Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ. ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΑΦΟΥ

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ    

    ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ

(26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2025)




ΕΩΘΙΝΟΝ  Θ΄

Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων , ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς, Εἰρήνη ὑμῖν. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τόν Κύριον. εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν , Εἰρήνη ὑμῖν, καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς, Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφιένται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. Θωμᾶς δέ, εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ' αὐτῶν ὅτε ἦλθεν Ἰησοῦς, ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί, Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς, Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἤλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἤλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρα μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. Καὶ μεθ' ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ Θωμᾶς μετ' αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν, Εἰρήνη ὑμῖν. εἶτα λέγει τῷ Θωμᾶ, φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὦδε, καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου. καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος ἀλλὰ πιστός. καὶ ἀπεκρίθη ὁ Θωμᾶς, καὶ εἶπεν αὐτῷ, Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, Ὅτι ἑώρακάς με πεπίστευκας, μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες, καὶ πιστεύσαντες. Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστιν γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ΄ ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες, ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.

( Ἰωάν. κ΄[20]  19 – 31)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)

 19 Καί ἡ μαρτυρία αὐτή τῆς Μαρίας ἐπιβεβαιώθηκε τήν ἴδια ἡμέρα. Διότι ὅταν βράδιασε τήν ἡμέρα ἐκείνη, τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος, κι ἐνῶ οἱ μαθητές ἦταν μαζεμένοι σ’ ἕνα σπίτι καί εἶχαν τίς θύρες κλειστές ἐπειδή φοβοῦνταν τούς ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων, ἦλθε ὁ Ἰησοῦς καί στάθηκε στή μέση καί τούς εἶπε: Ἄς ἔλθει εἰρήνη σέ σᾶς.  20 Κι ἀφοῦ τό εἶπε αὐτό, τούς ἔδειξε τά χέρια του καί τήν πλευρά του, γιά νά δοῦν τά σημάδια τῶν πληγῶν καί νά πεισθοῦν ὅτι αὐτός ἦταν ὁ Διδάσκαλός τους πού σταυρώθηκε. Ἀφοῦ λοιπόν βεβαιώθηκαν γι’ αὐτό μέ τήν ἐπίδειξη τῶν οὐλῶν του, χάρηκαν οἱ μαθητές πού εἶδαν τόν Κύριο.  21 Ὅταν λοιπόν οἱ μαθητές ἠρέμησαν κάπως ἀπό τήν πρώτη σφοδρή συγκίνηση πού αἰσθάνθηκαν ἐξαιτίας τῆς μεγάλης τους χαρᾶς, τούς εἶπε πάλι ὁ Ἰησοῦς σέ σχέση μέ τή μελλοντική τους τώρα κλήση καί ἀποστολή: Ἄς ἔλθει εἰρήνη σέ σᾶς. Ὅπως μέ ἀπέστειλε ὁ Πατέρας μου γιά τό ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι κι ἐγώ σᾶς στέλνω νά συνεχίσετε τό ἴδιο ἔργο.  22 Κι ἀφοῦ τό εἶπε αὐτό, προκειμένου νά τούς μεταδώσει τήν πνοή τῆς νέας οὐράνιας ζωῆς ἐμφύσησε στά πρόσωπά τους, ὅπως κάποτε ὁ Θεός στό πρόσωπο τοῦ Ἀδάμ, καί τούς εἶπε: Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον.  23 Σ’ ὅποιους συγχωρήσετε τίς ἁμαρτίες, θά τούς εἶναι συγχωρημένες κι ἀπό τόν Θεό. Σ’ ὅποιους ὅμως τίς κρατᾶτε ἀσυγχώρητες, θά μείνουν γιά πάντα κρατημένες.  24 Ὁ Θωμᾶς ὅμως, πού ἦταν ἕνας ἀπό τούς δώδεκα ἀποστόλους καί τόν ὁποῖο ὀνόμαζαν Δίδυμο ὅσοι Ἑβραῖοι μιλοῦσαν τήν ἑλληνική γλώσσα, δέν ἦταν μαζί τους ὅταν ἦλθε ὁ Ἰησοῦς.  25 Ὅταν λοιπόν τόν εἶδαν, τοῦ ἔλεγαν οἱ ἄλλοι μαθητές: Εἴδαμε τόν Κύριο. Αὐτός ὅμως τούς ἀπάντησε: Ἐάν δέν δῶ μέ τά μάτια μου στά χέρια του τό σημάδι τῶν καρφιῶν καί δέν βάλω τό δάχτυλό μου στό σημάδι τῶν καρφιῶν καί δέν βάλω τό χέρι μου στήν πλευρά του, ὥστε ὄχι μόνο μέ τά μάτια μου ἀλλά καί μέ τά δάχτυλά μου νά βεβαιωθῶ, δέν θά πιστέψω.  26 Πράγματι λοιπόν, ὕστερα ἀπό ὀκτώ ἡμέρες ἦταν πάλι μέσα στό σπίτι οἱ μαθητές, καί μαζί μ’ αὐτούς ἦταν κι ὁ Θωμᾶς. Ἔρχεται λοιπόν ὁ Ἰησοῦς, ἐνῶ ἦταν κλειστές οἱ θύρες, καί στάθηκε ἀνάμεσα στούς μαθητές καί εἶπε: Ἄς ἔλθει εἰρήνη σέ σᾶς.  27 Ἔπειτα λέει στόν Θωμᾶ: Φέρε τό δάχτυλό σου ἐδῶ. Ψηλάφησε καί ἐξέτασε τά σημάδια τῶν πληγῶν μου, καί δές συγχρόνως μέ τά μάτια σου τά χέρια μου. Φέρε τό χέρι σου κάτω ἀπό τά ἐνδύματά μου καί βάλ’ το στήν πλευρά μου πού χτυπήθηκε ἀπό τή λόγχη. Καί μήν ἀφήνεις τόν ἑαυτό σου νά κυριευθεῖ ἀπό τήν ἀπιστία, ὥστε νά γίνεις μόνιμα καί ἀνεπανόρθωτα ἄπιστος, ἀλλά νά προοδεύεις καί νά στηρίζεσαι στήν πίστη, ὥστε νά γίνεις ἀμετακίνητος καί ἀδιάσειστος σ’ αὐτή.  28 Ὁ Θωμᾶς τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: Πιστεύω καί ὁμολογῶ ὅτι εἶσαι ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου.  29 Τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς: Πίστεψες ἐπειδή μέ εἶδες. Μακάριοι καί πιό εὐτυχισμένοι εἶναι ἐκεῖνοι πού πιστεύουν χωρίς νά μέ ἔχουν δεῖ μέ τά μάτια τους, ὅπως μέ εἶδες ἐσύ. Καί θά πιστέψουν ἔτσι ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας μου στίς γενιές πού θά ἔλθουν.  30 Σύμφωνα λοιπόν μέ ὅσα ἐξιστορήσαμε, ἐκτός ἀπό τό θαῦμα τῆς Ἀναστάσεώς του, ὁ Ἰησοῦς μπροστά στά μάτια τῶν μαθητῶν του ἔκανε καί πολλά ἄλλα θαύματα πού ἀποδείκνυαν τή θεότητά του καί τά ὁποῖα δέν εἶναι γραμμένα στό βιβλίο αὐτό.  31 Αὐτά πού ἐκθέσαμε, γράφηκαν γιά νά πιστέψετε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός πού προκηρύχθηκε ἀπό τούς προφῆτες, ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ· κι ἔτσι πιστεύοντας νά ἔχετε ὡς ἀναφαίρετο κτῆμα σας τή νέα, θεία καί αἰώνια ζωή, τήν ὁποία μεταδίδει ὁ ἴδιος στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων πού ἐπικαλοῦνται τό ὄνομά του.

 

 

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (ΛΒ΄ ΚΥΡΙΑΚΗΣ)

Τέκνον Τιμόθεε, πιστς λγος κα πσης ποδοχς ξιος· ες τοτο γρ κα κοπιμεν κα νειδιζμεθα, τι λπκαμεν π Θε ζντι, ς στι Σωτρ πντων νθρπων, μλιστα πιστν. Παργγελλε τατα κα δδασκε. Μηδες σου τς νετητος καταφρονετω, λλ τπος γνου τν πιστν ν λγ, ν ναστροφ, ν γπ, ν πνεματι, ν πστει, ν γνείᾳ. ως ρχομαι πρσεχε τ ναγνσει, τ παρακλσει, τ διδασκαλίᾳ. Μ μλει το ν σο χαρσματος, δθη σοι δι προφητεας μετ πιθσεως τν χειρν το πρεσβυτερου. Τατα μελτα, ν τοτοις σθι, να σου προκοπ φανερ ν πσιν.

(Α΄ Τιμ. δ΄[4] 9-15)

 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (Π.Ν.ΤΡΕΜΠΕΛΑ)

Τέκνον Τιμόθεε, τό τι ο γνες τς εσεβος καί γίας ζως μς φελον καί στή ζωή ατή καί στή μελλοντική εναι λόγος ξιόπιστος καί ξιος νά τόν ποδεχθε κανείς μ᾿ λη του τήν καρδιά. Κι πειδή λόγος ατός εναι ξιόπιστος, γι᾿ ατό κριβς κι μες πομένουμε κόπους καί δεχόμαστε νειδισμούς τι εμαστε δθεν νόητοι, πειδή χουμε στηρίξει τίς λπίδες μας στό ζωντανό Θεό. Ατός εναι σωτήρας λων τν νθρώπων, τούς ποίους συντηρε μέ τήν πρόνοιά του, προπαντός μως τν πιστν, τούς ποίους σώζει πό τόν αώνιο θάνατο. Μέ τό κύρος καί τήν ξουσία το ξιώματός σου νά προτρέπεις καί νά διδάσκεις ατά πού σο γράφω. Παρά τή νεότητά σου νά χεις ζωή συνετο καί νάρετου γέροντα, στε κανείς νά μήν καταφρονε τό νεαρό τς λικίας σου. λλά παρόλη τή νεότητά σου νά γίνεσαι πόδειγμα τν πιστν καί στά λόγια σου καί στή συμπεριφορά πού θά χεις στίς συναναστροφές μαζί τους, καί στήν γάπη πού θά δείχνεις πρός λους, καί στήν πνευματική ζωή πού θά ζες μέ τή χάρη το γίου Πνεύματος, καί στήν πίστη καί στήν γνότητα καί καθαρότητα τς ζως σου. Μέχρι νά λθω, σο συνιστ νά πιδίδεσαι μέ ζλο καί πιμέλεια στήν νάγνωση τν γίων Γραφν, στήν παρηγοριά καί νουθεσία τν νθρώπων πού θλίβονται καί κλονίζονται, στή διδασκαλία λων τν πιστν. Μήν παραμελες τό θεο χάρισμα πού χεις μέσα σου καί σο δόθηκε μέ τήν τοποθέτηση τν χεριν το κκλησιαστικο σώματος τν πρεσβυτέρων πάνω στό κεφάλι σου, μετά πό τήν κλογή στήν ποία δηγηθήκαμε μέ προφητική ποκάλυψη. Σο συνιστ νά μελετς ατά πού σο γράφω. λόκληρη σκέψη σου καί παρξή σου νά εναι μέσα σ᾿ ατά, γιά νά γίνεται φανερή σέ λους πρόοδός σου καί νά δίνεις σ᾿ λους τό καλό παράδειγμα.

 

ΤΟ ΙΕΡΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Τῷ και­ρῷ ἐ­κεί­νῳ, δι­ήρ­χε­το ὁ ᾿Ι­η­σοῦς τὴν ῾Ι­ε­ρι­χώ. Καὶ ἰ­δοὺ, ἀ­νὴρ ὀ­νό­μα­τι κα­λο­ύ­με­νος Ζακ­χαῖ­ος· καὶ αὐ­τὸς ἦν ἀρ­χι­τε­λώ­νης, καὶ οὗ­τος ἦν πλο­ύ­σι­ος, καὶ ἐ­ζή­τει ἰ­δεῖν τὸν ᾿Ι­η­σοῦν τίς ἐ­στι, καὶ οὐκ ἠ­δύ­να­το ἀ­πὸ τοῦ ὄ­χλου, ὅ­τι τῇ ἡ­λι­κί­ᾳ μι­κρὸς ἦν. Καὶ προ­δρα­μὼν ἔμ­προ­σθεν, ἀ­νέ­βη ἐ­πὶ συ­κο­μο­ρέ­αν, ἵ­να ἴ­δῃ αὐ­τόν, ὅ­τι ἐ­κε­ί­νης ἤ­μελ­λε δι­έρ­χε­σθαι. Καὶ ὡς ἦλ­θεν ἐ­πὶ τὸν τό­πον, ἀ­να­βλέ­ψας ὁ ᾿Ι­η­σοῦς εἶ­δεν αὐ­τὸν, καὶ εἶ­πε πρὸς αὐ­τόν· Ζακ­χαῖ­ε, σπε­ύ­σας κα­τά­βη­θι· σή­με­ρον γὰρ ἐν τῷ οἴ­κῳ σου δεῖ με μεῖ­ναι. Καὶ σπε­ύ­σας κα­τέ­βη, καὶ ὑ­πε­δέ­ξα­το αὐ­τὸν χα­ί­ρων. Καὶ ἰ­δόν­τες πάν­τες δι­ε­γόγ­γυ­ζον, λέ­γον­τες· ὅ­τι πα­ρὰ ἁ­μαρ­τω­λῷ ἀν­δρὶ εἰ­σῆλ­θε κα­τα­λῦ­σαι. Στα­θεὶς δὲ Ζακ­χαῖ­ος, εἶ­πε πρὸς τὸν ᾿Ι­η­σοῦν· Ἰ­δοὺ, τὰ ἡ­μί­ση τῶν ὑ­παρ­χόν­των μου Κύριε, δί­δω­μι τοῖς πτω­χοῖς· καὶ εἴ τι­νός τι ἐ­συ­κο­φάν­τη­σα, ἀ­πο­δί­δω­μι τε­τρα­πλοῦν. Εἶ­πε δὲ πρὸς αὐ­τὸν ὁ ᾿Ι­η­σοῦς· ὅ­τι σή­με­ρον σω­τη­ρί­α τῷ οἴ­κῳ το­ύ­τῳ ἐ­γέ­νε­το, κα­θό­τι καὶ αὐ­τὸς υἱ­ὸς ᾿Α­βρα­άμ ἐ­στιν. Ἦλ­θε γὰρ ὁ υἱ­ὸς τοῦ ἀν­θρώ­που ζη­τῆ­σαι καὶ σῶ­σαι τὸ ἀ­πο­λω­λός.

                                     (Λουκ. ιθ΄[19] 1 - 10)

 

Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΛΛΑΓΗ 

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

ΗΤΑΝ ΧΑΜΗΛΟΣ στὸ ἀνάστημα. Ἦταν καὶ πλούσιος. Ἀλλὰ καί ἄδικος. Εἶχε πλουτίσει καὶ μὲ τὸ αἷμα τῶν πτωχῶν. Εἶχε βέβαια θέση σπουδαία — ἦταν ἀρχιτελώνης.

Ἀρχιτελώνης. Δηλαδὴ Διευθυντὴς τῆς Ἐφορίας τότε. Ἕνα σημαντικὸ ἀξίωμα, ποὺ ὅμως για τοὺς περισσοτέρους ἀνθρώπους σήμαινε «ἐκμεταλλευτής», ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ κυριολεκτικὰ λήστευαν τὸν λαό.

Καὶ ὄμως ἔκαμε τὴν ἔκπληξη. Τὴ μεγάλη ἔκπληξη. Διότι στὸ βάθος αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος — ὁ Ζακχαῖος — ἔκρυβε κάτι μεγάλο. Ἔκρυβε πόθους ὑψηλούς. Ἄλλο ὅτι ἦταν δεμένος στὴ γῆ καὶ ἀβοήθητος.

ΑΛΛΑ Η ΩΡΑ εἶχε πλέον ἔλθει. Ὁ Ζακχαῖος ἔμαθε ὅτι ὁ Ἰησοῦς — ὁ θαυματουργὸς Προφήτης, ὄπως τὸν ἐνόμιζαν οἱ πολλοὶ — θὰ περνοῦσε ἐκείνη τή μέρα ἀπό τὸν κεντρικὸ δρόμο τῆς Ἱεριχῶ. Ἄ, εἶχε ἐπιθυμία μεγάλη νὰ Τὸν δεῖ. «Ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι»  ἐπεδίωκε νὰ δεῖ τὸν σπλαγχνικό πρὸς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀπεσταλμένο αὐτὸν τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ πῶς νὰ τὸν δεῖ; Κόσμος πολὺς περικύκλωνε τὸν Κύριο καὶ ὁ Ζακχαῖος ἦταν — εἴπαμε — κοντόσωμος.

Ἡ ἔμπνευση δὲν τοῦ ἔλειψε. Θὰ ἀνέβαινε σὲ ἕνα δένδρο, στὸν δρόμο ἀπ' ὅπου ὁ Κύριος ἐπρόκειτο νὰ περάσει. Θὰ ἐξευτελιζόταν βέβαια στὰ μάτια τῶν ἀξιοπρεπῶν ἀνθρώπων, ἴσως νὰ εἰσέπραττε καὶ τὶς εἰρωνεῖες καὶ τὰ γέλια τῶν παιδιῶν. Ἀλλὰ θὰ Τὸν ἔβλεπε. Θὰ ἔβλεπε τὸν Ἰησοῦ  αὐτὸ εἶχε σημασία.

Ἀνέβηκε λοιπὸν στὴ συκομορέα. Καὶ περίμενε. Σὲ λίγη ὥρα ἡ πομπὴ φάνηκε. Ὁ Ζακχαῖος παρατηρεῖ εὐχαριστημένος. Τὸν βλέπει! Ἀλλά... τί βλέπει;

Ξαφνικὰ ἡ πομπὴ σταματᾶ. Ὁ Ἰησοῦς σηκώνει τὰ μάτια Του καὶ τὸν κυττάζει. Κυττάζει αὐτόν. Ναί, αὐτόν! Τὸν Ζακχαῖο! Τὸν ἁμαρτωλό! Καὶ τὸν φωνάζει μάλιστα. Τὸν φωνάζει μὲ τὸ ὄνομά του. Ἀλλὰ πῶς γνωρίζει τὸ ὄνομά του, ἀλήθεια, ἀφοῦ πρώτη φορά τὸν συναντᾶ; Ὁ Ζακχαῖος τὰ χάνει:

«Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ μὲ μεῖναι». Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, διότι σήμερα πρέπει νά μείνω στὸ σπίτι σου!

Νὰ μείνει στὸ σπίτι του! Ὁ Ζακχαῖος κοντεύει νά τρελλαθεῖ ἀπό τὴ χαρά του. Κατεβαίνει. Τρέχει. Τὸν ὑποδέχεται στὸ πλούσιο ἀρχοντικό του. Λοιπόν, ὁ πόθος του ἐκπληρώθηκε μὲ τὸ παραπάνω. Ἐπιδίωξε κάτι μικρὸ καὶ ὁ Κύριος τοῦ χάρισε ἀπείρως μεγαλύτερο. Ὅπως βέβαια κάνει καὶ σὲ κάθε εἰλικρινῆ ψυχή, ποὺ Τὸν ἀναζητεῖ μὲ πόθο ἀληθινό.

ΕΝ ΤΩ ΜΕΤΑΞΥ, γύρω, στὰ στόματα τοῦ κόσμου κυκλοφοροῦν ψίθυροι καὶ γογγυσμοί. Ὁ Ἰησοῦς, ὁ ἅγιος Διδάσκαλος καὶ Προφήτης, στὸ σπίτι αὐτοῦ τοῦ ἀθλίου ἀνθρώπου! Τί σκάνδαλο!

Οἱ ἄνθρωποι δὲν ἤξεραν τί ἔλεγαν. Κατέκριναν. Καί αὐτή τή φορά εἶχαν βιασθεῖ πολὺ καὶ εἶχαν πέσει ἔξω ἀκόμη περισσότερο. Διότι ἐκείνη ἀκριβῶς τὴν ὥρα γινόταν μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ζακχαίου ἡ μεγάλη ἀλλαγή. Ἀληθινὴ ἀναδημιουργία.

Ὁ Ζακχαῖος, συγκλονισμένος ἀπό τή μεγάλη τιμὴ ποὺ τοῦ ἔκαμε ὁ Κύριος, στέκεται μὲ σεβασμὸ ἐμπρὸς στὸν Διδάσκαλο καὶ μὲ μετάνοια εἰλικρινῆ φανερώνει τὶς ἀποφάσεις του γιά ριζική ἀλλαγή: Κύριε, τὴ μισὴ περιουσία μου τὴν μοιράζω στοὺς πτωχούς, καὶ ὅποιον τυχὸν τὸν ἀδίκησα, τοῦ ἐπιστρέφω τετραπλάσια.

Ἦταν στιγμὴ πραγματικὰ συγκινητική. Καὶ ὁ Κύριος τὸ βεβαίωσε κλείνοντας τὰ ἐπιπόλαια στόματα τῶν ἐγωπαθῶν Φαρισαίων: Σήμερα, εἶπε, «σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο»· σώθηκαν οἱ ἄνθρωποι αὐτοῦ τοῦ σπιτιοῦ. Διότι καὶ ὁ Ζακχαῖος εἶναι ἐξ ἴσου μέ σᾶς, ποὺ γογγύζετε, ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Ἄλλωστε Ἐγώ, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, γι' αὐτὸν τὸν λόγο ἔγινα ἄνθρωπος καὶ ἦλθα στὴ γῆ, γιὰ νὰ ἀναζητήσω καὶ νὰ σώσω τὸ χαμένο πρόβατο, τόν ἁμαρτωλό κόσμο.   

ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΟΛΑ ΔΙΟΡΘΩΝΟΝΤΑΙ

Ἕνα βῆμα κάνει ὁ ἄνθρωπος, καὶ ὁ Θεὸς φθάνει ἀμέσως κοντά του. Ἀλλὰ τὸ βῆμα αὐτὸ εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαῖο. Ὅπως ἀκόμη ἀναγκαιότερο εἶναι τὸ δεύτερο βῆμα. Τὸ βῆμα τῆς μεγάλης ἀλλαγῆς. Ἡ μετάνοια.

Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὅλοι ἁμαρτάνουμε, καὶ τὰ ἁμαρτήματά μας καὶ τὰ λάθη μας καὶ πολλὰ εἶναι καὶ συχνὰ πολὺ μεγάλα.

Ἀλλὰ τὸ μεγαλύτερο ἁμάρτημα καὶ λάθος εἶναι νὰ νομίσουμε ὅτι τὰ ἁμαρτήματα καὶ τὰ λάθη μας δὲν διορθώνονται. Λοιπόν, μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅπου εἶναι παρών ὁ Χριστός, μὲ τὴ μετάνοια καὶ τὴν πρακτικὴ ἀλλαγή ὅλα διορθώνονται. Ὅλα!

Ἁπλῶς πρέπει αὐτὸ νὰ τὸ πιστέψουμε βαθιά, καὶ κάθε φορά μὲ ἀποφασιστικότητα νὰ τὸ θέτουμε σὲ ἐφαρμογή. Τότε ὅλα θὰ ἀλλάζουν. Πρῶτα μέσα μας. Ἔπειτα καὶ γύρω μας, στὸ σπίτι μας, στὴν οἰκογένειά μας, στὴν κοινωνία μας. Καί ἡ ζωή μας θὰ γίνεται Παράδεισος. Ἀληθινὰ εὐλογημένη!

(Δι­α­σκευ­ὴ ἀ­πὸ πα­λαι­ὸ τό­μο τοῦ Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Ο ΣΩ­ΤΗΡ»)

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου