Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

ΑΓΙΟΣ ΑΡΚΑΔΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΡΣΙΝΟΗΣ

ΑΓΙΟΣ ΑΡΚΑΔΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΡΣΙΝΟΗΣ

Μερικές πτυχές από τη ζωή του αγίου Αρκαδίου, όπως μας τις διέσωσε η γλαφυρή γραφίδα του μεγάλου επίσης τέκνου της νήσου μας, του αγίου Νεοφύτου του Έγκλειστου, ας παρακολουθήσουμε στις γραμμές που ακολουθούν για πνευματική μας οικοδομή. Ο άγιος Αρκάδιος γεννήθηκε στο μικρό χωριό Μελάνδρα της Πάφου.

Οι γονείς του ονομαζόντουσαν Μιχαήλ και Άννα κι ήσαν άνθρωποι ευκατάστατοι στα υλικά αγαθά. πιο ευκατάστατοι όμως ήσαν στην αρετή και την ευσέβεια και την πίστη. Ο φωτεινός Ήλιος, ο Χριστός, φώτιζε κι εθέρμαινε την καρδιά τους. Η αμοιβαία αγάπη κι η ομοφροσύνη ήταν το γνώρισμα τους. Και το θέλημα του Θεού οδηγός και σκοπός της ζωής τους. Δυο παιδιά τους χάρισε η αγάπη του Θεού. Δυο χαριτωμένα αγόρια. Και σ’ αυτά στράφηκε όλο το ενδιαφέρον τους. Πόθος και φροντίδα τους να τ’ αναθρέψουν «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».
Η Αγία Γραφή ήταν το καθημερινό εντρύφημα όλης της οικογένειας. Κι η προσευχή ιδιαίτερα κατά το βράδυ η χαρά κι η ψυχαγωγία κι η ανάπαυσή της.Μέσα σε τέτοια ατμόσφαιρα μεγάλωσαν τα δυο παιδιά. Ατμόσφαιρα βαθιάς ειρήνης και αγάπης αληθινής. Με τέτοιες άγιες ρίζες, λοιπόν, ζηλευτό φυσικά και άγιο έμελλε να είναι και το αποτέλεσμα. Γιατί, όπως πολύ καθαρά τονίζει κι ο λόγος του Θεού, «ο σπείρων επ’ ευλογίαις, επ’ ευλογίαις και θερίσει» (Β’ Κορ. θ’, 6).
Τα δύο παιδιά καθοδηγημένα από της βρεφικής ηλικίας στον δρόμο του Θεού μεγαλώνουν και μοσχοβολούν κι ευωδιάζουν. Χαριτωμένα παιδιά στην αρχή. Φλογεροί και φιλόθεοι νέοι κατόπιν. Φωτεινά μετέωρα στον πνευματικό ουρανό αργότερα. Και μετά την αναχώρηση τους από τούτο τον κόσμο δυο μακαριστοί άγιοι. Πρεσβευτές με τις δεήσεις τους μπροστά στον θρόνο του Παντάνακτος Θεού για τη σωτηρία της πατρίδας μας. Πολύ ορθά λέγεται: «Αγαθής ρίζης αγαθά και τα βλαστήματα».
Ο Αρκάδιος από παιδί διψούσε τα γράμματα. Εν αντιθέσει προς τον Θεοσέβιο που αγαπούσε την απλή κι αγροτική ζωή, γι’ αυτό έγινε και βοσκός προβάτων, ο Αρκάδιος είχε μεγάλη έφεση για ανώτερη μόρφωση. Κι οι καλοί γονείς, που έβλεπαν τον πόθο αυτό του παιδιού τους, έσπευσαν, μετά τα πρώτα γράμματα που έμαθε ο νέος στο χωριό του, να τον στείλουν για ευρύτερες σπουδές στην πρωτεύουσα της μεγάλης μας Βυζαντινής αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη. Εκεί ο φιλομαθής νέος βρήκε ό,τι ποθούσε. Κέντρο σπουδαιότατο γραμμάτων και μορφώσεως αποτελούσε τότε η περιώνυμος πόλη. Στις εκεί σχολές ο Αρκάδιος φοίτησε με ζήλο κι απέκτησε ποικίλη και πολυμερή μόρφωση. Πόσο καιρό έμεινε εκεί δεν γνωρίζουμε. Ο άγιος Νεόφυτος δεν μας αναφέρει. Αυτό που μας λέγει είναι πως νωρίς ο ζηλωτής νέος επέστρεψε στην Κύπρο, για να συνεχίσει εδώ τον αγώνα του. Τα λόγια του ψαλμωδού ήταν πάντα στο μυαλό και στο στόμα του. «Ον τρόπον επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων, ούτως εππτοθεί η ψυχή μου προς Σε, ο Θεός. Εδίψησεν η ψυχή μου προς τον Θεόν τον ισχυρόν τον ζώντα πότε ήξω και οφθήσομαι τω προσώπω του Θεού;» (Ψαλμ. μα’, 1-2). Διψούσε ο νέος τη συντροφιά με τον Θεό. Διψούσε την ψυχική του ανάταση. Λαχταρούσε την ηθική του τελείωση. Για τούτο τον λόγο και για να είναι απερίσπαστος στην προσπάθεια του να πραγματώσει τον πόθο του, ο φιλόθεος εγκαταλείπει το χωριό του και μεταβαίνει στην εξοχή. Σε μια σπηλιά μακριά απ’ την κίνηση και τον κόσμο στήνει το ασκητήριό του. Κι εκεί ενδιατρίβει με προσοχή στη μελέτη της Αγίας Γραφής. Με τη νηστεία καταστέλλει τις ορμές. Και με την προσευχή την αδιάλειπτη και με πίστη κατορθώνει κάθε μέρα ένα-ένα να ανεβαίνει της κλίμακας των αρετών τα σκαλοπάτια και να γίνεται πρότυπο σωφροσύνης και αγιότητας και καλοσύνης και ανώτερης γενικά ζωής.
Παρά την προσπάθεια του όμως να ζει μακριά απ’ τον κόσμο, το φως που εκπέμπει η αρετή του γίνεται πανταχού φανερό. Και του πιστού και φλογερού νέου ο θερμουργός ζήλος δεν μπορεί να αποκρυβεί. Στην ερημιά τον επισκέπτονται καθημερινά διψασμένες και πονεμένες ψυχές και ζητούν κοντά του να ξεδιψάσουν και να μάθουν την αλήθεια και να παρηγορηθούν. Κι ο ζηλωτής ασκητής τους δέχεται με καλοσύνη και με τα λόγια και το παράδειγμα του τους διδάσκει και τους ενισχύει και τους κατευθύνει στου Θεού τον δρόμο. Έτσι γίνεται διδάσκαλος της ευσέβειας και πρόμαχος ακαταγώνιστος της ορθοδόξου πίστεως και αληθείας. Όσο ο ίδιος προσπαθεί αθόρυβα και κρυφά να εργάζεται την αρετή, τόσο πιο πολύ ο Πανάγαθος Θεός του φανερώνει τα έργα και τη χάρη με την οποία τον έχει χαριτώσει.
Αυτός που έδωκε στους Αποστόλους την εξουσία κατά πνευμάτων ακαθάρτων και τη δύναμη να θεραπεύουν «πάσαν νόσον και μαλακίαν εις τον λαόν». Αυτός ο ίδιος και τον δούλο Του Αρκάδιο κατεκόσμησε με παρόμοια εξουσία και θεραπευτική δύναμη και ικανότητα.

Περνά όμως ο καιρός. Και ο λύχνος πρέπει να τεθεί επί την λυχνίαν, για να σκορπίσει παντού το ιλαρό φως του. Κι η ευκαιρία παρουσιάστηκε.
Όταν ο Νίκων ο Μέγας, της Αρσινόης ο τρίτος κατά σειρά επίσκοπος. Η Εκκλησία της Πάφου μέχρι της εξωτερικής» υποταγής της Κυπριακής Εκκλησίας στους Λατίνους (1220) απετελείτο από δυο ενορίες, δυο Επισκοπές. Η μία της Πάφου με έδρα τη Νέα Πάφο κι η άλλη της Αρσινόης με έδρα την Αρσινόη, σήμερα Πόλη της Χρυσοχούς., αφού επί έτη πολλά εποίμανε το ποίμνιο του με οσιότητα και δικαιοσύνη, απέθανε, τότε κλήρος και λαός στράφηκε προς τον Αρκάδιο κι αυτόν κάλεσε να αναλάβει το πηδάλιο της Εκκλησίας της Αρσινόης. Κι ο φιλέρημος ασκητής, παρά την αγάπη του στη μονήρη ζωή, μπροστά στην ομόφωνο κλήση του λαού, που τη θεωρεί και κλήση Θεού, αναγκάζεται να αφήσει τη θεόγνωστο ησυχία και να αποδεχθεί να χειροτονηθεί επίσκοπος. Ο λύχνος τοποθετήθηκε στον λυχνοστάτη. Με έργα και λόγια ο καλλιεργημένος πια πνευματικά άνθρωπος συνεχίζει με νέο ζήλο θερμουργό το ιερό έργο του. Και επιτυγχάνει. Απόλυτα επιτυγχάνει. Με ποιο τρόπο;
Με τη χάρη του Θεού. Σ’ αυτόν εμπιστεύτηκε ολοκληρωτικά τόσο τον εαυτό του, όσο και το αγαπημένο ποίμνιο του. Και να. Στο πρόσωπο του βρίσκουν όλοι τον άνθρωπο τους. Οι αδικημένοι τον υπερασπιστή. Τα ορφανά τον πατέρα. Οι άρρωστοι τον ιατρό. Οι πονεμένοι τον παρηγορητή. Οι κλονιζόμενοι τον διδάσκαλο. Κι οι πάσχοντες τον ακούραστο αδελφό και συμπαραστάτη.
Με πολλή ταπείνωση κι αγάπη προσφέρει σε όλους τις υπηρεσίες του. Μαζί με τον θείο Παύλο Μπορεί κι αυτός να λέγει: «Τις ασθενεί και ουκ ασθενώ; Τις σκανδαλίζεται και ουκ εγώ πυρούμαι;» Μέριμνα και φροντίδα του μόνο μια. Η ευτυχία κι η σωτηρία του λαού του. «Τοις πάσι γίνεται τα πάντα» (Α’ Κορ. θ’, 22), για να βοηθήσει και να σώσει όσους μπορέσει. με τούτο τον τρόπο λάμπρυνε την ιερή στολή του τόσο ως ιερουργός των θείων μυστηρίων, όσο και ως φλογερός κήρυκας των λόγων του Κυρίου. Στον νου του πάντοτε έχει ζωηρά τη σύσταση του αποστόλου Παύλου. «Την καλήν παρακαταθήκην φύλαξον». (Α’ Τιμοθ. στ’, 20).
Στον κατάλογο των Επισκόπων της Αρσινόης προτάσσεται το όνομα του Αρσινόης Νικολάου, ακολουθεί το όνομα του Αρίστωνος και τρίτο του Νίκωνος. Αυτόν διαδέχθηκε ο Αρκάδιος. Τους τελευταίους τρεις Επισκόπους ο άγιος Νεόφυτος θεωρεί ισάξιους προς τους τρεις Μεγάλους ιεράρχες, Βασίλειο, Γρηγόριο καιΧρυσόστομο και προς «άπαντα των θείων αρχιερέων τον κάλλιστον ορμαθόν (Μειζοτέρα 118) και τους πλέκει το παρακάτω υπέροχο εγκώμιο.
«Αρκάδιος ο θαυμάσιος, και ο της νίκης επώνυμος Νίκων ο μέγας και Αρίστων ο περιβόητος κατά δαιμόνων άριστος αριστεύς, η τρίφθογγος λύρα του Πνεύματος, η τρίδομος βάσις της Εκκλησίας, η τρισσέσοπτρος των αγαθών επιφάνεια, η τρίσειρος των δογμάτων πλοκή, η της Τριάδος τριπαράστατος παραστάς, η τρίφθογγος περί της Τριάδος φθογγή, η τρίφω τος της τρισηλίου μονάδος θεραπαινίς, η τρισαυγέστατος δαδουχία των εν σκότει κειμένων, η τρισόλβιος της τρικατοίκου κτίσεως διδαχή, η τρίστυλος της Εκκλησίας κρηπίς, η τρισαυγής της αχώριστου Τριάδος πανσεβάσμιος οίκησις.» (Μειζοτέρα 118).
Και την φύλαξε με όλη της ψυχής του τη δύναμη. Γι’ αυτό και «ο ερευνών νεφρούς και καρδίας» (Αποκ. β’, 23) πλούσια αντάμειψε τον άξιο εργάτη από τούτη τη ζωή. Πολλά θαύματα και θεραπείες επενεργούσε, όσο καιρό ζούσε. Μα κι όταν σε βαθιά γηρατειά αναχώρησε για την αληθινή Πατρίδα του και Πατρίδα μας, κοντά στον Δεσπότη Χριστό που αγάπησε, δεν έπαυσε κι από εκεί να προσφέρει άφθονες τις ευεργεσίες του σε όσους εκζητούν τη μεσιτεία του. Ο Άγιος εκδιώκει δαιμόνια και θεραπεύει διάφορες αρρώστιες, όπως μας λέει ο βιογράφος του Νεόφυτος ο Έγκλειστος. Αλλά και τιμωρεί τους εργαζομένους την αδικία.
Κάποτε ένας εγωιστής γεωμέτρης, που ανέλαβε να γεωμετρήσει τα κτήματα της Μονής του Αγίου. Μετά τον θάνατο του Αγίου, αρχές του 5ου αιώνα εκεί στο δάσος της Πάφου, 300 μέτρα πιο ψηλά από τον Άγιο Μερκούριο, ιδρύθηκε Μονή έπ’ ονόματι του αγίου Αρκαδίου. Κατά τη διάρκεια των Αραβικών επιδρομών, μέσα του 7ου αιώνα μέχρι των μέσων του 10ου, η Μονή καταστράφηκε. Όταν η νήσος ανακτήθηκε από τους Βυζαντινούς (το 965 μ.Χ.), η Μονή ανακαινίσθηκε και επανήρχισε τη λειτουργία της, κατά τον 11ο αιώνα. Η Μονή λειτουργούσε, όταν ζούσε ο άγιος Νεόφυτος, (τον 12ο αιώνα) και σ’ αυτήν έγιναν τα δυο θαύματα που αναφέρει και τα οποία αναγράφουμε. Σε ερείπια σώζεται και ο ναός της Μονής (30 χ 15 πόδια)., θέλησε με διάφορα μέσα να αδικήσει τη Μονή. Οι πατέρες με καλοσύνη και ευγένεια υπέδειξαν στον γεωμέτρη να μην επιμένει στους παραλογισμούς του. Εκείνος όμως όχι μόνο επέμενε, αλλά και φώναζε και ύβριζε. Η συμπεριφορά του αυτή είχε την ανάλογη τιμωρία. Το άλογο του προσεβλήθη από δαιμόνιο και ψόφησε. Αυτός όμως συντετριμμένος ζήτησε το έλεος του Αγίου και δεν έπαθε τίποτα.

Μια άλλη φορά ένας ζωομέτρης, που πήγε να καταγράψει τα πρόβατα της Μονής, ζήτησε να αδικήσει τη Μονή καταγράφοντας περισσότερα ζώα από την πραγματικότητα. Η τιμωρία όμως έπεσε αμέσως στο κεφάλι του. Πόνος τρομερός τον έπιασε στα εντόσθια κι απέθανε, αφού οι δικοί του τον άλειψαν με λάδι από το κανδήλι του Αγίου και τον σκέπασαν με την εικόνα του άγιου Αρκαδίου (Μειζοτέρα, άρ. 114U-112Y) Μπορούμε να γίνουμε Παντοδύναμοι αν μιμούμενοι τον Άγιο μας φροντίσουμε κι αγωνισθούμε να τον ακολουθήσουμε στον δρόμο της αρετής, την αγιότητα. Άλλωστε αυτή είναι και η κλήση μας ως χριστιανών στον κόσμο αυτό. Τούτο φανερώνει με σαφήνεια κι η εντολή του θείου Ευαγγελίου: «Κατά τον καλέσαντα υμάς Άγιον και αυτοί άγιοι εν πάση αναστροφή γεννήθητε». (Α’ Πέτρ. α’, 15).
Δηλαδή σύμφωνα με το παράδειγμα του αγίου Θεού που σας κάλεσε στον δρόμο του αγιασμού, φροντίστε και σεις σε όλη σας την εσωτερική και εξωτερική συμπεριφορά να γίνετε άγιοι. Να γίνουμε άγιοι. να με δύο λόγια κι ο σκοπός της ζωής μας, ο προορισμός μας. να γίνουμε άγιοι. Άνθρωποι αρετής. θα θελήσουμε ο καθένας να προσέξουμε έστω και τώρα τούτο το δίδαγμα που μας δίνει η μελέτη της ζωής και τούτου του Αγίου; Προσωπικά το ευχόμεθα μετά φωνής ισχυρός για όλους μας. Αυτός είναι κι ο τρόπος να ιδούμε καλύτερες ημέρες. Έτσι και μόνο θα αξιωθούμε να ιδούμε «την ειρήνην του Θεού την υπερέχουσαν πάντα νουν» να πλημμυρίζει τις καρδιές μας. Αλλά κι έτσι μονάχα θα ευτυχήσουμε να καμαρώσουμε την Κύπρο μας, το ταχύτερο στου Χριστού το φως λουσμένη, μια Κύπρο ελεύθερη, ευτυχισμένη, ευλογημένη.


ΠΗΓΗ: https://pafospress.com/2016/08/27/ 

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
   ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ I΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(28 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2016)


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀ­δελ­φοί, ὁ Θε­ὸς ἡ­μᾶς τος ἀ­πο­στό­λους ἐ­σχά­τους ἀ­πέ­δει­ξεν, ς ἐ­πι­θα­να­τί­ους, ὅ­τι θέ­α­τρον ἐ­γε­νή­θη­μεν τ κό­σμῳ, κα ἀγ­γέ­λοις κα ἀν­θρώ­ποις. ἡ­μεῖς μω­ροὶ δι­ὰ Χρι­στόν, ὑ­μεῖς δ φρό­νι­μοι ν Χρι­στῷ· ἡ­μεῖς ἀ­σθε­νεῖς, ὑ­μεῖς δ ἰ­σχυ­ροί· ὑ­μεῖς ἔν­δο­ξοι, ἡ­μεῖς δ ἄ­τι­μοι. ἄ­χρι τς ἄρ­τι ὥ­ρας κα πει­νῶ­μεν κα δι­ψῶ­μεν κα γυ­μνη­τε­ύ­ο­μεν κα κο­λα­φι­ζό­με­θα κα ἀ­στα­τοῦ­μεν κα κο­πι­ῶ­μεν ἐρ­γα­ζό­με­νοι τας ἰ­δί­αις χερσ· λοι­δο­ρο­ύ­με­νοι εὐ­λο­γοῦ­μεν, δι­ω­κό­με­νοι ἀ­νε­χό­με­θα, βλα­σφη­μο­ύ­με­νοι πα­ρα­κα­λοῦ­μεν· ς πε­ρι­κα­θάρ­μα­τα το κό­σμου ἐ­γε­νή­θη­μεν, πάν­των πε­ρί­ψη­μα ἕ­ως ἄρ­τι. Οκ ἐν­τρέ­πων ὑ­μᾶς γρά­φω ταῦ­τα, ἀλ­λ' ὡς τέ­κνα μου ἀ­γα­πη­τὰ νου­θε­τῶ· ἐ­ὰν γρ μυ­ρί­ους παι­δα­γω­γοὺς ἔ­χη­τε ἐν Χρι­στῷ, ἀλ­λ' ο πολ­λοὺς πα­τέ­ρας· ν γρ Χρι­στῷ Ἰ­η­σοῦ δι­ὰ το εὐ­αγ­γε­λί­ου ἐ­γὼ ὑ­μᾶς ἐ­γέν­νη­σα. πα­ρα­κα­λῶ ον ὑ­μᾶς, μι­μη­ταί μου γί­νε­σθε.
                                        (Α΄ Κορ. δ΄[4] 9 – 16 )
ΕΣΧΑΤΟΙ ΠΑΝΤΩΝ
ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟ: «Ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους»
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς παρουσιάζει τὴν πολυτάραχη, ἐπικίνδυνη καὶ μαρτυρικὴ ζωὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Ἂς δοῦμε κι ἐμεῖς λοιπὸν ὅτι ἡ ζωὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ἦταν ζωὴ θυσίας καὶ κακοπαθείας, καὶ μὲ ποιὸ τρόπο μποροῦμε νὰ τὴν μιμηθοῦμε κι ἐμεῖς.
1. ΚΑΤΑΔΙΚΟΙ ΘΑΝΑΤΟΥ
Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ εἶχαν τὸ ἔνδοξο, τιμητικὸ καὶ μοναδικὸ στὴν ἱστορία ἀποστολικὸ ἀξίωμα, στὰ μάτια πολλῶν ἀνθρώπων φαίνονταν ὡς τελευταῖοι καὶ ἀσήμαντοι. Ἄφησαν τὰ σπίτια τους καὶ τοὺς συγγενεῖς τους, χωρὶς νὰ πάρουν τίποτε μαζί τους ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶχαν, τὰ ὁποῖα θὰ τοὺς ἑξασφάλιζαν κάποιες ἀσήμαντες ἔστω ἀνέσεις στὴ ζωή τους. Καὶ ὤργωσαν ὅλη τὴν οἰκουμένη, τὴν ἔσπειραν μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἐπότισαν μὲ τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου μας, ὁ Ὁποῖος «οὐκ εἶχε ποῦ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Ματθ. η΄[8] 20), δὲν εἶχαν οὔτε σπίτι οὔτε ἐξασφαλισμένη διαμονή. Ταξίδευαν χωρὶς σταματημὸ σὲ ἄγνωστα μέρη καὶ ὁδοιποροῦσαν πεινασμένοι καὶ διψασμένοι, χωρὶς νὰ βρίσκουν πάντοτε φιλοξενία στὸ τέρμα τοῦ ταξιδιοῦ τους. Μὰ κι ὅταν ἔβρισκαν τόπο νὰ μείνουν, κάποιοι Ἀπόστολοι ἐργάζονταν καὶ κοπίαζαν μὲ τὰ ἴδιά τους τὰ χέρια, γιὰ νὰ εἶναι ἀβαρεῖς καὶ νὰ ἔχουν τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὶς ἀνάγκες τους. Συχνὰ τοὺς κατεδίωκαν, κι αὐτοὶ περιφέρονταν κατατρεγμένοι ἀπὸ τόπο σὲ τόπο σὰν πλανόδιοι σκηνῖτες. Διότι δὲν ἔμεναν γιὰ πολὺ σὲ κάποιο τόπο, ἀλλὰ διαρκῶς περιπλανιόνταν ἐκτεθειμένοι στὴν πεῖνα, τὴν δίψα καὶ τὴν γυμνότητα, ἀλλὰ καὶ στὶς ἀντίξοες καιρικὲς συνθῆκες: τὸν καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ καὶ τὴν παγωνιὰ τοῦ χειμώνα, τὶς θύελλες καὶ τὶς νεροποντές, τις τρικυμίες καὶ τὰ ναυάγια. Στὰ μάτια τῶν ἀπίστων φαίνονταν σὰν καθάρματα καὶ σκουπίδια τοῦ κόσμου. Τοὺς περιφρονοῦσαν οἱ πολλοί, ἀλλὰ καὶ τοὺς θεωροῦσαν ὡς λοιμώδεις μάστιγες καὶ μολυσματικὲς ὑπάρξεις, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἔπρεπε νὰ ἁπαλλαγοῦν για νὰ ἐξαγνισθεῖ ἡ γῆ. Τὰ ἁγιότερα πρόσωπα διώκονταν ἀπὸ τὸν τυφλωμένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία κόσμο ὡς τὰ πλέον σιχαμερὰ ἀντικείμενα.
Κι αὐτοὶ περιφέρονταν στὶς πόλεις καὶ τὰ ἔθνη σὰν κατάδικοι καὶ μελλοθάνατοι. Δέχονταν συχνὰ ἐξευτελισμοὺς καὶ διαπομπεύσεις, εἰρωνεῖες καὶ χλευασμούς, χτυπήματα καὶ κακομεταχειρίσεις, καὶ τέλος, φρικτὸ καὶ μαρτυρικὸ θάνατο. Γι' αὐτὸ καὶ ἔγιναν θέαμα σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο, καὶ στοὺς ἀγγέλους καὶ στοὺς ἀνθρώπους, θέαμα στὶς πλατεῖες καὶ τὰ δικαστήρια, τὰ ἀμφιθέατρα καὶ τοὺς ἱπποδρόμους.
Ἐνῶ ὅμως οἱ ἐχθροὶ τους τοὺς ἐχλεύαζαν καὶ τοὺς περιφρονοῦσαν ὡς ἀνόητους καὶ ἄτιμους γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ κι ἐνῶ τοὺς ἔβριζαν μὲ σαρκασμὸ καὶ τοὺς κατεδίωκαν, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔδειχναν ἀνοχὴ καὶ ὑπομονή, καρτερία καὶ μεγαλεῖο ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος. Ἐνῶ τοὺς δυσφημοῦσαν καὶ τοὺς συκοφαντοῦσαν, αὐτοὶ τοὺς εὐλογοῦσαν, τοὺς ἀπαντοῦσαν μὲ λόγια γλυκὰ καὶ παρηγορητικά. Οἱ ἄλλοι τοὺς ὡδηγοῦσαν στὸ μαρτύριο, κι αὐτοὶ μὲ τὴν ἁγιότητά τους μεταμόρφωναν τοὺς δημίους τους σὲ πιστοὺς τοῦ Χριστοῦ καὶ μάρτυρες. Κι ἔτσι μὲ τὸν ἱδρῶτα τους, τὰ δάκρυά τους καὶ τὸ αἷμα τους, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, μεταμόρφωσαν ὅλη τὴν οἰκουμένη.
2. ΜΙΜΗΤΑΙ ΤΟΥΣ
Ἀφοῦ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀνέφερε ὅλα αὐτά, κατόπιν ὡς πνευματικὸς πατέρας καλεῖ τὰ παιδιά του νὰ τὸν μιμηθοῦν στὴ ζωὴ αὐτὴ τῆς θυσίας καὶ τοῦ μαρτυρίου, τῶν κακουχιῶν καὶ τῶν στερήσεων. Βέβαια στὶς ἡμέρες μας δὲν ἔχουμε ἐμεῖς διωγμὸ φανερὸ τῆς πίστεως. Σὲ τί λοιπὸν μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους;
Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐγκατέλειψαν τὰ σπίτια τους καὶ τοὺς συγγενεῖς τους κι ἔζησαν μέσα σὲ στερήσεις καὶ κακοπάθειες. Ἐμεῖς τουλάχιστον νὰ ζοῦμε μὲ ἁπλότητα καὶ λιτότητα, χωρὶς νὰ κολλᾶ ἡ καρδιά μας στὰ πλούτη τοῦ κόσμου, τὶς ἀνέσεις καὶ πολυτέλειες. Ἐκεῖνοι ὁδοιποροῦσαν πεινασμένοι καὶ διψασμένοι, ἐμεῖς τουλάχιστον ἂς κάνουμε δύο βήματα ἀγάπης πρὸς τὸν πονεμένο, τὸν ἐνδεῆ, τὸν ἄρρωστο συνάνθρωπό μας. Ἐκεῖνοι ὑπέμειναν τὴν πεῖνα, τὴν δίψα, τὴν γυμνότητα, τὶς ἀντίξοες καιρικὲς συνθῆκες. Ἐμεῖς τουλάχιστον νὰ ὑπομένουμε τοὺς πειρασμοὺς καὶ τὰ προβλήματα , τὶς ἀρρώστιες καὶ τὶς θλίψεις τῆς ζωῆς. Ἐκεῖνοι δέχονταν χλευασμοὺς καὶ περιφρονήσεις, ἐμεῖς νὰ βαστάζουμε τὶς εἰρωνεῖες καὶ τὴν περιθωριοποίηση τοῦ κόσμου. Ἐκεῖνοι εὐλογοῦσαν ὅσους τοὺς καταριόνταν, ἐμεῖς νὰ δείχνουμε τουλάχιστον ἀνοχὴ καὶ ὑπομονὴ σ᾿ ὅσους μᾶς ταλαιπωροῦν, μᾶς ἀδικοῦν ἢ μᾶς ἀναστατώνουν μὲ τὰ λόγια τους, τις ἰδιοτροπίες τους καὶ τὴ ζωή τους.
Ἀδελφοί, ὅλοι μας ὀφείλουμε νὰ ζοῦμε μὲ ἀρετὴ καὶ ἁγιότητα βίου, ὥστε νὰ μὴ βλασφημεῖται ἐξαιτίας μας τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ δοξάζεται ὄχι τόσο μὲ τὰ λόγια μας ἀλλὰ κυρίως μὲ τὸ παράδειγμά μας. Ὁ ἅγιος Θεὸς μᾶς ζητεῖ κατὰ τὸ παράδειγμα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ὄχι ἁπλῶς νὰ δείχνουμε τὴν ὁδὸ ποὺ ὁδηγεῖ στοὺς οὐρανούς, ἀλλὰ νὰ προπορευόμαστε σ' αὐτὴ μὲ τὴν ἁγία ζωή μας καὶ τὸν λόγο τῆς πίστεως.
 (Δ­ι­α­σ­κ­ε­υὴ ἀ­πὸ π­α­λ­α­ιὸ τ­ό­μο τ­οῦ Π­ε­ρ­ι­ο­δ­ι­κ­οῦ «Ο Σ­Ω­Τ­ΗΡ»)

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄν­θρω­πός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ γο­νυ­πε­τῶν αὐ­τὸν κα λέ­γων· Κριε, ἐ­λέ­η­σόν μου τν υἱ­όν, ὅ­τι σε­λη­νι­ά­ζε­ται κα κα­κῶς πά­σχει· πολ­λά­κις γρ πί­πτει ες τ πρ κα πολ­λά­κις ες τ ὕ­δωρ. κα προ­σή­νεγ­κα αὐ­τὸν τος μα­θη­ταῖς σου, κα οκ ἠ­δυ­νή­θη­σαν αὐ­τὸν θε­ρα­πεῦ­σαι.  ἀ­πο­κρι­θεὶς  δ   Ἰ­η­σοῦς  εἶ­πεν·   γε­νε­ὰ  ἄ­πι­στος  κα διεστραμ­μέ­νη! ἕ­ως πό­τε ἔ­σο­μαι με­θ' ὑ­μῶν; ἕ­ως πό­τε ἀ­νέ­ξο­μαι ὑ­μῶν; φέ­ρε­τέ μοι αὐ­τὸν ὧ­δε. κα ἐ­πε­τί­μη­σεν αὐ­τῷ Ἰ­η­σοῦς, κα ἐ­ξῆλ­θεν ἀ­π' αὐ­τοῦ τ δαι­μό­νι­ον κα ἐ­θε­ρα­πε­ύ­θη ὁ πας ἀ­πὸ τς ὥ­ρας ἐ­κε­ί­νης. Ττε προ­σελ­θόν­τες ο μα­θη­ταὶ τ Ἰ­η­σοῦ κα­τ' ἰ­δί­αν εἶ­πον· Δι­α­τί ἡ­μεῖς οκ ἠ­δυ­νή­θη­μεν ἐκ­βα­λεῖν αὐ­τό; δ Ἰ­η­σοῦς εἶ­πεν αὐ­τοῖς· Δι­ὰ τν ἀ­πι­στί­αν ὑ­μῶν. ἀ­μὴν γρ λέ­γω ὑ­μῖν, ἐ­ὰν ἔ­χη­τε πί­στιν ς κόκ­κον σι­νά­πε­ως, ἐ­ρεῖ­τε τ ὄ­ρει το­ύ­τῳ, με­τά­βη­θι ἐν­τεῦ­θεν ἐ­κεῖ, κα με­τα­βή­σε­ται· κα οὐ­δὲν ἀ­δυ­να­τή­σει ὑ­μῖν. τοῦ­το δ τ γέ­νος οκ ἐκ­πο­ρε­ύ­ε­ται ε μ ν προ­σευ­χῇ κα νη­στε­ί­ᾳ. Ἀ­να­στρε­φο­μέ­νων δ αὐ­τῶν ες τν Γα­λι­λα­ί­αν εἶ­πεν αὐ­τοῖς Ἰ­η­σοῦς· Μλλει υἱ­ὸς το ἀν­θρώ­που πα­ρα­δί­δο­σθαι ες χεῖ­ρας ἀν­θρώ­πων κα ἀ­πο­κτε­νοῦ­σιν αὐ­τόν, κα τ τρί­τῃ ἡ­μέ­ρᾳ ἐ­γερ­θή­σε­ται.
                          (Ματθ. ιζ΄[17] 14 – 23 )
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

          Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ­πλη­σί­α­σε τὸν Ἰησοῦ ἕ­νας ἄν­θρω­πος, γο­νά­τι­σε μπρο­στά του κι ἔ­λε­γε: Κύ­ρι­ε, λυ­πή­σου κα σπλα­χνί­σου τ παι­δί μου, δι­ό­τι σε­λη­νι­ά­ζε­ται κα ὑ­πο­φέ­ρει ἄ­σχη­μα, ἀλλά κα κιν­δυ­νεύ­ει τν ἔ­σχα­το κίν­δυ­νο. Δι­ό­τι πολ­λὲς φο­ρὲς πέ­φτει στ φω­τιά, κα πολ­λὲς φο­ρὲς στ νε­ρό, κα κιν­δυ­νεύ­ει ἔ­τσι ν κα­εῖ ν πνι­γεῖ. Κα τν ἔ­φε­ρα στος μα­θη­τές σου, ἀλλά δν μπό­ρε­σαν ν τν θε­ρα­πεύ­σουν.  Ὁ Ἰ­η­σοῦς τό­τε ἀ­πο­κρί­θη­κε: γε­νιὰ πού τό­σα θαύ­μα­τα εἶ­δες κα εἶ­σαι ἀ­κό­μη ἄ­πι­στη, κι ἀ­π' τν κα­κί­α σου εἶ­σαι δι­ε­στραμ­μέ­νη! Ἕ­ως πό­τε θ εἶ­μαι μα­ζί σας; Ἕ­ως πό­τε θ σς ἀ­νέ­χο­μαι; Φέρ­τε τόν μου ἐ­δῶ. Τό­τε τν ἐ­πέ­πλη­ξε ὁ Ἰησοῦς κα βγῆ­κε ἀ­π' αὐ­τὸν τ δαι­μό­νιο κα θε­ρα­πεύ­θη­κε τ παι­δὶ ἀ­π' τν ὥ­ρα ἐ­κεί­νη. Τό­τε οἱ μα­θη­τὲς πλη­σί­α­σαν ἰ­δι­αι­τέ­ρως τν Ἰ­η­σοῦ κα τοῦ εἶ­παν: Για­τί ἐμεῖς  δν μπο­ρέ­σα­με ν βγά­λου­με τ δαι­μό­νιο αὐ­τό; Κα ὁ Κύ­ριος τούς εἶ­πε: Ἐ­πει­δὴ σς λεί­πει ἡ πί­στη. Δι­ό­τι ἀ­λη­θι­νά σᾶς λέ­ω, ἐ­ὰν ἔ­χε­τε πί­στη θερ­μὴ κα δυ­να­τὴ σν τ μι­κρὸ σπό­ρο το σι­να­πι­οῦ, θά πεῖτε στ βου­νὸ αὐ­τό, πή­γαι­νε ἀ­πὸ ἐ­δῶ ἐκεῖ, κα θ με­τα­κι­νη­θεῖ. Κα τί­πο­τε δν θ εἶ­ναι ἀ­δύ­να­το σ σς. Αὐ­τὸ ὅ­μως τ εἶ­δος τν δαι­μό­νων δν βγαί­νει ἀ­πὸ τν ἄν­θρω­πο πού ἔ­χει κα­τα­λη­φθεῖ ἀ­πὸ αὐ­τό, πα­ρὰ μό­νο μ προ­σευ­χὴ πού συ­νο­δεύ­ε­ται κα μ νη­στεί­α, ὥ­στε ἢ προ­σευ­χὴ ν γί­νε­ται μ δι­ά­νοι­α ὅ­σο δυ­να­τὸν ἐ­λα­φρό­τε­ρη κα πε­ρισ­σό­τε­ρο προ­ση­λω­μέ­νη στ Θε­ό. Κι ἐ­νῶ αὐτοί πε­ρι­ό­δευ­αν στ Γα­λι­λαία , τος εἶ­πε ὁ Ἰ­η­σοῦς: Ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου πρό­κει­ται ν πα­ρα­δο­θεῖ πο­λὺ σύν­το­μα σ χέ­ρια ἀν­θρώπων, κα θ τν θα­να­τώ­σουν, κα τν τρί­τη ἡ­με­ρα ἀ­πὸ τν θά να­τό του θ ἀ­να­στη­θεῖ. Κα οἱ μα­θη­τὲς λυ­πή­θη­καν πά­ρα πο­λύ.