Σάββατο 25 Ιουνίου 2022

Σὰν τὸν ἱστὸ τῆς ἀράχνης

 


Σὰν τὸν ἱστὸ τῆς ἀράχνης

Ἐντυπωσιακός! Εἰδικὰ μάλιστα ὅταν τὸν φωτίζουν οἱ ἀκτίνες τοῦ ἡλίου καὶ προβάλλει μὲ φόντο τὸ ὑπόλοιπο τοπίο ποὺ βρίσκεται πίσω του. Ἢ σὲ κάποιες πιὸ σπάνιες περιπτώσεις ὅταν ἡ πρωινὴ δροσιὰ φτιάχνει δροσοσταλίδες σὰν μικρὰ διαμαντάκια στὰ ὁμόκεντρα τμήματα, ποὺ ἑνώνονται μεταξύ τους δημιουργώντας τὸν ἐκπληκτικὸ ἱστό.

Ὁ ἱστὸς τῆς ἀράχνης! Αὐτὸ τὸ θαυμάσιο λεπτὸ μεταξένιο δίχτυ ποὺ πλέκεται ἀπὸ τὶς ἀράχνες γιὰ νὰ γίνει ἡ παγίδα ποὺ θά περιπλέξει τὰ ἔντομα γιὰ τροφή τους. Ὅσο τὸ παρατηρεῖ κανεὶς, τόσο καὶ ἐντυπωσιάζεται. Ἀπὸ τὴ λεπτότητά του. Ἀπὸ τὴ συμμετρία του. Ἀπὸ τὴν ἐλαστικότητά του. Ἕνα θαῦμα πράγματι τῆς θεόπλαστης φύσεως. Αὐτὴ τὴν ὑπέροχη εἰκόνα δανείζεται ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς γιὰ νὰ παρομοιάσει μὲ αὐτὴ τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου.  «Τὰ ἔτη ἡμῶν ὡσεὶ ἀράχνη ἐμελέτων» (Ψαλμ. πθ' [89] 9), γράφει. Δηλαδὴ τὰ χρόνια, ἡ διάρκεια τῆς ζωῆς μας λογίζονται σὰν τὸν ἱστὸ τῆς ἀράχνης.

Μπορεῖ πράγματι νὰ εντυπωσιάζουν μὲ μιὰ πρώτη ματιὰ τὰ χρόνια μας, καὶ γιὰ τὴ διάρκεια τους καὶ γιὰ τὸ πολυκύ­μαντο τῶν ἐμπειριῶν καὶ τῶν συμβάν­των τους. Ὡστόσο εῖναι τόσο ἐντυπωσιακὰ ὅσο καὶ ὁ ἱστὸς τῆς ἀράχνης. Για­τί, στοχάστηκες ποτὲ αὐτὸ τὸ ἐντυπω­σιακὸ ἀριστούργημα ποὺ λέγεται ἱστὸς πόσο κόπο χρειάσθηκε ἡ ἀράχνη νὰ τὸ κάνει; Ἀλλὰ καὶ πόσο εὔκολα ἕνα μόνο ἀνθρώπινο δάκτυλο, μιὰ ἁπλὴ μόνο κί­νηση μπορεῖ νὰ ἐξαφανίσει αὐτὸ τὸ κο­πιῶδες καὶ ἐντυπωσιακὸ δημιούργημα; Τέτοια, λέει ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός, εἶναι καὶ ἡ ζωή μας. Εὔθρυπτη, εὐαίσθητη, ἀδύ­ναμη καὶ ἀνίσχυρη σὰν τὸν ἱστὸ τῆς ἀράχνης. Τέτοια εἶναι καὶ ὅλα τὰ ἀνθρώ­πινα «κατορθώματα» καὶ «ἐπιτεύγμα­τα» ποὺ μᾶς ἐντυπωσιάζουν.

Γεμάτη κόπους ἡ ζωή μας. Ἀγωνί­ες καὶ φροντίδες χρόνων. Κόποι καὶ προσπάθειες ἀπὸ τὰ πρῶτα παιδικά μας βήματα ἕως τὰ βαθιὰ γεράματά μας. Γιὰ νὰ ἀναπτυχθοῦμε, νὰ μορφωθοῦμε, νὰ δημιουργήσουμε κάτι στὴν πορεία τῆς ζωῆς μας. Και σ᾿ ὅλη αὐτὴ τὴν κοπιαστικὴ πράγματι διαδρομὴ καὶ πορεία, ὁ ἄνθρωπος συνειδητοποιεῖ πόσο ἀφάνταστα μικρός εἶναι, περιορι­σμένος καὶ προσωρινὸς πάνω στὴ γῆ. Σὰν τὸν ἱστὸ τῆς ἀράχνης. Ἐλάχιστα τὰ χρόνια τῆς ζωῆς μας, καὶ αὐτὰ λιγο­στεύουν κάποτε ἀναπάντεχα ἀκόμα περισσότερο ἀπὸ μιὰ ἀσθένεια ἢ κά­ποιον ἀπροσδόκητο θάνατο. «Οὐδέν βέβαιον, οὐδέν σταθερὸν ἡ ἀνθρωπεία φύσις ἔχει, δίκην ἀράχνης διασπᾶται ραδίως», σημειώνει ὁ ἱερὸς ἑρμηνευ­τής. Δηλαδὴ τίποτε σταθερὸ καὶ βέβαιο δὲν ἔχει ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ πανεύκολα διαλύεται, ὅπως ὁ ἱστὸς τῆς ἀράχνης. Πλούσιοι, φτωχοί, ἔνδοξοι, ἄσημοι, μορφωμένοι, ἀμόρφωτοι, ὅλοι ζοῦμε μιὰ ζωὴ ὄμορφη ἀλλὰ καὶ κουρα­στικὴ καὶ σύντομη. Μέσα στὴν ὀμορφιά της ὑπάρχει ἡ τραγωδία τῆς συντομί­ας της. Μέσα στὴν πλανεμένη παντο­δυναμία μας ανακαλύπτουμε ξαφνικὰ τὴν κραυγαλέα αδυναμία μας.

Ὅμως αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ μέτρο τῆς ἀ­ποτυχίας μας, ἀλλὰ ἡ φανέρωση τῆς ὑπέροχης προοπτικῆς μας. Ἔτσι ὥστε νὰ μὴν ἐντυπωσιαζόμαστε ἀπὸ τὴν πρόσκαιρη ζωή μας, νὰ μὴν εἴμαστε προσκολλημένοι σὲ μάταια καὶ φθαρτὰ καὶ ἐπίγεια καὶ εὔθρυπτα πράγματα, ἀλλὰ νὰ ἔχουμε τὸ βλέμμα μας διαρκῶς στὴν αιωνιότητα, τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Οὔτε νὰ μᾶς καταβάλλει ὁ ἀγώνας καὶ ὁ κόπος γιὰ τὴν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν. Γιατὶ στὸ τέλος αὐτῶν τῶν κόπων μᾶς περιμένει τὸ στεφάνι τῆς δόξας τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Τῆς ὄντως ζωῆς. Τῆς ζωῆς πλησίον τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ ὅπου δὲν ὑπάρχει πόνος, θλίψη και στεναγμός.

Στάθηκε ὁ Ψαλμωδὸς ἀπέναντι στὸν ἱστὸ κάποιας ἀράχνης, καὶ ἐντυπωσιάστηκε. Καὶ ἐντυπωσιασμένος στοχάστηκε. Καὶ παρομοίασε τή ζωὴ τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν ἱστὸ τῆς ἀράχνης. Τῶν ἀνθρώπων ποὺ καταπιάνονται μὲ τὴν ὕφανση ανώφελων, κοπιαστικῶν, εὐδιάλυτων καὶ πρόσκαιρων ἱστῶν.

«Τὰ ἔτη ἡμῶν ὡσεὶ ἀράχνη ἐμελέτων». Γιὰ νὰ μᾶς διδάξει ὅτι ὑπάρχουν ἀνώτεροι καὶ ἁγιότεροι στόχοι ἀπὸ τὶς μάταιες ἐπιδιώξεις μας, οἱ ὁποῖες πλέκονται σὰν τοὺς ἐντυπωσιακοὺς ἱστοὺς κάποιας ἀράχνης. Στόχοι ποὺ ἔχουν μοναδικὸ σκοπὸ καὶ ἐπιδίωξη τὴν καταφυγή μας καὶ τὴν ἀναζήτηση τῆς ἐλπίδας μας στὸ σεπτὸ καὶ ἅγιο πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας, στή Βασιλεία Του, στὴν αἰωνιότητα!

ΠΕ­ΡΙ­Ο­ΔΙ­ΚΟ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ», Ἀ­ριθ. 2090, 1ΙΟΥΝΙΟΥ 2014 σελ. 259-260 

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

 (26 ΙΟΥΝΙΟΥ 2022)

 


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Ἀ­δελ­φοί, δό­ξα καὶ τι­μὴ καὶ εἰ­ρή­νη παν­τὶ τῷ ἐρ­γα­ζο­μέ­νῳ τὸ ἀ­γα­θόν, ᾿Ι­ου­δα­ί­ῳ τε πρῶ­τον καὶ ῞Ελ­λη­νι· οὐ γάρ ἐ­στι προ­σω­πο­λη­ψί­α πα­ρὰ τῷ Θε­ῷ. Ὅ­σοι γὰρ ἀ­νό­μως ἥ­μαρ­τον, ἀ­νό­μως καὶ ἀ­πο­λοῦν­ται· καὶ ὅ­σοι ἐν νό­μῳ ἥ­μαρ­τον, διὰ νό­μου κρι­θή­σον­ται. Οὐ γὰρ οἱ ἀ­κρο­α­ταὶ τοῦ νό­μου δί­και­οι πα­ρὰ τῷ Θε­ῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποι­η­ταὶ τοῦ νό­μου δι­και­ω­θή­σον­ται. Ὅ­ταν γὰρ ἔ­θνη τὰ μὴ νό­μον ἔ­χον­τα φύ­σει τὰ τοῦ νό­μου ποι­ῇ, οὗ­τοι νό­μον μὴ ἔ­χον­τες ἑ­αυ­τοῖς εἰ­σι νό­μος, οἵ­τι­νες ἐν­δε­ί­κνυν­ται τὸ ἔρ­γον τοῦ νό­μου γρα­πτὸν ἐν ταῖς καρ­δί­αις αὐ­τῶν, συμ­μαρ­τυ­ρο­ύ­σης αὐ­τῶν τῆς συ­νει­δή­σε­ως καὶ με­τα­ξὺ ἀλ­λή­λων τῶν λο­γι­σμῶν κα­τη­γο­ρούν­των ἢ καὶ ἀ­πο­λο­γου­μέ­νων - ἐν ἡ­μέ­ρᾳ ὅ­τε κρι­νεῖ ὁ Θε­ὸς τὰ κρυ­πτὰ τῶν ἀν­θρώ­πων κα­τὰ τὸ εὐ­αγ­γέ­λι­όν μου διὰ ᾿Ι­η­σοῦ Χρι­στοῦ.           

          (Ρωμ.β΄[2] 10 - 16)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἀ­δελ­φοί, δόξα κα τιμ κα ερήνη θ ποδοθε σέ κάθε ἄνθρωπο πο ργάζεται τ καλό, στν Ἰουδαῖο πρῶτα, κα στν εδωλολάτρη λληνα. Θ συμβον τ δια στος ουδαίους κα στος εἰδωλολάτρες, διότι δν χαρίζεται σ πρόσωπα ὁ Θεός. Κα γι' ατ ὅσοι μάρτησαν χωρς ν χουν λάβει γραπτ νόμο, ατο θ καταδικασθον σ πώλεια χωρίς ν χουν κατήγορο τ νόμο ατό. Κα ὅσοι ἁμάρτησαν ἐνῶ εἶχαν λάβει γραπτ νόμο, ατο θ κριθον μέ βάση τ νόμο ατό. Διότι δίκαιοι νώπιον τοῦ Θεο εναι χι ὅσοι ἄκουσαν ἁπλς τν νάγνωση τοῦ θείου νόμου, ἀλλά ὅσοι τηρον τὸν νόμο ατο θ ναγνωρισθον δίκαιοι. Διότι ὅταν κάποιοι ἀπό τούς θνικούς, πο δν λαβαν ἀπό τν Θε γραπτ νόμο, θεοσεβεῖς ἄνθρωποι, δηγούμενοι ἀπό τν μφυτο θικ νόμο κάνουν ὅ,τι προστάζει ὁ γραπτς νόμος, οἱ ἄνθρωποι ατοί, ἄν κα δν χουν γραπτ νόμο, χουν ὡς νόμο τν διο τν αυτό τους, δηλαδ τ συνείδησή τους. Τ ργο πο κάνει ὁ νόμος ν διαφωτίζει τος νθρώπους ν διακρίνουν τ καλ ἀπ’ τ κακό, ατ τ ργο οἱ θνικο ατο ποδεικνύουν ὅτι τ χουν γραμμένο στς καρδιές τους. Κι ατ συμβαίνει ὅταν ἡ συνείδησή τους δίνει μαρτυρία σ' ατος γι κάθε πράξη, κα οἱ σωτερικοί τους λογισμο ναμεταξ τους κατηγορον κα καμι φορ πολογονται. Κα θ νακηρυχθον δίκαιοι οἱ τηρητς τοῦ νόμου τν ἡμέρα πο θ κρίνει ὁ Θες τς πόκρυφες πράξεις τν νθρώπων σύμφωνα μ τ Εαγγέλιο πο κηρύττω. Κα θ τς κρίνει διαμέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς ὑπέρτατου Κριτῆ.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, πε­ρι­πα­τῶν ὁ ᾿Ι­η­σοῦς πα­ρὰ τὴν θά­λασ­σαν τῆς Γα­λι­λα­ί­ας, εἶ­δε δύ­ο ἀ­δελ­φο­ύς, Σίμωνα τὸν λε­γό­με­νον Πέτρον καὶ ᾿Αν­δρέ­αν τὸν ἀ­δελ­φὸν αὐ­τοῦ, βάλ­λον­τας ἀμ­φί­βλη­στρον εἰς τὴν θά­λασ­σαν· ἦ­σαν γὰρ ἁ­λι­εῖς· καὶ λέ­γει αὐ­τοῖς· Δεῦ­τε ὀ­πί­σω μου καὶ ποι­ή­σω ὑ­μᾶς ἁ­λι­εῖς ἀν­θρώ­πων. Οἱ δὲ εὐ­θέ­ως ἀ­φέν­τες τὰ δί­κτυ­α ἠ­κο­λο­ύ­θη­σαν αὐ­τῷ. Καὶ προ­βὰς ἐ­κεῖ­θεν, εἶ­δεν ἄλ­λους δύ­ο ἀ­δελ­φο­ύς, ᾿Ιάκωβον τὸν τοῦ Ζε­βε­δα­ί­ου καὶ ᾿Ι­ω­άν­νην τὸν ἀ­δελ­φὸν αὐ­τοῦ, ἐν τῷ πλο­ί­ῳ με­τὰ Ζε­βε­δα­ί­ου τοῦ πα­τρὸς αὐ­τῶν, κα­ταρ­τί­ζον­τας τὰ δί­κτυ­α αὐ­τῶν· καὶ ἐ­κά­λε­σεν αὐ­το­ύς. Οἱ δὲ εὐ­θέ­ως ἀ­φέν­τες τὸ πλοῖ­ον καὶ τὸν πα­τέ­ρα αὐ­τῶν, ἠ­κο­λο­ύ­θη­σαν αὐ­τῷ. Καὶ πε­ρι­ῆ­γεν ὅ­λην τὴν Γα­λι­λα­ί­αν ὁ ᾿Ι­η­σοῦς δι­δά­σκων ἐν ταῖς συ­να­γω­γαῖς αὐ­τῶν, καὶ κη­ρύσ­σων τὸ Εὐ­αγ­γέ­λιον τῆς βα­σι­λε­ί­ας, καὶ θε­ρα­πεύ­ων πᾶ­σαν νό­σον καὶ πᾶ­σαν μα­λα­κί­αν ἐν τῷ λα­ῷ.

                                                                                        (Ματθ. δ΄[4] 18 – 23)

 

ΚΛΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ

1.    ΑΦΗΣΑΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ

Ὁ Κύριος περπατᾶ στὴν ἀκρογιαλιὰ τῆς Γαλιλαίας. Ἐκεῖ βλέπει δύο ἀδελφούς, τὸν Σίμωνα, τὸν ὁποῖο κατόπιν ὀνόμασε Πέτρο, καὶ τὸν Ἀνδρέα τὸν ἀδελφό του, οἱ ὁποῖοι ἔριχναν δίχτυα στὴ λίμνη, διότι ἦταν ψαράδες. Καὶ τοὺς λέει: Ἀκολουθῆστε μὲ καὶ θὰ σᾶς κάνω ἱκανοὺς νὰ ψαρεύετε ἀντὶ για ψάρια, ἀνθρώπους· αὐτοὺς μὲ τὰ πνευματικὰ δίχτυα τοῦ κηρύγματος θὰ ἑλκύετε στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Κι αὐτοὶ ἀμέσως ἄφησαν τὰ δίχτυά τους καὶ Τὸν ἀκολούθησαν. Ἀφοῦ προχώρησε πιὸ κεῖ, εἶδε ἄλλους δύο ἀδελφούς, τὸν Ἰάκωβο τὸν γυιὸ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ τὸν Ἰωάννη τὸν ἀδελφό του, νὰ ἑτοιμάζουν τὰ δίχτυα τους μέσα στὸ πλοῖο μαζὶ μὲ τὸν πατέρα τους Ζεβεδαῖο. Καὶ τοὺς κάλεσε κοντά του. Κι αὐτοὶ ἀμέσως ἄφησαν τὸ πλοῖο καὶ τὸν πατέρα τους καὶ Τὸν ἀκολούθησαν.

Κι οἱ τέσσερις ψαράδες ἄφησαν ἀμέσως τὰ πάντα. Πόση προθυμία καὶ αὐταπάρνηση ἔδειξαν στὴν κλήση τοῦ Χριστοῦ! Πόση πίστη καὶ ὑπακοή! Δὲν ἀνέβαλαν τὴν ἀποφασή τοὺς για ἄλλη φορά. Δὲν ζήτησαν προθεσμία για νὰ δώσουν κάποια ἀπάντηση. Δὲν σκέφθηκαν νὰ πᾶνε πρῶτα στὰ σπίτια τους καὶ νὰ συζητήσουν μὲ τοὺς δικούς τους. Ἄφησαν καὶ τοὺς γονεῖς τους καὶ ὅ,τι ἄλλο εἶχαν. Τὰ πλοῖα καὶ τὰ δίχτυα τους ἦταν ὅλη τους ἡ περιουσία. Καὶ τὴν ἀφήνουν. Μένουν χωρὶς τίποτε. Αὐτοὶ καὶ ὁ Χριστός! Καὶ Τὸν ἀκολουθοῦν. Καὶ γίνονται μόνιμοι μαθητές του. Ἀποφασισμένοι νὰ ἀκολουθήσουν τὸν Κύριο ὅπου τοὺς καλέσει.

Ἐμεῖς ἄραγε δείχνουμε τέτοια αὐταπάρνηση καὶ προθυμία στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Βέβαια ὁ Κύριος δὲν κάνει σὲ ὅλους ἐμᾶς τέτοια μεγάλη εἰδικὴ κλήση, δὲν ζητᾶ ἀπὸ ὅλους ἐμᾶς νὰ ἐγκαταλείψουμε τὰ πάντα καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε. Ἀλλὰ ζητᾶ νὰ ἐγκαταλείψουμε τὰ πάθη μας, τὸ ἁμαρτωλὸ θέλημά μας. Καὶ κάνει στὸν καθένα μας πολλὲς κλήσεις γιὰ μετάνοια, γιὰ ἁγιασμό, γιὰ τὴ σωτηρία μας. Μᾶς καλεῖ μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Πνευματικοῦ μας, τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ φωνὴ γεγονότων. Μᾶς ζητᾶ νὰ κόψουμε κάποιο ἐλάττωμά μας, νὰ καλλιεργήσουμε κάποια ἀρετή, νὰ κάνουμε ἔργα ἀγάπης, νὰ προσφέρουμε τὰ χαρίσματά μας στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας του. Γιὰ παράδειγμα πηγαίνουμε στὸν Πνευματικό μας καὶ μᾶς δίνει ὁδηγίες πνευματικῆς ζωῆς. Τὶς ἀποδεχόμαστε χωρὶς ἀντίρρηση καὶ ἀντίδραση; Ἔχουμε τὴν προθυμία νὰ ὑπακούσουμε ἀμέσως καὶ νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ διορθώσουμε τὴν πορεία μας; Εἶναι φοβερὸ νὰ μᾶς καλεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς στὸ θέλημά του καὶ ἐμεῖς νὰ ἀρνούμαστε καὶ νὰ χάνουμε εὐκαιρίες μετανοίας καὶ ἁγιασμοῦ. Εὐκαιρίες ποὺ ἴσως δὲν θὰ μᾶς δοθοῦν ποτὲ ἄλλοτε. Ἂς μάθουμε λοιπὸν νὰ ἀνταποκρινόμαστε ἀμέσως στὰ κελεύσματα τῆς φωνῆς τοῦ Κυρίου. Ξεπερνώντας κάθε ἐμπόδιο.

2. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Στὴ συνέχεια ὁ ἅγιος εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος παρουσιάζει τὴ δημόσια δράση τοῦ Κυρίου στὴ Γαλιλαία. Λέει ὅτι ὁ Ἰησοῦς περιόδευε τὴ Γαλιλαία διδάσκοντας στὶς  Συναγωγές,  ὅπου  κάθε  Σάββατο  μαζεύονταν οἱ Ἰουδαῖοι για νὰ ἀκούσουν τὴν ἀνάγνωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ νὰ προσευχηθοῦν. Θεράπευε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ ἀπὸ κάθε εἴδους ἀσθένεια. Καὶ κήρυττε τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Ποιὰ ὅμως εἶναι αὐτὴ ἡ Βασιλεία στὴν ὁποία καλοῦσε ὁ Κύριος; Οἱ Ἰουδαῖοι ἀσφαλῶς περίμεναν μία ἐγκόσμια ἰουδαιοκεντρικὴ βασιλεία ἐντελῶς διαφορετικὴ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ κήρυττε ὁ Κύριος. Διότι ὁ Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος για νὰ ἐγκαθιδρύσει μιὰν ἄλλη πνευματική, παγκόσμια Βασιλεία ὄχι σὲ κράτη καὶ σὲ παλάτια, ἀλλὰ στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Βασιλεία του δὲν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Κι Αὐτὸς δὲν εἶναι Βασιλεὺς κρατῶν ἀλλὰ καρδιῶν, ποὺ θὰ κατακτήσει τοὺς ἀνθρώπους ὄχι μὲ πολέμους ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγάπη. Ὁ Κύριος λοιπὸν καλεῖ σὲ μια Βασιλεία ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπ᾿ αὐτὴν ποὺ περίμεναν οἱ Ἰουδαῖοι, μιὰ Βασιλεία ἀτελεύτητη. Μιὰ Βασιλεία ποὺ ξεκινάει ἀπὸ τὴ γῆ μὲ τὴν Ἐκκλησία του καὶ θὰ συνεχιστεῖ στὸν οὐρανό. Μιὰ Βασιλεία στὴν ὁποία δὲν θὰ κυριαρχεῖ τὸ μίσος ἀλλὰ ἡ ἀγάπη, δὲν θὰ κυριαρχεῖ τὸ σκοτάδι τῆς ἀπιστίας ἀλλὰ τὸ φῶς τῆς πίστεως. Μιὰ Βασιλεία στὴν ὁποία κάθε πολίτης της θὰ ἀπολαμβάνει ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ τὴ θεία Χάρη καὶ πληρότητα καὶ θὰ γεύεται τὰ ὑπερκόσμια ἀγαθά της.

Ἐμεῖς ἄραγε κατανοοῦμε τὸν πνευματικὸ αὐτὸν χαρακτήρα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ; Ζοῦμε τὴν ἐμπειρία τῆς Βασιλείας αὐτῆς; Βέβαια ἀνήκουμε στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, στὴν Ἐκκλησία του. Εἴμαστε βαπτισμένοι. Ἔχουμε μυρωθεῖ μὲ τὸ βασιλικὸ Χρίσμα. Ἐσωτερικὰ ὅμως; Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι «ἐντὸς ἡμῶν»; Τὴ ζοῦμε ὡς ἐμπειρία; Τὴν προσδοκοῦμε ὡς τὸ μεγαλύτερο ὅραμα τῆς ζωῆς μας; Ἂν πραγματικὰ θέλουμε νὰ ζοῦμε μέσα μας τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἂν ἀναγνωρίζουμε τὸν Κύριό μας ὡς παντοτινὸ βασιλέα μας, θὰ πρέπει νὰ Τὸν κάνουμε καὶ κυβερνήτη τῆς ζωῆς μας. Αὐτὸς νὰ κυβερνᾶ τὶς αἰσθήσεις μας, τὶς σκέψεις μας, τὰ συναισθήματά μας, ὁλόκληρη τὴ ζωή μας. Νὰ μὴ σέρνουμε τὰ πόδια μας στὸ χῶμα κυριευμένοι ἀπὸ πάθη καὶ ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες. Ἀλλὰ νὰ ἀνεβαίνουμε διαρκῶς ψηλότερα, πρὸς τοὺς οὐρανούς, πρὸς τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, πρὸς τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

     (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

 

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ. ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΙΟΥΛΙΟΥ

 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ



ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΙΟΥΛΙΟΥ

3 ΚΥ­ΡΙΑ­ΚΗ Γ' Μ­Α­Τ­Θ­Α­Ι­ΟΥ Ἀ­πό­στ. (Ρωμ. ε’[5] 1 - 10), Εὐ­αγγ. (Ματθ. Ϛ'[6] 22 - 33), Ὑ­α­κίν­θου μάρ­τυ­ρος, Ἀ­να­το­λί­ου Ἀρ­χι­ε­πι­σκό­που Κων/πό­λε­ως. Εὕ­ρε­σις λει­ψά­νων Ἁ­γί­ου Ρα­φα­ήλ. 

7 ΠΕΜΠΤΗ Κυ­ρια­κῆς Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος, Θω­μᾶ τοῦ ἐν Μα­λε­ῷ ὁ­σί­ου 

10 Κ­Υ­Ρ­Ι­Α­ΚΗ Δ' Μ­Α­Τ­Θ­Α­Ι­ΟΥ Ἀ­πό­στ. (Ρωμ. Ϛ’[6] 18 - 23), Εὐ­αγγ. (Ματθ. η'[8] 5 - 13), Τῶν ἐν Νι­κο­πό­λει τῆς Ἀρ­με­νί­ας 45 μαρ­τύ­ρων,  Ἀ­θα­να­σί­ου τοῦ ἐν Πεν­τα­σχοί­νῳ ὁ­σί­ου τοῦ Κυ­πρί­ου. 

12 ΤΡΙΤΗ Πρό­κλου κ­αί Ἱ­λα­ρί­ου Μαρ­τύ­ρ., Βε­ρο­νί­κης αἱ­μορ­ρο­ού­σης, Μι­χα­ήλ τ­οῦ Μα­λε­ΐ­νου ὁ­σί­ου, Πα­ϊ­σί­ου τ­οῦ Ἁ­γι­ο­ρεί­του ὁ­σί­ου

17 Κ­Υ­Ρ­Ι­Α­ΚΗ Τ­ῶν Ἁ­γί­ων 630 Θε­ο­φό­ρων Πα­τέ­ρων τ­ῆς ἐν Χαλ­κη­δό­νι Δ΄ Ο­ἰκ. Συ­νό­δου (451). (Ἀ­πό­στ. Τίτ. γ΄[3] 8-15, Εὐ­αγγ.  Ματθ. 

ε΄[5] 14-19), Μα­ρί­νης Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος

20 ΤΕΤΑΡΤΗ Προφήτου Ἠλιοῦ τοῦ Θεσβίτου

24  Κ­Υ­Ρ­Ι­Α­ΚΗ Ϛ’ Μ­Α­Τ­Θ­Α­Ι­ΟΥ, Χριστίνης μεγαλομάρτυρος. (Ἀ­πό­στ. (Ρωμ. ιβ’[12] 6 - 14), Εὐ­αγγ. (Ματθ. θ'[9] 1 - 8), Ἐκ μεταθέσεως ἡ Κοί­μη­σις τ­ῆς Ἁ­γί­ας Ἄν­νης μη­τρός τ­ῆς Ὑ­πε­ρα­γί­ας Θε­ο­τό­κου. Τ­ῶν Ἁ­γί­ων 165 Πα­τέ­ρων τ­ῶν ἐν τῇ Ε΄ Ο­ἰκ. Σ­υν. Συ­νελ­θόν­των, Ὀ­λυμ­πιά­δος δι­α­κό­νου, Εὐ­πρα­ξί­ας ὁ­σί­ας 

26 ΤΡΙΤΗ Πα­ρα­σκευ­ῆς Ὁ­σι­ο­μάρ­τυ­ρος, Ἑρ­μο­λά­ου ἱ­ε­ρο­μάρ­τυ­ρος κ­αί τ­ῶν σ­ύν αὐ­τῷ Ἑρ­μίπ­που κ­αί Ἑρ­μο­κρά­τους

27 ΤΕΤΑΡΤΗ Παν­τε­λε­ή­μο­νος Με­γα­λο­μάρ­τυ­ρος τοῦ Ἰ­α­μα­τι­κοῦ 

28 ΠΕΜΠΤΗ Εἰ­ρή­νης Ὁ­σί­ας τ­ῆς Χρυ­σο­βα­λάν­του

31  Κ­Υ­Ρ­Ι­Α­ΚΗ Ζ’ Μ­Α­Τ­Θ­Α­Ι­ΟΥ. (Ἀ­πό­στ. (Ρωμ. ιε’[15] 1 - 7), Εὐ­αγγ. (Ματθ. θ'[9] 27-35), Εὐδοκίμου δικαίου, Ἰωσὴφ τοῦ ἀπὸ Ἀριμα- θαίας. Προεόρτια τῆς Προόδου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Μνήμη μετακομιδῆς λειψάνων Φιλίππου τοῦ Ἀποστόλου εἰς Κύπρον. 

ΩΡΑΡΙΟ

Ε­ΣΠΕ­ΡΙ­ΝΟΣ:  6.00 Μ.Μ.

ΟΡ­ΘΡΟΣ: 6.30 Π.Μ.



Δευτέρα 20 Ιουνίου 2022

ΚΑ­ΤΑ­ΝΟ­ΩΝ­ΤΑΣ ΤΟ ΣΥΜ­ΒΟ­ΛΟ ΤΗΣ ΠΙ­ΣΤΕ­ΩΣ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΡΟΥΣΗ

 

ΚΑ­ΤΑ­ΝΟ­ΩΝ­ΤΑΣ ΤΟ ΣΥΜ­ΒΟ­ΛΟ ΤΗΣ ΠΙ­ΣΤΕ­ΩΣ

(ἄρ­θρα 1-12)

(ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΡΟΥΣΗ)



Τὸ Σύμ­βο­λο τῆς Πί­στε­ως εἶ­ναι σύν­το­μη ὁ­μο­λο­γί­α τῆς πί­στης μας μέ­σα στὴν ὁ­ποί­α πα­ρου­σι­ά­ζον­ται πε­ρι­λη­πτι­κά, μὲ σα­φή­νεια καὶ αὐ­θεν­τι­κὰ αὐ­τὰ ποὺ πρέ­πει νὰ πι­στεύ­ει κά­θε ὀρ­θό­δο­ξος χρι­στια­νός.  Τὸ λέ­με κυ­ρί­ως στὸ Μυ­στή­ριο τοῦ Βα­πτί­σμα­τος, στὴ Θεί­α Λει­τουρ­γί­α πρὸ τῆς Θεί­ας Κοι­νω­νί­ας, ἀλ­λὰ καὶ στὶς ἄλ­λες ἀ­κο­λου­θί­ες. Θε­σπί­στη­κε στὶς Α΄ καὶ Β΄ Οἰ­κου­με­νι­κὲς Συ­νό­δους καὶ εἶ­ναι τὸ μο­να­δι­κὸ ποὺ χρη­σι­μο­ποι­οῦν ὅ­λες οἱ χρι­στι­α­νι­κὲς ὀρ­θό­δο­ξες ὁ­μο­λο­γί­ες. Ἀ­πο­τε­λεῖ­ται ἀ­πὸ 12 ἄρ­θρα (στί­χους). Τὸ 1ο ἄρ­θρο ἀ­να­φέ­ρε­ται στὸν Πα­τέ­ρα. Τὰ ἄρ­θρα ἀ­πὸ τὸ 2ο μέ­χρι τὸ 7ο στὸν Υἱ­ό. Τὸ 8ο στὸ Ἅ­γιο Πνεῦ­μα. Τὸ 9ο στὴν Ἐκ­κλη­σί­α. Τὸ 10ο στὸ Βά­πτι­σμα. Τὸ 11ο  στὴν Ἀ­νά­στα­ση τῶν νε­κρῶν. Τὸ 12ο στὴν Δευ­τέ­ρα Πα­ρου­σί­α. (Ἱ­ε­ρὰ Μη­τρό­πο­λη Ἠ­λεί­ας)

1. «Πι­στεύ­ω εἰς ἕ­να Θε­όν, Πα­τέ­ρα, παν­το­κρά­το­ρα, ποι­η­τὴν οὐ­ρα­νοῦ καὶ γής, ὁ­ρα­τῶν τὲ πάν­των καὶ ἀ­ο­ρά­των». [Ἡ  λέ­ξη ‘Πι­στεύ­ω’ δη­λώ­νει τὴν ἐμ­πι­στο­σύ­νη πρὸς τὸν Θε­ό. Ὁ Θε­ὸς εἶ­ναι ἀ­κό­μη Παν­το­κρά­το­ρας καὶ ποι­η­τὴς-δη­μι­ουρ­γὸς οὐ­ρα­νοῦ καὶ γῆς.]

2. «Καὶ εἰς ἕ­να Κύ­ριον Ἰ­η­σοῦν Χρι­στόν, τὸν Υἱ­ὸν τοῦ Θε­οῦ τὸν μο­νο­γε­νῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πα­τρὸς γεν­νη­θέν­τα πρὸ πάν­των τῶν αἰ­ώ­νων· φῶς ἐκ φω­τός, Θε­ὸν ἀ­λη­θι­νὸν ἐκ Θε­οῦ ἀ­λη­θι­νοῦ, γεν­νη­θέν­τα οὐ ποι­η­θέν­τα, ὁ­μο­ού­σιον τῷ Πα­τρί, δι᾿ οὗ τὰ πάν­τα ἐ­γέ­νε­το». [Πι­στεύ­ου­με καὶ στὸν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό, τὸν Υἱ­ὸ τοῦ Θε­οῦ, ποὺ εἶ­ναι Κύ­ριος καὶ μο­νο­γε­νής, γεν­νή­θη­κε δὲ ἀ­πὸ τὸν Πα­τέ­ρα Του προ­αι­ώ­νια. Ἔ­χει δὲ τὴν ἴ­δια οὐ­σί­α μὲ τὸν Πα­τέ­ρα Θε­ό, ἐ­νῶ μέ­σῳ αὐ­τοῦ πλά­στη­καν τὰ πάν­τα.] - Ἱ­ε­ρὰ Μη­τρό­πο­λη Θεσ­σα­λο­νί­κης.

3. «Τὸν δι᾿ ἡ­μᾶς τοὺς ἀν­θρώ­πους καὶ διὰ τὴν ἡ­με­τέ­ραν σω­τη­ρί­αν κα­τελ­θόν­τα ἐκ τῶν οὐ­ρα­νῶν καὶ σαρ­κω­θέν­τα ἐκ Πνεύ­μα­τος Ἁ­γί­ου καὶ Μα­ρί­ας τῆς Παρ­θέ­νου καὶ ἐ­ναν­θρω­πή­σαν­τα». [Ὁ Υἱ­ὸς τοῦ Θε­οῦ, γιὰ τὴ δι­κή μας σω­τη­ρί­α, κα­τέ­βη­κε ἀ­πὸ τὴν οὐ­ρά­νια δό­ξα Του στὴ γῆ καὶ ἔ­λα­βε σάρ­κα, ὅ­μοι­α μὲ τὴ δι­κή μας, ἀ­πὸ τὴν Παρ­θέ­νο Μα­ρί­α μὲ τὴν ἐ­νέρ­γεια τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος].

4. «Σταυ­ρω­θέν­τα τε ὑ­πὲρ ἡ­μῶν ἐ­πὶ Πον­τί­ου Πι­λά­του, καὶ πα­θόν­τα καὶ τα­φέν­τα». [Μὲ τὴ σταύ­ρω­σή του ὁ Χρι­στὸς ἕ­νω­σε οὐ­ρα­νὸ καὶ γῆ καὶ συμ­φι­λί­ω­σε Θε­ὸ καὶ ἀν­θρω­πό­τη­τα].

5. «Καὶ ἀ­να­στάν­τα τῇ τρί­τῃ ἡ­μέ­ρᾳ κα­τὰ τὰς Γρα­φάς». [Ὁ Χρι­στὸς ἀρ­κε­τὲς φο­ρὲς προ­εῖ­πε τὴ ζω­η­φό­ρα ἀ­νά­στα­σή Του καὶ ἔ­γι­νε πραγ­μα­τι­κά].

6.«Καὶ ἀ­νελ­θόν­τα εἰς τοὺς οὐ­ρα­νοὺς καὶ κα­θε­ζό­με­νον ἐκ δε­ξι­ῶν του Πα­τρός». [Με­τὰ τὴν Ἀ­νά­στα­σή Του ἀ­νέ­βη­κε στὸν οὐ­ρα­νὸ καὶ κά­θι­σε στὰ δε­ξιὰ τοῦ Πα­τέ­ρα Του. Ἐ­πι­τεύ­χθη­κε πλή­ρως ὁ σκο­πὸς τῆς Θεί­ας Ἐ­ναν­θρώ­πη­σης ποὺ ἦ­ταν ἡ ἕ­νω­ση θεί­ας καὶ ἀν­θρώ­πι­νης φύ­σε­ως στὸ πρό­σω­πο τοῦ Χρι­στοῦ].

7. «Καὶ πά­λιν ἐρ­χό­με­νον με­τὰ δό­ξης κρί­ναι ζῶν­τας καὶ νε­κρούς, οὗ τῆς βα­σι­λεί­ας οὐκ  ἔ­σται τέ­λος». [Θὰ ἔρ­θει καὶ πά­λι στὸν κό­σμο μὲ δό­ξα, σὲ χρό­νο ποὺ τὸν γνω­ρί­ζει μό­νο ὁ Θε­ός, γιὰ νὰ κρί­νει τοὺς ζων­τα­νοὺς καὶ τοὺς νε­κρούς. Καὶ ἡ Βα­σι­λεί­α Του δὲν θὰ ἔ­χει τέ­λος].

8. «Καὶ  εἰς τὸ Πνεῦ­μα τὸ Ἅ­γιον, τὸ Κύ­ριον, τὸ Ζω­ο­ποι­όν, τὸ ἐκ τοῦ Πα­τρός ἐκ­πο­ρευ­ό­με­νον, τὸ σὺν Πα­τρὶ καὶ Υἱ­ῷ συμ­προ­σκυ­νού­με­νον καὶ συν­δο­ξα­ζό­με­νον, τὸ λα­λῆ­σαν διὰ τῶν προ­φη­τῶν». [Πι­στεύ­ω καὶ στὸ Ἅ­γιο Πνεῦ­μα, τὸ τρί­το πρό­σω­πο τῆς Ἁ­γί­ας Τριά­δος, ποὺ ζω­ο­ποι­εῖ ὅ­λη τὴν κτί­ση καὶ ἐκ­πο­ρεύ­ε­ται ἀ­πὸ τὸν Πα­τέ­ρα. Προ­σκυ­νεῖ­ται καὶ δο­ξά­ζε­ται ἰ­σό­τι­μα μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό. Κα­θο­δή­γη­σε τοὺς Προ­φῆ­τες τῆς Πα­λαι­ᾶς Δι­α­θή­κης, ποὺ προ­εῖ­παν γιὰ τὸν ἐρ­χο­μὸ τοῦ Σω­τή­ρα].

9. «Εἰς μί­αν, Ἁ­γί­αν, Κα­θο­λι­κὴν καὶ Ἀ­πο­στο­λι­κήν Ἐκ­κλη­σί­αν». [Πι­στεύ­ω καὶ στὴν Ἐκ­κλη­σί­α. Εἶ­ναι μί­α, ἐ­πει­δὴ μί­α εἶ­ναι ἡ κε­φα­λή της, ὁ Χρι­στός. Εἶ­ναι ἁ­γί­α, εἶ­ναι κα­θο­λι­κή, ἐ­πει­δὴ κα­τέ­χει ὅ­λη τὴν ἀ­λή­θεια καὶ θέ­λει νὰ συμ­πε­ρι­λά­βει ὅ­λους τους ἀν­θρώ­πους. Εἶ­ναι ἀ­πο­στο­λι­κή, ἐ­πει­δὴ δι­α­τη­ρεῖ ἀ­νό­θευ­τη τὴ δι­δα­σκα­λί­α τῶν Ἀ­πο­στό­λων].

10. «Ὁ­μο­λο­γῶ ἐν βά­πτι­σμα εἰς ἄ­φε­σιν ἁ­μαρ­τι­ῶν». [Ὁ­μο­λο­γῶ ἕ­να βά­πτι­σμα στὸ ὄ­νο­μα τῆς Ἁ­γί­ας Τριά­δος. Μ᾿ αὐ­τὸ ἀρ­χί­ζου­με τὴν και­νού­ρια ζω­ὴ μέ­σα στὴν Ἐκ­κλη­σί­α. Μὲ αὐ­τὸ συγ­χω­ρεῖ­ται τὸ προ­πα­το­ρι­κὸ ἁ­μάρ­τη­μα καὶ ὅ­λες οἱ προ­σω­πι­κὲς ἁ­μαρ­τί­ες.]

11. «Προσ­δο­κῶ ἀ­νά­στα­σιν νε­κρῶν». [Πι­στεύ­ω καὶ πε­ρι­μέ­νω τὴν κοι­νὴ ἀ­νά­στα­ση ὅ­λων τῶν νε­κρῶν. Θὰ ἀ­να­στη­θεῖ κά­θε σῶ­μα γιὰ νὰ ἑ­νω­θεῖ μὲ τὴν ἀ­θά­να­τη ψυ­χή του. Ἡ ἀ­νά­στα­ση ὅ­λων θὰ γί­νει μὲ τὴ Δευ­τέ­ρα Πα­ρου­σί­α τοῦ Κυ­ρί­ου].

12. «Καὶ ζω­ὴν τοῦ μέλ­λον­τος αἰ­ῶ­νος. Ἀ­μήν». [Προσ­δο­κῶ ὅ­τι, με­τὰ τὴν ἀ­νά­στα­ση καὶ τὴν τε­λι­κὴ κρί­ση ὅ­λων τῶν ἀν­θρώ­πων ἀ­πὸ τὸν  Χρι­στό, θὰ ἀ­ξι­ω­θῶ νὰ ἀ­πο­λαύ­σω τὴν αἰ­ώ­νια ζω­ή, μα­ζὶ μὲ ὅ­λους τους ἁ­γί­ους. Ἀ­μήν]. (Ἀ­μήν: ἐ­βρα­ϊ­κή­λε­ξη (= ναί,  βέ­βαι­α)

 Πη­γή:  Ἔκ­δο­ση τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Μη­τρο­πό­λε­ως Ἠ­λεί­ας.