Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(3 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2014)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀ­δελ­φοί, πα­ρα­κα­λῶ ὑ­μᾶς, δι­ὰ το ὀ­νό­μα­τος το Κυ­ρί­ου ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, ἵ­να τ αὐ­τὸ λέ­γη­τε πάν­τες, κα μ ν ὑ­μῖν σχί­σμα­τα, ἦ­τε δ κα­τηρ­τι­σμέ­νοι ν τ αὐ­τῷ νο­ῒ κα ν τ αὐ­τῇ γνώ­μῃ. ἐ­δη­λώ­θη γρ μοι πε­ρὶ ὑ­μῶν, ἀ­δελ­φοί μου, ὑ­πὸ τν Χλό­ης ὅ­τι ἔ­ρι­δες ἐν ὑ­μῖν εἰ­σι. λέ­γω δ τοῦ­το, ὅ­τι ἕ­κα­στος ὑ­μῶν λέ­γει· ἐ­γὼ μν εἰ­μι Πα­ύ­λου, ἐ­γὼ δ Ἀ­πολ­λώ, ἐ­γὼ δ Κη­φᾶ, ἐ­γὼ δ Χρι­στοῦ. με­μέ­ρι­σται Χρι­στός; μ Παῦ­λος ἐ­σταυ­ρώ­θη ὑ­πὲρ ὑ­μῶν; ες τ ὄ­νο­μα Πα­ύ­λου ἐ­βα­πτί­σθη­τε; εὐ­χα­ρι­στῶ τ Θε­ῷ ὅ­τι οὐ­δέ­να ὑ­μῶν ἐ­βά­πτι­σα ε μ Κρί­σπον κα Γϊον, ἵ­να μ τις εἴ­πῃ ὅ­τι ες τ ἐ­μὸν ὄ­νο­μα ἐ­βά­πτι­σα. ἐ­βά­πτι­σα δ κα τν Στε­φα­νᾶ οἶ­κον· λοι­πὸν οκ οἶ­δα ε τι­να ἄλ­λον ἐ­βά­πτι­σα. ο γρ ἀ­πέ­στει­λέ με Χρι­στὸς βα­πτί­ζειν, ἀλ­λ' εὐ­αγ­γε­λί­ζε­σθαι, οκ ν σο­φί­ᾳ λό­γου, ἵ­να μ κε­νω­θῇ σταυ­ρὸς το Χρι­στοῦ.                                                             
   (Α΄ Κορ. α΄[1] 10 – 17)
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. ΟΜΑΔΕΣ ΚΑΙ ΚΟΜΜΑΤΑ
Ποιά ἦταν ἡ αἰτία νὰ ὑπάρχουν στὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου «ἔριδες» καὶ «σχίσματα» φιλονικίες δηλαδὴ καὶ κόμματα – γιά τὰ ὁποῖα κάνει λόγο ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα; Δὲν ἦταν κάποιο ζήτημα πίστεως, ποὺ δημιούργησε αὐτὴ τὴν ἀναστάτωση, ἀλλά οἱ προσωπικὲς προτιμήσεις τῶν πιστῶν σὲ κάποιον ἀπό τούς κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου, πού ἐθαύμαζαν.
Ἔτσι ἔφτασαν στὸ θλιβερὸ κατάντημα νά μαλώνουν μεταξύ τους καὶ νὰ διχάζονται. – Ἐγώ εἶμαι τοῦ Παύλου. – Ἐγώ εἶμαι τοῦ Ἀπολλώ. – Ἐγώ εἶμαι τοῦ Κηφᾶ (τοῦ Πέτρου δηλαδή). – Ἐγώ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ! Αὐτές ἦσαν οἱ ἐκφράσεις, πού σάν ξίφη χρησιμοποιοῦσαν στὶς φιλονικίες τους οἱ πιστοὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου. Τὸ φαινόμενο βέβαια ἦταν θλιβερό, καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπενέβη δραστικά, νὰ χτυπήσει τὸ κακὸ στὴ ρίζα του ἀμέσως. Ἐν τούτοις, στοὺς αἰῶνες ποὺ ἀκολούθησαν, ἡ μάστιγα αὐτὴ τῶν προσωπικῶν προτιμήσεων δὲν ἔπαυσε νά ταλαιπωρεῖ τὴν Ἐκκλησία. Μιὰ ματιὰ στὶς σελίδες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας θὰ μᾶς γέμιζε μὲ μελαγχολία, καθὼς θὰ βλέπαμε τὰ ἀναρίθμητα σχίσματα, πού ὁ φανατισμὸς καὶ ἡ τυφλὴ προσκόλληση σὲ πρόσωπα δημιούργησε μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Τὸ ἴδιο αὐτὸ κακὸ μὲ διάφορες μορφὲς ταλαιπωρεῖ δυστυχῶς καὶ σήμερα τὴν Ἐκκλησία. Πολλοὶ πιστοὶ ἀπό εὐγνωμοσύνη πρὸς κάποιον κήρυκα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος τοὺς βοήθησε πνευματικὰ ἢ τοὺς ὁδήγησε σέ μετάνοια, ἀφοσιώνονται στὸ πρόσωπό του ἀποκλειστικά καὶ δὲν θέλουν νὰ ἀκούσουν γιὰ κανένα ἄλλον. Πολὺ περισσότερο, ἄν αὐτὸς συμβαίνει νὰ εἶναι ὁ πνευματικός, στὸν ὁποῖο ἐξομολογοῦνται.  Ἄλλοι πάλι κάνουν τὸ ἴδιο λάθος, συνδεόμενοι μὲ ἕνα θρησκευτικὸ σύλλογο ἢ μὲ ἕνα μοναστήρι. Κλείνονται στὸ περιβάλλον αὐτὸ καὶ ὑποτιμοῦν ὅλους τοὺς ἄλλους.
Εἶναι πολὺ καλὸ τὸ νὰ συνδεόμαστε οἱ πιστοὶ μὲ κάποιο μοναστήρι, νὰ ἀνήκουμε σὲ ἕνα ἐκκλησιαστικὸ σύλλογο καὶ ὁπωσδήποτε νὰ κατευθυνόμαστε ἀπό κάποιον πνευματικό. Καλὸ καὶ σωτήριο. Ποιό εἶναι τὸ κακό; Τὸ κακὸ εἶναι, ὅταν μπαίνει στὴ μέση τὸ Ἐγώ καί ἡ συνακόλουθη περιφρόνηση τῶν ἄλλων. – Ἐγώ εἶμαι τοῦ πάτερ τάδε. – Ἐγώ τοῦ τάδε συλλόγου. – Ἐγώ συνδέομαι μὲ τὸν τάδε γέροντα ἀσκητή. – Ἐγώ εἶμαι τῆς Ἐκκλησίας, λένε οἱ πιο ὑπερήφανοι, σάν τοὺς Κορινθίους ποὺ ἔλεγαν: – Ἐγώ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ λοιπὸν εἶναι τὸ κακό: Ἡ ἀποκλειστικὴ καὶ ἐγωιστικὴ προσκόλληση, ποὺ κομματιάζει καὶ ὁμαδοποιεῖ, δίκην πολιτικῶν κομμάτων ἢ ποδοσφαιρικῶν ὁμάδων, τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Καί αὐτὸ εἶναι ἀπόλυτη ἀνάγκη οἱ πιστοὶ μὲ κάθε θυσία νὰ τὸ ἀποφεύγουμε.
2. Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Καταδικάζοντας τὸ φαινόμενο αὐτὸ τῆς διαιρέσεως τῶν Χριστιανῶν ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὑποδεικνύει μὲ πολὺ ἔντονα λόγια τὸ χρέος τῆς ἑνότητας. Σᾶς παρακαλῶ, λέγει, νὰ ὁμολογεῖτε ὅλοι τὴν ἴδια πίστη καί νά μή ὑπάρχουν σχίσματα μεταξύ σας, ἀλλά νὰ εἶστε ἁρμονικὰ ἑνωμένοι μὲ μία σκέψη καὶ μία γνώμη. Μὴ προσκολλᾶσθε σέ ἀνθρώπους. «Μεμέρισται ὁ Χριστός; μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν; ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε;» Κομματιάστηκε λοιπὸν ὁ Χριστός; Ἢ μήπως ἐγώ ὁ Παῦλος σταυρώθηκα γιὰ τὴ σωτηρία σας; Ἤ μήπως βαπτισθήκατε στὸ ὄνομα τοῦ Παύλου;
Συγκλονιστικὰ τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου. Ὁ Χριστὸς μας εἶναι Ἕνας καί ἀδιαίρετος. Δὲν εἶναι κομματιασμένος. Ἐκεῖνος λοιπὸν εἶναι τὸ κέντρο. Ὁ Χριστὸς μας εἶναι τὸ Πρόσωπο, στὸ ὁποῖο ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε προσκολλημένοι, ἀφοῦ Αὐτὸς σταυρώθηκε γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ἐφόσον λοιπὸν στὸν ἴδιο Χριστὸ πιστεύουμε, τὸν ἴδιο Χριστὸ ἀγαπᾶμε, στὸ ὄνομά Του βαπτιστήκαμε, ὀφείλουμε νά εἴμαστε ἐνωμένοι «ἐν τῷ αὐτῷ νοΐ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ». Νὰ ἀποτελοῦμε ὅλοι μέλη τοῦ ἰδίου σώματος, τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Μέσα σ' ἕνα κόσμο διχασμοῦ, διαίρεσης καί ἀπομόνωσης ἡ ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι κέντρο ἑνότητας καί ἀγάπης. Ὡστόσο ἡ ἀναντίρρητη αὐτὴ θεολογικὴ ἀλήθεια ὀφείλει νὰ ἐπιβεβαιώνεται καθημερινὰ στὴν πράξη ἀπό τὰ μέλη της. Ἄπό τούς Ἐπισκόπους της πρωτίστως, πού – περισσότερο αὐτοὶ – ἔχουν καθῆκον ἱερὸ νὰ ὑπερβαίνουν τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες καὶ νὰ ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα, μία ἑνότητα θαυμαστὴ καὶ ἀξιοζήλευτη. Τὸ ἴδιο καὶ ἀπό τούς ἱερεῖς, καὶ ἀπό ἐμᾶς τοὺς πιστοὺς ἐπίσης, πού ὀφείλουμε νὰ ξεπερνᾶμε τὶς προσωπικὲς μας προτιμήσεις καὶ νὰ ἀνοίγουμε τὸν ὁρίζοντα τῆς ψυχῆς μας, γιά νά γίνεται ἕνα μὲ τὸν ὁρίζοντα τῆς Ἐκκλησίας. Ἕνα ὁρίζοντα ποὺ δὲν ἔχει ὅρια, ἀφοῦ ἀγκαλιάζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους – ζῶντες καὶ τετελειωμένους – ὅπως ἀκριβῶς ἔπραξε καί δίδαξε ὁ Χριστός μας.
3. ΣΤΑΥΡΟΣ ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ
«Ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ». Ὁ Χριστὸς δὲν μοῦ ἀνέθεσε τό ἀποστολικὸ ἔργο γιὰ νὰ βαπτίζω, πρᾶγμα ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει ὁ ὁποιοσδήποτε ἱερέας, ἀλλά γιὰ νὰ κηρύττω τὸ Εὐαγγέλιο. Καί νὰ τὸ κηρύττω ὄχι μὲ ἀνθρώπινη τέχνη καὶ ἐντυπωσιακὰ ἐπιχειρήματα, «ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ», νά μή ἀδειάσει ἀπό τὴ θεία του δύναμη τό κήρυγμα γιὰ τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὰ γράφει στὸ τέλος της σημερινῆς περικοπὴς ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Οἱ πολιτικοὶ στηρίζουν τὴ δύναμή τους στὰ ὡραῖα λόγια, στὶς μεγαλόστομες διακηρύξεις, στὶς ἐντυπωσιακὲς – ἀλλά ἀπατηλές – ὑποσχέσεις. Οἱ φιλόσοφοι χρησιμοποιοῦν ἀκατανόητες ἐκφράσεις, ἐπιχειροῦν σκοτεινὲς ἐμβαθύνσεις, προτείνουν δῆθεν τολμηρὲς θεωρίες. Ἡ δύναμη ὅμως τοῦ κηρύγματος τῆς Ἐκκλησίας δὲν βρίσκεται, μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος, στὰ ὡραῖα λόγια ἢ τὰ φιλοσοφικὰ ἐπιχειρήματα, ἀλλά στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, στὴ λυτρωτικὴ δύναμη τῆς σταυρικῆς Του θυσίας.
Ἂς τὸ κατανοήσουμε αὐτὸ καὶ ἐμεῖς οἱ πιστοὶ καὶ ἂς μὴ ἐντυπωσιαζόμαστε ἀπό τὰ δῆθεν βαθιὰ καί φιλοσοφημένα λόγια, ποὺ ὅμως στὴν οὐσία δὲν ἔχουν καμμιά ἐπίδραση στὴ ζωή μας, ἀλλά ἀπό τό ἀπλό καὶ ζωντανὸ κήρυγμα, ποὺ ἔχει κέντρο τὸν Ἐσταυρωμένο Κύριο. Νὰ ἀγαπᾶμε τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ, πού μᾶς ἀλλάζει, μᾶς μεταμορφώνει καί μᾶς ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια καὶ παμπόθητη Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ μας.
(Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἶ­δεν Ἰ­η­σοῦς πο­λὺν ὄ­χλον, κα ἐ­σπλαγ­χνί­σθη ἐ­π' αὐ­τοῖς κα ἐ­θε­ρά­πευ­σε τος ἀρ­ρώ­στους αὐ­τῶν. ὀ­ψί­ας δ γε­νο­μέ­νης προ­σῆλ­θον αὐ­τῷ ο μα­θη­ταὶ αὐ­τοῦ λέ­γον­τες· Ἔ­ρη­μός ἐ­στιν ὁ τό­πος κα ὥ­ρα ἤ­δη πα­ρῆλ­θεν· ἀ­πό­λυ­σον τος ὄ­χλους, ἵ­να ἀ­πελ­θόν­τες ες τς κώ­μας ἀ­γο­ρά­σω­σιν ἑ­αυ­τοῖς βρώ­μα­τα. δ Ἰ­η­σοῦς εἶ­πεν αὐ­τοῖς· Ο χρεί­αν ἔ­χου­σιν ἀ­πελ­θεῖν· δό­τε αὐ­τοῖς ὑ­μεῖς φα­γεῖν. ο δ λέ­γου­σιν αὐ­τῷ· Οκ ἔ­χο­μεν ὧ­δε ε μ πέν­τε ἄρ­τους κα δύ­ο ἰ­χθύ­ας. δ εἶ­πε· Φρετ μοι αὐ­το­ύς ὧ­δε. κα κε­λε­ύ­σας τος ὄ­χλους ἀ­να­κλι­θῆ­ναι ἐ­πὶ τος χόρ­τους, λα­βὼν τος πέν­τε ἄρ­τους κα τος δύ­ο ἰ­χθύ­ας, ἀ­να­βλέ­ψας ες τν οὐ­ρα­νὸν εὐ­λό­γη­σε, κα κλά­σας ἔ­δω­κε τος μα­θη­ταῖς τος ἄρ­τους ο δ μα­θη­ταὶ τος ὄ­χλοις. κα ἔ­φα­γον πάν­τες κα ἐ­χορ­τά­σθη­σαν, κα ἦ­ραν τ πε­ρισ­σεῦ­ον τν κλα­σμά­των δώ­δε­κα κο­φί­νους πλή­ρεις. ο δ ἐ­σθί­ον­τες ἦ­σαν ἄν­δρες ὡ­σεὶ πεν­τα­κι­σχί­λι­οι χω­ρὶς γυ­ναι­κῶν κα παι­δί­ων. Κα εὐ­θέ­ως ἠ­νάγ­κα­σεν ὁ Ἰ­η­σοῦς τος μα­θη­τὰς αὐ­τοῦ ἐμ­βῆ­ναι ες τ πλοῖ­ον κα προ­ά­γειν αὐ­τὸν ες τ πέ­ραν, ἕ­ως ο ἀ­πο­λύ­σῃ τος ὄ­χλους.
                                       (Ματθ. ιδ΄[14] 14 – 22)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
Ἐ­κεῖ­νο τόν και­ρό ὁ Ἰ­η­σοῦς εἶ­δε πο­λὺν κό­σμο καὶ τοὺς σπλα­χνί­στη­κε, καὶ θε­ρά­πευ­σε τοὺς ἄρ­ρω­στούς τους. Κα­θὼς ὅ­μως πλη­σί­α­ζε νὰ βρα­διά­σει, τὸν πλη­σί­α­σαν οἱ μα­θη­τές του καὶ τοῦ εἶ­παν: Εἶ­ναι ἔ­ρη­μος ὁ τό­πος καὶ ἡ ὥ­ρα πλέ­ον πέ­ρα­σε. Δῶ­σε δι­α­τα­γὴ νὰ δι­α­λυ­θοῦν τὰ πλή­θη τοῦ λα­οῦ, γιὰ νὰ πᾶ­νε στὰ χω­ριὰ καὶ νὰ ἀ­γο­ρά­σουν γιὰ τοὺς ἑ­αυ­τοὺς τους τρο­φὲς νὰ φᾶ­νε. Ὁ Ἰ­η­σοῦς ὅ­μως τοὺς εἶ­πε: Δὲν εἶ­ναι ἀ­νάγ­κη νὰ φύ­γουν καὶ νὰ ἀ­γο­ρά­σουν τρό­φι­μα. Δῶ­στε τους ἐ­σεῖς νὰ φᾶ­νε. Ἀλ­λὰ ἐ­κεῖ­νοι τοῦ εἶ­παν: Δὲν ἔ­χου­με ἐ­δῶ τί­πο­τε ἄλ­λο πα­ρὰ μό­νο πέν­τε ψω­μιὰ καὶ δύ­ο ψά­ρια. Κύ­ριος τό­τε εἶ­πε: Φέρ­τε τά μου ἐ­δῶ. Κι ἀ­φοῦ πα­ρα­κί­νη­σε τὰ πλή­θη τοῦ λα­οῦ νά ἀ­να­κλι­θοῦν στὴν πρα­σι­νά­δα, πῆ­ρε τὰ πέν­τε ψω­μιὰ καὶ τὰ δύ­ο ψά­ρια, σή­κω­σε τὰ μά­τια του στὸν οὐ­ρα­νὸ κι εὐ­χα­ρί­στη­σε καὶ ἐ­πι­κα­λέ­στη­κε τὸν Πα­τέ­ρα του. Κι ἀ­φοῦ ἔ­κο­ψε τὰ ψω­μιά, τὰ ἔ­δω­σε στοὺς μα­θη­τὲς καὶ οἱ μα­θη­τὲς στὰ πλή­θη τοῦ λα­οῦ. Κι ἔ­φα­γαν ὅ­λοι καὶ χόρ­τα­σαν, καὶ μά­ζε­ψαν ὅ­σα κομ­μά­τια εἶ­χαν πε­ρισ­σέ­ψει, δώ­δε­κα δη­λα­δὴ κο­φί­νια γε­μά­τα. Ἐ­κεῖ­νοι μά­λι­στα πού ἔ­φα­γαν ἦ­ταν πε­ρί­που πέν­τε χι­λιά­δες ἄν­δρες, χω­ρὶς νὰ συ­νυ­πο­λο­γί­ζον­ται στὸν ἀ­ριθ­μὸ αὐ­τὸ οἱ γυ­ναῖ­κες καὶ τὰ παι­διά. Κι ἀ­μέ­σως ὁ Ἰ­η­σοῦς, γιὰ νὰ μὴν πα­ρα­συρ­θοῦν οἱ μα­θη­τές του ἀ­πὸ τὸν ἐν­θου­σια­σμὸ τοῦ πλή­θους πού ἤ­θε­λε νὰ τὸν ἀ­να­κη­ρύ­ξει βα­σι­λιά, τοὺς ἀ­νάγ­κα­σε νὰ μποῦν στὸ πλοῖ­ο καὶ νὰ πε­ρά­σουν πρὶν ἀ­π' αὐ­τὸν στὸ ἀ­πέ­ναν­τι μέ­ρος τῆς λί­μνης, ὡ­σό­του αὐ­τὸς δι­α­λύ­σει τὰ πλή­θη τοῦ λα­οῦ.


Παρασκευή 11 Ιουλίου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ



ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ

ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
(13 ΙΟΥλΙΟΥ 2014)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ  
Τέκνον Τίτε, πιστός λό­γος· κα πε­ρὶ το­ύ­των βο­ύ­λο­μαί σε δι­α­βε­βαι­οῦ­σθαι, ἵ­να φρον­τί­ζω­σι κα­λῶν ἔρ­γων προ­ΐ­στα­σθαι ο πε­πι­στευ­κό­τες τ Θε­ῷ. ταῦ­τά ἐ­στι τ κα­λὰ κα ὠ­φέ­λι­μα τος ἀν­θρώ­ποις· μω­ρὰς δ ζη­τή­σεις κα γε­νε­α­λο­γί­ας κα ἔ­ρεις κα μά­χας νο­μι­κὰς πε­ρι­ί­στα­σο· εἰ­σὶ γρ ἀ­νω­φε­λεῖς κα μά­ται­οι. αἱ­ρε­τι­κὸν ἄν­θρω­πον με­τὰ μί­αν κα δευ­τέ­ραν νου­θε­σί­αν πα­ραι­τοῦ, εἰ­δὼς ὅ­τι ἐ­ξέ­στρα­πται ὁ τοι­οῦ­τος κα ἁ­μαρ­τά­νει ὢν αὐ­το­κα­τά­κρι­τος. Ὅ­ταν πέμ­ψω Ἀρ­τε­μᾶν πρς σε Τυ­χι­κόν, σπο­ύ­δα­σον ἐλ­θεῖν πρς με ες Νι­κό­πο­λιν· ἐ­κεῖ γρ κέ­κρι­κα πα­ρα­χει­μά­σαι. Ζη­νᾶν τν νο­μι­κὸν κα Ἀ­πολ­λὼ σπου­δα­ί­ως πρό­πεμ­ψον, ἵ­να μη­δὲν αὐ­τοῖς λε­ί­πῃ. Μαν­θα­νέ­τω­σαν δ κα ο ἡ­μέ­τε­ροι κα­λῶν ἔρ­γων προ­ΐ­στα­σθαι ες τς ἀ­ναγ­κα­ί­ας χρε­ί­ας, ἵ­να μ ὦ­σιν ἄ­καρ­ποι. Ἀ­σπά­ζον­ταί σε ο με­τ' ἐ­μοῦ πάν­τες. ἄ­σπα­σαι τος φι­λοῦν­τας ἡ­μᾶς ἐν πί­στει. χά­ρις με­τὰ πάν­των ­μῶν· μν.        
  (Τίτ. γ΄[3] 8 – 15)

ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ

1. ΜΝΗΜΗ ΙΕΡΗ!
Ἀπό τ πέρατα τς Οκουμένης, μ συνοχή καρδίας, μ τ θεία γάπη ν φλογίζει τς ψυχές τους, πέταξαν σάν ετο κα φτασαν πέναντι ἀπό τν Κωνσταντινούπολη, στ Χαλκηδόνα, οἱ 630 θεοφόροι Πατέρες, πο συνεκρότησαν τν γία Δ' Οκουμενικ Σύνοδο τ 451 μ.Χ.
πως κάθε χρόνο, τσι κα φέτος, ἡ σημερινή Κυριακὴ, 13η ουλίου, εναι φιερωμένη στν ερ τους μνήμη. Κι εναι να χρέος πιτακτικ ν τιμομε τς μεγάλες ατς μορφές, πο γιναν ργανα το γίου Πνεύματος καί, θριαμβεύοντας ἐπί τν αρετικν Μονοφυσιτν κα Νεστοριανν, διακήρυξαν μ τ πάγχρυσα στόματά τους κα πόλυτη κρίβεια τ χριστολογικ δόγμα, τν λήθεια δηλαδ για τ ποιός εναι ὁ Χριστός μας, ὅτι εναι ταυτοχρόνως τέλειος Θες κα τέλειος ἄνθρωπος. Ατ διακηρύσσονται στ δογματικ κείμενο τς Συνόδου, τν περίφημο ὅρο τς Χαλκηδόνος, ὅπως καθιερώθηκε νά νομάζεται.
Εγνώμονες κα μες στν νεκτίμητη προσφορά τους, ς μπνευσθομε ἀπό τίς ἡρωικές μορφές τους κα ς ντλήσουμε διδάγματα ερ ἀπό τ μνήμη τους, μβαθύνοντας σ κάποια σημεα το ποστολικο ναγνώσματος, πού μαζ μ τ Εαγγέλιο κα τος πέροχους μνους ἡ κκλησία καθώρισε πρς τιμή τους.


2. ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
«Πιστς ὁ λόγος· κα περ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι», γράφει πρς τν Τίτο ὁ πόστολος Παλος. Δηλαδή, τ λόγια πο πρίν σοῦ νάπτυξα, εναι ξια πόλυτης μπιστοσύνης, κα ατ πιθυμ ν κηρύττεις κα ἐσύ μ κύρος κα βεβαιότητα.
πιστς ατς λόγος, ὅπως τν ξέθεσε στος μέσως προηγουμένους στίχους ὁ Ἀπόστολος, εναι ὅτι μς τος νόητους κα λεεινος ὁ φιλάνθρωπος Θες μς νέσυρε ἀπό τ βάραθρα τς μαρτίας, στ ποῖα εχαμε πέσει, μς νεγέννησε μ τ γιο Βάπτισμα κα μς χάρισε δι το σωτρος μας ησο Χριστο τ γιο Πνεῦμα, ὥστε μ τ Χάρη Του νά γίνουμε κληρονόμοι τς αωνίου Βασιλείας Του.
Ατς ὅμως ὁ πιστς λόγος δν εναι παρ συμπυκνωμένος ὁ λόγος τοῦ Εαγγελίου κα τ αώνιο κήρυγμα τς κκλησίας. Ατς εναι κα τν γίων Πατέρων ὁ λόγος, ἡ μόνη κα προσφιλς τους διδασκαλία. Κα κριβς γι' ατ γωνίστηκαν σ ὅλη τους τ ζωή, γι' ατ θηριομάχησαν μ τος αρετικούς, γι' ατ συνεκρότησαν τς Οκουμενικς Συνόδους: για ν διαφυλάξουν νόθευτο τ λόγο το Εὐαγγελίου, γιά νά μήν τεθεῖ σ κίνδυνο τ ργο τς σωτηρίας μας.
Γνώριζαν οἱ μακάριοι αὐτοί ἄνδρες ὅτι τίποτε πολυτιμότερο δν πάρχει στν κόσμο μας ἀπό τ κήρυγμα περ τς σωτηρίας μας. Γνώριζαν κόμη ὅτι τυχόν νόθευση τοῦ λόγου αὐτοῦ μ τ δηλητήριο τν αρετικν διδασκαλιν θ εχε καταστρεπτικς συνέπειες στ ζω τς κκλησίας. Γι' ατό, ἐνῶ κατ τ λλα ἦσαν πράοι κα ποχωρητικοί, στ θέματα τς πίστεως ἦσαν ἀπόλυτοι. Δν δέχονταν τν παραμικρ συμβιβασμό.
διαιτέρως οἱ Πατέρες τς Δ' Οκουμενικς Συνόδου δειξαν μφανέστερα ατ τ χαρακτηριστικό, διότι βρέθηκαν νάμεσα στς συμπληγάδες δύο φοβερν αρέσεων. Τοῦ Νεστοριανισμοῦ, πού χώριζε τς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ μας σάν νά ὑπῆρχαν δύο Χριστο (ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καί ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου). Κα τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, πο φτασε στ λλο κρο, διδάσκοντας πώς ἡ νθρώπινη φύση το Κυρίου πορροφήθηκε ἀπό τ θεία φύση Του, κα ἑπομένως ὁ Κύριος δν εχε παρ μόνο μία φύση, τή θεία.
Μ τ φωτισμ τοῦ γίου Πνεύματος οἱ γιοι Πατέρες δν κατευθύνθηκαν οὔτε πρς τ Σκύλλα τοῦ Νεστοριανισμοῦ οὔτε πρς τ Χάρυβδη τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, ἀλλά διατύπωσαν μ τέλειο τρόπο τν παντοτιν πίστη τς κκλησίας μας, ὅτι ὁ Χριστς μας ταν νας – να πρόσωπο – μ δύο ὅμως τέλειες φύσεις. ταν δηλαδ ταυτοχρόνως τέλειος Θες κα τέλειος ἄνθρωπος.
Ατ τν κρυστάλλινη σωστικ διδασκαλία τν γίων μας Πατέρων ς τν κρατομε νόθευτη καί μες οἱ σημερινο πιστοί, γωνιζόμενοι μ ὅλες μας τς δυνάμεις κατ τν ποικίλων αρετικν, πού καί σήμερα κόμη προσπαθον ν τ νοθεύσουν.
3. Η ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ
«Αἱρετικόν ἄνθρωπον μετ μίαν κα δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδώς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοτος...», παραγγέλλει στ συνέχεια ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος στν Τίτο. Δηλαδή, ἄνθρωπο αρετικό, πο τν συμβούλεψες μία κα δύο φορς καί δν διορθώνεται, παράτησέ τον, ἀπόφευγέ τον, διότι ατς πλέον χει διαστραφεῖ.
Ατ κριβς φάρμοσαν κα οἱ θεόπνευστοι Πατέρες τς Δ' Οκουμενικς Συνόδου, ὅταν διαπίστωσαν ὅτι οἱ αρετικο πέμεναν πεισματικά στς βλασφημίες τους. Τος ναθεμάτισαν! Τος κοψαν ἀπό τ Σμα τς κκλησίας, γιά νά μή βλάψουν μ τ σατανικ διδασκαλία τους κα λλους πιστούς. Τος παράδωσαν στὸν σαταν, μήπως συγκλονιστον καί μετανοήσουν.
Δυστυχς οἱ ἄνθρωποι ατο ποδείχτηκαν τελείως διεστραμμένοι. Οδέποτε μετανόησαν, ἀλλά πολέμησαν μ λύσσα τος Πατέρες κα τ διδασκαλία τς Συνόδου. Κα τ σπουδαο εναι τοτο, ὅτι καί οἱ δύο αρέσεις, τόσο ντίθετες μεταξύ τους, συμφωνοσαν πόλυτα σ να μόνο σημεῖο: στ ν βρίζουν χυδαιότατα τν γία Οκουμενικ Σύνοδο τς Χαλκηδόνος.
Περασαν ἀπό τότε πάνω ἀπό 1500 χρόνια. Οἱ σημερινο παδοί τους, παρ' λο πο χουν ποκηρύξει τς κρότητες τῶν προγόνων τους, σ να πράγμα δν ννοον ν ποχωρήσουν: στ ν ναγνωρίσουν τν Οκουμενικ Σύνοδο τς Χαλκηδόνος. Στν θεολογικ διάλογο, πο γινε τ τελευταῖα χρόνια μαζί τους, λεγαν στος ρθοδόξους ντιπροσώπους: ς ἑνωθοῦμε! Ἔχουμε τν δια πίστη μαζί σας, ἀλλά Σύνοδο Χαλκηδόνος δν ναγνωρίζουμε!
πλανεμένοι! Πιστεύετε πώς θά βρεθεῖ στω κα νας ρθόδοξος πιστς – Ἐπίσκοπος, ερεύς, μοναχς λαϊκς – πού θ δεχθεῖ νά ἐνωθεῖ μαζί σας, χωρς ν ναγνωρίσετε τν γία Οκουμενικ Σύνοδο τς Χαλκηδόνος; Οἱ ρθόδοξοι δν θ προδώσουμε ποτ τν πίστη τν Πατέρων μας, ἀλλά μέχρι τν τελευταία μας πνο θ μολογομε μ εγνωμοσύνη: Τν ἀοιδίμων γίων Πατέρων τς Συνόδου τς Χαλκηδόνος αωνία ἡ μνήμη. μήν!
(Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ μαθηταῖςὑ­μεῖς ἐ­στε τ φς το κό­σμου. ο δύ­να­ται πό­λις κρυ­βῆ­ναι ἐ­πά­νω ὄ­ρους κει­μέ­νη· οὐ­δὲ κα­ί­ου­σι λύ­χνον κα τι­θέ­α­σιν αὐ­τὸν ὑ­πὸ τν μό­δι­ον, ἀλ­λ' ἐ­πὶ τν λυ­χνί­αν, κα λάμ­πει πᾶ­σι τος ν τ οἰ­κί­ᾳ. Οὕ­τω λαμ­ψά­τω τ φς ὑ­μῶν ἔμ­προ­σθεν τν ἀν­θρώ­πων, ὅ­πως ἴ­δω­σιν ὑ­μῶν τ κα­λὰ ἔρ­γα κα δο­ξά­σω­σι τν πα­τέ­ρα ὑ­μῶν τν ν τος οὐ­ρα­νοῖς. Μ νο­μί­ση­τε ὅ­τι ἦλ­θον κα­τα­λῦ­σαι τν νό­μον τος προ­φή­τας· οκ ἦλ­θον κα­τα­λῦ­σαι ἀλ­λὰ πλη­ρῶ­σαι. ἀ­μὴν γρ λέ­γω ὑ­μῖν, ἕ­ως ἂν πα­ρέλ­θῃ οὐ­ρα­νὸς κα γ, ἰ­ῶ­τα ἓν μί­α κε­ρα­ί­α ο μ παρέλ­θῃ ἀ­πὸ το νό­μου ἕ­ως ἂν πάν­τα γέ­νη­ται. ς ἐ­ὰν ον λύ­σῃ μί­αν τν ἐν­το­λῶν το­ύ­των τν ἐ­λα­χί­στων κα δι­δά­ξῃ οὕ­τω τος ἀν­θρώ­πους, ἐ­λά­χι­στος κλη­θή­σε­ται ν τ βα­σι­λε­ί­ᾳ τν οὐ­ρα­νῶν· ς δ' ν ποι­ή­σῃ κα δι­δά­ξῃ, οὗ­τος μέ­γας κλη­θή­σε­ται ν τ βα­σι­λε­ί­ᾳ τν οὐ­ρα­νῶν.                         
                                         (Ματθ. ε΄[5] 14 – 19)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
Επεν Κύριος στος μαθητές Του· Ἐ­σεῖς εἶ­στε τὸ φῶς τοῦ κό­σμου, δι­ό­τι ἔ­χε­τε προ­ο­ρι­σμὸ μὲ τὸ φω­τει­νό σας πα­ρά­δειγ­μα καὶ μὲ τὰ λό­για σας πού με­τα­δί­δουν τὸ φῶς τῆς ἀ­λή­θειας νὰ φω­τί­ζε­τε τοὺς ἀν­θρώ­πους πού βρί­σκον­ται στὸ σκο­τά­δι τῆς ἁ­μαρ­τί­ας καὶ τῆς πλά­νης. Μιὰ πό­λη πού βρί­σκε­ται πά­νω σὲ βου­νὸ δὲν εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ κρυ­φτεῖ. Ἔ­τσι καὶ ἡ δι­κή σας ζω­ὴ θὰ γί­νε­ται ἀν­τι­λη­πτὴ ἀ­π' ὅ­λους. Οὔ­τε οἱ ἄν­θρω­ποι ἀ­νά­βουν λυ­χνά­ρι γιὰ νὰ τὸ βά­λουν κά­τω ἀ­π' τὸν κά­δο μὲ τὸν ὁποῖο με­τροῦν τὸ σι­τά­ρι. Ἀλλά τὸ το­πο­θε­τοῦν πά­νω στὸ λυ­χνο­στά­τη κι ἔ­τσι φω­τί­ζει μὲ τὴ λάμ­ψη του ὅ­λους ὅ­σους εἶ­ναι μέ­σα στὸ σπί­τι. Ἔ­τσι σὰν λυ­χνά­ρι πού εἶ­ναι σω­στὰ το­πο­θε­τη­μέ­νο ἂς λάμ­ψει τὸ φῶς τῆς ἀ­ρε­τῆς σας μπρο­στὰ στοὺς ἀν­θρώ­πους γιὰ νὰ δοῦν τὰ κα­λά σας ἔρ­γα καὶ νὰ δο­ξά­σουν γιὰ τὰ ἐ­νά­ρε­τα καὶ ἅ­για παι­διὰ του τὸν Πα­τέ­ρα σας, ὁ ὁποῖος εἶ­ναι βέ­βαι­α πα­ρὼν παν­τοῦ, ἀλλά κυ­ρί­ως φα­νε­ρώ­νει τὴν πα­ρου­σί­α του στοὺς οὐ­ρα­νούς. Μὴ νο­μί­σε­τε ὅ­τι ἦλ­θα γιὰ νὰ κα­ταρ­γή­σω καὶ ν' ἀ­κυ­ρώ­σω τὸν ἠ­θι­κὸ νό­μο τοῦ Μω­υ­σῆ ἢ τὴν ἠ­θι­κὴ δι­δα­σκα­λί­α τῶν προ­φη­τῶν. Δὲν ἦλ­θα νὰ τὰ κα­ταρ­γή­σω αὐ­τά, ἀλλά νὰ τὰ συμ­πλη­ρώ­σω καὶ νὰ σᾶς τὰ πα­ρα­δώ­σω τέ­λεια. Δι­ό­τι ἀ­λη­θι­νά σᾶς λέ­ω καὶ μὲ κά­θε ἐ­πι­ση­μό­τη­τα σᾶς δι­α­βε­βαι­ώ­νω ὅ­τι ὅ­σο πα­ρα­μέ­νει καὶ δὲν κα­τα­στρέ­φε­ται ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, οὔτε ἕ­να γι­ώ­τα ἢ ἕ­να κόμ­μα, οὔ­τε δη­λα­δὴ ἡ πιὸ μι­κρὴ ἀ­πὸ τὶς ἐν­το­λὲς δὲν θὰ πα­ρα­πέ­σει ἀ­πὸ τὸ Νό­μο καὶ δὲν θὰ χά­σει τὸ κύ­ρος της, μέ­χρι νὰ ἐ­πα­λη­θευ­θοῦν καὶ νὰ ἐκ­πλη­ρω­θοῦν ὅ­λα ὅ­σα δι­α­τά­ζει ὁ Νό­μος· καὶ θὰ ἐκ­πλη­ρω­θοῦν μὲ τὰ γε­γο­νό­τα τῆς ζω­ῆς μου ὅ­σα λέ­χθη­καν προ­φη­τι­κῶς, ἀλλά καὶ μὲ τὴ ζω­ὴ τῶν γνή­σι­ων μα­θη­τῶν μου, οἱ ὁποῖοι θὰ τη­ροῦν αὐ­τὰ μὲ ἀ­κρί­βεια. Ἀ­φοῦ λοι­πὸν οἱ ἐν­το­λὲς ἔ­χουν κύ­ρος καὶ ἰ­σχὺ ἀ­κα­τά­λυ­τη, ὁ­ποι­οσ­δή­πο­τε πα­ρα­βεῖ μί­α κι ἀ­πὸ ἐ­κεῖ­νες ἀ­κό­μη τὶς ἐν­το­λές μου πού φαί­νον­ται πο­λὺ μι­κρὲς καὶ δι­δά­ξει ἔ­τσι τοὺς ἀν­θρώ­πους, νὰ τὶς θε­ω­ροῦν δη­λα­δὴ μι­κρὲς κι ἀ­σή­μαν­τες, θὰ κη­ρυ­χθεῖ ἐ­λά­χι­στος καὶ τε­λευ­ταῖ­ος στὴ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν. Ἐ­κεῖ­νος ὅ­μως πού θὰ ἐ­φαρ­μό­σει ὅ­λες ἀ­νε­ξαι­ρέ­τως τὶς ἐν­το­λὲς καὶ θὰ δι­δά­ξει καὶ τοὺς ἄλ­λους νὰ τὶς τη­ροῦν, αὐ­τὸς θὰ ἀ­να­κη­ρυ­χθεῖ με­γά­λος στὴ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν. Κι αὐ­τὲς λοι­πὸν τὶς ἐν­το­λὲς πού οἱ γραμματεῖς καί οἱ Φα­ρι­σαῖ­οι πα­ρα­με­ρί­ζουν μὲ τὶς ἀν­θρώ­πι­νες πα­ρα­δό­σεις τους, πρέ­πει νὰ τὶς προ­σέ­χε­τε καὶ νὰ τὶς ἐ­φαρ­μό­ζε­τε.