ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ
ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ
ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
(19 ΜΑΪΟΥ 2024)
ΕΩΘΙΝΟΝ
Δ΄
Τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων, ὄρθρου βαθέος ἦλθον ἐπὶ τὸ
μνῆμα, φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν ἀρώματα, καί τινες σὺν αὐταῖς. Εὗρον δὲ τὸν λίθον ἀποκεκυλισμένον
ἀπὸ τοῦ μνημείου, καὶ εἰσελθοῦσαι οὐχ εὗρον τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. καὶ ἐγένετο
ἐν τῷ διαπορεῖσθαι αὐτὰς περὶ τούτου, καὶ Ἰδού, δύο ἄνδρες ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν ἐσθήσεσιν
ἀστραπτούσαις. ἐμφόβων δὲ γενομένων αὐτῶν καὶ κλινουσῶν τὸ πρόσωπον εἰς τὴν γῆν,
εἶπον πρὸς αὐτάς, Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν; οὐκ ἔστιν ᾧδε, ἀλλ᾿ ἠγέρθη.
μνήσθητε ὡς ἐλάλησεν ὑμῖν, ἔτι ὢν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ, λέγων, ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου
παραδοθῆναι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν, καὶ σταυρωθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστῆναι.
καὶ ἐμνήσθησαν τῶν ῥημάτων αὐτοῦ, καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ μνημείου, ἀπήγγειλαν
ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσι τοῖς λοιποῖς. ἦσαν δὲ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ Ἰωάννα
καὶ Μαρία Ἰακώβου, καὶ αἱ λοιπαὶ σὺν αὐταῖς, αἳ ἔλεγον πρὸς τοὺς ἀποστόλους ταῦτα.
καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς. ὁ δὲ
Πέτρος ἀναστὰς ἒδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα
μόνα, καὶ ἀπῆλθε, πρὸς ἑαυτόν θαυμάζων τὸ γεγονός.
(Λουκ. κδ΄[24] 1 – 12)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
1 Τὴν πρώτη ὅμως ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ἀπὸ τὰ βαθιὰ χαράματα
ἦλθαν οἱ γυναῖκες στὸ μνῆμα φέρνοντας τὰ ἀρώματα ποὺ εἶχαν ἑτοιμάσει. Μαζί τους
ἦλθαν καὶ μερικὲς ἄλλες. 2 Βρῆκαν τότε τὴν πέτρα ποὺ ἔφραζε τὸ μνημεῖο νὰ εἶναι
κυλισμένη μακριὰ ἀπ᾿ αὐτό. 3 Κι ὅταν μπῆκαν στὸ μνημεῖο, δὲν βρῆκαν τὸ σῶμα τοῦ
Κυρίου Ἰησοῦ. 4 Κι ἐνῶ βρίσκονταν σὲ μεγάλη ἀπορία γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, ξαφνικά, δύο ἄγγελοι παρουσιάσθηκαν
μπροστά τους ὡς ἄνδρες μὲ στολὲς ποὺ ἄστραφταν ἀπὸ λαμπρότητα. 5 Κι ἐνῶ αὐτὲς
κατατρομαγμένες ἔγερναν τὸ πρόσωπό τους στὴ γῆ ἀπὸ εὐλάβεια κι ἐπειδὴ δὲν ἄντεχαν
τὴ λάμψη τῶν ἀγγέλων, εἶπαν οἱ ἄγγελοι σ᾿ αὐτές: Γιατί ζητᾶτε ἀνάμεσα στοὺς
νεκροὺς αὐτὸν ποὺ τώρα πλέον εἶναι ζωντανός; 6 Δὲν εἶναι ἐδῶ, ἀλλὰ ἀναστήθηκε.
Θυμηθεῖτε πῶς σᾶς μίλησε καὶ τί σᾶς εἶχε πεῖ ὅταν ἀκόμη ἦταν στὴ Γαλιλαία, 7
λέγοντας ὅτι σύμφωνα μὲ τὸ προκαθορισμένο σχέδιο τοῦ Θεοῦ πρέπει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου
νὰ παραδοθεῖ σὲ χέρια ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καὶ νὰ σταυρωθεῖ, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα ἀπὸ
τὸ θάνατό του νὰ ἀναστηθεῖ. 8 Τότε οἱ μυροφόρες γυναῖκες θυμήθηκαν τὰ λόγια τοῦ
Κυρίου. 9 Κι ἀφοῦ ἐπέστρεψαν ἀπὸ τὸ μνημεῖο, τὰ ἀνήγγειλαν ὅλα αὐτὰ στοὺς ἕνδεκα
μαθητὲς καὶ σ᾿ ὅλους τοὺς ἄλλους ποὺ ἦταν μαζὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους. 10 Οἱ γυναῖκες
ποὺ τὰ ἔλεγαν αὐτὰ στοὺς ἀποστόλους ἦταν ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ ἡ Ἰωάννα καὶ ἡ
Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ οἱ ὑπόλοιπες ποὺ ἦταν μαζί τους. 11 Τὰ λόγια
τους ὅμως αὐτὰ φάνηκαν στοὺς μαθητὲς σὰν φλυαρία καὶ ἐπινόηση τῆς φαντασίας
τους. Καὶ δὲν τὶς πίστευαν. 12 Παρόλα αὐτά ὅμως ὁ Πέτρος σηκώθηκε κι ἔτρεξε στό μνημεῖο. Κι ἀφοῦ
ἔσκυψε ἀπό τή θύρα, βλέπει μόνο τούς νεκρικούς ἐπιδέσμους νά εἶναι κάτω στό
μνημεῖο, χωρίς τό σῶμα. Τότε ἐπέστρεψε στό σπίτι πού ἔμενε γεμάτος ἀπορία κι ἔκπληξη
γι᾿ αὐτό πού εἶχε γίνει.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ)
Ἐν ταῖς
ἡμέραις ἐκείναις, πληθυνόντων τῶν μαθητῶν ἐγένετο γογγυσμὸς τῶν
῾Ελληνιστῶν πρὸς τοὺς ῾Εβραίους, ὅτι παρεθεωροῦντο ἐν τῇ διακονίᾳ
τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν. Προσκαλεσάμενοι δὲ οἱ δώδεκα τὸ πλῆθος
τῶν μαθητῶν εἶπον· Οὐκ ἀρεστόν ἐστιν ἡμᾶς καταλείψαντας τὸν λόγον
τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις. Ἐπισκέψασθε οὖν, ἀδελφοί, ἄνδρας ἐξ
ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτά, πλήρεις Πνεύματος ῾Αγίου καὶ σοφίας,
οὓς καταστήσομεν ἐπὶ τῆς χρείας ταύτης· ἡμεῖς δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ
διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν. Καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον
παντὸς τοῦ πλήθους· καὶ ἐξελέξαντο Στέφανον, ἄνδρα πλήρη πίστεως
καὶ Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ Φίλιππον καὶ Πρόχορον καὶ Νικάνορα καὶ Τίμωνα
καὶ Παρμενᾶν καὶ Νικόλαον προσήλυτον ᾿Αντιοχέα, οὓς ἔστησαν ἐνώπιον
τῶν ἀποστόλων, καὶ προσευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τὰς χεῖρας. Καὶ ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ ηὔξανε, καὶ ἐπληθύνετο ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ἐν ῾Ιερουσαλὴμ
σφόδρα, πολύς τε ὄχλος τῶν Ἰουδαίων ὑπήκουον τῇ πίστει.
(Πράξ. στ΄[6] 1 – 7)
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ
1. Ο ΓΟΓΓΥΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΔΙΚΗΜΕΝΩΝ
Βρισκόμαστε στὴν Ἱερουσαλήμ, λίγο
καιρὸ μετὰ τὴν Πεντηκοστή. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ κάνει τά
πρῶτα βήματά της ἐνισχυόμενη ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλὰ
τί ἀτμόσφαιρα εἶναι αὐτή! Οἱ πιστοὶ ἔχουν ξεπεράσει τὶς
πέντε χιλιάδες, κι ὅμως ζοῦν σάν μιὰ ἀγαπημένη οἰκογένεια.
Κανείς δὲν ἔχει δική του περιουσία. Τὰ ἔχουν ὅλα κοινά. Ἡ
θερμὴ ἀγάπη ἑνώνει ὅλων τίς καρδιές καί ζοῦν σὲ μιὰ κοινωνία παραδεισένια.
Εὐλογημένη ἐποχή. Ὅμως...
Ὅμως οἱ πρῶτες σκιὲς ἔκαναν τὴν ἐμφάνισή τους.
«Πληθυνόντων τῶν μαθητῶν», μᾶς
λέγει τὸ κείμενο τῶν «Πράξεων
τῶν Ἀποστόλων», καθὼς δηλαδὴ ὁ ἀριθμός τῶν πιστῶν συνέχιζε
νὰ αὐξάνει, «ἐγένετο γογγυσμὸς τῶν
Ἑλληνιστῶν πρὸς τούς Ἑβραίους», ἄρχισαν γογγυσμοί,
παράπονα τῶν Ἑλληνιστῶν Χριστιανῶν κατὰ τῶν Ἑβραίων πιστῶν.
Τί ἦσαν οἱ Ἑλληνιστές; Ἑβραῖοι ἦσαν καὶ αὐτοί, εἶχαν ὅμως μεγαλώσει
ἔξω ἀπό τὴν Παλαιστίνη, σέ χῶρες ὅπου μιλοῦσαν τήν Ἑλληνική γλώσσα,
καί δέν μιλοῦσαν τὴν Ἀραμαϊκή, ὅπως οἱ ντόπιοι Ἑβραῖοι, ἀλλά τὴν
Ἑλληνική.
Αὐτοί, οἱ Ἑλληνιστὲς Ἑβραῖοι, θεωρώντας
ὅτι γίνεται κάποια ἀδικία στὴ διανομὴ τῶν τροφίμων, ἄρχισαν
τὴ γκρίνια, τοὺς ψιθύρους, τὰ παράπονα. Τὸ φαινόμενο ἐξηγεῖται,
διότι ἀκόμη δὲν εἶχαν καλλιεργηθεῖ βαθιά, τό λάθος τους ὅμως εἶναι ὅτι,
ἀντὶ νὰ πλησιάσουν τοὺς Ἀποστόλους καὶ μὲ εὐγένεια
νὰ ἐκθέσουν τὸ πρόβλημα, προτίμησαν νὰ μουρμουρίζουν μεταξύ
τους, νὰ γογγύζουν, νὰ κατακρίνουν.
Ἄχ, καὶ πόσο θλιβερὸ εἶναι αὐτὸ τὸ πράγμα!
Πόσες φορὲς καὶ ἐμεῖς δὲν κάνουμε τὸ ἴδιο λάθος! Ἀντὶ μὲ
ἁπλότητα, εὐθύτητα καὶ εὐγένεια νὰ θέσουμε ὑπεύθυνα
κάποιο πρόβλημα, ποὺ δημιουργεῖται – εἴτε στὴν οἰκογένειά μας,
εἴτε στὴν ἐργασία μας, εἴτε σὲ κάποιον ἄλλο χῶρο, ὅπου συνεργαζόμαστε
μὲ ἄλλους – ἀρχίζουμε τοὺς γογγυσμούς, τοὺς ψιθυρισμούς. Ἀποτέλεσμα;
Νὰ χάνουμε τὴν εἰρήνη μας καὶ συχνὰ μιὰ ἀσήμαντη λεπτομέρεια
νὰ γίνεται μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἀφορμὴ διχασμοῦ. Ἀποτέλεσμα...;
Καὶ οἰκογένειες νὰ χωρίζουν, καὶ ἐπιχειρήσεις νὰ
καταστρέφονται, καί κοινωφελεῖς σύλλογοι νὰ διαλύονται, καί
ὁλόκληρη ἡ κοινωνία νὰ βασανίζεται, νὰ διχάζεται, νὰ ἀποδιοργανώνεται.
Γι' αὐτὸ μακάριοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, πού, ὅταν διαπιστώσουν
κάποια ἀδικία, τὴν ἐκθέτουν ἁπλᾶ, ἥρεμα καὶ ταπεινά. Καὶ
πιο μακάριοι ἀκόμη, ὅσοι γνωρίζουν νὰ δέχονται τὴν ἀδικία
μὲ ἐμπιστοσύνη στὸ Θεὸ καὶ εἰρήνη στὴν καρδιά.
2. Η ΠΑΡΑΘΕΩΡΗΣΗ
ΤΩΝ ΑΔΥΝΑΤΩΝ
Αἰτία τοῦ γογγυσμοῦ τῶν Ἑλληνιστῶν πρὸς
τοὺς ντόπιους Ἑβραίους ἦταν ἡ ἄνιση διανομὴ τῶν τροφίμων
σ' αὐτοὺς ποὺ εἶχαν ἀνάγκη. Κατ' αὐτὴ τὴ διανομή, οἱ Ἑλληνιστὲς
Ἑβραῖοι παρετήρησαν ὅτι «παρεθεωροῦντο
ἐν τῇ διακονίᾳ τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν», ὅτι δηλαδὴ οἱ ντόπιοι
Ἑβραῖοι, ποὺ εἶχαν τὴ φροντίδα νὰ μοιράζουν κάθε μέρα τὰ
τρόφιμα στοὺς φτωχοὺς πιστούς, παραμελοῦσαν τὶς χῆρες
τῶν Ἑλληνιστῶν καὶ ἔδιναν περισσότερα στὶς γνωστὲς
συμπολίτισσές τους, ποὺ μπορεῖ νὰ ἦσαν καὶ συγγενεῖς
τους.
Ἑπομένως, παρ' ὅλο ποὺ ἡ ἀντίδραση τῶν Ἑλληνιστῶν
δὲν ἦταν σωστή, στὸ πρόβλημα εἶχαν δίκαιο. Ἡ παραμέληση τῶν ξένων χηρῶν ἦταν ἄδικη.
Μὲ λύπη μας ὡστόσο πρέπει νὰ παρατηρήσουμε
πώς αὐτό, ποὺ στάθηκε ἀφορμὴ νὰ δηλητηριαστεῖ ἐπικίνδυνα ἡ ὡραία
ἀτμόσφαιρα στὴν πρώτη Ἐκκλησία, αὐτὸ ἀκριβῶς σ’
ἐπίταση ὁδηγεῖ σέ ἀργό θάνατο καὶ τὴ σημερινή μας κοινωνία,
ποὺ ὑποτίθεται πώς εἶναι χριστιανική. Τί γίνεται; Λίγοι,
ἰσχυροὶ καὶ ἐπιτήδειοι, μοιράζονται μεταξὺ τους τόν
κόπο τῶν πολλῶν. Ἀλληλοϋποστηρίζονται, προωθοῦν τοὺς
συγγενεῖς τους εἰς βάρος ἄλλων ἄξιων συνανθρώπων τους,
ἀδιαφοροῦν γιὰ τὸν πόνο καὶ τὴ φτώχεια, ποὺ πλήττει τὸ περιβάλλον
τους. Τὸ ἀκόμη χειρότερο: ζοῦν ἐπιδεικτικά, ξοδεύοντας
ἀλόγιστα αὐτά, ποὺ οὐσιαστικὰ δὲν τοὺς ἀνήκουν, καὶ προκαλώντας
μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο τὴ δίκαιη ἀγανάκτηση τῶν ἀνθρώπων, ποὺ στεροῦνται
καὶ ὑποφέρουν καὶ εἶναι κατόπιν φυσικὸ νὰ ὁδηγοῦνται
σὲ ἀπαιτήσεις καὶ βίαιες διεκδικήσεις. Μὰ ἔτσι πῶς θὰ
μπορέσει νά ἐπιβιώσει ἡ κοινωνία μας;
Ἂς προσέξουμε τουλάχιστον οἱ πιστοὶ
νὰ εἴμαστε δίκαιοι στὴν ἀναστροφή μας. Ἂς μὴ χωρίζουμε
τοὺς ἀνθρώπους σὲ «δικούς μας»
καὶ ξένους. Ἂς μένουμε ἀνεπηρέαστοι ἀπό τά «μέσα» καί τά «ρουσφέτια».
Νὰ εἴμαστε πρὸς ὅλους δίκαιοι, ἀμερόληπτοι καί στοργικοί.
Πραγματικὲς ὀάσεις μέσα στίς διακεκαυμένες ἐρήμους τῆς ὑλιστικῆς
ἐποχῆς μας.
3. ΤΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ
ΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ
Αὐτοὶ οἱ γογγυσμοί καί οἱ αἰτίες τους δέν ἄργησαν
νά γίνουν ἀντιληπτά ἀπό τούς Ἀποστόλους.
Ἀμέσως συλλαμβάνουν τό πρόβλημα σέ ὅλο τὸ βάθος του καί ἐνεργοῦν
ἀστραπιαῖα καί δραστικά. Συγκαλοῦν ὅλο «τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν»,
ὅλους τούς πιστούς δηλαδή, καὶ ζητοῦν ἀπό αὐτοὺς νὰ διαλέξουν ἑπτά
ἄνδρες «πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου
καὶ σοφίας» στοὺς ὁποίους
θὰ ἀνατεθεῖ ὑπεύθυνα ἡ διακονία αὐτή: νὰ μοιράζουν δίκαια
τά ἀγαθὰ στοὺς φτωχοὺς καὶ τὶς χῆρες.
Ἡ φωτισμένη πρόταση τῶν Ἀποστόλων ἔγινε ἀμέσως
δεκτὴ καὶ οἱ πιστοὶ ἐξέλεξαν τούς ἑπτά πρώτους «διακόνους» μὲ ἐπικεφαλῆς τό Στέφανο, «ἄνδρα πλήρη πίστεως καί Πνεύματος
Ἁγίου».
Ἐκεῖνο ποὺ πρωτίστως ἐδῶ ἐνυπωσιάζει, εἶναι
τὰ προσόντα, ποὺ ζήτησαν οἱ Ἀπόστολοι γιὰ τοὺς ἑπτά διακόνους:
νά εἶναι ἄνδρες «πλήρεις Πνεύματος
Ἁγίου καί σοφίας». Ὄχι μόνον ἔξυπνοι, δραστήριοι καί ἀποδοτικοί,
ἀλλά κυρίως τί; «πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου
καὶ σοφίας». Γιά ἕνα ἔργο τόσο ὑλικὸ ζητοῦν ἀπ’ αὐτούς ποὺ
θὰ τὸ ἐργαστοῦν, νὰ ἔχουν πρωτίστως τὴν πληρότητα τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος.
Ὤ, ἁγία ἐποχή! Σήμερα, ἀκόμη καὶ ἱερότατα ἔργα
μέσα στὴν Ἐκκλησία, περισσότερες φορὲς προτιμοῦνται
ἄνθρωποι μόνο μὲ ἱκανότητες φυσικές, μὲ ἐξυπνάδα, μόρφωση, προβολὴ
κοσμική – κανένα σχεδὸν ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν πνευματικότητά
τους. Ἂς μὴ τὰ ρίχνουμε ὅμως στούς ἄλλους, ἄς προσέξουμε μᾶλλον, ὅσοι διακονοῦμε μὲς
στὸ κοινωνικὸ καί φιλανθρωπικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, νά
ἀγωνιζόμαστε νὰ εἴμαστε πρωτίστως «πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου». Ἀλλοιῶς τὸ ἔργο καί ἡ ὅλη ζωή τῆς
Ἐκκλησίας διατρέχει τόν κίνδυνο νά γίνει ἄψυχη μηχανική δραστηριότητα,
ἀντί νά εἶναι ἱερή καί σωστική διακονία ἀγάπης, πού μεταβάλλει τή γῆ σέ Οὐρανό.
(Διασκευὴ ἀπὸ παλαιὸ τόμο
τοῦ Περιοδικοῦ «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΤΟ ΙΕΡΟ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
Τῷ
καιρῷ ἐκείνῳ ἐλθὼν Ἰωσὴφ
ὁ
ἀπὸ Ἁριμαθαίας, εὐσχήμων
βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ Ἰωσήφ. καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου. ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία Ἰωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται. Καὶ διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν
αὐτόν.
καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων
ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· Τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν
ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος·
ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον
καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον
στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· Μὴ ἐκθαμβεῖσθε· Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. ἀλλ' ὑπάγετε εἴπατε
τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ.
(Μάρκ. ιε΄[15] 43 – 47, ιστ΄[16]
1 – 8)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)
Ἐκεῖνο τόν καιρό
ἦλθε ὁ Ἰωσὴφ πού καταγόταν ἀπ' τὴν πόλη Ἀριμαθαία, ἕνα σεβαστὸ
καὶ ἐπίσημο μέλος τοῦ ἰουδαϊκοῦ συνεδρίου, πού εἶχε πιστέψει κι αὐτὸς
στὸ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ περίμενε τὴ βασιλεία
αὐτὴ χωρὶς νὰ κλονισθεῖ ἡ ἐλπίδα του ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ Ἰησοῦ· αὐτὸς
λοιπὸν τόλμησε καὶ παρουσιάστηκε στὸν Πιλάτο καὶ ζήτησε τὸ σῶμα τοῦ
Ἰησοῦ. Ὁ Πιλάτος μάλιστα ἔμεινε ἔκπληκτος κι ἀπόρησε πού τόσο γρήγορα
εἶχε κιόλας πεθάνει ὁ Ἰησοῦς. Κι ἀφοῦ προσκάλεσε τὸν ἑκατόνταρχο,
τὸν ρώτησε ἐὰν εἶχε ὥρα πολλὴ πού πέθανε. Κι ὅταν ἔμαθε ἀπὸ τὸν ἑκατόνταρχο
ὅτι πραγματικὰ πέθανε ὁ Ἰησοῦς, χάρισε τὸ σῶμα του στὸν Ἰωσήφ. Κι
ἐκεῖνος, ἀφοῦ ἀγόρασε καινούργιο καὶ ἀμεταχείριστο σεντόνι καὶ κατέβασε
τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ τὸν σταυρό, τύλιξε τὸ σῶμα του στὸ σεντόνι καὶ τὸν ἔβαλε
κάτω σ' ἕνα μνημεῖο, τὸ ὁποῖο ἦταν σκαλισμένο μέσα στὸ βράχο· καὶ κύλισε
ἕνα μεγάλο λίθο πάνω στὸ στόμιο τοῦ μνημείου κλείνοντας ἔτσι τὴν εἴσοδο
τοῦ μνημείου. Στὸ μεταξὺ ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ Μαρία τοῦ Ἰωσῆ παρακολουθοῦσαν
προσεκτικὰ καὶ μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον ποῦ τοποθετήθηκε τὸ σῶμα τοῦ
Ἰησοῦ.
Ἀφοῦ πέρασε τὸ
Σάββατο, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ
ἡ Σαλώμη ἀγόρασαν τὸ βράδυ τοῦ Σαββάτου ἀρώματα, γιὰ νὰ ἔλθουν τὸ
πρωὶ στὸν τάφο καὶ νὰ ἀλείψουν τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Καί πολύ πρωί τῆς πρώτης
ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος ἔρχονται στό μνημεῖο τήν ὥρα πού ὁ ἥλιος ἄρχισε νά διαλύει
τό πρωινό σκοτάδι, καθώς πῆρε ν’ ἀνατέλλει κάτω ἀπ’ τόν ὁρίζοντα. Κι ἔλεγαν
μεταξύ τους: Ποιὸς θὰ μᾶς κυλίσει τὴ
μεγάλη πέτρα μακριὰ ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ μνημείου; Μόλις ὅμως ἔστρεψαν
τὰ μάτια τους πρὸς τὰ ἐκεῖ, εἶδαν ὅτι εἶχε μετατοπισθεῖ ἡ πέτρα μακριὰ
ἀπ’ τό μνημεῖο. Καὶ τὰ ἔλεγαν αὐτὰ μεταξύ τους, διότι ἡ πέτρα αὐτὴ ἦταν
πολὺ μεγάλη καὶ δὲν ἦταν εὔκολο νὰ μετακινηθεῖ. Κι ἀφοῦ μπῆκαν στὸ
μνημεῖο, εἶδαν ἕνα νέο πού καθόταν στὰ δεξιὰ τοῦ μνημείου καὶ ἦταν ντυμένος
μὲ λευκή στολή, καὶ γέμισαν μὲ τρόμο καὶ κατάπληξη. Αὐτὸς ὅμως τοὺς
εἶπε: Μὴν τρομάζετε καὶ μὴ φοβάστε.
Ξέρω ποιὸν ζητᾶτε. Ζητᾶτε τὸν Ἰησοῦ τὸν Ναζαρηνὸ τὸν ἐσταυρωμένο. Ἀναστήθηκε.
Δέν εἶναι ἐδῶ. Νά, εἶναι ἀδειανὸ τὸ μέρος πού τὸν ἔβαλαν. Ἀλλὰ πηγαίνετε
καὶ πέστε στοὺς μαθητές του καὶ ἰδιαιτέρως στὸν Πέτρο, πού ἔχει ἀνάγκη
παρηγοριᾶς καὶ βεβαιώσεως ὅτι συγχωρήθηκε γιὰ τὴν ἄρνησή του, ὅτι
πηγαίνει πρὶν ἀπό σᾶς στὴ Γαλιλαία καὶ σᾶς περιμένει ἐκεῖ. Ἐκεῖ θὰ
τὸν δεῖτε, ὅπως σᾶς τὸ εἶπε πρίν σταυρωθεῖ. Ἐκεῖνες τότε βγῆκαν κι ἔφυγαν
ἀπὸ τὸ μνημεῖο. Ἦταν μάλιστα γεμάτες τρόμο καὶ ἔκσταση. Δὲν εἶπαν ὅμως
τίποτε σὲ κανένα, διότι ἦταν φοβισμένες.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου