ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(3 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2014)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς, διὰ τοῦ ὀνόματος
τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες,
καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν
σχίσματα, ἦτε
δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ. ἐδηλώθη
γάρ μοι περὶ ὑμῶν, ἀδελφοί
μου, ὑπὸ
τῶν Χλόης ὅτι
ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσι. λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι
ἕκαστος ὑμῶν λέγει· ἐγὼ μέν εἰμι Παύλου, ἐγὼ
δὲ Ἀπολλώ, ἐγὼ
δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ
δὲ Χριστοῦ. μεμέρισται ὁ Χριστός; μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη
ὑπὲρ ὑμῶν; ἢ εἰς τὸ ὄνομα
Παύλου ἐβαπτίσθητε; εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ ὅτι
οὐδένα ὑμῶν
ἐβάπτισα εἰ μὴ Κρίσπον καὶ Γάϊον, ἵνα
μή τις εἴπῃ ὅτι
εἰς τὸ ἐμὸν
ὄνομα ἐβάπτισα. ἐβάπτισα δὲ καὶ τὸν Στεφανᾶ οἶκον· λοιπὸν
οὐκ οἶδα εἴ τινα ἄλλον
ἐβάπτισα. οὐ γὰρ ἀπέστειλέ
με Χριστὸς
βαπτίζειν, ἀλλ' εὐαγγελίζεσθαι, οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου, ἵνα
μὴ κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.
(Α΄ Κορ. α΄[1] 10 – 17)
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. ΟΜΑΔΕΣ ΚΑΙ ΚΟΜΜΑΤΑ
Ποιά ἦταν
ἡ αἰτία νὰ ὑπάρχουν στὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου «ἔριδες» καὶ «σχίσματα» – φιλονικίες δηλαδὴ καὶ κόμματα – γιά τὰ
ὁποῖα κάνει λόγο ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα; Δὲν ἦταν κάποιο
ζήτημα πίστεως, ποὺ δημιούργησε αὐτὴ τὴν ἀναστάτωση, ἀλλά οἱ προσωπικὲς
προτιμήσεις τῶν πιστῶν σὲ κάποιον ἀπό τούς κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου, πού
ἐθαύμαζαν.
Ἔτσι
ἔφτασαν στὸ θλιβερὸ κατάντημα νά μαλώνουν μεταξύ τους καὶ νὰ διχάζονται. – Ἐγώ
εἶμαι τοῦ Παύλου. – Ἐγώ εἶμαι τοῦ Ἀπολλώ. – Ἐγώ εἶμαι τοῦ Κηφᾶ (τοῦ Πέτρου
δηλαδή). – Ἐγώ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ! Αὐτές ἦσαν οἱ ἐκφράσεις, πού σάν ξίφη
χρησιμοποιοῦσαν στὶς φιλονικίες τους οἱ πιστοὶ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου. Τὸ
φαινόμενο βέβαια ἦταν θλιβερό, καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπενέβη δραστικά, νὰ
χτυπήσει τὸ κακὸ στὴ ρίζα του ἀμέσως. Ἐν τούτοις, στοὺς αἰῶνες ποὺ ἀκολούθησαν,
ἡ μάστιγα αὐτὴ τῶν προσωπικῶν προτιμήσεων δὲν ἔπαυσε νά ταλαιπωρεῖ τὴν Ἐκκλησία.
Μιὰ ματιὰ στὶς σελίδες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας θὰ μᾶς γέμιζε μὲ μελαγχολία,
καθὼς θὰ βλέπαμε τὰ ἀναρίθμητα σχίσματα, πού ὁ φανατισμὸς καὶ ἡ τυφλὴ
προσκόλληση σὲ πρόσωπα δημιούργησε μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Τὸ ἴδιο
αὐτὸ κακὸ μὲ διάφορες μορφὲς ταλαιπωρεῖ δυστυχῶς καὶ σήμερα τὴν Ἐκκλησία.
Πολλοὶ πιστοὶ ἀπό εὐγνωμοσύνη πρὸς κάποιον κήρυκα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος τοὺς
βοήθησε πνευματικὰ ἢ τοὺς ὁδήγησε σέ μετάνοια, ἀφοσιώνονται στὸ πρόσωπό του
ἀποκλειστικά καὶ δὲν θέλουν νὰ ἀκούσουν γιὰ κανένα ἄλλον. Πολὺ περισσότερο, ἄν
αὐτὸς συμβαίνει νὰ εἶναι ὁ πνευματικός, στὸν ὁποῖο ἐξομολογοῦνται. Ἄλλοι πάλι κάνουν τὸ ἴδιο λάθος, συνδεόμενοι
μὲ ἕνα θρησκευτικὸ σύλλογο ἢ μὲ ἕνα μοναστήρι. Κλείνονται στὸ περιβάλλον αὐτὸ
καὶ ὑποτιμοῦν ὅλους τοὺς ἄλλους.
Εἶναι πολὺ
καλὸ τὸ νὰ συνδεόμαστε οἱ πιστοὶ μὲ κάποιο μοναστήρι, νὰ ἀνήκουμε σὲ ἕνα
ἐκκλησιαστικὸ σύλλογο καὶ ὁπωσδήποτε νὰ κατευθυνόμαστε ἀπό κάποιον πνευματικό.
Καλὸ καὶ σωτήριο. Ποιό εἶναι τὸ κακό; Τὸ κακὸ εἶναι, ὅταν μπαίνει στὴ μέση τὸ
Ἐγώ καί ἡ συνακόλουθη περιφρόνηση τῶν ἄλλων. – Ἐγώ εἶμαι τοῦ πάτερ τάδε. – Ἐγώ
τοῦ τάδε συλλόγου. – Ἐγώ συνδέομαι μὲ τὸν τάδε γέροντα ἀσκητή. – Ἐγώ εἶμαι τῆς
Ἐκκλησίας, λένε οἱ πιο ὑπερήφανοι, σάν τοὺς Κορινθίους ποὺ ἔλεγαν: – Ἐγώ εἶμαι
τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ λοιπὸν εἶναι τὸ κακό: Ἡ ἀποκλειστικὴ καὶ ἐγωιστικὴ
προσκόλληση, ποὺ κομματιάζει καὶ ὁμαδοποιεῖ, δίκην πολιτικῶν κομμάτων ἢ
ποδοσφαιρικῶν ὁμάδων, τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Καί αὐτὸ εἶναι ἀπόλυτη ἀνάγκη οἱ
πιστοὶ μὲ κάθε θυσία νὰ τὸ ἀποφεύγουμε.
2. Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ
Καταδικάζοντας
τὸ φαινόμενο αὐτὸ τῆς διαιρέσεως τῶν Χριστιανῶν ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὑποδεικνύει
μὲ πολὺ ἔντονα λόγια τὸ χρέος τῆς ἑνότητας. Σᾶς παρακαλῶ, λέγει, νὰ ὁμολογεῖτε
ὅλοι τὴν ἴδια πίστη καί νά μή ὑπάρχουν σχίσματα μεταξύ σας, ἀλλά νὰ εἶστε
ἁρμονικὰ ἑνωμένοι μὲ μία σκέψη καὶ μία γνώμη. Μὴ προσκολλᾶσθε σέ ἀνθρώπους. «Μεμέρισται ὁ Χριστός; μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη
ὑπὲρ ὑμῶν; ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε;» Κομματιάστηκε λοιπὸν ὁ
Χριστός; Ἢ μήπως ἐγώ ὁ Παῦλος σταυρώθηκα γιὰ τὴ σωτηρία σας; Ἤ μήπως
βαπτισθήκατε στὸ ὄνομα τοῦ Παύλου;
Συγκλονιστικὰ
τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου. Ὁ Χριστὸς μας εἶναι Ἕνας καί ἀδιαίρετος. Δὲν εἶναι
κομματιασμένος. Ἐκεῖνος λοιπὸν εἶναι τὸ κέντρο. Ὁ Χριστὸς μας εἶναι τὸ Πρόσωπο,
στὸ ὁποῖο ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε προσκολλημένοι, ἀφοῦ Αὐτὸς σταυρώθηκε γιὰ τὴ
σωτηρία μας. Ἐφόσον λοιπὸν στὸν ἴδιο Χριστὸ πιστεύουμε, τὸν ἴδιο Χριστὸ
ἀγαπᾶμε, στὸ ὄνομά Του βαπτιστήκαμε, ὀφείλουμε νά εἴμαστε ἐνωμένοι «ἐν τῷ αὐτῷ νοΐ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ». Νὰ
ἀποτελοῦμε ὅλοι μέλη τοῦ ἰδίου σώματος, τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι τὸ Σῶμα
τοῦ Χριστοῦ.
Μέσα σ'
ἕνα κόσμο διχασμοῦ, διαίρεσης καί ἀπομόνωσης ἡ ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας
εἶναι κέντρο ἑνότητας καί ἀγάπης. Ὡστόσο ἡ ἀναντίρρητη αὐτὴ θεολογικὴ ἀλήθεια
ὀφείλει νὰ ἐπιβεβαιώνεται καθημερινὰ στὴν πράξη ἀπό τὰ μέλη της. Ἄπό τούς
Ἐπισκόπους της πρωτίστως, πού – περισσότερο αὐτοὶ – ἔχουν καθῆκον ἱερὸ νὰ
ὑπερβαίνουν τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες καὶ νὰ ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα, μία ἑνότητα
θαυμαστὴ καὶ ἀξιοζήλευτη. Τὸ ἴδιο καὶ ἀπό τούς ἱερεῖς, καὶ ἀπό ἐμᾶς τοὺς
πιστοὺς ἐπίσης, πού ὀφείλουμε νὰ ξεπερνᾶμε τὶς προσωπικὲς μας προτιμήσεις καὶ
νὰ ἀνοίγουμε τὸν ὁρίζοντα τῆς ψυχῆς μας, γιά νά γίνεται ἕνα μὲ τὸν ὁρίζοντα τῆς
Ἐκκλησίας. Ἕνα ὁρίζοντα ποὺ δὲν ἔχει ὅρια, ἀφοῦ ἀγκαλιάζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους
– ζῶντες καὶ τετελειωμένους – ὅπως ἀκριβῶς ἔπραξε καί δίδαξε ὁ Χριστός μας.
3. ΣΤΑΥΡΟΣ ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ
«Ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ». Ὁ Χριστὸς
δὲν μοῦ ἀνέθεσε τό ἀποστολικὸ ἔργο γιὰ νὰ βαπτίζω, πρᾶγμα ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει ὁ
ὁποιοσδήποτε ἱερέας, ἀλλά γιὰ νὰ κηρύττω τὸ Εὐαγγέλιο. Καί νὰ τὸ κηρύττω ὄχι μὲ
ἀνθρώπινη τέχνη καὶ ἐντυπωσιακὰ ἐπιχειρήματα, «ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ», νά μή ἀδειάσει ἀπό τὴ θεία
του δύναμη τό κήρυγμα γιὰ τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὰ γράφει στὸ τέλος
της σημερινῆς περικοπὴς ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Οἱ
πολιτικοὶ στηρίζουν τὴ δύναμή τους στὰ ὡραῖα λόγια, στὶς μεγαλόστομες
διακηρύξεις, στὶς ἐντυπωσιακὲς – ἀλλά ἀπατηλές – ὑποσχέσεις. Οἱ φιλόσοφοι
χρησιμοποιοῦν ἀκατανόητες ἐκφράσεις, ἐπιχειροῦν σκοτεινὲς ἐμβαθύνσεις,
προτείνουν δῆθεν τολμηρὲς θεωρίες. Ἡ δύναμη ὅμως τοῦ κηρύγματος τῆς Ἐκκλησίας
δὲν βρίσκεται, μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος, στὰ ὡραῖα λόγια ἢ τὰ φιλοσοφικὰ
ἐπιχειρήματα, ἀλλά στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, στὴ λυτρωτικὴ δύναμη τῆς σταυρικῆς
Του θυσίας.
Ἂς τὸ κατανοήσουμε αὐτὸ καὶ
ἐμεῖς οἱ πιστοὶ καὶ ἂς μὴ ἐντυπωσιαζόμαστε ἀπό τὰ δῆθεν βαθιὰ καί φιλοσοφημένα
λόγια, ποὺ ὅμως στὴν οὐσία δὲν ἔχουν καμμιά ἐπίδραση στὴ ζωή μας, ἀλλά ἀπό τό
ἀπλό καὶ ζωντανὸ κήρυγμα, ποὺ ἔχει κέντρο τὸν Ἐσταυρωμένο Κύριο. Νὰ ἀγαπᾶμε τὸ
κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ, πού μᾶς ἀλλάζει, μᾶς μεταμορφώνει καί μᾶς ὁδηγεῖ στὴν
αἰώνια καὶ παμπόθητη Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ μας.
(Διασκευὴ
ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ,
εἶδεν ὁ Ἰησοῦς
πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη
ἐπ' αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε
τοὺς ἀρρώστους
αὐτῶν. ὀψίας
δὲ γενομένης προσῆλθον
αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες·
Ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα
ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον
τοὺς ὄχλους, ἵνα
ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν
ἑαυτοῖς βρώματα. ὁ δὲ Ἰησοῦς
εἶπεν αὐτοῖς·
Οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς
φαγεῖν. οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· Οὐκ ἔχομεν
ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους
καὶ δύο ἰχθύας. ὁ δὲ εἶπε· Φέρετέ μοι αὐτούς ὧδε. καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους
ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους
καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας
εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε,
καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους
οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. καὶ ἔφαγον
πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν
τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους
πλήρεις. οἱ δὲ ἐσθίοντες
ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν
ὁ Ἰησοῦς
τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι
εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως
οὗ ἀπολύσῃ
τοὺς ὄχλους.
(Ματθ.
ιδ΄[14] 14 – 22)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τόν καιρό ὁ Ἰησοῦς εἶδε πολὺν κόσμο
καὶ τοὺς σπλαχνίστηκε, καὶ θεράπευσε
τοὺς ἄρρωστούς τους. Καθὼς ὅμως πλησίαζε νὰ βραδιάσει, τὸν πλησίασαν
οἱ μαθητές του καὶ τοῦ εἶπαν: Εἶναι ἔρημος
ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα πλέον πέρασε. Δῶσε διαταγὴ νὰ διαλυθοῦν τὰ πλήθη
τοῦ λαοῦ, γιὰ νὰ πᾶνε στὰ χωριὰ καὶ νὰ ἀγοράσουν γιὰ τοὺς ἑαυτοὺς τους
τροφὲς νὰ φᾶνε. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοὺς εἶπε: Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ φύγουν καὶ νὰ ἀγοράσουν τρόφιμα. Δῶστε
τους ἐσεῖς νὰ φᾶνε. Ἀλλὰ ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν: Δὲν ἔχουμε ἐδῶ τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια. Ὁ Κύριος τότε εἶπε: Φέρτε τά μου ἐδῶ. Κι ἀφοῦ παρακίνησε
τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ νά ἀνακλιθοῦν στὴν πρασινάδα, πῆρε τὰ πέντε ψωμιὰ
καὶ τὰ δύο ψάρια, σήκωσε τὰ μάτια του στὸν οὐρανὸ κι εὐχαρίστησε καὶ
ἐπικαλέστηκε τὸν Πατέρα του. Κι ἀφοῦ ἔκοψε τὰ ψωμιά, τὰ ἔδωσε στοὺς
μαθητὲς καὶ οἱ μαθητὲς στὰ πλήθη τοῦ λαοῦ. Κι ἔφαγαν ὅλοι καὶ χόρτασαν,
καὶ μάζεψαν ὅσα κομμάτια εἶχαν περισσέψει, δώδεκα δηλαδὴ κοφίνια
γεμάτα. Ἐκεῖνοι μάλιστα πού ἔφαγαν ἦταν περίπου πέντε χιλιάδες ἄνδρες,
χωρὶς νὰ συνυπολογίζονται στὸν ἀριθμὸ αὐτὸ οἱ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά.
Κι ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς, γιὰ νὰ μὴν παρασυρθοῦν οἱ μαθητές του ἀπὸ τὸν ἐνθουσιασμὸ
τοῦ πλήθους πού ἤθελε νὰ τὸν ἀνακηρύξει βασιλιά, τοὺς ἀνάγκασε νὰ
μποῦν στὸ πλοῖο καὶ νὰ περάσουν πρὶν ἀπ' αὐτὸν στὸ ἀπέναντι μέρος τῆς
λίμνης, ὡσότου αὐτὸς διαλύσει τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ.