Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Στ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(31 ΙΟΥΛΙΟΥ 2016)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀ­δελ­φοί, ἔ­χον­τες χα­ρί­σμα­τα κα­τὰ τὴν χά­ριν τὴν δο­θεῖ­σαν ἡ­μῖν δι­ά­φο­ρα, εἴ­τε προ­φη­τε­ί­αν, κα­τὰ τὴν ἀ­να­λο­γί­αν τῆς πί­στε­ως, εἴ­τε δι­α­κο­νί­αν, ἐν τῇ δι­α­κο­νί­ᾳ, εἴ­τε ὁ δι­δά­σκων, ἐν τῇ δι­δα­σκα­λί­ᾳ, εἴ­τε ὁ πα­ρα­κα­λῶν, ἐν τῇ πα­ρα­κλή­σει, ὁ με­τα­δι­δο­ύς, ἐν ἁ­πλό­τη­τι, ὁ προ­ϊ­στά­με­νος, ἐν σπου­δῇ, ὁ ἐ­λε­ῶν, ἐν ἱ­λα­ρό­τη­τι. ῾Η ἀ­γά­πη ἀ­νυ­πό­κρι­τος. Ἀ­πο­στυ­γοῦν­τες τὸ πο­νη­ρόν, κολ­λώ­με­νοι τῷ ἀ­γα­θῷ, τῇ φι­λα­δελ­φί­ᾳ εἰς ἀλ­λή­λους φι­λό­στορ­γοι, τῇ τι­μῇ ἀλ­λή­λους προ­η­γού­με­νοι, τῇ σπου­δῇ μὴ ὀ­κνη­ροί, τῷ πνε­ύ­μα­τι ζέ­ον­τες, τῷ Κυ­ρί­ῳ δου­λε­ύ­ον­τες, τῇ ἐλ­πί­δι χα­ί­ρον­τες, τῇ θλί­ψει ὑ­πο­μέ­νον­τες, τῇ προ­σευ­χῇ προ­σκαρ­τε­ροῦν­τες, ταῖς χρε­ί­αις τῶν ἁ­γί­ων κοι­νω­νοῦν­τες, τὴν φι­λο­ξε­νί­αν δι­ώ­κον­τες. Εὐ­λο­γεῖ­τε τοὺς δι­ώ­κον­τας ὑ­μᾶς, εὐ­λο­γεῖ­τε καὶ μὴ κα­τα­ρᾶ­σθε.       
                                          (Ρωμ. ιβ΄[12]6-14)

ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΑ

ΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ
Στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς διδάσκει ὅτι ὅλοι οἱ πιστοὶ ἔχουμε «χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα». Ἔχουμε διάφορα χαρίσματα ἀνάλογα μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ μᾶς δόθηκε. Γι᾿ αὐτὸ ἂς ἀρκούμαστε σ’ αὐτὰ κι ἂς μὴ ζητοῦμε ἐγωιστικὰ ἐκεῖνα ποὺ δὲν ἔχουμε. Ὅποιος δηλαδὴ ἔχει τὸ χάρισμα τῆς προφητείας, ἂς διδάσκει σύμφωνα μὲ τὸ βαθμὸ τοῦ χαρίσματος, ποὺ τοῦ δόθηκε ἀνάλογα μὲ τὴν πίστη του. Ὅποιος ἔχει χάρισμα διακονίας, ἂς μένει στὸ χάρισμα αὐτὸ τῆς διακονίας· κι ὅποιος εἶναι διδάσκαλος τῶν θείων ἀληθειῶν, ἂς ἀρκεῖται νὰ ἐξηγεῖ τὶς ἀλήθειες ποὺ περιλαμβάνονται στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Κι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὸ χάρισμα νὰ προτρέπει στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν ἐφαρμογὴ τῶν θείων ἀληθειῶν, ἂς μένει στὸ ἔργο τῆς προτροπῆς. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει κλίση νὰ μοιράζει ἀπὸ τὰ ἀγαθά του στοὺς φτωχούς, ἂς τὸ κάνει αὐτὸ μὲ ἁπλότητα, χωρὶς ἐπίδειξη ἢ ἄλλα ἐγωιστικὰ ἐλατήρια. Ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο ἀνατέθηκε ἡ φροντίδα καὶ ἡ ἐπιμέλεια ὁποιουδήποτε καλοῦ ἔργου, ἂς ἐπιστατεῖ μὲ προθυμία καὶ δραστηριότητα. Κι ἐκεῖνος ποὺ κάνει ἐλεημοσύνη, ἂς ἐλεεῖ μὲ χαρὰ καὶ καταδεκτικότητα.
Μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὅλοι οἱ πιστοὶ ἔχουμε πολλὰ καὶ διαφορετικὰ χαρίσματα. Συχνὰ ὅμως παρατηρεῖται τὸ φαινόμενο κάποιοι πιστοὶ νὰ κάνουν συγκρίσεις, νὰ ζηλεύουν καὶ νὰ γογγύζουν. Γιατί ἐγὼ νὰ ἔχω λιγότερα χαρίσματα καὶ ὁ ἄλλος περισσότερα; Μᾶς ἀπαντᾶ λοιπὸν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἔδωσε τυχαῖα καὶ ἄδικα στὸν καθένα μας τὰ διάφορα χαρίσματα. Ἀλλὰ μᾶς τὰ ἔδωσε ἀνάλογα μὲ τὴ δεκτικότητα καὶ τὴν πίστη τοῦ καθενός μας. Ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς γίνεται αἴτιος νὰ λάβει μεγαλύτερο ἢ μικροτερο χάρισμα. Διότι τὰ χαρίσματα μᾶς τὰ ἔδωσε ὁ Θεὸς ἀνάλογα μὲ τὴ χωρητικότητα τοῦ σκεύους ποὺ προσφέρουμε στὸν Θεό, ἀνάλογα δηλαδὴ μὲ τὴ δεκτικότητα καὶ τὴν πίστη μας.
Αὐτὸ τί ἔχει νὰ πεῖ γιὰ μᾶς; ὅτι ὁ καθένας μας θὰ πρέπει νὰ ἀρκεῖται στὰ χαρίσματα ποὺ τοῦ δόθηκαν καὶ νὰ τὰ καλλιεργεῖ ὅσο μπορεῖ περισσότερο, χωρὶς νὰ παρασύρεται ἀπὸ τὴ φιλαυτία καὶ τὴ ζήλεια. Ἄλλοι εἶναι ἀξιοθαύμαστοι στὴ διδασκαλία καὶ ἄλλοι ὄχι. Κάποιοι ἔχουν χάρισμα στὴν ἐπικοινωνία κι ἄλλοι εἶναι ψυχροὶ καὶ ἀδέξιοι. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά: Κάποιος ἔχει ἀνάγκη νὰ διδαχθεῖ ἀπὸ κάποιο φωτισμένο διδάσκαλο, κάποιος ἄλλος ἐπιζητεῖ νὰ παρηγορηθεῖ ἀπὸ μιὰ θερμὴ καρδιά. Τὰ χαρίσματα δὲν συγκεντρώνονται ὅλα σ᾿ ἕνα πρόσωπο, ἀλλὰ εἶναι κατανεμημένα σὲ διαφορα πρόσωπα. Ἔτσι τὸ ποιμαντικὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας ἐπιτελεῖται καλύτερα μὲ μια σωστὴ κατανομὴ τοῦ ἔργου της. Καὶ ὅλοι ἀπαρτίζουμε μιὰ ἐνότητα, μιὰ οἰκογένεια, ὅπου ὅλοι εἴμαστε ἀπαραίτητοι, ὅλοι πρέπει νὰ ἐπιτελοῦμε τὸ ἔργο, ποὺ μᾶς ἀνέθεσε ὁ Θεός.
ΑΓΑΠΗ ΕΜΠΡΑΚΤΗ
Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει ὅτι ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὰ διαφορετικὰ χαρίσματα ποὺ ἔχει ὁ καθένας μας, κοινὸ χάρισμα καὶ καθῆκον ὅλων μας εἶναι ἡ ἀνυπόκριτη ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη μας, λέει, ἂς εἶναι εἰλικρινὴς καὶ ἐλεύθερη ἀπὸ ὑποκρισία. Καὶ στὴ συνέχεια ἀναφέρει κάποιες πρακτικὲς συμβουλὲς ἐφαρμογῆς αὐτῆς τῆς ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη σας αὐτὴ νὰ μὴν ἔχει πονηρία, τονίζει. Νὰ εἶστε φιλόστοργοι μεταξύ σας. Νὰ προλαβαίνει ὁ καθένας τοὺς ἄλλους καὶ νὰ τοὺς ἀποδίδει πρῶτος τὴν τιμή. Νὰ μὴν εἶστε δυσκίνητοι στὰ θεάρεστα ἔργα ἀλλὰ πρόθυμοι. Οἱ πνευματικές σας δυνάμεις νὰ εἶναι γεμάτες ἀφοσίωση καὶ ζέουσες ἀπὸ τὴν πνευματικὴ φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ μ᾿ ὅλα αὐτὰ νὰ ὑπηρετεῖτε τὸν Κύριο ὡς ἀφοσιωμένοι δοῦλοι του. Ἡ ἐλπίδα σας στὰ αἰώνια ἀγαθὰ νὰ σᾶς γεμίζει χαρὰ καὶ νὰ σᾶς ἐνισχύει γιὰ νὰ δείχνετε ὑπομονὴ στὶς θλίψεις. Νὰ ἐπιμένετε στὴν προσευχή, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ παίρνετε μεγάλη βοήθεια. Νὰ βοηθᾶτε στὶς ἀνάγκες τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ ἐπιδιώκετε τὴ φιλοξενία χωρὶς νὰ σᾶς τὴν ζητήσουν. Νὰ εὔχεστε για ἐκείνους ποὺ σᾶς καταδιώκουν· καὶ ποτὲ νὰ μὴν τοὺς καταριέσθε.
Ὅπως γίνεται ἀντιληπτό, κοινὸ χαρακτηριστικὸ ὅλων αὐτῶν τῶν προτροπῶν τοῦ ἀποστόλου Παύλου εἶναι ἡ ἀνυπόκριτη ἀγάπη. Ἀγάπη ὄχι πλασματικὴ ἀλλὰ εἰλικρινής. Ἀγάπη ποὺ δὲν περιορίζεται σὲ ὡραῖα λόγια χωρὶς οὐσία. Μιὰ ἀγάπη θερμὴ καὶ διάπυρη, αὐθόρμητη καὶ ἐγκάρδια καὶ ὄχι ἀναγκαστική. Καὶ αὐτὴ ἡ ἀγάπη μας πρέπει νὰ εἶναι τὸ κύριο ἔργο μας. Ὅποια διακονία κι ἂν κάνουμε, ὅταν τὴν κάνουμε μὲ ἀνυπόκριτη ἀγάπη, τότε ἐπιδιώκουμε μὲ ὄλες μας τὶς δυνάμεις νὰ τὴν κάνουμε ἄρτια· δὲν τὴν ἐπιτελοῦμε πρόχειρα, μὲ χλιαρότητα καὶ ραθυμία, οὔτε δυσκολευόμαστε νὰ θυσιάσουμε τὴν ἄνεση καὶ τὴν ἀνάπαυσή μας. Ὅταν ἔχουμε ἀγάπη ἀνυπόκριτη, τότε ὅλα γίνονται μὲ πνευματικὴ θερμότητα καὶ ζέση. Μὲ θερμὸ πόθο πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ. Ἡ θερμότητα τῆς ἀφοσιώσεώς μας αὐτῆς μᾶς προσφέρει ἀσύγκριτη χαρὰ στὴ διακονία μας. Αὐτὴ μᾶς τελειοποιεῖ καὶ μᾶς ἀνοίγει τὶς πύλες τοῦ Παραδείσου.
(Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐμ­βὰς ὁ Ἰ­η­σοῦς ες πλοῖ­ον δι­ε­πέ­ρα­σεν κα ἦλ­θεν ες τν ἰ­δί­αν πό­λιν. Κα ἰ­δοὺ προ­σέ­φε­ρον αὐ­τῷ πα­ρα­λυ­τι­κὸν ἐ­πὶ κλί­νης βε­βλη­μέ­νον. κα ἰ­δὼν ὁ Ἰ­η­σοῦς τν πί­στιν αὐ­τῶν εἶ­πεν τ πα­ρα­λυ­τι­κῷ· Θρσει, τέ­κνον· ἀ­φέ­ων­ταί σοι α ἁ­μαρ­τί­αι σου. κα ἰ­δού τι­νες τν γραμ­μα­τέ­ων εἶ­πον ν ἑ­αυ­τοῖς· Οὗ­τος βλα­σφη­μεῖ. κα εἰ­δὼς Ἰ­η­σοῦς τς ἐν­θυ­μή­σεις αὐ­τῶν εἶ­πεν· Ἵ­να τ ὑ­μεῖς ἐν­θυ­μεῖ­σθε πο­νη­ρὰ ν τας καρ­δί­αις ὑ­μῶν; τ γρ ἐ­στιν εὐ­κο­πώ­τε­ρον, εἰ­πεῖν, ἀ­φέ­ων­ταί σου α ἁ­μαρ­τί­αι, εἰ­πεῖν, ἔ­γει­ρε κα πε­ρι­πά­τει; ἵ­να δ εἰ­δῆ­τε ὅ­τι ἐ­ξου­σί­αν ἔ­χει ὁ υἱ­ὸς το ἀν­θρώ­που ἐ­πὶ τς γς ἀ­φι­έ­ναι ἁ­μαρ­τί­ας – τό­τε λέ­γει τ πα­ρα­λυ­τι­κῷ· Ἐ­γερ­θεὶς ἆ­ρόν σου τν κλί­νην κα ὕ­πα­γε ες τν οἶ­κόν σου. κα ἐ­γερ­θεὶς ἀ­πῆλ­θεν ες τν οἶ­κον αὐ­τοῦ. ἰ­δόν­τες δ ο ὄ­χλοι ἐ­θα­ύ­μα­σαν κα ἐ­δό­ξα­σαν τν Θε­ὸν τν δόν­τα ἐ­ξου­σί­αν τοι­α­ύ­την τος ἀν­θρώ­ποις.  
                         (Ματθ. θ΄[9] 1 –8)

