Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΒΑΡΝΑΒΑ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
(5 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015)
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Ἀδελφοί, χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. ὁ Κύριος ἐγγύς. μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ' ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐ­χα­ρι­στί­ας τὰ αἰ­τή­μα­τα ὑ­μῶν γνω­ρι­ζέ­σθω πρὸς τὸν Θε­όν, καὶ ἡ εἰ­ρή­νη τοῦ Θε­οῦ ἡ ὑπε­ρέ­χου­σα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ' ὑμῶν.                               (Φιλιπ. δ΄[4] 4-9)
ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)
Ἀδελφοί, νὰ χαίρεστε πάντοτε μὲ τὴ χαρὰ πού προέρχεται ἀπὸ τὴν ἕνωση καὶ τὴν κοινωνία μας μὲ τὸν Κύριο. Πάλι θὰ πῶ, νὰ χαίρεστε. Ἡ ἐπιείκειά σας καὶ ἡ ὑποχωρητικότητά σας ἂς γίνει γνωστὴ σ' ὅλους τούς ἀνθρώπους, καὶ σ' αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς ἀπίστους. Ὁ Κύριος πλησιάζει νὰ ἔλθει, καὶ αὐτὸς θὰ ἀποδώσει στὸν καθένα ὅ,τι τοῦ ἀνήκει. Μὴν κυριεύεστε ἀπό ἀγωνιώδη φροντίδα γιὰ τίποτε, ἀλλά γιὰ κάθε τι πού σᾶς παρουσιάζεται, νὰ κάνετε γνωστά τά αἰτήματά σας στό Θεὸ μὲ τὴν προσευχὴ καί τή δέηση, οἱ ὁποῖες πρέπει νὰ συνοδεύονται καὶ μὲ εὐχαριστία γιά ὅσα ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε. Κι ἔτσι, ὅταν διώχνετε κάθε μέριμνα καὶ ἐμπιστεύεστε τὸν ἑαυτό σας στὴ θεία Πρόνοια, ἡ εἰρήνη πού ἔχει ὁ Θεὸς καὶ τὴ μεταδίδει στοὺς δικούς του, τῆς ὁποίας τὴν τελειότητα δὲν μπορεῖ νὰ νιώσει κανένας νοῦς, εἴτε ἀνθρώπινος εἴτε ἀγγελικός, θὰ φρουρήσει τὶς καρδιές σας καὶ τὶς σκέψεις σας, ἐφόσον μένετε ἑνωμένοι μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό. Καὶ τώρα ἀπομένει, ἀδελφοί μου, νὰ σᾶς ἀπευθύνω καὶ μία ἄλλη προτροπή: Ὅσα εἶναι ἀληθινά, ὅσα εἶναι σεμνά καί σεβαστά, ὅσα εἶναι δίκαια, ὅσα εἶναι ἀμόλυντα καὶ ἁγνά, ὅσα εἶναι προσφιλῆ στὸ Θεὸ καὶ στοὺς καλοὺς ἀνθρώπους, ὅσα ἔχουν καλὴ φήμη καθὼς καὶ ὁποιαδήποτε ἄλλη ἀρετὴ καὶ ὁποιοδήποτε καλὸ ἔργο πού εἶναι ἄξιο ἐπαίνου, αὐτὰ νὰ συλλογίζεστε καὶ νὰ προσέχετε, γιὰ νὰ τὰ ἐφαρμόζετε καὶ στὴ ζωή σας. Αὐτὰ πού μάθατε καὶ παραλάβατε καὶ ἀκούσατε μὲ τὴν προφορικὴ διδασκαλία μου, καθὼς καὶ αὐτὰ πού εἴδατε σ' ὅλη τὴ συμπεριφορὰ καὶ τὴ διαγωγή μου, αὐτὰ νὰ κάνετε. Καὶ τότε ὁ Θεός, πού εἶναι ὁ χορηγός τῆς εἰρήνης, θὰ εἶναι μαζί σας.


ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Πρ ξ ἡ­με­ρῶν το πά­σχα ἦλ­θεν ὁ Ἰ­η­σοῦς ες Βη­θα­νί­αν, ὅ­που ἦν Λζαρος τε­θνη­κώς, ν ἤ­γει­ρεν ἐκ νε­κρῶν. Ἐπο­ί­η­σαν ον αὐ­τῷ δεῖ­πνον ἐ­κεῖ, κα Μρθα δι­η­κό­νει· δ Λζαρος ες ν κ τν ἀ­να­κει­μέ­νων σν αὐ­τῷ. ον Μα­ρί­α, λα­βοῦ­σα λί­τραν μύ­ρου νάρ­δου πι­στι­κῆς πο­λυ­τί­μου, ἤ­λει­ψε τος πό­δας το Ἰ­η­σοῦ κα ἐ­ξέ­μα­ξε τας θρι­ξὶν αὐ­τῆς τος πό­δας αὐ­τοῦ· δ οἰ­κί­α ἐ­πλη­ρώ­θη ἐκ τς ὀ­σμῆς το μύ­ρου. λέ­γει ον ες κ τν μα­θη­τῶν αὐ­τοῦ, Ἰ­ο­ύ­δας Σμωνος Ἰ­σκα­ρι­ώ­της, μέλ­λων αὐ­τὸν πα­ρα­δι­δό­ναι· Δια­τί τοῦ­το τ μύ­ρον οκ ἐ­πρά­θη τρι­α­κο­σί­ων δη­να­ρί­ων κα ἐ­δό­θη πτω­χοῖς; εἶ­πε δ τοῦ­το οχ ὅ­τι πε­ρὶ τν πτω­χῶν ἔ­με­λεν αὐ­τῷ, ἀλ­λ’ ὅ­τι κλέ­πτης ν, κα τ γλωσ­σό­κο­μον εἶ­χε κα τ βαλ­λό­με­να ἐ­βά­στα­ζεν. εἶ­πεν ον Ἰ­η­σοῦς· Ἄ­φες αὐ­τήν, ες τν ἡ­μέ­ραν το ἐν­τα­φια­σμοῦ μου τε­τή­ρη­κεν αὐ­τό. τος πτω­χοὺς γρ πάν­το­τε ἔ­χε­τε με­θ’ ἑαυ­τῶν, ἐ­μὲ δ ο πάν­το­τε ἔ­χε­τε. Ἔ­γνω ον ὄ­χλος πο­λὺς κ τν Ἰ­ου­δα­ί­ων ὅ­τι ἐ­κεῖ ἐ­στι, κα ἦλ­θον ο δι τν Ἰ­η­σοῦν μό­νον, ἀλ­λ’ ἵ­να κα τν Λζαρον ἴ­δω­σιν ὃν ἤ­γει­ρεν ἐκ νε­κρῶν. ἐ­βου­λε­ύ­σαν­το δ ο ἀρ­χι­ε­ρεῖς ἵ­να κα τν Λζαρον ἀ­πο­κτε­ί­νω­σιν, ὅ­τι πολ­λοὶ δι’ αὐ­τὸν ὑ­πῆ­γον τν Ἰ­ου­δα­ί­ων κα ἐ­πί­στευ­ον ες τν Ἰ­η­σοῦν. Τ ἐ­πα­ύ­ριον ὄ­χλος πο­λὺς ἐλ­θὼν ες τν ἑ­ορ­τήν, ἀ­κο­ύ­σαν­τες ὅ­τι ἔρ­χε­ται Ἰ­η­σοῦς ες Ἱ­ε­ρο­σό­λυ­μα, ἔ­λα­βον τ βαΐ­α τν φοι­νί­κων κα ἐ­ξῆλ­θον ες ὑ­πάν­τη­σιν αὐ­τῷ, κα ἐ­κρα­ύ­γα­ζον· Ὡ­σαν­νά· εὐ­λο­γη­μέ­νος ἐρ­χό­με­νος ἐν ὀ­νό­μα­τι Κυ­ρί­ου, βα­σι­λεὺς το Ἰσ­ρα­ήλ. εὑ­ρὼν δ Ἰ­η­σοῦς ὀ­νά­ριον ἐ­κά­θι­σεν ἐ­π' αὐ­τό, κα­θώς ἐ­στι γε­γραμ­μέ­νον· Μ φο­βοῦ, θύ­γα­τερ Σι­ών· ἰ­δοὺ ὁ βα­σι­λε­ύς σου ἔρ­χε­ται κα­θή­με­νος ἐ­πὶ πῶ­λον ὄ­νου. Ταῦ­τα δ οκ ἔ­γνω­σαν ο μα­θη­ταὶ αὐ­τοῦ τ πρῶ­τον, ἀλ­λ' ὅ­τε ἐ­δο­ξά­σθη ὁ Ἰ­η­σοῦς, τό­τε ἐ­μνή­σθη­σαν ὅ­τι ταῦ­τα ν ἐ­π' αὐ­τῷ γε­γραμ­μέ­να, κα ταῦ­τα ἐ­πο­ί­η­σαν αὐ­τῷ. Ἐ­μαρ­τύ­ρει ον ὄ­χλος ὁ ν με­τ’ αὐ­τοῦ ὅ­τε τν Λζαρον ἐ­φώ­νη­σεν ἐκ το μνη­με­ί­ου κα ἤ­γει­ρεν αὐ­τὸν κ νε­κρῶν. δι τοῦ­το κα ὑ­πήν­τη­σεν ατ χλος, τι κουσαν τοτο ατν πεποιηκναι τ σημεον.                                    (Ἰωάν. ιβ΄[12] 1 – 18)
ΜΕΤΑ ΒΑΪΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΔΩΝ
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ  
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ! Τὸ Πάσχα πλησιάζει. Πλησιάζει. Ὁ Κύριος πορεύεται πρὸς τὸ Πάθος. Πορεύεται ἀποφασιστικά πρὸς τὴ φρικτὴ ἀγωνία. Κατεβαίνει στὸν ἅδη ἀπό ἀγάπη ἄφραστη πρός τὸν κόσμο. Καὶ τώρα «πρὸ ἕξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα», ἕξι μέρες πρίν τήν ἑορτή τοῦ ἑβραϊκοῦ Πάσχα, βρίσκεται στὴ Βηθανία. Ἔρχεται στό σπίτι τῶν φίλων του  τοῦ Λαζάρου, τόν ὁποῖο πρὸ ὀλίγου εἶχε ἀναστήσει, καὶ τῆς Μαρίας καὶ τῆς Μάρθας, τῶν δύο ἀγαπημένων ἀδελφῶν τοῦ Λαζάρου.
Ἡ εὐγνωμοσύνη τῶν τριῶν ἀδελφῶν ξεχειλίζει. Πῶς νὰ Τὸν εὐχαριστήσουν; Τοῦ ἑτοιμάζουν τραπέζι πλούσιο. Καί βέβαια ἡ Μάρθα, ἡ πρόθυμη καὶ ἀκούραστη Μάρθα, διακονεῖ μὲ ἀγάπη, μέ χαρά, μέ εὐγνωμοσύνη. Διακονεῖ μόνη. Ἀλλὰ τώρα δὲν διαμαρτύρεται, ὅπως κάποια ἄλλη φορά. Δὲν ζητεῖ ἀπό τὸν Κύριο νὰ ἐπιτιμήσει τήν ἀδελφή της, τὴν Μαρία, τὴν πάντα πρόθυμη νὰ κάθεται δίπλα στὰ πόδια τοῦ Κυρίου καί νά ἀκούει τή διδασκαλία Του.
ΟΜΩΣ, ΑΛΗΘΕΙΑ, ποῦ εἶναι τώρα ἡ Μαρία; Οὔτε στό τραπέζι βοηθεῖ, οὔτε τή διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἀκούει. Τί κάνει;
Εἶναι ἀβόλιστη αὐτή ἡ ψυχή. Οὔτε τὶς σκέψεις της μποροῦν νά γνωρίσουν οἱ ἄλλοι, οὔτε τὶς ἐνέργειές της νά προλάβουν. Ἡ Μαρία ζεῖ καί κινεῖται σὲ ἄλλους κόσμους. Ὅταν τὴν βλέπουν νὰ πλησιάζει τὸν Κύριο, δὲν γνωρίζουν τί πρόκειται νά κάνει.
Τί κάνει; Οἱ ἄλλοι σχεδὸν τὴν παίρνουν γιὰ ἀπερίσκεπτη. Τί τὴν ἐνδιαφέρει; Αὐτή θά προχωρήσει ἀποφασιστική. Ἕνα λίτρο ὑπερπολύτιμου ἀρώματος νάρδου τὸ χύνει στὰ πόδια τοῦ Κυρίου καὶ χωρὶς νὰ ντραπεῖ τὰ σκουπίζει ταπεινὰ μὲ τὰ μαλλιά της. Σὲ τριακόσια δηνάρια τὸ ἀποτίμησε τὸ μύρο ὁ Ἰούδας, ποὺ ἤξερε ἀπ' αὐτά, διαμαρτυρόμενος γιὰ τὰ χαμένα χρήματα, τά ὁποῖα θὰ μποροῦσαν νὰ δοθοῦν στοὺς πτωχούς, ὅπως ἔλεγε. Τριακόσια δηνάρια! Φυσικὰ ὁ Ἰούδας δὲν εἶχε πονέσει ξαφνικὰ τοὺς πτωχούς. Ἀλλὰ «κλέπτης ἦν» καὶ ἐπιθυμοῦσε νὰ ἁρπάξει καί αὐτὰ τὰ χρήματα.
ΠΑΡΑΔΟΞΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ ἐπαινεῖ τὴ σπατάλη τῆς Μαρίας. Θὰ μποροῦσε νὰ τῆς ὑποδείξει ὄτι καὶ ἕνα ἁπλό «εὐχαριστῶ» θὰ ἔφθανε γιὰ νὰ τοῦ ἐκφράσει τὴν εὐγνωμοσύνη της. Ἀλλὰ δὲν τῆς τὸ λέγει. Ἐπιτιμᾶ τὸν Ἰούδα καὶ τοὺς ἄλλους ποὺ εἶχαν συμφωνήσει μαζί του, καί ἐπαινεῖ τὴν ἐνέργεια τῆς Μαρίας. Δέχεται μάλιστα τὴν προσφορά της ὡς πρόωρη φροντίδα γιά τὴν ταφή Του. Τοὺς πτωχοὺς τοὺς ἔχετε πάντοτε μαζί σας, Ἐμένα ὅμως ὄχι, εἶπε, κλείνοντας τὰ στόματα τῶν ὑποκριτῶν ὅλων τῶν ἐποχῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπικρίνουν τὶς δαπάνες γιά τὸν στολισμὸ τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ τὰ ἄμφια τῶν Ἱερέων καί ἀρχιερέων, μὲ τὸ πρόσχημα τῆς βοήθειας τῶν πτωχῶν. Μποροῦμε καὶ τοὺς πτωχοὺς νὰ βοηθοῦμε καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη μας πρὸς τὸν Κύριο νὰ τὴν δείχνουμε ἀφειδώλευτα.
Η ΕΙΔΗΣΗ γιὰ τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου διαδόθηκε στὴν περιοχή, καὶ τὰ πλήθη συνέρρευσαν ἀμέσως γιὰ νὰ Τὸν δοῦν. Καὶ ὄχι μόνο Αὐτὸν νὰ δοῦν, ἀλλά καὶ τὸν Λάζαρο, τόν ὁποῖο ὁ Κύριος εἶχε ἀναστήσει. Ἡ συρροὴ τοῦ κόσμου ἀναστάτωσε τοὺς Ἀρχιερεῖς, πού σκέφτηκαν νά φονεύσουν καί τὸν Λάζαρο, γιὰ νὰ ἀνακόψουν τὴ στροφὴ τοῦ κόσμου πρὸς τὸν Ἰησοῦ.
Αὐτὸ τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἐμπάθειας δείχνει σὲ ποιά ἄβυσσο κακίας καὶ μίσους εἶχαν ὁδηγηθεῖ οἱ ἡγέτες αὐτοῦ τοῦ ταλαίπωρου λαοῦ. Ἀλλὰ τὸ φαινόμενο τοῦτο δὲν εἶναι προνόμιο μόνο τῶν Ἑβραίων ἀρχόντων. Ἡ ἐμπάθεια ποὺ τυφλώνει τὴ σκέψη εἶναι γνωστὴ καὶ σὲ πολλοὺς ἀπό μᾶς. Καί εἶναι κρίμα νὰ τὴν ἀφήνουμε νὰ μᾶς ὁδηγεῖ σὲ δρόμο καταστροφικό τόσο εὔκολα.
ΤΩΡΑ Η ΠΟΡΕΙΑ συνεχίζεται. Ὁ Κύριος μὲ τοὺς μαθητές Του ξεκινᾶ γιά τὴν Ἱερουσαλήμ. Τὰ πλήθη Τὸν συνοδεύουν. Ἡ εἴδηση διαδίδεται στὴν ἱερή Πόλη ἀστραπιαῖα καὶ ἕνα ξεχειλισμένο ἀπό ἐνθουσιασμό πλῆθος βγαίνει νὰ Τὸν προϋπαντήσει. Κρατοῦν στὰ χέρια τους κλαδιά ἀπό φοίνικες καὶ φωνάζουν: «ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ».
Ὁ ἐνθουσιασμὸς τοῦ πλήθους ἀφήνει τὸν Κύριο ἀδιάφορο. Ἐκεῖνος βρίσκεται ἤδη στὴν ἀγωνία τῆς Γεθσημανῆ. Γι' αὐτὸ καὶ δὲν εἰσέρχεται στὴν Πόλη μὲ λαμπρότητα, ἀλλά καθήμενος ἐπάνω σὲ ἕνα ταπεινὸ γαϊδουράκι. Ἔτσι ἀκριβῶς ὅπως αἰῶνες πρὶν τὸ εἶχε προφητεύσει ὁ προφήτης Ζαχαρίας, ποὺ ἔγραφε: «Μὴ φοβοῦ θύγατερ Σιών»· μὴ φοβᾶσαι, Ἱερουσαλήμ, κόρη τοῦ ὄρους Σιών. Ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται ταπεινά, καθήμενος ἐπάνω σὲ πῶλον ὄνου, σὲ ἕνα γαϊδουράκι.
ΩΣΑΝΝΑ!
Μετὰ βαΐων καὶ κλάδων ὑποδεχόμαστε καί μεῖς τὸν Κύριο. Ψάλλουμε καὶ πάλιν «ὡσαννά», ποὺ σημαίνει «σῶσε, εὐόδωσε, εὐλόγησε λοιπόν», Κύριε! Ψάλλουμε, ὑποδεχόμαστε τὸν Λυτρωτή μας.
Ἀλλά πῶς Τὸν ὑποδεχόμαστε; Οἱ Ἑβραῖοι Τὸν ὑποδέχθησαν ὡς βασιλέα ἐπίγειο καί, ὅταν Ἐκεῖνος δὲν ἐδικαίωσε τὶς προσδοκίες τους, Τὸν σταύρωσαν. Ἐμεῖς πῶς Τὸν ὑποδεχόμαστε; Ποῦ εἶναι ἡ καρδιά μας; Τί περιμένουμε ἀπό Αὐτόν; Πόσο τὰ αἰσθήματα μας πλησιάζουν τὰ δικά Του;
«Ὡσαννὰ» καὶ ταυτόχρονα ἀντιπάθειες καὶ μίση; «Ὡσαννὰ» καὶ προσκόλληση στὴ λάσπη τῆς γῆς; «Ὡσαννὰ» καὶ ἀντιζηλίες καὶ φθόνος; «Ὡσαννὰ» καὶ δοξομανία;
«Ὡσαννὰ» στὴν πραγματικότητα πρέπει νὰ σημαίνει θάνατος. Θάνατος τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ μας, γιά νά συμπορευόμαστε μὲ τὸν Κύριο πρὸς τὸ Πάθος. Πρὸς τὸ Πάθος Του. Πρὸς τὴν Γεθσημανῆ. Πρὸς τὸν Γολγοθά.
Πρὸς τὴν Ἀνάσταση!

     (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου