηση
καὶ υἱοθεσία, ἐπαναλαμβάνω ὅτι ὁ Λόγος ἔγινε μέσα στὸν χρόνο ἄνθρωπος.
Καὶ ἔχοντας ὡς σκηνὴ καὶ ὡς ναὸ ἅγιο τήν ἀνθρώπινη φύση, παρέμεινε
μὲ πολλὴ οἰκειότητα μεταξύ μας σὰν ἕνας ἀπό μᾶς. Κι ἐμεῖς χορτάσαμε
νὰ βλέπουμε μὲ τὰ μάτια μας τὴν ὑπέρλαμπρη καὶ θεοπρεπῆ δόξα του, ἡ ὁποία
φανερωνόταν μὲ τὰ θαύματά του καί τὴ διδασκαλία του καὶ τὴ λαμπρότητα
τῆς ἀναμάρτητης καὶ ὁλοκληρωτικὰ ἅγιας ζωῆς του. Ἦταν δόξα πού δὲν
πῆρε ὡς χάρισμα καὶ δωρεά, ὅπως τὴν παίρνουν τά λογικά δημιουργήματα,
ἀλλά τὴν εἶχε φυσικὴ ἀπό τὸν Πατέρα του, ὡς Υἱὸς μονάκριβος ποὺ ἦταν·
Yἱός γεμάτος χάρη, μὲ τὴν ὁποία τότε θαυματουργοῦσε καί τώρα μᾶς ἀναγεννᾶ,
καὶ γεμάτος ἀλήθεια, μὲ τὴν ὁποία μᾶς φωτίζει καὶ μᾶς διδάσκει. Ὁ Ἰωάννης
μαρτυρεῖ γι᾿ αὐτὸν καὶ φωνάζει δημόσια καὶ χωρὶς κανένα δισταγμό,
μὲ παρρησία, λέγοντας: Αὐτὸς ἦταν ἐκεῖνος γιὰ τὸν ὁποῖο εἶπα ὅτι:
αὐτὸς ποὺ ἔρχεται στὴ δημόσια δράση ὕστερα ἀπὸ μένα ὑπῆρξε ἀσυγκρίτως
λαμπρότερος καὶ ἐνδοξότερος πολὺ πρὶν ἀπὸ μένα. Αὐτὸν ἔβλεπαν καὶ
κήρυτταν ὅλοι οἱ πατριάρχες καὶ οἱ προφῆτες· διότι ὡς πρωτότοκος
καὶ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὑπῆρχε πρὶν ἀπὸ μένα. Ἀπὸ τὸν ἀνεξάντλητο
πλοῦτο τῆς τελειότητος καὶ τῶν δωρεῶν του πήραμε ὅλοι ἐμεῖς. Πήραμε
τὴ μία χάρη πάνω στὴν ἄλλη. Μετὰ τὴ χάρη τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν
μας λάβαμε καὶ τὴ χάρη τῆς υἱοθεσίας καὶ τῆς μακάριας ζωῆς. Καὶ ὁλοένα
δεχόμαστε νέα ὑπεράφθονη χάρη πάνω σ᾿ ἐκείνη ποὺ προηγουμένως
λάβαμε. Διότι ὁ νόμος, ποὺ τὸν παρέβαιναν οἱ ἄνθρωποι καὶ γιὰ τὸν λόγο
αὐτὸ γίνονταν ἔνοχοι καὶ ἀνάξιοι νὰ λάβουν τὴ χάρη τῆς υἱοθεσίας,
δόθηκε διαμέσου ἀνθρώπου καὶ δούλου, τοῦ Μωυσῆ. Ἐνῶ ἡ χάρη καὶ ἡ τέλεια
ἀποκάλυψη τῆς ἀλήθειας, ἡ ὁποία ἀντικατέστησε τὶς σκιὲς καὶ τὰ
σύμβολα τοῦ νόμου, ἦλθαν διαμέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ αὐτὴ ἡ χάρη
καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώνουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας
καὶ τὸν ἀναγεννοῦν.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ
Χριστός ἀνέστη ἐκ
νεκρῶν,
ανάτῳ θάνατον πατήσας,
καί τοῖς ἐν τοῖς
μνήμασι
ζωήν χαρισάμενος.