Ε­Ρ­Μ­Η­Ν­Ε­ΙΑ (Π.Ν.Τ­Ρ­Ε­Μ­Π­Ε­ΛΑ)
Ἐκεῖνο τόν καιρό, Ἰ­η­σοῦς ἀφοῦ μπῆκε σ' ἕνα πλοῖο, πέρασε στὴν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης, καὶ ἦλθε στὴ δική του πόλη, τὴν Καπερναούμ. Τότε τοῦ ἔφεραν ἕναν παράλυτο, ποὺ τὸν εἶχαν βάλει πάνω σ' ἕνα κρεβάτι. Καὶ καθὼς ὁ Ἰησοῦς εἶδε τὴν πίστη ποὺ εἶχε καὶ ὁ παράλυτος κι ἐκεῖνοι ποὺ τὸν μετέφεραν, εἶπε στὸν παράλυτο, ὁ ὁποῖος ἀνησυχοῦσε καὶ φοβόταν μήπως οἱ ἁμαρτίες του γίνουν ἐμπόδιο στὴ θεραπεία του: Ἔχε θάρρος, παιδί μου· σοῦ ἔχουν συγχωρηθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου. Τότε ὅμως μερικοὶ ἀπό τούς γραμματεῖς εἶπαν μέσα τους: Αὐτὸς βλασφημεῖ, διότι σφετερίζεται δικαίωμα ποὺ μόνον ὁ Θεὸς ἔχει. Ὁ Ἰησοῦς τὴν ἴδια στιγμὴ εἶδε στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τους τὶς σκέψεις τους καὶ εἶπε: Γιατί κάνετε μέσα στὶς καρδιὲς σας σκέψεις πονηρὲς καὶ κακοπροαίρετες; Καὶ εἶναι πράγματι οἱ σκέψεις σας αὐτὲς κακόγνωμες καὶ κακοπροαίρετες, διότι, τί εἶναι εὐκολότερο: νὰ πεῖ κανείς· εἶναι συγχωρημένες οἱ ἁμαρτίες σου, ἢ νά πεῖ, σήκω ὄρθιος καὶ περπάτα; Ἐσεῖς θεωρεῖτε δυσκολότερο αὐτὸ τὸ τελευταῖο. Γιὰ νὰ μάθετε λοιπὸν τώρα ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ὁ ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος καὶ ἔνδοξος Κριτὴς τῆς κατὰ τὴ δευτέρα παρουσία του, ἔχει ἐξουσία νά συγχωρεῖ στὴ γῆ τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων, τότε λέει στὸν παράλυτο: Σήκω ὄρθιος καὶ πάρε στοὺς ὤμους σου τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου. Καὶ πραγματικὰ ἐκεῖνος σηκώθηκε καὶ πῆγε στὸ σπίτι του. Ὅταν λοιπὸν τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ εἶδαν αὐτὸ ποὺ ἔγινε, θαύμασαν καὶ δόξασαν τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος ἔδωσε διαμέσου τοῦ Χριστοῦ στοὺς ἀνθρώπους τέτοια ἐξουσία, νὰ συγχωροῦνται δηλαδή οί ἁμαρτίες, καί συγχρόνως νά γιατρεύονται μ' ένα λόγο ἀθεράπευτες ἀσθένειες τοῦ σώματος.


Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΝ ΧΑΛΚΗΔΟΝΙ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ

ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

(17 ΙΟΥΛΙΟΥ 2016)
 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ  

Τέκνον Τίτε, πιστός λό­γος· κα πε­ρὶ το­ύ­των βο­ύ­λο­μαί σε δι­α­βε­βαι­οῦ­σθαι, ἵ­να φρον­τί­ζω­σι κα­λῶν ἔρ­γων προ­ΐ­στα­σθαι ο πε­πι­στευ­κό­τες τ Θε­ῷ. ταῦ­τά ἐ­στι τ κα­λὰ κα ὠ­φέ­λι­μα τος ἀν­θρώ­ποις· μω­ρὰς δ ζη­τή­σεις κα γε­νε­α­λο­γί­ας κα ἔ­ρεις κα μά­χας νο­μι­κὰς πε­ρι­ί­στα­σο· εἰ­σὶ γρ ἀ­νω­φε­λεῖς κα μά­ται­οι. αἱ­ρε­τι­κὸν ἄν­θρω­πον με­τὰ μί­αν κα δευ­τέ­ραν νου­θε­σί­αν πα­ραι­τοῦ, εἰ­δὼς ὅ­τι ἐ­ξέ­στρα­πται ὁ τοι­οῦ­τος κα ἁ­μαρ­τά­νει ὢν αὐ­το­κα­τά­κρι­τος. Ὅ­ταν πέμ­ψω Ἀρ­τε­μᾶν πρς σε Τυ­χι­κόν, σπο­ύ­δα­σον ἐλ­θεῖν πρς με ες Νι­κό­πο­λιν· ἐ­κεῖ γρ κέ­κρι­κα πα­ρα­χει­μά­σαι. Ζη­νᾶν τν νο­μι­κὸν κα Ἀ­πολ­λὼ σπου­δα­ί­ως πρό­πεμ­ψον, ἵ­να μη­δὲν αὐ­τοῖς λε­ί­πῃ. Μαν­θα­νέ­τω­σαν δ κα ο ἡ­μέ­τε­ροι κα­λῶν ἔρ­γων προ­ΐ­στα­σθαι ες τς ἀ­ναγ­κα­ί­ας χρε­ί­ας, ἵ­να μ ὦ­σιν ἄ­καρ­ποι. Ἀ­σπά­ζον­ταί σε ο με­τ' ἐ­μοῦ πάν­τες. ἄ­σπα­σαι τος φι­λοῦν­τας ἡ­μᾶς ἐν πί­στει. χά­ρις με­τὰ πάν­των ­μῶν· μν.  

               (Τίτ. γ΄[3] 8 – 15)

 

ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΜΑΣ;

ΛΟΓΟΣ ΣΤΟ: «Μωρὰς δὲ ζητήσεις ... περιίστασο·

εἰσι γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι»

Στὸ σημεριν ποστολικ νάγνωσμα ὁ πόστολος Παῦλος νάμεσα στς λλες πολύτιμες συμβουλς πο δίνει στν μαθητή του Τίτο, τοῦ λέγει κα τ ἑξῆς: Ν ποφεύγεις τς νόητες συζητήσεις κα τς γενεαλογίες για τος μυθικος θεος τος εγενες προγόνους, καθς κα τς φιλονικίες καὶ διαμάχες γι τν ουδαϊκ νόμο, διότι δν προκαλον καμμία φέλεια καὶ εναι μάταιες. Ἡ συμβουλ αὐτὴ το θείου ποστόλου δίνει κα σ μς τν φορμ ν δομε ποῦ δηγον οἱ νωφελες συζητήσεις κα πς θ πρέπει ν τς ποφεύγουμε.

1. ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΑΝΩΦΕΛΕΙΣ

Ἦταν φαίνεται συχν τ φαινόμενο στος Χριστιανος τς Κρήτης νὰ χάνουν τν καιρό τους κα τν ρεμία τους μ συζητήσεις μάταιες κα νωφελες. πειδ ζοσαν σ' να περιβάλλον ἀπὸ λληνες κα ουδαίους, κουαν τς φιλοσοφικς διαμάχες μεταξ τν φιλοσοφιν τν ρχαίων λλήνων λλ κα τς ντονες συζητήσεις τν ουδαίων σχετικ μ τν ρμηνεία τν διατάξεων το Νόμου τς Παλαις Διαθήκης. Κα μπαιναν κι ατο στν παγίδα ν συμμετέχουν σ' να φαλο κύκλο συζητήσεων ματαίων, πο συχν δηγοσε σ λογομαχίες κα ριδες, διχασμος κα σχίσματα. Τ πρόβλημα στς λογομαχίες τους βέβαια δν ταν μόνο τ περιεχόμενο τν συζητήσεών τους ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος διεξαγωγς τους, πο κρυβε γωισμ κα ματαιοδοξία.

Δυστυχς μι τέτοια ρρωστημένη κατάσταση λογομαχιν κα ρίδων παρουσιάζεται κα στν ποχή μας κα διαίτερα μεταξ πολλν Χριστιανν. Βλέπει κανεὶς κα στς μέρες μας πολλος πιστος ν ξοδεύουν περίσκεπτα τς ὧρες τους μ νούσιες συζητήσεις, οἱ ὁποῖες προκαλον συχν φιλονικίες. Συζητήσεις πο συχν παρουσιάζονται μ τν μανδύα κάποιου γνησίου νδιαφέροντος γιὰ πρόσωπα προβλήματα τς ποχς μας κι ὅμως κρύβουν πολ γωισμ κα καταλήγουν σ κατάκριση κα πνευματικ ζημιά. σχυρίζονται πολλο σήμερα ὅτι συζητον για θέματα κκλησιαστικά, πειδ γαπον τν κκλησία. Κα καταλήγουν ν κατακρίνουν ερ πρόσωπα, ν διχάζουν μ τν στάση τους τος λλους, ν γίνονται οἱ τιμητὲς τν πάντων, ν πληγώνουν εαίσθητες συνειδήσεις. λλοι στν προσπάθειά τους ν βοηθήσουν νθρώπους θρησκευτικ διάφορους ντίθετους ρχίζουν ν κατακεραυνώνουν ρχικς τ σύγχρονα φαινόμενα θικς σήψης κα κατόπιν τος θεωρούμενους ατιους τν φαινομένων ατν. Τέλος κάποιοι λλοι χουν ὡς καθημεριν ντικείμενο τν συζητήσεών τους τς νούσιες κα συχν ντίθεες κπομπς τς τηλεοράσεως, τν πορεία το πρωταθλήματος, τν προσωπικ ζω τν δημοσίων προσώπων, τν μόδα, τν διασκέδαση, τ χρηματιστήριο κα λλα.

2. ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΩΦΕΛΙΜΕΣ

Θ πρέπει λοιπν ν προσέχουμε πολ κι ἐμεῖς κα τ περιεχόμενο λλ κα τν τρόπο τν συζητήσεών μας, μς λέγει ὁ ἀπόστολος Παλος. Κα μάλιστα παροτρύνει τν Τίτο ν παραιτεῖται π τέτοιου εδους συζητήσεις κα ν φεύγει κι π τν τόπο πο γίνονται. Ἀλλὰ κα στν Τιμόθεο ὁ θεος Παλος τήν ἴδια συμβουλ δίνει: «Τς μωρὰς κα παιδεύτους ζητήσεις παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι γεννσι μάχας», το γράφει. πόφευγε, δηλαδή, τς νόητες συζητήσεις, διότι προκαλον μάχες καὶ ριδες. Διότι, ὅπως ξηγε, «δοῦλον Κυρίου οὐ δε μάχεσθαι, ἀλλ' πιον εναι πρς πάντας, διδακτικόν, νεξίκακον, ἐν πραότητι παιδεύοντα τος ντιδιατιθεμένους.. μήποτε δῷ αὐτοῖς ὁ Θες μετάνοιαν ες πίγνωσιν ληθείας» (Β' Τιμ. β'[2] 23-25). Ὁ δολος το Θεο, ὁ πνευματικς δηλαδὴ ἄνθρωπος, δν πρέπει ν λογομαχεῖ, ἀλλὰ ν εναι πιος πρς λους, διδακτικς κα νεξίκακος. Ν παιδαγωγεῖ ὅσους ντιτίθενται εἰς ατν μ πραότητα κα ερήνη, χωρς ν δημιουργεῖ ντάσεις. Ν συζητεῖ μ ἠπιότητα κα νεξικακία, μ πραότητα κα καλωσύνη. Ὅπως σημειώνει ὁ ρμηνευτς τν Γραφν Θεοφύλακτος, ὁ πνευματικς ἄνθρωπος πρέπει ν μιλ «μ πατρικ ἠπιότητα κα μ μακροθυμία. τσι θ μπορεῖ ν πείσει κόμη κα τος πιὸ σκληρος κα ντίθετους συνομιλητάς». Ἂς μάθουμε λοιπν ν συζητομε μορφα, ἁπλᾶ, γκάρδια, ταπεινά, συνετά. Ν συζητομε συζητήσεις μ οσιαστικ οἰκοδομητικ περιεχόμενο, συζητήσεις χι γι πράγματα μικρῆς ξίας, ἀλλὰ γιἀ τὰ μεγάλα κα αώνια.

δελφοί, οἱ 630 θεοφόροι Πατέρες τῆς Δ' Οκουμενικῆς Συνόδου, τος ποίους τιμ σήμερα ἡ κκλησία μας, τέτοιο παράδειγμα μς φησαν. Δν σχολονταν μ μικρ κα σήμαντα ἀλλὰ μ μεγάλα κα ἱερά. Ατ συζητοσαν, ατ κα δίδασκαν. Κα ὅταν χρειάστηκε, δωσαν κα μάχες σκληρς ἐναντίον τν αρετικν, πο δίχαζαν μτς ριστικς διαμάχες τους τν ποίμνη το Χριστο. τσι θριάμβευσε ἡ ἀλήθεια, τσι θριάμβευσε ἡ ρθόδοξος κκλησία μας.

 (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

 

ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ μαθηταῖς.  ὑ­μεῖς ἐ­στε τ φς το κό­σμου. ο δύ­να­ται πό­λις κρυ­βῆ­ναι ἐ­πά­νω ὄ­ρους κει­μέ­νη· οὐ­δὲ κα­ί­ου­σι λύ­χνον κα τι­θέ­α­σιν αὐ­τὸν ὑ­πὸ τν μό­δι­ον, ἀλ­λ' ἐ­πὶ τν λυ­χνί­αν, κα λάμ­πει πᾶ­σι τος ν τ οἰ­κί­ᾳ. Οὕ­τω λαμ­ψά­τω τ φς ὑ­μῶν ἔμ­προ­σθεν τν ἀν­θρώ­πων, ὅ­πως ἴ­δω­σιν ὑ­μῶν τ κα­λὰ ἔρ­γα κα δο­ξά­σω­σι τν πα­τέ­ρα ὑ­μῶν τν ν τος οὐ­ρα­νοῖς. Μ νο­μί­ση­τε ὅ­τι ἦλ­θον κα­τα­λῦ­σαι τν νό­μον τος προ­φή­τας· οκ ἦλ­θον κα­τα­λῦ­σαι ἀλ­λὰ πλη­ρῶ­σαι. ἀ­μὴν γρ λέ­γω ὑ­μῖν, ἕ­ως ἂν πα­ρέλ­θῃ οὐ­ρα­νὸς κα γ, ἰ­ῶ­τα ἓν μί­α κε­ρα­ί­α ο μ παρέλ­θῃ ἀ­πὸ το νό­μου ἕ­ως ἂν πάν­τα γέ­νη­ται. ς ἐ­ὰν ον λύ­σῃ μί­αν τν ἐν­το­λῶν το­ύ­των τν ἐ­λα­χί­στων κα δι­δά­ξῃ οὕ­τω τος ἀν­θρώ­πους, ἐ­λά­χι­στος κλη­θή­σε­ται ν τ βα­σι­λε­ί­ᾳ τν οὐ­ρα­νῶν· ς δ' ν ποι­ή­σῃ κα δι­δά­ξῃ, οὗ­τος μέ­γας κλη­θή­σε­ται ν τ βα­σι­λε­ί­ᾳ τν οὐ­ρα­νῶν.                              

   (Ματθ. ε΄[5] 14 – 19)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Επεν Κύριος στος μαθητές Του· Ἐ­σεῖς εἶ­στε τὸ φῶς τοῦ κό­σμου, δι­ό­τι ἔ­χε­τε προ­ο­ρι­σμὸ μὲ τὸ φω­τει­νό σας πα­ρά­δειγ­μα καὶ μὲ τὰ λό­για σας πού με­τα­δί­δουν τὸ φῶς τῆς ἀ­λή­θειας νὰ φω­τί­ζε­τε τοὺς ἀν­θρώ­πους πού βρί­σκον­ται στὸ σκο­τά­δι τῆς ἁ­μαρ­τί­ας καὶ τῆς πλά­νης. Μιὰ πό­λη πού βρί­σκε­ται πά­νω σὲ βου­νὸ δὲν εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ κρυ­φτεῖ. Ἔ­τσι καὶ ἡ δι­κή σας ζω­ὴ θὰ γί­νε­ται ἀν­τι­λη­πτὴ ἀ­π' ὅ­λους. Οὔ­τε οἱ ἄν­θρω­ποι ἀ­νά­βουν λυ­χνά­ρι γιὰ νὰ τὸ βά­λουν κά­τω ἀ­π' τὸν κά­δο μὲ τὸν ὁποῖο με­τροῦν τὸ σι­τά­ρι. Ἀλλά τὸ το­πο­θε­τοῦν πά­νω στὸ λυ­χνο­στά­τη κι ἔ­τσι φω­τί­ζει μὲ τὴ λάμ­ψη του ὅ­λους ὅ­σους εἶ­ναι μέ­σα στὸ σπί­τι. Ἔ­τσι σὰν λυ­χνά­ρι πού εἶ­ναι σω­στὰ το­πο­θε­τη­μέ­νο ἂς λάμ­ψει τὸ φῶς τῆς ἀ­ρε­τῆς σας μπρο­στὰ στοὺς ἀν­θρώ­πους γιὰ νὰ δοῦν τὰ κα­λά σας ἔρ­γα καὶ νὰ δο­ξά­σουν γιὰ τὰ ἐ­νά­ρε­τα καὶ ἅ­για παι­διὰ του τὸν Πα­τέ­ρα σας, ὁ ὁποῖος εἶ­ναι βέ­βαι­α πα­ρὼν παν­τοῦ, ἀλλά κυ­ρί­ως φα­νε­ρώ­νει τὴν πα­ρου­σί­α του στοὺς οὐ­ρα­νούς. Μὴ νο­μί­σε­τε ὅ­τι ἦλ­θα γιὰ νὰ κα­ταρ­γή­σω καὶ ν' ἀ­κυ­ρώ­σω τὸν ἠ­θι­κὸ νό­μο τοῦ Μω­υ­σῆ ἢ τὴν ἠ­θι­κὴ δι­δα­σκα­λί­α τῶν προ­φη­τῶν. Δὲν ἦλ­θα νὰ τὰ κα­ταρ­γή­σω αὐ­τά, ἀλλά νὰ τὰ συμ­πλη­ρώ­σω καὶ νὰ σᾶς τὰ πα­ρα­δώ­σω τέ­λεια. Δι­ό­τι ἀ­λη­θι­νά σᾶς λέ­ω καὶ μὲ κά­θε ἐ­πι­ση­μό­τη­τα σᾶς δι­α­βε­βαι­ώ­νω ὅ­τι ὅ­σο πα­ρα­μέ­νει καὶ δὲν κα­τα­στρέ­φε­ται ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, οὔτε ἕ­να γι­ώ­τα ἢ ἕ­να κόμ­μα, οὔ­τε δη­λα­δὴ ἡ πιὸ μι­κρὴ ἀ­πὸ τὶς ἐν­το­λὲς δὲν θὰ πα­ρα­πέ­σει ἀ­πὸ τὸ Νό­μο καὶ δὲν θὰ χά­σει τὸ κύ­ρος της, μέ­χρι νὰ ἐ­πα­λη­θευ­θοῦν καὶ νὰ ἐκ­πλη­ρω­θοῦν ὅ­λα ὅ­σα δι­α­τά­ζει ὁ Νό­μος· καὶ θὰ ἐκ­πλη­ρω­θοῦν μὲ τὰ γε­γο­νό­τα τῆς ζω­ῆς μου ὅ­σα λέ­χθη­καν προ­φη­τι­κῶς, ἀλλά καὶ μὲ τὴ ζω­ὴ τῶν γνή­σι­ων μα­θη­τῶν μου, οἱ ὁποῖοι θὰ τη­ροῦν αὐ­τὰ μὲ ἀ­κρί­βεια. Ἀ­φοῦ λοι­πὸν οἱ ἐν­το­λὲς ἔ­χουν κύ­ρος καὶ ἰ­σχὺ ἀ­κα­τά­λυ­τη, ὁ­ποι­οσ­δή­πο­τε πα­ρα­βεῖ μί­α κι ἀ­πὸ ἐ­κεῖ­νες ἀ­κό­μη τὶς ἐν­το­λές μου πού φαί­νον­ται πο­λὺ μι­κρὲς καὶ δι­δά­ξει ἔ­τσι τοὺς ἀν­θρώ­πους, νὰ τὶς θε­ω­ροῦν δη­λα­δὴ μι­κρὲς κι ἀ­σή­μαν­τες, θὰ κη­ρυ­χθεῖ ἐ­λά­χι­στος καὶ τε­λευ­ταῖ­ος στὴ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν. Ἐ­κεῖ­νος ὅ­μως πού θὰ ἐ­φαρ­μό­σει ὅ­λες ἀ­νε­ξαι­ρέ­τως τὶς ἐν­το­λὲς καὶ θὰ δι­δά­ξει καὶ τοὺς ἄλ­λους νὰ τὶς τη­ροῦν, αὐ­τὸς θὰ ἀ­να­κη­ρυ­χθεῖ με­γά­λος στὴ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν. Κι αὐ­τὲς λοι­πὸν τὶς ἐν­το­λὲς πού οἱ γραμματεῖς καί οἱ Φα­ρι­σαῖ­οι πα­ρα­με­ρί­ζουν μὲ τὶς ἀν­θρώ­πι­νες πα­ρα­δό­σεις τους, πρέ­πει νὰ τὶς προ­σέ­χε­τε καὶ νὰ τὶς ἐ­φαρ­μό­ζε­τε.