Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ. ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
  ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
Γ΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(3 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2016)
(ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, ἔ­χον­τες ἀρ­χι­ε­ρέ­α μέ­γαν δι­ε­λη­λυ­θό­τα τος οὐ­ρα­νο­ύς, Ἰ­η­σοῦν τν υἱ­ὸν το Θε­οῦ, κρα­τῶ­μεν τς ὁ­μο­λο­γί­ας. ο γρ ἔ­χο­μεν ἀρ­χι­ε­ρέ­α μ δυ­νά­με­νον συμ­πα­θῆ­σαι τας ἀ­σθε­νε­ί­αις ἡ­μῶν, πε­πει­ρα­σμέ­νον δ κα­τὰ πάν­τα κα­θ' ὁ­μοι­ό­τη­τα χω­ρὶς ἁ­μαρ­τί­ας. προ­σερ­χώ­με­θα ον με­τὰ παρ­ρη­σί­ας τ θρό­νῳ τς χά­ρι­τος, ἵ­να λά­βω­μεν ἔ­λε­ον κα χά­ριν εὕ­ρω­μεν ες εὔ­και­ρον βο­ή­θειαν.  Πς γρ ἀρ­χι­ε­ρεὺς ἐξ ἀν­θρώ­πων λαμ­βα­νό­με­νος ὑ­πὲρ ἀν­θρώ­πων κα­θί­στα­ται τ πρς τν Θε­όν, ἵ­να προ­σφέ­ρῃ δῶ­ρά τε κα θυ­σί­ας ὑ­πὲρ ἁ­μαρ­τι­ῶν, με­τρι­ο­πα­θεῖν δυ­νά­με­νος τος ἀ­γνο­οῦ­σι κα πλα­νω­μέ­νοις, ἐ­πεὶ κα αὐ­τὸς πε­ρί­κει­ται ἀ­σθέ­νειαν· κα δι τα­ύ­την ὀ­φε­ί­λει, κα­θὼς πε­ρὶ το λα­οῦ, οὕ­τω κα πε­ρὶ ἑ­αυ­τοῦ προ­σφέ­ρειν ὑ­πὲρ ἁ­μαρ­τι­ῶν. κα οχ ἑ­αυ­τῷ τις λαμ­βά­νει τν τι­μήν, ἀλ­λὰ κα­λο­ύ­με­νος ὑ­πὸ το Θε­οῦ, κα­θά­περ κα Ἀ­α­ρών. οὕ­τω κα Χρι­στὸς οχ ἑ­αυ­τὸν ἐ­δό­ξα­σε γε­νη­θῆ­ναι ἀρ­χι­ε­ρέ­α, ἀλ­λ' ὁ λα­λή­σας πρς αὐ­τόν· υἱ­ός μου ε σ, ἐ­γὼ σή­με­ρον γε­γέν­νη­κά σε· κα­θὼς κα ν ἑ­τέ­ρῳ λέ­γει· σ ἱ­ε­ρεὺς ες τν αἰ­ῶ­να κα­τὰ τν τά­ξιν Μελ­χι­σε­δέκ.     
                                  (Ἑβρ. δ΄[4] 14 – ε΄[5] 6)

Ο ΘΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ
ΛΟΓΟΣ ΣΤΟ: «Προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας
τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος»
«Οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν», μᾶς λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Δὲν ἔχουμε δηλαδὴ Ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος δὲν μπορεῖ νὰ δείξει συμπάθεια καὶ ἀνεκτικότητα στὶς ἀδυναμίες μας. Ἀλλὰ ἔχουμε Ἀρχιερέα, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος καὶ δέχθηκε πειρασμοὺς ὅπως κι ἐμεῖς, χωρὶς καμμία ἁμαρτία. Γι' αὐτὸ λοιπὸν μᾶς παροτρύνει ὁ θεῖος Ἀπόστολος νὰ προσερχόμαστε «μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος». Ἡ προτροπὴ αὐτὴ τοῦ Ἀποστόλου ἔχει σήμερα, Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, ἰδιαίτερη ἐπικαιρότητα, διότι ἀκριβῶς θρόνος ἐλέους καὶ Χάριτος εἶναι ὁ τίμιος Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ μας, τὸν ὁποῖο σήμερα προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, γιὰ νὰ τὸν προσκυνήσουμε καὶ νὰ πάρουμε ἀπὸ αὐτὸν τὴν Χάρη καὶ τὴν δύναμη τοῦ σταυρωθέντος Κυρίου. Ἂς δοῦμε λοιπὸν γιατί πρέπει μὲ θάρρος νὰ πλησιάζουμε τὸν θρόνο τῆς Χάριτος, τὸν τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας καὶ τί ἔχουμε νὰ πάρουμε ἀπὸ αὐτόν.
1. «ΜΕΤΑ ΠΑΡΡΗΣΙΑΣ»
Θὰ πρέπει νὰ πλησιάζουμε μὲ θάρρος τὸν θρόνο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, μᾶς λέγει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, διότι ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς μας, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, δὲν εἶναι ἀσυμπαθὴς καὶ σκληρὸς ἀπέναντί μας. Ἀλλὰ εἶναι Ἀρχιερεὺς ἀγάπης καὶ στοργῆς. Διότι δὲν εἶναι ξένος πρὸς ἐμᾶς, ἀλλὰ εἶναι ὁ Θεὸς ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιά μᾶς, εἶναι ὁ «πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς» ἀδελφός μας (Ρωμ. η'[8] 29). Αὐτὸς ποὺ γνώρισε καὶ ὁ ἴδιος τὸν ἀνθρώπινο πόνο καὶ τὴν ἀνθρώπινη θλίψη. Καὶ δοκίμασε ὡς ἄνθρωπος τὶς μεγαλύτερες δοκιμασίες καὶ πειρασμούς, θλίψεις, στερήσεις καὶ πόνους ὀδυνηρούς. Πρὶν ὑψωθεῖ στὸ θρόνο τοῦ οὐρανοῦ, ὑψώθηκε στὸν ἐπίγειο θρόνο του, στὸ σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ μέσα σὲ ἀφόρητη ὀδύνη καὶ πόνο φρικτό, μαρτύριο ὀδυνηρὸ κι ἐγκατάλειψη. Κι ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἔπαθε γιὰ μᾶς, «δύναται τοῖς πειραζομένοις βοηθῆσαι» (Ἑβρ. β'[2] 18). Γι' αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν μένει ἀδιάφορος στὸν πόνο καὶ τὶς δοκιμασίες μας, ἀλλὰ δείχνει συμπάθεια στὶς ἀδυναμίες μας καὶ κατανόηση στοὺς πειρασμούς μας. Ὁ σταυρωθεὶς Κύριος μᾶς συμπαθεῖ ὅσο κανεὶς ἄλλος. Εἶναι «οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος» (Ψαλ. ρβ' [102] 8). Ἡ ἀγάπη του εἶναι ἀμέτρητη καὶ τὸ ἔλεός του δὲν ἔχει ὅρια. Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ διστάζουμε νὰ τὸν πλησιάζουμε. Ἀλλὰ μὲ παρρησία, παιδικὸ θάρρος καὶ ἁπλότητα νὰ πλησιάζουμε στὸν θρόνο του. Νὰ προσπίπτουμε στὰ πόδια του καὶ νὰ τὸν παρακαλοῦμε γιὰ μᾶς. Τί ὅμως μᾶς προσφέρει ἀπὸ τὸν οὐράνιο θρόνο του ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς μας;
2. ΧΑΡΙΣ ΚΑΙ ΒΟΗΘΕΙΑ
Μᾶς τὸ λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Προσερχώμεθα μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν». Ἀπὸ τὸν οὐράνιο βασιλικὸ θρόνο του ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς μας μᾶς παρέχει ἀφειδώλευτα τὴν Χάρη του καὶ τὴν βοήθειά του. Διότι ὁ Σταυρὸς τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως μας εἶναι θρόνος χάριτος, ἀστείρευτος πηγὴ ἁπ᾿ ὅπου πηγάζει ὁ ἀνεξάντλητος ποταμὸς τοῦ ἐλέους. Ἀπὸ ἐκεῖ μᾶς παρέχει διὰ τῆς Ἐκκλησίας του, ποὺ εἶναι ἡ ταμειοῦχος τῆς Χάριτός του, πλουσιοπάροχα τὸ ἔλεός του. Μὲ τὸ Μυστήριο τῆς Μετανοίας καὶ Ἐξομολογήσεως σχίζει τὸ χειρόγραφο τῶν ἁμαρτιῶν μας. Μᾶς μεταγγίζει τὴν θεία του Χάρη ποὺ εἰρηνεύει καὶ δροσίζει τὴν ψυχή μας. Καὶ μὲ τὸ Μυστήριο τῆς θείας Κοινωνίας μᾶς προσφέρει Ζωή. Μᾶς μεταγγίζει τὸ τίμιο αἷμά του ποὺ ἔρρευσε στὸ σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ.
Ἀπὸ τὸν θρόνο τῆς χάριτός του ὁ Κύριος μᾶς δίνει καὶ πλούσια τὴν δύναμη του. Διότι ἀπὸ ἐκεῖ «ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν» (Ρωμ. η'[8] 34). Παρακολουθεῖ στοργικὰ ἐμᾶς ποὺ βασανιζόμαστε καθημερινὰ στὸ καμίνι τοῦ πόνου καὶ τῶν πειρασμῶν. Παρακολουθεῖ τὸν ἀγῶνα μας καὶ τὴν ἀγωνία μας, μεσιτεύει γιὰ μᾶς στὸν Θεὸ Πατέρα του. Καὶ κατέρχεται στὰ μονοπάτια τῆς ζωῆς μας, γιὰ νὰ μᾶς γλυτώσει ἀπὸ τοὺς ληστὲς τῆς ψυχῆς μας καὶ ἐπίβουλους τῆς ζωῆς μας δαίμονες, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσει σὲ κάθε μας ἀνάγκη. Τὸν εἰδε ὁ πρωτομάρτυς Στέφανος λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν λιθοβολισμό του νὰ στέκεται ὁλόρθος στὸν θεῖο του θρόνο καὶ νὰ μεσιτεύει μὲ θέρμη γι' αὐτὸν (Πράξ. ζ'[7] 56).
Μὴν ἀπογοητευόμαστε λοιπὸν καὶ μὴν ἀπελπιζόμαστε στὸν ἀγῶνα μας. Καθὼς τρεμοσβήνουν οἱ δυνάμεις μας μέσα στὶς τόσες δοκιμασίες καὶ ἀγωνίες μας, ὁ Κύριος μᾶς στέλνει τὴν πανσθενουργὸ δύναμή του, στερεώνει τὰ πόδια μας,χαλυβδώνει τὴν καρδιά μας, ζωπυρώνει τὴν ἐλπίδα μας. Μὲ τὴν ἀκαταγώνιστη δύναμή του μᾶς κάνει κι ἐμᾶς παντοδύναμους. Πανίσχυρους μπροστὰ στοὺς ἐχθροὺς μας δαίμονες. Ἐκεῖ στὸν θρόνο του νὰ ἐναποθέσουμε τοὺς πόνους καὶ τοὺς πόθους τῆς καρδιᾶς μας. Ἐκεῖ θὰ βροῦμε ἀγάπη ἀμέτρητη, ἔλεος ἀνήκουστο, εἰρήνη καὶ πληρότητα, δύναμη ἐκπληκτική.
Ἀδελφοί, ἂς πλησιάσουμε τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας μὲ θάρρος κι ἐλπίδα. Γιὰ νὰ πάρουμε διὰ τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας πλούσια τὴν Χάρη καὶ τὴν δύναμή του καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ γίνουμε σύνθρονοι τοῦ Χριστοῦ καὶ συμβασιλεῖς του.
 (Δ­ι­α­σ­κ­ε­υὴ ἀ­πὸ π­α­λ­α­ιὸ τ­ό­μο τ­οῦ Π­ε­ρ­ι­ο­δ­ι­κ­οῦ «Ο Σ­Ω­Τ­ΗΡ»)

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὅ­στις θέ­λει ὀ­πί­σω μου ἐλθεῖν, ἀ­παρ­νη­σά­σθω ἑ­αυ­τὸν κα ἀ­ρά­τω τν σταυ­ρὸν αὐ­τοῦ, κα ἀ­κο­λου­θε­ί­τω μοι. ς γρ ν θέ­λῃ τν ψυ­χὴν αὐ­τοῦ σῶ­σαι, ἀ­πο­λέ­σει αὐ­τήν· ς δ' ν ἀ­πο­λέ­σῃ τν ἑ­αυ­τοῦ ψυ­χὴν ἕ­νε­κεν ἐ­μοῦ κα το εὐ­αγ­γε­λί­ου, οὗ­τος σώ­σει αὐ­τήν. τ γρ ὠ­φε­λή­σει ἄν­θρω­πον ἐ­ὰν κερ­δή­σῃ τν κό­σμον ὅ­λον, κα ζη­μι­ω­θῇ τν ψυ­χὴν αὐ­τοῦ; τ δώ­σει ἄν­θρω­πος ἀν­τάλ­λαγ­μα τς ψυ­χῆς αὐ­τοῦ; ς γρ ἐ­ὰν ἐ­παι­σχυν­θῇ  με  κα τος  ἐ­μοὺς λό­γους ν τ γε­νε­ᾷ τα­ύ­τῃ τ μοι­χα­λί­δι ­ κα ἁ­μαρ­τω­λῷ, κα υἱ­ὸς το ἀν­θρώ­που ἐ­παι­σχυν­θή­σε­ται αὐ­τὸν ὅ­ταν ἔλ­θῃ ἐν τ δό­ξῃ το πα­τρὸς αὐ­τοῦ με­τὰ τν ἀγ­γέ­λων τν ἁ­γί­ων. Κα ἔ­λε­γεν αὐ­τοῖς· Ἀ­μὴν λέ­γω ὑ­μῖν ὅ­τι εἰ­σί τι­νες τῶν ὧ­δε ἑ­στη­κό­των, οἵ­τι­νες ο μ γεύσωνται θανάτου ἕ­ως ἂν ἴ­δω­σι τν βα­σι­λεί­αν το Θε­οῦ ἐ­λη­λυ­θυῖ­αν ἐν δυ­νά­μει. 
                                     (Μᾶρκ. η΄[8] 34 - θ΄[9]  1)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
Ὁ Ἰ­η­σοῦς κά­λε­σε τὰ πλή­θη τοῦ λα­οῦ μα­ζὶ μὲ τοὺς μα­θη­τές του καὶ τοὺς εἶ­πε: Ἐ­κεῖ­νος ποὺ θέ­λει νὰ γί­νει δι­κός μου καὶ νὰ μὲ ἀ­κο­λου­θεῖ ὡς μα­θη­τής μου, ἂς δι­α­κό­ψει κά­θε φι­λί­α καὶ σχέ­ση μὲ τὸν δι­ε­φθαρ­μέ­νο ἀ­π' τὴν ἁ­μαρ­τί­α ἑ­αυ­τό του κι ἂς πά­ρει τὴ στα­θε­ρὴ ἀ­πό­φα­ση νὰ ὑ­πο­στεῖ γιὰ μέ­να ὄ­χι μό­νο κά­θε θλί­ψη καὶ δο­κι­μα­σί­α, ἀλ­λά ἀ­κό­μα καὶ θά­να­το σταυ­ρι­κό, καὶ τό­τε ἂς μὲ ἀ­κο­λου­θεῖ μι­μού­με­νος τὸ πα­ρά­δειγ­μά μου. Καὶ μὴ δι­στά­σει κα­νεὶς νὰ κά­νει τὶς θυ­σί­ες αὐ­τές. Δι­ό­τι ὅ­ποι­ος θέ­λει νὰ σώ­σει τὴ ζω­ή του, θὰ χά­σει τὴν πνευ­μα­τι­κή, εὐ­τυ­χι­σμέ­νη καὶ αἰ­ώ­νια ζω­ή. Ὅ­ποι­ος ὅ­μως χά­σει καὶ θυ­σιά­σει τὴ ζω­ή του γιὰ τὴν ὁ­μο­λο­γί­α καὶ τὴν ὑ­πα­κο­ή του σὲ μέ­να καὶ τὸ εὐ­αγ­γέ­λιό μου, αὐ­τὸς θὰ σώ­σει τὴν ψυ­χή του στὴ μέλ­λου­σα ζω­ή, ὅ­που θὰ κερ­δί­σει τὴν αἰ­ώ­νια εὐ­τυ­χί­α. Κι ἐ­κεί­νη ἡ σω­τη­ρί­α εἶ­ναι τὸ πᾶν. Δι­ό­τι τί θὰ ὠ­φε­λή­σει τὸν ἄν­θρω­πο, ἐ­ὰν κερ­δί­σει ὅ­λον αὐ­τὸν τὸν ὑ­λι­κὸ κό­σμο, καὶ στὸ τέ­λος χά­σει τὴν ψυ­χή του; Δι­ό­τι ἡ ψυ­χή του, ποὺ εἶ­ναι πνευ­μα­τι­κὴ καὶ αἰ­ώ­νια, δὲν συγ­κρί­νε­ται μὲ κα­νέ­να ἀ­π' τὰ ὑ­λι­κὰ ἀ­γα­θὰ τοῦ φθαρ­τοῦ κό­σμου. Ἤ, ἐ­ὰν ἕ­νας ἄν­θρω­πος χά­σει τὴν ψυ­χή του, τί μπο­ρεῖ νὰ δώ­σει ὡς ἀν­τάλ­λαγ­μα γιὰ νὰ τὴν ἐ­ξα­γο­ρά­σει ἀ­π' τὴν αἰ­ώ­νια ἀ­πώ­λεια; Κι ἀ­σφα­λῶς θὰ χά­σει τὴν ψυ­χὴ του ἐ­κεῖ­νος ποὺ δὲν θὰ ὑ­πο­στεῖ γιὰ μέ­να τὶς θυ­σί­ες αὐ­τές. Δι­ό­τι ὁ­ποι­οσ­δή­πο­τε ντρα­πεῖ ἐ­μέ­να καί τά λό­για μου ἐ­πη­ρε­α­σμέ­νος ἀ­π' τὶς πε­ρι­φρο­νή­σεις καὶ τοὺς χλευα­σμοὺς τῶν ἀν­θρώ­πων τῆς γε­νιᾶς αὐ­τῆς ποὺ ἀ­πο­στά­τη­σε ἀ­π' τὸν πνευ­μα­τι­κό της νυμ­φί­ο καὶ εἶ­ναι ἁ­μαρ­τω­λή, αὐ­τὸν θὰ τὸν ντρα­πεῖ καὶ ὁ υἱ­ός τοῦ ἀν­θρώ­που καὶ θὰ τὸν ἀ­πο­κη­ρύ­ξει ὡς ξέ­νο, ὅ­ταν θά ἔλ­θει μέ τούς ἁ­γί­ους ἀγ­γέ­λους πε­ρι­βε­βλη­μέ­νος μέ τή δό­ξα τοῦ Πα­τρός του. Τούς ἔ­λε­γε ἀ­κό­μη: Σᾶς λέ­ω ἀ­λη­θι­νά ὅ­τι ὑ­πάρ­χουν με­ρι­κοί ἀ­π’ αὐ­τούς πού στέ­κον­ται ἐ­δῶ, οἱ ὁ­ποῖ­οι δέν θά γευ­θοῦν θά­να­το προ­τοῦ νά δοῦν με­τά τήν κά­θο­δο τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος νά κα­τα­λύ­ε­ται ἡ πα­λαι­ά θεί­α τά­ξη καί δι­α­θή­κη μέ τήν κα­τα­στρο­φή τῆς Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ καί τοῦ να­οῦ της καί μέ δύ­να­μη ἀ­κα­τα­γώ­νι­στη καί ὑ­περ­φυ­σι­κή ἡ νέ­α τά­ξη στόν κό­σμο, τήν ὁ­ποί­α θά ἐκ­προ­σω­πεῖ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α ὡς ἄλ­λη βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ πά­νω στή γῆ.
Ἀπολυτίκιον τοῦ Σταυροῦ Ἦχος α'
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς Βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος καὶ τὸ σὸν φυλάττων διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα


Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ). ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(27 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016)
(ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Κα­τ' ἀρ­χάς σύ, Κριε, τν γν ἐ­θε­με­λί­ω­σας, κα ἔρ­γα τν χει­ρῶν σο εἰ­σιν ο οὐ­ρα­νοί· αὐ­τοὶ ἀ­πο­λοῦν­ται, σ δ δι­α­μέ­νεις· κα πάν­τες ς ἱ­μά­τιον πα­λαι­ω­θή­σον­ται, κα ὡ­σεὶ πε­ρι­βό­λαι­ον ἑ­λί­ξεις αὐ­το­ύς, κα ἀλ­λα­γή­σον­ται· σ δ αὐ­τὸς ε, κα τ ἔ­τη σου οκ ἐ­κλε­ί­ψου­σι. πρς τί­να δ τν ἀγ­γέ­λων εἴ­ρη­κέ πο­τε· κά­θου κ δε­ξι­ῶν μου ἕ­ως ἂν θ τος ἐχ­θρο­ύς σου ὑ­πο­πό­διον τν πο­δῶν σου; Οὐ­χὶ πάν­τες εἰ­σὶ λει­τουρ­γι­κὰ πνε­ύ­μα­τα ες δι­α­κο­νί­αν ἀ­πο­στελ­λό­με­να δι τος μέλ­λον­τας κλη­ρο­νο­μεῖν σω­τη­ρί­αν; Δι τοῦ­το δε πε­ρισ­σο­τέ­ρως ἡ­μᾶς προ­σέ­χειν τος ἀ­κου­σθεῖ­σι, μή­πο­τε πα­ραρ­ρυ­ῶ­μεν. Εγρ δι' ἀγ­γέ­λων λα­λη­θεὶς λό­γος ἐ­γέ­νε­το βέ­βαι­ος, κα πᾶ­σα πα­ρά­βα­σις κα πα­ρα­κο­ὴ ἔ­λα­βεν ἔν­δι­κον μι­σθα­πο­δο­σί­αν, πς ἡ­μεῖς ἐκ­φευ­ξό­με­θα τη­λι­κα­ύ­της ἀ­με­λή­σαν­τες σω­τη­ρί­ας; ἥ­τις ἀρ­χὴν λα­βοῦ­σα λα­λεῖ­σθαι δι το Κυ­ρί­ου, ὑ­πὸ τν ἀ­κου­σάν­των ες ἡ­μᾶς ἐ­βε­βαι­ώ­θη.
                                               (Ἑβρ. α΄[1]10 – β΄[2] 3)

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ
ΛΟΓΟΣ ΣΤΟ: «Πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;»
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς ὑποδεικνύει τὸ σπουδαιότερο μέλημα τῆς ζωῆς μας: τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Γι' αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ἐρωτᾶ: Πῶς θὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὴν αἰώνια ἀπώλεια, ἂν ἀμελήσουμε μία τόσο μεγάλη καὶ σπουδαία σωτηρία; Ἂς δοῦμε λοιπὸν γιατί εἶναι τόσο μεγάλη ἡ σωτηρία μας, καὶ ὅτι πρέπει νὰ δείξουμε ἐξαιρετικὴ ἐπιμέλεια γιὰ τὴ σωτηρία μας αὐτή.
1. ΤΟΣΟ ΜΕΓΑΛΗ ΣΩΤΗΡΙΑ
Γιατί ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας εἶναι τόσο μεγάλη ὑπόθεση; Μᾶς τὸ ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Μᾶς λέγει ὅτι ἡ σωτηρία μας αὐτὴ δὲν μᾶς προσφέρθηκε ἀπὸ ἀγγέλους ὅπως ὁ Νόμος στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἀλλὰ κηρύχθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ τὴν ἐργάσθηκε καὶ μᾶς τὴν ἐξασφάλισε δὲν εἶναι ἄνθρωπος ἢ ἄγγελος ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ποὺ γι' αὐτὴν ἔγινε ἄνθρωπος. Γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ἄνθρωπος ὁ ἴδιος ὁ Θεός! Ὁ δεσπότης καὶ δημιουργὸς τοῦ σύμπαντος κόσμου! Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς ἔπλασε ἔρχεται στὴ γῆ μας καὶ ἁπλώνει τὰ πανάχραντα καὶ πανάμωμα χέρια του στὸ σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ καὶ ὡς Μέγας Ἀρχιερεὺς χύνει τὸ αἷμα του για μᾶς. Καὶ μᾶς δίνει πλέον ὅλες τὶς προϋποθέσεις καὶ τὶς δυνατότητες καὶ τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ νὰ ἐπιτύχουμε ἐμεῖς αὐτὴν τὴν σωτηρία. Κάνει τὸ κάθε τί, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὸν οὐρανό. Ἐπιστρατεύει ὅλη τὴν κτίση, ἀνθρώπους καὶ ἀγγέλους γιὰ μᾶς. Πανηγυρίζει καὶ συγκλονίζεται ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος κάθε φορὰ ποὺ καὶ μόνο μία ψυχὴ μετανοεῖ καὶ σώζεται.
Εἶναι τόσο μεγάλη ἡ σωτηρία μας ἀκόμη, διότι, ὅπως λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ὁ ἅγιος Θεὸς δὲν μᾶς διασώζει ἁπλῶς ἀπὸ τοὺς κινδύνους ἑνὸς πολέμου οὔτε μᾶς παρέχει γήινα ἀγαθά, ἀλλὰ μᾶς χαρίζει τὴν κατάλυση τοῦ θανάτου, τὴν κληρονομιὰ τῆς οὐρανίου βασιλείας, τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ δόξα, τὴν θέωσή μας! Ἡ σωτηρία μας λοιπὸν αὐτὴ δὲν εἶναι μόνον ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ διαβόλου καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ εἶναι κάτι ἀσυγκρίτως ἀνώτερο. Σωτηρία γιὰ τὸν καθένα μας σημαίνει: νὰ φθάσω στὸ καθ' ὁμοίωσιν, νὰ ἀπολαμβάνω τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀγάπη του, τὴν σοφία του, τὴν δόξα του, νὰ γίνω ἅγιος, νὰ γίνω κατὰ χάριν θεός. Τὸ θέμα λοιπὸν τῆς σωτηρίας μας δὲν εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ καὶ συνήθη θέματα τῆς ζωῆς μας. Εἶναι θέμα ζωῆς αἰωνίου καὶ θανάτου ἀθανάτου. Διότι ἐὰν χάσουμε τὴν σωτηρία μας, ἐχάσαμε τὰ πάντα. Μᾶς ἀπασχολεῖ λοιπὸν τὸ θέμα αὐτό; Τὸ ζοῦμε ὡς τὸ σπουδαιότερο θέμα τῆς ὕπαρξής μας;
2. ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ
Γι' αὐτὸ ἀκριβῶς, τονίζει ὁ θεῖος Παῦλος, «δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι», πρέπει περισσότερο νὰ προσέχουμε ἐκεῖνα ποὺ ἀκούσαμε. Διότι ὑπάρχει μεγάλος κίνδυνος νὰ παρασυρθοῦμε. Καὶ ἐὰν συμβεῖ αὐτό, «πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας;», πῶς ἐμεῖς θὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὴν τιμωρία, ἐὰν ἀμελήσουμε μία τόσο μεγάλη καὶ σπουδαία σωτηρία; Εἶναι φοβερὸ πρᾶγμα λοιπὸν ἡ ἀμέλεια γιὰ τὴν σωτηρία μας. Εἶναι ὀλέθριο νὰ ἔχουμε, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Ἡσαΐου (ς'[6] 10), βεβαρυμμένους τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ τὰ ὦτα μας, ὥστε νὰ μὴν ἀκοῦμε, νὰ μὴ βλέπουμε, νὰ μὴ καταλαβαίνουμε, νὰ ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Διότι δυστυχῶς πολλὲς φορὲς μᾶς ἀπορροφοῦν οἱ εἰδήσεις τοῦ κόσμου αὐτοῦ καὶ ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὶς εἰδήσεις τοῦ οὐρανοῦ. Καὶ ὁ Κύριος ἐκφράζει μὲ πόνο τὸ μεγάλο του παράπονο γιὰ τὴν ἀδιαφορία μας καὶ τὴν σκληρὴ καρδιά μας. «Οὐ θέλετε ἐλθεῖν πρός με ἵνα ζωὴν ἔχητε» (Ἰω. ε΄[5] 40). Ἐκεῖνος κάνει τὰ πάντα γιὰ μᾶς, καὶ μεῖς τίποτε. Ἐκεῖνος ἀγρυπνεῖ καὶ μεῖς κοιμόμαστε. Ἐκεῖνος θλίβεται καὶ μεῖς ἀδιαφοροῦμε. Ἐκεῖνος μᾶς καλεῖ γιὰ τὰ οὐράνια καὶ μεῖς βουλιάζουμε στὰ βαλτόνερα.
Θὰ πρέπει λοιπὸν νὰ ξυπνήσουμε ἀπὸ τὸν λήθαργο τῆς ἀμέλειας καὶ νὰ δείξουμε ἰσχυρὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν σωτηρία μας. Νὰ ἀνοίξουμε τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας στὸν Κύριο, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει «εἰς νομὰς σωτηρίους». Μὴ σκεφθοῦμε ποτὲ πὼς ἡ ἐπιμέλεια γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας εἶναι ἔργο γιὰ τοὺς λίγους, τοὺς μοναχοὺς ἢ τοὺς ἱερεῖς. Εἶναι ἔργο κάθε ἀνθρώπου. Νὰ ἀγωνιστοῦμε λοιπὸν συστηματικά. Νὰ μισήσουμε τὴν ἁμαρτία καὶ ὅ,τι μᾶς κρατᾶ σκλάβους σ' αὐτήν. Νὰ ζοῦμε δυνατὰ καὶ ἅγια ὅλες ἐκεῖνες τὶς Ἱερὲς στιγμὲς ποὺ μᾶς συνδέουν μὲ τὸν οὐρανό. Νὰ ζοῦμε τὴν προσευχή, τὴν μελέτη, τὴν Ἐξομολόγηση, τὴν θεία Κοινωνία ὡς ἀνάγκη τῆς ψυχῆς μας. Μὴν ἀφήνουμε τὸν χρόνο τῆς ζωῆς μας νὰ περνᾶ ἀνώφελα καὶ χάνουμε τὶς εὐκαιρίες ποὺ μᾶς δίνει ὁ Θεὸς γιὰ τὴν ψυχικὴ μας ἀνόρθωση καὶ σωτηρία.
Ἀδελφοί, δὲν εἴμαστε μόνοι μας στὸ σημαντικότερο αὐτὸ ἔργο τῆς ζωῆς μας. Ἐργάζεται μαζί μας ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Συναντιλαμβάνεται ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν», μᾶς βοηθεῖ καί μᾶς στηρίζει στὶς ἀδυναμίες μας (Ρωμ. η΄[8] 26). Αὐτὸ ποὺ χρειάζεται ὅμως ἀπὸ ἐμᾶς εἶναι νὰ ἔχουμε διάθεση σωτηρίας, νὰ μὴ θέτουμε ἐμπόδια στὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ ὁ ἅγιος Θεὸς θά μᾶς δώσει τὴν Χάρη του, ὥστε νὰ γίνει ἡ σωτηρία μας ἀπὸ ἐπιθυμία πραγματικότητα.
Καὶ σωσμένοι ἀπὸ τὸν μόνο Σωτῆρα Χριστὸ νὰ τὸν εὐγνωμονοῦμε καὶ τὸν δοξάζουμε αἰωνίως.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ   
Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ εἰ­σῆλ­θεν ὁ Ἰ­η­σοῦς ες Κα­περ­να­οὺμ κα ἠ­κο­ύ­σθη ὅ­τι ες οἶ­κόν ἐ­στι. Κα εὐ­θέ­ως συ­νή­χθη­σαν πολ­λοὶ, ὥ­στε μη­κέ­τι χω­ρεῖν μη­δὲ τ πρς τν θύ­ραν· κα ἐ­λά­λει αὐ­τοῖς τν λό­γον. κα ἔρ­χον­ται πρς αὐ­τὸν πα­ρα­λυ­τι­κὸν φέ­ρον­τες, αἰ­ρό­με­νον ὑ­πὸ τεσ­σά­ρων. Κα μ δυ­νά­με­νοι προ­σεγ­γί­σαι αὐ­τῷ δι τν ὄ­χλον, ἀ­πε­στέ­γα­σαν τν στέ­γην ὅ­που ἦν, κα ἐ­ξο­ρύ­ξαν­τες χα­λῶ­σι τν κρά­βατ­τον ἐφ' ᾧ πα­ρα­λυ­τι­κὸς κα­τέ­κει­το. Ἰ­δὼν δ Ἰ­η­σοῦς τν πί­στιν αὐ­τῶν λέ­γει τ πα­ρα­λυ­τι­κῷ· Τκνον, ἀ­φέ­ων­ταί σοι α ἁ­μαρ­τί­αι σου. Ἦ­σαν δ τι­νες τν γραμ­μα­τέ­ων ἐ­κεῖ κα­θή­με­νοι κα δι­α­λο­γι­ζό­με­νοι ν τας καρ­δί­αις αὐ­τῶν· Τ οὗ­τος οὕ­τως λα­λεῖ βλα­σφη­μί­ας; τς δύ­να­ται ἀ­φι­έ­ναι ἁ­μαρ­τί­ας ε μ ες Θε­ός; Κα εὐ­θέ­ως ἐ­πι­γνοὺς ὁ Ἰ­η­σοῦς τ πνε­ύ­μα­τι αὐ­τοῦ ὅ­τι οὕ­τως αὐ­τοὶ δι­α­λο­γί­ζον­ται ν ἑ­αυ­τοῖς εἶ­πεν αὐ­τοῖς· Τ ταῦ­τα δι­α­λο­γί­ζε­σθε ν τας καρ­δί­αις ὑ­μῶν; Τ ἐ­στιν εὐ­κο­πώ­τε­ρον, εἰ­πεῖν τ πα­ρα­λυ­τι­κῷ, ἀ­φέ­ων­ταί σου α ἁ­μαρ­τί­αι, εἰ­πεῖν, ἔ­γει­ρε κα ἆ­ρον τν κρά­ββατόν σου κα πε­ρι­πά­τει; Ἵ­να δ εἰ­δῆ­τε ὅ­τι ἐ­ξου­σί­αν ἔ­χει ὁ υἱ­ὸς το ἀν­θρώ­που ἀ­φι­έ­ναι ἐ­πὶ τς γς ἁ­μαρ­τί­ας (λέ­γει τ πα­ρα­λυ­τι­κῷ). Σο λέ­γω, ἔ­γει­ρε κα ἆ­ρον τν κρά­βατ­τόν σου κα ὕ­πα­γε ες τν οἶ­κόν σου. Κα ἠ­γέρ­θη εὐ­θέ­ως, κα ἄ­ρας τν κρά­βατ­τον ἐ­ξῆλ­θεν ἐ­ναν­τί­ον πάν­των, ὥ­στε ἐ­ξί­στα­σθαι πάν­τας κα δο­ξά­ζειν τν Θε­ὸν λέ­γον­τας ὅ­τι οὐ­δέ­πο­τε οὕ­τως εἴ­δο­μεν. 
                                             (Μᾶρκ. β΄[2] 1 - 12)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
Ἐκεῖνο τόν καιρόν μπῆ­κε πά­λι ὁ Ἰ­η­σοῦς στὴν Κα­περ­να­ούμ· κι ἔ­γι­νε γνω­στὸ ὅ­τι βρί­σκε­ται σὲ κά­ποι­ο σπί­τι. Ἀ­μέ­σως λοι­πὸν μα­ζεύ­τη­καν τό­σο πολ­λοί, ὥ­στε νὰ γε­μί­σει τὸ σπί­τι καὶ νὰ μὴν ὑ­πάρ­χει χῶ­ρος πλέ­ον οὔτε δί­πλα στὴ θύ­ρα. Καὶ τοὺς δί­δα­σκε τὸ λό­γο τοῦ Θε­οῦ. Ἔρ­χον­ται τό­τε καὶ τοῦ φέρ­νουν ἕ­ναν πα­ρά­λυ­το, ποὺ τὸν σή­κω­ναν πά­νω σ' ἕ­να κρε­βά­τι τέσ­σε­ρις. Κι ἐ­πει­δὴ δὲν μπο­ροῦ­σαν ἐ­ξαι­τί­ας τοῦ πλή­θους νὰ τὸν πλη­σιά­σουν, ξε­σκέ­πα­σαν τὴ σκε­πὴ στὸ μέ­ρος ὅ­που βρι­σκό­ταν ὁ Κύ­ριος, κι ἀ­φοῦ ἔ­κα­ναν ἕ­να ἄ­νοιγ­μα, ἔ­ρι­ξαν ἀ­πὸ κεῖ κά­τω σι­γὰ-σι­γὰ τὸ κρε­βά­τι, πά­νω στὸ ὁποῖο ἦ­ταν ξα­πλω­μέ­νος ὁ πα­ρά­λυ­τος. Ὅ­ταν ὁ Ἰ­η­σοῦς εἶ­δε τὴν πί­στη ποὺ εἶχαν ὅ­λοι αὐ­τοί, καὶ ὁ πα­ρά­λυ­τος καὶ ἐ­κεῖ­νοι ποὺ τὸν ἔ­φε­ραν, λέ­ει στὸν πα­ρά­λυ­το, ποὺ ἀ­γω­νι­οῦ­σε μή­πως οἱ ἁ­μαρ­τί­ες του γί­νουν ἐμ­πό­διο στὴ θε­ρα­πεί­α του: «Παι­δί μου, σοῦ ἔ­χουν συγ­χω­ρη­θεῖ οἱ ἁ­μαρ­τί­ες σου, οἱ ὁποῖες εἶ­ναι καὶ ἡ αἰ­τί­α τῆς σω­μα­τι­κῆς σου πα­ρα­λυ­σί­ας.» Ἦ­ταν ὅ­μως με­ρι­κοὶ ἀ­πὸ τοὺς γραμ­μα­τεῖς ποὺ κά­θον­ταν ἐκεῖ καὶ συλ­λο­γί­ζον­ταν μέ­σα τους: «Για­τί ὁ ἄν­θρω­πος αὐ­τὸς μι­λά­ει ἔ­τσι καὶ ξε­στο­μί­ζει βλα­σφη­μί­ες; Ποι­ὸς ἄλ­λος μπο­ρεῖ νὰ συγ­χω­ρεῖ ἁ­μαρ­τί­ες πα­ρὰ μό­νον ἕ­νας, ὁ Θε­ός;» Ἀ­μέ­σως ὅ­μως ὁ Ἰησοῦς, μὲ ὑ­περ­φυ­σι­κὴ πλη­ρο­φο­ρί­α ποὺ ἔ­δι­νε στὸ πνεῦμα του ἡ θε­ό­τη­τά του, ἀν­τι­λή­φθη­κε ὅ­τι ἔ­τσι σκέ­φτον­ται αὐ­τοὶ μέ­σα τους, καὶ τοὺς εἶ­πε: «Για­τί δέ­χε­στε καὶ κυ­κλο­φο­ρεῖ­τε τέ­τοι­ους λο­γι­σμοὺς μέ­σα στὶς καρ­δι­ές σας; Τί εἶ­ναι εὐ­κο­λό­τε­ρο· νὰ πῶ στὸν πα­ρα­λυ­τι­κό, εἶ­ναι συγ­χω­ρη­μέ­νες οἱ ἁ­μαρ­τί­ες σου, ἤ νὰ τοῦ πῶ, σή­κω καὶ πά­ρε στὸν ὦ­μο σου τὸ κρε­βά­τι σου καὶ περπάτα; Ἐσεῖς θε­ω­ρεῖ­τε δυ­σκο­λό­τε­ρο αὐ­τὸ τὸ τε­λευ­ταῖ­ο. Γιὰ νὰ μά­θε­τε λοι­πὸν ὅ­τι ὁ υἱ­ὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσ­σί­ας, ὁ μο­να­δι­κὸς ἐκ­πρό­σω­πος τῆς ἀν­θρω­πό­τητος, ὁ ὁποῖος θὰ ἔλ­θει καὶ πά­λι πά­νω στὶς νε­φέ­λες ὡς Κρι­τὴς ἔν­δο­ξος, ἔ­χει ἐ­ξου­σί­α νὰ συγ­χω­ρεῖ πά­νω στὴ γῆ ἁ­μαρ­τί­ες· λέ­ει στὸν πα­ρά­λυ­το: Σὲ σέ­να ποὺ πι­στεύ­εις μι­λῶ. Σή­κω καὶ πά­ρε στὸν ὦ­μο σου τὸ κρε­βά­τι σου καὶ πή­γαι­νε στὸ σπί­τι σου.» Κι ἐ­κεῖ­νος ση­κώ­θη­κε ἀ­μέ­σως, πῆ­ρε τὸ κρε­βά­τι του καὶ βγῆ­κε ἀ­π' τὸ σπί­τι ἐ­κεῖ­νο μπρο­στὰ σ' ὅ­λους. Κι ἔ­τσι τὸν εἶ­δαν ὅ­λοι μὲ τὰ μά­τια τους καὶ γέ­μι­σαν μὲ ἔκ­πλη­ξη. Καὶ δό­ξα­σαν τὸν Θε­ὸ λέ­γον­τας ὅ­τι πο­τὲ μέ­χρι τώ­ρα δὲν εἴ­δα­με κά­τι τέ­τοι­ο, ἕ­νας πα­ρά­λυ­τος μὲ μί­α προ­στα­γὴ νὰ ση­κώ­νε­ται ἀ­μέ­σως ὑ­γι­ὴς καὶ νὰ περ­πα­τᾶ.