Σάββατο 8 Ιουλίου 2023

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ)

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

 ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ  ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ   

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

 (9 ΙΟΥΛΙΟΥ 2023)

 



ΕΩΘΙΝΟΝ Ε΄

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ὁ Πέτρος ἀναστὰς ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα΄ καὶ ἀπῆλθε, πρὸς ἑαυτὸν θαυμάζων τὸ γεγονός. Καὶ ἰδοὺ δύο ἐξ αὐτῶν ἦσαν πορευόμενοι ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ εἰς κώμην ἀπέχουσαν σταδίους ἑξήκοντα ἀπὸ Ἱερουσαλήμ, ᾗ ὄνομα Ἐμμαούς΄ καὶ αὐτοὶ ὡμίλουν πρὸς ἀλλήλους περὶ πάντων τῶν συμβεβηκότων τούτων. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὁμιλεῖν αὐτοὺς καὶ συζητεῖν, καί αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἐγγίσας συνεπορεύετο αὐτοῖς΄ οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἐκρατοῦντο τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς΄ Τίνες οἱ λόγοι οὗτοι οὓς ἀντιβάλλετε πρὸς ἀλλήλους περιπατοῦντες, καὶ ἐστὲ σκυθρωποὶ; Ἀποκριθείς δὲ ὁ εἷς, ᾧ ὄνομα Κλεόπας, εἶπε πρὸς αὐτόν ΄ Σὺ μόνος παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλήμ, καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις; καὶ εἶπεν αὐτοῖς, Ποῖα; Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ, Τὰ περὶ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, ὃς ἐγένετο ἀνὴρ προφήτης δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ΄ ὅπως τε παρέδωκαν αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν εἰς κρῖμα θανάτου, καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν΄ ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν ὅτι αὐτὸς ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ. Ἀλλὰ γε οὖν σὺν πᾶσι τούτοις τρίτην ταύτην ἡμέραν ἄγει σήμερον, ἀφ' οὗ ταῦτα ἐγένετο. ἀλλὰ καὶ γυναῖκές τινες ἐξ ἡμῶν ἐξέστησαν ἡμᾶς, γενόμεναι ὂρθριαι ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα αὐτοῦ, ἦλθον λέγουσαι καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων ἑωρακέναι, οἳ λέγουσιν αὐτὸν ζῆν. Καὶ ἀπῆλθόν τινες τῶν σὺν ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον΄ αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον. Καὶ αὐτὸς εἶπε πρὸς αὐτούς΄ Ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησαν οἱ Προφῆται. Οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν αὐτοῦ; Καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν, διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς Γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ. Καὶ ἤγγισαν εἰς τὴν κώμην οὗ ἐπορεύοντο, καὶ αὐτὸς προσεποιεῖτο ποῤῥωτέρω πορεύεσθαι. Καὶ παρεβιάσαντο αὐτόν , λέγοντες΄ Μεῖνον μεθ' ἡμῶν, ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα. Καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κατακλιθῆναι αὐτὸν μετ' αὐτῶν, λαβὼν τὸν ἄρτον εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἐπεδίδου αὐτοῖς. Αὐτῶν δὲ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοί, καὶ ἐπέγνωσαν αὐτόν΄ καὶ αὐτὸς ἄφαντος ἐγένετο ἀπ’ αὐτῶν. Καὶ εἶπον πρὸς ἀλλήλους΄ Οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν ἐν ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ, καὶ ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς Γραφάς; Καὶ ἀναστάντες αὐτῇ τῇ ὥρᾳ, ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλήμ, καὶ εὗρον συνηθροισμένους τοὺς ἕνδεκα καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς, λέγοντας, ὅτι ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως, καὶ ὤφθη Σίμωνι. Καὶ αὐτοὶ ἐξηγοῦντο τὰ ἐν τῇ ὁδῷ, καὶ ὡς ἐγνώσθη αὐτοῖς ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου.

(Λουκ. κδ΄[24]  12 – 35)

 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)

12 Παρόλα αὐτά ὅμως ὁ Πέτρος σηκώθηκε κι ἔτρεξε στό μνημεῖο. Κι ἀφοῦ ἔσκυψε ἀπό τή θύρα, βλέπει μόνο τούς νεκρικούς ἐπιδέσμους νά εἶναι κάτω στό μνημεῖο, χωρίς τό σῶμα. Τότε ἐπέστρεψε στό σπίτι πού ἔμενε γεμάτος ἀπορία κι ἔκπληξη γι’ αὐτό πού εἶχε γίνει.  13 Καί ἰδού, τήν ἴδια ἡμέρα δύο ἀπό τούς μαθητές τοῦ Ἰησοῦ πήγαιναν σέ κάποιο χωριό πού ἀπεῖχε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ ἑξήντα στάδια, ἕντεκα περίπου χιλιόμετρα. Καί τό χωριό αὐτό ὀνομαζόταν Ἐμμαούς.  14 Αὐτοί μιλοῦσαν μεταξύ τους γιά ὅλα αὐτά πού εἶχαν συμβεῖ· δηλαδή γιά τά περιστατικά τοῦ θανάτου καί τῆς ταφῆς τοῦ Ἰησοῦ, καθώς καί γιά τά ὅσα ἀνήγγειλαν οἱ μυροφόρες στούς μαθητές.  15 Καθώς ὅμως αὐτοί μιλοῦσαν καί συζητοῦσαν, τούς πλησίασε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς καί προχωροῦσε μαζί τους.  16 Τά μάτια τους ὅμως ἦταν κρατημένα γιά νά μήν τόν ἀναγνωρίσουν. Κι αὐτό συνέβαινε εἴτε διότι ἡ μορφή τοῦ ἀναστημένου Κυρίου εἶχε τήν ὥρα ἐκείνη ἀλλάξει, εἴτε διότι ὁ Θεός μέ ὑπερφυσική δύναμη ἐμπόδιζε τίς αἰσθήσεις τους νά τόν ἀναγνωρίσουν.  17 Καί ὁ Ἰησοῦς τούς ρώτησε: Γιά ποιό ζήτημα συζητᾶτε μεταξύ σας καί ἀνταλλάσσετε τίς σκέψεις σας καθώς περπατᾶτε, καί εἶστε σκυθρωποί;  18 Τότε ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτούς, πού ὀνομαζόταν Κλεόπας, τοῦ ἀποκρίθηκε: Ἐσύ μόνο ἀπ’ τούς ξένους πού ἦλθαν τό Πάσχα νά προσκυνήσουν διαμένεις στήν Ἱερουσαλήμ καί δέν ἔμαθες ὅσα ἔγιναν στήν πόλη αὐτή τίς ἡμέρες αὐτές;  19 Ποιά; τούς ρώτησε. Κι αὐτοί τοῦ ἀπάντησαν: Αὐτά πού ἔγιναν μέ τόν Ἰησοῦ τόν Ναζωραῖο, πού ἦταν προφήτης καί ἀποδείχθηκε δυνατός καί σέ ὑπερφυσικά ἔργα καί σέ διδασκαλία θεόπνευστη καί τέλεια· δυνατός ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ὅλου τοῦ λαοῦ.  20 Δέν ἔμαθες ἀκόμη καί μέ ποιό τρόπο τόν παρέδωσαν οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ ἄρχοντές μας σέ καταδίκη θανάτου καί τόν σταύρωσαν;  21 Ἐμεῖς ὅμως ἐλπίζαμε ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ ὁποῖος πρόκειται νά ἐλευθερώσει τόν Ἰσραήλ καί νά ἀποκαταστήσει τό βασίλειό του. Ἀλλά ἡ ἐλπίδα μας αὐτή κλονίστηκε, διότι ἐκτός ἀπό τή σταύρωσή του κι ἀπ’ ὅλα τά ἄλλα πού ἔγιναν, εἶναι ἡ τρίτη ἡμέρα σήμερα ἀπό τότε πού ἔγιναν αὐτά, καί δέν εἴδαμε ἀκόμη τίποτε πού νά στηρίξει τίς ἐλπίδες μας.  22 Ἀλλά καί κάτι ἄλλο πού στό μεταξύ ἔγινε, αὔξησε τήν ἀπορία μας. Μερικές δηλαδή γυναῖκες ἀπό τόν κύκλο μας, τόν κύκλο δηλαδή τῶν πιστῶν μαθητῶν του, μᾶς γέμισαν μέ ἔκπληξη. Διότι πῆγαν πολύ πρωί στό μνημεῖο  23 καί δέν βρῆκαν ἐκεῖ τό σῶμα του. Ἦλθαν λοιπόν καί μᾶς εἶπαν ὅτι εἶδαν καί ὀπτασία ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι τούς ἀνήγγειλαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς ζεῖ.  24 Τότε μερικοί ἀπό τούς δικούς μας πῆγαν στό μνημεῖο καί βρῆκαν τά πράγματα ἔτσι ὅπως τά εἶπαν καί οἱ γυναῖκες· δηλαδή βρῆκαν ἀνοιχτό τό μνημεῖο, τόν ἴδιο ὅμως τόν Ἰησοῦ δέν τόν εἶδαν.  25 Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε στούς δύο μαθητές: Ὤ ἄνθρωποι πού δέν ἔχετε φωτισμένο νοῦ γιά νά κατανοεῖ τίς Γραφές, καί ἡ καρδιά σας εἶναι βραδυκίνητη καί δύσκολη νά πιστέψει σ’ ὅλα ὅσα εἶπαν οἱ προφῆτες!  26 Σύμφωνα μέ τή βουλή καί τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, πού προκήρυξαν οἱ προφῆτες, αὐτά δέν ἔπρεπε νά πάθει ὁ Χριστός καί μέσα ἀπ’ τά παθήματα αὐτά νά εἰσέλθει στή δόξα του; Ἡ δόξα του αὐτή ἄρχισε μέ τήν ἀνάστασή του καί θά τελειωθεῖ μέ τήν ἀνάληψή του.  27 Κι ἀφοῦ ἄρχισε ἀπό τίς προφητεῖες καί τίς προεικονίσεις πού περιέχονται στά βιβλία τοῦ Μωυσῆ, κατόπιν τούς ἀνέφερε ἀπ’ ὅλους τούς προφῆτες τά χωρία πού μιλοῦν γιά τόν Μεσσία. Καί στή συνέχεια τούς ἐξηγοῦσε τίς προφητεῖες πού ἀναφέρονταν στόν ἑαυτό του.  28 Κάποτε πλησίασαν στό χωριό πού σκόπευαν νά πᾶνε οἱ δύο μαθητές. Τότε αὐτός προσποιήθηκε ὅτι θά πήγαινε πιό μακριά. Καί πραγματικά θά τούς ἀποχωριζόταν, ἐάν αὐτοί δέν ἐπέμεναν νά τόν κρατήσουν.  29 Ἀλλά αὐτοί τόν πίεζαν καί τόν παρακαλοῦσαν λέγοντας: Μεῖνε μαζί μας, διότι κοντεύει νά βραδιάσει, καί ἡ ἡμέρα ἔχει προχωρήσει πολύ πρός τή δύση τοῦ ἥλιου. Τότε ὁ Ἰησοῦς μπῆκε στό χωριό τους κι ἔπειτα στό σπίτι γιά νά μείνει μαζί τους.  30 Καί τότε συνέβη αὐτό: Ὅταν αὐτός ἔγειρε μαζί τους στήν τράπεζα τοῦ φαγητοῦ, ἀφοῦ πῆρε στά χέρια του τόν ἄρτο, τόν εὐλόγησε εὐχαριστώντας τόν Θεό, ὅπως συνήθιζε νά κάνει πρίν ἀπό τό φαγητό, κι ἀφοῦ τόν ἔκοψε σέ κομμάτια, τούς ἔδινε.  31 Ὅταν ὅμως αὐτοί εἶδαν τήν εὐλογία καί τόν τεμαχισμό τοῦ ἄρτου νά γίνεται μέ τόν τρόπο πού συνήθιζε ὁ Διδάσκαλός τους, τότε καί μέ θεϊκή ἐπενέργεια ἄνοιξαν τά μάτια τους καί τόν ἀναγνώρισαν ξεκάθαρα. Ἀλλά τή στιγμή ἐκείνη κι αὐτός ἔγινε ἄφαντος ἀπό μπροστά τους.  32 Εἶπαν τότε ὁ ἕνας στόν ἄλλο: Ἡ καρδιά μας δέν αἰσθανόταν μέσα μας τήν πνευματική φλόγα τοῦ θείου ζήλου καί τῆς ἀγάπης πρός τόν Χριστό καί δέν ζεσταινόταν ἀπό τή θερμότητα τοῦ φωτός τῆς θείας ἀλήθειας, ὅταν μᾶς μιλοῦσε στό δρόμο καί μᾶς ἐξηγοῦσε τίς Γραφές; Πῶς δέν μπορέσαμε λοιπόν νά τόν ἀναγνωρίσουμε ἀμέσως;  33 Κι ἀφοῦ σηκώθηκαν τήν ἴδια αὐτή περασμένη ὥρα, ἐπέστρεψαν στήν Ἱερουσαλήμ. Ἐκεῖ βρῆκαν συναθροισμένους τούς ἕνδεκα ἀποστόλους καί τούς ἄλλους πού ἦταν μαζί τους,  34 κι ὅλοι αὐτοί ἔλεγαν ὅτι πραγματικά ἀναστήθηκε ὁ Κύριος καί ἐμφανίσθηκε στό Σίμωνα Πέτρο.  35 Τότε κι αὐτοί οἱ δύο ἄρχισαν νά τούς διηγοῦνται τά ὅσα τούς εἶχαν συμβεῖ στό δρόμο καί πῶς τόν ἀναγνώρισαν ὅταν ἔκοβε σέ κομμάτια τόν ἄρτο.

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ  

Ἀδελφοί, ἡ μέν εὐδοκία τῆς ἐμῆς καρδίας καὶ ἡ δέησις ἡ πρὸς τὸν Θεὸν ὑπὲρ τοῦ ᾿Ισραήλ ἐστιν εἰς σωτηρίαν· μαρτυρῶ γὰρ αὐτοῖς ὅτι ζῆλον Θεοῦ ἔχουσιν, ἀλλ᾿ οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν. γνοοῦντες γὰρ τὴν τοῦ Θεοῦ δικαιοσύνην, καὶ τὴν ἰδίαν δικαιοσύνην ζητοῦντες στῆσαι, τῇ δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ οὐχ ὑπετάγησαν. Τέλος γὰρ νόμου Χριστὸς εἰς δικαιοσύνην παντὶ τῷ πιστεύοντι. Μωυσῆς γὰρ γράφει τὴν δικαιοσύνην τὴν ἐκ τοῦ νόμου, ὅτι «ὁ ποιήσας αὐτὰ ἄνθρωπος ζήσεται ἐν αὐτοῖς»· ἡ δὲ ἐκ πίστεως δικαιοσύνη οὕτω λέγει· «Μὴ εἴπῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου, τίς ἀναβήσεται εἰς τὸν οὐρανόν;» Τοῦτ᾿ ἔστι Χριστὸν καταγαγεῖν· ἢ «τίς καταβήσεται εἰς τὴν ἄβυσσον;» Τοῦτ᾿ ἔστι Χριστὸν ἐκ νεκρῶν ἀναγαγεῖν. λλὰ τί λέγει; «Ἐγγύς σου τὸ ῥῆμά ἐστιν, ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σου»· τοῦτ᾿ ἔστι τὸ ῥῆμα τῆς πίστεως ὃ κηρύσσομεν. Ὅτι ἐὰν ὁμολογήσῃς ἐν τῷ στόματί σου Κύριον ᾿Ιησοῦν, καὶ πιστεύσῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου ὅτι ὁ Θεὸς αὐτὸν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, σωθήσῃ· καρδίᾳ γὰρ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι δὲ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν.

                                    (Ρωμ.ι΄[10] 1 – 10)

 

ΛΟΓΟΣ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ

Πολλοὶ εἶναι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, ποὺ ὄντως ἐπιζητοῦν νὰ γνωρίσουν τὸν Θεὸ καὶ νὰ συνδεθοῦν μαζί του ὅ,τι κι ἐὰν αὐτὸ τοὺς κοστίσει. Καὶ ἐνῶ αὐτὸ εἶναι ὁπωσδήποτε θετικὸ καὶ ἐπαινετό, ἀπ᾿ τὴν ἄλλη, μπερδεύονται στὶς ἀτραποὺς καὶ τὰ σκοτεινὰ περάσματα τοῦ ποικίλου θρησκευτικοῦ πλουραλισμοῦ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χάνουν τὸν ἀρχικό τους στόχο.

Αὐτὴ ἀκριβῶς τὴν κατάσταση τοῦ πνευματικοῦ τους ἀποπροσανατολισμοῦ ποὺ ζοῦσαν κατὰ τραγικὸ τρόπο οἱ Ἑβραῖοι, μᾶς περιγράφει τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα καὶ ταυτοχρόνως μᾶς παρουσιάζει καὶ τὴν λύση τοῦ προβλήματος.

Ἡ περικοπὴ καὶ ὅλο γενικῶς τὸ δέκατο κεφάλαιο τῆς ἐπιστολῆς ἀποκαλύπτουν τὸν πόνο τοῦ Ἀπ. Παύλου, ὁ ὁποῖος «φλεγόταν» (Β´ Κορ. ια´[11] 29) ἀπὸ τὴν ἀγάπη τῶν συμπατριωτῶν του καὶ ὡς γνήσιος Ἀπόστολος λαχταροῦσε τὴν σωτηρία τους. Ἔφτανε μάλιστα στὸ σημεῖο, ὁ ἴδιος νὰ γίνει «ἀνάθεμα» ( Ρωμ. θ´[9] 3), ἀρκεῖ ὅλος αὐτὸς ὁ Ἑβραϊκὸς λαός, νὰ ἀναγνωρίσει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι αὐτὸς ὁ Γιαχβὲ ποὺ ἦρθε για νὰ σώσει μαζὶ μὲ τὸν λαὸ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ τὸν κόσμο ὁλόκληρο.

Δὲν ἀρκεῖ λοιπὸν νὰ ἔχει κανεὶς μόνο τὸν «ζῆλο», ταυτοχρόνως χρειάζεται νὰ συνυπάρχει καὶ ἡ ὀρθὴ γνώση. Καὶ τοῦτο διότι ὅταν ὁ αὐτὸς ζῆλος γιὰ τὸν Θεὸ δὲν διευθύνεται καὶ ἀπὸ τὴν ὀρθὴ καὶ πλήρη γνώση τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τῶν «καθηκόντων» τοῦ πιστοῦ πρὸς τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ πρὸς τοὺς συνανθρώπους, τότε δημιουργοῦνται πολλὲς καὶ σοβαρὲς καταστάσεις ποὺ μάλλον περιπλέκουν ἀντὶ νὰ ἐπιλύουν τὰ προβλήματα.

Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα; Μὰ οἱ ἴδιοι οἱ Ἑβραῖοι, οἱ ὁποῖοι κατάντησαν Χριστοκτόνοι καὶ θὰ παραμείνουν βεβαίως ἔτσι, πορωμένοι, παρὰ τὸν ζῆλο τους, «...ἄχρις οὗ τὸ πλήρωμα τῶν ἐθνῶν εἰσέλθει, καὶ οὕτω πᾶς Ἰσραὴλ σωθήσεται...» (Ρωμ. ια´[11] 25-26).

Βεβαίως, δὲν εἶναι καθόλου δύσκολο, ὅπως βλέπουμε, στὸ φρικτὸ κατάντημα τοῦ Ἰσραὴλ νᾶ ὁδηγηθεῖ καὶ ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος ἢ ὁποιαδήποτε κοινότητα, ὅταν ξεφύγει ἀπὸ τὸ μέτρο τῆς πίστεως καὶ ἀπὸ τὴν εὐλογημένη διάκριση.

Μιὰ σύντομη ματιὰ στὶς τραγικὲς σελίδες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς μας ἱστορίας, μᾶς κάνει νὰ μένουμε μὲ κομμένη τὴν ἀνάσα, κάθε φορὰ ποὺ γιὰ διάφορους λόγους τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ συγκλονίζεται μὲ ἐσωτερικὲς ταραχὲς ποὺ σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις, ὅταν αὐτὲς δὲν ἀποσοβοῦνται, καταλήγουν σὲ σχίσματα καὶ ἀλλοίμονο, σὲ καταστροφικὲς αἱρέσεις.

Καὶ ὁπωσδήποτε, τόσο ἡ ἱστορία τοῦ «ἐκλεκτοῦ λαοῦ», ὅσο καὶ αὐτὴ ἡ γενικὴ ἱστορία, θὰ πρέπει νὰ μελετᾶται, ὄχι βεβαίως γιὰ νὰ προβάλλονται τὰ ἀρνητικὰ ὡς παραδείγματα πρὸς μίμηση, ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ σπουδάζεται μὲ περίσκεψη καὶ νὰ καταγράφουμε τὰ πάμπολλα παραδείγματα πρὸς ἀποφυγήν...

Μὲ πόση, ἀλήθεια, προσοχὴ, χρειάζεται νὰ βαδίζουμε τὸν δρόμο μας, ἀφοῦ ὡς γνωστὸν «τὸ Ὀρθοδοξεῖν ἐστι ἀεὶ σχοινοβατεῖν»! Καὶ πόσο προσεχτικοὶ θὰ πρέπει νὰ εἶναι ὅσοι, λόγω τῆς θέσεώς τους, καθοδηγοῦν τὸ λογικὸ ποίμνιο; Πόση σύνεση πράγματι χρειάζεται ὥστε, νὰ μὴ δημιουργοῦνται σκάνδαλα ποὺ κλονίζουν ἀστήρικτες συνειδήσεις καὶ ἐνδεχομένως νὰ ὁδηγηθοῦν στὴ συνέχεια οἱ σκανδαλισθέντες σὲ ἀποστασιοποιήσεις, ἀκόμα δὲ καὶ σὲ σχίσματα, παρὰ τὸν ζῆλο ποὺ εἶναι δεδομένο ὅτι ὑφίσταται;

Καὶ πόσο θὰ πρέπει νὰ ἀκούσουμε στὴ συνέχεια τὸν Θεόπνευστο λόγο τοῦ Ἀποστόλου ποῦ μᾶς μιλάει για τὴν ζωντανὴ πίστη!

Ὤ, αὐτὴ ἡ γνήσια καὶ κρυστάλλινη πίστις! Εἶναι τὸ μόνο ποὺ ἔχει ἀνάγκη ὁ ἄνθρωπος.

Ἂς μὴ ψάχνουμε ἀγαπητοί μου νὰ βροῦμε αὐτὸ ποὺ λαχταρᾶ ἡ ὑπαρξή μας, οὔτε σὲ ἄλλες πίστεις, οὔτε σὲ πλανεμένα φιλοσοφικὰ ἢ περίεργα καὶ ἀκραία κοινωνικὰ συστήματα ποὺ στὴν κυριολεξία μᾶς «κουρελιάζουν» στὸ τέλος.

«Τέλος γὰρ νόμου Χριστὸς εἰς δικαιοσύνην παντὶ τῷ πιστεύοντι» (Ρωμ. ι´[10] 4) Αὐτὸς ὁ Χριστός, ὁ Κύριός μας καὶ ὁ Θεός μας, ἔδωσε τὸ ὁριστικὸ τέλος στὴν ἀποστολὴ καὶ τὴν ἰσχὺ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Νόμου.

Αὐτὸς ὁ ἴδιος, σὲ κάθε ἐποχή, ἀπομυθοποιεῖ καὶ καταργεῖ ὁ,τιδήποτε ἔρχεται «ὡς φάσμα ἀληθείας» για νὰ σαγηνεύσει τὴν καρδιά μας. Αὐτὸς Ὀ Ἰησοῦς «ἐξῆλθεν νικῶν καὶ ἵνα νικήσει» (Ἀποκ. στ´[6] 2).

Τώρα πλέον, ἐπιτυγχάνει τὸν εὐλογημένο σκοπό του ὁ καθένας μας ποὺ πιστεύει στὸν Χριστὸ καὶ ἔχει καταστεῖ συνειδητὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας Του, τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Τώρα πλέον ξεδιψᾶ αὐτὸς ποὺ γεύεται ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς (Ἰωάν. δ´[4] 14), καὶ ὄχι ἐκεῖνος ποὺ τρέχει στὸ «φρέαρ τὸ συντετριμμένον» ὅπως συνεχίζουν νὰ κάνουν οἱ Ἑβραῖοι, καὶ ὅσοι δυστυχῶς ἐξαρτῶνται ἀπ’ αὐτούς...

Ἔχουμε λοιπὸν ἀνάγκη νὰ ζοῦμε ὄχι μια τυπικὴ καὶ ἐξωτερικὴ θρησκευτικότητα. Ὄχι μια νόθο κατάσταση ποὺ παρὰ τὸν ὑπάρχοντα ζῆλο, κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ παραμένει στοὺς τύπους καὶ νὰ χάνει τὴν οὐσία. Ἀλλ’ ἔχουμε ἀνάγκη τὴν γνήσια Ἐκκλησιαστικὴ ζωή, μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται καὶ ποὺ χαρακτηρίζεται ἀπὸ πηγαία, αὐθόρμητη καὶ αὐθεντικὴ πίστη καὶ ἀγάπη στὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτὴ Ἰησοῦ.

Ἔχουμε ἀνάγκη μιὰ αὐθεντικὴ πίστη ἡ ὁποία θὰ ἀλλάζει τὴν ζωή μας καὶ θὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία, ἡ ὁποία εἶναι καὶ ὁ τελικός μας στόχος, τὸ ποθούμενο καὶ ἡ λαχτάρα μας.

Βεβαίως ἡ καλλιέργεια τῆς πίστεως περὶ τῆς ὁποίας κάνουμε λόγο, δὲν εἶναι καὶ τόσο εὔκολη ὑπόθεση. Εἶναι ἔργο ὁλόκληρης τῆς ζωῆς μας. Καὶ γιὰ τοῦτο χρειάζεται ὑπομονή, ἐπιμονή, ἀγωνιστικὴ διάθεση καὶ προπαντὸς ἡ εὐλογημένη διάκριση.

Ἂς τὸ κάνουμε λοιπὸν θέμα θερμῆς προσευχῆς καὶ εἴθε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς νὰ μᾶς συγκρατεῖ πάντοτε ὥστε, νὰ προκόπτουμε εἰς ἁγιασμὸν ἐντὸς τοῦ Σώματός του δηλ. στὴν Ἁγία μας Ἐκκλησία.

Ἀμὴν

Ἄρθρο τοῦ π. Ἰωὴλ   Πηγή: http://konitsa-epirus.blogspot.gr

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ ᾿Ιησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι, ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. Καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν, λέγοντες· Τί ἡμῖν καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; Ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· Εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ὑπάγετε. Οἱ δὲ ἐξελθόντες, ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. Καὶ ἰδοὺ, ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. Οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον· καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν, ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. Καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ· καὶ ἰδόντες αὐτὸν, παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.  Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον, διεπέρασε, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.

                                         (Ματθ. η΄[8] 28 –θ΄[9] 1)

 

ΕΡ­ΜΗ­ΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜ­ΠΕ­ΛΑ)

Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ, ὅταν ὁ Κύριος ἦλθε στὴν ἀπέναντι ὄχθη, στὴ χώρα τῶν Γεργεσηνῶν, τὸν συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰ μνήματα ποὺ ὑπῆρχαν ἐκεῖ, στὰ ὁποῖα εὐχαριστιοῦνταν νὰ κατοικοῦν. Ἦταν καὶ οἱ δύο ἐπιθετικοὶ καὶ πολὺ ἐπικίνδυνοι· τόσο, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ κανεὶς νὰ περάσει ἀπ᾿ τὸν δρόμο ἐκεῖνο. Καὶ ξαφνικὰ ἀπ᾿ τὸν φόβο τους κραύγασαν δυνατὰ καὶ εἶπαν: Ποιὰ σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ μᾶς καὶ σὲ σένα, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ἐδῶ πρόωρα, πρὶν ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς παγκόσμιας κρίσεως, γιὰ νᾶ μᾶς βασανίσεις; Στὸ μεταξὺ ὑπῆρχε μακριὰ ἀπ᾿ αὐτοὺς ἕνα κοπάδι μὲ πολλοὺς χοίρους, ποὺ ἔβοσκαν ἐκεῖ. Οἱ δαίμονες τότε ἄρχισαν νὰ τὸν παρακαλοῦν λέγοντας: Ἐὰν πρόκειται νὰ μᾶς βγάλεις ἔξω ἀπὸ ἐδῶ, δῶσ᾿ μας τὴν ἄδεια νὰ φύγουμε καὶ νὰ μποῦμε μέσα στὸ κοπάδι τῶν χοίρων. Κι ἐπειδὴ αὐτοὶ ποὺ ἔτρεφαν τοὺς χοίρους τὸ ἔκαναν αὐτὸ παραβαίνοντας τὸν Μωσαϊκὸ νόμο, ποὺ ἀπαγόρευε ὡς ἀκάθαρτο τὸ χοιρινὸ κρέας, ὁ Κύριος τιμωρώντας τὴν παρανομία τους αὐτὴ εἶπε στοὺς δαίμονες: Πηγαίνετε. Κι αὐτοὶ βγῆκαν ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους καὶ πῆγαν στοὺς χοίρους. Καὶ ξαφνικὰ ὅλο τὸ κοπάδι τῶν χοίρων ὄρμησε μὲ μανία ἀπὸ τὸ ἐπάνω μέρος τοῦ γκρεμοῦ πρὸς τὰ κάτω, στὴ θάλασσα, καὶ πνίγηκαν στὰ νερὰ τῆς λίμνης. Τότε ἐκεῖνοι ποὺ ἔβοσκαν τοὺς χοίρους ἔφυγαν, κι ἀφοῦ πῆγαν στὴν πόλη, ἀνήγγειλαν ὅλα ὅσα ἔγιναν, καὶ ἰδιαιτέρως τὸ τί συνέβη μὲ τοὺς δαιμονισμένους. Καὶ τότε ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως βγῆκαν γιὰ νὰ συναντήσουν τὸν Ἰησοῦ· κι ὅταν τὸν εἶδαν, τὸν παρακάλεσαν νὰ φύγει ἀπὸ τὰ σύνορά τους, ἀπὸ φόβο μήπως πάθουν καὶ μεγαλύτερα κακά. Καὶ ἀφοῦ μπῆκε σ' ἕνα πλοῖο, πέρασε στὴν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης, καὶ ἦλθε στὴ δική του πόλη, τὴν Καπερναούμ.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου