Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
(14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2014)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι. Γέγραπται γάρ· «Ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω». Ποῦ σοφός; Ποῦ γραμματεύς; Ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεός την σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; Ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας. Ἐπειδὴ καὶ ᾿Ιουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ ῞Ελληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, ᾿Ιουδαίοις μὲν σκάνδαλον, ῞Ελλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, ᾿Ιουδαίοις τε καὶ ῞Ελλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν.     
                                            (Α΄ Κορ. α΄[1] 18 – 24 )

ΛΟΓΟΣ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΔΥΝΑΜΕΩΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
«Ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ... δύναμις Θεοῦ ἐστι».
Ἑορτὴ καὶ πανήγυρις μεγάλη καὶ ἱερή σήμερα, ἀδελφοί. «Σταυρὸς ὑψοῦται σήμερον» καὶ σκορπίζει χαρά καὶ ἀγαλλίαση στίς ψυχές τῶν πιστῶν. Διότι αὐτὸς εἶναι τὸ ὄργανο καί τό σύμβολο τῆς σωτηρίας μας. Χάρη στή σταυρικὴ θυσία τοῦ Κυρίου μας σωθήκαμε. Χάρη στό σταυρό τοῦ Χριστοῦ λυτρωθήκαμε ἀπό τήν ἁμαρτία καὶ τὸν θάνατο. Καὶ ὁλόκληρος ὁ λόγος γιὰ τὴ σωτηρία μας στόν σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ βρίσκεται. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπόστολος διακήρυξε ὅτι «ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ», τὸ κήρυγμα δηλαδὴ γιὰ τὸν ἐσταυρωμένο Χριστό, εἶναι «δύναμις Θεοῦ». Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία πάντοτε μὲ τὸν λόγο τοῦ σταυροῦ προχώρησε. Ἂς δοῦμε λοιπὸν κατὰ τὴν ἐπίσημη αὐτὴ μέρα πῶς ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ εἶναι δύναμη Θεοῦ.
1. Τί διακήρυξε πάλιν σήμερα ὁ ἅγιος Ἀπόστολος; «Ἡμεῖς κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον». Αὐτὸ ἦταν τό περιεχόμενο τοῦ κηρύγματός του. «Ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ». Ὁ λόγος γιὰ τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ ἦταν καί τό κήρυγμα τῶν ἄλλων Ἀποστόλων. Καὶ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τίς πρῶτες μέρες τῆς ζωῆς της. Ὅμως, ὅπως πάλιν λέγει ὁ θεῖος Παῦλος, τὸ κήρυγμα αὐτὸ ἦταν γιά μὲν τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ περίμεναν τὸν Μεσσία ὡς βασιλέα ἐπίγειο, σκάνδαλο. Δηλαδὴ ἐμπόδιο, στό ὁποῖο σκόνταφταν καὶ δὲν μποροῦσαν νά πιστεύσουν. Γιά δὲ τοὺς Ἕλληνες ἦταν κάτι τό ἀνόητο, ἀφοῦ ὁ Θεὸς αὐτὸς τῶν Χριστιανῶν δὲν μπόρεσε νὰ νικήσει τοὺς ἐχθροὺς Του καί σταυρώθηκε. Ἐδῶ ὅμως ἀκριβῶς εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ποὺ περιέχεται στόν λόγο τοῦ Σταυροῦ. Αὐτὸ τὸ κήρυγμα ὑπῆρξε τόσο δυνατό, ὥστε καὶ πλήθη Ἰουδαίων τὸ πίστευσαν καί τό δέχτηκαν καὶ ὅλος σχεδὸν ὁ εἰδωλολατρικὸς κόσμος τὸ ἐγκολπώθηκε καὶ τὸ ἔκαμε δικό του. Καὶ παρ' ὅλους τοὺς διωγμούς, πού ὑπέστη ἀπό αὐτοκράτορες, ἀπό Ἑβραίους, ἀπό ἀνθρώπους τῆς ἄγνοιας καὶ τῆς ἁμαρτίας, ὁ λόγος αὐτὸς νίκησε καί θριάμβευσε. Καί διαδόθηκε σ’ ὅλο τόν κόσμο. Καὶ σήμερα ὁ πολιτισμένος κόσμος αὐτὸν ἔχει ὡς λόγο ἀληθείας καὶ σοφίας. Διὰ μέσου δὲ τῶν αἰώνων μέχρι καί στίς μέρες μας, «ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ» κερδίζει ψυχές, κατακτᾶ καρδίες καὶ θριαμβεύει πάντα. Ὅλες οἱ ἀνθρώπινες σοφίες δὲν ἔχουν τή δύναμη νὰ συναγωνισθοῦν τὸν λόγο αὐτόν. Αὐτὸς καὶ μόνο αἰχμαλωτίζει καρδιὲς καὶ τὶς κάμνει νὰ ἀφοσιώνονται μέχρι θανάτου στόν Ἐσταυρωμένο. Ὅσο δέ καί ἄν καί σήμερα τὸ κήρυγμα τοῦ σταυροῦ πολεμᾶται, ὅσο καὶ ἄν ζητοῦν πολλοὶ νὰ ἐξαφανίσουν τὸν Ἐσταυρωμένο, τὸν Σταυρό Του, τὸν λόγο τοῦ σταυροῦ Του, τίποτε δὲν ἐπιτυγχάνουν. Ἀντίθετα καὶ ἄλλοι ἑλκύονται στήν πίστη τοῦ Σταυροῦ.  Δέν ὑψώνεται ὁ Σταυρὸς σήμερα στὶς ζοῦγκλες τῆς Ἀφρικῆς καὶ στά κράτη τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς! «Ὁ λόγος ὁ τοῦ Σταυροῦ» μὲ ἄπειρη δύναμη ἰσχύει παντοῦ. Διότι εἶναι, ὅπως τό εἶπε ὁ Ἀπόστολος, «δύναμις Θεοῦ», μπροστά στήν ὁποία καμμία ἄλλη δύναμη δὲν μπορεῖ νὰ ἀντισταθεῖ.
2. Ἐκεῖ ὅμως πού ἡ δύναμη τοῦ λόγου τοῦ Σταυροῦ λάμπει ἑξαίσια, εἶναι ἡ ἐσωτερικὴ ἀναγέννηση ποὺ δημιουργεῖ. Ἡ ἀλλαγὴ καὶ ἐξύψωση τῶν ψυχῶν. Ἡ δημιουργία νέων ἀνθρώπων, μὲ νέα αἰσθήματα, νέες σκέψεις, νέες διαθέσεις. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος παίρνει ὡς παράδειγμα τέτοιας ἀλλαγῆς τὸν ἀπόστολο Πέτρο. Καὶ λέγει: «ὁ κορυφαῖος τῶν ἀποστόλων πρὸ τοῦ σταυροῦ οὐδὲ θυρωροῦ ἀπειλὴν ἤνεγκεν,... μετὰ δὲ τὸν σταυρὸν τὴν οἰκουμένην περιέδραμεν». Τόση ἦταν ἡ μεταβολή του. Γενικώτερα δὲ σημειώνει ὅτι «ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ» «ἀπεμάκρυνε τοὺς ἀνθρώπους ἀπό τὴν τρυφὴν καὶ τοὺς ὡδήγει εἰς νηστείαν· ἀπεμάκρυνε ἀπό τὴν φιλοχρηματίαν καὶ ὡδήγει εἰς ἀκτημοσύνην· ἀπεμάκρυνεν ἀπό ἀσέλγειαν καί ὡδήγει εἰς σωφροσύνην· ἀπεμάκρυνεν ἀπό θυμὸν καὶ ὡδήγει εἰς πραότητα... ἀπεμάκρυνε ἀπό τήν πλατεῖαν καί εὐρύχωρον ὁδόν καί ὡδήγει εἰς τὴν στενὴν καὶ τεθλιμμένην». Ἐνῶ δὲ ὅλα αὐτὰ φαίνονται στούς πολλοὺς δύσκολα νὰ γίνουν, «ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ» γεμίζει τὸν ἄνθρωπο μέ δύναμη ὥστε νά μπορεῖ νά τά ἐπιτυγχάνει. Καὶ νὰ γίνεται καινούργιος ἄνθρωπος, «καινή κτίσις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», ἔστω καὶ ἄν προηγουμένως ἦταν δοῦλος σέ ὅλα αὐτὰ τὰ πάθη. «Ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ» «ἀνυψοῖ ἅπαντας τούς κλοπῇ βρώσεως ἀπωσθέντας καί εἰς θάνατον κατολισθήσαντας». Καὶ ἀποδεικνύεται ἔτσι ὁ λόγος αὐτὸς «δύναμις Θεοῦ εἰς σωτηρίαν» (Ρωμ. α'[1] 16). Δύναμη Θεοῦ, ποὺ ὁδηγεῖ σέ σωτηρία αἰώνια.
Εἶναι δὲ πράγματι δύναμη Θεοῦ καί ὄχι κάποια ἄλλη δύναμη, διότι τὸ νὰ ἀλλάξει ὁ ἄνθρωπος ἐσωτερικά, νὰ μεταβάλει τίς διαθέσεις του, νά ἀποκτήσει νέο τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι, νά ἀντιμετωπίσει μὲ ἄλλο τρόπο τήν ὅλη του ζωή καὶ κατόπιν νὰ προσαρμόσει τήν ἐξωτερική διαγωγή καί συμπεριφορά του πρὸς τίς νέες του ἀντιλήψεις, «νἀ ὑψωθῇ ἀπό γῆς πρὸς οὐράνια» εἶναι ἔργο, ποὺ μόνος του ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά τό κάμει. Δέ βλέπουμε συχνά πώς καί μιά μικρή μόνο συνήθεια εἶναι πολὺ δύσκολο νά ἀλλάξουμε; Τή ριζική λοιπὸν αὐτὴ μεταβολὴ καρδίας καὶ ζωῆς, πού δημιουργεῖ «ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ», εἶναι δυνατὸ ποτὲ νά τὴν ἐπιτύχει δύναμη ἀνθρώπινη, ὅσο μεγάλη καὶ ἄν εἶναι; Ἀσφαλῶς ὄχι. «Ὁ λόγος» ὅμως «ὁ τοῦ σταυροῦ» τὸ ἔκαμε διὰ μέσου τῶν αἰώνων καὶ τὸ κάμνει καὶ σήμερα. Καὶ ὄχι σέ ἕνα ἢ δύο, ἀλλά σέ πάρα πολλούς. Καὶ σέ διάφορους. Μορφωμένους καὶ ἀγράμματους, πλούσιους καὶ πτωχούς, νέους καὶ γέροντες. Δι’ αὐτοῦ ὄντως «διαλέλυται ἡ φθορὰ καὶ ἐξήνθησεν ἡ ἀφθαρσία καὶ βροτοὶ ἐθεώθημεν». Καὶ ἀποδεικνύεται ἔτσι ὅτι εἶναι ὄντως δύναμη Θεοῦ ἀληθινή.
Ἀδελφοί, 2.000 χρόνια ἔχουν περάσει ἀπό τότε, ποὺ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ὑψώθηκε πάνω στόν σταυρό καί πρόσφερε τὴν ἁγία θυσία Του ὑπὲρ ἡμῶν. Καὶ ἀπό τότε ὁ λόγος γιά τὸν σταυρὸ Του κατέκτησε, ἔσωσε, ἀναγέννησε ἑκατομμύρια ψυχῶν. Καὶ ἀπόδειξε περίτρανα τὴ θεότητα «τοῦ ἐν τῷ σταυρῷ προσπαγέντος». Ἐμεῖς σήμερα, πιστοὶ ὀπαδοὶ τοῦ Ἐσταυρωμένου, ἂς δοξάσουμε Αὐτὸν μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῶν ψυχῶν μας. Καὶ μὲ ἀπόλυτη ἀφοσίωση στὸν λόγο τοῦ σταυροῦ Του καὶ στὴ δύναμή Του ἂς προχωρήσουμε στὴ ζωή μας. Ἡ χάρη τοῦ Σταυροῦ θὰ εἶναι πάντοτε μαζί μας.
     (Δ­ι­α­σ­κ­ε­υὴ ἀ­πὸ π­α­λ­α­ιὸ τ­ό­μο τ­οῦ Π­ε­ρ­ι­ο­δ­ι­κ­οῦ «Ο Σ­Ω­Τ­ΗΡ»)

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τ­ῷ κ­α­ι­ρ­ῷ ἐ­κ­ε­ί­νῳ, σ­υ­μ­β­ο­ύ­λ­ι­ον ἐ­π­ο­ί­η­σ­αν ο­ἱ Ἀ­ρ­χ­ι­ε­ρ­ε­ῖς κ­α­ὶ ο­ἱ Π­ρ­ε­σ­β­ύ­τ­ε­ρ­οι κ­α­τὰ τοῦ ᾿Ι­η­σ­οῦ, ὅ­π­ως α­ὐ­τ­ό­ν ἀ­π­ο­λ­έ­σ­ω­σι. Κ­α­ὶ π­α­ρ­ε­γ­έ­ν­ο­ν­το π­ρ­ὸς Π­ι­λ­ά­τ­ον, λ­έ­γ­ο­ν­τ­ες· Στα­ύ­ρ­ω­σ­ον, σ­τ­α­ύ­ρ­ω­σ­ον α­ὐ­τ­όν. Λ­έ­γ­ει α­ὐ­τ­ο­ῖ­ς ὁ Π­ι­λ­ᾶ­τ­ος· Λ­ά­β­ε­τε α­ὐ­τ­ὸ­ν ὑ­μ­ε­ῖς κ­α­ὶ σ­τ­α­υ­ρ­ώ­σ­α­τε· ἐ­γὼ γὰρ ο­ὐχ ε­ὑ­ρ­ί­σ­κ­ω ἐν α­ὐ­τ­ῷ α­ἰ­τ­ί­αν. Ἀ­π­ε­κ­ρ­ί­θ­η­σ­αν α­ὐ­τῷ οἱ ᾿Ι­ο­υ­δ­α­ῖ­οι· Ἡ­μ­ε­ῖς ν­ό­μ­ο­ν ἔ­χ­ο­μ­εν, κα­ὶ κ­α­τ­ὰ τ­ὸν ν­ό­μ­ο­ν ἡ­μ­ῶ­ν ὀ­φ­ε­ί­λ­ε­ι ἀ­π­ο­θ­α­ν­ε­ῖν, ὅ­τ­ι ἑ­α­υ­τ­ὸν Υ­ἱ­ὸν τ­ο­ῦ Θ­ε­ο­ῦ ἐ­π­ο­ί­η­σ­εν. ῞Ο­τε οὖν ἤ­κ­ο­υ­σ­ε­ν ὁ Π­ι­λ­ᾶτος τ­ο­ῦ­τ­ον τ­ὸν λ­ό­γ­ον, μ­ᾶ­λ­λ­ο­ν ἐ­φ­ο­β­ή­θη. Κ­α­ὶ ε­ἰ­σ­ῆ­λ­θ­εν ε­ἰς τ­ὸ­ Π­ρ­α­ι­τ­ώ­ρ­ι­αν π­ά­λ­ιν, κ­α­ὶ λ­έ­γ­ει τ­ῷ ᾿Ι­η­σ­οῦ· Π­ό­θ­εν ε­ἶ σύ;  δ­ὲ ᾿Ι­η­σ­ο­ῦ­ς ἀ­π­ό­κ­ρ­ι­σ­ιν ο­ὐ­κ ἔ­δ­ω­κ­εν α­ὐ­τῷ. Λ­έ­γ­ει ο­ὖν α­ὐ­τ­ῷ ὁ Π­ι­λ­ᾶ­τος· Ἐ­μ­ο­ὶ ο­ὐ λ­α­λ­ε­ῖς; ο­ὐκ ο­ἶ­δ­α­ς ὅ­τ­ι ἐ­ξ­ο­υ­σ­ί­α­ν ἔ­χω σ­τ­α­υ­ρ­ῶ­σ­α­ί σε, κ­α­ὶ ἐ­ξ­ο­υ­σ­ί­α­ν ἔ­χ­ω ἀ­π­ο­λ­ῦ­σ­α­ί σε; Ἀ­π­ε­κ­ρ­ί­θ­η ᾿Ι­η­σ­ο­ῦς· Ο­ὐκ ε­ἶ­χ­ε­ς ἐ­ξ­ο­υ­σ­ί­αν ο­ὐ­δ­ε­μ­ί­αν κ­ατ᾿ ἐ­μ­οῦ, ε­ἰ μ­ὴ ἦν σ­οι δ­ε­δο­μ­έ­ν­ο­ν ἄ­ν­ω­θ­εν.  ο­ὖν Π­ι­λ­ᾶ­τ­ο­ς ἀ­κ­ο­ύ­σ­ας τ­ο­ῦ­τ­ον τ­ὸν λ­ό­γ­ον, ἤ­γ­α­γ­ε­ν ἔ­ξω τ­ὸ­ν ᾿Ι­η­σ­ο­ῦν, καὶ ἐ­κ­ά­θ­ι­σ­ε­ν ἐ­π­ὶ τ­ο­ῦ β­ή­μ­α­τ­ος,ε­ἰς τ­ό­π­ον λ­ε­γ­ό­μ­ε­ν­ον Λ­ι­θ­ό­σ­τ­ρ­ω­τ­ον, Ἑ­β­ρ­α­ῑ­σ­τ­ὶ δ­ὲ Γ­α­β­β­α­θᾶ. Ἦν δ­ὲ Π­α­ρ­α­σ­κ­ε­υ­ὴ τ­ο­ῦ Π­ά­σ­χα, ὥ­ρα δ­ὲ ὡ­σ­ε­ὶ ἕ­κ­τη· κ­α­ὶ­ λ­έ­γ­ει τ­ο­ῖ­ς ᾿Ι­ο­υ­δ­α­ί­ο­ις· Ἴ­δ­ε ὁ Β­α­σ­ι­λ­ε­ὺ­ς ὑ­μῶν. Ο­ἱ δ­ὲ ἐ­κ­ρ­α­ύ­γ­α­σ­αν· Ἆ­ρ­ον, ἆ­ρ­ον, σ­τ­α­ύ­ρω­σ­ον α­ὐ­τ­όν. Λ­έ­γ­ει α­ὐ­τ­ο­ῖ­ς ὁ Π­ι­λ­ᾶ­τ­ος· Τ­ὸν Βα­σ­ι­λέ­α ὑ­μ­ῶν σ­τ­α­υ­ρ­ώ­σω; Ἀ­π­ε­κ­ρ­ί­θ­η­σ­αν ο­ἱ­ Ἀ­­ρ­χ­ι­ε­ρ­ε­ῖς· Ο­ὐ­κ ἔ­χ­ο­μ­εν β­α­σ­ι­λ­έα, ε­ἰ μ­ὴ Κ­α­ί­σ­α­ρα. Τ­ό­τε ο­ὖν π­α­ρ­έ­δ­ω­κ­εν α­ὐ­τ­ὸν α­ὐ­τ­ο­ῖς, ἵ­να σ­τ­α­υ­ρ­ω­θῇ. Π­α­ρ­έ­λ­α­β­ον δ­ὲ τ­ὸ­ν ᾿Ι­η­σ­ο­ῦν, κ­α­ὶ ἀ­π­ή­γ­α­γον. Καὶ βα­σ­τ­ά­ζ­ων τ­ὸν Σ­τ­α­υ­ρ­ὸν α­ὐ­τ­οῦ, ἐ­ξ­ῆ­λ­θ­εν ε­ἰς τ­ὸν λ­ε­γ­ό­μ­ε­ν­ον Κ­ρ­α­ν­ί­ου τ­ό­π­ον, ὃς λ­έ­γε­ται Ἑ­β­ρ­α­ῑ­σ­τ­ὶ Γ­ο­λ­γ­ο­θᾶ· ὅ­π­ου αὐ­τ­ὸ­ν ἐ­σ­τ­α­ύ­ρ­ω­σ­αν, κ­α­ὶ μ­ετ᾿ α­ὐ­τ­ο­ῦ ἄ­λ­λ­ο­υς δ­ύ­ο ἐ­ν­τ­ε­ῦ­θ­εν κα­ὶ ἐ­ν­τ­ε­ῦ­θ­εν, μ­έ­σ­ον δ­ὲ τ­ὸν᾿Ι­η­σ­ο­ῦν. Ἔ­γ­ρ­α­ψε δ­ὲ κ­α­ὶ τ­ί­τ­λ­ο­ν ὁ Π­ι­λ­ᾶ­τ­ος, κ­α­ὶ ἔ­θ­η­κ­ε­ν ἐ­π­ὶ τ­ο­ῦ  Στα­υ­ροῦ. Ἦν δ­ὲ γ­ε­γ­ρ­α­μ­μέ­ν­ον· ᾿Ι­η­σ­ο­ῦ­ς ὁ Ν­α­ζ­ω­ρ­α­ῖ­ος,  Β­α­σ­ι­λ­ε­ὺς τ­ῶ­ν ᾿Ι­ο­υ­δ­α­ί­ων. Τ­ο­ῦ­τ­ον οὖν τ­ὸν τ­ί­τ­λ­ον π­ο­λ­λ­οὶ ἀ­ν­έ­γ­ν­ω­σ­αν τ­ῶ­ν ᾿Ι­ο­υ­δ­α­ί­ων, ὅ­τ­ι ἐ­γ­γ­ὺ­ς ἦ­ν ὁ τ­ό­π­ος τ­ῆς π­ό­λ­ε­ως, ὅ­π­ο­υ ἐ­σ­τ­α­υ­ρ­ώ­θ­η ὁ ᾿Ι­η­σο­ῦς· κ­α­ὶ ἦν γ­ε­γ­ρ­α­μ­μ­έ­ν­ο­ν ῾Ε­β­ρ­α­ῑ­σ­τί, ῾Ε­λ­λ­η­ν­ι­σ­τί, ῾Ρ­ω­μ­α­ϊ­σ­τί. Ε­ἱ­σ­τ­ή­κ­ε­ι­σ­αν δὲ π­α­ρ­ὰ τῷ Στ­α­υ­ρ­ῷ τ­ο­ῦ ᾿Ι­η­σ­ο­ῦ ἡ Μ­ή­τ­ηρ α­ὐ­τ­οῦ, κ­α­ὶ ἡ ἀ­δ­ε­λ­φ­ὴ τ­ῆς Μ­η­τ­ρ­ὸς α­ὐ­τ­οῦ, Μ­α­ρ­ί­α ἡ τ­ο­ῦ Κλω­πᾶ κ­α­ὶ Μ­α­ρ­ί­α ἡ Μ­α­γ­δ­α­λ­η­νή. ᾿Ι­η­σ­ο­ῦς ο­ὖ­ν ἰ­δ­ὼν τ­ὴν Μ­η­τ­έ­ρα, κ­α­ὶ τ­ὸν Μ­α­θ­η­τ­ὴν π­α­ρ­ε­σ­τ­ῶ­τα ὃ­ν ἠ­γ­ά­πα, λ­έ­γ­ει τ­ῇ Μ­η­τ­ρ­ί α­ὐ­τ­οῦ· Γ­ύ­ν­αι, ἰ­δ­ο­ὺ ὁ υ­ἱ­ός σ­ου. Ε­ἶ­τα λ­έ­γ­ει τ­ῷ Μ­α­θ­η­τῇ· ἰ­δοὺ ἡ Μ­ή­τ­ηρ σ­ου. Κ­α­ὶ ἀπ᾿ ἐ­κ­ε­ί­ν­ης τ­ῆ­ς ὥ­ρ­α­ς ἔ­λ­α­β­ε­ν ὁ Μ­α­θ­η­τ­ὴς α­ὐ­τ­ὴν ε­ἰς τ­ὰ ἴ­δ­ια. Μ­ε­τὰ τ­ο­ῦ­το ε­ἰ­δ­ὼ­ς ὁ ᾿Ι­η­σ­ο­ῦ­ς ὅ­τι π­ά­ν­τ­α ἤ­δη τ­ε­τ­έ­λ­ε­σ­τ­αι, κ­λ­ί­ν­ας τ­ὴν κ­ε­φ­α­λ­ὴν π­α­ρ­έ­δ­ω­κε τ­ὸ π­ν­ε­ῦ­μα. Οἱ ο­ὖ­ν ᾿Ι­ο­υ­δ­α­ῖ­οι, ἵ­να μ­ὴ μ­ε­ί­ν­ῃ ἐ­π­ὶ τ­ο­ῦ σ­τ­α­υ­ρ­ο­ῦ τ­ὰ σ­ώ­μ­α­τ­α ἐν τ­ῷ Σ­α­β­β­ά­τῳ,ἐ­π­ε­ὶ Π­α­ρ­α­σ­κε­υ­ὴ ἦν, (ἦν γ­ὰρ μ­ε­γ­ά­λ­η ἡ ἡ­μ­έ­ρ­α ἐ­κ­ε­ί­νη τ­ο­ῦ Σ­α­β­β­ά­τ­ου,­) ἠ­ρ­ώ­τ­η­σ­αν τ­ὸν Π­ι­λ­ᾶ­τ­ο­ν ἵ­να κ­α­τ­ε­α­γ­ῶ­σιν α­ὐ­τ­ῶν τ­ὰ σ­κ­έ­λη, κ­α­ὶ ἀ­ρ­θ­ῶ­σ­ιν. ἦ­λ­θ­ον ο­ὖν ο­ἱ σ­τ­ρ­α­τ­ι­ῶ­τ­αι, καὶ τ­ο­ῦ­ μ­ὲν π­ρ­ώ­τ­ου κ­α­τ­έ­α­ξαν τ­ὰ σ­κ­έ­λη, κ­α­ὶ τ­ο­ῦ ἄ­λ­λ­ου τ­ο­ῦ σ­υ­σ­τ­α­υ­ρ­ω­θ­έ­ν­τ­ος α­ὐ­τῷ· Ἐ­πὶ δ­ὲ τ­ὸ­ν ᾿Ι­η­σ­ο­ῦ­ν ἐ­λ­θ­ό­ν­τ­ες, ὡς ε­ἶ­δ­ον α­ὐ­τ­ὸ­ν ἤ­δη τ­ε­θ­ν­η­κ­ό­τα, ο­ὐ κ­α­τ­έ­α­ξ­αν α­ὐ­τ­ο­ῦ τ­ὰ σ­κ­έ­λη· ἀ­λλ᾿ ε­ἷς τ­ῶν σ­τ­ρ­α­τ­ι­ω­τ­ῶν λ­ό­γ­χῃ α­ὐ­τοῦ τ­ὴν π­λ­ε­υ­ρ­ὰ­ν ἔ­ν­υ­ξε, κ­α­ὶ ε­ὐ­θ­έ­ω­ς ἐ­ξ­ῆ­λ­θ­εν α­ἷ­μα κ­α­ὶ ὕ­δ­ωρ. Κ­α­ὶ ὁ ἑ­ω­ρ­α­κ­ὼς μ­ε­μ­α­ρ­τ­ύ­ρη­κε, κα­ὶ ἀ­λ­η­θ­ι­ν­ὴ ἐ­σ­τ­ι­ν ἡ μ­α­ρ­τ­υ­ρ­ία α­ὐ­τ­οῦ. 
                              

   (Ἰω. ιθ΄[19]6-11, 13-20, 25-28 καί 30-35)                               
ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
Τον καιρό εκείνον, πραγματοποίησαν συμβούλιον οἱ ρχιερείς γιά νά σταυρώσουν τον Ιησούν. Ὅταν τν εδαν ο ρχιερες κα ο πηρέται κραύγασαν στόν Πιλτον, «Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον». Ὁ Πιλτος τος λέγει, «Πάρτε τον σες καὶ σταυρῶστέ τον διότι γ δν το βρίσκω καμμίαν βάσιν δι κατηγορίαν». Οἱ Ἰουδαοι το πεκρίθησαν, «μες χομεν νόμον κα κατ τν νόμον μας φείλει νὰ πεθάνῃ, διότι κανε τν αυτόν του Υἱὸν το Θεο». ταν Πιλτος κουσε τν λόγον αὐτόν, φοβήθηκε περισσότερον κα μπκε πάλιν ες τὸ κυβερνεον κα λέγει εἰς τν ησον, «π πο εσαι σύ;». λλ’ ησος δν το δωκε πάντησιν. Ὁ Πιλᾶτος το λέγει, «Σ’ μ δν μιλες; Δν ξέρεις τι χω ξουσίαν ν σ φήσωλεύθερον;». πεκρίθη ησος, «Δν θ χεις καμμίαν ξουσίαν ναντίον μου, ἐὰν δὲν σο εχε δοθ νωθεν. Δι τοτο κενος πο μ παρέδωκε σ’ σ χει μεγαλύτερην ἁμαρτίαν». ταν κουσε Πιλτος, φερε ξω τν ησον, ατς δὲ ἐκάθησε ες τν δικαστικν δραν, ες τόπον πο λέγεται Λιθόστρωτον, βραϊστ δὲ Γαββαθᾶ. το μέρα τῆς Παρασκευς το Πάσχα, ρα δ περίπου κτη, κα λέγει εἰς τος ουδαίους, «Νά, βασιλεύς σας». κενοι κραύγασαν, «ρον, ρον, σταύρωσέ τον». Ὁ Πιλτος τος λέγει, «Τν βασιλέα σας ν σταυρώσω;». πεκρίθησαν οἱ ρχιερες, «Δν χομεν βασιλέα παρ τν Καίσαρα». Τότε τος τν παρέδωκε διὰ νὰ σταυρωθ. κενοι πραν τν ησον κα φυγαν, ατς δ βαστάζων τν σταυρόν του ἐξλθεν ες τν λεγόμενον Κρανίου τόπον, ποος βραϊστ λέγεται Γολγοθᾶ, που τν σταύρωσαν κα μαζί του λλους δύο, π τ να μέρος καὶ πὸ τὸ λλο, κα τν ησον ες τ μέσον. γραψε δ Πιλτος πιγραφν κα τνβαλε πάνω ες τν σταυρόν· πιγραφ το: ησος Ναζωραος βασιλες τνουδαίων. Τν πιγραφν ατν νέγνωσαν πολλο π τος ουδαίους, διότι το πλησίον τῆς πόλεως που σταυρώθηκε ησος, το δ γραμμένη εςβραϊκήν, εςλληνικν κα ες Λατινικν γλσσαν. Κοντὰ ες τν σταυρν το ησοῦ ἐστέκοντο μητέρα του κα δελφ τς μητέρας του, Μαρία σύζυγος το Κλωπᾶ καὶ Μαρία Μαγδαληνή. ταν εδε ὁ Ἰησος τν μητέρα του κα τν μαθητν ποὺ ἀγαποσε, ν στέκεται κοντά της, επε ες τν μητέρα του «Γυνακα, νά υός σου». Ἔπειτα επε ες τν μαθητήν, «Νά μητέρα σου». Κα π’ κείνην τν ραν τὴν πρε μαθητς στ σπίτι του. στερα, πειδ γνώριζε ὁ ησος τι λαχουν δη κτελεσθ, δι ν κπληρωθ σ λα γραφή, λέγει, «Διψ». κεῖ εὑρίσκετο δοχεον γεμάτο ξύδι. Ο στρατιται γέμισαν να σφουγγάρι μ ξύδι, τὸ ἔβαλαν ες να κοντάρι κα τ φεραν ες τ στόμα του. ταν ησος πρε τὸ ξύδι, εἶπε, «Τετέλεσται», κα φο γυρε τ κεφάλι, παρέδωκε τὸ πνεῦμα. πειδ το μέρα τς Παρασκευς κα δι ν μ μείνουν τ σώματα ες τὸν σταυρν κατ τ Σάββατον – διότι το μεγάλη μέρα κείνη το Σαββάτου – οἱ Ἰουδαοι παρεκάλεσαν τν Πιλτον ν συντριβοῦν τ σκέλη των κα ν κατεβάσουν τὰ σώματα. Ἦλθαν λοιπν ο στρατιται κα το μν πρώτου συνέτριψαν τ σκέλη ς καὶ τοῦ λλου πο εχε σταυρωθ μαζί του. λλ’ ταν λθαν ες τν ησον, εδαν τι εἶχε δη πεθάνει κα δν συνέτριψαν τ σκέλη του, λλ’νας π τος στρατιώταςκέντησε μ τν λόγχην τν πλευράν του κα μέσως βγκε αμα καὶ νερό. Ἐκενος πο τ εδε χει δώσει μαρτυρίαν γι’ ατ κα εναι ληθιν ἡ μαρτυρία του, καὶ ξέρει τι λέγει τν λήθεια δι ν πιστέψετε κα σες.
ΠΗΓΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ: http://theomitoros.blogspot.com/2012/09/blog-post_3568.html


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου