Παρασκευή 27 Ιουνίου 2025

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ

(29 ΙΟΥΝΙΟΥ 2025)





ΕΩΘΙΝΟΝ Γ΄

Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς πρωΐ πρώτῃ Σαββάτου ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ᾿ ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια. Ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι. Κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ καὶ ἐθεάθη ὑπ᾿ αὐτῆς ἠπίστησαν. Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ, πορευομένοις, εἰς ἀγρόν. Κἀκεῖνοι ἀπελθόντες ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς, οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν. Ὕστερον, ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη, καὶ ὠνείδισε τήν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ σκληροκαρδίαν, ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον, οὐκ ἐπίστευσαν. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς΄ Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα, κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει. Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθείς, σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας, κατακριθήσεται. Σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει. Ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς, ὄφεις ἀροῦσι, κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει, ἐπὶ ἀῤῥώστους χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν. Ὁ μὲν οὖν Κύριος, μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς, ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες, ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος, καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος, διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. Ἀμήν.

(Μᾶρκ. ιϚ΄[16]  9 – 20)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)

Ἀφοῦ λοιπὸν ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς τὸ πρωὶ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, ἐμφανίστηκε πρῶτα στὴ Μαρία τὴ Μαγδαληνή, ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχε βγάλει ἑπτὰ δαιμόνια. Ἐκείνη πῆγε καὶ τὸ ἀνήγγειλε αὐτὸ στοὺς μαθητὲς ποὺ ἦταν πρωτύτερα μαζί του καὶ τώρα πενθοῦσαν κι ἔκλαιγαν γιὰ τὸν θάνατο τοῦ διδασκάλου τους. Ἀλλὰ ἐκεῖνοι, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ζεῖ καὶ ὅτι αὐτὴ τὸν εἶδε, δὲν πίστεψαν στὰ λόγια της. Καὶ μετὰ ἀπ᾿ αὐτά, ἐμφανίστηκε μὲ ἄλλη μορφή, διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη ποὺ εἶχε προτοῦ σταυρωθεῖ, σὲ δύο ἀπ᾿ αὐτούς, καθὼς βάδιζαν καὶ πήγαιναν σὲ κάποιο χωράφι. Κι ἐκεῖνοι πῆγαν καὶ τὸ ἀνήγγειλαν αὐτὸ στοὺς ὑπόλοιπους Ἀποστόλους. Ἀλλὰ οὔτε σὲ κείνους πίστεψαν. Ὕστερα ἐμφανίστηκε στοὺς ἕντεκα μαθητές, ὅταν αὐτοὶ εἶχαν καθίσει νὰ δειπνήσουν. Καὶ τοὺς ἐπέπληξε γιὰ τὴν ὁλιγοπιστία τους καὶ γιὰ τὴ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς τους, διότι δὲν πίστεψαν σ᾿ ἐκείνους ποὺ τὸν εἶδαν ἀναστημένο. Ἔπειτα τοὺς εἶπε: Νὰ πᾶτε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη καὶ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιο σ᾿ ὅλη τὴ λογικὴ κτίση, σ᾿ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Ἐκεῖνος ποὺ θὰ πιστέψει στὸ κήρυγμά σας καὶ θὰ βαπτισθεῖ, θὰ σωθεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ δὲν θὰ πιστέψει, θὰ καταδικασθεῖ. Καὶ σ᾿ ἐκείνους ποὺ θὰ πιστέψουν, θὰ ἀκολουθήσουν αὐτὰ τὰ ὑπερφυσικὰ σημάδια, ποὺ θὰ ἀποδεικνύουν τὴ θεία χάρη ποὺ θὰ ἐνεργεῖ μέσα ἀπ᾿ τοὺς κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεώς τους. Αὐτοὶ μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός μου θὰ βγάζουν δαιμόνια ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους, θὰ μιλοῦν ξένες γλῶσσες ποὺ θὰ εἶναι γι᾿ αὐτοὺς νέες κι ἄγνωστες μέχρι τὴ στιγμὴ ἐκείνη, θὰ πιάνουν στὰ χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρὶς νὰ παθαίνουν τίποτε ἀπ᾿ τὰ δαγκώματά τους· κι ἂν ἀκόμη πιοῦν δηλητήριο ποὺ φέρνει θάνατο, δὲν θὰ πάθουν τίποτε· θὰ βάζουν τὰ χέρια τους πάνω σὲ ἀρρώστους, κι ἐκεῖνοι θὰ γίνονται καλά. Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Κύριος τοὺς μίλησε ἐπανειλημμένα καὶ τοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων κι αὐτά, ἀναλήφθηκε στὸν οὐρανὸ καὶ κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός. Κι ἐκεῖνοι βγῆκαν καὶ περιδιάβηκαν τὴν οἰκουμένη, καὶ κήρυξαν τὸ εὐαγγέλιο σὲ κάθε μέρος. Κι ὁ Κύριος ἦταν συνεργός τους καὶ ἐπιβεβαίωνε τὸν λόγο τοῦ κηρύγματός τους μὲ τὰ θαύματα ποὺ ἐπακολουθοῦσαν στὸ κήρυγμά τους. Ἀμήν.

 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ)

Ἀδελφοί, ἐν ᾧ δ᾽ ἄν τις τολμᾷ, ἐν ἀφροσύνῃ λέγω, τολμῶ κἀγώ. Ἑβραῖοί εἰσι; Κἀγώ. ᾽Ισραηλῖταί εἰσι; Κἀγώ· σπέρμα ᾽Αβραάμ εἰσι; Κἀγώ· διάκονοι Χριστοῦ εἰσι; παραφρονῶν λαλῶ, ὑπὲρ ἐγώ· ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν θανάτοις πολλάκις· ὑπὸ ᾽Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, τρὶς ἐῤῥαβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθήμερον ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα· ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι· χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπισύστασίς μου ἡ καθ᾽ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν. Τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καὶ οὐκ ἐγὼ πυροῦμαι; Εἰ καυχᾶσθαι δεῖ, τὰ τῆς ἀσθενείας μου καυχήσομαι. Ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. Ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης Ἀρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ. Καυχᾶσθαι δή οὐ συμφέρει με, ἐλεύσομαι δὲ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων -εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν- ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. Καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον -εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν- ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄῤῥητα ῥήματα ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. Ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. Ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων, ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ, ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. Ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾽ ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέ μοι· Ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμις ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. Ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾽ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.    

 (Β’ Κορινθ. ια΄[11] 21 - ιβ΄[12] 9)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἀδελφοί, μέ ντροπή μου τό λέω, σάν νά πήρξαμε μες σθενες καί νά μήν μπορούσαμε νά σς κάνουμε ,τι σς καναν κενοι. Μάθετε μως τι γιά τιδήποτε κι ν τολμ νά καυχηθε κανείς – κάνω τρέλα πού τό λέω – τολμ κι γώ νά καυχηθ. Γιά ποιό προτέρημα καί προσόν καυχνται; Καυχνται τι εναι βραοι; Κι γώ εμαι βραος καί μιλ τήν ραμαϊκή γλώσσα. Καυχνται τι εναι σραηλίτες; Εμαι κι γώ πόγονος το σραήλ. Καυχνται τι εναι πόγονοι το βραάμ; Κι γώ εμαι. Καυχνται τι εναι διάκονοι Χριστο; Κι ν παραδεχθομε τι εναι – μιλ σάν τρελός γώ εμαι πάρα πάνω π᾿ ατούς διάκονος το Χριστο. ποβλήθηκα σέ κόπους περισσότερο π᾿ ,τι θά περίμενε κανείς. Δέχθηκα στό σμα μου χτυπήματα καί πληγές περβολικές. Ρίχθηκα σέ φυλακές περισσότερο πό κάθε λλον. Διέτρεξα πολλές φορές κινδύνους νά θανατωθ. π᾿ τούς ουδαίους πέντε φορές μαστιγώθηκα μέ τριανταεννιά μαστιγώσεις. Τρες φορές μέ ράβδισαν, μία μέ λιθοβόλησαν, τρες φορές ναυάγησα, να μερόνυχτο μεινα στό νοιχτό πέλαγος καί μ᾿ δερναν τά γρια κύματα. πηρέτησα τόν Κύριο πολλές φορές μέ δοιπορίες. Κινδύνευσα μέσα σέ πλημμυρισμένα ποτάμια τόν χειμώνα, κινδύνευσα πό ληστές πού παραμόνευαν στά μέρη τν περιοδειν μου. Κινδύνευσα πό τό δικό μου ουδαϊκό γένος, στό ποο γινα μισητός πειδή κήρυττα τή σωτηρία λων τν νθρώπων μόνο διαμέσου το ησο Χριστο· κινδύνευσα πό θνικούς καί εδωλολάτρες. Πέρασα κινδύνους μέσα σέ πόλεις, κινδύνους σέ ρημους τόπους, κινδύνους μέσα σέ θάλασσες πού διέσχιζα ταξιδεύοντας γιά τό κήρυγμα το Εαγγελίου. Κινδύνευσα πό νθρώπους πού ταν ψευδάδελφοι καί φεραν ποκριτικά τό νομα το Χριστιανο. πηρέτησα τόν Κύριο μέ κόπο καί μόχθο, μέ γρυπνίες πολλές φορές, μέ πείνα καί δίψα, ταν πομονωνόμουν σέ μακρινές δοιπορίες, μέ νηστεες πολλές φορές, μέ ψύχος καί γυμνότητα, ταν μέ θερινά ροχα μ᾿ πιανε αφνιδιαστικά χειμώνας. κτός πό τά λλα πού παρέλειψα, μέ στενοχωροσε καί καθημερινή πίεση καί πίθεση τν διωκτν μου λλά καί γωνιώδης φροντίδα μου γιά λες τίς κκλησίες. Ποιός πό τούς Χριστιανούς σθενε πνευματικά καί σωματικά, καί δέν σθεν κι γώ μαζί του; Ποιός σκοντάφτει καί πέφτει στήν μαρτία, καί δέν καίγομαι κι γώ στό καμίνι τς θλίψεως καί τς ντροπς; άν παραστε νάγκη νά καυχηθ, θά καυχηθ γιά τούς διωγμούς καί τούς πειρασμούς μου. Θά σς π πράγματα πού σως σς φανον πίστευτα. λλά Θεός καί Πατήρ το Κυρίου μας ησο Χριστο, ποος εναι ελογημένος στούς αἰῶνες, γνωρίζει τι δέν λέω ψέματα. Στή Δαμασκό διοικητής πού εχε διορισθε πό τόν βασιλιά ρέτα φρουροσε τήν πόλη τν Δαμασκηνν, πειδή θελε νά μέ συλλάβει. Κι πό κάποιο παράθυρο μέ κατέβασαν κάτω μέσα σέ δικτυωτό καλάθι, μέσα πό κάποιο νοιγμα το τείχους τς πόλεως, καί ξέφυγα πό τά χέρια του.

ΙΒ΄[12] Νά σς μιλήσω λοιπόν καί γιά λλους διωγμούς μου, δέν μέ συμφέρει νά καυχιέμαι. Σταματ λοιπόν γι᾿ ατό νά μιλ γιά τούς διωγμούς καί τούς λλους κόπους μου. Θά ναφερθ μως σέ πτασίες καί ποκαλύψεις πού μο χάρισε Κύριος. Γνωρίζω ναν νθρωπο πού βρίσκεται σέ στενή σχέση καί πικοινωνία μέ τόν Χριστό. νθρωπος ατός πρίν πό δεκατέσσερα χρόνια ρπάχθηκε καί νυψώθηκε μέχρι τόν τρίτο ορανό, που διαμένουν ο γγελικές δυνάμεις. Δέν γνωρίζω μως άν ταν μέ τό σμα του τήν ρα κείνη ταν σέ κσταση, ξω πό τό σμα του. Θεός ξέρει. Καί γνωρίζω τι νθρωπος ατός (ετε μέ τό σμα του, ετε ξω π᾿ τό σμα του, μόνο μέ τήν ψυχή του, δέν γνωρίζω, Θεός γνωρίζει) ρπάχθηκε καί μεταφέρθηκε στόν Παράδεισο κι κουσε λόγια πού κανένας νθρωπος δέν χει τή δύναμη νά τά πε, κι οτε πιτρέπεται νά τά ξεστομίσει λόγ τς ερότητός τους. Γιά τόν νθρωπο ατόν θά καυχηθ. Δέν εναι συνηθισμένος Παλος ατός, λλά λλος Παλος, στόν ποο Κύριος δωσε πολλές χάριτες. Γιά τόν αυτό μου μως δέν θά καυχηθ παρά μόνο γιά τίς θλίψεις καί τούς πειρασμούς μου, που φανερώνεται σθένειά μου, λλά καί δύναμη το Θεο πού δέν μ᾿ φήνει νά καταρρεύσω. Μόνο γιά τίς σθένειές μου ατές θά καυχηθ κι χι γιά τίς πιτυχίες καί τή δράση μου. Διότι άν θελήσω καί γι᾿ ατά νά καυχηθ, δέν θά εμαι μυαλος καί νόητος, πειδή θά π τήν λήθεια. Δυσκολεύομαι μως νά καυχηθ, γιά νά μή μο λογαριάσει κανείς τίποτε περισσότερο πό κενο πού βλέπει κούει πό μένα. Καί ξαιτίας τν πολλν καί μεγάλων ποκαλύψεων πέτρεψε Θεός καί μο δόθηκε γκαθωτό ξύλο στό σμα, ρρώστια θεράπευτη, γγελος το σαταν, γιά νά μέ χτυπ στό πρόσωπο καί νά μέ ταλαιπωρε, γιά νά μήν περηφανεύομαι. Γιά τόν πειρασμό ατό τρες φορές παρακάλεσα τόν Κύριο νά μο τόν πομακρύνει. λλά Κύριος μο επε: Σο εναι ρκετή χάρις πού σο δίνω. Διότι δύναμή μου ναδεικνύεται τέλεια, ταν νθρωπος εναι σθενής καί μέ τήν νίσχυσή μου κατορθώνει μεγάλα καί θαυμαστά. Μέ πολύ μεγάλη εχαρίστηση λοιπόν θά καυχιέμαι περισσότερο στίς σθένειές μου, γιά νά κατοικήσει μέσα μου δύναμη το Χριστο.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ (ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΩΝ)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθὼν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ μέρη Καισαρείας τῆς Φιλίππου ἠρώτα τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ λέγων· Τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; οἱ δὲ εἶπον· Οἱ μὲν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἰερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν. λέγει αὐτοῖς· Ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι; ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ' ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς. καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καὶ ὃ ἐὰν δήσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ ὃ ἐὰν λύσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς.  

                                         (Ματθ. ιστ΄[16] 13 – 19)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἐκεῖνο τόν καιρό, ἀφοῦ ἦλθε ὁ Ἰησοῦς στὰ μέρη τῆς Καισάρειας πού εἶχε κτίσει ὁ Φίλιππος, ἔκανε τὴν ἑξῆς ἐρώτηση στοὺς μαθητές του: Ποιός νομίζουν οἱ ἀνθρωποι ὅτι εἶμαι ἐγώ, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου; Κι αὐτοὶ τοῦ εἶπαν: Ἄλλοι λένε ὅτι εἶσαι ὁ Ἰωάννης ὁ βαπτιστὴς κι ἄλλοι ὁ Ἠλίας, ἐνῶ ἄλλοι πιστεύουν ὅτι εἶσαι ὁ Ἱερεμίας ἢ ἕνας ἀπό τούς παλιοὺς προφῆτες ποὺ ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς. Τότε ὁ Ἰησοῦς τοὺς λέει: Ἐσεῖς ποιός λέτε ὅτι εἶμαι; Ὁ Σίμων Πέτρος τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: Ἐσύ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ φυσικὸς καὶ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, πού δὲν εἶναι νεκρὸς ὅπως τὰ εἴδωλα, ἀλλά ζεῖ παντοτινά. Τότε τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Ἰησοῦς: Μακάριος καὶ εὐτυχισμένος εἶσαι, Σίμων, γιὲ τοῦ Ἰωνᾶ, διότι τὴν ἀλήθεια αὐτὴ τῆς ὀρθῆς πίστεως δὲν σοῦ τὴ φανέρωσε κανείς ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Πατέρας μου ποὺ εἶναι στοὺς οὐρανούς. Κι ἐγώ λοιπὸν σοῦ λέω ὅτι ἐσύ εἶσαι Πέτρος, καὶ ἐπάνω στὸ βράχο τῆς ἀληθινῆς πίστεως πού ὁμολόγησες, κι ἔγινες μὲ τὴν ὁμολογία σου αὐτή ὁ πρῶτος λίθος τῆς πνευματικῆς μου οἰκοδομῆς, θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου. Κι ὁ θάνατος καὶ οἱ ὀργανωμένες δυνάμεις τοῦ κακοῦ δὲν θὰ ὑπερισχύσουν καὶ δὲν θὰ νικήσουν τὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία θὰ εἶναι αἰώνια καὶ ἀθάνατη. Καὶ θὰ σοῦ δώσω τὴν ἐξουσία νὰ εἰσάγεις στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν κάθε ἄνθρωπο ἄξιο νὰ εἰσέλθει, καὶ νὰ ἀποκλείεις ἀπ' αὐτὴν κάθε ἀνάξιο. Καὶ ὁποιοδήποτε ἁμάρτημα δέσεις καὶ τὸ διακηρύξεις ἀσυγχώρητο πάνω στὴ γῆ, θὰ εἶναι δεμένο καὶ ἀσυγχώρητο καὶ στοὺς οὐρανούς· ἐνῶ ὁποιοδήποτε ἁμάρτημα λύσεις μὲ συγχώρηση πάνω στὴ γῆ, θὰ εἶναι συγχωρημένο καὶ στοὺς οὐρανούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου