ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
(1 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2018)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί,
χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν
ἀνθρώποις. ὁ Κύριος ἐγγύς. μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ' ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ
δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν,
καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν
καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά,
ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις
ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε
ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ' ὑμῶν.
(Φιλιπ. δ΄[4] 4-9)
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
1. ΔΕΗΣΕΙΣ ΜΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ
Ἡ Κυριακή τῶν Βαΐων εἶναι μία μέρα
μοναδική μέσα στην περίοδο τοῦ ἱεροῦ Τριωδίου. Εἶναι ὁ πρόναος τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος.
Εἶναι ἡμέρα πανηγυρική ἀνάμεσα στίς τόσες κατανυκτικές. Διότι ὁ Κύριος προτυπώνοντας
τόν αἰώνιο θρίαμβό του, εἰσέρχεται στήν ἁγία πόλη «καθήμενος ἐπί πῶλον ὄνου».
Καί τά πλήθη τοῦ λαοῦ Τόν ὑποδέχονται μετά βαΐων καί κλάδων καί ζητωκραυγάζουν:
«Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ».
Τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας μέσα σ᾿
αὐτό τό κλίμα κινεῖται. «Χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε», μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Καί τό ἐπαναλαμβάνει καί πάλι, «χαίρετε». Νά χαίρεστε. Ἡ ἐπιείκεια σας καί ἡ ὑποχωρητικότητά
σας ἄς γίνει γνωστή σ᾿ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀκόμη και στούς ἀπίστους. Ὁ Κύριος
πλησιάζει νά ἔλθει καί θ᾿ ἀποδώσει στόν καθένα ὅ,τι τοῦ ἀνήκει. Μή κυριεύεστε ἀπό
ἄγχος γιά τίποτε, ἀλλά γιά κάθε τι πού σᾶς παρουσιάζεται κάνετε γνωστά τά αἰτήματά
σας πρός τόν Θεό μέ τήν προσευχή καί μέ τή δέηση, οἱ ὁποῖες πρέπει νά
συνοδεύονται καί μέ εὐχαριστία εὐγνωμοσύνης γιά ὅσα ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε. «Μετά εὐχαριστίας
τά αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρός τόν Θεόν». Κι ἔτσι, ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας
τήν τελειότητα δέν μπορεῖ νά νιώσει κάθε νοῦς, θά φρουρήσει τίς καρδιές σας
καί τίς σκέψεις σας, ἐφόσον μένετε ἑνωμένοι μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό.
Σ᾿ αὐτό τό ἱερό κείμενο μᾶς προκαλεῖ ἐντύπωση
μιά φράση τοῦ Ἀποστόλου πού δέν τήν κατανοεῖ κανείς μέ μία πρώτη ἀνάγνωση. Ζητᾶ
νά ἀναφέρουμε τά προβλήματα καί τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς μας στόν Κύριο μας μέ αἰσθήματα εὐχαριστίας καί εὐγνωμοσύνης. Γιατί; Διότι ὅταν
ἐμπιστευόμαστε τή ζωή μας στά χέρια τοῦ Θεοῦ, κατανοοῦμε ὅτι ἀκόμη καί τά
δυσάρεστα γεγονότα εἶναι γιά τό καλό μας. Τά ξέρει ὅλα ὁ Κύριός μας καί ὅ,τι ἐπιτρέπει
τελικῶς συντελεῖ στή σωτηρία μας. Ἀφοῦ ὅμως τά ξέρει, γιατί νά Τοῦ τά ἀναφέρουμε;
Γιά νά δείξουμε τήν ἐξάρτησή μας ἀπ᾿ Αὐτόν καί τήν ἐμπιστοσύνη μας σ᾿ Αὐτόν. Ὅλα
τά προβλήματά μας μόνο ὁ Κύριος μπορεῖ νά μᾶς τά λύσει. Γι᾿ αὐτό νά τ᾿ ἀναθέτουμε ὅλα στόν Θεό. Ὅλη μας
τή ζωή νά τήν ἐμπιστευόμαστε σ᾿ Αὐτόν. Τό θέλημά του νά γίνεται. Ἐάν εἴμαστε
γνήσιοι ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ, θά πρέπει ὅλα νά τά κάνουμε δοξολογητική
προσευχή. Καί τή δυσκολία και τή θλίψη, καί τή χαρά καί τήν ἐπιτυχία. Ὅ,τι κι ἄν
μᾶς συμβεῖ. Διότι ὅλα μέ τήν προσευχή παίρνουν τόν δρόμο τους, ὅταν ἐμεῖς ἔχουμε
ἐμπιστοσύνη καί πίστη στήν ἀγάπη του καί τήν πρόνοιά Του. Ἔτσι θά ζοῦμε χωρίς ἀγωνία.
Ὅλα θά γίνονται προσευχή. Μέσα στό κλίμα τῆς προσευχῆς ὅλα γίνονται μέ χάρη καί
χαρά.
2. ΟΙ ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ
ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ
Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στή συνέχεια μᾶς δίνει
πνευματικές παρακαταθήκες σπουδαῖες, πού ἀναφέρονται στίς σκέψεις καί στίς
πράξεις μας. Ἀδελφοί, λέει, ὅσα εἶναι ἀληθινά, ὅσα εἶναι σεμνά, ὅσα εἶναι
δίκαια, ὅσα εἶναι ἀμόλυντα καί ἁγνά, ὅσα εἶναι προσφιλή στόν Θεό καί στούς
καλούς ἀνθρώπους, ὅσα ἔχουν καλή φήμη, καί ὁποιαδήποτε ἄλλη ἀρετή καί ὁποιοδήποτε
καλό ἔργο πού εἶναι ἄξιο ἐπαίνου, αὐτά νά συλλογίζεστε καί νά προσέχετε, κι ἔτσι
νά τά ἐφαρμόζετε καί στή ζωή σας· «ταῦτα λογίζεσθε· καί... ταῦτα πράσσετε». Αὐτά
πού μάθατε καί παραλάβατε μέ τήν προφορική διδασκαλία μου καί τά ἀκούσατε καί
τά εἴδατε σ᾿ ὅλη τή συμπεριφορά μου καί τή διαγωγή μου, αὐτά καί νά κάνετε. Καί
τότε ὁ Θεός πού εἶναι ὁ χορηγός τῆς εἰρήνης θά εἶναι μαζί σας.
Ὅλες αὐτές οἱ πνευματικές παρακαταθήκες
πού δίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στούς Φιλιππησίους, ἀναφέρονται οὐσιαστικά σ᾿ ἕνα
θέμα, στήν καθαρότητα καί τήν ἁγιότητα τῶν σκέψεων καί τῶν πράξεών μας. Νά εἶναι
οἱ σκέψεις μας ἀμόλυντες, γιά νά εἶναι καί οἱ πράξεις μας θεάρεστες. Διότι ἀπό
τό περιεχόμενο τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς μας πηγάζουν καί οἱ πράξεις μας. Αὐτήν
βέβαια τή γενική ἀλήθεια μποροῦμε ἰδιαιτέρως τώρα τίς ἅγιες ἡμέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος
νά τήν ἐφαρμόσουμε μέ ἰδιαίτερο περιεχόμενο. Μήν ἀφήσουμε δηλαδή τό νοῦ μας
τίς μεγάλες καί κοσμοσωτήριες καί ἱερές αὐτές ἡμερες νά πελαγοδρομεῖ στά
καθημερινά καί τά βιοτικά. Ἀλλά ἄς στρέψουμε τόν νοῦ καί τήν καρδιά μας στόν ἐρχόμενο
Βασιλέα τῶν βασιλευόντων.
Ἄς Τόν ὑποδεχθοῦμε ὄχι τόσο μέ βαΐα
φοινίκων καί πρόσκαιρα ἐπιδερμικά αἰσθήματα ἀλλά μέ βιώματα ἱερά. Σέ λίγο ἡ
Μεγάλη Ἑβδομάδα ἀρχίζει. Θά ἀντικρίσουμε τόν Κύριο καί Βασιλέα τῆς ζωῆς μας ἐπάνω
στό σταυρό. Ἄς Τοῦ προσφέρουμε ὄχι τόσο τά δάκρυα καί τά ἄνθη μας, ἀλλά τήν
καρδιά μας καί τήν ἀγάπη μας. Νά ἀφήσουμε τόν νοῦ μας νά πλημμυρίσει μέ ἅγιες
σκέψεις καί αἰσθήματα ἀφοσιώσεως καί μετανοίας. Νά γίνει ἡ καρδιά μας ἱερό ὄχημα,
γιά νά ἔλθει μέσα της ὁ Χριστός. Ἔτσι θά μεταμορφωθεῖ καί ἡ ζωή μας. Ἔτσι καί
οἱ πράξεις μας θά ἐξαγιασθοῦν. Μοναδική ἐντρύφηση μας νά εἶναι ἡ μελέτη τῶν ἁγίων
Παθῶν τοῦ Κυρίου μας. Νά πονέσουμε ὅχι μόνο γιά τά δικά του Πάθη ἀλλά καί γιά
τίς δικές μας ἁμαρτίες, πού τόσο εὔκολα καί ἐξακολουθητικά διαπράττουμε. Κι ἄς
Τόν παρακαλέσουμε νά μᾶς κάνει νέους ἀνθρώπους, ἀναγεννημένους καί ἀναστημένους.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ
Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν
ἐκ
νεκρῶν. Ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει·
ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν ἐκ τῶν ἀνακειμένων
σὺν αὐτῷ. ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς
πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς
τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. λέγει
οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ,
Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν
παραδιδόναι· Διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων
δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι
κλέπτης
ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον
εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν. εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς· Ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων
ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα
καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐβουλεύσαντο
δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν
ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν. Τῇ ἐπαύριον
ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἐκραύγαζον· Ὡσαννά· εὐλογημένος
ὁ ἐρχόμενος
ἐν
ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον
ἐκάθισεν ἐπ' αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον·
Μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου. Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ' ὅτε
ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ' αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν
αὐτῷ.
Ἐμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ’ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου
καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν
αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον.
(Ἰωάν. ιβ΄[12] 1 – 18)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἕξι
ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα ἦλθε ὁ Ἰησοῦς στὴ
Βηθανία, ὅπου ἔμενε ὁ Λάζαρος ποὺ εἶχε πεθάνει καὶ ὁ Κύριος τὸν εἶχε
ἀναστήσει ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Οἱ συγγενεῖς λοιπὸν τοῦ Λαζάρου, ἐπειδὴ
αἰσθάνονταν μεγάλο σεβασμὸ καὶ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Ἰησοῦ γιὰ τὸ θαῦμα
ποὺ εἶχε ἐπιτελέσει, τοῦ ἔκαναν δεῖπνο ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα ὑπηρετοῦσε.
Ὁ Λάζαρος μάλιστα ἦταν ἕνας ἀπὸ ἐκείνους ποὺ κάθονταν καὶ ἔτρωγαν
στὸ τραπέζι μαζί του. Στὸ μεταξὺ ἡ Μαρία, ἀφοῦ ἀγόρασε γύρω στὰ τριακόσια
εἴκοσι πέντε γραμμάρια μύρο κατασκευασμένο ἀπὸ νάρδο (εἶδος τοῦ ἀρωματικοῦ
φυτοῦ τῆς βαλεριάνας), μύρο γνήσιο, ἀνόθευτο καὶ πάρα πολὺ ἀκριβό,
ἄλειψε μ' αὐτὸ τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ. Κι ἔπειτα, ἐκδηλώνοντας τὴ βαθιὰ
ταπείνωσή της πρὸς τὸν Κύριο, σκούπισε μὲ τὰ μαλλιὰ της τὰ πόδια του.
Κι ὅλο τὸ σπίτι τότε γέμισε ἀπὸ τὴν εὐωδία
τοῦ μύρου. Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὴν πράξη αὐτὴ τῆς Μαρίας εἶπε ἕνας
ἀπὸ τοὺς μαθητές του, ὁ Ἰούδας ὁ γιὸς τοῦ Σίμωνος ὁ Ἰσκαριώτης, ἐκεῖνος
ποὺ σκόπευε νὰ τὸν προδώσει καὶ νὰ τὸν παραδώσει στοὺς σταυρωτές του:
Ἀντὶ νὰ χυθεῖ καὶ νὰ σπαταληθεῖ ἄσκοπα τὸ μύρο αὐτό, γιατί δὲν πουλήθηκε
στὴν τιμὴ τῶν τριακοσίων δηναρίων, δηλαδὴ τριακοσίων ἡμερομισθίων,
καὶ δὲν δόθηκε τὸ ἀντίτιμό του ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχούς; Καὶ τὸ εἶπε
αὐτό, ὄχι γιατί ἐνδιαφερόταν γιὰ τοὺς φτωχούς, ἀλλά διότι ἦταν κλέφτης·
καὶ καθὼς διαχειριζόταν τὸ κοινὸ ταμεῖο καὶ εἶχε τὸ κουτὶ τῶν συνεισφορῶν,
κρατοῦσε κρυφὰ γιὰ τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὰ χρήματα ποὺ ἔριχναν σ' αὐτό.
Ὅταν λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς ἄκουσε τὸν Ἰούδα νὰ ἐπικρίνει τὴν Μαρία, τοῦ εἶπε:
Ἄφησέ την ἥσυχη καὶ μὴν τὴν κατηγορεῖς. Ἡ γυναίκα αὐτή, σὰν νὰ προαισθανόταν
ὅτι σὲ λίγες μέρες πρόκειται νὰ ταφῶ, φύλαξε τὸ μύρο αὐτὸ γιὰ νὰ μοῦ
τὸ προσφέρει, προαναγγέλλοντας ἔτσι συμβολικὰ τὴν ἑτοιμασία τοῦ
σώματός μου μὲ μύρο τήν ἡμέρα τῆς ταφῆς μου. Μὴν τὴν ἐμποδίζετε λοιπόν.
Τοὺς φτωχοὺς πάντοτε τούς ἔχετε μαζί σας, καὶ μπορεῖτε ὁποιαδήποτε
στιγμὴ νὰ τοὺς ἐλεήσετε. Ἐμένα ὅμως δὲν μὲ ἔχετε πάντοτε διότι σὲ λίγες
μέρες θὰ πεθάνω.
Ἀπὸ τὸ δεῖπνο
λοιπὸν αὐτὸ καὶ ἀπ' ὅσα συνέβησαν σ' αὐτό, πολὺς λαὸς ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους
ἔμαθε ὅτι ὁ Ἰησοῦς βρισκόταν στὴ Βηθανία. Καὶ ἦλθαν ἐκεῖ ὄχι μόνο γιά
τόν Ἰησοῦ, ἀλλά γιὰ νὰ δοῦν καὶ τὸν Λάζαρο, τόν ὁποῖο εἶχε ἀναστήσει ἀπὸ
τοὺς νεκρούς. Μετὰ ὅμως ἀπ' αὐτὸ οἱ ἀρχιερεῖς ἀποφάσισαν νά σκοτώσουν
καὶ τὸν Λάζαρο, διότι ἐξαιτίας του πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους
πήγαιναν στὴ Βηθανία γιὰ νὰ βεβαιωθοῦν ἂν πραγματικά ἀναστήθηκε ἀπὸ
τοὺς νεκρούς. Κι ὅταν τὸ διαπίστωναν αὐτό, πίστευαν στὸν Ἰησοῦ. Τὴν ἄλλη
μέρα, λαὸς πολὺς ποὺ εἶχε ἔλθει γιὰ τὴν ἑορτή, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ἔρχεται
ὁ Ἰησοῦς στά Ἱεροσόλυμα, πῆραν στὰ χέρια τους κλαδιὰ ἀπὸ τὶς χουρμαδιὲς
πού ἦταν κατὰ μῆκος τοῦ δρόμου καὶ βγῆκαν ἀπὸ τὴν πόλη γιὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν.
Καὶ φώναζαν δυνατά: Δόξα καί τιμή σ'
αὐτὸν ποὺ ὑποδεχόμαστε! Εὐλογημένος καὶ δοξασμένος νὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ
ἔρχεται ἀπεσταλμένος ἀπό τὸν Κύριο ὡς ἀντιπρόσωπός του. Αὐτὸς
εἶναι ὁ ἔνδοξος βασιλιὰς τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ τόσο καιρὸ περιμέναμε.
Ὁ Ἰησοῦς μάλιστα
ζήτησε καὶ βρῆκε ἕνα πουλαράκι καὶ κάθισε πάνω σ' αὐτό, σύμφωνα μ' ἐκεῖνο
ποὺ εἶναι γραμμένο στὸν προφήτη Ζαχαρία: Μὴ φοβᾶσαι, Ἱερουσαλήμ, κόρη τοῦ ὄρους Σιών. Νά, ὁ βασιλιάς
σου ἔρχεται ὄχι σὰν τύραννος καὶ κατακτητής πάνω σὲ ἄλογο ἤ σὲ ἅρμα πολεμικό,
ἀλλά καθισμένος πάνω σ' ἕνα γαϊδουράκι. Τί σήμαιναν ὅμως τὰ λόγια
αὐτὰ τοῦ Ζαχαρία δὲν κατάλαβαν οἱ μαθητές του ἀπὸ τὴν ἀρχή, τὴν ὥρα
τῆς θριαμβευτικῆς του αὐτῆς εἰσόδου, ἀλλά ὅταν ὁ Ἰησοῦς δοξάσθηκε
μὲ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψή του. Τότε φωτίστηκαν ἀπὸ τὸ Ἅγιον
Πνεῦμα καὶ θυμήθηκαν ὅτι τὰ προφητικὰ αὐτὰ λόγια τοῦ Ζαχαρία ἦταν
γι' αὐτὸν γραμμένα. Καὶ οἱ ἴδιοι εἶχαν κάνει μία τέτοια ὑποδοχὴ γιὰ
τὸν Ἰησοῦ καὶ εἶχαν συνεργασθεῖ, χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουν, ὥστε νὰ
ἐκπληρωθοῦν ἀκριβῶς τὰ προφητικὰ αὐτὰ λόγια. Ὅλοι λοιπὸν ἐκεῖνοι
ποὺ ἦταν μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ ὅταν αὐτὸς εἶχε φωνάξει ἀπ' τὸν τάφο τὸν
Λάζαρο καὶ τὸν εἶχε ἀναστήσει ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ τώρα ἦταν στὴν ὑποδοχὴ
αὐτή, διηγοῦνταν καὶ διαβεβαίωναν τὸ θαῦμα τοῦ Λαζάρου σ' ὅσους δὲν
τὸ εἶχαν δεῖ. Γι' αὐτὸ καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ τὸν προϋπάντησαν, διότι ἄκουσαν
ἀπὸ τοὺς αὐτόπτες αὐτοὺς μάρτυρες ὅτι αὐτὸς εἶχε κάνει τὸ μεγάλο αὐτὸ
θαῦμα.