ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ
ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ
ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ
(24
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2017)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΠΡΟ ΤΗΣ
ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ)
Ἀδελφοί,
πίστει παρῴκησεν Ἀβραάμ εἰς τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς· ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γὰρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ,
Σαμψών, Ἰεφθάε, Δαυῒδ
τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο
βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ,
παρεμβολὰς ἔκλιναν
ἀλλοτρίων· ἔλαβον
γυναῖκες
ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι,
κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι
καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες
διὰ τῆς πίστεως
οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου,
ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.
(Ἑβρ. ια΄[11] 9-10, 32- 40)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοί, χάρη στὴν πίστη του ὁ Ἀβραὰμ
ἔμεινε ὡς ξένος στὴ γῆ πού τοῦ ὑποσχέθηκε ὁ Θεὸς καὶ τὴ θεωροῦσε
ξένη χώρα κι ὄχι δική του. Καὶ διέμεινε μέσα σὲ σκηνὲς μαζὶ
μὲ τὸν Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακώβ, ποὺ ἦταν συγκληρονόμοι τῆς
ἴδιας ὑποσχέσεως τοῦ Θεοῦ. Ζοῦσε ὁ Ἀβραὰμ ἀκόμη καὶ στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας
ὡς ξένος καὶ μετανάστης, διότι περίμενε νὰ κατοικήσει
στὴν ἐπουράνια πόλη, ἡ ὁποία ἔχει τὰ ἀληθινὰ καὶ ἀδιάσειστα
θεμέλια, καὶ τεχνίτη καὶ κτίστη της τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Καὶ
τί ἀκόμη νὰ λέω καὶ νὰ διηγοῦμαι; Πρέπει νὰ σταματήσω, διότι
δὲν θὰ μοῦ φτάσει ὁ χρόνος νὰ διηγοῦμαι γιὰ τὸν Γεδεών καί
τόν Βαράκ, τὸν Σαμψών καὶ τὸν
Ἰεφθάε, γιὰ τὸν Δαβὶδ καὶ τὸν Σαμουὴλ καὶ τοὺς προφῆτες. Αὐτοί,
ἐπειδὴ εἶχαν πίστη, καταπολέμησαν καὶ ὑπέταξαν βασίλεια,
κυβέρνησαν τὸ λαὸ μὲ δικαιοσύνη, πέτυχαν τὴν πραγματοποίηση
τῶν ὑποσχέσεων ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ Θεός, ἔφραξαν στόματα
λιονταριῶν, ὅπως ὁ Δανιήλ, ἔσβησαν τὴν καταστρεπτικὴ
δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τὸν κίνδυνο τῆς σφαγῆς,
πῆραν δύναμη κι ἔγιναν καλὰ ἀπό ἀρρώστιες, ἀναδείχθηκαν
ἰσχυροὶ καὶ ἀνίκητοι στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ τὶς
ἐχθρικὲς παρατάξεις καὶ τὰ πολυπληθῆ στρατεύματά τους.
Μὲ τὴν πίστη ποὺ εἶχαν στὴν ὑπερφυσικὴ δύναμη τῶν προφητῶν
οἱ γυναῖκες ποὺ ἀναφέρει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ξαναπῆραν πίσω
ζωντανὰ τὰ νεκρὰ παιδιά τους ποὺ ἀνέστησαν οἱ προφῆτες.
Κι ἄλλοι δέθηκαν στὸ βασανιστικὸ ὄργανο πού λεγόταν
τύμπανο καὶ δάρθηκαν σκληρὰ μέχρι θανάτου, ἐπειδὴ δὲν
δέχθηκαν νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους καὶ νὰ ἐλευθερωθοῦν
ἔτσι ἀπό τὸ μαρτύριο. Προτίμησαν τὸ σκληρὸ αὐτὸ μαρτύριο,
γιὰ νὰ ἀναστηθοῦν σὲ μιὰ καλύτερη ζωή, παρὰ νὰ ἔχουν μιὰ
προσκαιρη ἀποκατάσταση στὴ ζωὴ αὐτή. Κι ἄλλοι πάλι δοκίμασαν
ἐμπαιγμοὺς καὶ μαστιγώσεις, ἀκόμη μάλιστα καὶ δεσμὰ
καὶ φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν, δοκίμασαν
πολλοὺς πειρασμούς, θανατώθηκαν μὲ σφαγὴ ἀπό μαχαίρι,
περιφέρονταν σάν πλανόδιοι ἐδῶ κι ἐκεῖ. Φοροῦσαν γιὰ ροῦχα
προβιὲς καὶ γιδοδέρματα, ζώντας μέσα σὲ στερήσεις,
θλίψεις καὶ κακοπάθειες. Ὁλόκληρος ὁ κόσμος δὲν ἄξιζε
ὅσο οἱ ἅγιοι αὐτοὶ ἀνδρες, κι οὔτε μποροῦσε νὰ συγκριθεῖ
μ' αὐτούς. Περιπλανιόνταν σὲ ἐρημιὲς καὶ σὲ βουνά, σὲ
σπηλιὲς καὶ σὲ τρύπες τῆς γῆς. Κι ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἅγιοι
ἄνδρες, ἄν καὶ ἔλαβαν ἐγκωμιαστικὴ μαρτυρία γιὰ τὴν πίστη
τους, δὲν ἀπόλαυσαν τήν ὑπόσχεση τῆς οὐράνιας κληρονομιᾶς.
Κι αὐτὸ διότι ὁ Θεὸς προέβλεψε γιὰ μᾶς κάτι καλύτερο,
ὥστε αὐτοί νά μή λάβουν σὲ βαθμὸ τέλειο τὴ σωτηρία τους χωρὶς
ἐμᾶς, ἀλλά νὰ τὴ λάβουμε ὅλοι μαζί. Ἔτσι ἐμεῖς βρισκόμαστε
τώρα σὲ πλεονεκτικότερη θέση ἀπ' αὐτοὺς· ὄχι μόνο ἐπειδὴ
ζοῦμε στὰ χρόνια τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καὶ ἐπειδὴ
ἡ περίοδος τῆς ἀναμονῆς γιά μᾶς είναι μικρότερη.
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ)
Βίβλος
γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ,
υἱοῦ Δαυῒδ, υἱοῦ Ἀβραάμ. Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν Ἰσαάκ, Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ, Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, Ἰούδας δὲ ἐγέννησε τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἐκ τῆς Θάμαρ, Φαρὲς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἑσρώμ, Ἑσρὼμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀράμ, Ἀρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμιναδάβ, Ἀμιναδὰβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ναασσών, Ναασσὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Σαλμών, Σαλμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Βοὸζ ἐκ τῆς Ραχάβ, Βοὸζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὠβὴδ ἐκ τῆς Ρούθ, Ὠβὴδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεσσαί, Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυῒδ τὸν βασιλέα. Δαυῒδ δὲ ἐγέννησε τὸν Σολομῶντα ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου, Σολομὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ροβοάμ, Ροβοὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιά, Ἀβιὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀσά, Ἀσὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσαφάτ, Ἰωσαφὰτ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωράμ, Ἰωρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὀζίαν, Ὀζίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωάθαμ, Ἰωάθαμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀχαζ, Ἀχαζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἑζεκίαν, Ἑζεκίας δὲ ἐγέννησε τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμών, Ἀμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσίαν, Ἰωσίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεχονίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος.
Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος Ἰεχονίας ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, Σαλαθιὴλ δὲ ἐγέννησε τὸν Ζοροβάβελ, Ζοροβάβελ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιούδ, Ἀβιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιακείμ, Ἐλιακεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀζώρ, Ἀζὼρ δὲ ἐγέννησε τὸν Σαδώκ, Σαδὼκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀχείμ, Ἀχεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιούδ, Ἐλιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλεάζαρ, Ἐλεάζαρ δὲ ἐγέννησε τὸν Ματθάν, Ματθὰν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ, Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος
Χριστός. Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ Ἀβραὰμ ἕως Δαυῒδ
γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ Δαυῒδ ἕως τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος
γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες.
Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν· μνηστευθείσης τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος ἁγίου. Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι,
ἐβουλήθη λάθρᾳ ἀπολῦσαι αὐτήν. Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου
κατ' ὄναρ ἐφάνη
αὐτῷ
λέγων· Ἰωσὴφ υἱὸς
Δαυῒδ, μὴ φοβηθῇς
παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά
σου, τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ πνεύματός ἐστιν ἁγίου· τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν, αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον Μεθ' ἡμῶν ὁ Θεός. Διεγερθεὶς δὲ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν
αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱόν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν.
(Ματθ. α΄[1] 1-25)
ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
1.
«ΙΗΣΟΥΣ»
Τὴν
Κυριακὴ πρὶν ἀπὸ τὴ
Γέννηση τοῦ Κυρίου μας, ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος μᾶς
παρουσιάζει ὅλη τὴν
πορεία τῶν κατὰ σάρκα
προπατόρων τοῦ Κυρίου μας, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν καὶ πέθαναν μὲ τὴν
προσμονὴ τοῦ
Μεσσία. Σύμφωνα μὲ τὸν
γενεαλογικὸ αὐτὸ
κατάλογο οἱ προπάτορες χωρίζονται σὲ τρεῖς
περιόδους, ποὺ ἡ
καθεμία περιέχει δεκατέσσερις γενιές. Ἡ πρώτη ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ μέχρι τὸν
Δαβίδ, ἡ δεύτερη ἀπὸ τὸν Δαβὶδ μέχρι τὴν ἐποχὴ ποὺ οἱ Ἰουδαῖοι
μεταφέρθηκαν αἰχμάλωτοι
στὴ
Βαβυλώνα, καὶ ἡ
τρίτη ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία
αὐτὴ μέχρι
τὴ
Γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
Στὴ
συνέχεια ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς μᾶς παρουσιάζει
τὸ μέγα
μυστήριο τῆς
Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας. Μᾶς λέει ὅτι, ὅταν ἡ Παρθένος Μαρία ἀρραβωνιάσθηκε τὸν Ἰωσήφ,
πρὶν ἀκόμη
συγκατοικήσει στὸ σπίτι
του, βρέθηκε ἔγκυος μὲ τὴν ἐπενέργεια
τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος. Ὅταν ὅμως ὁ Ἰωσὴφ ἀντιλήφθηκε
τὴν ἐγκυμοσύνη
της, ταράχθηκε πολύ. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ἦταν ἐνάρετος
καὶ δὲν ἤθελε νὰ τὴ
διαπομπεύσει, σκέφθηκε νὰ τῆς δώσει
μυστικὰ διαζύγιο. Καθὼς λοιπὸν βασανιζόταν ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς
φοβεροὺς
λογισμούς, ἕνας ἄγγελος
τοῦ Θεοῦ τοῦ ἐμφανίστηκε
σὲ ὄνειρο
καὶ τοῦ εἶπε: Ἰωσὴφ ἀπόγονε
τοῦ Δαβίδ, μὴ
διστάσεις νὰ
παραλάβεις στὸ σπίτι
σου τὴ Μαρία,
τὴ μνηστή
σου. Διότι τὸ παιδὶ ποὺ ἔχει
μέσα της προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐπενέργεια
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Θὰ γεννήσει υἱὸ καὶ σὺ θὰ Τοῦ
δώσεις τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς»,
τὸ ὁποῖο σημαίνει «σωτήρ». Καὶ θὰ Τοῦ
δώσεις αὐτὸ τὸ ὄνομα,
διότι Αὐτὸς θὰ σώσει
τὸ λαό
του τὸν Ἰσραὴλ ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες
του.
Γιατί ὅμως ὁ ἄγγελος δίνει ἐντολὴ στὸν Ἰωσὴφ νὰ ὀνομάσει
τὸν υἱὸ τῆς
Παρθένου Ἰησοῦ, δηλαδὴ Σωτήρα; Διότι μὲ τὸ ὄνομα αὐτὸ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυπτε
τὸ μέγα
μυστήριο, ποὺ ἦταν
κρυμμένο μέσα στοὺς αἰῶνες: ὅτι
ὁ Κύριος Ἰησοῦς δὲν θὰ εἶναι ἐπίγειος
βασιλιάς, ποὺ θὰ
λυτρώσει ἐθνικὰ καὶ
πολιτικὰ τὸν ἰσραηλιτικὸ λαό, ἀλλὰ Σωτὴρ ποὺ θὰ σώσει
τὴν ἀνθρωπότητα
ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ τῆς ἁμαρτίας,
τοῦ διαβόλου καὶ τῆς φθορᾶς· Σωτὴρ ποὺ θὰ
σηκώσει ἐπάνω
του τὸ βάρος
τῶν ἁμαρτιῶν τῆς ἀνθρωπότητος
καὶ θὰ
θυσιασθεῖ προσφέροντας τὴ ζωή του γιὰ νὰ λυτρώσει τὸ ἀνθρώπινο
γένος. Πῶς ὅμως
θὰ μποροῦσε νὰ γίνει
αὐτό; Ποιὸς
ἄνθρωπος θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιτελέσει
ἕνα τόσο
μεγάλο θεϊκὸ ἔργο;
Τόσοι προφῆτες καὶ
δίκαιοι στὴν Παλαιὰ
Διαθήκη δὲν
μπόρεσαν νὰ ἀναστήσουν
καὶ νὰ σώσουν
τὸ ἀνθρώπινο
γένος. Πῶς λοιπὸν θὰ μποροῦσε νὰ τὸ
λυτρώσει ὁ «Ἰησοῦς»; Τὴν ἀπάντηση
τὴ δίνει
στὴ
συνέχεια ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής.
2.
«ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ»
Ὁ Εὐαγγελιστὴς στὴ
συνέχεια τονίζει ὅτι μὲ τὴν ὑπερφυσικὴ
σύλληψη τῆς
Παρθένου ἐπαληθεύτηκε
πλήρως αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα
τοῦ προφήτη Ἡσαΐα πολλοὺς αἰῶνες
πρίν: Ἰδού, ἡ
παρθένος θὰ
συλλάβει καὶ θὰ
γεννήσει υἱό, καὶ θὰ Τὸν ὀνομάσουν
Ἐμμανουήλ,
ὄνομα ποὺ
σημαίνει: «ὁ Θεὸς εἶναι
μαζί μας». Ὅταν λοιπὸν ὁ Ἰωσὴφ
σηκώθηκε ἀπὸ τὸν ὕπνο
του, ἔκανε ὅπως
τοῦ εἶπε ὁ ἄγγελος
τοῦ Κυρίου. Παρέλαβε τὴ μνηστή του στὸ σπίτι του. Καὶ δὲν ἦλθε σὲ σχέση
συζυγικὴ μαζί
της ποτέ. Καὶ ἦλθε ἡ
μεγάλη ὥρα ποὺ ἡ
παρθένος γέννησε τὸν πρῶτο καὶ
μονάκριβο γυιό της. Καὶ ὁ Ἰωσὴφ Τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς».
Γιὰ ποιὸ
λόγο ὅμως ὁ προφήτης Ἡσαΐας ἀναφέρει ἀντὶ γιὰ τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς»
τὸ
δεύτερο αὐτὸ ὄνομα, «Ἐμμανουήλ»;
Διότι μὲ τὸ ὄνομα αὐτὸ
συνεσκιασμένα μᾶς ἀποκαλύπτεται
ὅτι ὁ Μεσσίας δὲν θὰ εἶναι
μόνον ἄνθρωπος. Θὰ εἶναι ὁ ἴδιος
ὁ Θεὸς ποὺ θὰ
κατέλθει στὴ γῆ μας
καὶ θὰ γίνει ἄνθρωπος.
Αὐτὸς θὰ ἀφήσει τὴ δόξα
τοῦ οὐρανοῦ καὶ θὰ κατεβεῖ στὴ γῆ μας.
Βέβαια τὸ μέγα αὐτὸ
μυστήριο εὔκολα τὸ
διακηρύττουμε. Ἐὰν ὅμως τὸ σκεφτόμασταν λίγο βαθύτερα, θὰ σιωπούσαμε, δὲν θὰ
μπορούσαμε νὰ τὸ
χωρέσουμε στὸ νοῦ
μας. Ἀλλὰ καὶ στὴν ἐποχὴ τοῦ
Κυρίου μας κανεὶς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ
διανοηθεῖ μιὰ τέτοια
ἀλήθεια.
Οἱ Ἑβραῖοι
μάλιστα, ποὺ δὲν τολμοῦσαν οὔτε
νὰ
προφέρουν τὸ ὄνομα τοῦ
Θεοῦ, ποὺ νὰ
φαντασθοῦν ὅτι ὁ
Θεὸς θὰ
γινόταν ἄνθρωπος! Καὶ οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου ἐπὶ τρία χρόνια δὲν εἶχαν καταλάβει Ποιὸν εἶχαν
ἀνάμεσά
τους. Μετὰ τὴν
Πεντηκοστὴ τὸ
κατάλαβαν. Εἶχαν δίπλα τους τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ καὶ δὲν εἶχαν
πάρει εἴδηση. Ἀλλὰ κι ἐμεῖς
σήμερα πῶς νὰ
συλλάβουμε ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὁ δημιουργὸς τοῦ σύμπαντος ἔγινε ἄνθρωπος; ὅτι φόρεσε τὴν ἀνθρώπινη
σάρκα γιὰ νὰ τὴν ἀνακαινίσει
καὶ νὰ μᾶς ἀνεβάσει
ἐκεῖ ποὺ εἶναι ὁ Ἰδιος, νὰ μᾶς κάνει
κατὰ χάριν
θεούς; Ἂν τὸ εἴχαμε
κατανοήσει αὐτό, θὰ ἄλλαζε ἡ
ζωή μας. Θὰ ἀντιμετωπίζαμε
διαφορετικὰ τὰ πάντα
γύρω μας, τὶς δυσκολίες
καὶ τοὺς
πειρασμοὺς καὶ τὶς ἀποτυχίες
ἀλλὰ καὶ τὶς ἐπιτυχίες
τῆς ζωῆς. Θὰ αἰσθανόμασταν
καὶ θὰ
ζούσαμε τὴν
παρουσία τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου μας διαρκῶς στὴ ζωή
μας.
Καθὼς λοιπὸν
πλησιάζουν Χριστούγεννα, ἂς προσπαθήσουμε μὲ τὴ χάρη
τοῦ Θεοῦ νὰ αἰσθανθοῦμε τὸ μέγα αὐτὸ
μυστήριο τῆς θείας
ἐνανθρωπήσεως.
Ἂς τὸ
ζήσουμε φέτος βαθύτερα, πνευματικότερα, ἁγιότερα. Μὲ τὴ
συναίσθηση ὅτι ὁ Ἐμμανουήλ,
ὁ Θεάνθρωπος Κύριος, εἶναι μαζί μας, θέλει νὰ εἶναι μαζί μας. Γιὰ νὰ μᾶς
λυτρώσει, νὰ μᾶς
μεταμορφώσει, νὰ μᾶς ἁγιάσει,
νὰ μᾶς κάνει
θεοὺς κατὰ
χάριν.
(Διασκευὴ
ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)