Σάββατο 15 Απριλίου 2023

Ἀληθινὴ ἱστορία «Δύο Ἐπιτάφιοι; Γιατί;

 

ἀληθινὴ ἱστορία 



«Δύο Ἐπιτάφιοι; Γιατί;»

ς φαντάρος βρέθηκε στ' ἀκριτικό Καστελόριζο ὁ Στάθης.

πό τήν πρωτεύουσα, ὅπου κατοικοῦσε μέ τήν οἰκογένειά του, στην ἄλλη κρη τῆς Ἑλλάδος, στὸ νοτιοανατολικότερο σημεῖο τῆς πατρίδας μας. 

Τοῦ κακοφάνηκε πολὺ στὴν ἀρχή. Φοβήθηκε. Τόσο μακριά ἀπό τό σπίτι του; Ἄκουγε ἁπλά ἀπό τά δελτία εδήσεων γιά τό Καστελόριζο καί γιά τίς συνεχες προκλήσεις τῶν Τούρκων. Καμία ἄλλη σχέση δὲν εἶχε. 

Κι μως! Τέσσερις μήνες πέρασαν ἀπό τότε που πρωτοπῆγε καί τώρα συνήθισε στο νησί, στὸ στρατόπεδο. Γνωρίσθηκε μέ τούς φαντάρους, ἀλλά καί μέ κατοίκους τοῦ νησιοῦ. Συνδέθηκε καί μέ τόν μοναδικό ἱερέα, τόν σεβάσμιο, ἀκούραστο καί δυναμικό παπα-Γιώργη. Ἀρκετές δεκαετίες μετροῦσε ὡς ἐφημέριος στὴν ἐνορία τοῦ νησιοῦ. Βάφτισε, πάντρεψε, κήδευσε, στήριξε πολλοὺς ἀπὸ τοὺς μόνιμους κατοίκους ἀλλά καί ἀπό τούς ἐπισκέπτες και ξενιτεμένους Καστελοριζιανούς. 

Φέτος τη Μεγάλη Ἑβδομάδα ὁ Στάθης θὰ παρέμενε στο νησί. Θά ἔφευγε μὲ άδεια γιά τήν πατρίδα του μετά το Πάσχα, στο δεύτερο «γκρούπ» τῶν ἀδειούχων. Ευκαιρία τώρα να γιορτάσει ἕνα ἀλλιώτικο Πάσχα στό νησί κοντά στόν παπα-Γιώργη, πού τόσο σεβόταν καί ἐκτιμοῦσε, γιά νά τόν βοηθήσει ὅπου χρειαζόταν. Ἄκουγε γιά τά διάφορα ἔθιμα τῶν νησιωτῶν, γιὰ τοὺς ἐπισκέπτες πού θά ἔρχονταν καί θά γέμιζαν το νησί, γιὰ τὴν ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως στὰ φυλάκια, στίς βραχονησίδες Ρώ και Στρογγύλη. Περίμενε ὅλα νά τά ζήσει. Συνεννοήθηκε καί μέ τόν λοχαγό του, ὥστε οἱ ὑπηρεσίες του στό στρατόπεδο νὰ μὴν τὸν ἐμποδίσουν να συμμετέχει στίς Ἀκολουθίες στόν ναό. 

Οἱ ἡμέρες περνοῦσαν ὄμορφα. Τό πρωί στό στρατόπεδο, τό ἀπόγευμα στόν ναό. Μαζί μέ τούς ἄλλους ψάλτες βοηθοῦσε κι αὐτὸς μὲ ὅσα ἤξερε. 

Τή Μεγάλη Πέμπτη τό βράδυ μετά τήν πολύωρη Ἀκολουθία βιάστηκε νά φύγει καί νά ἐπιστρέψει στό στρατόπεδο. Ἄκουσε ὅμως ὅτι ὅλο τό βράδυ θά παρέμενε ἀνοιχτὸς ὁ Ναὸς καὶ οἱ γυναῖκες τοῦ νησιοῦ θὰ ξενυχτοῦσαν κοντά στόν Ἐσταυρωμένο. Ὅλο τὸ βράδυ οἱ νεότερες στην ηλικία γυναῖκες θὰ στόλιζαν τὸν Ἐπιτάφιο, ἐνῶ οι μεγαλύτερες θὰ ἔψελναν τοπικά νησιώτικα μοιρολόγια γιά τόν ἐσταυρωμένο Λυτρωτή. 

Τὴν ἄλλη ἡμέρα, Μεγάλη Παρασκευή πρωί, μετά τὴν Ἀποκαθήλωση ἔγινε ἡ περιφορά καί ὁ ἱερέας μὲ δέος καί συγκλονισμό ναπέθεσε τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου μας στον Επιτάφιο. 

Παρατήρησε μως Στάθης ὅτι μέσα στόν ναό βρίσκονταν δύο Ἐπιτάφιοι. 

Πρώτη φορά ἔβλεπε κάτι τέτοιο. Παράξενο τοῦ φάνηκε. Και μάλιστα ὁ ἕνας στολισμένος μέ πολλά λουλούδια, ἐνῶ ὁ ἄλλος ἀπέριττος, σκεπασμένος μέ μουντά υφάσματα. Πολλές σκέψεις ἔκανε καί προσπάθησε νά τό ἐξηγήσει μόνος του· γιατί ἄραγε; Μά δὲν τὰ κατάφερνε. Στό τέλος τῆς Ἀκολουθίας πλησίασε τόν ερέα καί τόν ρώτησε: 

-Πάτερ, βλέπω καλά; Δύο Ἐπιτάφιους ἔχουμε; Γιατί; Πρώτη φορά συναντῶ κάτι τέτοιο. Ἀσφαλῶς κάποια ξήγηση θὰ ὑπάρχει. 

Χαμογέλασε ὁ ἱερέας. Τον κοίταξε μέ τό βαθύ, γλυκό του βλέμμα καί τοῦ ἀπάντησε: 

–Παλληκάρι μου, πολύ σωστά τό παρατήρησες. Εἶναι ἔθιμο καί γίνεται ἐδῶ καί πολλά χρόνια τώρα. Τό παραλάβαμε ἀπό τούς παππούδες μας καί τό συνεχίζουμε. Ὁ ἕνας Ἐπιτάφιος, αὐτός πού εἶναι στολισμένος πλούσια, εἶναι τῆς δικῆς μας ἐνορίας, τοῦ Καστελόριζου, καὶ τὸν στολίζουν τά νέα κορίτσια ποὺ δὲν παντρεύθηκαν ἀκόμη. Ὁ ἄλλος, ἐλάχιστα στολισμένος μέ τά σκοῦρα ὑφάσματα, εἶναι γιά τήν ἄλλη, τή γειτονική μας νορία τῶν Μύρων τῆς Λυκίας, πού βρίσκεται ἀπέναντί μας, εἶπε καί ἀναστέναξε βαθιά. πό τότε, φανταράκι μου, πού τά μέρη αὐτά αἰχμαλωτίσθηκαν ἀπό τούς Τούρκους, ἐμεῖς ἐδῶ τοὺς στολίζουμε τὸν Ἐπιτάφιο. Μέχρι νά δώσει ὁ Θεός νά ἐλευθερωθοῦν, νά ξαναγίνουν δικά μας καί νά ἐπιστρέψουμε γιά νά τόν στολίσουμε ἐκεῖ ξανά... στὴν ἐλεύθερη γῆ τῆς Μικρασίας μας. 

Αὐτά εἶπε ὁ παπα-Γιώργης καί τά μάτια του βούρκωσαν. 

Τώρα πιά κατάλαβε ο Στάθης· πίσω ἀπό αὐτό τό ἔθιμο σιγόκαιγε ἡ ἐλπίδα τοῦ ξαναγυρισμοῦ στὴν τόσο κοντινή γῆ τῶν πατέρων μας...

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου