ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ
(26 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2020)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἐν ταῖς ἡμέραις
ἐκείναις, διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλὰ· καὶ ἦσαν ὁμοθυμαδὸν ἅπαντες ἐν τῇ στοᾷ Σολομῶντος·
τῶν δὲ λοιπῶν οὐδεὶς ἐτόλμα κολλᾶσθαι αὐτοῖς, ἀλλ' ἐμεγάλυνεν αὐτοὺς ὁ λαός. Μᾶλλον δὲ προσετίθεντο πιστεύοντες τῷ Κυρίῳ πλήθη ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν, ὥστε κατὰ τὰς πλατείας ἐκφέρειν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τιθέναι ἐπὶ κλινῶν καὶ κραβάττων, ἵνα ἐρχομένου
Πέτρου κἂν ἡ σκιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν. Συνήρχετο
δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν πέριξ πόλεων εἰς
Ἱερουσαλήμ φέροντες ἀσθενεῖς καὶ ὀχλουμένους ὑπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, οἵτινες ἐθεραπεύοντο ἅπαντες. Ἀναστὰς δὲ ὁ ἀρχιερεὺς καὶ πάντες οἱ σὺν αὐτῷ, ἡ οὖσα αἵρεσις τῶν Σαδδουκαίων, ἐπλήσθησαν ζήλου καὶ ἐπέβαλον τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ τοὺς ἀποστόλους, καὶ ἔθεντο αὐτοὺς ἐν τηρήσει δημοσίᾳ.
Ἄγγελος δὲ Κυρίου διὰ τῆς νυκτὸς ἤνοιξε τὰς θύρας τῆς φυλακῆς, ἐξαγαγών τε αὐτοὺς εἶπε· Πορεύεσθε καὶ σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τὰ ῥήματα τῆς ζωῆς ταύτης.
(Πράξ. Ἀποστ. ε΄[5]
12 – 20 )
ΜιλΗστε
γιά τόν Χριστό!
«Πορεύεσθε, καὶ σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τὰ ρήματα
τῆς ζωῆς ταύτης»
Τὰ ἀποστολικὰ
Ἀναγνώσματα τῆς περιόδου τοῦ Πεντηκοσταρίου προέρχονται ἀπὸ τὶς
Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Στὶς περικοπὲς αὐτὲς φανερώνεται ἡ δύναμη
τῆς Ἀναστάσεως μέσα ἀπὸ τὴ θαυμαστὴ ζωὴ τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Σήμερα,
Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ, ἀκούσαμε στὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα ὅτι οἱ ἅγιοι
Ἀπόστολοι ἐνεργοῦσαν πολλὰ θαύματα, οἱ πιστοὶ ἦταν ἑνωμένοι μεταξύ
τους σὰν μιὰ ψυχή, ἐνῶ πλήθη ἀνθρώπων συνεχῶς προσετίθεντο στοὺς κόλπους
τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι μιλοῦσαν μὲ θαυμασμὸ γιὰ τοὺς Χριστιανούς! Μόνο
οἱ ἄρχοντες θέλοντας νὰ ἀνακόψουν τὴν ἀνοδικὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας
φυλάκισαν τοὺς Ἀποστόλους. Ἀλλὰ ἄγγελος Κυρίου τοὺς ἐλευθέρωσε
καὶ τοὺς παρήγγειλε νὰ συνεχίζουν νὰ κηρύττουν.
Ἂς δοῦμε
λοιπὸν σήμερα τί ὁδηγίες ἔδωσε ὁ ἄγγελος στοὺς ἁγίους Ἀποστόλους
σχετικὰ μὲ τὸ κήρυγμα, καὶ μὲ ποιὰ ἔννοια ἡ ἐντολὴ αὐτὴ ἀφορᾶ σὲ ὅλους
τοὺς πιστούς.
1. Μὲ παρρησία
τὴν ἀλήθεια
Ὁ θεόσταλτος
ἄγγελος προτρέπει τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους: «Σταθέντες λαλεῖτε».
«Σταθέντες»: Σταθεῖτε ὄρθιοι, χωρὶς νὰ φοβάσθε κανένα. «Λαλεῖτε»: Ὄχι
«νὰ κηρύξετε», ἀλλὰ «νὰ κηρύττετε»· συνέχεια. Νὰ ἐπιμένετε στὸ κήρυγμα.
Ὑπάρχουν ψυχὲς ποὺ ζοῦν στὴν ἄγνοια, ποὺ διψοῦν νὰ μάθουν τὴν ἀλήθεια·
ἀλλὰ καὶ οἱ πιστοὶ ἔχουν ἀνάγκη συνεχοῦς καταρτισμοῦ.
«Ἐν τῷ ἱερῷ
τῷ λαῷ»: Νὰ κηρύττετε ὄχι στοὺς ἄρχοντες, ποὺ ἔχουν σκληρυνθεῖ ἀπὸ
τὸν ἐγωισμό τους, ἀλλὰ στὸν λαό, ποὺ ἔχει διάθεση νὰ ἀκούσει καὶ νὰ
δεχθεῖ τὸν ἐλαφρὺ ζυγὸ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Στὸν λαὸ τὸν περιφρονημένο
γιὰ τὴν ἀμάθειά του. Διότι ὅλοι ἀνεξαιρέτως καλοῦνται στὴ σωτηρία,
ἀρκεῖ νὰ ἔχουν καλὴ διάθεση. «Ἐν τῷ ἱερῷ»: στὴν ἐνδότερη αὐλὴ τοῦ
Ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων· ὄχι σὲ ἀπόμερα μέρη ἀλλὰ σὲ πολυσύχναστους
τόπους· σ᾿ αὐτοὺς ποὺ πηγαίνουν στὸν Ναὸ καὶ ἀπ᾿ αὐτὸ φαίνεται νὰ εἶναι
πιὸ δεκτικοί.
«Μὴ δῶτε
τὸ ἅγιον τοῖς κυσί», εἶχε διδάξει ὁ Κύριος. Μὴ δῶστε τὶς ἅγιες ἀλήθειες
τῆς πίστεώς μας σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἐπιμένουν στὴ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας. Διότι
οὔτε αὐτοὶ θὰ ὠφεληθοῦν οὔτε ἐσεῖς. Θὰ τοὺς ἐρεθίσετε τὴν μὲν ἀλήθεια
νὰ βλασφημήσουν, ἐσᾶς δὲ νὰ σᾶς βλάψουν (Ματθ. ζ´[7] 6).
«Πάντα
τὰ ρήματα τῆς ζωῆς ταύτης»: Ἡ χριστιανικὴ διδασκαλία δὲν εἶναι θεωρίες
καὶ στοχασμοί, ἀλλὰ βίωμα, ζωή, ἡ μόνη ἀληθινὴ ζωή, ζωντανὴ σχέση
μὲ τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος ἀνέστη καὶ ζεῖ στοὺς οὐρανούς, καὶ δίνει τὴ δύναμη
στοὺς πιστούς Του νὰ νικήσουν τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θάνατο καὶ νὰ ζήσουν
αἰώνια. Ὁ ἄγγελος μάλιστα τοὺς εἶπε νὰ κηρύξουν ὄχι κάποιες ἐντολές,
ἀλλὰ ὅλες. Ἂν θέλει κανεὶς νὰ βρεῖ τὸν Θεό, πρέπει νὰ δώσει ὅλη του τὴν
καρδιὰ χωρὶς κρατούμενα, νὰ κάνει ὑπακοὴ στὸν Χριστὸ σὲ ὅλα.
2. Ἱεραποστολὴ
μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὰ λόγια μας
Ἡ ἱεραποστολὴ
εἶναι ἐντολὴ τοῦ Κυρίου πρὸς ὅλους τοὺς πιστούς. Ὁ κάθε πιστὸς ὀφείλει
νὰ κηρύττει τὴ χριστιανικὴ ζωὴ πρῶτα-πρῶτα μὲ τὸ παράδειγμά του.
Στὴν πραγματικότητα δὲν ὀφείλει, ἀλλὰ εἶναι ἀναπόφευκτο νὰ κηρύττει,
νὰ δίνει μαρτυρία Χριστοῦ στὸ περιβάλλον του μὲ τὴν ὅλη συμπεριφορά
του. Εἰδάλλως δὲν εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ἢ ἔστω δὲν ἔχει ἰσχυρὴ κοινωνία
μαζί Του.
Ἀλλὰ ὁ
πιστὸς κηρύττει καὶ μὲ τὸν λόγο του. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος
εἶναι ὁ διάδοχος τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καὶ γι᾿ αὐτὸ ὁ κατ᾿ ἐξοχὴν
ἁρμόδιος γιὰ τὸ κήρυγμα, καὶ τοὺς κληρικοὺς ἱεροκήρυκες, καὶ οἱ λαϊκοὶ
συμμετέχουν στὴν κατήχηση τῶν ἀδελφῶν τους, στὸ θεῖο κήρυγμα καὶ γενικὰ
στὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Χριστιανὸς
λοιπὸν ποὺ ζεῖ τὴν πίστη του, μιλάει γι᾿ αὐτὴν στὸ περιβάλλον του, σὲ
γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους μὲ διάκριση καὶ ζῆλο, καλεῖ σὲ λατρευτικὲς
καὶ πνευματικὲς εὐκαιρίες, διαδίδει τὸ Ὀρθόδοξο Χριστιανικὸ βιβλίο
καὶ περιοδικό… Ἰδιαίτερα φροντίζει γιὰ τὸν χριστιανικὸ καταρτισμὸ
τῶν νέων, τῶν παιδιῶν του πρῶτα, ἀλλὰ καὶ ὅποιων ἄλλων νέων ἔχει τὴ
δυνατότητα νὰ ὠφελήσει· γιὰ τὸν χριστιανικὸ καταρτισμό τους, ὁ ὁποῖος
τόσο ἔχει ἀτονήσει, ἀλλὰ καὶ χλευάζεται καὶ παρεμποδίζεται στὶς ἡμέρες
μας.
Οἱ ἄρχοντες
τοῦ κόσμου τούτου θέλησαν νὰ φιμώσουν τοὺς κήρυκες τῆς Ἀναστάσεως.
Τοὺς συνέλαβαν καὶ τοὺς φυλάκισαν. Μέσα στὴ νύχτα ὅμως ἄγγελος τοὺς
ἀπελευθέρωσε καὶ τοὺς διέταξε νὰ συνεχίζουν νὰ κηρύττουν μὲ κάθε
παρρησία. Ἡ ἐντολή του ἦταν ἐντολὴ Θεοῦ. Καὶ οἱ ἀποδέκτες της δὲν ἦταν
μόνο οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἀλλὰ τὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν. Ἂς μὴ μᾶς πτοοῦν
τὰ φόβητρα τοῦ κόσμου. Σὲ κάθε καρδιὰ ποὺ εἰλικρινὰ ἀγαπᾶ τὸν Κύριο,
νὰ ἀντηχεῖ ἡ ἀγγελικὴ προσταγή: Πηγαίνετε καὶ μεταφέρετε στοὺς
πνευματικὰ νεκροὺς τὴ μόνη ἀληθινὴ εἴδηση, ὅτι ἀνέστη ὁ Κύριος
καὶ ἀνασταίνει ὅσους πιστέψουν σ᾿ Ἐκεῖνον.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ
τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ σαββάτων,
καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων
ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι
διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· Εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω
ὑμᾶς. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε,
κεκράτηνται. Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ' αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. Ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. Καὶ μεθ' ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ' αὐτῶν.
Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· Εἰρήνη ὑμῖν. Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· Φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. Καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. Λέγει
αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας·
μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ·
Ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν
ὁ Χριστὸς
ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.
(Ἰωάν. κ΄[20] 19 – 31)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ὅταν βράδιασε
τήν ἡμέρα ἐκείνη, τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος, κι ἐνῷ οἱ μαθητὲς ἦταν
μαζεμένοι σ' ἕνα σπίτι καὶ εἶχαν τὶς θύρες κλειστὲς ἐπειδὴ φοβοῦνταν
τοὺς ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων, ἦλθε ὁ Ἰησοῦς καὶ στάθηκε στὴ μέση καὶ τοὺς
εἶπε: Ἂς εἶναι εἰρήνη σὲ σᾶς. Κι
ἀφοῦ τὸ εἶπε αὐτό, τοὺς ἔδειξε τὰ χέρια του καὶ τὴν πλευρά του, γιὰ νὰ
δοῦν τὰ σημάδια τῶν πληγῶν καὶ νὰ πεισθοῦν ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ Διδάσκαλός
τους πού σταυρώθηκε. Ἀφοῦ λοιπόν βεβαιώθηκαν γι' αὐτὸ μὲ τὴν ἐπίδειξη
τῶν οὐλῶν του, χάρηκαν οἱ μαθητὲς πού εἶδαν τὸν Κύριο. Ὅταν λοιπὸν οἱ
μαθητὲς ἠρέμησαν κάπως ἀπὸ τὴν πρώτη σφοδρὴ συγκίνηση πού αἰσθάνθηκαν
ἐξαιτίας τῆς μεγάλης τους χαρᾶς, τοὺς εἶπε πάλι ὁ Ἰησοῦς σὲ σχέση μὲ
τὴ μελλοντική τους τώρα κλήση καὶ ἀποστολή: Ἂς εἶναι εἰρήνη σὲ σᾶς. Ὅπως μὲ ἀπέστειλε ὁ Πατέρας μου γιὰ
τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι κι ἐγώ σᾶς στέλνω νὰ συνεχίσετε
τὸ ἴδιο ἔργο. Κι ἀφοῦ τὸ εἶπε αὐτό, προκειμένου νὰ τοὺς μεταδώσει
τὴν πνοὴ τῆς νέας οὐράνιας ζωῆς ἐμφύσησε στὰ πρόσωπά τους, ὅπως κάποτε
ὁ Θεὸς στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀδάμ, καὶ τοὺς εἶπε: Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. Σ' ὅποιους συγχωρήσετε τὶς ἁμαρτίες,
θὰ τοὺς εἶναι συγχωρημένες κι ἀπὸ τὸν Θεό. Σ' ὅποιους ὅμως τὶς κρατᾶτε
ἀσυγχώρητες, θὰ μείνουν γιὰ πάντα κρατημένες. Ὁ Θωμᾶς ὅμως, πού ἦταν
ἕνας ἀπό τούς δώδεκα ἀποστόλους καὶ τὸν ὁποῖο ὀνόμαζαν Δίδυμο ὅσοι
Ἑβραῖοι μιλοῦσαν τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, δὲν ἦταν μαζί τους ὅταν ἦλθε
ὁ Ἰησοῦς. Ὅταν λοιπὸν τὸν εἶδαν, τοῦ ἔλεγαν οἱ ἄλλοι μαθητές: Εἴδαμε τὸν Κύριο. Αὐτὸς ὅμως τοὺς ἀπάντησε:
Ἐὰν δὲν δῶ μὲ τὰ μάτια μου στὰ χέρια
του τὸ σημάδι τῶν καρφιῶν καὶ δὲν βάλω τὸ δάχτυλό μου στὸ σημάδι τῶν
καρφιῶν καὶ δὲν βάλω τὸ χέρι μου στὴν πλευρά του, ὥστε ὄχι μόνο μὲ τὰ
μάτια μου ἀλλά καὶ μὲ τά δάχτυλά μου νὰ βεβαιωθῶ, δὲν θὰ πιστέψω.
Πράγματι λοιπόν,
ὕστερα ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες ἦσαν πάλι μέσα στὸ σπίτι οἱ μαθητές, καὶ μαζὶ
μ' αὐτοὺς ἦταν κι ὁ Θωμᾶς. Ἔρχεται λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς, ἐνῶ ἦταν κλειστές
οἱ θύρες, καὶ στάθηκε ἀνάμεσα στοὺς μαθητὲς καί εἶπε: Ἂς εἶναι εἰρήνη σὲ σᾶς. Ἔπειτα λέει
στὸν Θωμᾶ: Φέρε τὸ δάχτυλό σου ἐδῶ.
Ψηλάφησε καὶ ἐξέτασε τὰ σημάδια τῶν πληγῶν μου, καί δὲς συγχρόνως μὲ
τὰ μάτια σου τὰ χέρια μου. Φέρε τό χέρι σου κάτω ἀπὸ τὰ ἐνδύματά μου
καὶ βάλ' το στήν πλευρά μου πού χτυπήθηκε ἀπὸ τὴ λόγχη. Καὶ μὴν ἀφήνεις
τὸν ἑαυτό σου νὰ κυριευθεῖ ἀπὸ τὴν ἀπιστία, ὥστε νὰ γίνεις μόνιμα
καὶ ἀνεπανόρθωτα ἄπιστος, ἀλλά νά προοδεύεις καὶ νὰ στηρίζεσαι
στὴν πίστη, ὥστε νὰ γίνεις ἀμετακίνητος καὶ ἀδιάσειστος σ' αὐτή. Ὁ
Θωμᾶς τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: Πιστεύω
καὶ ὁμολογῶ ὅτι εἶσαι ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. Τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς:
Πίστεψες ἐπειδὴ μὲ εἶδες. Μακάριοι
καὶ πιὸ εὐτυχισμένοι εἶναι ἐκεῖνοι πού πιστεύουν χωρὶς νὰ μὲ ἔχουν
δεῖ μὲ τὰ μάτια τους, ὅπως μὲ εἶδες ἐσύ. Καί θά πιστέψουν ἔτσι ὅλα τὰ
μέλη τῆς Ἐκκλησίας μου στίς γενιές πού θὰ ἔλθουν.
Σύμφωνα λοιπὸν
μὲ ὅσα ἐξιστορήσαμε, ἐκτός ἀπό τό θαῦμα τῆς Ἀναστάσεώς του, ὀ Ἰησοῦς
μπροστά στά μάτια τῶν μαθητῶν του ἔκανε καὶ πολλὰ ἄλλα θαύματα πού ἀποδείκνυαν
τὴ θεότητά του καὶ τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι γραμμένα στὸ βιβλίο αὐτό. Αὐτὰ
πού ἐκθέσαμε, γράφηκαν γιὰ νὰ πιστέψετε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστὸς
πού προκηρύχθηκε ἀπό τούς προφῆτες, ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ· κι ἔτσι
πιστεύοντας νὰ ἔχετε ὡς ἀναφαίρετο κτῆμα σας τὴ νέα, θεία καὶ αἰώνια
ζωή, τὴν ὁποία μεταδίδει ὁ ἴδιος στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων πού ἐπικαλοῦνται
τό ὄνομά του.