Δευτέρα 10 Ιουλίου 2023

ΥΠΑΡΧΟΝ ΑΘΕΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ;

 


 

Τὸ ἀκοῦμε συχνά: Δν πιστεύω στν Θεό. Δὲν ὑπάρχει. Εἶμαι ἄθεος. Πολλοί συνάνθρωποί μας, συμπατριτες μας, ποὺ ζοῦν στὴν ἐκ παραδόσεως Ὀρθόδοξη Χριστιανική πατρίδα μας, ἀδιαφοροῦν γι τν πίστη, δὲν κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, δὲν ἐκκλησιάζονται, δὲν προσέρχονται στὰ ἱερὰ Μυστήρια, δὲν προσκυνοῦν τὸ Εὐαγγέλιο. Δν πιστεύουν. «Εμαστε ἄθεοι», λένε. Ἀλλὰ εἶναι δυνατόν; Υπάρχουν πράγματι ἄθεοι ἄνθρωποι;

Τὸ πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἡ Γένεση, περιγράφει στος πρώτους στίχους τ δημιουργία τοῦ κόσμου. Μὲ λόγους λιτοὺς κα ἁπλοὺς ὁ θεόπτης Μωυσῆς παρουσιάζει ἐνώπιόν μας τς διαδοχικές νέργειες τοῦ Θεοῦ, πο μὲ τὴν πανσοφία, τν παντοδυναμία κα παναγαθότητά Του λοκλήρωσε τ θαυμαστ σύνολο τῆς ὁρατῆς κτίσεως. Στ τέλος ἐκθέτει τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἔρχεται ὡς ὁ βασιλιὰς νὰ κατοικήσει στ ἑτοιμασμένο γι᾿ αὐτόν περικαλλὲς ἀνάκτορο τῆς κτίσεως. Τὸν ἄνθρωπο Θεὸς δὲν τὸν δημιούργησε μ μόνο τ δημιουργικό Του πρόσταγμα, ὅπως ὅλα τὰ ἄλλα ὄντα, ἀλλὰ τὸν ἔπλασε. Δηλαδτὸν ἔφερε στὴν ὕπαρξη μ ξεχωριστ πέμβαση κα ειδικ δημιουργικ ενέργεια. Καὶ τοῦ ἐνεφύσησε πνο ζωῆς. Τὸν ἔπλασε «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» δική Του (βλ. Γεν. α' 26, β' 7). 

Τ σημαίνουν αὐτά; Ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι θεόπλαστος. 

πιπλέον εἶναι θεόμορφος, ἀφοῦ εἶναι πλασμένος «κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ». Δηλαδή εἶναι λογικὸς καὶ ἐλεύθερος, ὅπως εἶναι ὁ Θεός. Είναι προικισμένος καὶ μὲ δημιουργικ χάρισμα καί ἔχει τν ἐντολ νὰ ἄρχει, νά κυριαρχεῖ ἐπ τῆς κτίσεως. Εἶναι «βασιλες τῶν ἐπ γῆς, βασιλευόμενος ἄνωθεν», ἕνας ἄρχοντας μέσα στ δημιουργία, κάτω ἀπ τν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος (P.G. 36, 324). 

πειδή εἶναι πλασμένος κα «καθ᾿ μοίωσιν Θεοῦ», ἔχει ὕψιστο σκοπ τῆς ζωῆς του ν μοιάσει μ τν Θεό, ν ἀποκτήσει τς ἀρετές τοῦ Θεοῦ, ὅσο βέβαια ατ εἶναι δυνατν στὸν μικρ κα πεπερασμένο νθρωπο κα τελικ ν ζήσει ἄφθαρτος κα ἀθάνατος, αώνιος, ἔνδοξος κα λαμπρς στ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ν γίνει δηλαδή θες κα αὐτός, ἕνας θες κατά χάριν.

Ὁ ἄνθρωπος «Θεοῦ τε κτίσμα» τυγχάνει, «κα θες εἶναι κεκελευσμένος», ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος (βλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Ἐπιτάφιος εἰς τὸν Μέγαν Βασίλειον, ΕΠΕ 6, 210). Εναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, μ τὴν ἐντολ νὰ γίνει κα αὐτς θεός. Αὐτ εἶναι τ μεγαλεῖο τῆς καταγωγῆς κα τὸ θαυμαστ ὕψος τοῦ προορισμοῦ του. Ἀπὸ τὸν Θεό πλασμένος γι ν γίνει θεός! Ὅπως λέει πάλι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μὲ τν περιεκτικ κα ἀποφθεγματικό του λόγο, ὁ ἄνθρωπος εἶναι «θεόθεν ες Θεν ἐρχόμενος», ἀπ τὸν Θεὸ ξεκινᾶ κα στὸν Θεὸ καταλήγει (P.G. 37, 1354). πορεία του στὸν κόσμο αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἀγνοήσει τν Θεό. 

Θεόπλαστος, θεόμορφος, προορισμένος ν γίνει θες κατ χάριν ὁ ἄνθρωπος! Ἀπὸ τὸν Θεὸ πλασμένος, κατ Θεν πλασμένος καὶ γιὰ τὸν Θε πλασμένος. Ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀποτυπωμένη στὴν ἴδια τὴν κατασκευή του. Ὁ Θεὸς εἶναι παρὼν στν ψυχή του. Θεός εναι στὴν προοπτική του. 

Πῶς μποροῦμε νὰ ξεφύγουμε τν Θεό; Πῶς εἶναι δυνατν νὰ Τὸν ἀγνοήσουμε; Θεὸς εἶναι μέσα μας. Ὁ Θεὸς εἶναι κα γύρω μας. «Ἐν αὐτῷ γρ ζῶμεν κα κινούμεθα κα σμέν», διακήρυξε πρς τοὺς σοφοὺς τῶν ἀρχαίων Ἀθηνῶν ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Πράξ. ιζ'[17] 28). Μέσα σ ̓ Αὐτὸν σὰν σὲ πνευματικὴ ἀτμόσφαιρα ζοῦμε κα κινούμαστε κα ὑπάρχουμε. «Ὥσπερ ἀδύνατον ἀγνοῆσαι τὸν ἀέρα πανταχοῦ κεχυμένον κα οὐ μακρὰν ἀφ' ἑνὸς ἑκάστου ἡμῶν ὑπάρχοντα, μᾶλλον δ κα ἐν ἡμῖν ὄντα· οὕτω δὴ καὶ τὸν τῶν ὅλων δημιουργόν», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (P.G. 60, 271). Ὅπως εἶναι ἀδύνατο ν ἀγνοήσεις τὸν ἀέρα, πο βρίσκεται παντοῦ σκορπισμένος, καὶ δὲν εἶναι μακρι π᾿ τὸν καθένα μας, μᾶλλον δὲ βρίσκεται κα μέσα μας, ἔτσι συμβαίνει κα μ τν Δημιουργ τῶν ὅλων.

Ὅταν ἀρνούμαστε τὴν ὕπαρξη το Θεοῦ, εἶναι σὰν νὰ ἀρνούμαστε ὅτι ὑπάρχει ἡ ἀτμόσφαιρα, ἐνῶ ζοῦμε μέσα στν ἀτμόσφαιρα κα ἀπ τν ἀτμόσφαιρα. Δὲν θὰ μπορούσαμε νζήσουμε οὔτε γιὰ λίγα δευτερόλεπτα τοῦ χρόνου ἔξω ἀπ αὐτήν. 

Κατὰ τὸν ίδιο τρόπο δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὸν Θεό. Τἀπαγορεύει ἡ ἴδια ἡ κατασκευή του. ποιος ἀρνεῖται τὸν Θεὸ εἶναι ἀναγκασμένος νὰ καταστρέψει τόν ἑαυτό του. ποιος ἐπιχειρεῖ νά θανατώσει τὸν Θεό, θανατώνει τελικὰ τὸν ἑαυτό του. Δὲν πάρχει μεγαλύτερη πανθρωπία ἀπὸ τὴν ἀθεΐα. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη φροσύνη ἀπὸ τὴν ἀπιστία.

Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ λένε ὅτι εἶναι ἄθεοι ἢ πο νομίζουν τι εναι θεοι ἢ ποὺ θὰ ἤθελαν νά εἶναι τέτοιοι. Στν πραγματικότητα ὅμως ἄθεοι εἶναι ζήτημα ἂν ὑπάρχουν.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος ποὺ λέει ὅτι εἶναι ἄθεος, μπορεῖ νὰ ἀρνεῖται τὰ ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, στ δύσκολη ὥρα μως ζητάει τς Εχές της. Δν πιστεύει τ Εὐαγγέλιο, ναγνωρίζει μως τι διδασκαλία του μπορεῖ νσώσει τὸν κόσμο. ποφεύγει ν κάνει τὸν Σταυρό του, στς ρες τῆς τρικυμίας μως τρέχει στὰ ἱερ Προσκυνήματα, καταφεύγει στοὺς Ἁγίους, ζητάει τ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἡ δίψα γι τὴ ζωή, ὁ ἀγώνας γι τὴν ἀλήθεια, ἡ πάλη γι τὴν ἐλευθερία, ὁ πόθος γι τὴν αωνιότητα, εἶναι τελικ δίψα κα ἀγώνας κα πάλη καὶ πόθος γι τν Θεό. λα αὐτὰ ὑπάρχουν στην κάθε ἀνθρώπινη ψυχή. 

σοι ἀγωνιζόμαστε νὰ ζοῦμε συνειδητὰ τν πίστη μας, ἀφενὸς μὲν νὰ τὴν μολογομε μ θάρρος, φετέρου δὲ νὰ βοηθοῦμε τοὺς ἀδελφούς μας, ποὺ τὴν ἀγνοοῦν, νὰ ἀνακαλύπτουν μέσα τους τν ἀληθινή τους ταυτότητα, τ θεϊκ κατασκευή τους. 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «Ο ΣΩΤΗΡ». ΑΡΙΘΜ. 2114 1 ΙΟΥΛΙΟΥ 2015, ΣΕΛ. 293-294

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου