Σάββατο 4 Απριλίου 2020

Ε΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ). ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ



ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
Ε΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(5 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2020)
(ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ)


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀ­δελ­φοί,  Χρι­στὸς πα­ρα­γε­νό­με­νος ἀρ­χι­ε­ρεὺς τν μελ­λόν­των ἀ­γα­θῶν δι τς με­ί­ζο­νος κα τε­λει­ο­τέ­ρας σκη­νῆς, ο χει­ρο­ποι­ή­του, τοῦ­τ' ἔ­στιν ο τα­ύ­της τς κτί­σε­ως, οὐ­δὲ δι' αἵ­μα­τος τρά­γων κα μό­σχων, δι δ το ἰ­δί­ου αἵ­μα­τος εἰ­σῆλ­θεν ἐ­φά­παξ ες τ Ἅ­για, αἰ­ω­νί­αν λύ­τρω­σιν εὑ­ρά­με­νος. Ε γρ τ αἷ­μα ταύ­ρων κα τρά­γων κα σπο­δὸς δα­μά­λε­ως ῥαν­τί­ζου­σα τος κε­κοι­νω­μέ­νους ἁ­γι­ά­ζει πρς τν τς σαρ­κὸς κα­θα­ρό­τη­τα, πό­σῳ μᾶλ­λον τ αἷ­μα το Χρι­στοῦ, ς δι Πνε­ύ­μα­τος αἰ­ω­νί­ου ἑ­αυ­τὸν προ­σή­νεγ­κεν ἄ­μω­μον τ Θε­ῷ, κα­θα­ρι­εῖ τν συ­νε­ί­δη­σιν ὑ­μῶν ἀ­πὸ νε­κρῶν ἔρ­γων ες τ λα­τρε­ύ­ειν Θε­ῷ ζῶν­τι;
                                                     (Ἑβρ. θ΄[9] 11 - 14)
ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΛΥΤΡΩΤΟΥ
«To αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ ... κα­θα­ρι­εῖ τὴν συ­νεί­δη­σιν ὑ­μῶν 
ἀ­πὸ νε­κρῶν ἔρ­γων»
Ἤ­δη φθά­νου­με πρὸς τὸ τέ­λος τῆς Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς καὶ μό­λις λί­γες ἡ­μέ­ρες μᾶς χω­ρί­ζουν ἀ­πὸ τὴν Ἁ­γί­α καὶ Με­γά­λη Ἑ­βδο­μά­δα, κα­τὰ τὴν ὁ­ποί­α θὰ προ­σκυ­νή­σου­με τὰ ἄ­χραν­τα Πά­θη τοῦ Κυ­ρί­ου, ἀ­φοῦ πρῶ­τα κα­θα­ρί­σου­με τὴν καρ­διά μας ἀ­πὸ τὴ δυ­σω­δί­α τῆς ἁ­μαρ­τί­ας.
Ἡ συ­νεί­δη­σή μας μᾶς βε­βαι­ώ­νει ὅ­τι εἴ­μα­στε ἔ­νο­χοι, τὸ ση­με­ρι­νὸ Ἀ­πο­στο­λι­κὸ ἀ­νά­γνω­σμα ὅ­μως μᾶς δί­νει θάρ­ρος καὶ ἐλ­πί­δα. Προ­βάλ­λον­τας τὸ ἀ­σύγ­κρι­το με­γα­λεῖ­ο της θυ­σί­ας τοῦ Κυ­ρί­ου ὁ θε­ο­φώ­τι­στος Ἀ­πό­στο­λος μᾶς το­νί­ζει ὅ­τι τὸ αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ «κα­θα­ρι­εῖ τὴν συ­νεί­δη­σιν ἡ­μῶν ἀ­πὸ νε­κρῶν ἔρ­γων εἰς τὸ λα­τρεύ­ειν Θε­ῷ ζών­τι»· δη­λα­δὴ θὰ κα­θα­ρί­σει τὴ συ­νεί­δη­σή μας ἀ­πὸ τὰ ἔρ­γα τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, ποὺ φέρ­νουν στὴν ψυ­χὴ νέ­κρω­ση, καὶ θὰ μᾶς ἀ­ξι­ώ­σει νὰ λα­τρεύ­ου­με ἀ­ξί­ως τὸν ζων­τα­νὸ Θε­ό.
Ἂς δοῦ­με λοι­πὸν ποι­ὰ εἶ­ναι ἡ δύ­να­μη τοῦ Αἵ­μα­τος τοῦ Κυ­ρί­ου καὶ πῶς αὐ­τὸ μᾶς κα­θα­ρί­ζει ἀ­πὸ κά­θε ἁ­μαρ­τί­α.
1. Ἡ ἀ­σύγ­κρι­τη δύ­να­μή του
Ἀ­νέ­κα­θεν ὁ ἄν­θρω­πος αἰ­σθα­νό­ταν τὸ βά­ρος τῆς ἐ­νο­χῆς ἀ­πὸ τὴν ἁ­μαρ­τί­α. Οἱ τύ­ψεις τῆς συ­νει­δή­σε­ως δὲν ἄ­φη­ναν τὴν ψυ­χή του νὰ εἰ­ρη­νεύ­σει. Γι᾿ αὐ­τὸ στὰ πρὸ Χρι­στοῦ χρό­νια τό­σο οἱ εἰ­δω­λο­λά­τρες ὅ­σο καὶ οἱ Ἰ­ου­δαῖ­οι προ­κει­μέ­νου νὰ ἐ­πι­τύ­χουν τὴν ἐ­ξι­λέ­ω­σή τους, πρό­σφε­ραν θυ­σί­ες ζώ­ων. Ὅ­πως ση­μει­ώ­νει ὅ­μως ὁ Ἀ­πό­στο­λος, εἶ­ναι «ἀ­δύ­να­τον αἷ­μα ταύ­ρων καὶ τρά­γων ἀ­φαι­ρεῖν ἁ­μαρ­τί­ας» (Ἑ­βρ. ι΄[10] 4). Ἂν κά­τι μπο­ρεῖ νὰ ἐ­ξα­γνί­σει τὸν ἐ­σω­τε­ρι­κό μας κό­σμο καὶ νὰ κα­θα­ρί­σει τὴ συ­νεί­δη­σή μας, αὐ­τὸ εἶ­ναι τὸ αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ, ποὺ χύ­θη­κε πά­νω στὸν Σταυ­ρὸ «ὑ­πὲρ τῆς τοῦ κό­σμου ζω­ῆς καὶ σω­τη­ρί­ας».
Για­τί; Πρῶ­τον δι­ό­τι τὸ αἷ­μα αὐ­τὸ εἶ­ναι αἷ­μα τοῦ ἐν­τε­λῶς ἀ­θώ­ου καὶ ἀ­να­μαρ­τή­του Κυ­ρί­ου Ἰ­η­σοῦ, ὁ Ὁ­ποῖ­ος «ἁ­μαρ­τί­αν οὐκ ἐ­ποί­η­σεν, οὐ­δὲ εὑ­ρέ­θη δό­λος ἐν τῷ στό­μα­τι αὐ­τοῦ» (Α΄ Πέ­τρ. β΄[2] 22).
Δεύ­τε­ρον αὐ­τὸ ποὺ προσ­δί­δει ἄ­πει­ρη ἀ­ξί­α καὶ δύ­να­μη στὴ θυ­σί­α τοῦ Κυ­ρί­ου εἶ­ναι τὸ γε­γο­νὸς ὅ­τι θυ­σι­ά­ζε­ται ὁ ἴ­διος ὁ Θε­ός, καὶ συ­νε­πῶς τὸ αἷ­μα αὐ­τὸ εἶ­ναι αἷ­μα Θε­οῦ! Εἶ­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὸς ὁ λό­γος ποὺ χρη­σι­μο­ποι­εῖ ὁ ἱ­ε­ρὸς ὑ­μνο­γρά­φος γιὰ νὰ δι­α­τυ­πώ­σει τὸ ἀ­σύλ­λη­πτο μυ­στή­ριο: «Αἵ­μα­τι Θε­οῦ ὁ ἰ­ὸς τοῦ ὄ­φε­ως ἀ­πο­πλύ­νε­ται» (Δο­ξα­στι­κὸ Ἑ­σπε­ρι­νοῦ Ἑ­ορ­τῆς Ὑ­ψώ­σε­ως Τι­μί­ου Σταυ­ροῦ)· δη­λα­δὴ μὲ αἷ­μα Θε­οῦ ξε­πλέ­νε­ται τὸ δη­λη­τή­ριο τοῦ ἀρ­χαί­ου ὄ­φε­ως (τοῦ δι­α­βό­λου).
«Τοῦ­το τὸ αἷ­μα ἐκ­χυ­θὲν πᾶ­σαν τὴν οἰ­κου­μέ­νην ἐ­ξέ­πλυ­νε», γρά­φει ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος (PG 59,261). Καὶ ὁ ἅ­γιος Γρη­γό­ριος ὁ Θε­ο­λό­γος ὑ­πο­γραμ­μί­ζον­τας τὴν ἀ­τί­μη­τη ἀ­ξί­α του ση­μει­ώ­νει: Λί­γες ρα­νί­δες τοῦ τι­μί­ου αἵ­μα­τος τοῦ Κυ­ρί­ου ἀ­να­πλάτ­τουν ὅ­λο τὸν κό­σμο (PG 36,664).
2. Πῶς μᾶς κα­θα­ρί­ζει
Πραγ­μα­τι­κὰ τὸ αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ εἶ­ναι αὐ­τὸ τὸ ὁ­ποῖ­ο «κα­θα­ρί­ζει ἡ­μᾶς ἀ­πὸ πά­σης ἁ­μαρ­τί­ας» (Α΄Ἰ­ω. α΄[1] 7), ὅ­πως ση­μει­ώ­νει ὁ ἱ­ε­ρὸς εὐ­αγ­γε­λι­στὴς Ἰ­ω­άν­νης.
Πῶς γί­νε­ται αὐ­τό; Γί­νε­ται διὰ τῶν Μυ­στη­ρί­ων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας. Ἔ­τσι, κά­θε φο­ρὰ ποὺ προ­σερ­χό­μα­στε μὲ εἰ­λι­κρι­νῆ με­τά­νοι­α στὸ Μυ­στή­ριο τῆς ἱ­ε­ρᾶς Ἐ­ξο­μο­λο­γή­σε­ως, ἡ ψυ­χή μας λού­ζε­ται μὲ τὸ αἷ­μα τῆς θυ­σί­ας τοῦ Κυ­ρί­ου καὶ γί­νε­ται πεν­τα­κά­θα­ρη καὶ ὁ­λο­φώ­τει­νη, πιὸ λευ­κὴ κι ἀ­πὸ τὸ χι­ό­νι! Καὶ στὸ Μυ­στή­ριο τῆς θεί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας, ποὺ κοι­νω­νοῦ­με Σῶ­μα καὶ Αἷ­μα Χρι­στοῦ «εἰς ἄ­φε­σιν ἁ­μαρ­τι­ῶν καὶ εἰς ζω­ὴν αἰ­ώ­νιον», ὁ­λο­κλη­ρώ­νε­ται τὸ θαῦ­μα τοῦ κα­θα­ρι­σμοῦ τῶν ἁ­μαρ­τι­ῶν μας. Τό­τε πραγ­μα­τι­κὰ ἀ­πο­λαμ­βά­νου­με ζω­ὴ εἰ­ρη­νι­κή, μὲ ἤ­ρε­μη καὶ ἀ­νέ­νο­χη συ­νεί­δη­ση, μὲ χα­ρὰ καὶ ἀ­νά­παυ­ση στὴν ψυ­χή μας.
Σή­με­ρα, Ε΄ Κυ­ρια­κή τῆς Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς, ἡ ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α προ­βάλ­λει ἐ­νώ­πιόν μας καὶ τὴν ἀ­σκη­τι­κὴ μορ­φὴ τῆς ὁ­σί­ας Μα­ρί­ας τῆς Αἰ­γυ­πτί­ας, ἡ ὁ­ποί­α ἐ­νῶ ζοῦ­σε βυ­θι­σμέ­νη μέ­σα στὴν ἀ­νη­θι­κό­τη­τα καὶ τὴ δι­α­φθο­ρά, συγ­κλο­νί­στη­κε ἀ­πὸ ἕ­να προ­σκύ­νη­μα στοὺς Ἁ­γί­ους Τό­πους, με­τα­νό­η­σε εἰ­λι­κρι­νά, ἐ­ξο­μο­λο­γή­θη­κε κι ἔ­ζη­σε τὸ ὑ­πό­λοι­πο τῆς ζω­ῆς της στὴν ἔ­ρη­μο μὲ συν­τρι­βὴ ψυ­χῆς καὶ σκλη­ροὺς ἀ­σκη­τι­κοὺς ἀ­γῶ­νες. Αὐ­τὸ τὸ συγ­κλο­νι­στι­κὸ θαῦ­μα με­τα­στρο­φῆς δὲν θὰ μπο­ροῦ­σε πο­τὲ νὰ γί­νει χω­ρὶς τὴ δύ­να­μη τῆς σταυ­ρι­κῆς θυ­σί­ας τοῦ Κυ­ρί­ου. Τὸ αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ ἦ­ταν αὐ­τὸ ποὺ κα­θά­ρι­σε τὴν καρ­διὰ τῆς ὁ­σί­ας Μα­ρί­ας ἀ­πὸ κά­θε μο­λυ­σμὸ ἁ­μαρ­τί­ας καὶ τῆς χά­ρι­σε πλή­ρη ἄ­φε­ση, λύ­τρω­ση καὶ σω­τη­ρί­α.
Μα­κά­ρι κι ἐ­μεῖς νὰ προ­στρέ­χου­με μὲ πί­στη καὶ με­τά­νοι­α στὸν ἐ­σταυ­ρω­μέ­νο Λυ­τρω­τή, γιὰ νὰ μᾶς ξε­πλέ­νει μὲ τὸ τί­μιο αἷ­μα του καὶ νὰ μᾶς κα­θα­ρί­ζει ἀ­πὸ κά­θε ἁ­μαρ­τί­α.
  (Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ πα­ρα­λαμ­βά­νει ὁ Ἰ­η­σοῦς τούς δώ­δε­κα μα­θη­τάς αὐ­τοῦ καί  ἤρ­ξα­το αὐ­τοῖς λέ­γειν τ μέλ­λον­τα αὐ­τῷ συμ­βα­ί­νειν.  Ὅτι ἰ­δοὺ ἀ­να­βα­ί­νο­μεν ες Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα κα υἱ­ὸς το ἀν­θρώ­που πα­ρα­δο­θή­σε­ται τος ἀρ­χι­ε­ρεῦ­σι κα γραμ­μα­τεῦ­σι, κα κα­τα­κρι­νοῦ­σιν αὐ­τὸν θα­νά­τῳ κα πα­ρα­δώ­σου­σιν αὐ­τὸν τος ἔ­θνε­σι, κα ἐμ­πα­ί­ξου­σιν αὐ­τῷ κα μα­στι­γώ­σου­σιν αὐ­τὸν κα ἐμ­πτύ­σου­σιν αὐ­τῷ κα ἀ­πο­κτε­νοῦ­σιν αὐ­τὸν, κα τ τρί­τῃ ἡ­μέ­ρᾳ ἀ­να­στή­σε­ται. Κα προ­σπο­ρεύ­ον­ται αὐ­τῷ Ἰάκωβος κα Ἰ­ω­άν­νης υἱ­οὶ Ζε­βε­δα­ί­ου λέ­γον­τες· Δι­δά­σκα­λε, θέ­λο­μεν ἵ­να ὃ ἐ­ὰν αἰ­τή­σω­μεν ποι­ή­σῃς ἡ­μῖν. δ εἶ­πεν αὐ­τοῖς· Τ θέ­λε­τε ποι­ῆ­σαί με ὑ­μῖν; ο δ εἶ­πον αὐ­τῷ· Δς ἡ­μῖν ἵ­να ες κ δε­ξι­ῶν κα ες ξ εὐ­ω­νύ­μων σου κα­θί­σω­μεν ν τ δό­ξῃ σου. δ Ἰ­η­σοῦς εἶ­πεν αὐ­τοῖς· Οκ οἴ­δα­τε τ αἰ­τεῖ­σθε. δύ­να­σθε πι­εῖν τ πο­τή­ρι­ον ἐ­γὼ πί­νω, κα τ βά­πτι­σμα ἐ­γὼ βα­πτί­ζο­μαι βα­πτι­σθῆ­ναι; ο δ εἶ­πον αὐ­τῷ· Δυ­νά­με­θα. δ Ἰ­η­σοῦς εἶ­πεν αὐ­τοῖς· Τ μν πο­τή­ρι­ον ἐ­γὼ πί­νω πί­ε­σθε, κα τ βά­πτι­σμα ἐ­γὼ βα­πτί­ζο­μαι βα­πτι­σθή­σε­σθε· τ δ κα­θί­σαι κ δε­ξι­ῶν μου κα ξ εὐ­ω­νύ­μων οκ ἔ­στιν ἐ­μὸν δοῦ­ναι, ἀλ­λ' ος ἡ­τοί­μα­σται. κα ἀ­κο­ύ­σαν­τες ο δέ­κα ἤρ­ξαν­το ἀ­γα­να­κτεῖν πε­ρὶ Ἰ­α­κώ­βου κα Ἰ­ω­άν­νου. δ Ἰ­η­σοῦς προ­σκα­λε­σά­με­νος αὐ­τοὺς λέ­γει αὐ­τοῖς· Οἴ­δα­τε ὅ­τι ο δο­κοῦν­τες ἄρ­χειν τν ἐ­θνῶν κα­τα­κυ­ρι­ε­ύ­ου­σιν αὐ­τῶν κα ο με­γά­λοι αὐ­τῶν κα­τε­ξου­σι­ά­ζου­σιν αὐ­τῶν. οχ οὕ­τω δ ἔ­σται ἐν ὑ­μῖν, ἀλ­λ' ὃς ἐ­ὰν θέ­λῃ γε­νέ­σθαι μέ­γας ν ὑ­μῖν, ἔ­σται ὑ­μῶν δι­ά­κο­νος, κα ς ἐ­ὰν θέ­λῃ ὑ­μῶν γε­νέ­σθαι πρῶ­τος, ἔ­σται πάν­των δοῦ­λος· κα γρ υἱ­ὸς το ἀν­θρώ­που οκ ἦλ­θε δι­α­κο­νη­θῆ­ναι, ἀλ­λὰ δι­α­κο­νῆ­σαι κα δοῦ­ναι τν ψυ­χὴν αὐ­τοῦ λύ­τρον ἀν­τὶ πολ­λῶν.
(Μᾶρκ. ι΄[10] 32 - 45)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
Ἐ­κεῖ­νο τὸν και­ρὸ ὁ Ἰ­η­σοῦς πῆ­ρε ἰ­δι­αι­τέ­ρως τοὺς δώ­δε­κα μαθητές του καί ἄρ­χι­σε νὰ τοὺς λέ­ει ἐ­κεῖ­να ποὺ θὰ τοῦ συ­νέ­βαι­ναν. Τοὺς ἔ­λε­γε δη­λα­δὴ ὅ­τι, νά, ἀ­νε­βαί­νου­με στὰ Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα, καὶ ὁ υἱ­ὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσ­σί­ας, θὰ πα­ρα­δο­θεῖ στοὺς ἀρ­χι­ε­ρεῖς καὶ τοὺς γραμ­μα­τεῖς, κι αὐ­τοὶ θὰ τὸν κα­τα­δι­κά­σουν σὲ θά­να­το καὶ θὰ τὸν πα­ρα­δώ­σουν στοὺς ἐ­θνι­κοὺς στρα­τι­ῶ­τες τῆς Ρώ­μης. Κι ἐ­κεῖ­νοι θὰ τὸν ἐμ­παί­ξουν καὶ θὰ τὸν μα­στι­γώ­σουν καί θά τόν φτύσουν καί θά τόν θανατώσουν καί τήν τρίτη ἡμέρα ἀ­πὸ τὸν θά­να­τό του θὰ ἀ­να­στη­θεῖ. Πλη­σιά­ζουν τό­τε τὸν Ἰ­η­σοῦ ὁ Ἰ­ά­κω­βος καί ὁ Ἰ­ω­άν­νης, οἱ γιοί τοῦ Ζεβεδαίου, καί τοῦ λέ­νε. Δι­δά­σκα­λε, θέ­λου­με νὰ μᾶς κά­νεις αὐ­τὸ ποὺ θὰ σοῦ ζη­τή­σου­με. Κι αὐ­τὸς τοὺς ρώ­τη­σε: Τί θέ­λε­τε νὰ σᾶς κά­νω; Αὐ­τοὶ τοῦ εἶ­παν: ­Ὅ­ταν ἔλ­θεις στὴ δό­ξα σου καὶ ἀνεβεῖς στὸν ἐ­πί­γει­ο βα­σι­λι­κὸ θρό­νο τοῦ Δα­βίδ, βά­λε μας νὰ κα­θί­σου­με ὁ ἕ­νας στὰ δε­ξιά σου κι ὁ ἄλ­λος στ' ἀ­ρι­στε­ρά σου. Ὁ Ἰ­η­σοῦς τό­τε τοὺς εἶ­πε: Δὲν ξέ­ρε­τε τί ζη­τᾶ­τε. Δὲν εἶ­ναι τώ­ρα και­ρὸς κο­σμι­κῶν με­γα­λεί­ων καὶ ἀ­ξι­ω­μά­των, ἀλλά κό­πων καὶ δι­ωγ­μῶν καὶ μαρ­τυ­ρι­κοῦ θα­νά­του. Μπο­ρεῖ­τε νὰ πιεῖτε τὸ πο­τή­ριο τοῦ θα­νά­του ποὺ πρό­κει­ται νὰ πι­ῶ ἐγώ με­τὰ ἀ­πὸ λί­γο, καὶ νὰ βα­πτι­σθεῖ­τε τὸ βά­πτι­σμα τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου πού με­τὰ ἀ­πὸ λί­γο θὰ ὑ­πο­στῶ; Κι αὐ­τοί, θέ­λον­τας νὰ ἐ­ξα­σφα­λί­σουν τὸ αἴτημά τους, τοῦ εἶ­παν χω­ρὶς νὰ τὸ σκε­φτοῦν κα­λά: Μπο­ροῦ­με. Τό­τε τοὺς εἶ­πε ὁ Ἰησοῦς: Τὸ πο­τή­ριο τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου ποὺ ἐγώ θὰ πι­ῶ με­τὰ ἀ­πὸ λί­γο, θὰ τὸ πι­εῖ­τε κι ἐσεῖς, καὶ τὸ βά­πτι­σμα ποὺ με­τὰ ἀ­πὸ λί­γο θὰ ὑ­πο­στῶ στὴ θά­λασ­σα τῶν πα­θη­μά­των μου, θὰ τὸ ὑ­πο­στεῖ­τε κι ἐσεῖς. Δι­ό­τι κι ἐσεῖς θὰ ὑ­πο­στεῖ­τε δι­ωγ­μοὺς καὶ μαρ­τύ­ριο γιὰ τὸ εὐ­αγ­γέ­λιό μου. Τὸ νὰ κα­θί­σε­τε ὅ­μως στὰ δε­ξιά μου καὶ στὰ ἀ­ρι­στε­ρά μου δὲν ἐ­ξαρ­τᾶ­ται ἀ­πὸ μέ­να νὰ τὸ δώ­σω σ' ὅ­ποι­ον μοῦ τὸ ζη­τή­σει, ἀλλά αὐ­τὸ θὰ δο­θεῖ σ' ἐ­κεί­νους γιὰ τούς ὁ­ποί­ους ἔ­χει ἑ­τοι­μα­σθεῖ ἀ­πὸ τὸν δι­και­ο­κρί­τη Πα­τέ­ρα μου, ποὺ κα­νο­νί­ζει τὶς ἀν­τα­μοι­βὲς σύμ­φω­να μὲ τὴν ἀρετή τοῦ κα­θε­νός. Ὅ­ταν τ' ἄ­κου­σαν αὐ­τὰ οἱ ἄλ­λοι δέ­κα μα­θη­τές, ἄρ­χι­σαν νὰ ἀ­γα­να­κτοῦν γιὰ τὴ συμ­πε­ρι­φο­ρὰ αὐ­τὴ τοῦ Ἰ­α­κώ­βου καὶ τοῦ Ἰ­ω­άν­νου, οἱ ὁποῖοι ζη­τοῦ­σαν νὰ τοὺς πα­ραγ­κωνί­σουν καὶ νὰ τι­μη­θοῦν πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­π' αὐ­τούς. Ὁ Ἰησοῦς ὅ­μως τοὺς κά­λε­σε κον­τά του καὶ τοὺς εἶπε: Γνω­ρί­ζε­τε ὅ­τι αὐ­τοὶ ποὺ θε­ω­ροῦν­ται καὶ φαί­νον­ται ἄρχον­τες τῶν ἐ­θνῶν, ἀ­σκοῦν ἀ­πό­λυ­τη κυ­ρι­αρ­χί­α στοὺς λα­ούς τους σὰν νὰ εἶ­ναι ἀ­νε­ξέ­λεγ­κτοι κύ­ριοί τους καὶ σάν νὰ εἶ­ναι οἱ λα­οὶ κτῆ­μα τους. Κι ἐ­κεῖ­νοι ποὺ ἔ­χουν με­γά­λο ἀ­ξί­ω­μα, ὅ­πως εἶ­ναι οἱ ἀ­νώ­τε­ροι ἀ­ξι­ω­μα­τοῦ­χοι, κα­τα­δυνα­στεύ­ουν τοὺς λα­ούς τους μὲ ἀ­πό­λυ­τη ἐ­ξου­σί­α, σὰν νὰ εἶ­ναι αὐ­τοὶ δοῦ­λοι τους. Με­τα­ξὺ σας ὅ­μως δὲν μπο­ρεῖ οὔτε ἐ­πι­τρέ­πε­ται νὰ συμ­βαί­νει αὐ­τό. Ἀλλά ὅ­ποι­ος θέ­λει νὰ γί­νει με­γά­λος ἀ­νάμε­σά σας, πρέ­πει νὰ εἶ­ναι ὑ­πη­ρέ­της σας καὶ νὰ προ­σπαθεῖ νὰ γί­νε­ται ἐ­ξυ­πη­ρε­τι­κὸς στοὺς ἄλ­λους. Κι ὅ­ποι­ος ἀ­πὸ σᾶς θέ­λει νὰ γί­νει πρῶ­τος, πρέ­πει νά γί­νει δοῦ­λος ὅ­λων, ἀ­σκών­τας μὲ κά­θε τα­πει­νο­φρο­σύ­νη τὴν ἀ­γά­πη. Δι­ό­τι καὶ ὁ υἱ­ὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσ­σί­ας, δὲν ἦλθε στόν κόσμο γιὰ νὰ ὑ­πη­ρε­τη­θεῖ, ἀλλά ἦλ­θε γιὰ νὰ ὑπηρετήσει καὶ νὰ δώ­σει τὴ ζω­ὴ του λύ­τρο προ­κειμέ­νου νὰ ἐ­ξα­γο­ρα­σθοῦν καὶ νὰ ἐ­λευ­θε­ρω­θοῦν πολ­λοὶ ἀ­πὸ τὴν ἁ­μαρ­τί­α καὶ τὸν θά­να­το.
                

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου