ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ IΒ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(30 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2020)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, γνωρίζω ὑμῖν, ἀδελφοί,
τὸ εὐαγγέλιον ὃ εὐηγγελισάμην ὑμῖν, ὃ καὶ παρελάβετε, ἐν ᾧ καὶ ἑστήκατε,
δι᾿ οὗ καὶ σῴζεσθε, τίνι λόγῳ εὐηγγελισάμην ὑμῖν εἰ κατέχετε, ἐκτὸς
εἰ μὴ εἰκῇ ἐπιστεύσατε. Παρέδωκα γὰρ ὑμῖν ἐν πρώτοις ὃ καὶ παρέλαβον,
ὅτι Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατὰ τὰς γραφάς, καὶ ὅτι
ἐτάφη, καὶ ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ κατὰ τὰς γραφάς, καὶ ὅτι ὤφθη
Κηφᾷ, εἶτα τοῖς δώδεκα· ἔπειτα ὤφθη ἐπάνω πεντακοσίοις ἀδελφοῖς
ἐφάπαξ, ἐξ ὧν οἱ πλείους μένουσιν ἕως ἄρτι, τινὲς δὲ καὶ ἐκοιμήθησαν·
ἔπειτα ὤφθη ᾿Ιακώβῳ, εἶτα τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν· ἔσχατον δὲ πάντων
ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί. Ἐγὼ γάρ εἰμι ὁ ἐλάχιστος τῶν ἀποστόλων,
ὃς οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς καλεῖσθαι ἀπόστολος, διότι ἐδίωξα τὴν ἐκκλησίαν
τοῦ Θεοῦ· χάριτι δὲ Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι· καὶ ἡ χάρις αὐτοῦ ἡ εἰς ἐμὲ οὐ
κενὴ ἐγενήθη, ἀλλὰ περισσότερον αὐτῶν πάντων ἐκοπίασα, οὐκ ἐγὼ
δέ, ἀλλ᾿ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί. Εἴτε οὖν ἐγὼ εἴτε ἐκεῖνοι, οὕτω
κηρύσσομεν καὶ οὕτως ἐπιστεύσατε.
(Α΄ Κορ. ιε΄[15] 1 –11)
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΚΑΙ Η
ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ.
Δὲν ὑπάρχει
πιστὸς ποὺ νὰ ἀγνοεῖ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Ὅσο μάλιστα κανεὶς μελετᾶ
τὶς θεόπνευστες ἐπιστολὲς καὶ τὴν ἀποστολική του δράση καὶ ζωὴ ποὺ
ἀναδύεται μέσα ἀπὸ τὰ ἱερὰ κείμενα, τόσο περισσότερο θαυμάζει
μὰ καὶ ἐμπνέεται ἀπὸ τὴν μοναδικὴ αὐτὴ προσωπικότητα τῆς Ἐκκλησίας
μας. Μαζὶ δὲ μὲ τὸν Ἀπ. Πέτρο ἀποτελοῦν τοὺς πρωτοκορυφαίους τοῦ Ἀποστολικοῦ
χοροῦ.
Ἀλλὰ ὁ πρώην
διώκτης, ὅπως χαρακτηριστικῶς καταγράφει, «περισσότερον αὐτῶν
πάντων» ἐκοπίασε, «οὐκ ἐγὼ δὲ ἀλλ᾿ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σὺν ἐμοί». Ὄντως,
ἀλήθεια μεγάλη ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὸ νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ θέμα τῆς χάριτος.
Ἄλλωστε γιὰ τὸν κάθε πιστό, ὅταν διαπιστώνεται προκοπὴ στὴν ὀρθόδοξη
πνευματικότητα ἰσχύει ὁ παύλειος λόγος «χάριτι Θεοῦ εἰμὶ ὁ εἰμὶ»
(Α' Κορ. ιε'[15] 10).
Ἡ χάρις ἀποτελεῖ
τὴν δωρεὰ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀποδέχεται τὴν πίστη
καὶ τὴν θεϊκὴ ἀγάπη. Εἶναι ἡ εὐλογία διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ,
στὴν ὁποία ὀφείλεται ὅ,τι καλὸ ἔχουμε στὴν ὕπαρξή μας καὶ στὸν βίον
μας. Αὐτὴ ἡ χάρις ὄχι ἁπλῶς μᾶς ἐπισκέπτεται καὶ μᾶς συντηρεῖ στὴ ζωή,
ἀλλὰ μᾶς τονώνει καὶ μᾶς ἐνισχύει διαρκῶς πρὸς καταρτισμὸν καὶ πρὸς
τὴν πορεία τοῦ καθ᾿ ὁμοίωσιν ποὺ ἀποτελεῖ καὶ τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς μας.
Σὰν ἄλλο ὀξυγόνο
ἀνανεώνει καὶ ζωογονεῖ τὸ εἶναι μας καὶ διατηρεῖ πάντοτε μέσα μας
τὴν ἀκαταίσχυντον ἐλπίδα ποὺ ἐκτρέφεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ. Καὶ φυσικὰ ἡ ἐνίσχυσις αὐτὴ ποὺ δωρίζει ἡ χάρις ποὺ ἀπέρρευσε
ἀπὸ τὸν αἱματοβαμμένο Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἀποτελεῖ ἀποκύημα
τῆς φαντασίας καὶ οὐτοπία. Εἶναι πραγματικότης. Εἶναι βίωμα ποὺ
τὸ ἔζησαν καὶ τὸ ζοῦν ὅλοι οἱ ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι μὲ αὐτὴ τὴν ἐνίσχυση
τῆς θείας Χάριτος «τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις»
(Γαλ. ε'[5] 24) καὶ ἔζησαν «ἐν καινότητι ζωῆς» (Ρωμ. στ'[6] 4).
Φυσικὰ ὁ κάθε
πιστὸς ἀποτελεῖ καὶ διαφορετικὸ πρόσωπο ποὺ ἔχει λάβει διὰ τοῦ βαπτίσματος
τὰ ἰδιαίτερα δῶρα τῆς χάριτος καὶ τὰ ἰδικά του τάλαντα. Αὐτὸς εἶναι
ὁ λόγος ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται ἡ ἀντιγραφὴ τῶν ἄλλων, ἀλλὰ ἡ καλλιέργεια
τῆς ἰδίας τῆς προσωπικότητος ἐν Χριστῷ.
Καὶ ὅπως πολὺ
ὡραῖα ἐπὶ τοῦ θέματος αὐτοῦ ἐκφράζονται οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας
μας, ὅπως τὸ ἴδιο νερὸ ποτίζει τὰ δένδρα καὶ τὰ ἄνθη, τὸ καθένα ὅμως
ἀπ᾿ αὐτὰ παράγει τὸν ἰδιαίτερο καρπό του καὶ τὸ ὀμορφοστόλιστο λουλούδι,
ἔτσι ἀκριβῶς καὶ ἡ κοινὴ Τριαδικὴ ἄκτιστος χάρις προσφέρει τὴν ποικιλία
τῶν χαρισμάτων στὴν κορωνίδα τῆς δημιουργίας, τὸν ἄνθρωπο καὶ μάλιστα
τὸ συνειδητὸ μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Βεβαίως ἡ ἐνίσχυσις
αὐτὴ τῆς Χάριτος οὐδέποτε ἕως τὸ τέλος τῶν αἰώνων θὰ παύσει νὰ κάμει
αἰσθητὴ τὴν παρουσία της στὰ πρόσωπα τῶν Ἁγίων. Τὸ βλέπουμε ἄλλωστε
ὅλοι μας σ᾿ αὐτὴ τὴν καθημερινότητα. Μόνο ὅσοι ὁπλίζονται διὰ τῶν
ἱερῶν μυστηρίων, τῆς ἀκαταπαύστου νοερᾶς-καρδιακῆς προσευχῆς καὶ
ὅσοι ἀπολαμβάνουν τὸν εὐλογημένο ἀγώνα ἐναντίον τοῦ διαβόλου,
τοῦ κόσμου καὶ τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ τους, αἰσθάνονται τὴν παρουσία τῆς χάριτος.
Βιώνουν μέσα τοὺς τὴν τόνωση ποὺ χαρίζει Ἐκεῖνος ποὺ ἐνθαρρίνει
τοὺς δικούς Του: «Θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰωάν. ιστ'[16]
33).
Ἐξ᾿ ἀντιθέτου
τώρα, δυνάμεθα νὰ κατανοήσουμε τί αἰσθάνονται μέσα στὴν ὕπαρξή
τους ὅσοι ἀγνοοῦν, ὅσοι ἔρχονται σὲ ἀντίθεση καὶ ὅσοι, ἀλλοίμονο,
διώκουν συνειδητὰ τὴν δωρεὰ τῆς χάριτος. Ὑπάρχει ἀλήθεια μεγαλύτερος
καρδιακὸς πόνος καὶ βαθύτερο ὑπαρξιακὸ κενὸ ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ ζοῦν ὅσοι
ἀρνοῦνται τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; Ὑφίσταται μεγαλυτέρα κόλασις, ξεκινώντας
ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ζωή, ἀπὸ ἐκείνη ποὺ ζοῦν ὅσοι διὰ τῆς ἀπιστίας καταντοῦν
χειρότεροι τῶν φρικτῶν δαιμόνων καὶ διὰ τῆς σαρκικῆς διαστροφῆς κατώτεροι
καὶ αὐτῶν τῶν ἀλόγων κτηνῶν; Ἀναμφιβόλως οὐδεμία ἀρνητικὴ κατάστασις
μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὴν πίκρα, τὴν δυστυχία, τὸν παραλογισμὸ καὶ
τὸν δαιμονισμὸ ποὺ βιώνουν ὅσοι τόσο αἰσχρῶς ἀπομακρύνουν διὰ τῶν ἐπιλογῶν
τους τὴν χάρη, ὅπως καὶ οἱ ἴδιοι ἐν ταπεινώσει μαρτυροῦν ὅταν ἐπιτέλους
συνέλθουν καὶ ἐπιστρέψουν στὸν δρόμο τῆς ἀληθείας καὶ ξεδιψάσουν ἀπὸ
τὰ γάργαρα νερὰ τῆς χάριτος. Τί νὰ πεῖ τώρα κανεὶς γιὰ ὅσους ἐκ τῶν ἰθυνόντων
ὑποδαυλίζουν, χρηματοδοτοῦν καὶ ἀνερυθριάστως χαιρετοῦν τὰ παραρτήματα
αὐτὰ τῆς κολάσεως (βλέπε παρέλαση διεστραμμένων κ.τ.λ.);
Γι᾿ αὐτὲς τὶς
περιπτώσεις, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ Ἔθνος μας καὶ φυσικὰ γιὰ τὸ παγκόσμιο κατάντημα,
ἐὰν ἔχουμε δάκρυα, ἂς τὰ προσφέρουμε μήπως καὶ ὡς ἄλλοι Νινευίτες
σωθοῦμε ἀπὸ τὴν δικαία ὀργὴ τῆς Θείας δικαιοσύνης ποὺ ἐπέρχεται
«ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας» καὶ φυσικὰ μαζὶ μὲ αὐτοὺς σὲ ὅσους ἀνέχονται
τὴν βλασφημία τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ ἔργα τῆς σαρκός.
Πότε ἀλήθεια
οἱ ἄνθρωποι θὰ ἐννοήσουμε ὅτι ἡ χαρά, ἡ εὐτυχία, ἡ εὐδαιμονία ὑπάρχουν
μόνο στὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι μακριὰ Αὐτοῦ; Πότε ἐπιτέλους θὰ ἀνοίξουν
τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας ὥστε νὰ δοῦμε ποῦ θὰ βροῦμε ἐκεῖνα ποὺ μὲ ὅλη
μας τὴν ὕπαρξη ποθοῦμε;
Μέσα στὸ λειτουργικὸ
σῶμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, διασαλπίζει πρὸς τὸν καθένα μας
ὁ μεγάλος Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν: «Ἀγωνίζου τὸν καλὸν ἀγώνα»! Αὐτὸ εἶναι
τὸ εὐλογημένο σύνθημα πρὸς ὅλους καὶ ἐφ᾿ ὅρου ζωῆς. Μᾶς βεβαιώνει
μάλιστα ὁ κήρυκας τῆς Οἰκουμένης στὰ τέλη τοῦ βίου του ὅτι ἡ ὅλη του
ζωὴ ὑπῆρξε εὐλογημένη προσπάθεια καὶ ἱερὸς ἀγώνας, καὶ ὅτι τὸν ἀγώνα
αὐτὸν τὸν ἔφερε εἰς αἴσιον πέρας.
Ἂς τὸ ὁμολογήσουμε.
Εἴμαστε ἁμαρτωλοί. Μποροῦμε ὅμως ἐὰν τὸ θελήσουμε νὰ κατακτήσουμε
τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁγιότητα. Μποροῦμε νὰ ξεκινήσουμε τὸν ἀγώνα τῆς
καθάρσεως καὶ νὰ ἀπολαύσουμε τὰ ἐπίπεδά του φωτισμοῦ. Καὶ ὅλα αὐτὰ
μποροῦμε νὰ τὰ κατορθώσουμε ὅταν ἔχουμε πλουσία τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ.
Στὸ χέρι μας εἶναι λοιπὸν εἴτε ὁ ξεπεσμός, εἴτε ἡ χαρὰ καὶ ἡ εὐλογία
ποὺ ξεκινοῦν ἀπὸ ἐδῶ καὶ περνοῦν στὴν εὐλογημένη αἰωνιότητα.
Καὶ ἂς μὴ λησμονοῦμε
ποτὲ πὼς ὅταν ὁ Χριστὸς κατέχει τὴν πρώτη θέση στὴ ζωή μας, τότε
ὅλα τ᾿ ἄλλα βρίσκουν τὴ σωστή τους θέση. Ἀμήν.
ΠΗΓΗ:
http://kirigmata.blogspot.com/2015/08/blog-post_22.html#more
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νεανίσκος τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ, καὶ λέγων· Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς, εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. Εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον τὰς ἐντολάς. Λέγει αὐτῷ· Ποίας; Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπε· Τὸ· Οὐ φονεύσεις· Οὐ μοιχεύσεις· Οὐ κλέψεις· Οὐ ψευδομαρτυρήσεις· Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα· καὶ· Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. Λέγει αὐτῷ ὁ νεανίσκος· Πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί ἔτι ὑστερῶ; Ἔφη αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε, πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα, καὶ δὸς πτωχοῖς· καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ· καὶ δεῦρο, ἀκολούθει μοι. Ἀκούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον, ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά. ῾Ο δὲ ῾Ιησοῦς εἶπε τοῖς Μαθηταῖς αὐτοῦ· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι πλούσιος δυσκόλως εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Πάλιν δὲ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ῥαφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. Ἀκούσαντες δὲ οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ, ἐξεπλήσσοντο σφόδρα, λέγοντες· Τίς ἄρα δύναται
σωθῆναι; Ἐμβλέψας δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν
ἐστι, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι.
(Ματθ.
ιθ΄[19] 16 – 26)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τὸν
καιρὸν, κάποιος πλησίασε
τὸν Ἰησοῦ καί τοῦ εἶπε: Διδάσκαλε
ἀγαθέ, τί καλό νά κάνω γιά νά ἀποκτήσω τήν αἰώνια ζωή; Κι ὁ Κύριος τοῦ εἶπε: Ἀφοῦ ἀπευθύνεσαι
σέ μένα θεωρώντας ὅτι εἶμαι ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος,
γιατί μέ ὀνομάζεις
ἀγαθό; Κανείς
δέν εἶναι ἀπό τόν ἑαυτό του πραγματικά
ἀγαθός παρά μόνο ἕνας, ὁ Θεός. Ἐάν ὅμως θέλεις νά μπεῖς στήν αἰώνια καί μακάρια ζωή, τήρησε
σ’ ὅλη τή ζωή σου τίς ἐντολές. Τοῦ λέει ὁ νέος: Ποιές ἐντολές; Κι ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: Τό νά μή σκοτώσεις, νά μή μοιχεύσεις, νά μήν κλέψεις, νά μήν ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τόν πατέρα
καί τή μητέρα,
καί νά ἀγαπήσεις τόν συνάνθρωπό σου σάν τόν ἑαυτό σου. Τοῦ λέει ὁ
νέος, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε διδαχθεῖ ποιά εἶναι καί πῶς ἐφαρμόζεται ἡ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο: Ὅλα αὐτά τά φύλαξα
ἀπό τότε πού ἤμουν νέος. Τί ἄλλο μοῦ λείπει
ἀκόμη; Κι
ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: Ἐάν θέλεις
νά εἶσαι τέλειος,
πήγαινε,
πούλησε
τά ὑπάρχοντά
σου καί μοίρασέ τα στούς φτωχούς, καί θά ἔχεις θησαυρό στούς οὐρανούς.
Κι ἔλα νά μέ ἀκολουθήσεις. Μόλις ὅμως ὁ νέος ἄκουσε τόν λόγο αὐτό, ἔφυγε λυπημένος· διότι εἶχε πολλά κτήματα, καί ἡ καρδιά του ἦταν κολλημένη
σ’ αὐτά. Τότε
ὁ Ἰησοῦς εἶπε στούς μαθητές του: Ἀληθινά σᾶς λέω ὅτι δύσκολα
ἕνας πλούσιος ἄνθρωπος
θά μπεῖ
στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Πάλι σᾶς λέω, εὐκολότερο εἶναι νά περάσει
μιά καμήλα ἀπό τήν τρύπα πού ἀνοίγει ἡ βελόνα, παρά ὁ πλούσιος νά μπεῖ στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ὅταν οἱ μαθητές του τό ἄκουσαν
αὐτό, ἔνιωσαν
πολύ μεγάλη ἔκπληξη
καί εἶπαν: Ποιός τάχα μπορεῖ νά σωθεῖ; Ὁ Ἰησοῦς τότε τούς κοίταξε ἐκφραστικά καί τούς εἶπε: Στούς ἀνθρώπους
αὐτό εἶναι ἀδύνατο, στό Θεό ὅμως ὅλα εἶναι δυνατά. Μπορεῖ λοιπόν ὁ
Θεός μέ τή χάρη του νά λύσει τούς δεσμούς
τῆς καρδιᾶς κάθε καλοπροαίρετου πλουσίου μέ τό χρῆμα καί νά τόν καταστήσει ἄξιο τῆς σωτηρίας.