ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
Ε΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(25 ΜΑΡΤΙΟΥ 2018)
(ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ)
Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΚΑΙ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙΑΣ
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ)
Ἀδελφοί, ὁ ἁγιάζων καὶ οἱ ἁγιαζόμενοι ἐξ ἑνὸς
πάντες· δι᾿ ἣν αἰτίαν οὐκ ἐπαισχύνεται ἀδελφοὺς αὐτοὺς καλεῖν, λέγων·
«Ἀπαγγελῶ τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω
σε»· καὶ πάλιν· «Ἐγὼ ἔσομαι πεποιθὼς ἐπ᾿ αὐτῷ»· καὶ πάλιν· «Ἰδοὺ ἐγὼ
καὶ τὰ παιδία ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός». Ἐπεὶ οὖν «τὰ παιδία» κεκοινώνηκε
σαρκὸς καὶ αἵματος, καὶ αὐτὸς παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν, ἵνα
διὰ τοῦ θανάτου καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι
τὸν διάβολον, καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς
τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας. Οὐ γὰρ δήπου ἀγγέλων ἐπιλαμβάνεται,
ἀλλὰ «σπέρματος ᾿Αβραὰμ» ἐπιλαμβάνεται. Ὅθεν ὤφειλε κατὰ πάντα
τοῖς ἀδελφοῖς ὁμοιωθῆναι, ἵνα ἐλεήμων γένηται καὶ πιστὸς ἀρχιερεὺς
τὰ πρὸς τὸν Θεόν, εἰς τὸ ἱλάσκεσθαι τὰς ἁμαρτίας τοῦ λαοῦ. Ἐν ᾧ γὰρ πέπονθεν
αὐτὸς πειρασθείς, δύναται τοῖς πειραζομένοις βοηθῆσαι.
(Ἑβρ.
β΄[2] 11 – 18)
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ
1. Σκιρτᾶ καὶ ἀγάλλεται ἡ Χριστιανοσύνη
σήμερα. «Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ», ὁ Μονογενὴς
τοῦ Πατρός, «υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται».
Πραγματοποιεῖ τὸ «κεφάλαιον»,
τὸ πρῶτο, τό βασικὸ ἔργο «τῆς σωτηρίας
ἡμῶν». Συγκαταβαίνει καὶ γίνεται ἕνα μέ μᾶς, γίνεται ἀδελφός
μας, ὥστε νὰ μᾶς ἁγιάσει καὶ νὰ μᾶς ἀνυψώσει στόν οὐρανό.
«Ὁ ἁγιάζων καί οἱ ἁγιαζόμενοι ἐξ ἑνός πάντες» –
ἀναλύει τὸ
μυστήριο ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος. Ἀπὸ ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν Θεὸν Πατέρα ἔχουν τὴν προέλευση οἱ ἄνθρωποι – ὡς πλάσματα τοῦ Θεοῦ –
πού ἁγιάζονται, καί ὁ Κύριος Ἰησοῦς – ὡς
Μονογενής Υἱός τοῦ Πατρὸς – πού ἁγιάζει.
Γι᾿ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο «οὐκ ἐπαισχύνεται»,
δὲ διστάζει καὶ δὲ ντρέπεται
νὰ ὀνομάζει
τούς εὐτελεῖς ἀνθρώπους
ἀδελφοὺς Του καί νά λέγει σέ προφητικὰ
χωρία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: «Ἀπαγγελῶ τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου», θὰ φανερώσω καί θά διακηρύξω τὸ ἅγιο
Ὄνομά Σου, Πατέρα μου, στούς ἀδελφούς
μου, «ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε», μπροστὰ σὲ πολυπληθεῖς συνάξεις θὰ προβάλω
τὸ μεγαλεῖο Σου.
Καί ἀλλοῦ πάλι, δείχνοντας ὅτι πραγματικά ἔγινε ἄνθρωπος, λέγει: «Ἐγώ θά
στηρίζω ὡς ἄνθρωπος ὅλη τὴν πεποίθησή
μου στὸν Θεό». Καὶ ἀλλοῦ: «Ἰδοὺ ἐγώ καί τὰ παιδία, ἃ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός». Ἰδού, βρίσκομαι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, πού μοῦ τοὺς ἀνέθεσε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ
τοὺς βοηθήσω καὶ νὰ γίνουν τέκνα Του.
Ἐφ᾿ ὅσον δὲ «τὰ παιδία», τὰ μικρὰ καί ἀδύναμα αὐτὰ
πλάσματα, «κεκοινώνηκε σαρκὸς καί
αἵματος», ἦσαν
ὑπάρξεις ἀπὸ σάρκα κι αἷμα, «καί αὐτός», ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ,
«παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν», δέχθηκε καί ἀνέλαβε τὴν ἴδια
ἀκριβῶς ἀσθενῆ φύση καί βρέθηκε στίς ἴδιες ταπεινὲς συνθῆκες, μὲ
μόνη διαφορὰ ὅτι
Ἐκεῖνον οὔτε Τὸν
ἄγγισε κἄν ἡ ἁμαρτία.
Τὴν ὥρα λοιπόν, πού ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ εὐαγγελίσθηκε τὴν ἐνανθρώπηση
τοῦ Θεοῦ Λόγου, πραγματοποιήθηκε ἱστορικό, μοναδικὸ καί συγκλονιστικὸ γεγονὸς γιὰ τὸ ἀνθρώπινο
γένος, ἀλλά καὶ τὴ σύμπασα δημιουργία. Ἄρχισε «ἡ φανέρωσις τοῦ ἀπ᾿ αἰῶνος μυστηρίου». Ἔκλιναν
οἱ οὐρανοί, γιὰ νὰ ἔλθει στὴ γῆ ὡς ἄνθρωπος
ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ κι ἔτσι ν᾿ ἀνυψωθοῦν
οἱ ἄνθρωποι καί νὰ γίνουν κι ἐκεῖνοι «υἱοί», «τέκνα» καί «κληρονόμοι»
Θεοῦ.
Ἀλλ᾿ ὅσο καί ἂν ὁ νοῦς μας μένει ἔκθαμβος καὶ ἄφωνος, ἡ καρδιὰ αὐθόρμητα πανηγυρίζει καὶ ἀγάλλεται. Στρέφεται πρὸς
τὴν Πάναγνο Κόρη, πού πρόσφερε χῶρο κατάλληλο, ἄσπιλο καὶ θεοπρεπῆ, τὴν
ὕπαρξή της, καὶ τὴν μεγαλύνει καὶ τὴν εὐγνωμονεῖ. «Χαῖρε,
κεχαριτωμένη», ἀναφωνεῖ
μὲ
εὐφροσύνη τὸν ἔνθεο
χαιρετισμὸ τοῦ Ἀρχαγγέλου. «Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί».
Παράλληλα καὶ πρὸς ὅλη
τὴν
οἰκουμένη στρέφεται μὲ ἐνθουσιασμὸ καί προσκαλεῖ ψάλλοντας: «Εὐαγγελίζου, γῆ, χαρὰν μεγὰλην», μίλησε λοιπόν, γῆ,
γιὰ τὴ μεγάλη χαρὰ πού ζεῖς, διακήρυξε τὸ μοναδικὸ γεγονός, πού βλέπεις νὰ συμβαίνει. «Αἰνεῖτε,
οὐρανοί, Θεοῦ τὴν δόξαν»· καὶ σεῖς, τὰ ἄστρα
καὶ
οἱ γαλαξίες καὶ προπαντὸς οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι, ἑνῶστε
τὶς
φωνὲς μαζί μας, γιὰ ν' ἀνυμνήσουμε
τὴν ἄπειρη τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπία καὶ ἀγάπη.
Μέσα δὲ σ᾿
αὐτή τὴν ἔκρηξη
τῆς
χαρᾶς οἱ Χριστιανοὶ σπεύδουν μὲ
πόθο νὰ δεχθοῦν αὐτὸν τὸν
συγκαταβαίνοντα Υἱό τοῦ Θεοῦ, νὰ
γίνουν μὲ τὴ θεία Κοινωνία Χριστοφόροι. Καὶ συναισθανόμενοι ζωηρὰ τὴ γλυκύτητα τῆς
υἱοθεσίας, ἀπολαμβάνουν
συγχρόνως καὶ τὸ πολύτιμο δώρημα τῆς
ψυχικῆς ἐλευθερίας.
Μήπως καὶ αὐτὸ δὲν ἦταν μέσα
στὸ βασικὸ σκοπὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου;
2. Ἀνέλαβε τὴν ἀσθενῆ
μας φύση, ὥστε νὰ μπορέσει ἀκριβῶς νὰ συναντήσει τόν θάνατο, τὸ μέγιστο αὐτὸ ἐχθρό μας,
καὶ νὰ τὸν συντρίψει. Μὲ τὸν τρόπο δὲ αὐτὸ κατώρθωσε νὰ «καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου», δηλαδὴ τὸν
διάβολο, πού μέχρι τότε αὐτὸς κυριαρχοῦσε σὲ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Καὶ
εἶναι ἀλήθεια
ὅτι πρίν ἀπό τή θεία Ἐνανθρώπηση ὅλοι
οἱ ἄνθρωποι κατακρατοῦνταν σὲ φοβερὴ σκλαβιὰ ἀγωνίας καὶ ἄγχους
ἀπὸ τὸ
φόβο τοῦ θανάτου. Ὁ Υἱός τῆς Παρθένου ὅμως μᾶς ἀπάλλαξε
ἀπὸ τὸν ἀπαίσιο ἐκεῖνο τύραννο καί μᾶς
χάρισε τὴν ἐλευθερία.
Ἐπειδὴ
δὲ ἀκριβῶς ἐπρόκειτο
ἐμᾶς, τοὺς
φτωχοὺς ἀνθρώπους, νὰ βοηθήσει καί ὄχι βέβαια
ἀγγέλους, γι᾿ αὐτὸ δέχθηκε νὰ
περιβληθεῖ τή θνητὴ ἀνθρώπινη
φύση, «ἐπιλαμβάνεται σπέρματος Ἀβραάμ». Ἐξομοιώνεται «κατὰ πάντα τοῖς ἀδελφοῖς» καί
μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν ἀναδεικνύεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὑπέροχος ἐκπρόσωπος καί μεσίτης τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, Ἀρχιερέας ἐξαίρετος πού θετικὰ ἐξαλείφει τὶς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ. Συγχρόνως δὲ καί «ἐλεήμων»
ἀρχιερέας, γεμᾶτος κατανόηση καί συμπόνια πρὸς αὐτό τό λαό Του. Διότι, καθὼς γεύθηκε καί Ἐκεῖνος
πειρασμούς, παθήματα καί θάνατο, μπορεῖ μὲ
πολλὴ στοργὴ νὰ βοηθεῖ ὅλους τούς ἀνθρώπους, πού δοκιμάζονται στὴ
ζωή.
Ὁ Εὐαγγελισμὸς λοιπὸν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου σήμανε γιὰ τὸ ἀνθρώπινο
γένος τήν ἐλευθερία. Μέχρι τότε
βασίλευε παντοῦ ὁ θάνατος. Αὐτὴ ἦταν ἡ μόνη πρόβλεψη πού μποροῦσε νὰ
κάμει κανείς γιά τό μέλλον. Ἀγωνία καὶ
φόβος, ταραχὴ καί
ἄγχος κυριαρχοῦσε παντοῦ. Ὁ δὲ διάβολος μὲ
φόβητρο τοῦ θανάτου σὰν
μὲ ἄλλη
βουκέντρα ἔσπρωχνε τοὺς ἀνθρώπους ἀκόμη
περισσότερο νὰ ἁμαρτάνουν, τάχα γιὰ νὰ
προλάβουν νὰ χαροῦν τὴ ζωὴ αὐτή. Κι ἔτσι τούς καταντοῦσε
ὅλο καί πιό θλιβεροὺς δούλους του.
Ἀλλ᾿ ἤδη ὁ
ἔνδοξος
Ἀρχάγγελος «εὐαγγελίζεται»,
φέρνει μηνύματα αἰσιοδοξίας καί χαρᾶς γιὰ ὅλο
τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἀναγγὲλλει τήν ἔλευση τοῦ κοσμοπόθητου Λυτρωτοῦ πού χαρίζει τὴν ἄφεση
καί τή ζωὴ καί τήν ἐλευθερία.
Δόξα τῷ
Θεῷ. Αὐτή τὴν ἐλευθερία
τῆς ψυχῆς τὴν ἔχουμε
γευθεῖ οἱ Χριστιανοί. Ὁ «Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης», ὁ
Χριστός, ἔδιωξε τά σκοτάδια ἀπ᾿
τὴ ζωή μας, διέλυσε σάν ἱστοὺς ἀράχνης τὶς ἁλυσίδες, γκρέμισε τίς φυλακές. Δεισιδαιμονίες, φοβίες
καί ἄγχη, κακίες, μίση καί πάθη, ποικίλες δουλοπρέπειες καί ἐνοχὲς δὲν ὑπάρχουν
πιά.
Ὅμως, μὴ λησμονοῦμε ὅτι ὁ ἀγῶνας ἀκόμη δὲν τελείωσε. Εἴμεθα ἀκόμη «πειραζόμενοι». Ὁ ἐχθρός
τῆς ψυχῆς μας λυσσᾶ καί προσπαθεῖ πάλι
νὰ μᾶς κυριεύσει. Κι ἐνόσω ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς μας, ὁ «ἐλεήμων καί πιστός»,
σπεύδει σὲ βοήθειά μας, ἐμεῖς χρειάζεται πολὺ ν' ἀγωνιζόμαστε καί νὰ ἐπαγρυπνοῦμε.
Κυρίως νὰ προσέξουμε τὴν
εὐμάρεια, τὸ ὑλιστικὸ
πνεῦμα, πού σήμερα ἔχουν κυριαρχήσει
στὴν
κοινωνία καί ἀποτελοῦν
τό δόλωμα τοῦ διαβόλου γιὰ μιὰ νέα σκλαβιά. Αὐτὰ ἐνσταλάζουν στὶς ψυχὲς ἀργά τό ναρκωτικό τῆς φιλοζωίας καὶ ὀλιγοπιστίας,
γιά νά χαλκεύσουν στὴ συνέχεια φριχτὰ τά δεσμά. Πάθη πλεονεξίας, φιλοζωίας
καί ἀτομισμοῦ προβάλλουν. Ἀκόρεστη δίψα
τροφῆς καί ἀνέσεων καὶ ἡδονῶν
ἐπικρατοῦν. Ἐνῶ μιά
νέα θλιβερὴ εἰδωλολατρία ἐγκαθιδρύεται ἀπειλητικά.
Ἀλλ' ὄχι.
Τὸ δῶρο, πού μᾶς ἐχάρισε ὁ Χριστός, θὰ τὸ κρατήσουμε ἀκέραιο.
Ἰδιαίτερα
ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, πού παραλάβαμε ἀπό τους
ἀγωνιστὲς
τοῦ ᾿21
πολύτιμη παρακαταθήκη ἐλευθερίας, ἔχουμε χρέος ν᾿ ἀποκρούσουμε δυναμικά
τους νέους τυράννους, νὰ μείνουμε ἀδούλωτοι, ἀπροσκύνητοι, δυνατοί. Ν᾿ ἀναμετρήσουμε τὴν εὐθύνη μας ἀπέναντι στὴν Ἱστορία
καὶ τὶς μελλοντικὲς γενιὲς καὶ νὰ ὑπερασπισθοῦμε
σθεναρὰ τὰ ἑλληνορθόδοξα
ἰδανικά μας, διατηρώντας ἀλώβητη τὴν ἐλευθερία
τῆς
ψυχῆς, πού μᾶς χάρισε ὁ Χριστός.
Κι ἔτσι νὰ μένουμε πάντα ἑνωμένοι μέσα
στὴ χαρὰ καὶ τὸ φῶς τῆς μεγάλης ἡμέρας τοῦ Εὐαγγελισμοῦ.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο
τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ)
Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις
συνέλαβεν ᾿Ελισάβετ ἡ γυνὴ Ζαχαρίου, καὶ περιέκρυβεν ἑαυτὴν μῆνας
πέντε, λέγουσα· Ὅτι οὕτω μοι πεποίηκεν ὁ Κύριος ἐν ἡμέραις, αἷς ἐπεῖδεν
ἀφελεῖν τὸ ὄνειδός μου ἐν ἀνθρώποις. ᾿Εν δὲ τῷ μηνὶ τῷ ἕκτῳ, ἀπεστάλη
ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς πόλιν τῆς Γαλιλαίας, ᾗ ὄνομα Ναζαρέτ,
πρὸς παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρί, ᾧ ὄνομα ᾿Ιωσήφ, ἐξ οἴκου Δαυΐδ,
καὶ τὸ ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ. Καὶ εἰσελθὼν ὁ Ἄγγελος πρὸς αὐτὴν,
εἶπε· Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν.
Ἡ δὲ ἰδοῦσα, διεταράχθη ἐπὶ τῷ λόγῳ αὐτοῦ, καὶ διελογίζετο ποταπὸς
εἴη ὁ ἀσπασμὸς οὗτος. Καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος αὐτῇ· Μὴ φοβοῦ, Μαριάμ· εὗρες
γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ. Καὶ ἰδοὺ, συλλήψῃ ἐν γαστρὶ, καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ
καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ ᾿Ιησοῦν. Οὗτος ἔσται μέγας καὶ Υἱὸς Ὑψίστου
κληθήσεται, καὶ δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνον Δαυῒδ τοῦ πατρὸς
αὐτοῦ, καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν οἶκον ᾿Ιακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας, καὶ τῆς
βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος. Εἶπε δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν Ἄγγελον·
Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω; Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἄγγελος
εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα ῞Αγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ, καὶ δύναμις ὑψίστου
ἐπισκιάσει σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἐκ σοῦ ἅγιον, κληθήσεται Υἱὸς
Θεοῦ. Καὶ ἰδοὺ ᾿Ελισάβετ ἡ συγγενής σου, καὶ αὐτὴ συνειληφυῖα υἱὸν
ἐν γήρει αὐτῆς, καὶ οὗτος μὴν ἕκτος ἐστὶν αὐτῇ τῇ καλουμένῃ στείρᾳ·
ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ῥῆμα. Εἶπε δὲ Μαριάμ· Ἰδοὺ ἡ δούλη
Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου. Καὶ ἀπῆλθεν ἀπ᾿ αὐτῆς ὁ Ἄγγελος.
(Λουκ.
α΄[1] 24-38)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ὕστερα
ἀπὸ τὶς ἡμέρες αὐτὲς ἔμεινε ἔγκυος ἡ σύζυγος τοῦ Ζαχαρία, ἡ Ἐλισάβετ,
καὶ ἐπὶ πέντε μῆνες ἀπὸ συστολὴ ἔκρυβε μὲ ἐπιμέλεια τὴν ἐγκυμοσύνη
της. Ὅταν ὅμως πλέον δὲν μποροῦσε νὰ κρυφτεῖ, ἔλεγε σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἤθελαν
νὰ τὴν συγχαροῦν: Μοῦ ἔκανε αὐτὸ τὸ καλὸ ὁ Θεὸς ἔτσι, σὲ περασμένη ἡλικία,
τίς ἡμέρες αὐτὲς ποὺ ἐπέβλεψε μὲ εὐμένεια σὲ μένα γιὰ νά μοῦ ἀφαιρέσει
τὴ ντροπὴ ποὺ ἔνιωθα ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους ἐξαιτίας τῆς στειρότητας
καὶ τῆς ἀτεκνίας μου. Τὸν ἕκτο μήνα τῆς ἐγκυμοσύνης τῆς Ἐλισάβετ ἔστειλε
ὁ Θεὸς τὸν ἀρχάγγελο Γαβριὴλ σὲ μία πόλη τῆς Γαλιλαίας ποὺ λεγόταν
Ναζαρέτ, σὲ μία παρθένα κόρη ποὺ ἦταν ἀρραβωνιασμένη μ᾿ ἕναν ἄνδρα
ποὺ λεγόταν Ἰωσήφ. Ἡ παρθένος αὐτή κόρη καταγόταν ἀπὸ τὴ γενιὰ τοῦ
Δαβίδ, καὶ τὸ ὄνομά της ἦταν Μαριάμ. Μόλις μπῆκε ὁ ἄγγελος στὸ δωμάτιό
της, τῆς εἶπε: Χαῖρε σύ, ποὺ εἶσαι προικισμένη ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ πολλές
καὶ ἐξαιρετικὲς χάριτες. Ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου, κι αὐτὸς σὲ γέμισε
μὲ τὶς χάριτές του. Ἔχεις εὐλογηθεῖ ἐσύ ὅσο καμία ἄλλη γυναίκα. Αὐτὴ
ὅμως, ὅταν εἶδε τὸν ἄγγελο, ταράχθηκε πολύ ἀπ᾿ τὸ λόγο ποὺ τῆς εἶπε
καὶ σκεπτόταν μέσα της ποιὰ σημασία καὶ ποιὸ σκοπὸ νὰ εἶχε ἄραγε ὁ
χαιρετισμός αὐτός. Κι ὁ ἄγγελος τῆς εἶπε: Μὴ φοβᾶσαι, Μαριάμ, ἀλλά
νὰ χαίρεσαι, διότι ὁ Θεὸς σὲ ἔκρινε ἄξια νὰ δεχθεῖς τήν ἐξαιρετική
εὔνοια καὶ χάρη του. Καὶ νὰ ποιὰ εἶναι ἡ ἐξαιρετικὴ χάρη ποὺ δὲν τήν
ἔλαβε ποτὲ καμία ἄλλη γυναίκα ἀλλά ἐσύ μόνο ἀξιώθηκες νὰ λάβεις:
Θὰ συλλάβεις στὴν κοιλιά σου καὶ θὰ γεννήσεις υἱὸ καὶ θὰ τοῦ δώσεις τὸ ὄνομα
«Ἰησοῦς». Αὐτὸς θὰ εἶναι μεγάλος
καὶ λόγῳ τῆς ἁγιότητος καί λόγῳ τοῦ ἀξιώματός του. Κι ἐνῶ μὲ τὴν ἐνανθρώπησή
του θὰ γίνει τέλειος ἄνθρωπος, θὰ ἀναγνωρισθεῖ ὅτι εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ
Θεοῦ, ποὺ εἶναι ὑψηλότερος καὶ ἀνώτερος ἀπ᾿ ὅλα καὶ ἐξουσιάζει τὰ
πάντα. Καὶ θὰ τὸν ἀνυψώσει ὁ Κύριος ὁ Θεὸς καὶ ὡς ἄνθρωπο. Θὰ τοῦ δώσει
τὸν θρόνο τοῦ προπάτορά του Δαβίδ. Καὶ θὰ βασιλεύσει αἰώνια ὡς ἀθάνατος
καὶ παντοτινὸς ἀρχιερέας καὶ βασιλιὰς στοὺς πιστοὺς ὅλων τῶν γενεῶν,
οἱ ὁποῖοι θὰ ἀποτελοῦν τὴν πνευματικὴ καὶ ἀληθινὴ οἰκογένεια τοῦ
Ἰακώβ· καὶ ἡ βασιλεία του δὲν θὰ ἔχει τέλος, ὅπως ἡ βασιλεία τῶν ἐπίγειων
βασιλέων, ἀλλά θὰ εἶναι ἀτελείωτη καὶ παντοτινή, ἐπειδὴ θὰ εἶναι
θεϊκή. Εἶπε τότε ἡ Μαριὰμ στὸν ἄγγελο: Πῶς θὰ γίνει τὸ πρωτοφανὲς
καὶ πρωτάκουστο αὐτὸ μυστήριο καὶ πῶς θὰ συλλάβω καὶ θὰ γεννήσω, ἀφοῦ
δὲν ἔχω συζυγικὴ σχέση μὲ ἄνδρα; Καὶ ὁ ἄγγελος τῆς ἀποκρίθηκε: Θὰ
ἔλθει σὲ σένα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Αὐτὸ θὰ σὲ καθαρίσει ἀπὸ τὸ προπατορικὸ
ἁμάρτημα καὶ θὰ σὲ ἐξαγιάσει. Καὶ ἡ δύναμη τοῦ Ὑψίστου θὰ ρίξει τὴ
δημιουργικὴ καὶ προστατευτικὴ σκέπη της πάνω σου. Γι᾿ αὐτό καὶ τὸ ἀπολύτως
ἀναμάρτητο καὶ ἅγιο βρέφος ποὺ θὰ γεννηθεῖ μὲ τὸν ὑπερφυσικὸ αὐτὸ
τρόπο, θὰ ἀναγνωρισθεῖ ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καὶ γιὰ νὰ
βεβαιωθεῖς ὅτι θὰ γίνει πραγματικὰ τὸ μεγάλο αὐτὸ θαῦμα σὲ σένα,
σοῦ γνωστοποιῶ κι ἕνα ἄλλο, μικρότερο βέβαια θαῦμα, τὸ ὁποῖο ὅμως
δὲν θὰ τὸ περίμενες. Ἰδού, ἡ συγγενής σου Ἐλισάβετ ἔχει συλλάβει κι
αὐτὴ ἕνα ἀγόρι στὴ γεροντική της ἡλικία. Καὶ βρίσκεται στὸν ἕκτο
μήνα τῆς ἐγκυμοσύνης της αὐτή, ποὺ τὴν ἀποκαλοῦσαν ὅλοι ἕως τώρα
στείρα. Κι ὅμως τώρα εἶναι ἔγκυος, διότι κανένα πράγμα δὲν εἶναι ἀδύνατο
στὸν Θεό, κάθε τί θαυμαστὸ καὶ καταπληκτικὸ ποὺ ὁ ἀσθενὴς ἄνθρωπος
θὰ ἰσχυριζόταν ὅτι εἶναι ἀνώτερο ἀπὸ τὶς δυνάμεις του. Τότε εἶπε
ἡ Μαριάμ: Ἰδοὺ εἶμαι ἡ δούλη τοῦ Κυρίου, πρόθυμη νὰ ὑπηρετήσω τὶς
βουλές του. Μακάρι νὰ γίνει σὲ μένα ὅπως τὸ εἶπες. Καὶ μόλις εἶπε αὐτὰ
τὰ λόγια, μὲ τὰ ὁποῖα ἐκδήλωσε ταπεινὰ τὴν ὑποταγή της στὸ θέλημα
τοῦ Θεοῦ καὶ ἐμπιστεύθηκε τὸν ἑαυτό της στὴν πρόνοιά του, ἔφυγε ἀπ᾿
αὐτὴν ὁ ἄγγελος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου