ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
ΧΛΩΡΑΚΑΣ
Η
απόδοση της εορτης τησ Κοιμήσεως της Θεοτόκου
(23 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2020)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (Τῆς
Ἑορτῆς)
Ἀδελφοί,
τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων
οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν
δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς
ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου,
θανάτου δὲ σταυροῦ. Διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο
αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ πᾶν γόνυ
κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται
ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός.
(Φιλιπ. β΄[2] 5 –11)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἀδελφοὶ, ἐφόσον
εἶστε μαθητὲς καὶ δοῦλοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ,
πρέπει νὰ μιμηθεῖτε τὴν ταπείνωση καὶ τήν αὐταπάρνησή του. Ἂς ὑπάρχει λοιπὸν
μέσα σας αὐτό τό φρόνημα τῆς ταπεινώσεως καὶ αὐταπαρνήσεως ποὺ εἶχε κι ὁ Ἰησοῦς
Χριστός. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δηλαδή, ἄν καὶ εἶχε τὴν ἴδια οὐσία καί φύση μὲ τὸν Θεὸ
Πατέρα καὶ ὡς ἀπαράλλακτη καί ζωντανὴ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶχε τὴ μορφή καὶ τὴ φύση
τοῦ Θεοῦ, δὲν θεώρησε τὴν ἰσότητά του μὲ τὸν Θεό Πατέρα ἀποτέλεσμα ἁρπαγῆς.
Διότι ἐάν ἦταν ἀποτέλεσμα ἁρπαγῆς, δὲν θὰ τολμοῦσε νὰ τὸ ἀποθέσει, ἀπό φόβο
μήπως τὸ χάσει. Ἀλλὰ κένωσε τὸν ἑαυτὸ του συγκαλύπτοντας καὶ κρύβοντας γιὰ
κάποιο διάστημα τὴ δόξα καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς θεότητάς του. Πῆρε μορφὴ δούλου καὶ
ἔγινε ὅμοιος μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Κι ἐνῶ παρουσιάστηκε μὲ τὴν ἐξωτερικὴ ὄψη τοῦ ἀνθρώπου,
δὲν ἦταν μόνον ἄνθρωπος, ὅπως φαινόταν, ἀλλά ἦταν συγχρόνως καὶ Θεός. Καὶ
ταπείνωσε τὸν ἑαυτὸ του δείχνοντας τέλεια ὑπακοὴ μέχρι θανάτου, καὶ μάλιστα
θανάτου σταυρικοῦ, ποὺ εἶναι ὁ πλέον ὀδυνηρὸς καὶ ἀτιμωτικὸς θάνατος. Γιὰ τὴν
ταπείνωση λοιπὸν καὶ τὴν ὑπακοὴ του αὐτή ὁ Θεὸς τὸν ὑπερύψωσε καὶ ὡς ἄνθρωπο καὶ
τοῦ χάρισε ὄνομα, τὸ ὄνομα Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ εἶναι πάνω ἀπό κάθε ἄλλο ὄνομα.
Τὸν ὑπερύψωσε, ὥστε στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ νὰ γονατίσουν ταπεινὰ καὶ νὰ τὸν
προσκυνήσουν λατρευτικὰ καὶ οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανὸ καὶ οἱ ἄνθρωποι στὴ γῆ καὶ οἱ
ψυχὲς τῶν νεκρῶν στὰ καταχθόνια· ἀλλά κι αὐτὰ τὰ δαιμονικὰ ὄντα ποὺ εἶναι στὰ
καταχθόνια μὲ τρόμο νὰ ὑποκλιθοῦν μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο του. Κι ἔτσι κάθε γλώσσα
νὰ ὁμολογήσει φανερά, δυνατὰ καὶ ξεκάθαρα ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι Κύριος. Καὶ
μὲ τὴν ὁμολογία αὐτὴ καὶ τὴν ἀναγνώριση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς Κυρίου θὰ
δοξάζεται ὁ Θεὸς Πατήρ.
ΤΟ ΙΕΡΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ (Τῆς Ἑορτῆς)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ
᾿Ιησοῦς εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις, ὀνόματι Μάρθα, ὑπεδέξατο αὐτὸν
εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. Καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα
παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. Ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο
περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ
ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται.
Ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ
περὶ πολλά, ἑνὸς δέ ἐστι χρεία. Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο,
ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς. ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν
ταῦτα, ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου, εἶπεν αὐτῷ· Μακαρία ἡ
κοιλία ἡ βαστάσασά σε, καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. Αὐτὸς δὲ εἶπε· Μενοῦνγε
μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.
(Λουκ.
ι΄ [10] 38 – 42 καὶ ια΄ [11] 27 – 28)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ μπῆκε ὁ Ἰησοῦς σ᾿
ἕνα χωριό. Καὶ κάποια γυναίκα ποὺ ὀνομαζόταν Μάρθα τὸν ὑποδέχθηκε στό σπίτι
της. Αὐτὴ εἶχε μία ἀδελφὴ ποὺ λεγόταν Μαρία, ἡ ὁποία ὄχι μόνο ὑποδέχθηκε τὸν Ἰησοῦ
ὅπως ἡ Μάρθα, ἀλλά καὶ κάθισε κοντὰ στὰ πόδια του ὡς ταπεινή μαθήτρια κι ἄκουγε
μὲ ἀπερίσπαστη προσοχή τὴ διδασκαλία του. Ἡ Μάρθα ὅμως ἦταν ἀπασχολημένη καὶ
πνιγμένη σὲ πολλὴ ἐργασία, φροντίζοντας νὰ ἑτοιμάσει τὸ φαγητὸ καὶ νὰ
περιποιηθεῖ τὸν Διδάσκαλο. Κάποια στιγμή λοιπὸν στάθηκε κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ
τοῦ εἶπε: Κύριε δὲν σὲ νοιάζει ποὺ ἡ ἀδελφή μου μὲ ἄφησε μόνη μου νὰ ὑπηρετῶ καὶ
νὰ ἑτοιμάζω τὸ τραπέζι; Πὲς της λοιπόν νά μὲ βοηθήσει. Τότε τῆς ἀποκρίθηκε ὁ Ἰησοῦς:
Μάρθα, Μάρθα, βασανίζεις καὶ ταλαιπωρεῖς τὸ νοῦ σου μὲ πολλὲς ἀγωνιώδεις
φροντίδες, καὶ κουράζεις τὸ σῶμα σου γιά νά προετοιμάσεις πολλά πράγματα. Ἐνῶ ἕνα
εἶναι χρήσιμο καὶ ἀναγκαῖο, ἡ ἀκρόαση τῆς διδασκαλίας μου. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀναγκαία
πνευματικὴ τροφὴ γιὰ τὴν ψυχή. Αὐτὴν τὴν τροφὴ διάλεξε ἡ Μαρία, τὴν καλὴ καὶ ὠφέλιμη
μερίδα, ποὺ δὲν θὰ τῆς ἀφαιρεθεῖ ποτέ. Διότι οἱ ὠφέλειες τῆς πνευματικῆς αὐτῆς
τροφῆς δὲν εἶναι προσωρινὲς καὶ φθαρτές, ἀλλά πνευματικὲς καὶ αἰώνιες. Κι ἐνῶ ὁ
Ἰησοῦς τὰ ἔλεγε αὐτά, κάποια γυναίκα ἀπ' τὸ πλῆθος, ἐπειδὴ ἐνθουσιάστηκε ἀπό τὴ
διδασκαλία του, ἔβγαλε μιά δυνατή φωνή καὶ εἶπε: Εὐτυχισμένη ἡ κοιλιὰ ποὺ σὲ
βάστασε καὶ οἱ μαστοὶ ποὺ θήλασες. Εὐτυχισμένη δηλαδὴ ἡ μητέρα ποὺ σὲ γέννησε
καὶ σὲ ἀνέθρεψε. Κι αὐτὸς εἶπε: Ἀληθινά, εὐτυχισμένη εἶναι ἡ μητέρα μου· ἀλλά μὴν
ξεχνᾶτε ὅτι μακάριοι εἶναι ὅσοι ἀκοῦνε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐφαρμόζουν. Μ'
αὐτὴ τὴν ἔννοια, αὐτὴ ποὺ μὲ γέννησε καὶ μὲ θήλασε, γι' αὐτὸ ἀκριβῶς δέχθηκε τὴ
μεγαλύτερη τιμὴ καὶ ἀξιώθηκε νὰ γίνει μητέρα μου, διότι φύλαξε πάντοτε τὸν λόγο
τοῦ Θεοῦ.
Η απόδοση της εορτης τησ Κοιμήσεως της Θεοτόκου
Κάθε ἑορτὴ στὸν ἑορτολογικὸ
κύκλο τῆς Ἐκκλησίας ἑνὸς προσώπου ἢ ἑνὸς γεγονότος ἔχει τρία στάδια,
τὰ προεόρτια, τὴν κυρίως ἑορτὴ καὶ τὰ μεθεόρτια (δηλαδὴ τὸν ἀπόηχό
της). Στὶς 23 Αὐγούστου ἑκάστου ἔτους ἑορτάζουμε τὴν Ἀπόδοση τῆς
Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ ἡ Ἐκκλησία κλείνει μὲ τὴν ἴδια πανηγυρικὴ
διάθεση τοὺς ἑορτασμοὺς τῆς Κοιμήσεως καὶ τῆς Μεταστάσεως τῆς Παναγίας,
ποὺ τιμᾶται τὴν 15 Αὐγούστου.
Ὁ λαὸς μέσα ἀπὸ τὴν λαϊκή
του εὐσέβεια δίνει ἄλλο τόνο στὴν ἑορτὴ καὶ τὴν ἀποκαλεῖ τὰ «Ἐννιάμερα
τῆς Παναγίας». Τὴ σκέφτεται σὰν μνημόσυνο πρὸς τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ὅπως
πράττει, ἄλλωστε, καὶ γιὰ τοὺς δικούς του ἀνθρώπους. Ἀσφαλῶς, ἀπὸ θεολογικῆς
καὶ λειτουργικῆς ἀπόψεως, δὲν πρόκειται γιὰ ἐννεαήμερο μνημόσυνο
γιὰ τὴν Παναγία, ἀφοῦ ἡ Θεοτόκος ὡς μητέρα τοῦ Χριστοῦ «μετέστη
πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς» καὶ πρεσβεύει γιὰ τὴ δική μας
σωτηρία καί, συνεπῶς, δὲν νοεῖται τέλεση μνημοσύνου ὑπὲρ ἀναπαύσεως
τῆς ψυχῆς της.
«Ἀπόδοσις» στὴν ἐκκλησιαστικὴ
γλώσσα σημαίνει τὴν μετὰ πάροδο ὀκτὼ συνήθως ἡμερῶν ἐπανάληψη
τῆς ἑορτῆς ὥστε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ διάρκειά της ἑορτῆς παρατείνεται
μεθεορτίως μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς ἀποδόσεως. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἑορτασμὸς
δὲν εἶναι στιγμιαῖος.
Μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο πραγματοποιεῖται
μία σκυταλοδρομία. Ἡ μία ἑορτὴ παραδίδει τὴ σκυτάλη στὴν ἑπόμενη
ἑορτὴ ποὺ ἔχει τὰ δικά της βιώματα, τὰ δικά της μηνύματα. Ἔτσι ζοῦμε
σὲ μία συνέχεια τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι ἀποσπασματικά· μὲ τὸν
νοῦ μας συγκεντρωμένο σὲ κάθε φάση καὶ μὲ τρόπο ἀγωνιστικό. Τὸ ὅλον
δένεται σὲ μία ἑνότητα.
Εἴπαμε λοιπὸν πὼς στὴν ἐκκλησιαστικὴ
γλώσσα «Ἀπόδοσις» σημαίνει τὴν μετὰ πάροδο ὀκτὼ συνήθως ἡμερῶν ἐπανάληψη
τῆς ἑορτῆς. Ἡ καθιέρωση τῆς ἀπόδοσης τῶν ἑορτῶν προέρχεται ἀπὸ
τὴν παράδοση τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ Λαοῦ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Μὲ ρητὴ
διάταξη τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, οἱ μεγάλες ἰσραηλιτικὲς ἑορτὲς διαρκοῦσαν
8 ἡμέρες. (Ἐξ. β΄[2] 5-19, Λευ. κγ΄[23] 36-39 καὶ Ἀρ. κθ΄[29] 35). Αὐτὴ τὴ
συνήθεια τὴν κληρονόμησε καὶ ἡ Ἐκκλησία στὴν λειτουργική της ζωή.
Πρώτη μαρτυρία περὶ παρατάσεως
ἑορτῆς γιὰ ὀκταήμερο στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, παρέχεται ἀπὸ τὸν
Εὐσέβιο, καὶ πρόκειται γιὰ τὰ ἐγκαίνια τῶν βασιλικῶν Τύρου καὶ Ἱεροσολύμων
(355). Ἂν καὶ πρόκειται γιὰ κάποιο ἔκτακτο γεγονός, πολὺ νωρὶς ἐπικράτησε
ἡ συνήθεια, κυρίως στὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων, νὰ παρατείνεται
ὁ ἑορτασμὸς τῶν μεγάλων ἑορτῶν τοῦ Πάσχα, τῶν Ἐπιφανείων καὶ τῆς
Πεντηκοστῆς γιὰ ὀκτὼ ἡμέρες. Ἡ πράξη τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων
γρήγορα διαδόθηκε στὴν Ἀνατολὴ καὶ τὴ Δύση. Κατὰ μίμηση τῶν ἑορτῶν
αὐτῶν καὶ οἱ νεότερες δεσποτικὲς καὶ θεομητορικὲς ἑορτὲς ἀκολουθήθηκαν
ἀπὸ ὀκταήμερο ἑορτασμό, ποὺ ὁλοκληρωνόταν μέσῳ τῆς ἀποδόσεως.
Ὀκτὼ ἡμέρες μετὰ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς 15ης Αὐγούστου, δηλαδὴ
στὶς 23 τοῦ μηνός, γίνεται ἡ «ἀπόδοσις» τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου,
δηλαδὴ ἡ πανηγυρικὴ λήξη τοῦ ἑορτασμοῦ. Ἡ εὐλαβὴς συνήθεια, ποὺ
εἶναι παράδοση στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ γιὰ ἄλλες μεγάλες ἑορτές
της υἱοθετήθηκε καὶ στὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ὄχι βέβαια
ὁμοιόμορφα καὶ ἀμέσως, ἀλλὰ σταδιακά. Ἔτσι ἡ διάρκεια τῆς ἑορτῆς
τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου γνώρισε μεγάλες διακυμάνσεις. Στὴν Ἐκκλησία
τῶν Ἱεροσολύμων ἀπεδίδετο στὶς 22, στὴ μονὴ τοῦ Στουδίου στὶς 18,
σὲ ἄλλες μονὲς τῆς Κωνσταντινουπόλεως στὶς 23, ἀλλὰ καὶ στὶς 28 Αὐγούστου,
ὅπως συνέβαινε καὶ στὸ Ἅγιο Ὅρος. Τέλος, ὁ αὐτοκράτορας Ἀνδρόνικος
Β΄ ὁ Παλαιολόγος (1282-1328) ὅρισε νὰ ἑορτάζεται ἡ ἑορτὴ αὐτὴ καθ᾿
ὅλο τὸν Αὔγουστο ἀπὸ 1η μέχρι καὶ τῆς 31ης τοῦ μήνα.
Σύμφωνα μὲ τὴν τυπικὴ διάταξη
τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν, κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς ἀπόδοσης, τῆς ἡμέρας δηλαδὴ
ποὺ κλείνει ὁ κύκλος ἑορτασμοῦ τῆς Κοιμήσεως, τελεῖται ἡ ἴδια ἀκολουθία
μὲ αὐτὴν τῆς 15ης Αὐγούστου, κάτι ποὺ συμβαίνει σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις
τῶν μεγάλων δεσποτικῶν καὶ θεομητορικῶν ἑορτῶν.
Ἡ χρονικὴ αὐτὴ παράταση τοῦ
ἑορτασμοῦ δὲν στερεῖται καὶ τοῦ ἀνάλογου θεολογικοῦ περιεχομένου.
Γιατί εἶναι, κατὰ κάποιο τρόπο, μία ὑπέρβαση τοῦ παρόντος χρόνου,
ἀλλὰ καὶ μία πρόγευση τῆς Αἰωνιότητας, ἡ ὁποία, ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος
Παῦλος, θὰ εἶναι μία χωρὶς τέλος «πανήγυρις πρωτοτόκων» (Ἑβρ.
ιβ΄[12] 23). Στὴν οὐσία κάθε ἑορτὴ εἶναι καὶ μία μυστικὴ γέφυρα ποὺ
«προάγει «ἡμᾶς εἰς τὸ πέραν» (Μρκ. Ϛ΄[6] 45), μᾶς περνάει δηλαδὴ στὴν
ἀντίπερα ὄχθη τῆς ἄχρονης βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἡ μίμηση τῶν ἁγίων εἶναι μίμηση
τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ καταλλαγὴ μὲ τὸν Θεό, τὸν συνάνθρωπο καὶ τὴ φύση εἶναι
τὸ ζητούμενο. Ἑπομένως οἱ ἑορτὲς στὶς μνῆμες τῶν ἁγίων δὲν εἶναι μόνο
ἀφορμὲς γιὰ πανηγύρεις ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἀνακαλύψει ὁ ἄνθρωπος τὴν ἀλήθεια,
ὅτι τὸ μόνο ποὺ ἀξίζει στὴν ζωὴ εἶναι ὁ ἀγώνας γιὰ τὴν ἁγιότητα.
Στὸ πρόσωπο δὲ τῆς Παναγίας συνοψίζεται ὁλόκληρη ἡ ἱστορία τῆς
σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ πορεία αὐτὴ πρὸς τὴν ἁγιότητα μέσα ἀπὸ
τὴν ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἐμπιστοσύνη σὲ Αὐτόν.
Ἡ Θεοτόκος συνέδραμε στὸ ἔργο
τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Χριστὸ σὲ ὅλη της τὴ ζωή. Καὶ μὲ τὴν
κοίμησή της καὶ τὴν μετάσταση τῆς ἔδειξε τὴ θέση ποὺ ὁ Θεὸς ἔχει ἑτοιμάσει
γιὰ κάθε πιστό. Ὡς ἐκ τούτου ἡ Παναγία συνοψίζει τὴν ἀνθρωπότητα ἐκείνη
ποὺ λέει ναὶ στὸν Θεό, ποὺ ἀναφωνεῖ πρόθυμα τὸ «γένοιτό μοι κατὰ τὸ
ρῆμά σου». Ἡ Παναγία ἀποτελεῖ πρότυπο γιὰ κάθε πιστό, ποὺ λόγῳ καὶ
ἔργῳ ὑποδέχεται τὸν Χριστὸ καὶ τὸν γεννᾶ στὴν καρδιά του. Ἡ Παναγία
εἶναι σύμβολο τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στὴν ὁποία γεννᾶται καὶ ἀναγεννᾶται
κάθε πιστός.
Ἡ Παναγία μᾶς ὁδηγεῖ καὶ συνοδεύει
πρὸς τὸν Χριστό, εἶναι ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ποὺ ἐκπλήρωσε τὸν σκοπὸ γιὰ
τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος ἔχοντας ὁδηγήτρια
τὴν Παναγία, καλεῖται νὰ μεταμορφώσει τὴ ζωή του λέγοντας «γένοιτο»
στὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ γιὰ συνεργασία μὲ στόχο τὴ μεταμόρφωση τοῦ
κόσμου καὶ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ συνεχὴς ἑορτασμὸς μέχρι
τῆς ἀποδόσεως τῆς ἑορτῆς μᾶς καλεῖ καὶ ἐμᾶς νὰ ἀντλήσουμε ὅλα ἐκεῖνα
τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴν πνευματική μας ζωὴ ἐφόδια ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴ
στάση τῆς Παναγίας μας.
Ἡ Θεοτόκος καθίσταται ἡ Μάνα
Παναγιά, ἡ Μητέρα τῆς οἰκουμένης. Μὲ τὴ ζωή της μᾶς ἔδειξε τὸν δρόμο
τοῦ πνευματικοῦ πεπρωμένου τοῦ ἀνθρώπου, γίνεται γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ
ἐμᾶς πηγὴ ἀγάπης καὶ ἐλπίδα προστασίας.
ΠΗΓΗ:
https://www.pemptousia.gr/2019/08/i-apodosi-tis-eortis-tis-kimiseos-tis-theotokou/
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου