Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

  ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ

(25 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2022)

 


Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΙΕ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ)

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ὁ εἰπών, ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃ ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Χριστοῦ. Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν· ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ΄ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. Ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. Ὥστε ὁ θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. Ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως, κατὰ τὸ γεγραμμένον, Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς σὺν Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. Τὰ γὰρ πάντα δι΄ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.                            

      (Β΄ Κορινθ. δ΄ [4] 6 – 15)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἀδελφοί, κηρύττουμε ἀποκλειστικά καί μόνο γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ, διότι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος στή δημιουργία τοῦ κόσμου διέταξε ἀπό τό σκοτάδι νά λάμψει τό φῶς, αὐτός καί τώρα ἔλαμψε στίς καρδιές μας, ὄχι μόνο γιά νά φωτισθοῦμε ἐμεῖς, ἀλλά καί γιά νά μεταδοθεῖ μέσα ἀπό μᾶς ὁ φωτισμός πού προέρχεται ἀπό τή γνώση τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία φανερώθηκε μέσα ἀπό τό πρόσωπο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔχουμε λοιπόν τόν θησαυρό τῆς φωτιστικῆς καί ἔνδοξης αὐτῆς γνώσεως μέσα στά σώματά μας, πού εἶναι εὔθραυστα καί χωματένια, γιά νά ἀποδεικνύεται ὅτι τό ὑπερβολικό μεγαλεῖο τῆς δυνάμεως πού ὑπερνικᾶ τά ἐμπόδια καί τούς κινδύνους μας, εἶναι τοῦ Θεοῦ καί δέν προέρχεται ἀπό ἐμᾶς τούς ἀσθενικούς καί ἀδύναμους. Κι ἔτσι συμβαίνει νά θλιβόμαστε σέ κάθε τόπο καί περίσταση, ἀλλ’ ὅμως οἱ ἐξωτερικές αὐτές δυσκολίες δέν μᾶς δημιουργοῦν ἐσωτερικό ἀδιέξοδο καί στενοχώρια ἀγωνιώδη. Φθάνουμε σέ ἀπορία, χωρίς ὅμως καί νά ἀπελπιζόμαστε ἤ νά στερηθοῦμε τελείως κάθε μέσο καί δυνατότητα σωτηρίας.  Μᾶς καταδιώκουν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά δέν μᾶς ἐγκαταλείπει ποτέ ὁ Θεός. Φαίνεται ὅτι μᾶς κατανικοῦν καί μᾶς ρίχνουν κάτω στή γῆ σάν τούς παλαιστές, ἀλλά δέν χανόμαστε. Διαρκῶς καί κάθε μέρα περιφέρουμε στίς περιοδεῖες μας τό σῶμα μας κυκλωμένο ἀπό τόν ἔσχατο κίνδυνο νά πεθάνουμε, ὅπως πέθανε ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ἀλλά αὐτό γίνεται γιά νά φανερωθεῖ στόν κόσμο μέ τή διάσωση τοῦ σώματός μας ἀπό τούς καθημερινούς κινδύνους ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐξακολουθεῖ νά ζεῖ. Διότι πάντοτε ἐμεῖς, πού παρά τούς τόσους κινδύνους ζοῦμε, παραδιδόμαστε σέ θάνατο γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ, γιά νά φανερωθεῖ μέ τή θνητή σάρκα μας καί ἡ δύναμη τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ, πού παρεμβαίνει καί προλαβαίνει τόν θάνατό μας. Κι ἔτσι, ἐνῶ ἐμεῖς ὑποφέρουμε τούς κινδύνους τοῦ θανάτου, ἐσεῖς ἀντιθέτως καρπώνεστε τήν πνευματική ζωή πού προέρχεται ἀπό τήν ἐπικίνδυνη δράση μας. Παρόλους ὅμως αὐτούς τούς κινδύνους, ἐπειδή ἔχουμε τό ἴδιο Ἅγιον Πνεῦμα πού μᾶς στηρίζει στήν πίστη, ὅπως παλιότερα εἶχε καί ὁ Δαβίδ σύμφωνα μ’ αὐτό πού εἶναι γραμμένο στούς ψαλμούς· «πίστεψα, γι’ αὐτό καί μίλησα», ἔτσι κι ἐμεῖς πιστεύουμε, καί γι’ αὐτό καί θαρραλέα ὁμολογοῦμε καί κηρύττουμε τόν λόγο τῆς πίστεώς μας. Καί γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός, πού ἀνέστησε τόν Κύριο Ἰησοῦ, θά ἀναστήσει κι ἐμᾶς διαμέσου τοῦ Ἰησοῦ καί θά μᾶς παρουσιάσει ἔνδοξους στό βῆμα του μαζί μέ σᾶς. Ναί, μαζί μέ σᾶς. Διότι ὅλα γιά σᾶς γίνονται· ἔτσι ὥστε ἡ εὐεργεσία πού μᾶς κάνει ὁ Θεός σώζοντάς μας ἀπό τούς κινδύνους γιά χάρη σας, νά πλεονάσει καί νά γίνει εὐεργεσία καί χάρη ὄχι μόνο σέ μᾶς ἀλλά καί σ’ ὅλους ἐσᾶς. Κι ἔτσι αὐτοί πού εὐεργετοῦνται θά εἶναι περισσότεροι, ὥστε καί ἡ εὐχαριστία πρός τόν Θεό νά πλεονάσει καί νά περισσεύσει, γιά νά δοξάζεται τό ὄνομά του.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἑ­στὼς ὁ Ἰησοῦς πα­ρὰ τν λί­μνην Γεν­νη­σα­ρέτ, εἶ­δε δύ­ο πλοῖ­α ἑ­στῶ­τα πα­ρὰ τν λί­μνην· ο δ ἁ­λι­εῖς ἀ­πο­βάν­τες ἀ­π’ αὐ­τῶν ἀ­πέ­πλυ­νον τ δί­κτυ­α. ἐμ­βὰς δ ες ν τν πλο­ί­ων, ν τοῦ Σμωνος, ἠ­ρώ­τη­σεν αὐ­τὸν ἀ­πὸ τς γς ἐ­πα­να­γα­γεῖν ὀ­λί­γον· κα κα­θί­σας ἐ­δί­δα­σκεν ἐκ το πλο­ί­ου τος ὄ­χλους. ς δ ἐ­παύ­σα­το λα­λῶν, εἶ­πε πρς τν Σμωνα· Ἐ­πα­νά­γα­γε ες τ βά­θος κα χα­λά­σα­τε τ δί­κτυ­α ὑ­μῶν ες ἄ­γραν. κα ἀ­πο­κρι­θεὶς Σμων εἶ­πεν αὐ­τῷ· Ἐ­πι­στά­τα, δι' ὅ­λης τῆς νυκ­τὸς κο­πι­ά­σαν­τες οὐ­δὲν ἐ­λά­βο­μεν· ἐ­πὶ δ τ ῥή­μα­τί σου χα­λά­σω τ δί­κτυ­ον. κα τοῦ­το ποι­ή­σαν­τες συ­νέ­κλει­σαν πλῆ­θος ἰ­χθύ­ων πο­λύ· δι­ερ­ρή­γνυ­το δ τ δί­κτυ­ον αὐ­τῶν. κα κα­τέ­νευ­σαν τος με­τό­χοις τος ν τ ἑ­τέ­ρῳ πλο­ί­ῳ το ἐλ­θόν­τας συλ­λα­βέ­σθαι αὐ­τοῖς· κα ἦλ­θον, κα ἔ­πλη­σαν ἀμ­φό­τε­ρα τ πλοῖ­α, ὥ­στε βυ­θί­ζε­σθαι αὐ­τά. ἰ­δὼν δ Σμων Πτρος προ­σέ­πε­σε τος γό­να­σιν Ἰ­η­σοῦ λέ­γων· Ἔ­ξελ­θε ἀ­π' ἐ­μοῦ, ὅ­τι ἀ­νὴρ ἁ­μαρ­τω­λός εἰ­μι, Κριε· θάμ­βος γρ πε­ρι­έ­σχεν αὐ­τὸν κα πάν­τας τος σν αὐ­τῷ ἐ­πὶ τ ἄ­γρᾳ τν ἰ­χθύ­ων ᾗ συ­νέ­λα­βον, ὁ­μο­ί­ως δ κα Ἰάκωβον κα Ἰ­ω­άν­νην, υἱ­οὺς Ζε­βε­δα­ί­ου, ο ἦ­σαν κοι­νω­νοὶ τ Σμωνι. κα εἶ­πε πρς τν Σμωνα Ἰ­η­σοῦς· Μ φο­βοῦ· ἀ­πὸ το νν ἀν­θρώ­πους ἔ­σῃ ζω­γρῶν. κα κα­τα­γα­γόν­τες τ πλοῖ­α ἐ­πὶ τν γν, ἀ­φέν­τες ἅ­παν­τα ἠ­κο­λο­ύ­θη­σαν αὐ­τῷ.        

 

 (Λουκ. ε΄[5] 1 – 11)                                                                                                             

 

Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΑΛΙΕΙΑ

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

1. ΥΠΑΚΟΗ ΧΩΡΙΣ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ

Οἱ τέσσερεις ψαράδες τῆς λίμνης Γεννησσαρέτ, κουρασμένοι καὶ ἀπογοητευ­μένοι ἀπὸ τὴν ὁλονύκτια ἄκαρπη ἐργασία τους, ἔπλεναν τὰ δίχτυα τους δίπλα στὰ δυό τους ψαροκάϊκα. Ἦταν ὁ Σίμων (ὁ Πέτρος δηλαδή) καὶ ὁ ἀδελφός του Ἀνδρέ­ας, ὅπως ἐπίσης καὶ τὰ ἄλλα δύο ἀδέλφια, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης. Καὶ οἱ τέσσερεις εἶχαν γνωρίσει τόν Κύριο, δὲν εἶχαν ὅμως ἀκόμη κληθεῖ νὰ γίνουν μαθητές Του. Κάποια στιγμὴ τοὺς πλησιάζει ὁ θεῖος Δι­δάσκαλος καὶ ζητεῖ ἀπὸ τὸν Πέτρο νὰ τοῦ παραχωρήσει γιὰ λίγο τὸ καΐκι του, γιὰ νὰ διδάξει ἀπὸ ἐκεῖ τὰ πλήθη ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ μὲ δίψα πολλὴ γιὰ νὰ ἀκού­σουν τὴ θαυμαστὴ διδασκαλία Του.

Ἀλλὰ ὁ Πέτρος ξαφνιάστηκε κυριολεκτι­κά, ὅταν κατόπιν ἄκουσε τὸν Κύριο νὰ τοῦ λέει:

—Ὁδήγησε καὶ πάλι τὸ πλοῖο σου στὰ βαθιὰ νερὰ τῆς λίμνης καὶ ρίξτε τὰ δίχτυα σας στὰ νερά, γιὰ νὰ πιάσετε ψάρια.

—Διδάσκαλε, ὅλη τὴ νύκτα κοπιάζαμε, ἀλλὰ δὲν πιάσαμε οὔτε ἕνα ψάρι, ἀποκρί­θηκε μὲ ἀπορία ὁ Πέτρος. Ἀφοῦ ὅμως ἐσὺ τὸ ζητᾶς, συνέχισε, θὰ εκτελέσω τὴν προσ­ταγή σου, θά ξαναρίξω τὰ δίχτυα.

Ο ΠΕΤΡΟΣ ἦταν ἔμπειρος ψαράς. Ἤξε­ρε πολὺ καλὰ πὼς τέτοια ὥρα ἦταν ἀδύ­νατο νὰ πιάσει ψάρια. Καὶ παρ᾿ ὅλα αὐτὰ δὲν φέρνει ἀντίρρηση. Πειθαρχεῖ πρόθυμα σὲ κάτι ποὺ ἀνθρωπίνως φαίνεται παρά­λογο, ἐξωπραγματικό. Καὶ ἡ ὑπακοή του αὐτὴ φέρνει τὸ θαῦμα καὶ μᾶς διδάσκει πολλά. Διότι πολλὲς φορὲς κι ἐμεῖς αἰσθα­νόμαστε πὼς εἶναι πολύ δύσκολο νά δεί­ξουμε ὑπακοὴ σὲ κάποιες ἐπιταγὲς τῆς πί­στεως ποὺ μᾶς φαίνονται ἐξωπραγματι­κές, χωρὶς νόημα ἢ λογική. Ἂς ἀναφέρου­με κάποια παραδείγματα:

Ἀπορεῖ ὁ ἐργαζόμενος πῶς θὰ μπορέσει νὰ ἐπιβίωσει οἰκονομικά, ἐὰν ἐργάζεται μὲ τιμιότητα, ἐνῶ οἱ πολλοὶ κερδίζουν μὲ παρανομίες καὶ φοροδιαφυγές. Ἀγωνιᾶ ὁ οἰκογενειάρχης πῶς θὰ ἐξασφαλίσει τὰ ἀπαραίτητα, ἐάν — σύμφωνα μὲ τὸ θέλη­μα τοῦ Θεοῦ — ἀποκτήσει καὶ ἄλλα παι­διά. Δυσκολεύονται μερικοὶ πιστοὶ νὰ ὑπακούσουν σὲ κάποιες συμβουλὲς τοῦ Πνευματικοῦ, διότι ἡ ἐφαρμογὴ τῶν συγ­κεκριμένων ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ τοὺς φαίνε­ται ἀκατόρθωτη.

Ὅμως ὁ ἅγιος Θεὸς μᾶς ζητεῖ νὰ ὑπακούουμε σ᾿ ὅλες τὶς ἐντολές Του, ἀκόμη καὶ σ᾿ αὐτὲς ποὺ μᾶς φαίνονται δύσκολες· χωρὶς ἐπιφυλάξεις ἢ γογγυσμούς, ἀλλὰ μὲ προθυμία καὶ πίστη· μὲ τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἐπιβάλλει φορτία ὑπερβολικὰ καὶ ἀβάστακτα, ἀλλὰ ὅ,τι μᾶς ζητεῖ εἶναι ἀνάλογο μὲ τὶς δυνάμεις μας, εἶναι τὸ κα­λύτερο γιὰ μᾶς. Μὲ μία τέτοια ὑπακοὴ κερδίζουμε πολὺ περισσότερα ἀπ᾿ ὅσα νο­μίζουμε ὅτι χάνουμε. Μὲ μία τέτοια ὑπακοὴ  θὰ ἀκολουθεῖ τὸ θαῦμα. Ὅπως ἔγινε καὶ τότε, στὸ ἀκρογιάλι τῆς Γεννησαρέτ.

 

2. ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ ΑΝΑΞΙΟΤΗΤΟΣ

Τό πλοῖο τοῦ Πέτρου λοιπόν ἀνοίχτηκε στὴ λίμνη καὶ τὰ δίχτυα ρίχτηκαν καὶ πάλι στὰ νερά. Ἀλλὰ καθὼς ἄρχισαν οἱ ψαρά­δες νὰ τὰ μαζεύουν, ἔγινε κάτι τὸ θαυμα­στό: Εἶχαν μαζευθεῖ τόσα πολλὰ ψάρια, ὥστε κινδύνευαν ἀπὸ τὸ βάρος νὰ σπά­σουν τὰ δίχτυα. Φωνάζουν λοιπόν ἔκπλη­κτοι οἱ ψαράδες τοὺς συνεταίρους τους, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, νὰ ἔλθουν κι ἐκεῖνοι μὲ τὸ πλοῖο τους νὰ τοὺς βοηθή­σουν νὰ σύρουν τὰ δίχτυα μαζί. Τώρα ὅμως παρουσιάστηκε ἄλλος κίνδυνος με­γαλύτερος. Καθώς ὅλοι μαζὶ μάζευαν τὰ δίχτυα, γέμισαν καὶ τὰ δύο μὲ τόσα πολλὰ ψάρια, ὥστε κινδύνευαν νὰ βουλιάξουν ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ψαριῶν.

Τὸ θαῦμα αὐτὸ τοὺς ἐντυπωσίασε ὅ­λους. Ἰδιαιτέρως ὅμως συγκλονίσθηκε ὁ Πέτρος, ὁ ὁποῖος μὲ βαθειὰ συγκίνηση καὶ φόβο ἔπεσε στὰ γόνατα τοῦ Κυρίου λέ­γοντας:

—Βγές, Κύριε, ἀπὸ τὸ πλοῖο μου καὶ φύγε ἀπὸ ἐμένα, διότι εἶμαι ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος καὶ ἀνάξιος νὰ σὲ ἔχω στὸ πλοῖο μου.

—Μή φοβᾶσαι, τοῦ ἀπαντᾶ μὲ πολλὴ στοργὴ ὁ Κύριος. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ αὐτὴ θὰ γίνεις Ἀπόστολός μου. Δὲν θὰ πιάνεις πλέ­ον ψάρια, ἀλλὰ θὰ ψαρεύεις ἀνθρώπους καὶ θὰ τοὺς ὁδηγεῖς στὴ σωτηρία.

Στὴν ἐπίσημη αὐτὴ πρόσκληση τοῦ Κυ­ρίου ἀνταποκρίθηκε ἀμέσως ὁ Πέτρος ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι τρεῖς μαθητές. Μόλις ἔ­φθασαν στὴ στεριά, τὰ ἄφησαν ἀμέσως ὅλα, πλοῖα, δίχτυα, ψάρια, καὶ ἀκολούθη­σαν τὸν Κύριο. Ἔγιναν πλέον οἱ ἐκλεκτοὶ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ.

Η ΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ τῆς ἁμαρτωλότητος τοῦ Πέτρου ἀσφαλῶς θὰ πρέπει νὰ μᾶς προβληματίσει. Ὁ Πέτρος, ὁ ἁγνὸς καὶ θεοσεβούμε­νος ψαράς, μπροστὰ στὸ ἐκπληκτικὸ θαῦ­μα συναισθάνεται ὅτι ὁ Κύριος δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνας διδάσκαλος, ἀλλὰ ὁ μεγάλος ἀ­πεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, ἐνώπιον τοῦ Ὀποίου αἰσθάνεται πολὺ μικρὸς καὶ ἁμαρτωλός.

Τέτοια συναίσθηση βέβαια εἶχαν καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι. Πῶς ὅμως ἐξηγεῖται αὐτό; Πῶς τόσο μεγάλοι ἅγιοι αἰσθάνονται τόσο μι­κροὶ καὶ ἀνάξιοι ἔναντι τοῦ Θεοῦ; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή. Ὅσο κανεὶς ἀπομακρύνε­ται ἀπὸ τὸ σκοτάδι καὶ πλησιάζει πρὸς τὸ φὼς τοῦ Θεοῦ, τόσο βλέπει καθαρότερα τὰ λάθη, τὶς ἀδυναμίες καὶ ἁμαρτίες του, τόσο ἀντιλαμβάνεται τὴν ἄπειρη ἀπόσταση ποὺ τὸν χωρίζει ἀπὸ τὸν πανάγιο Θεό, τό­σο αἰσθάνεται μικρὸς καὶ ἀνάξιος ἔναντι τοῦ Κυρίου.

Τέτοια συναίσθηση άναξιότητος ὀφεί­λουμε νὰ ἔχουμε κι ἐμεῖς. Καὶ ὅσο μὲ τὸν καιρὸ θὰ βαθαίνουμε στὴν ἐνδοσκόπησή μας αὐτή, τόσο περισσότερο θὰ συνειδη­τοποιοῦμε τὴν μικρότητα μας. Θὰ βλέ­πουμε ὅλους τοὺς ἄλλους ὡς καλύτερους, καὶ τοὺς ἑαυτούς μας ὡς τελευταίους. Καὶ θὰ παραθέτουμε τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό μας στὸ πέλαγος τῆς θείας ἀγάπης καὶ εὐσπλαγχνίας.

 (Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου