Παρασκευή 16 Ιουνίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ  ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

(18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2023)

 


ΕΩΘΙΝΟΝ Β΄

Διαγενομένου τοῦ Σαββάτου, Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα, ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν τὸν Ἰησοῦν. Καὶ λίαν πρωΐ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. Καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς, Τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος, ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. Καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον, εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. ὁ δὲ λέγει αὐταῖς, Μὴ ἐκθαμβεῖσθε, Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον, ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὦδε, ἴδε, ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν, ἀλλ' ὑπάγετε, εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ, ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν, ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. Καὶ ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου, εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον, ἐφοβοῦντο γάρ.

(Μᾶρκ. ιϚ΄[16] 1 – 8)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)

1 Αφοῦ πέρασε τό Σάββατο, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καί ἡ Σαλώμη ἀγόρασαν τό βράδυ τοῦ Σαββάτου ἀρώματα, γιά νά ἔλθουν τό πρωί στόν τάφο καί νά ἀλείψουν τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ.  2 Καί πολύ πρωί τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος ἔρχονται στό μνημεῖο τήν ὥρα πού ὁ ἥλιος ἄρχισε νά διαλύει τό πρωινό σκοτάδι, καθώς πῆρε ν’ ἀνατέλλει κάτω ἀπ’ τόν ὁρίζοντα.  3 Κι ἔλεγαν μεταξύ τους: Ποιός θά μᾶς κυλίσει τή μεγάλη πέτρα μακριά ἀπό τήν εἴσοδο τοῦ μνημείου;  4 Μόλις ὅμως ἔστρεψαν τά μάτια τους πρός τά ἐκεῖ, εἶδαν ὅτι εἶχε μετατοπισθεῖ ἡ πέτρα μακριά ἀπ’ τό μνημεῖο. Καί τά ἔλεγαν αὐτά μεταξύ τους, διότι ἡ πέτρα αὐτή ἦταν πολύ μεγάλη καί δέν ἦταν εὔκολο νά μετακινηθεῖ.  5 Κι ἀφοῦ μπῆκαν στό μνημεῖο, εἶδαν ἕνα νέο πού καθόταν στά δεξιά τοῦ μνημείου καί ἦταν ντυμένος μέ λευκή στολή, καί γέμισαν μέ τρόμο καί κατάπληξη.  6 Αὐτός ὅμως τούς εἶπε: Μήν τρομάζετε καί μή φοβάστε. Ξέρω ποιόν ζητᾶτε. Ζητᾶτε τόν Ἰησοῦ τόν Ναζαρηνό τόν ἐσταυρωμένο. Ἀναστήθηκε. Δέν εἶναι ἐδῶ. Νά, εἶναι ἀδειανό
τό μέρος πού τόν ἔβαλαν.  7 Ἀλλά πηγαίνετε καί πέστε στούς μαθητές του καί ἰδιαιτέρως στόν Πέτρο, πού ἔχει ἀνάγκη παρηγοριᾶς καί βεβαιώσεως ὅτι συγχωρήθηκε γιά τήν ἄρνησή του, ὅτι πηγαίνει πρίν ἀπό σᾶς στή Γαλιλαία καί σᾶς περιμένει ἐκεῖ. Ἐκεῖ θά τόν δεῖτε, ὅπως σᾶς τό εἶπε πρίν σταυρωθεῖ.  8 Ἐκεῖνες τότε βγῆκαν κι ἔφυγαν ἀπό τό μνημεῖο. Ἦταν μάλιστα γεμάτες τρόμο καί ἔκσταση. Δέν εἶπαν ὅμως τίποτε σέ κανένα, διότι ἦταν φοβισμένες.

 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ

Ἀ­δελ­φοί, δό­ξα καὶ τι­μὴ καὶ εἰ­ρή­νη παν­τὶ τῷ ἐρ­γα­ζο­μέ­νῳ τὸ ἀ­γα­θόν, ᾿Ι­ου­δα­ί­ῳ τε πρῶ­τον καὶ ῞Ελ­λη­νι· οὐ γάρ ἐ­στι προ­σω­πο­λη­ψί­α πα­ρὰ τῷ Θε­ῷ. Ὅ­σοι γὰρ ἀ­νό­μως ἥ­μαρ­τον, ἀ­νό­μως καὶ ἀ­πο­λοῦν­ται· καὶ ὅ­σοι ἐν νό­μῳ ἥ­μαρ­τον, διὰ νό­μου κρι­θή­σον­ται. Οὐ γὰρ οἱ ἀ­κρο­α­ταὶ τοῦ νό­μου δί­και­οι πα­ρὰ τῷ Θε­ῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποι­η­ταὶ τοῦ νό­μου δι­και­ω­θή­σον­ται. Ὅ­ταν γὰρ ἔ­θνη τὰ μὴ νό­μον ἔ­χον­τα φύ­σει τὰ τοῦ νό­μου ποι­ῇ, οὗ­τοι νό­μον μὴ ἔ­χον­τες ἑ­αυ­τοῖς εἰ­σι νό­μος, οἵ­τι­νες ἐν­δε­ί­κνυν­ται τὸ ἔρ­γον τοῦ νό­μου γρα­πτὸν ἐν ταῖς καρ­δί­αις αὐ­τῶν, συμ­μαρ­τυ­ρο­ύ­σης αὐ­τῶν τῆς συ­νει­δή­σε­ως καὶ με­τα­ξὺ ἀλ­λή­λων τῶν λο­γι­σμῶν κα­τη­γο­ρούν­των ἢ καὶ ἀ­πο­λο­γου­μέ­νων - ἐν ἡ­μέ­ρᾳ ὅ­τε κρι­νεῖ ὁ Θε­ὸς τὰ κρυ­πτὰ τῶν ἀν­θρώ­πων κα­τὰ τὸ εὐ­αγ­γέ­λι­όν μου διὰ ᾿Ι­η­σοῦ Χρι­στοῦ.           

          (Ρωμ.β΄[2] 10 - 16)

 

ΑΚΡΟΑΤΑΙ Ἤ ΠΟΙΗΤΑΙ;

ΛΟΓΟΣ ΣΤΟ: «Οὐ γὰρ οἱ ἀκροαταὶ τοῦ νόμου δίκαιοι παρὰ τῷ Θεῷ, ἀλλ᾿ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου δικαιωθήσονται»

Ἕνα σαφῆ διαχωρισμὸ κάνει στὸ σημερινὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Μᾶς ξεκαθαρίζει ὅτι ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Κριτοῦ δὲν θὰ κριθοῦν δίκαιοι καὶ ἄξιοι τῆς Βασιλείας του οἱ ἀκροαταὶ μόνον τοῦ λόγου του ἀλλὰ οἱ ποιηταὶ τοῦ νόμου του· ὅσοι δηλαδῆ ἐφαρμόζουν αὐτὰ τὰ ὀποῖα ἀκοῦν. Αὐτὸ θὰ ἐξετάσουμε λοιπὸν στὴ συνέχεια: ὅτι ἡ ἀκρόασις τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ μόνη δὲν θὰ μᾶς καταστήσει μετόχους τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ θείου νόμου.

1. ΑΚΡΟΑΤΑΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Ἡ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια τὴν ὁποία ἀναπτύσσει ὁ θεῖος Ἀπόστολος θὰ πρὲπει νὰ προβληματίσει ὅλους μας. Ὅλους ἐμᾶς ποὺ τρέχουμε τακτικὰ καὶ ἀκοῦμε κηρύγματα καὶ ὁμιλίες, μετέχουμε σὲ κύκλους μελέτης τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀκοῦμε ἐκκλησιαστικοὺς   ραδιοφωνικοὺς σταθμούς, μελετοῦμε οἰκοδομητικὰ βιβλία. Μᾶς φαίνεται κάπως αὐστηρὸς ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ θείου Ἀποστόλου. Μὰ καλά, θὰ διερωτηθεῖ ἴσως κάποιος, ἐμεῖς ἀφήνουμε τὶς ἐργασίες μας καὶ τὶς ἄλλες ἀσχολίες μας γιὰ νὰ ἀκούσουμε κάποια ὁμιλία. Ἀφήνουμε τὰ μικρὰ παιδιά μας στὸν παπποῦ καὶ τὴ γιαγιὰ καὶ ὑποβαλλόμαστε κάποτε καὶ σὲ μεγάλες θυσίες, προκειμένου νὰ ἀκοῦμε λόγο Θεοῦ. Καὶ θὰ χάσουμε τὸν Παράδεισο; Καὶ κάποιοι ἄλλοι θὰ ἀναρωτηθοῦν: Ἐμεῖς ἀκοῦμε μὲ προσοχὴ καὶ ἐνδιαφέρον καὶ δίψα μεγάλη τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Καὶ μάλιστα ἀποστηθίζουμε χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ ἔχουμε στὸ νοῦ μας ἐντυπωμένες πολλὲς ὁμιλίες καὶ κηρύγματα. Ἔχουμε στὸ σπίτι μας ἀρχεῖο ἀπὸ κασέτες καὶ δίσκους μὲ κηρύγματα καὶ ὁμιλίες. Ἔχουμε, θὰ ποῦν κάποιοι ἄλλοι, ἑκατοντάδες θρησκευτικὰ βιβλία, μελετοῦμε καθημερινὰ τὴν Ἁγία Γραφή, εἴμαστε συνδρομητὲς σὲ χριστιανικὰ περιοδικά, τὰ ὁποῖα διαβάζουμε ἀνελλιπῶς. Ὅλοι ἐμεῖς θὰ καταδικασθοῦμε τὴν ἡμέρα τῆς μελλούσης Κρίσεως;

Καλὴ καὶ εὐλογημένη καὶ ἁγία ἡ ἀκρόαση καὶ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, θὰ μᾶς ἀπαντήσει ὁ θεῖος Ἀπόστολος. Καὶ εἶναι ἀξιέπαινοι ὅσοι μὲ ζῆλο καὶ δίψα ψυχῆς τρέχουν νὰ ἀκούσουν τὴν θεϊκὴ διδασκαλία σὲ μια ἐποχὴ μάλιστα τόσο μεγάλης ἀδιαφορίας τῶν περισσοτέρων ἀνθρώπων. Ἀλλὰ βέβαια δὲν φθάνει μόνον αὐτό. Δὲν ἀρκεῖ νὰ εἶσθε μόνον ἀκροατές, μᾶς λέγει. Ἀλλὰ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ γίνετε καὶ ποιητές. Διότι δὲν θὰ σᾶς δικαιώσει ὁ Θεός, συνεχίζει, ἐὰν ἀκούσατε ἁπλῶς πολλὰ κηρύγματα, ἀλλὰ ἐὰν τὰ ἐφαρμόσατε. Καλὰ τὰ κηρύγματα καὶ οἱ ὁμιλίες καὶ ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Νὰ μὴ μείνουμε ὅμως μόνο σ' αὐτό. Ἀλλὰ νὰ προχωρήσουμε στὴν ἐφαρμογὴ αὐτῶν ποὺ τόσα χρόνια ἀκοῦμε.

2. ΠΟΙΗΤΑΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

 Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συγκλονίζει σήμερα μὲ τὸ ξεκαθάρισμα ποὺ κάνει. Προσέξτε, μᾶς λέγει. Ἔχετε μεγάλη εὐθύνη καὶ χρέος. Νὰ γίνετε καὶ ποιητὲς τοῦ νόμου καὶ ὄχι μόνον ἀκροατές. Νὰ πάρετε γενναῖες ἀποφάσεις, νὰ τηρεῖτε τὰ ὄσα ἀκοῦτε. Αὐτὸ ἄλλωστε μᾶς τονίζει καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: «Ὁ γνοὺς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου ἑαυτοῦ καὶ μή... ποιήσας τὸ θέλημα αὐτοῦ, δαρήσεται πολλάς» (Λουκ. ιβ΄[12] 47). Ἡ καταδίκη θὰ εἶναι πολὺ μεγαλύτερη γιὰ μᾶς τοὺς ἀκροατὲς τοῦ θείου λόγου, διότι ἡ γνώση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἐπιβαρύνει καὶ μᾶς χρεώνει περισσότερο καὶ δυσχεραίνει τὴ θέση μας.

Δὲν ἀρκεῖ λοιπὸν μόνον νὰ ἀκοῦμε ἀλλὰ θὰ πρέπει καὶ νὰ ὑπακοῦμε στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὄχι ἁπλῶς νὰ ἐνθουσιαζόμαστε πρὸς στιγμὴν καὶ κατόπιν νὰ τὰ ξεχνοῦμε ὅλα. Δὲν ἀρκεῖ νὰ συγκινηθοῦμε ἐπιφανειακὰ ἀλλὰ ἐσωτερικά. Κι αὐτὴ ἡ συγκίνηση νὰ γίνει μέσα μας ἀναγέννηση καὶ μεταμόρφωση. Διότι εὔκολο πρᾶγμα εἶναι νὰ ἀκούει κάνεις τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Εὔκολο καὶ εὐχάριστο καὶ τιμητικό. Αὐτὸ ὅμως ποὺ ἀξίζει καὶ εἶναι δύσκολο καὶ θέλει καὶ ἰδρῶτα καὶ δάκρυα καὶ ἀγῶνες καὶ πόνο πνευματικὸ εἶναι ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ θείου θελήματος.

Μᾶς τὸ λέγει σαφῶς ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: «Μακάριοι οἰ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. ια΄[11] 28). Καὶ σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς τελευταῖες ὁδηγίες ποὺ ἔδωσε πρὸς τοὺς μαθητές του λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀναληψή του αὐτὸ ἀκριβῶς τόνιζε: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη... διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὄσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. κη΄[28] 19-20). Τοὺς παρήγγειλε δηλαδὴ νὰ ζητοῦν ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς νὰ τηροῦν ὄλες τὶς ἐντολές του. Ὅλες νὰ τὶς ἀκοῦν καὶ ὅλες νὰ τὶς ἐφαρμόζουν. Διότι διαφορετικὰ μένουν Χριστιανοὶ μόνον στὸ ὄνομα καὶ σκανδαλίζουν τοὺς γύρω τους. Γι' αὐτὸ πολλοὶ ἄνθρωποι ποὺ βρίσκονται μακριὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἀγανακτοῦν κάποτε βλέποντας μερικοὺς ἀκροατές καὶ μὴ ποιητές τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καὶ λένε: Γιὰ κοίτα! Αὐτὸς τόσα χρόνια ἀκούει κηρύγματα καὶ ὁμιλίες καὶ μένει ἀδιόρθωτος. Σὲ τίποτε δὲν τὸν ἄλλαξε ἡ ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἔτσι πραγματοποιεῖται αὐτὸ ποὺ ὑπογράμμισε ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὑπενθυμίζοντας τὸν σχετικὸ λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ δι᾿ ὑμᾶς βλασφημεῖται ἐν τοῖς ἔθνεσι» (Ρωμ. β'[2] 24).

Ἀδελφοί, μὴν ἀπογοητευθοῦμε ἀπὸ τὰ ὅσα μᾶς λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἐμεῖς ἂς δώσουμε στὸν Θεὸ τὴν θέλησή μας καὶ τὸν ἀγῶνα μας γιὰ ἐφαρμογὴ τοῦ θείου λόγου, ποὺ ἐπὶ τόσα χρόνια μὲ δίψα καὶ ἐνδιαφέρον ἀκοῦμε· καὶ Ἐκεῖνος θὰ μᾶς δώσει τὴν Χάρη του καὶ τὴν εὐλογία του νὰ γίνουμε καὶ οἱ τηρητὲς τοῦ νόμου του καὶ κληρονόμοι τῆς Βασιλείας του. Ἀμήν.

(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)

 

ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, πε­ρι­πα­τῶν ὁ ᾿Ι­η­σοῦς πα­ρὰ τὴν θά­λασ­σαν τῆς Γα­λι­λα­ί­ας, εἶ­δε δύ­ο ἀ­δελ­φο­ύς, Σίμωνα τὸν λε­γό­με­νον Πέτρον καὶ ᾿Αν­δρέ­αν τὸν ἀ­δελ­φὸν αὐ­τοῦ, βάλ­λον­τας ἀμ­φί­βλη­στρον εἰς τὴν θά­λασ­σαν· ἦ­σαν γὰρ ἁ­λι­εῖς· καὶ λέ­γει αὐ­τοῖς· Δεῦ­τε ὀ­πί­σω μου καὶ ποι­ή­σω ὑ­μᾶς ἁ­λι­εῖς ἀν­θρώ­πων. Οἱ δὲ εὐ­θέ­ως ἀ­φέν­τες τὰ δί­κτυ­α ἠ­κο­λο­ύ­θη­σαν αὐ­τῷ. Καὶ προ­βὰς ἐ­κεῖ­θεν, εἶ­δεν ἄλ­λους δύ­ο ἀ­δελ­φο­ύς, ᾿Ιάκωβον τὸν τοῦ Ζε­βε­δα­ί­ου καὶ ᾿Ι­ω­άν­νην τὸν ἀ­δελ­φὸν αὐ­τοῦ, ἐν τῷ πλο­ί­ῳ με­τὰ Ζε­βε­δα­ί­ου τοῦ πα­τρὸς αὐ­τῶν, κα­ταρ­τί­ζον­τας τὰ δί­κτυ­α αὐ­τῶν· καὶ ἐ­κά­λε­σεν αὐ­το­ύς. Οἱ δὲ εὐ­θέ­ως ἀ­φέν­τες τὸ πλοῖ­ον καὶ τὸν πα­τέ­ρα αὐ­τῶν, ἠ­κο­λο­ύ­θη­σαν αὐ­τῷ. Καὶ πε­ρι­ῆ­γεν ὅ­λην τὴν Γα­λι­λα­ί­αν ὁ ᾿Ι­η­σοῦς δι­δά­σκων ἐν ταῖς συ­να­γω­γαῖς αὐ­τῶν, καὶ κη­ρύσ­σων τὸ Εὐ­αγ­γέ­λιον τῆς βα­σι­λε­ί­ας, καὶ θε­ρα­πεύ­ων πᾶ­σαν νό­σον καὶ πᾶ­σαν μα­λα­κί­αν ἐν τῷ λα­ῷ.

                                                                                      (Ματθ. δ΄[4] 18 – 23)

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Κα­θὼς ὁ Ἰ­η­σοῦς περ­πα­τοῦ­σε κον­τὰ στὴ θά­λασ­σα τῆς Γα­λι­λαίας, εἶ­δε δυ­ὸ ἀ­δελ­φούς, τὸν Σί­μω­να, τὸν ὁποῖο κα­τό­πιν ὀ­νό­μα­σε Πέ­τρο, καὶ τὸν Ἀν­δρέ­α τὸν ἀ­δελ­φό του, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἔ­ρι­χναν δί­χτυ­α στὴ θά­λασ­σα, δι­ό­τι ἦ­ταν ψα­ρά­δες. Καὶ τοὺς λέ­ει: Ἀ­κο­λου­θῆ­στέ με, καὶ θὰ σᾶς κά­νω ἱ­κα­νοὺς νὰ ψα­ρεύ­ε­τε ἀν­τὶ γιὰ ψά­ρια ἀν­θρώ­πους. Αὐ­τοὺς θὰ ἑλ­κύ­ε­τε στὴ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν μὲ τὰ πνευ­μα­τι­κὰ δί­χτυ­α τοῦ κη­ρύγ­μα­τος. Κι αὐ­τοὶ ἀ­μέ­σως ἄ­φη­σαν τὰ δί­χτυ­ά τους καὶ τὸν ἀ­κο­λού­θη­σαν. Κι ἀφοῦ προ­χώ­ρη­σε πιὸ πέ­ρα ἀ­πὸ ἐκεῖ, εἶ­δε ἄλ­λους δύ­ο ἀ­δελ­φούς, τὸν Ἰ­ά­κω­βο, τὸν γιὸ τοῦ Ζε­βε­δαί­ου, καὶ τὸν Ἰ­ω­άν­νη τὸν ἀ­δελ­φό του, νὰ ἑ­τοι­μά­ζουν τὰ δί­χτυ­ά τους μέ­σα στὸ πλοῖ­ο μα­ζὶ μὲ τὸν πα­τέ­ρα τους Ζε­βε­δαῖο. Καὶ τοὺς κά­λε­σε. Κι αὐ­τοὶ ἀ­μέ­σως ἄ­φη­σαν τὸ πλοῖ­ο καὶ τὸν πα­τέ­ρα τους καὶ τὸν ἀ­κο­λού­θη­σαν.

Καὶ πε­ρι­ό­δευ­ε ὁ Ἰησοῦς ὅ­λη τὴ Γα­λι­λαί­α δι­δά­σκον­τας στὶς συ­να­γω­γές τους, ὅ­που κά­θε Σάβ­βα­το μα­ζεύ­ον­ταν οἱ Ἑ­βραῖ­οι γιὰ νὰ ἀ­κού­σουν τὴν ἀ­νά­γνω­ση τῆς Ἁ­γί­ας Γρα­φῆς καὶ νὰ προ­σευ­χη­θοῦν. Καὶ κή­ρυτ­τε ἐκεῖ τὸ χαρ­μό­συ­νο ἄγ­γελ­μα ὅ­τι πλη­σί­α­ζε ὁ χρό­νος τῆς πνευ­μα­τι­κῆς βα­σι­λεί­ας, πού θὰ ἔ­φερ­νε στοὺς ἀν­θρώ­πους τὴν ἀ­πο­λύ­τρω­ση καὶ τὴ χα­ρά. Καὶ θε­ρά­πευ­ε κά­θε εἴ­δους ἀ­σθέ­νεια καὶ ἀ­δι­α­θε­σί­α στὸ λα­ό.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου